×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/231/2013

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Διάθεση ανταλλάξιμου ακινήτου – Εφαρμοστέες διατάξεις.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Η διάταξη του άρθρου 9 παρ.4 του Ν.Δ. 3713/1957 (Περί ανταλλάξιμης περιουσίας και αποκατάστασης προσφύγων), ως προς την διάθεση ανταλλάξιμων ακινήτων έχει καταργηθεί ή διατηρείται σε ισχύ στις περιπτώσεις που δεν έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ.4 του Ν. 357/1976 (Περί επιταχύνσεως της ρευστοποιήσεως και εκκαθαρίσεως της ανταλλάξιμης περιουσίας). (ομοφ.)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/198/2013

Εφαρμοστέες διατάξεις σε περιπτώσεις εξαγοράς ανταλλάξιμων οικοδομών – Ένορκη Βεβαίωση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 2 του Ν. 357/1975 (Περί επιταχύνσεως της ρευστοποιήσεως και εκκαθαρίσεως της ανταλλάξιμης περιουσίας) και στις ανταλλάξιμες οικοδομές του άρθρου 3 του ιδίου νόμου. Η Ένορκη Βεβαίωση θεωρείται ικανό στοιχείο για απόδειξη κατοχής από τον δικαιοπάροχο πριν το έτος 1976, για τους κατόχους ανταλλάξιμων ακινήτων. Δικαίωμα εξαγοράς σε περίπτωση εξαντλήσεως του επιτρεπόμενου ορίου. (ομοφ.)


Ν.357/1976

Περί επιταχύνσεως της ρευστοποιήσεως και εκκαθαρίσεως της αναταλλαξίμου περιουσίας


ΝΣΚ/432/2011

Δυνατότητα εκποίησης έκτασης, στον κάτοχο ανταλλάξιμου αγρού, μικρότερης από αυτή που έχει ορισθεί ως βιώσιμη γεωργική εκμετάλλευση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Η έκταση που μπορεί, με βάση τη διάταξη της παρ.1 του άρθρου 1 του Ν 357/1976, να εκποιηθεί στον κάτοχο ανταλλάξιμου αγρού, δύναται να είναι μικρότερη αυτής, που έχει ορισθεί ως βιώσιμη γεωργική εκμετάλλευση, δυνάμει της διάταξης της παρ.4 του ίδιου άρθρου. (πλειοψ.)


ΝΣΚ/429/1996

Ακίνητα ανταλλάξιμα. Διάθεση προς εκπλήρωση κοινωνικού σκοπού.Μετά την σιωπηρή κατάργηση του άρθρου 13 του Ν.357/76 και την επαναφορά σε ισχύ του ειδικού νομικού καθεστώτος περί ανταλλαξίμων κτημάτων είναι νόμιμη κατ άρθρο 4 παρ.4 ΝΔ 547/70 η διάθεση ανταλλαξίμων κτημάτων στον Αλληλοασφαλιστικό Συνεταιρισμό ιδιοκτητών αυτοκινήτων Δ.Χ. Βορείου Ελλάδος και Θεσσαλίας (Συν.Π.Ε.) προς εκπλήρωση κοινωνικού σκοπού, δηλαδή την ανέγερση του σταθμού υπεραστικών λεωφορείων θεσσαλονίκης (πλειοψ.).


