ΝΣΚ/351/2001
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Διοικητικές συμβάσεις. Μελέτες.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Προεδρεύων: Χ. Φραγκούλης, Νομικός Σύμβουλος, Εισηγητής: Κ. Χαραλαμπίδης, Πάρεδρος. Το Δημόσιο, ως εργοδότης υποχρεούται σε αποζημίωση αναδόχου η μετά του οποίου σύμβαση ανάθεσης μελέτης ακυρώθηκε με απόφαση του ΣτΕ πλην η σύμβαση είχε μέχρι τότε εκτελεστεί κατά το μέγιστο μέρος της. Η αποζημίωση οφείλεται εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού, είναι ίση με τη συμβατικώς προβλεφθείσα, καλύπτει την αξία εργασιών τις οποίες ωφελήθηκε ο εργοδότης και εκτέλεσε ο ανάδοχος μέχρις ότου έλαβε επίσημα γνώση της ακυρωτικής απόφασης και προϋποθέτει υποβολή σχετικού αιτήματος αρμοδίως.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/45/2007
Οικονομική τακτοποίηση εκκρεμότητας σχετικά με αμοιβές εργολάβου, ο οποίος εκτέλεσε έργα στο Θέρετρο Αξιωματικών Ναυτικού (Θ.Α.Ν.) κατόπιν πρόχειρου διαγωνισμού, χωρίς να έχει εγκριθεί η σχετική πίστωση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η Υπηρεσία νομιμοποιείται να αναλάβει ενέργειες οικονομικής τακτοποίησης της οικονομικής εκκρεμότητας, η οποία συνίσταται στην εξόφληση ποσού 271.942,2 ευρώ προς εργολάβο, που εκτέλεσε τα αναφερόμενα στο ερώτημα στο Θέρετρο Αξιωματικών Ναυτικού (Θ.Α.Ν.) κατόπιν πρόχειρου διαγωνισμού, χωρίς να έχει εγκριθεί εκ των προτέρων η σχετική πίστωση, με τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού.
ΝΣΚ/109/2005
Αναδρομική παρακράτηση εισφορών υπέρ ΙΚΑ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Το Δημόσιο, ως εργοδότης, έχει εκ του νόμου υποχρέωση να παρακρατεί κατά την καταβολή του μισθού το εκάστοτε νόμιμο ποσοστό κρατήσεων – εισφοράς του εργαζομένου υπέρ του ΙΚΑ. Τυχόν λάθος υπολογισμός του ποσοστού αυτού δεν συνιστά νόμιμο λόγο απαλλαγής του από τις νόμιμες συνέπειες και δεν δικαιολογεί την αναδρομική -πέραν του διμήνου- επιβάρυνση του εργαζομένου. Περαιτέρω, η υπηρεσία έχει την δυνατότητα να αναζητήσει από τον (κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα) ασφαλισμένο – εργαζόμενο το ποσό, το οποίο αντιστοιχεί στις αναδρομικώς (πέραν του διμήνου) καταβληθείσες εισφορές προς το ΙΚΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. (ομοφ.)
ΝΣΚ/235/2001
Δημόσια έργα. Καταβολή ιδιαίτερης αμοιβής για τη σύνταξη της τεχνικής περιγραφής και προδιαγραφών της μελέτης εφαρμογής Η/Μ εγκαταστάσεων και αμοιβή για τη σύνταξη των τευχών δημοπράτησης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
α) Ο Ανάδοχος εκπόνησης της μελέτης εφαρμογής Ηλεκτρομηχανολογικών (Η/Μ) εγκαταστάσεων δεν δικαιούται πρόσθετης αμοιβής, πέραν της προκύπτουσας κατ εφαρμογή του άρθρου 100 του ΠΔ 696/74, για τη σύνταξη της τεχνικής περιγραφής και προδιαγραφών. β) Αν στη σύμβαση προβλέπεται ότι ο Ανάδοχος θα προβεί στην εκτέλεση όλων των τευχών δημοπράτησης που θα βασίζονται στους κάθε μορφής Κανονισμούς Δημοσίων Εργων… ύστερα από εντολή του κυρίου της μελέτης και ο μελετητής προβεί στις πιο πάνω εργασίες χωρίς την ύπαρξη σχετικής εντολής, δεν δικαιούται πρόσθετης αμοιβής, ούτε κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, εάν ο εργοδότης συνέταξε ο ίδιος τα προαναφερθέντα τεύχη.
