ΝΣΚ/421/2009
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Αντιδήμαρχοι. Έκταση μεταβιβαζομένων αρμοδιοτήτων σ’ αυτούς από τον Δήμαρχο.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Υπό το δεδομένο, ότι στο άρθρο 87 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων δεν υφίσταται οποιαδήποτε διάκριση, είναι δυνατή η μεταβίβαση άσκησης οιασδήποτε εκ των προβλεπομένων στη διάταξη του άρθρου 86 του ίδιου Κώδικα αρμοδιοτήτων του Δημάρχου στους Αντιδημάρχους. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται και εκείνη της σύνταξης εκθέσεων αξιολόγησης των Προϊσταμένων Διεύθυνσης.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/26/2008
Νομάρχης. Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων του. Διάκριση μεταξύ μεταβιβάσεως στους Προέδρους των Νομαρχιακών Επιτροπών και εξουσιοδοτήσεως προς υπογραφή, με εντολή του, προς τους νομαρχιακούς συμβούλους.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 62 παρ.1 περ.η’ (τελευταίο εδάφιο) του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως (Π.Δ/γμα 30/1996), ο Νομάρχης μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του στους Αντινομάρχες, υπό την ιδιότητά τους, ως Προέδρων των Νομαρχιακών Επιτροπών, ως μεταβίβαση δε της ασκήσεως αρμοδιοτήτων στους νομαρχιακούς συμβούλους, νοείται η παροχή εξουσιοδοτήσεως από το Νομάρχη προς υπογραφή με εντολή του, πράξεων ή άλλων εγγράφων της αρμοδιότητάς του. (ομοφ.)
ΕλΣυν/Τμ.7/108/2007
Ρυμοτομική απαλλοτρίωση (...) Με τον ν. 1337/1983 που εκδόθηκε σε εκτέλεση της διάταξης του άρθρου 24 του Συντάγματος, για τη χωροταξική αναδιάρθρωση της χώρας, θεσμοθετήθηκε νέα ειδική διαδικασία (διαφορετική από εκείνη του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων) συνολικής διαχείρισης των ακινήτων της οικιστικής περιοχής, με την υποχρέωση των ιδιοκτητών να διαθέσουν χωρίς αποζημίωση μέρος του ακινήτου τους ή με υποχρεωτική συμμετοχή αυτών με ολόκληρο το ακίνητό τους έναντι αντιπαροχής άλλου ακινήτου (ή διαιρεμένης ιδιοκτησίας) ίσης αξίας και εισάγεται νέα διαδικασία απόκτησης κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων, η οποία εφαρμόζεται στις περιοχές ένταξης ή επέκτασης του σχεδίου, ενώ προβλέπεται ο τρόπος υλοποίησης της διαχείρισης με την έκδοση της Πράξης Εφαρμογής, με την οποία καθορίζονται τα τμήματα των ακινήτων που αφαιρούνται χωρίς αποζημίωση για εισφορές σε γη (με ποσοστό ανάλογο με την εδαφική έκταση της ιδιοκτησίας) για τη δημιουργία κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων και υποχρεωτικές αναδασμικές μεταβολές (μετακινήσεις, συνενώσεις, αναδιανομές, ανταλλαγές ακινήτων) ( ΑΠ. Ολομ. 563/2006).(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις σκέψεις που προεκτέθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι δεν απαιτείται για την καταβολή αποζημίωσης, λόγω ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1337/1983, η αναγνώριση ως ιδιοκτήτη του επίμαχου ακινήτου με δικαστική απόφαση, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων, αλλά εφαρμόζεται η προαναφερθείσα ειδική διαδικασία που ορίζεται στο νόμο αυτό για τον προσδιορισμό των ιδιοκτητών που περιλαμβάνονται στην πράξη εφαρμογής
ΝΣΚ/66/2015
Χορήγηση ή μη υποτροφιών από κοινωφελείς περιουσίες του Ν. 4182/2013 σε φοιτητές, που παρακολουθούν σπουδές εξ αποστάσεως, προπτυχιακούς ή μεταπτυχιακούς.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Α. Επιτρέπεται η χορήγηση υποτροφιών από κοινωφελείς περιουσίες του Ν. 4182/2013 σε φοιτητές, που παρακολουθούν προπτυχιακές ή μεταπτυχιακές σπουδές εξ αποστάσεως, στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή. Η σιωπή της συστατικής πράξης και η παράλειψη του νομοθέτη να ρυθμίσει ρητά τα σχετικά θέματα δεν συνεπάγονται τη βούληση αποκλεισμού των φοιτητών αυτών από τη λήψη υποτροφιών. (ομοφ.) Β. Οι προϋποθέσεις χορήγησης των εν λόγω υποτροφιών, πέραν των οριζομένων στη συστατική πράξη, προσδιορίζονται με βάση τη διάκριση, εάν οι εξ αποστάσεως σπουδές παρέχονται από αλλοδαπά ιδρύματα, οπότε έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν.3328/2005 (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.), ή από ημεδαπά ιδρύματα, οπότε έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν.2552/1997 (Ε.Α.Π.). (ομοφ.) Γ. Το ύψος της χορηγούμενης υποτροφίας προσδιορίζεται με βάση τα οριζόμενα στη συστατική πράξη ποσά υποτροφιών, συνεκτιμωμένων και λοιπών στοιχείων και πάντως εντός των προβλεπομένων από τις κείμενες διατάξεις ανωτάτων ορίων. Έξοδα μετακίνησης χορηγούνται μόνον εάν και στη έκταση που ορίζονται στη συστατική πράξη, εφόσον κατά τις διατάξεις των παρεχόντων τις εξ αποστάσεως σπουδές Α.Ε.Ι., η παρουσία των υποψηφίων υποτρόφων είναι υποχρεωτική. (ομοφ.) Δ. Η Αρμόδια Αρχή, κατά την άσκηση της εποπτείας των καταλειπομένων κατά τις διατάξεις του Ν.4182/2013 περιουσιών υπέρ κοινωφελών σκοπών, ελέγχει την τήρηση των διατάξεων της συστατικής πράξης και του νόμου και όσον αφορά τα ανωτέρω θέματα, χωρίς να είναι αναγκαία προς τούτο η προσφυγή στο αρμόδιο Δικαστήριο. (ομοφ.)
