ΝΣΚ/328/2006
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Είσπραξη λιμενικών τελών και δικαιωμάτων υπέρ της Ο.Λ.Ε. Α.Ε. σε περιοχές επί των οποίων υφίστανται δικαιώματα αποκλειστικής χρήσεως χορηγηθέντα σε επιχειρήσεις, βάσει διατάξεων αναπτυξιακών νόμων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί η είσπραξη λιμενικών τελών και δικαιωμάτων υπέρ της ανώνυμης εταιρίας «Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας» (Ο.Λ.Ε. Α.Ε.) σε περιοχές επί των οποίων υφίστανται δικαιώματα αποκλειστικής χρήσεως, που χορηγήθηκαν σε επιχειρήσεις, βάσει διατάξεων αναπτυξιακών νόμων.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/135/2017
Επιβολή τέλους ακίνητης περιουσίας (Τ.Α.Π.) σε δικαιώματα αποκλειστικής χρήσεως ανοικτής θέσης στάθμευσης σε κοινόχρηστη και κοινόκτητη πιλοτή ή σε μέρος αυτής (...)Τα παραχωρηθέντα δικαιώματα αποκλειστικής χρήσεως ανοικτής θέσης σταθμεύσεως σε κοινόχρηστη και κοινόκτητη πιλοτή ή σε μέρος αυτής, δεν υπόκεινται στο τέλος ακίνητης περιουσίας (Τ.Α.Π.) του άρθρου 24 του ν. 2130/1993, που επιβάλλεται υπέρ των δήμων και εις βάρος των ιδιοκτητών, επικαρπωτών ή νομέων ορόφων ή διαμερισμάτων της ιδίας οικοδομής.-
ΝΣΚ/304/2003
Λιμενικά δικαιώματα. Ευθύνη πλοιοκτήτη.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Ο πλοιοκτήτης είναι υπεύθυνος για την καταβολή των λιμενικών δικαιωμάτων και όταν έγινε κύριος του πλοίου ως υπερθεματιστής σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό.
ΝΣΚ/73/2006
Δικαιώματα Οργανισμού Λιμένος απορρέοντα εκ της δυνάμει συμβάσεως παραχωρήσεως σε αυτόν υπό του Δημοσίου, του δικαιώματος χρήσεως και εκμεταλλεύσεως χώρων της χερσαίας ζώνης του λιμένος.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Ο «Οργανισμός Λιμένος Ελευσίνας ΑΕ» (Ο.Λ.Ε. Α.Ε.), στο πλαίσιο του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσεως και εκμεταλλεύσεως των γηπέδων, των κτιρίων και των εγκαταστάσεων της χερσαίας λιμενικής ζώνης του λιμένος Ελευσίνος, το οποίο παραχωρήθηκε σε αυτόν δυνάμει συμβάσεως συναφθείσης μετά του Ελληνικού Δημοσίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου εικοστού τετάρτου, παρ.1 του Ν 2932/2001: α) δεν δύναται να προβαίνει στην έκδοση πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής, καθ’ υποκατάσταση της αρμοδίας Κτηματικής Υπηρεσίας, σε βάρος αυθαιρέτων κατόχων ακινήτων ευρισκομένων εντός κοινοχρήστου χώρου (χερσαίας λιμενικής ζώνης του Λιμένος Ελευσίνος), και β) δεν υποκαθίσταται σε όλα τα δικαιώματα που είχε το Ελληνικό Δημόσιο ή και στην αρμοδιότητα των υπηρεσιών και των οργάνων αυτού για την άσκησή τους, αλλά ασκεί τα δικαιώματα που προσιδιάζουν στην χρήση και εκμετάλλευση, όπως το περιεχόμενό τους, ο τρόπος και οι όροι ασκήσεώς τους εξειδικεύονται στην συναφθείσα σύμβαση, ως και τα δικαιώματα που απονέμονται από τις κείμενες διατάξεις εν σχέσει προς την χρήση και εκμετάλλευση, στα δικαιώματα δε αυτά περιλαμβάνεται και η δια των προβλεπομένων νομίμων τρόπων και ενδίκων βοηθημάτων προστασία.