ΝΣΚ/10/2014

Επιτρεπτό απόσπασης στο Υ.ΔΙ.Μ.Η.Δ. για διάθεση σε βουλευτές και στη Γραμματεία της Ρ.Α.Ε., υπαλλήλων εταιρειών του Δημοσίου που περιήλθαν στο Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Μετά τη μεταβίβαση εκ μέρους του Δημοσίου στο Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ.) ποσοστού 74% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας ΕΛ.ΤΑ. Α.Ε. και το 90% των δικαιωμάτων ψήφου της εταιρείας Ο.Λ.Π. Α.Ε., είναι επιτρεπτή η απόσπαση υπαλλήλου της εταιρείας ΕΛ.ΤΑ. Α.Ε. στο Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (Υ.ΔΙ.Μ.Η.Δ.) για διάθεσή του σε βουλευτή, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 20 παρ.6 του ν. 2386/1996, ενώ αντίθετα δεν είναι επιτρεπτή η απόσπαση υπαλλήλου στο ίδιο Υπουργείο για τον ίδιο σκοπό από την εταιρεία Ο.Λ.Π. Α.Ε. Επίσης, μετά τη μεταβίβαση στο Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. εκ μέρους του Δημοσίου του συνόλου του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε., δεν είναι επιτρεπτή η απόσπαση υπαλλήλου της εταιρείας αυτής για τη κάλυψη αναγκών της Γραμματείας της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (Ρ.Α.Ε.), σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.3 του ν. 3986/2011 και 41 παρ.4 του ν. 4001/2011. (ομοφ.)


ΝΣΚ/138/2023

Ερωτήματα σχετικά με το «Αλληλοβοηθητικό Ταμείου Πρόνοιας Εργαζομένων ΑΤΕ»: 1) Είναι σύννομο, το «Αλληλοβοηθητικό Ταμείο Πρόνοιας Εργαζόμενων ΑΤΕ», που προέρχεται από μετατροπή, δυνάμει του άρθρου 6 παρ. 20 του ν.3029/2002, σε ν.π.ι.δ., του Κλάδου Πρόνοιας του πρώην ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Ταμείο Συντάξεων και Πρόνοιας Προσωπικού της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος» (Τ.Σ.Π.-Α.Τ.Ε.), να διαλυθεί και να τεθεί σε εκκαθάριση, χωρίς προηγούμενη έγκριση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Οικονομικών, οι οποίοι έχουν εγκρίνει την σύστασή του εν λόγω με την έκδοση ΚΥΑ(...)1)Το ν.π.ι.δ. με την επωνυμία «ΑΛΛΗΛΟΒΟΗΘΗΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» δεν μπορεί να διαλυθεί και να τεθεί σε εκκαθάριση με απόφαση των μελών του, διότι για τα ζητήματα αυτά αρμόδιος αποκλειστικά είναι ο κοινωνικοασφαλιστικός νομοθέτης και όχι η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση, καθόσον η δοθείσα σε αυτή νομοθετική εξουσιοδότηση, δεν περιλαμβάνει τα ως άνω ζητήματα. 2) Δε νοείται εκκαθάριση της περιουσίας του παραπάνω Ταμείου, διότι αυτό, ως φορέας ομόλογος προς δημόσιο φορέα υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης, που άρχισε να λειτουργεί με περιουσιακά στοιχεία προερχόμενα από μεταφορά περιουσίας ν.π.δ.δ. σε ν.π.ι.δ. και με εισφορές των υποχρεωτικά υπακτέων σε αυτό προσώπων, δηλαδή με ασφαλιστικό κεφάλαιο προοριζόμενο για την εκπλήρωση του δημοσίου σκοπού της αλληλοβοήθειας , ο οποίος εμπίπτει στη συνταγματική προστασία του άρθρου 22 παρ. 5 Σ, δεν μπορεί να τεθεί σε εκκαθάριση με βάση τις ισχύουσες για τα λοιπά νομικά πρόσωπα διατάξεις του ΑΚ. Ως εκ τούτου, η διάθεση της όποιας περιουσίας του Ταμείου, μετά την τυχόν κατάργηση- διάλυσή του, εναπόκειται στη βούληση του νομοθέτη, ο οποίος είναι και ο μόνος αρμόδιος να ρυθμίσει τα της τύχης της. 3) Δεν είναι νόμιμος ο ορισμός των μελών του Δ.Σ. του Ταμείου ως εκκαθαριστών, οι οποίοι συνεχίζουν να ασκούν, με την ανωτέρω ιδιότητά τους (των μελών, δηλαδή, του Δ.Σ.) τη διοίκηση του Ταμείου μέχρι την λήξη της θητείας τους ή την με οποιονδήποτε τρόπο παύση τους. 4) Δεν είναι νόμιμη, τυχόν περιληφθείσα, με τροποποίηση του αρχικώς εγκριθέντος καταστατικού, διάταξη περί διανομής της περιουσίας του Ταμείου μετά την διάλυσή του και περιέλευση αυτής στα μέλη του ή στους νόμιμους κληρονόμους τους, όχι μόνο διότι, τέτοια διάταξη είναι ανίσχυρη σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, αλλά και διότι, τα μέλη του Ταμείου έχουν δικαίωμα απόληψης, αποκλειστικά και μόνο, του χορηγούμενου εφάπαξ βοηθήματος με βάση τις προβλέψεις των άρθρων 2 και 15 του εγκριθέντος, με την Φ80000/23358/1107/31.12.2003 ΚΥΑ, Καταστατικού του (ομόφωνα).


