ΝΣΚ/324/2006
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Υπαγωγή ή μη μιας κινηματογραφικής ταινίας, που έχει ενταχθεί από το ΥΠ.ΠΟ. στο καθεστώς της Ευρωπαϊκής συμπαραγωγής του Ν 3004/2002, και στις διατάξεις της παρ.16 του άρθρου 80 του Ν 3057/2002 για τη χορήγηση πιστοποιητικού Ελληνικής Ιθαγένειας.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
α) Μια κινηματογραφική ταινία, η οποία έχει ενταχθεί από την αρμόδια Αρχή του Ελληνικού Κράτους στο καθεστώς Ευρωπαϊκής συμπαραγωγής (Ν 3004/2002), αποκτά την «Ελληνική υπηκοότητα» υπό την έννοια ότι απολαμβάνει αυτοδικαίως των πλεονεκτημάτων που προβλέπονται από το Ελληνικό εσωτερικό δίκαιο για τις ελληνικές κινηματογραφικές ταινίες. Για την απόκτηση της «Ελληνικής υπηκοότητας» αυτής, δεν απαιτείται η ταινία να πληροί και τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι νεότερες διατάξεις του άρθρου 80 παρ.16 του Ν 3057/2002. β) Η έγκριση για την ένταξη μιας κινηματογραφικής ταινίας στο καθεστώς της Ευρωπαϊκής συμπαραγωγής που χορηγεί η αρμόδια Αρχή (ΥΠ.ΠΟ.) είναι αμετάκλητη και μπορεί αυτή να ανακληθεί σε περίπτωση που δεν τηρηθεί από τον ενδιαφερόμενο, κατά τα άνω, μια αρχικώς ανειλημμένη από αυτόν υποχρέωση που αναφέρεται σε καλλιτεχνικά ή οικονομικά ή τεχνικά θέματα. Προς τούτο η αρμόδια Αρχή (ΥΠ.ΠΟ.) θα πρέπει να ζητήσει, μετά το πέρας των γυρισμάτων της ταινίας αυτής, τα αναγκαία δικαιολογητικά και παραστατικά για τον σχετικό έλεγχο.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/76/2006
Εξέταση ή μη από το ΥΠ.ΠΟ. αιτήματος χορήγησης άδειας για την επιχείρηση έργου πλησίον μνημείου κατ’ άρθρο 10 του Ν 3028/2002, μολονότι το έργο έχει εκτελεσθεί.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η άδεια – έγκριση του ΥΠ.ΠΟ. για την επιχείρηση έργου πλησίον μνημείου προηγείται όλων των άλλων αδειών και ειδικότερα της οικοδομικής άδειας. Απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, με την οποία χορηγείται έγκριση οικοδομικών εργασιών πλησίον μνημείου, που εκτελέσθηκαν χωρίς την προηγούμενη άδεια αυτού, είναι μη νόμιμη, καθόσον το ΥΠ.ΠΟ. και οι αρμόδιες Υπηρεσίες του θα επηρεάζονταν από την εκάστοτε δημιουργηθείσα κατάσταση. Όμως, το ΥΠ.ΠΟ. μπορεί να εξετάσει αίτημα εταιρείας για την χορήγηση έγκρισης επιχείρησης έργου πλησίον μνημείου, κατ’ άρθρο 10 του Ν 3028/2002, μολονότι το έργο έχει εκτελεσθεί ενόψει του ότι 1) η εταιρεία είχε υποβάλει σχετικό αίτημα στην αρμόδια Υπηρεσία του ΥΠ.ΠΟ., πριν από τη χορήγηση της οικοδομικής αδείας, το ΥΠ.ΠΟ. όμως δεν το εξέτασε υπολαμβάνοντας εσφαλμένα ότι είχε δοθεί άδεια, το έτος 1999, για μεγαλύτερο οικοδόμημα και 2) το κτίριο που κατασκευάσθηκε δεν βρίσκεται εντός αρχαιολογικού χώρου.