ΝΣΚ/329/2006
Λιμενικά τέλη και πλοηγικά δικαιώματα. Τρόπος επιβολής, αναπροσαρμογής ή αντικαταστάσεώς των.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η γνωμοδότηση διαπραγματεύεται το ζήτημα αν συγκεκριμένες κ.υ.α., οι οποίες εκδόθηκαν κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 31 παρ.1 του Ν 1473/1984 (ΦΕΚ Α’ 127), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 42 του Ν 2214/1994 (ΦΕΚ Α’ 75), είναι νόμιμες, υπό την έννοια εάν ευρίσκουν έρεισμα στις προμνησθείσες εξουσιοδοτικές διατάξεις και αποφαίνεται καταφατικά μεν κατά το μέρος κατά το οποίο με τις επίμαχες κ.υ.α. αναπροσδιορίζονται ή αναπροσαρμόζονται λιμενικά τέλη και πλοηγικά δικαιώματα, αρνητικά δε κατά το μέρος κατά το οποίο με τις ίδιες κ.υ.α. επιβάλλονται υποχρεώσεις πλοηγήσεως ή άλλες (πέραν της καταβολής των επιμάχων τελών και δικαιωμάτων) υποχρεώσεις, δεδομένου ότι οι εξουσιοδοτικές διατάξεις δεν παρέχουν δυνατότητα καθιερώσεως τέτοιων υποχρεώσεων, οι δε κ.υ.α. αναπροσαρμόζουν τα τέλη και δικαιώματα, τα οποία οφείλονται στις περιπτώσεις στις οποίες υφίσταται υποχρέωση πλοηγήσεως ή άλλες υποχρεώσεις, ζήτημα ρυθμιζόμενο από άλλες εκτός των κ.υ.α. διατάξεις.
ΕλΣυν/Τμ.4/86/2009
Ανάθεση με διαπραγμάτευση .(...)η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης επιτρέπεται, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση που, για λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή προστασίας δικαιωμάτων αποκλειστικότητας, στην αγορά υπάρχει ένας μόνον πάροχος των υπό ανάθεση υπηρεσιών, με συνέπεια να καθίσταται ατελέσφορη η, διά της προκήρυξης διαγωνισμού, αναζήτηση άλλων προσφορών. Όπως είναι προφανές, όμως, η μοναδικότητα αυτή του αναδόχου των υπηρεσιών πρέπει ειδικώς να αιτιολογείται στις σχετικές αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων της Αναθέτουσας Αρχής, μη αρκούσας της αόριστης επανάληψης των ορισμών του νόμου, η δε απλή συνέχιση της διεκπεραίωσης ενός, έστω τεχνικά περίπλοκου, αντικειμένου δεν συνιστά λόγο που να δικαιολογεί τη, με επίκληση της συγκεκριμένης διάταξης, μη διενέργεια τακτικού διαγωνισμού (πρβλ. ΔΕΚ C-385/2002 της 14ης Σεπτεμβρίου 2004, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας).(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα άγεται κατ’ αρχήν στην κρίση ότι το άρθρο 25 παρ. 4 του π.δ/τος 60/2007 δεν θα μπορούσε να τύχει εφαρμογής εν προκειμένω, προεχόντως διότι οι επίμαχες υπηρεσίες, ανταποκρινόμενες σε πάγιες και, ως εκ τούτου, γνωστές ανάγκες της Αναθέτουσας Αρχής και συμπίπτουσες απολύτως κατ’ αντικείμενο με εκείνες της από 8.7.2004 σύμβασης, ούτε ως συμπληρωματικές, ούτε ως «νέες» δύνανται να χαρακτηριστούν. Όσον αφορά, εξ άλλου, τους τεχνικούς λόγους που προέβαλε η Υπηρεσία προς αιτιολόγηση της μη διενέργειας διαγωνισμού, πέραν της εκ των υστέρων και αόριστης επίκλησής τους, είναι σαφές ότι μόνη η ιδιότητα της φερομένης ως δικαιούχου εταιρίας ως κατασκευάστριας των μηχανογραφικών προγραμμάτων δεν αρκεί για να την καταστήσει το μοναδικό πάροχο των υπηρεσιών συντήρησής τους, το συμπέρασμα δε αυτό ενισχύεται αφενός από το άρθρο Ζ των τεχνικών προδιαγραφών της 48/13.6.2001 διακήρυξης, σύμφωνα με το οποίο το λογισμικό, που θα αναπτυσσόταν ειδικά για τις ανάγκες των μηχανογραφικών προγραμμάτων, θα ήταν της αποκλειστικής κυριότητας του ….., πράγμα που εξ ορισμού αποκλείει δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας της εταιρείας ….Α.Ε.,
ΕΣ/ΤΜ.7/190/2010