ΝΣΚ/426/2001

Δημόσια έσοδα. Ευρωπαϊκές Κοινότητες. ΟΑΕ. Παραγραφή.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Οι ίδιοι πόροι - έσοδα της Κοινότητας δεν συνιστούν ευθέως απαιτήσεις της Κοινότητας έναντι των οφειλετών των εσόδων (δασμών, φόρων κλπ), αλλά απαιτήσεις της Κοινότητας έναντι των κρατών μελών. Οι ίδιοι πόροι εισπράττονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις ισχύουσες σ αυτά εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις και στη συνέχεια τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής. Η προβλεπομένη στις διατάξεις του άρθρου 19 (παρ.1 και 4) του Ν 2741/1999 διαγραφή των κατά την έναρξη ισχύος του νόμου πάσης φύσεως βεβαιωμένων απαιτήσεων του Δημοσίου κατά του ΟΑΕ, ως και η παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου για την επιβολή και είσπραξη μη βεβαιωμένων πάσης φύσεως απαιτήσεων αυτού κατά του ΟΑΕ, αφορά αποκλειστικώς τον ΟΑΕ ως οφειλέτη του Δημοσίου, καταλαμβάνει δε όλες τις απαιτήσεις του Δημοσίου έναντι του ΟΑΕ, ακόμα και εκείνες τις οποίες το Δημόσιο υπεχρεούτο να εισπράξει και εν συνεχεία να αποδώσει στην Κοινότητα ως ιδίους πόρους αυτής, υπό την έννοια ότι ο ΟΑΕ παύει να είναι οφειλέτης των πάσης φύσεως χρεών αυτού προς το Δημόσιο, ακόμα και εκείνων τα οποία το Δημόσιο υπεχρεούτο να εισπράξει και εν συνεχεία να αποδώσει στην Κοινότητα ως ιδίους πόρους αυτής. Εκ μόνης όμως της εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων του Ν 2741/1999, το Κράτος δεν απαλλάσσεται άνευ ετέρου της σχετικής υποχρεώσεώς του προς την Κοινότητα και ως προς τις αποτελούσες ιδίους πόρους της Κοινότητας και ως εκ τούτου αποδοτέες σ αυτήν απαιτήσεις, ως προς τις οποίες δηλαδή το Κράτος είναι άμεσος οφειλέτης της Κοινότητας, διότι άλλως θα εματαιούτο η πραγμάτωση των σκοπών του κοινοτικού δικαίου. Συνεπώς, η απαλλαγή ή μη του Δημοσίου από της προαναφερθείσης υποχρεώσεώς του προς την Κοινότητα τελεί υπό την προϋπόθεση της συνδρομής ή μη των λόγων απαλλαγής που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 17 παρ.2 του ΚανΕΟΚ 1552/1989 (ανωτέρα βία, οριστική αδυναμία εισπράξεως για λόγους μη αναγομένους σε ευθύνη του Δημοσίου), με βάση τις οποίες και θα κριθεί. Επειδή όμως η δια νόμου θεσπισθείσα διαγραφή και παραγραφή δεν συνιστά από μόνη της κάποιον από τους ανωτέρω λόγους απαλλαγής, το ζήτημα τούτο είναι πραγματικό και θα κριθεί μετά από έρευνα περί της υπάρξεως στοιχείων εκ των οποίων αποδεικνύονται λόγοι δικαιολογούντες την απαλλαγή, οι οποίοι δύνανται να αναζητηθούν και μεταξύ εκείνων που οδήγησαν στην ανάγκη θεσπίσεως της διαγραφής και παραγραφής των χρεών του ΟΑΕ (έλλειψη ακινήτου περιουσίας του ΟΑΕ, έλλειψη ή ανεπάρκεια κινητής περιουσίας αυτού και εντεύθεν αντικειμενική αδυναμία εισπράξεως κλπ).