ΝΣΚ/60/2023
Προϋποθέσεις έκταση και μορφές ικανοποίησης του δικαιώματος πρόσβασης υπαλλήλων του e-ΕΦΚΑ υποψηφίων στην διαδικασία επιλογής προϊσταμένων, επί θητεία, Γενικών Διευθυντών και αντίστοιχη υποχρέωση των υπηρεσιών του Φορέα να χορηγήσουν τα ζητούμενα στοιχεία από τον σχετικό φάκελο που αφορούν τη διαδικασία αυτή. Υποχρέωση ή μη ενημέρωσης των τρίτων υποκειμένων των προσωπικών δεδομένων και παροχή ή μη συναίνεσης αυτών.(...)Α) Για την χορήγηση των ζητούμενων στοιχείων αρκεί η ύπαρξη ευλόγου ενδιαφέροντος που, υπό τα δεδομένα του ερωτήματος, συντρέχει εν προκειμένω στο πρόσωπο των αιτούντων, οι οποίοι διαθέτουν το εύλογο ενδιαφέρον, για την λήψη αντιγράφων των δικαιολογητικών που προσκόμισαν οι επιλεγέντες συνυποψήφιοί τους και των πρακτικών των συνεντεύξεων που δόθηκαν στα πλαίσια της διαδικασίας επιλογής προϊσταμένων, επί θητεία, Γενικών Διευθυντών, μη απαιτουμένης της συνδρομής εννόμου συμφέροντος (ομόφωνα). Β) Η χορήγηση των ζητουμένων στοιχείων αφορά και στους υποψηφίους που έχουν λάβει, από τους αιτούντες, λιγότερα μόρια στον τελικό πίνακα κατάταξης (κατά πλειοψηφία). Γ) Η ικανοποίηση του δικαιώματος πρόσβασης θα γίνει με χορήγηση από την ερωτώσα Υπηρεσία αντιγράφων των ζητουμένων στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 4 περίπτωση β΄ του ν. 2690/1999 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας) και όχι με επιτόπια μελέτη των σχετικών εγγράφων στο κατάστημά της (ομόφωνα). Δ) Ανεξαρτήτως της υποχρέωσης συμμόρφωσης σε εισαγγελική παραγγελία και παρά το ότι η συγκεκριμένη εισαγγελική παραγγελία εκτιμάται, ως μη δεσμευτική, εξαιτίας της μη επαρκούς αιτιολογίας αυτής, η Διοίκηση του Φορέα, έχει κατά νόμον υποχρέωση, να χορηγήσει αντίγραφα των ζητούμενων στοιχείων, τηρώντας τις ανωτέρω υπό Γ) διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και του ΓΚΠΠΔ της ΕΕ (ομόφωνα). Ε) Η ερωτώσα Υπηρεσία, χορηγώντας τα ζητούμενα στοιχεία, υποχρεούται να προβεί σε ενημέρωση των υποκειμένων των προσωπικών δεδομένων, χωρίς, όμως, να ζητηθεί η συναίνεσή τους, ούσης άνευ εννόμου σημασίας οιασδήποτε εναντίωσής τους (ομόφωνα).
ΕΣ/ΤΜ.1/540/2017
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Εξάλλου, ο συναγόμενος, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου, ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι πλημμελής διότι ο έλεγχος για την υλοποίηση της πράξης διενεργήθηκε και, ακολούθως, η σχετική 375/20.12.2010 έκθεση ελέγχου συντάχθηκε από την εν λόγω ΕΥΔ, δηλαδή από την αναθέτουσα αρχή, υπό την παράλληλη ιδιότητά της ως Διαχειριστικής Αρχής του Ε.Π. «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού», είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο διότι: α) σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά, η ευθύνη, εν προκειμένω, της εκκαλούσας, ως τελικού αποδέκτη της χρηματοδότησης, βασίζεται στο πραγματικό γεγονός της μη ολοκλήρωσης του φυσικού αντικειμένου της πράξης, η δε προσβαλλόμενη καταλογιστική απόφαση για την ανάκτηση της αχρεωστήτως καταβληθείσας χρηματοδότησης εκδόθηκε από την αρμόδια ελεγκτική αρχή κατά δεσμία αρμοδιότητα ως απλή συνέπεια της διαπίστωσης ότι δεν συνέτρεχαν οι όροι καταβολής της χρηματοδότησης, χωρίς να συναρτάται με αξιολογικές κρίσεις και δεν ελέγχεται, ως εκ τούτου, ως προς τις εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσης των οργάνων της, β) με τις διατάξεις του άρθρου 7 (παρ. 1 εδ. β΄) του ν. 2860/2000 ρητώς προβλέπεται ότι στις περιπτώσεις πράξεων τεχνικής βοήθειας η άσκηση των αρμοδιοτήτων της διαχειριστικής αρχής είναι συμβατή με την ιδιότητα τελικού δικαιούχου, η δε εκτέλεσή τους, σύμφωνα με τον Οδηγό Διαδικασιών και Επιλέξιμων Ενεργειών Τεχνικής Βοήθειας Στήριξης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης 2000 – 2006, γίνεται σύμφωνα με το π.δ. 4/2002, ήτοι με ανάθεση σε τρίτο οικονομικό φορέα και γ) με τις διατάξεις της 118267/20000 (ΦΕΚ Β’ 1595) ΚΥΑ, για τη σύσταση και λειτουργία της υπηρεσίας αυτής, όπου προβλέπεται ότι για το Ε.Π. «Απασχόληση και Επαγγελματική Κατάρτιση» της προγραμματικής περιόδου 2000-2006, αρμόδια για την πραγματοποίηση των ελέγχων σε ενταγμένες πράξεις και τη σύνταξη των σχετικών εκθέσεων ελέγχου είναι η Μονάδα Γ Προεγκρίσεων και Επιτόπιων Επαληθεύσεων, ενώ αρμόδια για την εκτέλεση των έργων τεχνικής βοήθειας με τελικό δικαιούχο τη διαχειριστική αυτή αρχή, ήτοι και για την ανάθεση των σχετικών συμβάσεων σε τρίτους, είναι η Μονάδα Δ Οργάνωσης – Υποστήριξης, διασφαλίζεται επαρκώς η διάκριση αρμοδιοτήτων στο εσωτερικό της και ο αναγκαίος βαθμός αυτονομίας στην άσκηση των καθηκόντων τους. Ανεξαρτήτως δε των ανωτέρω, ο ισχυρισμός αυτός, όπως προβάλλεται, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος και για τον λόγο ότι με αυτόν, κατ’ ουσίαν, δεν αμφισβητείται η νόμιμη άσκηση της ελεγκτικής αρμοδιότητας της ανωτέρω ΕΥΔ ειδικώς κατά τη διενέργεια του ελέγχου, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης δημοσιονομικής διόρθωσης, αλλά η πάγια και δομική αμεροληψία της εν λόγω υπηρεσίας, εκ του γεγονότος ότι ως διαχειριστική αρχή του οικείου προγράμματος είναι ταυτόχρονα και φορέας εκτέλεσης των ενταγμένων σε αυτό πράξεων τεχνικής βοήθειας.(...)Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα προηγουμένως κρίθηκαν και έγιναν δεκτά, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί, περαιτέρω δε να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος για την έφεση παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 73 παρ.4 του ν. 4129/2013, ΦΕΚ Α 52) και, εκτιμωμένων των περιστάσεων, να απαλλαγεί η εκκαλούσα από τη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 123 π.δ.1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006, ΦΕΚ Α΄ 1354, και 275 παρ. 1 Κ.Δ.Δ.).