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ:Με δεδομένα τα ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις (παρ.ΙΙ) που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη για τη διοργάνωση των προαναφερόμενων εκδηλώσεων με τίτλο «Πολιτισμός για όλους» στο Δήμο ....... για το καλοκαίρι έτους 2009, δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν συντρέχουν οι απαιτούμενες από τη διάταξη του άρθρου 25 παρ.1β΄ του π.δ/τος 60/2007, προϋποθέσεις, το οποίο τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής. Και τούτο διότι, η παραχώρηση στη δημοτική επιχείρηση «.......» του δικαιώματος αποκλειστικής εκπροσώπησης καλλιτεχνών για τις εμφανίσεις τους στις ως άνω εκδηλώσεις και η εκ του λόγου αυτού απευθείας ανάθεση στην ως άνω δημοτική επιχείρηση από τον Πολιτισμικό Οργανισμό του Δήμου ....... της διοργάνωσης των εκδηλώσεων αυτών, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί παραχώρηση αποκλειστικών δικαιωμάτων, η προστασία των οποίων θα δικαιολογούσε την προσφυγή στην όλως εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, του άρθρου 25 παρ.1 περ. β΄) του π.δ/τος 60/2007. Άλλωστε δε, όπως αναφέρεται και στο απαντητικό, στους λόγους μη θεώρησης από την Επίτροπο, έγγραφο του Πολιτισμικού Οργανισμού του Δήμου ......., η απευθείας ανάθεση στη φερόμενη ως δικαιούχο δημοτική επιχείρηση «.......» των ως άνω εκδηλώσεων, δεν έγινε με το σκεπτικό της «αποκλειστικότητας» της πρότασης ή της ιδέας από αυτήν. Ακόμα όμως και στην περίπτωση που ήθελε θεωρηθεί ότι η διοργάνωση των ως άνω εκδηλώσεων αποτέλεσε ιδέα της προαναφερόμενης δημοτικής επιχείρησης, για να θεωρηθεί ως «έργο» με την έννοια του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας, που θα παρείχε δικαίωμα αποκλειστικότητας της εταιρείας για απευθείας ανάθεση, θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται από κάποιο στοιχείο πρωτοτυπίας, αλλά και να αποδεικνυόταν ότι η διοργάνωση αυτών ήταν δυνατή μόνο από αυτήν και όχι από κάποιον άλλο φορέα. Περαιτέρω, από κανένα στοιχείο του φακέλου της υπόθεσης δεν αποδεικνύεται, αλλά ούτε και αιτιολογείται ότι η όλη διοργάνωση των προαναφερόμενων εκδηλώσεων μπορούσε να γίνει αποκλειστικά και μόνο από αυτήν τη δημοτική επιχείρηση και ο Π.Ο.Δ.Α. δεν μπορούσε να συνάψει αντιστοίχου περιεχομένου σύμβαση με άλλο φορέα ή να πραγματοποιήσει τις ως άνω εκδηλώσεις με τη συμμετοχή άλλων καλλιτεχνών, ούτε ότι οι εν λόγω καλλιτέχνες κάλυπταν πλήρως τις προσδοκίες του ως άνω οργανισμού για την πραγματοποίηση των εκδηλώσεων αυτών. Κατά συνέπεια, η υποβληθείσα από τη δημοτική επιχείρηση «.......» πρόταση για τη διοργάνωση των ως άνω πολιτιστικών εκδηλώσεων λόγω αποκλειστικής εκπροσώπησης συγκεκριμένων καλλιτεχνών, αποτελεί απλή υποβολή πρότασης για σύναψη σύμβασης, η οποία δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προστασίας κατά τις διατάξεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας, ούτε παρέχει αποκλειστικό δικαίωμα στην ανωτέρω δημοτική επιχείρηση για σύναψη απευθείας σύμβασης, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις. Κατ’ ακολουθίαν αυτών, δεν υφίστανται λόγοι προστασίας αποκλειστικών δικαιωμάτων που να δικαιολογούν την απευθείας ανάθεση στην συγκεκριμένη δημοτική επιχείρηση, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην σκέψη ΙΙ της παρούσας πράξης και ο Πολιτισμικός Οργανισμός Δήμου ....... (Π.Ο.Δ.Α.-ν.π.δ.δ.) μη νομίμως ανέθεσε «απευθείας» στην άνω δημοτική επιχείρηση την διοργάνωση των ως άνω εκδηλώσεων, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου της Επιτρόπου. Άλλωστε, ο πρώτος λόγος διαφωνίας, ότι το ποσό της συναφθείσας σύμβασης υπερέβαινε κατά πολύ το όριο των 45.000,00 ευρώ, μέχρι του οποίου επιτρέπεται η απευθείας ανάθεση, αλυσιτελώς προβάλλεται, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση τυγχάνουν εφαρμογής, οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου (άρθρο 25 του π.δ/τος 60/2007).