ΕΣ/ΚΛ.Ε/794/2018

Έλεγχος νομιμότητας σχεδίου σύμβασης:...Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα ως προς τη νομιμότητα των διαλαμβανόμενων όρων της ελεγχόμενης τροποποιητικής σύμβασης: Α) Η επαύξηση από 24 σε 48 του πλήθους των οπτικών ινών που θα εγκατασταθούν σε κάθε ένα από τους κλάδους ..., χωρίς επαύξηση του συμβατικού τιμήματος, υπό τον όρο ότι θα χρησιμοποιηθεί αραμίδιο αντί γαλβανισμένων χαλύβδινων συρματιδίων στον οπλισμό των υποβρύχιων καλωδίων, με αντίστοιχη παράταση της περιόδου εγγύησης του έργου κατά 18 μήνες, βρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 337 του ν.4412/2016. Τούτο δε, διότι δεν διευρύνεται το οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης και δεν μεταβάλλεται η συνολική φύση της σύμβασης, στο μέτρο που, όπως συνάγεται από το περιεχόμενο των οικείων πρακτικών και των σχετικών εισηγήσεων, κατά την ανέλεγκτη τεχνική κρίση της αναθέτουσας αρχής, ενόψει και του άκρως εξειδικευμένου τεχνικού αντικειμένου του υπό έλεγχο έργου, αφενός δεν επέρχεται μεταβολή του τεχνικού αντικειμένου της σύμβασης, όπως αυτό έχει καθοριστεί με τις τεχνικές προδιαγραφές του έργου, αφετέρου διασφαλίζεται η τεχνική επάρκεια της προτεινόμενης λύσης. Συνεπώς, κατά το μέρος αυτό δεν κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Β) Η μείωση του περιθωρίου του επιτοκίου EURIBOR από 6 ποσοστιαίες μονάδες σε 3,5 αφορά επουσιώδη τροποποίηση παρεπόμενου οικονομικού όρου, σχετιζόμενου αποκλειστικά με την χορηγούμενη στον ανάδοχο προκαταβολή, δεν επιφέρει ουσιώδη μεταβολή του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης και δικαιολογείται, κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής, από τη γενικότερη μείωση των επιτοκίων της αγοράς και το γεγονός ότι το μέσο περιθώριο επί του κόστους του επιτοκίου κυμαίνεται στις 3 μονάδες. Κατά το μέρος, συνεπώς, αυτό, δεν κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Γ) Η μείωση της προθεσμίας καταβολής του συνόλου των πληρωμών του αναδόχου από την 24η ημέρα του μεθεπόμενου μήνα υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών πληρωμής στην 20ή ημέρα από την ημερομηνία υποβολής αυτών, υποδηλώνει βούληση επαναδιαπραγμάτευσης ουσιώδους όρους της διακήρυξης υπέρ της αναδόχου, κατά την εκτέλεση της σύμβασης, και αντιβαίνει στις παρ. 2 και 4 του άρθρου 377 του ν.4412/2016. Ειδικότερα, η επίμαχη σύμβαση χαρακτηρίζεται από ιδιαιτέρως υψηλό οικονομικό και εξειδικευμένο τεχνικό αντικείμενο και απαιτεί τη διάθεση σημαντικών πόρων εκ μέρους της αναδόχου, η οποία