ΕΣ/ΤΜ.Ι/959/2016
Καταλογισμός ποσού..Ο υπό κρίση δε λόγος είναι αβάσιμος, κατά το μέρος που μ’ αυτόν προβάλλεται ότι για να κριθεί το δυσανάλογο του επίδικου καταλογισμού πρέπει να ληφθούν υπόψη οι πολύ μεγαλύτερες σε αξία σχετικές επενδύσεις της εκκαλούσας σε σχέση με τις ενταχθείσες στο επίμαχο καθεστώς ενίσχυσης, καθώς, σύμφωνα με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά ανωτέρω, το γεγονός αυτό δεν σχετίζεται με την ιστορική και νομική αιτία του επίδικου καταλογισμού, καθώς και ότι αντί για τον επίδικο καταλογισμό θα μπορούσε να της επιβληθεί το καταλληλότερο μέτρο της υποχρέωσης επεξεργασίας πρώτων υλών προερχόμενων από κράτη μέλη της ΕΕ σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του συνόλου τους για τα επόμενα έξι (6) χρόνια, δεδομένου ότι καμία τέτοια δυνατότητα δεν προβλέπεται από τις σχετικές προεκτιθέμενες στη σκέψη ΙΙΙ διατάξεις. Είναι όμως βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός κατά τα λοιπά, καθώς πράγματι ο διά της προσβαλλόμενης πράξης, που αποτελεί απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, καταλογισμός της εκκαλούσας με το σύνολο της επίμαχης ενίσχυσης είναι καταφανώς δυσανάλογος με την έκταση και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις της εκ μέρους της εκκαλούσας επίμαχης παράβασης των προεκτιθέμενων διατάξεων και δεσμεύσεων της απόφασης ένταξής της στο επίμαχο καθεστώς ενίσχυσης. Τούτο δε, διότι η εκκαλούσα κατά τα τρία (3) επίμαχα έτη (2006, 2007, 2008) συμμορφώθηκε εν μέρει μ’ αυτές τις διατάξεις και δεσμεύσεις, καθώς δεν χρησιμοποίησε τις επίμαχες ενισχυθείσες επενδύσεις της για τη μεταποίηση και εμπορία αποκλειστικώς προερχόμενων από χώρες εκτός ΕΕ (τρίτες χώρες) πρώτων υλών (ξηρών καρπών) αλλά μόνο σε ποσοστό 51,61%, 50,58% και 43,07% επί του συνόλου των πρώτων υλών της κατά τα έτη 2006, 2007 και 2008, αντίστοιχα. Δεδομένης δε της νομοθετικής δυνατότητας που παρέχεται, σύμφωνα με όσα έγιναν σχετικώς δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ και βασίμως η εκκαλούσα προβάλλει, για καταλογισμό μέρους του ποσού της επίμαχης ενίσχυσης, το ποσό του επίδικου καταλογισμού της εκκαλούσας πρέπει, κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, να περιοριστεί σε 1.855.442,29 ευρώ, που αντιστοιχούν στο 48,42% του συνολικού ποσού της επίμαχης ενίσχυσης (3.831.975,00 ευρώ), με δεδομένο ότι αυτή χρησιμοποίησε τις ενισχυθείσες επενδύσεις της για τη μεταποίηση και εμπορία πρώτων υλών προερχόμενων από χώρες εκτός ΕΕ (τρίτες χώρες) κατά τα τρία επίμαχα έτη (2006, 2007, 2008) μόνο σε ποσοστό 48,42% επί του συνόλου τους κατά μέσο όρο σε ετήσια βάση. Κατ’ ακολουθία αυτών που προηγουμένως κρίθηκαν, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η υπό κρίση έφεση, να μεταρρυθμισθεί η προσβαλλόμενη πράξη, περιοριζόμενου του καταλογισθέντος δι’ αυτής ποσού σε 1.855.442,29 ευρώ, να καταλογιστεί στην εκκαλούσα υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 73 παρ. 3 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, ν. 4129/2013, Α΄ 52) το οφειλόμενο επιπλέον νόμιμο παράβολο, ποσού 17.054,42 ευρώ (1.855.442,29 Χ 1% = 18.554,42 – 1.500,00 ευρώ), και να απαλλαγεί το Δημόσιο, εκτιμώμενων των περιστάσεων, από τη δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας.