ΝΣΚ/206/2010
ΚΕΠ – Καταβολή αποζημίωσης ή μη σε αναδόχους συμβάσεων μίσθωσης έργου για το χρονικό διάστημα απασχόλησης από τη λήξη των συμβάσεών τους, οι οποίες δεν παρατάθηκαν, μέχρι τη δημοσίευση του σχετικού ρυθμιστικού Ν 3812/2009.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. Α.Κ.) οφείλεται αποζημίωση σε πρόσωπα, τα οποία μετά τη λήξη κατά το Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 2009 συμβάσεων μίσθωσης έργου για τη λειτουργία των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) που δεν παρατάθηκαν δυνάμει του άρθρου 14 παρ. 2 του Ν 3812/2009, συνέχισαν να απασχολούνται για τη λειτουργία των Κ.Ε.Π. χωρίς έγκυρες συμβάσεις μίσθωσης έργου μέχρι τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Ν 3812/2009 στις 28.12.2009. (πλειοψ.)
Α.Π.1359/2015
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι η αποζημίωση του άρθρου 19 του ν. 993/1979 δεν είναι μέρος των αποδοχών των υπαλλήλων ούτε "απολαβή", υπό την έννοια της παροχής που δίδεται ως αντάλλαγμα για την προσφερόμενη εργασία, ούτε αποτελεί αποζημίωση λόγω αδικαιολογήτου πλουτισμού, αλλά έχει χαρακτήρα έκτακτης κατά την αποχώρηση ή απόλυση του υπαλλήλου οικονομικής ενίσχυσης του. Επομένως, η αξίωση καταβολής της ως άνω αποζημιώσεως δεν υπόκειται στη διετή παραγραφή που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του Ν.Δ. 496/1974 αλλά στην πενταετή παραγραφή που προβλέπεται από την παρ. 1 του ίδιου άρθρου (Ολ ΑΠ 4/2001, ΑΠ 1726/05, 556/11, 1065/2002). Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο έκρινε ότι η αξίωση της ενάγουσας - αναιρεσίβλητης για την καταβολή της ως άνω αποζημίωσης, την οποία εδικαιούτο να λάβει κατά την αποχώρησή της από το εναγόμενο - αναιρεσείον ΝΠΔΔ, στο οποίο υπηρετούσε με σύμβαση εργασίας, ιδιωτικού δικαίου, αορίστου χρόνου, υπάγεται στην πενταετή και όχι στη διετή παραγραφή και συνεπώς, δεν παραγράφηκε η αξίωσή της. Και τούτο γιατί δέχθηκε ότι από την ημερομηνία αποχώρησής της από την υπηρεσία (30-4-2010) έως την άσκηση της αγωγής της (41-2013) δεν παρήλθε πενταετία.
ΑΠ/384/2024
Αποζημίωση υπαλλήλου ΙΔΟΧ απασχολούμενου σε ΝΠΔΔ Δήμου που τέθηκε σε δυνητική αργία: Με την απόφαση αυτή του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου η από 22-6- 2021 και με αριθ.κατάθ …/23-6-2021 αγωγή της ενάγουσας και ήδη αναιρεσίβλητης έγινε εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη κατά την κύρια βάση του κύριου αιτήματος της και υποχρεώθηκε το εναγόμενο-αναιρεσείον νπδδ (ΟΤΑ) να της καταβάλει το ήμισυ των τακτικών αποδοχών της, εκ της μεταξύ τους σύμβασης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, ποσού 4.950 ευρώ, του χρονικού διαστήματος από 16-9-2019 έως 31-8-2020, κατά το οποίο δεν παρείχε τις υπηρεσίες της μετά από απόφαση του άνω εργοδότη της περί θέσης της σε αναστολή άσκησης των καθηκόντων της, κατά τις διατάξεις των άρθρων 108 παρ.2 και 109 του ν.3584/2007, νομιμοτόκως με επιτόκιο 6% ετησίως. ενώ απορρίφθηκε ως αόριστη (η αγωγή) κατά το μέρος που επιχειρείτο θεμελίωση, του ίδιου, κύριου, αιτήματος της, σωρευτικά, στις περί αδικοπραξιών διατάξεις και ως μη νόμιμη κατά την επικουρική του βάση, εκ των αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεων. Με την προσβαλλόμενη απόφαση το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κατά παραδοχή της έφεσης, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση, παρότι έκρινε ουσιαστικά βάσιμη την αγωγή κατά το ανωτέρω μέρος της, όπως και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, και υποχρέωσε το αναιρεσείον- εναγόμενο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη-ενάγουσα για την ίδια ως άνω αιτία το ίδιο ποσό αποδοχών της, ύψους 4.950 ευρώ (που είχε επιδικασθεί και πρωτοδίκως), νομιμοτόκως με το επιτόκιο που ορίζεται στο άρθρο 45 παρ.1 του ν.4607/2019. (...) Μάλιστα κατά την ταυτόσημη διατύπωση των διατάξεων των άρθρων 104 παρ. 2 εδ. α του ν. 3528/2007 και 108 παρ.2 εδ. α του