ΝΣΚ/168/2003
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Προνομιακή ικανοποίηση φορολογικών απαιτήσεων του Δημοσίου που γεννώνται και βεβαιώνονται κατά το στάδιο της εκκαθάρισης ασφαλιστικής επιχείρησης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Οι φορολογικές απαιτήσεις του Δημοσίου εξ οιασδήποτε αιτίας, που γεννώνται και βεβαιώνονται κατά το στάδιο της ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως, ικανοποιούνται προνομιακά έναντι των δικαιούχων του ασφαλίσματος ως «ομαδικά πιστώματα».
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/153/2003
Ευθύνη εποπτών και εκκαθαριστών ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε ασφαλιστική εκκαθάριση, έναντι του Δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Ο επόπτης και ο εκκαθαριστής σύμφωνα με το άρθρο 12α παρ.12 του Ν. Δ/τος 400/1970, ως ισχύει, δεν υπέχουν οποιαδήποτε ευθύνη για χρέη της ασφαλιστικής επιχειρήσεως προς το Δημόσιο ή τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως, ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαιώσεώς των, δηλ. αδιαφόρως, αν τα χρέη γεννήθηκαν και βεβαιώθηκαν κατά το στάδιο λειτουργίας της ασφαλιστικής εταιρείας ή κατά το στάδιο της ασφαλιστικής εκκαθαρίσεως. Τα ανωτέρω πρόσωπα, όμως, δεν απαλλάσσονται από την κοινή ευθύνη των άρθρων 914, 919 Α.Κ.
ΝΣΚ/266/2017
Ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα - Φορολογική αντιμετώπιση ασφαλίσματος. Το ασφάλισμα που καταβλήθηκε στους εργαζομένους επιχειρήσεων, πριν από την ισχύ του ν. 4110/2013, στα πλαίσια ομαδικών ασφαλιστικών συμβάσεων που είχαν συνάψει οι επιχειρήσεις αυτές με ασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά το μέρος που αντιστοιχεί στα καταβληθέντα από τον εργοδότη ασφάλιστρα, αποτελεί εισόδημα των εργαζομένων από μισθωτές υπηρεσίες, κατά το άρθρο 45 ΚΦΕ, το οποίο υπόκειται σε φορολόγηση κατά το χρόνο που οι δικαιούχοι της ασφαλιστικής παροχής (ασφαλίσματος) απέκτησαν το δικαίωμα είσπραξης αυτής, όχι μόνον όταν η ασφάλιση επιβάλλεται από το νόμο ή έχει αποτελέσει όρο μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών της εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ ή διαιτητικής απόφασης, αλλά και στην περίπτωση της καταβολής των ασφαλίστρων για τον μισθωτό εξ ελευθεριότητος του εργοδότη, εξ αφορμής, πάντως, της σχέσεως εργασίας, ακόμα και αν ο εργοδότης είχε επιφυλαχθεί του δικαιώματος της μονομερούς διακοπής της καταβολής των ασφαλίστρων. Στην περίπτωση της μερικής καταβολής του ασφαλίστρου από τον εργαζόμενο, η παροχή-ασφάλισμα κατά το μέρος που προέρχεται από ασφάλιστρα καταβληθέντα από τον εργαζόμενο, ακόμη και πριν την έναρξη ισχύος του ν.4110/2013, δεν φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκτός εάν τα ασφάλιστρα εξέπεσαν από το ακαθάριστο εισόδημά του και δεν φορολογήθηκαν, οπότε φορολογείται. (ομόφ.) (Η υπ’ αριθ. 22/2017 γνωμ/ση του Β΄ Τμήματος πραγματεύεται σχετικό θέμα)
ΝΣΚ/22/2017
Ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα. Φορολογική αντιμετώπιση.Η υπ' αριθ. 25/2011 γνωμοδότηση της Ολομελείας του ΝΣΚ έχει εφαρμογή Α. Ως προς τη φορολογική μεταχείριση της, προ της 23-1-2013 (χρόνου ενάρξεως της ισχύος των διατάξεων της παρ.3 του άρθρου 7 του ν. 4110/2013 καταβληθείσας παροχής - ασφαλίσματος που διενεργείται στα πλαίσια ομαδικών συνταξιοδοτικών προγραμμάτων (όπως τα DAF), που έχουν συνάψει οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις για τους εργαζομένους τους, η οποία παροχή αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εφόσον σωρευτικά συντρέχουν οι κατωτέρω προϋποθέσεις: α. Ύπαρξη ομαδικής ασφάλισης του προσωπικού της επιχείρησης από τον εργοδότη, β. Κάλυψη, ολική ή μερική, του ασφαλίστρου από το εργοδότη (με σύναψη γνήσιας σύμβασης υπέρ τρίτου). γ. Επιβολή της ασφάλισης από το νόμο ή όρο της μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ δ. Καταβολή του ασφαλίσματος στον εργαζόμενο, δυνάμει του συμβολαίου ομαδικής ασφάλισης, κατά το χρόνο επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης, ανεξαρτήτως της μικρής ή μεγαλύτερης διάρκειας του συμβολαίου. Στην περίπτωση κατά την οποία ο εργαζόμενος καταβάλλει μέρος του ασφαλίστρου, η παροχή-ασφάλισμα, κατά το μέρος της που προέρχεται από ασφάλιστρα καταβληθέντα από αυτόν (τον εργαζόμενο) μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4110/2013, δεν φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκτός εάν τα ασφάλιστρα εξέπεσαν από το ακαθάριστο εισόδημά του και δεν φορολογήθηκαν, οπότε φορολογείται. Β. Ως προς τη φορολόγηση της παροχής-ασφαλίσματος ως εισοδήματος από κινητές αξίες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 περ. στ’ του ν. 2238/1994, κατά το μέρος που η παροχή αντιστοιχεί στην υπεραπόδοση των επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, που σχηματίζονται για τις ασφαλίσεις ζωής, κατά τις διατάξεις του ν.δ. 400/1970, αδιαφόρως εάν η σύμβαση ασφαλίσεως έχει αποτελέσει ή όχι όρο της μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ.
ΕλΣυν/Τμ.1/51/2015
Παραγραφή. Οι οιασδήποτε φύσεως μισθολογικές αξιώσεις των με οποιαδήποτε έννομη σχέση υπαλλήλων του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των δημοτικών νομικών προσώπων, έστω και αν αυτές βασίζονται σε παρανομία των οργάνων αυτών ή στις διατάξεις από αδικαιολόγητο πλουτισμό, δηλαδή είτε πρόκειται για ευθεία αγωγή κατά του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. ή δημοτικού νομικού προσώπου του λόγω αρνήσεως ή καθυστερήσεως καταβολής των αποδοχών ή αποζημιώσεων για οποιοδήποτε λόγο κατά την έννοια που προσδίδουν τα όργανα αυτών στο νόμο, είτε πρόκειται για αγωγή αποζημιώσεως κατά το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, εξ αιτίας παραλείψεως οφειλομένης νόμιμης ενέργειας των οργάνων του Δημοσίου ή των Ο.Τ.Α. ή των δημοτικών νομικών προσώπων, ως προϋποθέσεως για την θεμελίωση των σχετικών αξιώσεων, υπόκεινται σε διετή παραγραφή.