θα πρέπει να διασφαλίσει ότι διαθέτει τη δυνατότητα προσήκουσας εκτέλεσης των συμβατικών υποχρεώσεών της και στο μεσοδιάστημα, μεταξύ των πληρωμών, και πάντοτε στο πλαίσιο του χρονοδιαγράμματος, το οποίο πρέπει να υποβληθεί στην αναθέτουσα αρχή και αποτελεί το πρόγραμμα εκτέλεσης του έργου (βλ. άρθρο 5 τεύχους 1 Συμφωνητικού). Ενόψει αυτών, ο χρόνος καταβολής του τιμήματος αποτελεί, στην προκείμενη υπόθεση, ουσιώδες στοιχείο των συμβατικών υποχρεώσεων και επηρεάζει την εκδήλωση ενδιαφέροντος συμμετοχής στο διαγωνισμό, αλλά και τη διαμόρφωση του ύψους των οικονομικών προσφορών (πρβλ. C-496/99, σκ. 117, σχετικά με τον ουσιώδη χαρακτήρα των τρόπων πληρωμής της σύμβασης). Η σύντμηση των προθεσμιών καταβολής του τιμήματος και μάλιστα στην ανωτέρω έκταση (έως 2 μήνες νωρίτερα), χωρίς βεβαίως αντίστοιχη σύντμηση των συμβατικών προθεσμιών εκτέλεσης του έργου, επιτρέπει ουσιωδώς διαφορετικό οικονομικό και τεχνικό προγραμματισμό εκ μέρους της αναδόχου, από εκείνον που η ίδια έκανε κατά την υποβολή της προσφοράς της, της δυνατότητας δε αυτής στερήθηκαν οι άλλοι διαγωνιζόμενοι, αλλά και οι λοιποί δυνητικοί ενδιαφερόμενοι. Ενόψει αυτών, και δεδομένου ότι η δυνατότητα σύντμησης των προθεσμιών πληρωμής δεν προβλεπόταν ρητά και συγκεκριμένα στα συμβατικά τεύχη του διαγωνισμού, κωλύεται κατά το μέρος αυτό η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Δ) Μη νομίμως προβλέπεται στο ελεγχόμενο σχέδιο η απαλοιφή συλλήβδην της αρχικώς προβλεπόμενης υποχρέωσης της αναδόχου εταιρίας να προσκομίσει εγγύηση προκαταβολής, ενώ διατηρείται ακέραιο το δικαίωμά της να αιτηθεί τη χορήγηση προκαταβολής σε ποσοστό έως 10% επί του συμβατικού αντικειμένου (2.115.439,9 ευρώ), ήτοι και κατά το μέρος που το ποσό της προκαταβολής υπερβαίνει το ποσό της εγγύησης καλής εκτέλεσης (5% επί της συμβατικής αξίας ή 1.057.671,95 ευρώ). Και τούτο, διότι η υποχρέωση προσκόμισης από τον ανάδοχο εγγύησης προκαταβολής, που θα καλύπτει τη διαφορά μεταξύ του ποσού της εγγύησης καλής εκτέλεσης και του ποσού της καταβαλλόμενης προκαταβολής και θα είναι ισόποση με τη διαφορά αυτή, δεν καταλείπεται στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, αλλά προβλέπεται ευθέως στο νόμο, για λόγους διασφάλισης της τελευταίας έναντι της αναδόχου του έργου, ως προς την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων που σχετίζονται με τη χορήγηση της προκαταβολής. Συνεπώς, η επίμαχη τροποποίηση επιφέρει κατάργηση συμβατικού όρου επιβαλλόμενου ευθέως από διάταξη νόμου και ως εκ τούτου είναι μη νόμιμη.