ΕΣ/Τμ7(ΚΠΕ)/248/2013
Πληρωμή στο φερόμενο ως δικαιούχο ...... ποσού 13.499,25 ευρώ, ως αμοιβή για την προμήθεια υλικών και συσκευών για τη δημιουργία ασύρματου δικτύου INTERNET που θα καλύπτει τις περιοχές των Δημοτικών Ενοτήτων (....)Κατά τη γενική αρχή του δημοσιολογιστικού δικαίου, η οποία απορρέει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της νομιμότητας που διέπει τη δράση των διοικητικών οργάνων και συνάγεται τόσο από τις προϊσχύουσες διατάξεις του εν λόγω δικαίου (άρ. 27 και 38 του ν. ΣΙΒ/1952, 1, 26 και 28 παρ. 3 του ν.δ. 321/1969, 218 π.δ.410/1995), όσο και από αυτές που τώρα ισχύουν (άρ.3, 13, 40 του ν.δ. 496/1974, 1 παρ. 2α΄ του π.δ. 465/1975 και 1 παρ. 1 του ν.δ. 1265/1972, όπως αντικαταστάθηκε από το άρ.7 παρ. 1 του ν. 968/1979 και 20, 22, 26, 28 και 79 του ν. 2362/1995), όπως δε έχει αποτυπωθεί νομοθετικά στο άρθρο 37 παρ. 2 του ν. 3801/2009, ήδη δε στο άρθρο 33 παρ. 2 του Κώδικα νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο (ν. 4129/2013), για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης του δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) και των λοιπών ν.π.δ.δ., πέραν της υπάρξεως πιστώσεως στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό της υπηρεσίας, απαιτείται αυτή να προβλέπεται από γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου δεν προβλέπεται, πρέπει να προκύπτει από τα δικαιολογητικά της συγκεκριμένης δαπάνης, ότι ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα του δημοσίου , του ο.τ.α. ή του ν.π.δ.δ. ή ότι η πραγματοποίησή της συντελεί, άμεσα ή έμμεσα στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη εκπλήρωση των σκοπών που επιδιώκουν και δεν υπερβαίνει το από τις ειδικές περιστάσεις επιβαλλόμενο και προσήκον μέτρο. Εξάλλου, οι δημοτικές αρχές, κατά το άρθρο 102 του Συντάγματος και περαιτέρω το άρθρο 75 παρ. 1 εδ. 1 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (Κ.Δ.Δ.), που κυρώθηκε με το ν. 3463/2006 (Α, 114), όπως έχει τροποποιηθεί με το ν. 3852/2010 (Α, 87), μεριμνούν για την προαγωγή των τοπικών υποθέσεων, για το σκοπό δε αυτό τους απονέμονται αρμοδιότητες στους τομείς: της ανάπτυξης της τοπικής κοινωνίας και μέσω της δημιουργίας των κατάλληλων υποδομών (75 παρ. Ι εδάφ. α΄), της ποιότητας ζωής και εύρυθμης λειτουργίας των πόλεων και πάλι μέσω της βελτίωσης των τεχνικών υποδομών (75 παρ. Ι εδάφ. γ΄, ιδίως γ1), της απασχόλησης ιδίως με την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας (75 παρ. Ι εδάφ. δ΄, ιδίως δ2). Περαιτέρω, έχουν υποχρέωση, κατ’ άρθρο 76 του Κ.Δ.Δ., «να οργανώνουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες, με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η επάρκεια, η ποιότητα και αποτελεσματικότητά τους, με στόχο την καλύτερη εξυπηρέτηση των κατοίκων», και κατ’ άρθρο 214 του Κ.Δ.Δ., να διασφαλίζουν «το δικαίωμα πρόσβασης όλων των δημοτών και κατοίκων, χωρίς διάκριση, στη χρήση των υπηρεσιών που παρέχουν …» και «την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης των δημοτών και κατοίκων στην πληροφόρηση»(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η δαπάνη για τη δημιουργία ασύρματου δικτύου στο Δήμο ......, προκειμένου να καλυφθούν, με τις δυνατότητες που παρέχει αυτό, περιοχές του Δήμου οι οποίες δεν καλύπτονται από το υφιστάμενο, δεν είναι νόμιμη, δεν είναι λειτουργική, ούτε εμπίπτει στους σκοπούς του Δήμου. Τούτο διότι, η άσκηση των αρμοδιοτήτων του Δήμου, όπως προκύπτουν από τον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης στην πληροφόρηση, περιλαμβάνει προεχόντως τη δυνατότητα των δημοτών, αλλά και οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου προσώπου, για ενημέρωση μέσω της επίσημης ιστοσελίδας του Δήμου, στην περίπτωση που υφίσταται, είτε μέσω οποιουδήποτε άλλου διαδικτυακού τόπου, όπως και την προώθηση νέων δικτυακών υπηρεσιών εξυπηρέτησης των δημοτών (ενδεικτικά: ενημέρωση, διακυβέρνηση, επιχειρείν, ιατρική, εκπαίδευση, εργασία, ψυχαγωγία, κ.λπ.). Από τις αρμοδιότητες αυτές, ωστόσο, δεν απορρέει υποχρέωση του Δήμου να καταβάλει τη δαπάνη σύνδεσης των δημοτών, είτε από κοινού είτε αυτοτελώς, στο διαδίκτυο και ειδικότερα τη δαπάνη για τον εξοπλισμό και την εγκατάσταση ασύρματης ή δομημένης καλωδίωσης για τη σύνδεση αυτή, καθώς τούτο συνιστά υποκατάστασή τους στη σύναψη ιδιωτικών εννόμων σχέσεων στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, ως καταναλωτικού αγαθού, που δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες των ο.τ.α., ούτε συνιστά τοπική υπόθεση. Εξάλλου, οι αντίθετοι ισχυρισμοί που προβάλλονται στο 13969/13.6.2013 έγγραφο του Δήμου, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, δεδομένου, άλλωστε, ότι ήδη στο Δήμο ...... αναπτύχθηκαν και λειτουργούν τοπικά ασύρματα δίκτυα σε σημεία ασύρματης ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, στο πλαίσιο της συγχρηματοδοτούμενης Δράσης «Χρηματοδότηση Επιχειρήσεων για τη δημιουργία σημείων ασύρματης ευρυζωνικής πρόσβασης» (Μέτρο 4.2) του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Κοινωνία της Πληροφορίας» του Κ.Π.Σ. 2000-2006 (σχετ. η οικ. 12197/344/2004 Κοινή Υπουργική Απόφαση -Β, 444), στο πρώην (άρθρο 1 παρ. Α εδ. 30.7 ν. 2539/1997 -Α, 244) κοινοτικό, έπειτα (άρθρο 2 Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, ν. 3463/2006) τοπικό διαμέρισμα, ήδη (άρθρο 1 παρ. Α εδ. 30.4 και άρθρο 2 παρ. 1 και 2 ν. 3852/2010) Δημοτική Ενότητα ...... του Δήμ