ΕΣ/ΤΜ.6/492/2017
Καταλογισμός.(...) Με την κρινόμενη έφεση ο εκκαλών προβάλλει κατ’ αρχήν ότι η τυχόν επελθούσα ζημία στην περιουσία του Κληροδοτήματος δεν οφείλεται σε δόλο ούτε σε βαρεία αμέλεια αυτού. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα στοιχεία, σε προηγούμενο έλεγχο της Οικονομικής Επιθεώρησης Θεσσαλίας, για τα έτη 1996 έως 2001 (γίνεται αναφορά στην ΕΜΠ.134/98, 173/2001, 141/2002/22.4.2003 έκθεση διαχειριστικού ελέγχου του Οικονομικού Επιθεωρητή ….), είχε προταθεί ο καταλογισμός των τότε μελών της διαχειριστικής επιτροπής του Ιδρύματος με το ποσό των 7.671,40 ευρώ για την ίδια αιτία, ήτοι διότι, λόγω αμελούς άσκησης των διαχειριστικών καθηκόντων τους, δεν προέβησαν στις οφειλόμενες ενέργειες για την είσπραξη των οικονομικών ενισχύσεων (επιδοτήσεων) ελαιολάδου. Με την 35/5.1.2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Θεσσαλίας, αφότου διαπιστώθηκε ότι κατά τα κρίσιμα έτη 1996 και 1997 το Ίδρυμα ως εκ της φύσης του δεν μπορούσε να λάβει επιδότηση ελαιολάδου, κατά δε τα επόμενα έτη (1998 έως 2002) η επιδότηση γινόταν (παράτυπα) στο όνομα μέλους της Διαχειριστικής Επιτροπής που ακολούθως απέδιδε στο Ίδρυμα τα αντίστοιχα ποσά, κρίθηκε ότι τα μέλη της ως άνω Επιτροπής δεν άσκησαν αμελώς τα καθήκοντά τους και δεν πρέπει να καταλογιστούν. Με βάση την απόφαση αυτή, τα ήδη καταλογιζόμενα μέλη της διαχειριστικής επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο εκκαλών, δικαιολογημένα σχημάτισαν την πεποίθηση ότι το Ίδρυμα δεν δικαιούται να λάβει την ενιαία ενίσχυση για τα έτη 2006-2013. Εξάλλου, ενόψει της φύσης και του σκοπού του Κληροδοτήματος και του πολύπλοκου καθεστώτος της ενιαίας ενίσχυσης, οι προϋποθέσεις χορήγησης της οποίας είχαν προφανώς μεταβληθεί σε σχέση με παλαιότερα καθεστώτα ενισχύσεων, σε συνδυασμό με την έλλειψη εμπειρίας του εκκαλούντα ως προς τα θέματα κοινής αγροτικής πολιτικής, αφού κατά το κρίσιμο διάστημα ασκούσε μη αγροτική επαγγελματική δραστηριότητα (ιατρός), ο εκκαλών δεν μπορούσε να διαγνώσει ότι το ίδρυμα μπορούσε να λάβει την ως άνω ενιαία ενίσχυση. Παρά δε το γεγονός ότι με την από 15.6.2006 αίτηση του Ιδρύματος ενεργοποιήθηκαν τα δικαιώματα ενίσχυσης αυτού, από τα στοιχεία του φακέλου δεν να προκύπτει ότι ο εκκαλών γνώριζε, έστω μέσω στοιχειώδους ενημέρωσης από τον υποβάλλοντα την αίτηση πρώην Πρόεδρο της Διαχειριστικής Επιτροπής, τη διαδικασία που κινήθηκε για τη διεκδίκηση της ενιαίας ενίσχυσης με δικαιούχο το Ίδρυμα ως νομικό πρόσωπο ασκούν γεωργική δραστηριότητα. Ενόψει των ανωτέρω, η παράλειψή του να μεριμνήσει για την ετήσια δήλωση των δικαιωμάτων ενίσχυσης, που οδήγησε στην απώλεια εσόδων συνολικού ύψους 25.042,36 ευρώ, δεν οφείλεται σε δόλο ή βαρεία αμέλεια αυτού. Στο μέτρο δε που η είσπραξη επιδοτήσεων δεν αποτελεί υποχρέωση που προβλέπεται ρητώς στη συστατική πράξη του ιδρύματος ούτε στις διατάξεις του α.ν. 2039/1939, αλλά ανάγεται στην γενική ευθύνη του διαχειριστή της καταλειφθείσας περιουσίας, η έλλειψη υπαιτιότητας και συγκεκριμένα δόλου ή βαριάς αμέλειας, αποτελεί λόγο άρσης της ευθύνης του εκκαλούντα. (...)Κατ’ ακολουθία αυτών που κατά πλειοψηφία έγιναν δεκτά ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να αποδοθεί στον εκκαλούντα το καταβληθέν παράβολο και, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με την αναλόγως εφαρμοστέα διάταξη του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