ΕΣ/ΚΛ.Ε/793/2018

Έλεγχος νομιμότητας σχεδίου σύμβασης:..Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκ. 2 και 3), το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα ως προς τη νομιμότητα των διαλαμβανόμενων όρων της ελεγχόμενης τροποποιητικής σύμβασης: Α) Η επαύξηση του πλήθους των οπτικών ινών από 24 σε 48 έναντι πρόσθετου τιμήματος 402.250,80 ευρώ (πλέον Φ.Π.Α.) βρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις των παρ. 2 και 4 του άρθρου 337 του ν.4412/2016. Και τούτο, διότι η αξία της τροποποίησης αυτής υπολείπεται του ποσού των 5.250.000 ευρώ και ανέρχεται σε ποσοστό μόλις 1,09% επί του αρχικού συμβατικού τιμήματος, ήτοι κατώτερου από το προβλεπόμενο στο νόμο όριο του 15%, χωρίς να μεταβάλλεται η συνολική φύση της σύμβασης. Κατά παράβαση όμως του άρθρου 302 παρ. 1 περ. β΄ του ν.4412/2106, συνδυαστικά ερμηνευόμενου με το άρθρο 7 του τεύχους 1 της διακήρυξης, δεν προβλέπεται στο ελεγχόμενο σχέδιο η υποχρέωση της αναδόχου εταιρείας να προσκομίσει, πριν την τροποποίηση, συμπληρωματική εγγύηση καλής εκτέλεσης σε ποσοστό 5% επί του ανωτέρω ποσού. Τούτο ισχύει, καθόσον η υποχρέωση προσκόμισης πρόσθετης εγγύησης καλής εκτέλεσης δεν καταλείπεται στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, αλλά προβλέπεται ευθέως στο νόμο και αφορά, του νόμου μη διακρίνοντος, κάθε περίπτωση τροποποίησης του άρθρου 337 που επιφέρει αύξηση της συμβατικής αξίας. Ως εκ τούτου, η συμβατική επαύξηση των οπτικών ινών από 24 σε 48 είναι επιτρεπτή, μόνο υπό τον όρο ότι θα αναμορφωθεί αναλόγως το υποβληθέν σχέδιο σύμβασης και θα προβλεφθεί υποχρέωση του αναδόχου να προσκομίσει, πριν την υπογραφή του συμφωνητικού, συμπληρωματική εγγύηση καλής εκτέλεσης ύψους 5% επί του ποσού των 402.250,80 ευρώ. Β) Η μείωση του περιθωρίου του επιτοκίου EURIBOR από 6 ποσοστιαίες μονάδες σε 3,5 αφορά επουσιώδη τροποποίηση παρεπόμενου οικονομικού όρου, σχετιζόμενου αποκλειστικά με τη χορηγούμενη στον ανάδοχο προκαταβολή, δεν επιφέρει ουσιώδη μεταβολή του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης και δικαιολογείται, κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής, από τη γενικότερη μείωση των επιτοκίων της αγοράς και το γεγονός ότι το μέσο περιθώριο επί του κόστους του επιτοκίου κυμαίνεται στις 3 μονάδες. Κατά το μέρος, συνεπώς, αυτό, δεν κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Γ) Η μείωση της προθεσμίας καταβολής του συνόλου των πληρωμών του αναδόχου, από την 24η ημέρα του μεθεπόμενου μήνα υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών πληρωμής, στην 20ή ημέρα από την ημερομηνία υποβολής αυτών, υποδηλώνει βούληση επαναδιαπραγμάτευσης ουσιώδους όρους της διακήρυξης υπέρ της αναδόχου κατά την εκτέλεση της σύμβασης και αντιβαίνει στις παρ. 2 και 4 του άρθρου 377 του ν.4412/2016. Ειδικότερα, η επίμαχη σύμβαση χαρακτηρίζεται