Αρ.Π./564/2022
ΑΚΑΤΑΣΧΕΤΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΩΝ-ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ-ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ: (...) Kαι τούτο διότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε το Εφετείο, και ειδικότερα ότι απαγορεύεται η κατάσχεση ή η δήμευση περιουσιακών στοιχείων της ασφαλιστικής επιχείρησης που βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση και συνακόλουθα η εγγραφή υποθήκης επί του επίδικου ακινήτου της ενάγουσας, στην οποία προέβη ακύρως το εναγόμενο στην ένδικη υπόθεση στην οποίαν ζητείται η εξάλειψή της από τα βιβλία υποθηκών του Δ. Σ., προς τον σκοπό διασφάλισης των συμφερόντων των ασφαλισμένων της και κάθε άλλου δικαιούχου του ασφαλίσματος, πληρούν το πραγματικό των ανωτέρω διατάξεων που ήταν εφαρμοστέες, πλην όμως εσφαλμένα δεν εφάρμοσε και δικαιολογούν το ανωτέρω πόρισμα και διατακτικό που διατύπωσε, που είναι, όπως αναφέρθηκε, ορθό. Ούτε στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση, αφού από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτουν σαφώς όλα τα περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία για τη κρίση του στη συγκεκριμένη περίπτωση, περί της συνδρομής των νομίμων όρων και προϋποθέσεων των διατάξεων που όμως δεν τις εφάρμοσε, κατά τα ανωτέρω, ενώ έχει τις απαιτούμενες αιτιολογίες, οι οποίες είναι σαφείς και πλήρεις και δεν αντιφάσκουν, ούτε είναι ενδοιαστικές κατά τρόπο που καθιστούν ευχερή τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής ή μη εφαρμογής των ως άνω διατάξεων. Επομένως, οι πρώτος και δεύτερος λόγοι της ένδικης αναίρεσης από τους αρ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ με τους οποίους το αναιρεσείον ισχυρίζεται τα αντίθετα είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Ομοίως απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο πρόσθετος λόγος με τον οποίο, μολονότι δεν αποδίδεται, εναρίθμως, αναιρετική πλημμέλεια, κατά το νοηματικό του περιεχόμενο κρίνεται ως από τον αριθμό 1 άρθρου 559 ΚΠολΔ, το αναιρεσείον ισχυριζόμενο ότι στις εκκρεμείς κατά την 31-12-2015 ασφαλιστικές εκκαθαρίσεις, όπως εν προκειμένω, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 240 και 241 του ν. 4364/2016 που αναγνωρίζουν προνομιακή κατάταξη του Δημοσίου για τις φορολογικές του απαιτήσεις και ότι επομένως ελλείπει το έννομο συμφέρον της ενάγουσας για την άσκηση της επίδικης αγωγής, τούτο δε διότι οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται στις ως άνω εκκαθαρίσεις, κατά τα προαναφερθέντα. Απορρίπτει την από 24-2-2020 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου για αναίρεση της υπ' αριθμ. 110/2018 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου καθώς και τους από 2-3-2021 πρόσθετους λόγους.
ΣΤΕ/3550/2011
Προμήθεια ενδοφακών:..Επειδή, εν προκειμένω, η αιτούσα απεκλείσθη με την αιτιολογία ότι «σε επανέλεγχο των δικαιολογητικών οι ημερομηνίες της υπογραφής [16-9-2010] των υπευθύνων δηλώσεων [περί μη καταδίκης για τα αναφερόμενα στη διακήρυξη ποινικά και αγορανομικά αδικήματα, μη πτωχεύσεως, εκκαθαρίσεως, κλπ. μέχρι και την 17-9-2010] δεν συμφωνούσαν με τις ημερομηνίες υποβολής της προσφοράς [17-9-2010]». Η αιτιολογία αυτή είναι νόμιμη, δεδομένου ότι η ημερομηνία υπογραφής των ως άνω δηλώσεων δεν συνέπιπτε, ως έδει κατά τα εκτεθέντα στην σκέψη 5, με την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς, ούτως ώστε να καλύπτει και την ημερομηνία αυτή. Επομένως, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι λόγοι ακυρώσεως, κατά τους οποίους, α)η υποβολή της προσφοράς συνιστά ταυτοχρόνως και υπεύθυνη δήλωση περί του ότι τα στοιχεία που υποβάλλονται εξακολουθούν να ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της προσφοράς, β) εφ’ όσον η αιτούσα ανέλαβε την υποχρέωση να προσκομίσει, εάν τυχόν αναδεικνυόταν ανάδοχος, τα σχετικά πιστοποιητικά, η ανάληψη της υποχρεώσεως αυτής συνιστά και υπεύθυνη δήλωση περί ανυπαρξίας των ως άνω δυσμενών καταστάσεων κατά το χρόνο υποβολής της προσφοράς, η δε τυχόν συνδρομή των σχετικών κωλυμάτων θα ελεγχθεί, πάντως, στο μεταγενέστερο αυτό στάδιο, γ)η ημερομηνία συντάξεως της ως άνω δηλώσεως, ως δημοσίου εγγράφου παρέχοντος πλήρη απόδειξη ως προς τα μ’ αυτό βεβαιούμενα, δεν απαιτείται να ταυτίζεται με την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς, διότι κρίσιμο στοιχείο αποτελεί αποκλειστικώς το περιεχόμενό της, στο οποίο αρκεί να περιλαμβάνεται η ρηματική διαβεβαίωση ότι μέχρι και την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς οι συμμετέχοντες πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις συμμετοχής τους στο διαγωνισμό, δ) η δήλωση υπεγράφη εντός του διαστήματος, κατά το οποίο επιτρεπόταν η υποβολή των προσφορών, ε) η τυχόν πλημμέλεια της προσφοράς της ήταν, πάντως, επουσιώδης, εφ’ όσον μεσολάβησε μία (1) μόνον ημέρα μεταξύ της υπογραφής της δηλώσεως και της υποβολής της προσφοράς, στ)η αναθέτουσα αρχή, εφ’ όσον αμφισβητείτο το περιεχόμενο της επίδικης δηλώσεως, ώφειλε, ενόψει της αρχής της χρηστής διοικήσεως, να επιτρέψει στην αιτούσα να αποδείξει το περιεχόμενο της εν λόγω δηλώσεως, την ακρίβεια του οποίου μπορούσε να ελέγξει και βάσει των τηρουμένων σε άλλες υπηρεσίες στοιχείων, και ζ) εν πάση περιπτώσει, η αιτούσα συνυπέβαλε με την προσφορά της όλα τα αντίστοιχα με τις δηλούμενες με την επίμαχη δήλωση ιδιότητες δικαιολογητικά (ΣτΕ 1344, 1118, 781/2010 επταμ.). Τέλος, ο ισχυρισμός περί υπογραφής της επίμαχης δηλώσεως και θεωρήσεως του γνησίου της εν λόγω υπογραφής την αυτή ημέρα είναι, εν πάση περιπτώσει, απορριπτέος, ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋποθεσεως, δεδομένου ότι ο αποκλεισμός της αιτούσας δεν εχώρησε κατ’ επίκληση τέτοιας διαστάσεως...πρέπει η υπό κρίση αίτηση ν’ απορριφθεί
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/105/2019
Παροχή αμοιβής για τον καθαρισμό χώρων:..Με τα δεδομένα αυτά, η προσφορά της αναδόχου δεν φέρει το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο και ήταν ως εκ τούτου απορριπτέα καθόσον, κατά παράβαση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρο 68 του ν. 3863/2010 και του άρθρου 92 παρ. 5 περ. β΄ του ν. 4412/2016: α) σε αυτή δεν αναφέρονται ούτε εξειδικεύονται σε ξεχωριστό κεφάλαιο τα απαιτούμενα επί ποινή αποκλεισμού α΄ έως ε΄ στοιχεία της παραγράφου 1 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010, ήτοι ο αριθμός των εργαζομένων που θα απασχοληθούν στο έργο, οι ημέρες και οι ώρες εργασίας, η συλλογική σύμβαση εργασίας στην οποία τυχόν υπάγονται οι εργαζόμενοι, το ύψος του προϋπολογισμένου ποσού που αφορά τις πάσης φύσεως νόμιμες αποδοχές των εργαζομένων και το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών με βάση τα προϋπολογισθέντα ποσά και β) σε αυτή δεν περιλαμβάνεται ο υποχρεωτικός υπολογισμός του εύλογου ποσοστού διοικητικού κόστους παροχής των υπηρεσιών, των αναλωσίμων, του εργολαβικού κέρδους της αναδόχου εταιρείας και των νομίμων υπέρ Δημοσίου και τρίτων κρατήσεων, ούτε, εξ άλλου επισυνάπτεται