ΕλΣυν.Τμ.6/2443/2012
ΜΕΛΕΤΕΣ:Αίτηση ανάκλησης της 230/2012 Πράξεως του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι : Α) Η αλλαγή του κτιριολογικού προγράμματος, η οποία δεν οφείλεται σε εξωτερικούς απρόβλεπτους παράγοντες, οι οποίοι επιβάλλουν την τοιαύτη μεταβολή, αλλά στη βούληση των οργάνων Διοίκησης του Ιδρύματος αναφορικά με τη χρήση του κτιρίου, δεν συνιστά απρόβλεπτο γεγονός, δυνάμενο να δικαιολογήσει την κατάρτιση συμπληρωματικής συμβάσεως, ενώ περαιτέρω, ως ήδη εξετέθη, συντρεχουσών των απρόβλεπτων περιστάσεων, είναι δυνατή η κατάρτιση συμπληρωματικής συμβάσεως εφόσον ο ανάδοχος δεν έχει εκπληρώσει την παροχή του και η σύμβαση εξακολουθεί να είναι ως προς τις απορρέουσες από αυτή υποχρεώσεις, ενεργός. (…)Β) Η δυνατότητα διαχωρισμού των σχετικών μελετών από τις αρχικές τοιαύτες σημαίνει ότι αυτές μπορούν να δημοπρατηθούν ανεξαρτήτως και αυτοτελώς ως προς τις αρχικές μελέτες χωρίς τούτο να επηρεάζει την λειτουργικότητά τους. Η πρόβλεψη, με την 212/30η/15.9.2011 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, ότι οι μελέτες που απαιτούνται για την αλλαγή του κτιριολογικού προγράμματος και τη μετατροπή του κτιρίου σε «κτίριο Διοίκησης» μπορεί να εκπονηθούν από τη Διεύθυνση Τεχνικής και Στέγασης του Ιδρύματος, αποδεικνύει ότι αυτές θα μπορούσαν να εκτελεσθούν από κάποιον άλλο πλην της αρχικής αναδόχου συμπράξεως, ανεξαρτήτως αν αυτός θα ήταν η ως άνω Διεύθυνση ή άλλος τρίτος ιδιώτης. Ως εκ τούτου, οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί περί υποστελέχωσης της υπηρεσίας λόγω συνταξιοδοτήσεων και περί αδυναμίας του εναπομείναντος προσωπικού να εκπονήσει το σύνολο των μελετών μέχρι τη λήξη της οικοδομικής αδείας, ενόψει, μεταξύ άλλων, και της απασχολήσεως αυτού με πληθώρα αντικειμένων, και αληθείς υποτιθέμενοι, δεν ασκούν επιρροή εν προκειμένω, καθόσον δεν παρέχουν ερείσματα για την αυτοτέλεια ή τη συμπληρωματικότητα των μελετών, αλλά μόνο για την εκτέλεσή τους ή μη από την αρμόδια υπηρεσία του Ιδρύματος. Γ) Περαιτέρω, σχετικά με την εκπόνηση μελέτης κατ’ εφαρμογή του ΚΕΝΑΚ, πέραν των όσων εξετέθησαν ανωτέρω, επισημαίνεται ότι η μεταφορά των δεδομένων που προκύπτουν από άλλες μελέτες (θέρμανσης, κλιματισμού, θερμομόνωσης κ.λπ.) και η χρήση αυτών κατά την σύνταξη της μελέτης ΚΕΝΑΚ δεν αποδεικνύεται ότι γίνεται μόνον από το πρόγραμμα που έχει εκπονήσει ο αρχικός μελετητής, εν πάση δε περιπτώσει και εάν ακόμη αυτό ήταν αληθές, τούτο δεν αιτιολογεί το ότι δεν μπορούν να διαχωριστούν από αυτές της αρχικής, αλλά ενδεχομένως δικαιολογεί την απευθείας ανάθεση των οικείων μελετών βάσει των διατάξεων του άρθρου 10 παρ.2 περ.