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/120/2019
Εκπόνηση μελετών:..Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, ναι μεν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 8 παρ. 9 του ν. 4071/2012, οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, παρισταμένου, ως εκ τούτου, αβασίμου του πρώτου λόγου διαφωνίας, πλην όμως, στην προκειμένη περίπτωση, η προαναφερθείσα σύμβαση μεταξύ της Περιφέρειας .... και της .... δεν συνιστά προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 και ως τέτοια δεν εμπίπτει σε κανέναν από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 του ν. 4412/2016 συμβατικούς τύπους, τους οποίους ο νόμος αυτός εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του. Τούτο διότι, από το αντικείμενο της σύμβασης αυτής και κυρίως από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών, προκύπτει ότι αυτά δεν εκκινούν από την ίδια αφετηρία συμφερόντων με σκοπό την από κοινού, δια της αλληλοσυμπλήρωσης αρμοδιοτήτων ή οικονομοτεχνικών μέσων, εκτέλεση της δημόσιας αποστολής τους, ούτε συμβάλλουν με ισορροπημένο τρόπο στην υλοποίηση του αντικειμένου της σύμβασης. Ειδικότερα, με την ως άνω σύμβαση δεν εγκαθιδρύεται συνεργασία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, αλλά η Περιφέρεια .... λειτουργεί ως αναθέτουσα Αρχή που επιδιώκει, έναντι καταβολής αμοιβής ανερχόμενης σε 227.245,10 ευρώ με Φ.Π.Α., την εκπόνηση των αναγραφoμένων στη σύμβαση μελετών εκ μέρους της αντισυμβαλλόμενης ..., η οποία αντίστοιχα επέχει απλώς θέση παρόχου των υπηρεσιών αυτών και αποβλέπει στην αμοιβή της για την εκπλήρωση της παροχής της. Περαιτέρω, η Περιφέρεια .... δεν αναλαμβάνει καμία ουσιαστική υποχρέωση ως προς την εκτέλεση του αντικειμένου της σύμβασης, πλην της καταβολής της αμοιβής της αντισυμβαλλόμενης εταιρείας, αφού οι συμβατικές υποχρεώσεις της και ειδικότερα η διευκόλυνση του επιστημονικού προσωπικού που θα απασχοληθεί με την υλοποίηση του παραπάνω αντικειμένου στη συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων και πληροφοριών, η εν γένει διευκόλυνση της πορείας της σύμβασης και η υποβοήθηση για σύναψη ειδικών ή συμπληρωματικών συμβάσεων που είναι δυνατόν να απαιτηθούν, δεν μπορούν να θεωρηθούν ουσιώδεις, αλλά λειτουργούν συμπληρωματικά και μόνο στην εκτέλεση από την αντισυμβαλλόμενη εταιρεία του συμβατικού αντικειμένου, δεδομένου ότι προαπαιτούμενη ενέργεια για την εκπόνηση οιασδήποτε μελέτης είναι η παράδοση από τον εργοδότη στον ανάδοχο κάθε διαθέσιμου στοιχείου που σχετίζεται με την υπό εκτέλεση μελέτη. Ενόψει των ανωτέρω και ανεξαρτήτως εάν οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. εν γένει συνιστούν, κατ’ άρθρο 2 παρ. 1 στοιχ. 1 και 4 του ν. 4412/2016, οργανισμούς δημοσίου δικαίου και κατ’ επέκταση αναθέτουσες Αρχές, η εν λόγω σύμβαση, μολονότι αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος, ωστόσο δεν καθιερώνει οριζόντια συνεργασία, κατ’ άρθρο 12 παρ. 4 του ν. 4412/2016, μεταξύ της Περιφέρειας και της αντισυμβαλλόμενης ως άνω αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας Ο.Τ.Α. για την εκπλήρωση συγκεκριμένης δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με τη θεσμική αποστολή του κάθε συμβαλλόμενου μέρους, και, ως εκ τούτου, μη νομίμως συνάπτεται κατά παρέκκλιση των προβλεπομένων στις διατάξεις του ως άνω νόμου διαδικασιών ανάθεσης. Εξ άλλου, η συναφθείσα ως άνω σύμβαση δε δύναται να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του ν. 4412/2016 ούτε ως σύμβαση οιονεί αυτεπιστασίας (in house), σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 12 του νόμου αυτού. Τούτο, λόγω αφενός της, έστω μειοψηφικής, μη αναγκαστικής συμμετοχής στη μετοχική σύνθεση της αντισυμβαλλόμενης αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας Ο.Τ.Α. ιδιωτικών κεφαλαίων (αγροτικοί συνεταιρισμού, κτηνοτροφικός συνεταιρισμός, συνεταιρισμός φαρμακοποιών κ.λπ.), αφετέρου του γεγονότος ότι η έμμεση επιρροή, που ασκούν στις αποφάσεις της ανωτέρω εταιρείας, οι κατέχοντες την πλειοψηφία του μετοχικού της κεφαλαίου (Περιφερειακή Ένωση Δήμων ..., Περιφέρεια ..., Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης ... και Εμπορικό Βιομηχανικό Επιμελητήριο ...) δεν καθιστά τον επ’ αυτής έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκούν στις δικές τους υπηρεσίες και συνεπώς, δεν πληρούται η προβλεπόμενη στην περ. γ΄ της παρ. 3 του ως άνω άρθρου προϋπόθεση. Ενόψει όλων όσων προαναφέρθηκαν, η εν λόγω σύμβαση, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό, δεν αποτελεί γνήσια προγραμματική σύμβαση, αλλά έχει τον χαρακτήρα κοινής εξ επαχθούς αιτίας δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών (εκπόνηση μελέτης), η οποία ανατέθηκε απευθείας στην αναπτυξιακή ανώνυμη εταιρεία Ο.