αντίγραφο της συλλογικής σύμβασης εργασίας στην οποία τυχόν υπάγονται οι εργαζόμενοι. Η δε ως άνω υποβληθείσα στην Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, με το 246/19.6.2019 έγγραφο του Διευθυντή του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Δημόσιο Πρότυπο Παιδικό Γυμναστήριο ..», «οικονομική ανάλυση» της αναδόχου – που δεν φέρει ημερομηνία και υπογραφή - δεν δύναται να θεραπεύσει τις ως άνω πλημμέλειες της προσφοράς της, καθόσον, πέραν του ότι δεν αναφέρει το απαιτούμενο επί ποινή αποκλεισμού στοιχείο γ΄ του άρθρου 68 παρ. 1 του ν. 3863/2010, ήτοι τη συλλογική σύμβαση εργασίας στην οποία τυχόν υπάγονται οι εργαζόμενοι, δεν περιλαμβανόταν στον υποβληθείσα στη ελεγχόμενη διαδικασία ανάθεσης φάκελο της προσφορά της, αλλά υποβλήθηκε εκ των υστέρων, ήτοι πέντε μήνες μετά την αποσφράγιση των κατατεθεισών προσφορών από την αναθέτουσα αρχή (βλ. το από 16.1.2019 Πρακτικό της οικείας Επιτροπής) και την υπογραφή του οικείου συμφωνητικού (18.1.2019) και ενώ η σύμβαση βρισκόταν στο στάδιο της εκτέλεσης. Περαιτέρω, κατά παράβαση της παραγράφου 3 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010, η υπογραφείσα από 18.1.2019 σύμβαση μεταξύ του ως άνω ν.π.δ.δ. και της αναδόχου αφενός μεν δεν περιλαμβάνει τα στοιχεία α΄ έως στ΄ της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, αφετέρου δε δεν περιλαμβάνει ειδικό όρο για την εφαρμογή της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας και της νομοθεσίας περί υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων και πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου και, κατά συνέπεια, όπως ρητά ορίζει ο νομοθέτης στην ως άνω παράγραφο 3 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010, η σύμβαση είναι άκυρη και η σχετική δαπάνη πληρωμής απορριπτέα.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/120/2019
Εκπόνηση μελετών:..Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, ναι μεν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 8 παρ. 9 του ν. 4071/2012, οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, παρισταμένου, ως εκ τούτου, αβασίμου του πρώτου λόγου διαφωνίας, πλην όμως, στην προκειμένη περίπτωση, η προαναφερθείσα σύμβαση μεταξύ της Περιφέρειας .... και της .... δεν συνιστά προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 και ως τέτοια δεν εμπίπτει σε κανέναν από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 του ν. 4412/2016 συμβατικούς τύπους, τους οποίους ο νόμος αυτός εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του. Τούτο διότι, από το αντικείμενο της σύμβασης αυτής και κυρίως από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών, προκύπτει ότι αυτά δεν εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό την από κοινού, δια της αλληλοσυμπλήρωσης αρμοδιοτήτων ή οικονομοτεχνικών μέσων, εκτέλεση της δημόσιας αποστολής τους, ούτε συμβάλλουν με ισορροπημένο τρόπο στην υλοποίηση του αντικειμένου της σύμβασης. Ειδικότερα, με την ως άνω σύμβαση δεν εγκαθιδρύεται συνεργασία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, αλλά η Περιφέρεια .... λειτουργεί ως αναθέτουσα Αρχή που επιδιώκει, έναντι καταβολής αμοιβής ανερχόμενης σε 227.245,10 ευρώ με Φ.Π.