ν. 3584/2007 δυνητική θέση σε αναστολή άσκησης των καθηκόντων του υπαλλήλου (αργία) με καταβολή του ημίσεως των αποδοχών του προβλέπεται σε "κατεπείγουσες περιπτώσεις επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος", όπως στην προκειμένη περίπτωση. Εξ άλλου στην σχετική ως άνω ένσταση κατάχρησης δικαιώματος δεν διαλαμβάνονται περαιτέρω περιστατικά αναγόμενα στη συμπεριφορά της αναιρεσίβλητης, από τα οποία να συνάγεται εκδήλωση της βούλησης αυτής ότι δεν πρόκειται να επιδιώξει την ικανοποίηση του δικαιώματος της, ούτε άλλα, έστω ελαφρύτερης βαρύτητας περιστατικά πλημμελούς εκπλήρωσης των καθηκόντων κατά τη διάρκεια της επταετούς απασχόλησής της ως βρεφονηπιοκόμου σε βρεφονηπιακούς σταθμούς του αναιρεσείοντος, ούτε γίνεται επίκληση προσχεδιασμένου τεχνάσματος εκ μέρους της για την επίτευξη πρόσθετου οικονομικού οφέλους, ενώ η καθυστέρηση στη δημοσίευση της καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου αυτής (η οποία - καθυστέρηση - παρατηρείται άλλωστε και στις περιπτώσεις εφαρμογής της πειθαρχικής διαδικασίας με την οποία επιβάλλεται η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης για τη τέλεση ιδιαιτέρως σοβαρών παραπτωμάτων) δεν συνδέεται αιτιωδώς με προηγηθείσα συμπεριφορά της ιδίας, αλλά οφείλεται σε καθυστερήσεις της Αποκεντρωμένης Διοίκησης να προβεί στις δέουσες ενέργειες, γεγονός του οποίου δεν μπορεί κατά την καλή πίστη να γίνει επίκληση σε βάρος της αναιρεσείουσας. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Αναιρεί κατά πλειοψηφία την με αριθμό 626/29-11-2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου … (δικάζοντας ως Εφετείου, διαδικασίας περιουσιακών-εργατικών-διαφορών), κατά το μέρος που αναφέρεται στο σκεπτικό.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/245/2018
Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης:Υπό τα δεδομένα αυτά και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η αξίωση της ως άνω υπαλλήλου για απόληψη της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννήθηκε κατά τον χρόνο λύσης της υπαλληλικής σχέσης της. Ο ισχυρισμός δε του Δήμου ότι χρόνος γέννησης της αξίωσης λήψης της επίμαχης αποζημίωσης, κατά τον οποίο καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη, είναι εκείνος της έκδοσης της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, είναι απορριπτέος. Συναφώς, απορριπτέος είναι ο ισχυρισμός του Δήμου ότι έχουν καταργηθεί οι διατάξεις του άρθρου 90 παρ. 3 του Κώδικα Δημόσιου Λογιστικού (ν. 2362/1995) και ισχύουν εκείνες των άρθρων 140 και 141 του ν. 4270/2014, αφού, κατά τα γενόμενα δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η επίμαχη ρύθμιση εξακολουθεί να ισχύει για σχετικές αξιώσεις που έχουν γεννηθεί πριν από την 1.1.2015, (όπως εν προκειμένω), σύμφωνα με τη ρητή διατύπωση του άρθρου 183 παρ. 2 περ. γ του ν. 4270/2014 (Α΄ 143). Ωσαύτως, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η παραγραφή της εν λόγω αξίωσης αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, αφού και υπό την εκδοχή ότι αφορά στο τέλος του έτους 2014, πάλι έχει υποπέσει στην διετή παραγραφή, δοθέντος ότι η υποβολή της αίτησης της ενδιαφερομένης έγινε στις 6.3.2018. Τούτο δε ανεξαρτήτως ότι με την διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 ρυθμίζεται ειδικώς το θέμα του χρόνου παραγραφής των αξιώσεων των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. κατ΄ αυτών, που αφορούν σε αποδοχές ή άλλες φύσεως απολαβές αυτών ή αποζημιώσεις, έστω και εάν βασίζονται σε παρανομία των οργάνων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. ή στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις. Oρίζεται δε ως χρονικό σημείο ενάρξεως της παραγραφής αυτής η γένεση της κάθε αντίστοιχης αξιώσεως (Α.Ε.Δ. 32/2008). Η διάταξη δε αυτή είναι ειδική σε σχέση με τη διάταξη του άρθρου 91 εδ. α΄ του ιδίου νόμου (ΑΠ 536/2014), με την οποία ρυθμίζεται γενικώς το θέμα της ενάρξεως του χρόνου παραγραφής οποιασδήποτε αξιώσεως κατά του Δημοσίου/Ο.