από ιδιαιτέρως υψηλό οικονομικό και εξειδικευμένο τεχνικό αντικείμενο και απαιτεί τη διάθεση σημαντικών πόρων εκ μέρους της αναδόχου, η οποία θα πρέπει να διασφαλίσει ότι διαθέτει τη δυνατότητα προσήκουσας εκτέλεσης των συμβατικών υποχρεώσεών της και στο μεσοδιάστημα, μεταξύ των πληρωμών, και πάντοτε στο πλαίσιο του χρονοδιαγράμματος, το οποίο πρέπει να υποβληθεί στην αναθέτουσα αρχή και αποτελεί το πρόγραμμα εκτέλεσης του έργου (βλ. άρθρο 5 τεύχους 1 Συμφωνητικού). Ενόψει αυτών, ο χρόνος καταβολής του τιμήματος αποτελεί, στην προκείμενη υπόθεση, ουσιώδες στοιχείο των συμβατικών υποχρεώσεων και επηρεάζει την εκδήλωση ενδιαφέροντος συμμετοχής στο διαγωνισμό, αλλά και τη διαμόρφωση του ύψους των οικονομικών προσφορών (πρβλ. C-496/99, σκ. 117, σχετικά με τον ουσιώδη χαρακτήρα των τρόπων πληρωμής της σύμβασης). Η σύντμηση των προθεσμιών καταβολής του τιμήματος και μάλιστα στην ανωτέρω έκταση (έως 2 μήνες νωρίτερα), χωρίς βεβαίως αντίστοιχη σύντμηση των συμβατικών προθεσμιών εκτέλεσης του έργου, επιτρέπει οικονομικό και τεχνικό προγραμματισμό εκ μέρους της αναδόχου ουσιωδώς διαφορετικό, από εκείνον που η ίδια έκανε κατά την υποβολή της προσφοράς της, της δυνατότητας δε αυτής στερήθηκε η άλλη διαγωνιζόμενη, της οποίας η προσφορά είναι μεγαλύτερη σε ποσοστό 5% (βλ. και 359/2015 Πράξη του παρόντος Κλιμακίου και εκεί μνημονευόμενο έγγραφο αξιολόγησης ως προς το συμφέρον της προσφοράς της αναδόχου), αλλά και οι λοιποί δυνητικοί ενδιαφερόμενοι. Ενόψει αυτών, και δεδομένου ότι η δυνατότητα σύντμησης των προθεσμιών πληρωμής δεν προβλεπόταν ρητά και συγκεκριμένα στα συμβατικά τεύχη του διαγωνισμού, κωλύεται κατά το μέρος αυτό η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης. Δ) Μη νομίμως προβλέπεται στο ελεγχόμενο σχέδιο η απαλοιφή συλλήβδην της αρχικώς προβλεπόμενης υποχρέωσης της αναδόχου εταιρείας να προσκομίσει εγγύηση προκαταβολής, ενώ διατηρείται ακέραιο το δικαίωμά της να αιτηθεί τη χορήγηση προκαταβολής σε ποσοστό έως 10% επί του συμβατικού αντικειμένου, ήτοι και κατά το μέρος που το ποσό της προκαταβολής υπερβαίνει το ποσό της εγγύησης καλής εκτέλεσης (5% επί της συμβατικής αξίας). Και τούτο, διότι η υποχρέωση προσκόμισης από τον ανάδοχο εγγύησης προκαταβολής, που θα καλύπτει τη διαφορά μεταξύ του ποσού της εγγύησης καλής εκτέλεσης και του ποσού της καταβαλλόμενης προκαταβολής και θα είναι ισόποση με τη διαφορά αυτή, δεν καταλείπεται στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, αλλά προβλέπεται ευθέως στο νόμο, για λόγους διασφάλισης της τελευταίας έναντι της αναδόχου του έργου, ως προς την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων που σχετίζονται με τη χορήγηση της προκαταβολής. Συνεπώς, η επίμαχη τροποποίηση επιφέρει κατάργηση συμβατικού όρου επιβαλλόμενου ευθέως από διάταξη νόμου και ως εκ τούτου είναι μη νόμιμη.