ΝΣΚ/363/2007
Τριμελείς επιτροπές άρθρου 73 παρ.11 του Ν 3028/2002. Διατύπωση διαφορετικών απόψεων από τα μέλη τους.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
α) Εάν οι τριμελείς επιτροπές του άρθρου 73 παρ.11 του Ν 3028/2002 καθορίσουν με απόλυτη πλειοψηφία τη χρηματική αξία του κινητού μνημείου, η Διοίκηση/ ΥΠ.ΠΟ. οφείλει να θεωρήσει ως δεδομένη την αξία αυτή. (ομοφ.) β) Στην περίπτωση που στις παραπάνω επιτροπές διατυπωθούν τρεις γνώμες, η Διοίκηση/ ΥΠ.ΠΟ. οφείλει να αναπέμψει την υπόθεση στην αρμόδια επιτροπή, προκειμένου, μετά από ψηφοφορία, να αποκλεισθεί η μία των τριών γνωμών και ο υποστηρίξας την αποκλεισθείσα γνώμη να προσχωρήσει σε μία των δύο άλλων γνωμών. Αν και μετά την ψηφοφορία αυτή δεν καταστεί δυνατόν να σχηματισθεί απόλυτη πλειοψηφία, η Διοίκηση/ ΥΠ.ΠΟ. οφείλει να συγκροτήσει νομίμως νέα αντίστοιχη επιτροπή. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/316/2007
Χορήγηση αμοιβής για υπόδειξη ακινήτου αρχαίου στο Παλαίκαστρο Λασιθίου Κρήτης.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Α) Σε περίπτωση που τα αρχαία θεωρηθεί ότι είναι «ακίνητα», οι αιτούντες δεν δικαιούνται αμοιβής διότι κατ’ άρθρο 8 του ΚΝ 5351/1932 σε περίπτωση που βρεθούν ακίνητα αρχαία σε ιδιωτικό κτήμα, αμοιβή δικαιούται ο ιδιοκτήτης του ακινήτου ή ο εργαζόμενος σ’ αυτό, πράγμα που δεν ισχύει στη κρινόμενη περίπτωση. Β) Σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι τα ανευρεθέντα αρχαία είναι «κινητά»τότε και πάλι οι αιτούντες δεν δικαιούνται της προβλεπόμενης από το άρθρο 14 του ΚΝ 5351/1932 αμοιβής, διότι τα υποδειχθέντα από τους αιτούντες αρχαία δεν δύνανται να χαρακτηρισθούν κατά την έννοια του ιδίου άρθρου ως «άγνωστα», και τούτο διότι: α) τα αρχαία βρέθηκαν εντός κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου που εποπτεύεται από το ΥΠ.ΠΟ., και εντός του οποίου ήταν ήδη γνωστό ότι βρίσκονται διάσπαρτες αρχαιότητες σε πολλές εκτεταμένες θέσεις, β) η Υπηρεσία γνωρίζοντας τη βέβαιη ύπαρξη εμφανών και μη αρχαιοτήτων υπήγαγε τον ανωτέρω αρχαιολογικό χώρο στο επί πλέον αυστηρό καθεστώς εποπτείας, ελέγχου και απόλυτης προστασίας της ζώνης Α΄ του άρθρου 91 του Ν 1892/1990, η οποία ήδη διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 13 του Ν 3028/2002. Επί πλέον, με τις σήμερα ισχύουσες διατάξεις του άρθρου 14 του Ν 3028/2002 ορίζεται ρητά ότι δεν καταβάλλεται αμοιβή εάν το αρχαίο ανακαλύπτεται σε οριοθετημένο ή υπό οριοθέτηση αρχαιολογικό χώρο. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/135/2006