Τ.Α., από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, όπως τούτο συνάγεται από τη ρητή επιφύλαξη ως προς την ισχύ άλλων ειδικών διατάξεων, όπως η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 3, η οποία, ως εκ τούτου, κατισχύει της γενικής διάταξης του άρθρου 91 εδ. α΄ (ΕΣ Ι Τμ. Πράξη 51/2015, ΑΠ 182/2014). Δοθέντος δε ότι, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η αξίωση για τη λήψη αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννάται και καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη από τον χρόνο αποχώρησης του ενδιαφερομένου από την υπηρεσία, η διετής παραγραφή της αξίωσης για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης, θα συμπληρωνόταν, εν προκειμένω, σε χρόνο πριν την υποβολή της 3589/6.3.2018 αίτησης της φερόμενης ως δικαιούχου και, κατ’ επέκταση πριν από την εκκαθάριση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος. Εντούτοις, εφόσον τα αρμόδια όργανα του Δήμου θεώρησαν-κατά την έννοια που προσέδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις- ότι η έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής κύριας σύνταξης στην οικεία υπάλληλο αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση και την εκκαθάριση της σχετικής αξίωσής της, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη, μετά την πάροδο της διετίας εκκαθάρισή της, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η αξίωση αυτή δεν υπέπεσε στη διετή παραγραφή. Τούτο δε διότι, υπό το εκτεθέν ιστορικό και, ειδικότερα, ενόψει της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης της εν λόγω υπαλλήλου στην ερμηνεία που έδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις τα αρμόδια όργανα του Δήμου, η επίμαχη αξίωσή της κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη μετά την έκδοση τηςτης 372/30.1.2018 απόφασης του Διευθυντή του Υποκαταστήματος ΕΦΚΑ Ηρακλείου, για την απονομή σε αυτήν οριστικής σύνταξης (χρονικό σημείο, από το οποίο αρχίζει εν προκειμένω και η διετής παραγραφή αυτής). Συνεπώς, νομίμως αυτή υπέβαλε την 3589/6.3.2018 αίτηση για να της καταβληθεί η εν λόγω αποζημίωση. Εξάλλου, σύμφωνα με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά στη σκέψη 4 και όπως βασίμως ο Δήμος προβάλλει, η ανωτέρω απόφαση ανάληψης της δημοσιονομικής υποχρέωσης εκδόθηκε νομίμως, μετά την έκδοση της 84/7.3.2018 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Αγίου ...., περί καθορισμού του ποσού της επίμαχης αποζημίωσης, καθώς η τελευταία αποτελεί το νόμιμο έρεισμά της.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/244/2018
Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησής: Υπό τα δεδομένα αυτά και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η αξίωση της ως άνω υπαλλήλου για απόληψη της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννήθηκε από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης της, ήτοι από 10.9.2014. Ο ισχυρισμός δε του Δήμου ότι χρόνος γέννησης της αξίωσης λήψης της επίμαχης αποζημίωσης, κατά τον οποίο καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη, είναι εκείνος της έκδοσης της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, είναι απορριπτέος. Τούτο διότι, κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 204 του Κ.Κ.Δ.Κ.Υ. (ν. 3584/2007), η συμπλήρωση των προϋποθέσεων λήψης σύνταξης, ήτοι η θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης ούτε η λήψη της σύνταξης συνιστά προϋπόθεση για τη γέννηση της αξίωσης ως προς την καταβολή της τελευταίας (ΕΣ Ι Τμ. πράξη 19/2017, πρβλ. ΑΠ 1359/2015). Συναφώς, απορριπτέος είναι ο ισχυρισμός του Δήμου ότι έχουν καταργηθεί οι διατάξεις του άρθρου 90 παρ. 3 του Κώδικα Δημόσιου Λογιστικού (ν. 2362/1995) και ισχύουν εκείνες των άρθρων 140 και 141 του ν. 4270/2014, αφού, κατά τα γενόμενα δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η επίμαχη ρύθμιση εξακολουθεί να ισχύει