Α., την εκπόνηση των αναγραφoμένων στη σύμβαση μελετών εκ μέρους της αντισυμβαλλόμενης ..., η οποία αντίστοιχα επέχει απλώς θέση παρόχου των υπηρεσιών αυτών και αποβλέπει στην αμοιβή της για την εκπλήρωση της παροχής της. Περαιτέρω, η Περιφέρεια .... δεν αναλαμβάνει καμία ουσιαστική υποχρέωση ως προς την εκτέλεση του αντικειμένου της σύμβασης, πλην της καταβολής της αμοιβής της αντισυμβαλλόμενης εταιρείας, αφού οι συμβατικές υποχρεώσεις της και ειδικότερα η διευκόλυνση του επιστημονικού προσωπικού που θα απασχοληθεί με την υλοποίηση του παραπάνω αντικειμένου στη συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων και πληροφοριών, η εν γένει διευκόλυνση της πορείας της σύμβασης και η υποβοήθηση για σύναψη ειδικών ή συμπληρωματικών συμβάσεων που είναι δυνατόν να απαιτηθούν, δεν μπορούν να θεωρηθούν ουσιώδεις, αλλά λειτουργούν συμπληρωματικά και μόνο στην εκτέλεση από την αντισυμβαλλόμενη εταιρεία του συμβατικού αντικειμένου, δεδομένου ότι προαπαιτούμενη ενέργεια για την εκπόνηση οιασδήποτε μελέτης είναι η παράδοση από τον εργοδότη στον ανάδοχο κάθε διαθέσιμου στοιχείου που σχετίζεται με την υπό εκτέλεση μελέτη. Ενόψει των ανωτέρω και ανεξαρτήτως εάν οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. εν γένει συνιστούν, κατ’ άρθρο 2 παρ. 1 στοιχ. 1 και 4 του ν. 4412/2016, οργανισμούς δημοσίου δικαίου και κατ’ επέκταση αναθέτουσες Αρχές, η εν λόγω σύμβαση, μολονότι αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος, ωστόσο δεν καθιερώνει οριζόντια συνεργασία, κατ’ άρθρο 12 παρ. 4 του ν. 4412/2016, μεταξύ της Περιφέρειας και της αντισυμβαλλόμενης ως άνω αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας Ο.Τ.Α. για την εκπλήρωση συγκεκριμένης δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με τη θεσμική αποστολή του κάθε συμβαλλόμενου μέρους, και, ως εκ τούτου, μη νομίμως συνάπτεται κατά παρέκκλιση των προβλεπομένων στις διατάξεις του ως άνω νόμου διαδικασιών ανάθεσης. Εξ άλλου, η συναφθείσα ως άνω σύμβαση δε δύναται να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του ν. 4412/2016 ούτε ως σύμβαση οιονεί αυτεπιστασίας (in house), σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 12 του νόμου αυτού. Τούτο, λόγω αφενός της, έστω μειοψηφικής, μη αναγκαστικής συμμετοχής στη μετοχική σύνθεση της αντισυμβαλλόμενης αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας Ο.Τ.Α. ιδιωτικών κεφαλαίων (αγροτικοί συνεταιρισμού, κτηνοτροφικός συνεταιρισμός, συνεταιρισμός φαρμακοποιών κ.λπ.), αφετέρου του γεγονότος ότι η έμμεση επιρροή, που ασκούν στις αποφάσεις της ανωτέρω εταιρείας, οι κατέχοντες την πλειοψηφία του μετοχικού της κεφαλαίου (Περιφερειακή Ένωση Δήμων ..., Περιφέρεια ..., Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης ... και Εμπορικό Βιομηχανικό Επιμελητήριο ...) δεν καθιστά τον επ’ αυτής έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες και συνεπώς, δεν πληρούται η προβλεπόμενη στην περ. γ΄ της παρ. 3 του ως άνω άρθρου προϋπόθεση. Ενόψει όλων όσων προαναφέρθηκαν, η εν λόγω σύμβαση, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό, δεν αποτελεί γνήσια προγραμματική σύμβαση, αλλά έχει τον χαρακτήρα κοινής εξ επαχθούς αιτίας δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών (εκπόνηση μελέτης), η οποία ανατέθηκε απευθείας στην αναπτυξιακή ανώνυμη εταιρεία Ο.Τ.Α., χωρίς, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που προεκτέθηκαν, να συντρέχουν οι προς τούτο προβλεπόμενες στο ν. 4412/2016 προϋποθέσεις για την απευθείας ανάθεσή της, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον διαφωνούντα Αναπληρωτή Επίτροπο με το δεύτερο λόγο διαφωνίας. Συνεπώς, για την ανάθεσή της η Περιφέρεια .... όφειλε, ενόψει της συμβατικής αξίας της (183.262,8 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α.), να διενεργήσει ανοικτό διαγωνισμό.