Τ.Α., χωρίς, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που προεκτέθηκαν, να συντρέχουν οι προς τούτο προβλεπόμενες στο ν. 4412/2016 προϋποθέσεις για την απευθείας ανάθεσή της, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον διαφωνούντα Αναπληρωτή Επίτροπο με το δεύτερο λόγο διαφωνίας. Συνεπώς, για την ανάθεσή της η Περιφέρεια .... όφειλε, ενόψει της συμβατικής αξίας της (183.262,8 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α.), να διενεργήσει ανοικτό διαγωνισμό.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)224/2014
ΜΕΛΕΤΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ: Μη νόμιμη δαπάνη που αφορούσε καταβολή συνολικού ποσού 24.990 ευρώ στο φερόμενο ως δικαιούχο ……, και αφορά τον 1ο λογαριασμό της μελέτης(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι : Α) Κατ’ αποδοχή του πρώτου λόγου διαφωνίας, στην από 31.8.2010 βεβαίωση της Διευθύντριας Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου ….. δεν αιτιολογείται, ειδικώς, η αδυναμία σύνταξης της μελέτης από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου, καθόσον αφενός μεν, με το δεδομένο ότι για τα σχολικά κτίρια υπάρχουν οι προδιαγραφές του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων και οι αντίστοιχες τυποποιημένες μελέτες του Ο.Σ.Κ. είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός του Δήμου ότι για την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης απαιτούνταν εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες δεν διέθεταν οι υπάλληλοι της τεχνικής του υπηρεσίας, αφετέρου η επικαλούμενη έλλειψη των κατάλληλων μέσων (τοπογραφικών οργάνων), πέραν του ότι προβάλλεται αορίστως, δεν αιτιολογεί γιατί ο Δήμος δεν είχε μεριμνήσει για την προμήθεια του εξοπλισμού και του λογισμικού σχεδιασμού που απαιτείται για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων του. Τέλος, ως προς τον ισχυρισμό του Δήμου ότι από τον Απρίλιο του έτους 2010 ήταν απαραίτητη η σύνταξη μελέτης ενεργειακής απόδοσης, σύμφωνα με τον Κανονισμό Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων (Κ.ΕΝ.Α.Κ.), κατά το χρόνο δε ανάθεσης της μελέτης (Οκτώβριος 2010) η τεχνική υπηρεσία δε διέθετε την τεχνική κατάρτιση για την εκπόνηση της μελέτης ενεργειακής απόδοσης, αφενός μεν ο ειδικότερος αυτός λόγος δεν περιέχεται στην αιτιολογία της, από 31.8.2010 βεβαίωσης, περί αδυναμίας σύνταξης της μελέτης της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου, αλλά προβάλλεται οψίμως με το έγγραφο επανυποβολής του χρηματικού εντάλματος, αφετέρου ήδη πριν την έκδοση του ΚΕΝΑΚ ίσχυε ο ν. 3661/2008 (ΦΕΚ Α 89/19.5.2008), με τις διατάξεις του οποίου εναρμονίστηκε η ελληνική νομοθεσία με την Οδηγία 2002/91/ΕΚ «Για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων» και ο οποίος προέβλεπε τη λήψη μέτρων για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων με την έκδοση κανονισμού ενεργειακής απόδοσης κτιρίων εντός σύντομης προθεσμίας έξι μηνών, καθιστούσε δε σαφείς τις υποχρεώσεις που έπρεπε να τηρούνται αναφορικά με τις νέες προδιαγραφές της ενεργειακής αποδόσεως των κτιρίων που θα κατασκευάζονταν. Β) Η αιτιολογία που περιέχεται στο εισηγητικό προς το Περιφερειακό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων έγγραφο του Δημάρχου …… και στην 697/6.10.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει την κατά το νόμο έννοια του επείγοντος που δικαιολογεί την απευθείας ανάθεση της μελέτης, δηλαδή της άμεσης ανάγκης αντιμετωπίσεως μίας αιφνίδιας καταστάσεως, η δημιουργία της οποίας, μάλιστα, δεν ανάγεται στην σφαίρα επιρροής της αναθέτουσας αρχής καθόσον, στην προκειμένη περίπτωση, η μη επάρκεια των υφιστάμενων σχολικών υποδομών στο ανατολικό τμήμα της πόλης, δεν συνιστά αιφνίδιο γεγονός, αλλά αντιθέτως αποτελεί χρόνια κατάσταση, η αντιμετώπιση των συνεπειών της οποίας έπρεπε να λάβει χώρα εγκαίρως, στο πλαίσιο της ορθής και αποτελεσματικής λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης. Γ) Ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου ότι δεν προηγήθηκε δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν την υπογραφή της σύμβασης αναγγελία για δημοσίευση με τα κρίσιμα στοιχεία της στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. είναι αβάσιμος, καθόσον η σχετική αναγγελία δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. στις 12.12.2010. Δ) Βάσιμος είναι ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου, σύμφωνα με τον οποίο δεν προκύπτει ότι το συνολικό ύψος των συμβάσεων που ανατέθηκαν με τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης δεν υπερβαίνει το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση μελετών και υπηρεσιών και τούτο διότι τόσο στο 62865/31.8.2010 έγγραφο του Δημάρχου προς το Περιφερειακό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων όσο και στην 697/6.10.