για σχετικές αξιώσεις που έχουν γεννηθεί πριν από την 1.1.2015, (όπως εν προκειμένω), σύμφωνα με τη ρητή διατύπωση του άρθρου 183 παρ. 2 περ. γ του ν. 4270/2014 (Α΄ 143). Ωσαύτως, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός του Δήμου ότι η παραγραφή της εν λόγω αξίωσης αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, αφού και υπό την εκδοχή ότι αφορά στο τέλος του έτους 2014, πάλι έχει υποπέσει στην διετή παραγραφή, δοθέντος ότι η υποβολή της αίτησης της ενδιαφερομένης έγινε στις 3.7.2017. Τούτο δε ανεξαρτήτως ότι με την διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 ρυθμίζεται ειδικώς το θέμα του χρόνου παραγραφής των αξιώσεων των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. κατ΄ αυτών, που αφορούν σε αποδοχές ή άλλες φύσεως απολαβές αυτών ή αποζημιώσεις, έστω και εάν βασίζονται σε παρανομία των οργάνων του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. ή στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις. Oρίζεται δε ως χρονικό σημείο ενάρξεως της παραγραφής αυτής η γένεση της κάθε αντίστοιχης αξιώσεως. (Α.Ε.Δ. 32/2008). Η διάταξη δε αυτή είναι ειδική σε σχέση με τη διάταξη του άρθρου 91 εδ. α΄ του ιδίου νόμου (ΑΠ 536/2014), με την οποία ρυθμίζεται γενικώς το θέμα της ενάρξεως του χρόνου παραγραφής οποιασδήποτε αξιώσεως κατά του Δημοσίου/Ο.Τ.Α. από το τέλος του οικονομικού έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής, όπως τούτο συνάγεται από τη ρητή επιφύλαξη ως προς την ισχύ άλλων ειδικών διατάξεων, όπως η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 3, η οποία, ως εκ τούτου, κατισχύει της γενικής διάταξης του άρθρου 91 εδ. α΄. (ΕΣ Ι Τμ. Πράξη 51/2015, ΑΠ 182/2014). Δοθέντος δε ότι, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η αξίωση της εν λόγω υπαλλήλου του Δήμου για τη λήψη αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννάται και καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη από τον χρόνο αποχώρησης της υπαλλήλου από την υπηρεσία, ήτοι από το χρόνο έκδοσης της οικείας διαπιστωτικής πράξης αποχώρησής της, η διετής παραγραφή της αξίωσης για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης, αρχόμενη από τις 11.9.2014 θα συμπληρωνόταν στις 12.9.2016, ήτοι σε χρόνο πριν την υποβολή της 10915/3.7.2017 αίτησης της φερόμενης ως δικαιούχου και, κατ’ επέκταση πριν από την εκκαθάριση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος. Εντούτοις, εφόσον τα αρμόδια όργανα του Δήμου θεώρησαν-κατά την έννοια που προσέδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις- ότι η έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής κύριας σύνταξης στην οικεία υπάλληλο αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση και την εκκαθάριση της σχετικής αξίωσής της, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη, μετά την πάροδο της διετίας εκκαθάρισή της, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η διετής παραγραφή -εν προκειμένω-δεν συμπληρώθηκε στις 12.9.2016. Τούτο δε διότι, υπό το εκτεθέν ιστορικό και ειδικότερα, ενόψει της δικαιολογημένης εν τοις πράγμασι και επομένως, απολαμβάνουσας συνταγματικής προστασίας εμπιστοσύνης της στην ερμηνεία που έδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις τα αρμόδια όργανα του Δήμου, η επίμαχη αξίωση της υπαλλήλου κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη μετά την έκδοση της 1460/6.6.2017 οριστικής απόφασης του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ….., για την απονομή σε αυτήν οριστικής σύνταξης (χρονικό σημείο, από το οποίο αρχίζει εν προκειμένω και η διετής παραγραφή αυτής). Συνεπώς, νομίμως αυτή υπέβαλε την 10915/3.7.2017 αίτησή της για να της καταβληθεί η δικαιούμενη και μη υποκύψασα στη διετή παραγραφή αξίωση αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης, για να ακολουθήσουν η 2416/13.12.2017 απόφαση του Δημάρχου ....για τον καθορισμό του ύψους της και η ενταλματοποίησήτης με τον ελεγχόμενο τίτλο.