β) του Ν. 3316/2005, δηλαδή σε περίπτωση που υφίστανται αποκλειστικά δικαιώματα η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί σε συγκεκριμένο υποψήφιο και όχι μέσω καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως και Δ) Λόγοι δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι δικαιολογούν τη σύναψη της συμπληρωματικής συμβάσεως δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί εν προκειμένω καθόσον α) ο αρχικός σχεδιασμός του κτιρίου ως κτίριο Διοικήσεως και οι διαδοχικές αλλαγές της χρήσεως αυτού το έτος 2005 σε Περιφερειακό Υποκατάστημα – Υγειονομική Μονάδα Αθηνών του Ιδρύματος και το έτος 2011 σε κτίριο Διοικήσεως, οφείλονται σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας αρχής («αλλαγή σχεδιασμού και πολιτικής από την νέα Διοίκηση ενός Ν.Π.Δ.Δ.», όπως αναφέρεται στη σελ.2 του υπομνήματος) και δεν δικαιολογούνται από οιαδήποτε απρόβλεπτη περίσταση, β) οι διαδοχικές αλλαγές της χρήσεως του κτιρίου έχουν αυξήσει το κόστος αυτού σχεδόν στο διπλάσιο, καθώς ο προϋπολογισμός της αρχικής συμβάσεως ανερχόταν στο ποσό των 925.000,00 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α. και ήδη, με την ελεγχόμενη συμπληρωματική σύμβαση εγγίζει το ποσό του 1.769.605,11 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., γ) η αναθέτουσα αρχή δεν επικαλείται τη συνδρομή οιασδήποτε μορφής νομικής πλάνης στο πρόσωπο των αρμοδίων οργάνων της προκειμένου να καταστήσει ανεκτή την τοιαύτη υπέρβαση της προϋπολογισθείσας δαπάνης, αλλά και το γεγονός ότι η ολοκλήρωση του συνόλου των μελετών, η έκδοση της οικοδομικής αδείας και των σχετικών τευχών δημοπρατήσεων, οι οποίες έλαβαν χώρα για τη χρήση του κτιρίου ως Περιφερειακού Υποκαταστήματος του Ιδρύματος, τελικά θα παραμείνουν αχρησιμοποίητες κατά παράβαση κάθε έννοιας χρηστής δημοσιονομικής διαχειρίσεως, η οποία επιβάλλει τον εξορθολογισμό της χρήσης του δημοσίου χρήματος και επομένως την εκταμίευση αυτού μόνον για την αντιμετώπιση των πράγματι επιβεβλημένων αναγκών που εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, δ) το υψηλό κόστος των μισθωμάτων που καταβάλλει η Διοίκηση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για τη μίσθωση των χώρων λειτουργίας της (περίπου 109.729,36 ευρώ μηνιαίως) και αληθές υποτιθέμενο, δεν άγει στην παραδοχή της αιτήσεως ανακλήσεως, πρωτίστως διότι, για τη μεταστέγαση των οικείων υπηρεσιών, απαιτείται κατ΄ αρχάς, η εκτέλεση των σχετικών εργασιών (δηλαδή του έργου), το οποίο απαιτεί επιπλέον χρήματα και χρόνο, ε) η ένταξη του έργου σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδοτήσεως προϋποθέτει τη νομιμότητα ως προς την επιλογή της χρήσεως του κτιρίου και στ) η αναβάθμιση της περιοχής λόγω της αναπλάσεως του κτιρίου, δεν ανάγεται στους σκοπούς του ασφαλιστικού οργανισμού ώστε να προτάσσεται παραδεκτώς ως λόγος ανακλήσεως της προσβαλλομένης πράξεως ή να δύναται βασίμως να στοιχειοθετήσει την ανάκληση αυτής (..) Απορρίπτει την από 31.5.2012 αίτηση ανακλήσεως του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «΄Ιδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών».