Βεβαίωση, κατ’ άρθρο 6 παρ.2 Ν 2527/1997, ότι συμβάσεις που πρόκειται να συναφθούν για την απασχόληση πέντε νομικών, είναι συμβάσεις έργου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η απασχόληση πέντε νομικών, εξειδικευμένων στο ευρωπαϊκό δίκαιο και στις διατάξεις του οπτικοακουστικού τομέα, για να συνδράμουν τις αρμόδιες υπηρεσίες ώστε να εκπροσωπηθεί καλύτερα η χώρα κατά την επικύρωση της Σύμβασης για τη Διασυνοριακή Τηλεόραση, κατά τη συντελούμενη διαδικασία ριζικής αναθεώρησης της Τηλεόρασης χωρίς Σύνορα στο πλαίσιο των αρμοδίων οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κατά τον έλεγχο της εφαρμογής των όρων του Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα στο χώρο των εθνικών οπτικοακουστικών μέσων και κατά τη διαπραγμάτευση ζητημάτων σχετικά με τις ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες στο πλαίσιο της Περιφερειακής Διάσκεψης Ραδιοεπικοινωνιών στην Ελβετία καθώς και για την ενσωμάτωση στο εσωτερικό Δίκαιο των Οδηγιών 2002/21/ΕΚ και 2002/19/ΕΚ που θα καταστήσουν δυνατή τη μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση και ανάλυση της αγοράς για υπηρεσίες μετάδοσης ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών και δίκτυα διανομής ραδιοτηλεοπτικού περιεχομένου σε τελικούς χρήστες (Αγορά 18), μπορεί ν’ αποτελέσει αντικείμενο συμβάσεων έργου υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα που θα παράσχουν τις ως άνω υπηρεσίες δεν είναι δικηγόροι και συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις, την πλήρωση των οποίων θα εξετάσει η αρμόδια υπηρεσία. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/282/2004
Κοινοτικό Δίκαιο - Καθεστώς πιστοποιητικών εισαγωγής-εξαγωγής για τα γεωργικά προϊόντα (Καν.1291/2000) - Ανωτέρα βία - Δυσμενείς καιρικές συνθήκες.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η έννοια της ανωτέρας βίας στο κοινοτικό δίκαιο και ιδιαίτερα στο πλαίσιο των γεωργικών κανονισμών δεν περιορίζεται στην απόλυτη αδυναμία, αλλά καλύπτει και ξένες προς τον οικείο επιχειρηματία περιστάσεις, ασυνήθεις και απρόβλεπτες, οι συνέπειες των οποίων δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν παρά την επιδειχθείσα επιμέλεια. Προϋπόθεση για την αναγνώριση συνδρομής περιστατικού Α.Β. αποτελεί η εκ μέρους του αιτούντος εμπρόθεσμη υποβολή αίτησης και έγγραφη κοινοποίηση προς την αρμόδια αρχή του περιστατικού Α.Β. και των περί αυτού αποδείξεων. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η εξ αιτίας αυτών βλάβη και μη λειτουργία του εργοστασίου επεξεργασίας γάλακτος «…. ΑΕΠΕ» στη Βουλγαρία (υποχρεωτική χώρα εξαγωγής) κατά τους μήνες Αύγουστο – Σεπτέμβριο 2002 μπορεί να θεωρηθούν ως περιστατικό ανωτέρας βίας, που εμπόδισε την εμπρόθεσμη εκπλήρωση της υποχρεώσεως της αιτούσας για την εισαγωγή 186 τόνων τυριού Μπασκί Βουλγαρίας, ώστε να είναι δυνατή η μερική ακύρωση του σχετικού πιστοποιητικού εισαγωγής, εάν η αιτούσα εισαγωγική εταιρία αποδείξει ότι είχε δραστηριοποιηθεί επαρκώς για την προμήθεια του προς εισαγωγή προϊόντος από άλλους προμηθευτές ή εμπόρους της Βουλγαρίας. Απόρριψη αιτήματος συγκεκριμένης εισαγωγικής εταιρίας για μερική ακύρωση του σχετικού πιστοποιητικού εισαγωγής, διότι η εν λόγω εταιρία δεν απέδειξε ότι επέδειξε κάθε δυνατή, πλην των υπερμέτρων θυσιών, επιμέλεια για την αποφυγή των δυσμενών συνεπειών του ζημιογόνου γεγονότος.