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου αναφέρεται μεν ότι το συνολικό ύψος των συμβάσεων που ανατέθηκαν με τη διαδικασία αυτή δεν υπερβαίνει το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση μελετών, χωρίς, όμως, συγχρόνως να αναγράφεται, σύμφωνα με τη διατύπωση του νόμου, ότι δεν υπερβαίνει και το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση υπηρεσιών, ενώ ούτε από κάποιο άλλο στοιχείο του φακέλου προκύπτει ότι συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, ότι δηλαδή δεν υπάρχει υπέρβαση του 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση όχι μόνο μελετών, αλλά και υπηρεσιών. Ε) Και ο λόγος διαφωνίας ότι δεν κλήθηκαν για διαπραγμάτευση τρεις τουλάχιστον υποψήφιοι μελετητές, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός υποψηφίων με τα νόμιμα προσόντα, παρίσταται βάσιμος, καθόσον στα κατά τον κρίσιμο χρόνο ανάθεσης της μελέτης έγγραφα δεν αναφέρεται ότι τηρήθηκε η προϋπόθεση αυτή του νόμου, ενώ δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη και δεν ασκούν επιρροή, καθόσον συντάχθηκαν τέσσερα έτη μετά τον κρίσιμο χρόνο της ανάθεσης, οι από 16.5.2014 υπεύθυνες δηλώσεις των αρχιτεκτόνων μηχανικών, μελετητών Δημοσίων Έργων, ….και……, σύμφωνα με τις οποίες προσκλήθηκαν στις 27.5.2010 από τον τότε Δήμαρχο με σκοπό τη διαπραγμάτευση για την ανάθεση της εν λόγω μελέτης, έλαβαν γνώση των όρων και του αντικειμένου της σύμβασης και δήλωσαν ότι δεν ενδιαφέρονται να εκπονήσουν τη συγκεκριμένη μελέτη. ΣΤ) Ο λόγος διαφωνίας ότι το τιμολόγιο παροχής των σχετικών υπηρεσιών φέρει ημερομηνία μεταγενέστερη της διαχειριστικής περιόδου που ολοκληρώθηκε η μελέτη δεν ασκεί επιρροή στην κανονικότητα της ελεγχόμενης δαπάνης και τούτο διότι η έκδοση του τιμολογίου σε χρόνο μεταγενέστερο της οικείας διαχειριστικής περιόδου δύναται μεν να επισύρει την επιβολή φορολογικών κυρώσεων από μέρους των οργάνων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., πλην όμως δεν συνεπάγεται δημοσιονομικές συνέπειες και ως εκ τούτου δεν θίγεται το κύρος του συγκεκριμένου δικαιολογητικού (βλ. σχετ. Πράξεις IV Τμήματος 50/1999, 153/2006, 23/2008, VII Τμ. 74, 103, 104/2011, Κλ.VII Tμ. 36/2012, 287/2013). Ζ) Ως προς το λόγο διαφωνίας του Επιτρόπου ότι δεν υπάρχει απόφαση ανάληψης υποχρέωσης εντός του οικονομικού έτους 2013 που εγκρίθηκε η παράταση της προθεσμίας της μελέτης, ούτε και απόφαση ανατροπής αυτής, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ήδη από το χρόνο (6.10.2010) έγκρισης ανάθεσης της μελέτης (πρώτη ενέργεια για την εκτέλεση της δαπάνης) έπρεπε να εκδοθεί απόφαση ανάληψης υποχρέωσης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 του β.δ. 17.5/15.6.1959, σχετική δε απόφαση ανάληψης υποχρέωσης και απόφαση ανατροπής αυτής έπρεπε να εκδοθεί και στα επόμενα οικονομικά έτη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο π.δ.113/2010.
ΕΣ/ΤΜ.6/1076/2020
Προμήθεια εξοπλισμού...Κατόπιν των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα παρατίθενται στις σκέψεις υπό στοιχείο ΙΙ και ΙΙΙ της παρούσας, το Τμήμα, λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο της συγκεκριμένης προμήθειας, κρίνει ότι μη νόμιμα η ελεγχόμενη διαδικασία διενεργείται από την αιτούσα, παρά τα όσα αβάσιμα περί του αντιθέτου προβάλλονται με την υπό κρίση αίτηση και τις ασκηθείσες υπέρ αυτής παρεμβάσεις. Και τούτο, διότι η προμήθεια εξοπλισμού για το χιονοδρομικό κέντρο ...., όπως περιγράφεται στην εν λόγω διακήρυξη (βλ. άρθρο 1.3 αυτής), αφενός μεν δεν περιλαμβάνεται στις προβλεπόμενες από το άρθρο 186 του ν. 3852/2010 αρμοδιότητες της Περιφέρειας, αφού δεν πρόκειται για αθλητική εγκατάσταση, η οποία να ανήκει, κατά κυριότητα ή κατά χρήση, σε ερασιτεχνικό αθλητικό σωματείο ή σε σύλλογο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (βλ. άρθρο 186 ΙΙ. Η. περ. 22 του ν. 3852/2010), αφετέρου δε από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει μεταβίβαση της σχετικής αρμοδιότητας στην Περιφέρεια ..... με την έκδοση προεδρικού διατάγματος, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 187 του ν. 3852/2010 (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 2968/2014). Εξάλλου, εφόσον η ειδική αυτή αθλητική εγκατάσταση (βλ. άρθρο 56Α παρ. 1 β΄ ββ΄ του ν. 2725/1999, Α΄ 121, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) του χιονοδρομικού κέντρου .... έχει διαμορφωθεί σε δημόσια δασική έκταση 1.604 στρεμμάτων, η οποία είχε παραχωρηθεί κατά χρήση στη δημοτική επιχείρηση με την επωνυμία "....." (βλ. την 159707/4637/16.7.1984 απόφαση του Υφυπουργού Γεωργίας και την 85095/1001/11.3.1986 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Γεωργίας), η ανάθεση της συγκεκριμένης προμήθειας δεν αποβαίνει εις όφελος της αιτούσας Περιφέρειας, ως όφειλε (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 667/2017, 728/2019), αλλά εις όφελος τρίτων, αφού εξυπηρετεί τη βελτίωση αλλότριας περιουσίας. Περαιτέρω, η διενέργεια του ελεγχόμενου διαγωνισμού, του οποίου το αντικείμενο εξυπηρετεί την εκπλήρωση των σκοπών της "......" (βλ. άρθρο 4 του Καταστατικού της), από την αιτούσα και με δέσμευση σχετικής πίστωσης σε βάρος του προϋπολογισμού της αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 265 παρ. 3 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, η οποία ρητά απαγορεύει την άμεση ή έμμεση επιχορήγηση ανώνυμης εταιρείας Ο.