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/173/2016
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:Ολοκλήρωση Δικτύου Αποχέτευσης Ακαθάρτων Οικισμού ......»Σε κάθε δε περίπτωση η δυνατότητα επιχορήγησης Δ.Ε.Υ.Α. από Δήμους δεν είναι επιτρεπτή κατά νόμο, δοθέντος ότι ο μεν ν. 1069/1980 (ΦΕΚ Α΄ 191) προβλέπει ότι οι επιχειρήσεις αυτές επιχορηγούνται μόνο από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για τη μελέτη και κατασκευή έργων ύδρευσης και αποχέτευσης (άρθρο 10, βλ. και άρθρο 6 παρ. 2 περ. γ της 20821/2007 απόφασης της Γενικής Γραμματέα Περιφέρειας Πελοποννήσου περί συστάσεως της Δ.Ε.Υ.Α. ....., ΦΕΚ Β΄ 498), ο δε ν. 3463/2006 (ΦΕΚ Α΄114) επιτρέπει μόνο την επιχορήγηση των δημοτικών κοινωφελών επιχειρήσεων που έχουν συσταθεί για την παροχή υπηρεσιών στους τομείς της κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης, της παιδείας, του πολιτισμού, του αθλητισμού του περιβάλλοντος, της δημοτικής συγκοινωνίας, της έρευνας και τεχνολογίας και της προώθησης της απασχόλησης (άρθρα 254 και 259). Αβάσιμα δε ο Δήμος ..... – ..... προβάλλει ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, η αρμοδιότητα της άνω Δ.Ε.Υ.Α. δεν έχει επεκταθεί στα γεωγραφικά όρια του Δήμου .....ς, αφού, σύμφωνα με τα άρθρα 1 παρ. 1 και 3 της άνω 20821/2007 απόφασης της Γενικής Γραμματέα Περιφέρειας Πελοποννήσου και 1 παρ. 2 (36 Α. 3.) του Κεφαλαίου Α του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ Α΄87), η περιοχή αρμοδιότητά της, στους τομείς της μελέτης, κατασκευής, συντήρησης, εκμετάλλευσης, διοίκησης και λειτουργίας δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης ακαθάρτων, καλύπτει το σύνολο των εδαφικών περιφερειών των Δημοτικών Διαμερισμάτων του Δήμου ....., μεταξύ των οποίων και η εδαφική περιφέρεια του πρώην Δήμου …, λόγο άλλωστε για τον οποίο, ως Κυρία του έργου, μεταβίβασε, με την προαναφερόμενη προγραμματική σύμβαση, την αρμοδιότητα υλοποίησής του στο Δήμο. Η δε είσπραξη από το Δήμο ..... ..... των τελών σύνδεσης με το αποχετευτικό δίκτυο, αντί της δικαιούμενης προς τούτο Δ.Ε.Υ.Α. ..... (βλ. άρθρο 6 παρ. 1 περ. στ. της άνω απόφασης σύστασής της), δεν καθιστά νόμιμη την επιχορήγησή της με τα προαναφερόμενα κονδύλια. Πέραν δε των ανωτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου και ειδικότερα :α) το 2/2.1.2014 έγγραφο του Αντιπροέδρου της Δ.Ε.Υ.Α.,β) την 77219/24.12.2014 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, γ) την 14287/1.4.2015 απόφαση του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και δ) τα 138 και 139/2015 χρηματικά εντάλματα της άνω Δ.Ε.Υ.Α., προκύπτει ότι το ποσό των 55.409,60 ευρώ, που αντιστοιχεί στον επιχορηγούμενο από το Δήμο Φ.Π.Α. του άνω έργου, έχει ήδη καταβληθεί στη Δ.Ε.Υ.Α. …από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, η οποία στη συνέχεια το κατέβαλε στον εργολάβο. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, το επίμαχο ένταλμα, που εκδόθηκε για την πληρωμή της, δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν/Ζ.Κλ/136/2010
Τα νομικά εκείνα πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν.1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Δ.Κ.Κ.. Ειδικότερα, την ικανότητα αυτή έχουν οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας ως άνω παραγράφου παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στις κατά τα ανωτέρω συναπτόμενες προγραμματικές συμβάσεις σε ευρύ κύκλο φορέων (ως εκ τρίτου συμβαλλομένων), οι οποίοι καθορίζονται μόνο κατ’ έννοια γένους, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αυτές ως προς τις οποίες επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση η συμμετοχή στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. σχετικά άρθρο 265 παρ.4 του ιδίου ως άνω Κώδικα), δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, αλλά μόνο από κοινού με τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, στα οποία και μόνο αναγνωρίζεται η ικανότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμφωνίες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα σήμαινε ότι και οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες θα περιλαμβάνονταν στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οπότε θα καθίστατο περιττή η προσθήκη του δεύτερου εδαφίου στην ερμηνευόμενη διάταξη, δεδομένου ότι θα αρκούσε απλώς η διεύρυνση των νομικών προσώπων του πρώτου εδαφίου. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μία προγραμματική σύμβαση, που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου δηλ. νομικού προσώπου της πρώτης παραγράφου και μιας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νόμιμη όταν στην εταιρεία αυτή έχει ανατεθεί εξ ολοκλήρου η υλοποίηση του αντικειμένου αυτής, καθόσον σε αυτή την περίπτωση η εν λόγω εταιρεία δεν «συμμετέχει» στη σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, αλλά μετέχει σε αυτήν, ανεπιτρέπτως κατά νόμο, ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του πρώτου εδαφίου (β.λ. Πρακτικά Ολ. Ελ.Συν. 22ης Γεν. Συν./22.9.2004, θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμ. 69/2005, 239, 304/2006, 123, 137/2007, 63, 78, 133/2008 κ.ά.). Επιπροσθέτως, στις προγραμματικές συμβάσεις απαιτείται, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, να καθορίζεται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, το αντικείμενο και το ειδικότερο περιεχόμενο των υποχρεώσεων των μερών, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και υπηρεσιών κάθε είδους που αναλαμβάνουν να εκτελέσουν οι συμβαλλόμενοι φορείς, καθώς και ο προϋπολογισμός τους (βλ. Πράξεις 3, 60/2007, 179, 180/2006 VII Τμ.). Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, στις προγραμματικές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών α) να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτών, β) να προσδιορίζεται ο αναλυτικός προϋπολογισμός (κοστολόγηση) των επί μέρους (κατηγοριών) υπηρεσιών, έστω και κατά προσέγγιση, έτσι ώστε από το άθροισμα των επιμέρους προϋπολογισμών να προκύπτει και, επομένως, να δικαιολογείται ο συνολικός προϋπολογισμός της προγραμματικής σύμβασης (δεν αρκεί δηλαδή απλή αναφορά του συνολικού προϋπολογισμού), καθώς και γ) να αναγράφεται το αναλυτικό χρονοδιάγραμμα αυτών - κυρίως δε στις περιπτώσεις τμηματικής καταβολής του οριζόμενου στη σύμβαση ποσού για την παροχή των προβλεπόμενων υπηρεσιών, όπου θα πρέπει να υπάρχει συσχέτιση των παρασχεθεισών εργασιών προς το τμηματικώς καταβαλλόμενο (σε συγκεκριμένες ημερομηνίες) ποσό της σύμβασης, όπου δηλαδή θα πρέπει να υπάρχει αντιστοιχία του χρονοδιαγράμματος εργασιών προς το χρονοδιάγραμμα τμηματικών καταβολών του ανωτέρω ποσού - το οποίο (χρονοδιάγραμμα) δεν μπορεί καταρχήν να ταυτίζεται με το χρόνο περαίωσης των ανατεθεισών εργασιών (διάρκεια της σύμβασης), καθόσον στην περίπτωση αυτή ο νόμος δεν θα απαιτούσε ρητώς στο περιεχόμενο της σύμβασης να ορίζονται ξεχωριστά (ως διαφορετικά μεγέθη) το χρονοδιάγραμμα και η διάρκεια αυτής. Και τούτο διότι μέσω του ανωτέρω ειδικότερου προσδιορισμού του περιεχομένου της προγραμματικής σύμβασης διασφαλίζεται α) η εξοικονόμηση πόρων με τη διάθεση των απολύτως αναγκαίων χρημάτων, προσώπων και υλικών για την εκτέλεση των μελετών, έργων και των εν γένει αναπτυξιακών προγραμμάτων και η διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, καθώς και β) η μη καταστρατήγηση της διάταξης του άρθρου 277 του ΔΚΚ με την κατ’ ουσία επιχορήγηση από Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού αναπτυξιακών τους επιχειρήσεων που μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση ως αντισυμβαλλόμενοί τους (πρβλ. και πραξ. VI Τμ 30/2005, VI Τμ 46, 195/2006, VII Τμ 137/2007 κ.ά.).