ΝΣΚ/131/2004
Εγγύηση καλής εκτέλεσης του έργου της δωρεάν διανομής φέτας ΠΟΠ στους απόρους της χώρας. Κατάπτωση ποσοστού εγγυήσεως – έννοια δειγματισθείσας παρτίδας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Με τις διατάξεις του άρθρου 11 Γ της ΚΥΑ 491/278351/12-8-02 «Καθορισμός λεπτομερειών μέτρου δωρεάν διανομής τυριού φέτας στους απόρους της χώρας βάσει προγράμματος Ε.Κ. για το έτος 2002» προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ότι σε περίπτωση διαπίστωσης, βάσει των αναλύσεων του Γεν. Χημείου του Κράτους ότι το προϊόν παρεκκλίνει των προβλεπομένων από την εθνική νομοθεσία προδιαγραφών ως προϊόντος ΠΟΠ, καταπίπτει ποσοστό της εγγύησης του αναδόχου ίσο με το τριπλάσιο του ποσοστού που αντιπροσωπεύει η δειγματισθείσα παρτίδα σε σχέση με τη συνολική ποσότητα της προσφοράς του αναδόχου και περαιτέρω ότι για τις ανάγκες εφαρμογής του παρόντος εδαφίου ως «….παρτίδα» θεωρείται η συνολική ποσότητα προϊόντος η οποία, κατά περίπτωση, περιέχεται είτε σε ολόκληρο το ελεγχόμενο τυροκομείο είτε …σε κάθε φορτηγό ψυγείο μεταφοράς. Από την ερμηνεία των ως άνω διατάξεων σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 22 παρ.1 του Καν. 2220/85 κατά το οποίο «η εγγύηση καταπίπτει στο σύνολό της, όσον αφορά την ποσότητα για την οποία έχει τηρηθεί μια από τις πρωτογενείς απαιτήσεις» συνάγεται ότι, στην υπό κρίση περίπτωση κατά την οποία δειγματισθείσα παρτίδα για την οποία διαπιστώθηκε παρέκκλιση από τις προδιαγραφές φέτας ΠΟΠ δεν ήταν η, κατά την έννοια του άρθρου 11 της ΚΥΑ, «παρτίδα» των 17.765 κιλών φέτας που βρισκόταν στο φορτηγό, αλλά μέρος αυτής (5.221 κιλά), η αρμόδια υπηρεσία πρέπει να προβεί στην κατάπτωση ποσοστού εγγυήσεως, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 11 Γ της ως άνω ΚΥΑ, θεωρώντας όμως ως δειγματισθείσα παρτίδα (στην υπό κρίση περίπτωση) την ποσότητα των 5.221 κιλών φέτας.
ΝΣΚ/20/2020
Τρόπος υπολογισμού ανταποδοτικής σύνταξης κατά τις διατάξεις του ν. 4387/2016 ως προς τον προσδιορισμό α) των συντάξιμων αποδοχών ασφαλισμένων διεπομένων από τον ν. 3163/1955 και το άρθρο 11 του ν.δ. 4277/1962, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν.δ. 4579/1966 και β) της προσαύξησης του άρθρου 30 του ν. 4387/2016.Επί του πρώτου ερωτήματος ομόφωνα: Συντάξιμες αποδοχές του τακτικού προσωπικού των ήδη ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων κοινωνικής ασφάλισης καθώς και του αντίστοιχου προσωπικού των ν.π.δ.δ. που υπήχθησαν για πρώτη φορά στην ασφάλιση του ΙΚΑ μέχρι 31-12-1992, θεωρούνται πάντοτε οι καθοριζόμενες για τους δημοσίους υπαλλήλους και υποκείμενες σε κράτηση για σύνταξη αποδοχές εξόδου από την υπηρεσία τους, όταν το προσωπικό αυτό επιλέγει τη συνταξιοδότησή του με το καθεστώς των δημοσίων υπαλλήλων. Ο υπολογισμός της ανταποδοτικής σύνταξης, στα πλαίσια των προβλέψεων της παραγράφου 1 του άρθρου 30 του ν. 4387/2016, της εν λόγω κατηγορίας υπαλλήλων, γίνεται και πάλι με τις θεωρούμενες ως συντάξιμες αποδοχές τους κατά την περί δημοσίων υπαλλήλων νομοθεσία. Επί του δευτέρου ερωτήματος, σύμφωνα με τις διαμορφωθείσες δύο ισοψηφήσασες γνώμες: Α. Σύμφωνα με την πρώτη ισοψηφήσασα γνώμη δεν είναι επιτρεπτό, σχετικά με τον κατ’ άρθρο 30 παρ. 1 του ν. 4387/2016 τρόπο υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης των υπαλλήλων που συνταξιοδοτούνται με το κοινό καθεστώς, το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά να υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για κάθε μια ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς, επί του συνόλου των αποδοχών για τις οποίες θα καταβάλλονταν εισφορές κλάδου σύνταξης εάν οι υπάλληλοι ήσαν κοινοί ασφαλισμένοι, αλλά θα πρέπει να υπολογίζεται επί των αποδοχών για τις οποίες καταβλήθηκε η επιπλέον εισφορά, ήτοι αυτών του «δημοσιοϋπαλληλικού» καθεστώτος. Β. Σύμφωνα με τη δεύτερη ισοψηφήσασα γνώμη, ο υπολογισμός της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του άρθρου 30 του ν. 4387/2016 ανταποδοτικής σύνταξης του τακτικού προσωπικού των ήδη ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και του αντίστοιχου προσωπικού των ν.π.δ.δ. που υπήχθησαν για πρώτη φορά στην ασφάλιση του ΙΚΑ μέχρι 31-12-1992 και επέλεξαν να συνταξιοδοτηθούν κατά τη συνταξιοδοτική νομοθεσία του κοινού καθεστώτος, γίνεται πάντοτε με τις καθοριζόμενες για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα αποδοχές. Επειδή επί του δευτέρου ερωτήματος σημειώθηκε ισοψηφία, η υπόθεση ως προς το δεύτερο ερώτημα παραπέμφθηκε στην αρμόδια Τακτική Ολομέλεια του ΝΣΚ.
ΕλΣυν/Τμ.6/1722/2009
Από τον συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων προκύπτει ότι Προϊσταμένη Αρχή, δηλαδή το όργανο στο οποίο ανήκει η αρμοδιότητα εγκρίσεως της διακηρύξεως για τη διενέργεια ορισμένου διαγωνισμού (βλ. άρθρο 4 παρ. 1 του π.δ/τος 609/1985) και η αρμοδιότητα εγκρίσεως ή μη του αποτελέσματος του διαγωνισμού (βλ. άρθρο 2 του ν. 3263/2004, πρβλ. ΣτΕ 1031/2004), στην περίπτωση δημοπράτησης έργων του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (Ε.Β.Ε.Α.), οι οργανωτικές διατάξεις του οποίου δεν προβλέπουν αποφαινόμενα όργανα ειδικώς για την εκτέλεση έργων (βλ. π.δ/γμα 265/2002 και 2823/15.3.2006 απόφαση, ΦΕΚ Β΄ 309), είναι η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (και δη των Αθηνών στην χωρική αρμοδιότητα της οποίας θα εκτελεστεί το ελεγχόμενο έργο). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις παρατεθείσες στη σκέψη ΙΙ της παρούσας διατάξεις που αποτελούν το ισχύον κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της διακήρυξης του ελεγχόμενου έργου νομοθετικό καθεστώς το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η Διοικητική Επιτροπή του Ε.Β.Ε.Α. δεν είχε την σχετική αρμοδιότητα να υποκαταστήσει την αρμόδια κατά νόμο και οριζόμενη ρητά στο άρθρο 1 της οικείας διακήρυξης Προϊσταμένη Αρχή (Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχίας Αθηνών) και περαιτέρω να προβεί αυτοτελώς στην διαδικασία του άρθρου 4 παρ. 2γ του ν. 1418/1984, καθισταμένης ούτως πλημμελούς της σχετικής διαδικασίας, όπως ορθά έκρινε και το Ε΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την προσβαλλόμενη Πράξη του. Όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται με την κρινόμενη αίτηση είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Ειδικότερα, το αιτούν προβάλλει ότι με το άρθρο 180 του ν.3669/2008 καταργήθηκε σιωπηρά η διάταξη του άρθρου 27 παρ. 4 του ν.1418/1984. Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός είναι αβάσιμος καθόσον το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει κάθε διαγωνιστική διαδικασία καθορίζεται από το χρονικό σημείο δημοσίευσης της οικείας διακήρυξης, οπότε και παγιώνεται το νομοθετικό καθεστώς της διαδικασίας ανάθεσης και επομένως, σε κάθε περίπτωση, η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 180 του ν.3669/2008 δεν καταλαμβάνει την κρινόμενη υπόθεση, αφού η ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού (18.6.2008) έπεται της ημερομηνίας δημοσίευσης της περίληψης της οικείας διακήρυξης. Τέλος, το αιτούν προβάλλει ότι ενήργησε κατά συγγνωστή πλάνη, καθόσον λόγω του δυσερμηνεύτου των οικείων διατάξεων δικαιολογημένα υπέλαβε ότι αρμόδιο όργανο για την έγκριση της διακήρυξης και του αποτελέσματος του διαγωνισμού ήταν η Διοικητική Επιτροπή του. Όμως, τέτοια πλάνη των οργάνων του αιτούντος δεν δικαιολογείται στην προκειμένη περίπτωση, καθόσον πέραν του ότι είχε προηγηθεί η 333/2005 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. επί σχετικού ερωτήματος του Υπουργείου Ανάπτυξης, σύμφωνα με την οποία Προϊσταμένη Αρχή του συγκεκριμένου έργου είναι η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχίας Αθηνών, με το άρθρο 1 της οικείας διακήρυξης ορίζεται ρητά ως Προϊσταμένη Αρχή η ως άνω Διεύθυνση.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1523/2017
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) η αναιρεσείουσα υποχρεώθηκε να επιστρέψει το ποσό των 155.943,02 ευρώ, που φέρεται να έλαβε αχρεώστητα από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους κατά την εκτέλεση του υποέργου 30 «Εκσυγχρονισμός του αλιευτικού σκάφους …» της πράξης «Εκσυγχρονισμός 33 υπαρχόντων αλιευτικών σκαφών με αλιευτικό εργαλείο μηχανότρατα» του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιεία 2000-2006, επειδή μεταβίβασε το εκσυγχρονισμένο σκάφος της πριν τη συμπλήρωση πενταετίας από την ολοκλήρωση της επένδυσης, κατά παράβαση των υποχρεώσεών της (...) Όπως ήδη αναφέρθηκε η 142932/7.8.2003 ΚΥΑ εφαρμόζεται και ρυθμίζει και την υλοποίηση των έργων που είχαν ενταχθεί στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιεία 2000-2006 υπό την ισχύ της προϊσχύσασας και ήδη καταργηθείσας 265679/18.12.2001 ΚΥΑ, υπό το καθεστώς της οποίας εντάχθηκε στο ως άνω Πρόγραμμα και ο εκσυγχρονισμός του σκάφους της αιτούσας. Αρμόδιες δε για την έγκριση μη τήρησης των υποχρεώσεων τελικού αποδέκτη του εν λόγω Επιχειρησιακού Προγράμματος λόγω ανωτέρας βίας, και ως εκ τούτου και για την έγκριση της απαλλαγής του από την υποχρέωση διατήρησης της κυριότητας του εκσυγχρονισθέντος σκάφους για πέντε έτη μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης, είναι οι υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας και όχι η Υπηρεσία Αλιείας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, η οποία, ανεξάρτητα από τη λειτουργία επιχειρησιακών προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει γενική αρμοδιότητα για την έγκριση κάθε μεταβίβασης επαγγελματικού αλιευτικού σκάφους, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του π.