ΕΣ/Τ4/98/2001
Πληρωμή συμπληρωματικών εργασιών, οι οποίες ανατέθηκαν χωρίς να συντρέχουν οι προβλεπόμενες από το τέταρτο άρθρο του ν. 2372/1996- προϋποθέσεις ανάθεσης συμπληρωματικών εργασιών, αφού οι άνω εργασίες δεν κατέστησαν κατά την εκτέλεση του έργου αναγκαίες λόγω απροβλέπτων περιστάσεων. Ο Προϊστάμενος της Υ.Δ.Ε. και οι συνυπογράφοντες την εκκαθάριση και τα Χ.Ε. ευθύνονται σε ολόκληρο έναντι του Δημοσίου μαζί με τους αχρεωστήτως λαβόντες, για κάθε θετική ζημία που προκαλείται από ενέργεια ή παράλειψη τους κατά τον έλεγχο, την εκκαθάριση και την έκδοση των σχετικών ενταλμάτων, εφ' όσον αυτή οφείλεται σε δόλο ή βαρεία αμέλεια. Παράλληλα υπέχουν ποινική και πειθαρχική ευθύνη σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 3. Αν προκύψει διαφωνία μεταξύ των συναρμοδίων οργάνων ως προς τη νομιμότητα και την κανονικότητα της δαπάνης, αυτή διατυπώνεται εγγράφως. Για την άρση της διαφωνίας αποφαίνεται ο προϊστάμενος της Υ.Δ.Ε. επί του αυτού ή ξεχωριστού εγγράφου το οποίο παραμένει στο αρχείο του σχετικού Χ.Ε. ή σε ειδικό φάκελο της υπηρεσίας. Ο προϊστάμενος της Υ.Δ.Ε. μπορεί να προκαλέσει τη γνώμη της αρμόδιας κεντρικής υπηρεσίας του Γ.Λ.Κ με ερώτημά του». Από τις προεκτιθέμενες διατάξεις συνάγεται ότι στο στάδιο της εκκαθάρισης μιας δημόσιας δαπάνης, πριν την ενταλματοποίηση αυτής, υφίστανται δύο διακριτές διαδικασίες για την άρση των διαφωνιών που δύνανται να ανακύψουν επί της νομιμότητας της: Η πρώτη, που είναι εσωτερική διαδικασία, καθορίζεται στο άρθρο 11 και ακολουθείται όταν ανακύψει διαφωνία μεταξύ των οργάνων της Υ.Δ.Ε., τα οποία είναι αρμόδια για τον έλεγχο, την εκκαθάριση των δημοσίων δαπανών και την έκδοση του οικείου εντάλματος (βλ. άρθρα 11 παρ. 1 και 2 παρ. 1 του ιδίου διατάγματος). Για την άρση της ενλόγω διαφωνίας, η οποία πρέπει να διατυπώνεται εγγράφως, αποφαίνεται ο προϊστάμενος της ΥΔΕ, ο οποίος δύναται να προκαλέσει περαιτέρω τη γνώμη της κεντρικής υπηρεσίας του Γ.Λ.Κ. Σκοπός της τήρησης της διαδικασίας αυτής είναι, όπως συνάγεται από τις προεκτεθείσες διατάξεις, ο προσδιορισμός ή η απαλλαγή από την ευθύνη των συνευθυνομένων κατά την προεκτεθείσα παρ. 2 του άρθρου 11 οργάνων. Για το λόγο αυτό, η πλημμελής τήρηση της ενλόγω διαδικασίας δεν επιδρά στο κύρος του εκδιδομένου εντάλματος και συνακόλουθα στη νομιμότητα της δαπάνης. Με τη δεύτερη διαδικασία, που περιγράφεται στην παρ. 4 του άρθρου 1 του ως άνω διατάγματος, παρέχεται η δυνατότητα στην Υ.Δ.Ε. σε περίπτωση διαφωνίας της ως άνω υπηρεσίας με τον διατάκτη να επιστρέψει τα σχετικά δικαιολογητικά στον εκδότη τους. Η διαδικασία αυτή δύναται να απολήξει είτε στην έκδοση του εντάλματος, αν συμπέσουν τελικά οι απόψεις, είτε σε περικοπή ή απόρριψη της δαπάνης. Το ένταλμα εκδίδεται, κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του ιδίου π.δ/τος, με τη σύνταξη πράξεως εκκαθάρισης, η οποία απαιτείται να μονογράφεται από τον υπάλληλο που ήλεγξε τη δαπάνη και να υπογράφεται από τον προϊστάμενο του αρμοδίου Τμήματος και τον προϊστάμενο της Υ.Δ.Ε.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις προεκτεθείσες νομικές σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι η διατύπωση της ως άνω επιφύλαξης συνδέεται μόνο με τον επιμερισμό της ευθύνης μεταξύ των οργάνων που υπέγραψαν την οικεία πράξη εκκαθαρίσεως, και δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της διαδικασίας εκδόσεως του εντάλματος και συνακόλουθα στην εκκαθαριζόμενη δαπάνη.