δ. 261/1991.(...) Απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο λόγος περί εσφαλμένης ερμηνείας του νόμου κατά το μέρος που έγινε δεκτό ότι τα επικαλούμενα από την αναιρεσείουσα περιστατικά δεν συνιστούν λόγο ανωτέρας βίας, καθόσον η δυσχερής οικονομική κατάσταση δεν είναι περιστατικό εξαιρετικής φύσης ή απρόβλεπτο, αφού εμπίπτει στη σφαίρα του συνήθους επιχειρηματικού κινδύνου.(...) Αβάσιμος είναι και ο λόγος περί παράβασης ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, επειδή αναιτιολόγητα έγινε σιωπηρά δεκτό, αν και δεν προβλήθηκε σχετικός λόγος έφεσης, ότι ο Υπουργός κατά ορθή ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας διέταξε την επιστροφή ολόκληρου του ποσού και όχι μέρους του, ενώ, ενόψει του ότι ο σκοπός της χρηματοδότησης έχει εκπληρωθεί και η ίδια η αναιρεσείουσα για μια διετία είχε εκπληρώσει πλήρως τις υποχρεώσεις της, έπρεπε να περιοριστεί το ποσό της επιστροφής, κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Σφάλματα της εκκαλούμενης πράξης σχετικά με παράβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης και της αρχής της αναλογικότητας, τα οποία εδράζονται στην εκτίμηση πραγματικών περιστατικών της κρινόμενης υπόθεσης δεν εξετάζονται αυτεπαγγέλτως αλλά μόνον εφόσον προβληθούν με σχετικό λόγο έφεσης. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την από 24 Ιουνίου 2014 αίτηση αναίρεσης και τους από 22.4.2016 πρόσθετους λόγους αναίρεσης της Ναυτικής Εταιρείας με την επωνυμία «...» κατά της 1218/2014 απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕΣ/ΤΜ.Ι/263/2018
Καταλογισμός ποσού...Πράγματι, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου και αποτελεί γενική αρχή και του δικαίου της ΕΕ, οι πράξεις των διοικητικών οργάνων που εκδίδονται κατά διακριτική ευχέρεια δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν καταδήλως τα όρια του ενδεδειγμένου και αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει η οικεία ρύθμιση, οι προκύπτουσες δε εξ αυτών δυσμενείς συνέπειες δεν πρέπει να τελούν σε προφανή δυσαναλογία με τη βαρύτητα των διαπραχθεισών παραβάσεων ή/και παρατυπιών. Η αρχή μάλιστα αυτή αποτυπώνεται ειδικότερα στους κανόνες που διέπουν τις παρεμβάσεις που πραγματοποιούνται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ, όπως το επίμαχο καθεστώς ενίσχυσης, βάσει των οποίων τα όργανα ελέγχου των οικείων δράσεων που χρηματοδοτούνται με κονδύλια της ΕΕ, όπως το ως άνω πρόγραμμα/καθεστώς ενίσχυσης, όταν διαπιστώνουν παραβιάσεις ή/και παρατυπίες των όρων των οικείων δράσεων δεν υποχρεούνται να ζητήσουν την επιστροφή της οικείας ενίσχυσης και μάλιστα στο σύνολό της αλλά διαθέτουν περιθώριο εκτίμησης και επιλογής, ανάλογα με τη φύση και τη βαρύτητα των παραβάσεων ή/και παρατυπιών, καθώς και την έκταση και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις τους (άρθρο 39 παρ. 3 του κανονισμού 1260/1999, άρθρο 4 παρ. 2 του κανονισμού 448/2001, Έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 29.11.2007 COCOF 07/0037/03), ενώ σε περίπτωση που η δημοσιονομική διόρθωση είναι καταφανώς δυσανάλογη, σύμφωνα με τα ανωτέρω κριτήρια, είναι δυνατή η εν όλω ή εν μέρει ακύρωσή της από το Δικαστήριο που κρίνει τη σχετική διαφορά (βλ. ΕΣ Ι Τμ. 1914, 959/2016, 2085/2007, 1180, 2400/2008, 913/2010, πρβλ. ΔΕΕ αποφάσεις της 24ης 1.2002, C-500/99 P, σκέψη 100, της 19ης 1.2006, C-240/03 P, σκέψη 140, της 25ης 3.2010, C-414/08 P, σκέψεις 129 επ., ΠΕΕ απόφαση της 12ης 12.2007, Τ-308/05, σκέψη 153). Ο λόγος, όμως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθώς, σύμφωνα με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά ανωτέρω, η μη εμπρόθεσμη υποβολή από τον εκκαλούντα αίτησης με φάκελο δικαιολογητικών χορήγησης της 2ης δόσης της επίμαχης ενίσχυσης, χωρίς να συντρέχουν, σύμφωνα και με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά ανωτέρω, λόγοι ανωτέρας βίας που να τον εμπόδισαν, συνιστά από μόνη της, ανεξαρτήτως της τήρησης από αυτόν των λοιπών όρων ένταξής του στο επίμαχο καθεστώς ενίσχυσης, σοβαρή (ουσιώδη) παρατυπία-αθέτηση των όρων επιλεξιμότητας και ένταξής του στο καθεστώς αυτό, κι επομένως ο επίδικος καταλογισμός του με το συνολικό ποσό της καταβληθείσας σ’ αυτόν αχρεωστήτως 1ης δόσης της επίμαχης ενίσχυσης είναι ανάλογος προς τη βαρύτητα της επίμαχης παρατυπίας του και δεν παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας. Οι ειδικότεροι δε ισχυρισμοί του εκκαλούντος, με τους οποίους γίνεται επίκληση της εκ μέρους του υποτιθέμενης επιτυχούς ολοκλήρωσης του ενισχυθέντος σχεδίου δράσης του και επίτευξης του σκοπού της επίμαχης ενίσχυσής του, είναι απορριπτέοι ως αλυσιτελείς, καθώς, σύμφωνα με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά στη σκέψη ΙΙ, η ουσιαστική κρίση περί τήρησης από τον εκκαλούντα των σχετικών συμβατικών του υποχρεώσεων εναπόκειται αποκλειστικώς στην αρμόδια τριμελή επιτροπή του ως άνω φορέα επίβλεψής (παρακολούθησης) του, στο πλαίσιο του επίμαχου καθεστώτος ενίσχυσης, η οποία προβαίνει σε επιτόπιο και διοικητικό – λογιστικό έλεγχο των παραστατικών, καθώς και σε έλεγχο της τήρησης του χρονοδιαγράμματος και της επίτευξης των στόχων και των δεσμεύσεων που είχαν αναληφθεί απ’ αυτόν, κατά τη διαγραφόμενη από το άρθρο 20 της ΚΥΑ 448/2001 ειδική διοικητική διαδικασία. Η ουσιαστική δε αυτή κρίση συναρτάται με την επίτευξη των ορισθέντων στο πλαίσιο αυτό δεσμευτικών του στόχων εντός των συγκεκριμένων και αυστηρά προκαθορισμένων χρονικών πλαισίων που του είχαν τεθεί και με την, εν συνεχεία, υποβολή απ’ αυτόν, εντός της ως άνω ορισθείσας αποκλειστικής συμβατικής προθεσμίας, αίτησης καταβολής της 2ης δόσης της επίμαχης ενίσχυσης, συνοδευόμενης από φάκελο με το σύνολο των ως άνω προβλεπόμενων δικαιολογητικών (της ΚΥΑ 448/2001, όπως εξειδικεύτηκαν στο άρθρο 1 της ΥΑ 267655/7648/2003), υποχρέωση προς την οποία ο εκκαλών δεν συμμορφώθηκε (βλ. ΕΣ Ι Τμ. 463/2016, 630/2015, 2322, 475/2014, 5036, 4309, 4283/2013, 2239, 1513/2012).