Τ.Α. από Ο.Τ.Α. (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 637/2020). Το γεγονός δε, όπως προβάλλεται, ότι η ελεγχόμενη προμήθεια χρηματοδοτείται από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων δεν αίρει την ως άνω διαπίστωση, αφού, όπως προκύπτει από το κείμενο της διακήρυξης (βλ. άρθρο 1.2 αυτής), η σχετική δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό εξόδων, οικονομικού έτους 2019, της Περιφέρειας ..... και συγκεκριμένα τον Κ.Α.Ε. 02.01.071.9454.01.2034 (βλ. και τις 211288/13324/11.7.2019 και 228151/14280/25.7.2019 αποφάσεις δέσμευσης πίστωσης ποσού 1.000.000,00 ευρώ και 240.000,00 ευρώ, αντίστοιχα). Κατά συνέπεια, συντρέχουν λόγοι που κωλύουν την υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης, όπως ορθά κρίθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη, στο πλαίσιο του διενεργούμενου, σύμφωνα με τα άρθρα 98 του Συντάγματος και 36 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο (ν. 4129/2013), προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων, ο οποίος πλήρης, καθολικός, αυτεπάγγελτος, ανεξάρτητος από τις ενέργειες των συμμετεχόντων στην οικεία διαγωνιστική διαδικασία και εκτείνεται στο σύνολο της διαδικασίας σύναψής τους, για τη διαπίστωση της αντικειμενικής νομιμότητας της ανάθεσης (βλ. Ε.Σ. Τμ. Μείζ. – Επταμ. Συνθ. 1354/2018, 763/2019, VI Τμ. 1068, 1334/2018, 123, 299, 734, 824, 1058, 1254, 1874/2019). Οι προβαλλόμενοι δε ισχυρισμοί ότι η Περιφέρεια ανέλαβε τη διενέργεια της επίμαχης προμήθειας στο πλαίσιο της πληρεξουσιότητας που παρασχέθηκε με το 13677/12.4.2019 συμβολαιογραφικό έγγραφο και έγινε αποδεκτή από το Περιφερειακό Συμβούλιο ...... με την 50/22.4.2019 απόφασή του, ουδεμία έννομη επιρροή ασκούν στην κρίση ότι υφίστανται, κατά τα ανωτέρω, νόμιμοι διακωλυτικοί της υπογραφής της ελεγχόμενης σύμβασης λόγοι. Και τούτο, διότι αφενός μεν η δράση των Ο.Τ.Α. διέπεται από την αρχή της νομιμότητας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης (βλ. άρθρο 33 α΄ του ν. 4270/2014, Α΄ 143, βλ. και Ε.Σ. Τμ. Μείζ. – Επταμ. Συνθ. 763/2019, VI Tμ. 735, 1541/2019, 637/2020), αφετέρου δε στην υπό κρίση περίπτωση το πλαίσιο αρμοδιοτήτων της αιτούσας, ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου β΄ βαθμού τοπικής αυτοδιοίκησης, οριοθετείται από τους προβλεπόμενους στα άρθρα 186 – 187 του ν. 3852/2010 και 265 παρ. 3 του ν. 3463/2006 κανόνες. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός περί συνδρομής συγγνωστής πλάνης των οργάνων της Περιφέρειας, τα οποία έδρασαν, όπως υποστηρίζεται στα υπό κρίση δικόγραφα, με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και με την πεποίθηση ότι ενεργούν σύννομα, κατά το μέρος που προβάλλεται από τις παρεμβαίνουσες εταιρείες είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, καθόσον σε επίκληση της συγγνωστής πλάνης νομιμοποιείται μόνο η αναθέτουσα αρχή (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 1334/2018, 1254/2019), ενώ κατά το μέρος που προβάλλεται από την αιτούσα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, ενόψει της σαφήνειας του εφαρμοστέου εν προκειμένω νομοθετικού πλαισίου, καθώς και της πάγιας νομολογίας του Δικαστηρίου επί των τεθέντων ζητημάτων (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 2968/2014, 667/2017, 728/2019, 637/2020). Εξάλλου, ο ισχυρισμός ότι συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος για τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, όπως αυτοί παρατίθενται στα υπό κρίση δικόγραφα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δοθέντος ότι το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται προεχόντως με την τήρηση της νομιμότητας στις διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων (Ε.Σ. Τμ. Μείζ. – Επταμ. Συνθ. 763, 1264/2019, VI Τμ. 1605, 2227/2016, 668/2017, 482/2018, 824, 979, 1254/2019). Τέλος, σύμφωνα με την επισήμανση του Κλιμακίου (βλ. σκέψη 7 της προσβαλλόμενης Πράξης), προς την οποία η αιτούσα προτίθεται, όπως αναφέρει στο υπό κρίση δικόγραφο, να συμμορφωθεί, πρέπει να αναδιατυπωθεί ο σχετικός με τη δυνατότητα τροποποίησης της σύμβασης όρος του άρθρου 6 του υποβληθέντος σχεδίου αυτής, ώστε να συμπεριληφθεί ρητή παραπομπή στις διατάξεις του άρθρου 132 του ν. 4412/2016, υπό τις προϋποθέσεις των οποίων είναι επιτρεπτή η τροποποίηση σύμβασης. Εξάλλου, και υπό την εκδοχή τροποποίησης του ως άνω όρου, η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης κωλύεται λόγω της συνδρομής των προαναφερόμενων πλημμελειών. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη αίτηση και οι ασκηθείσες υπέρ αυτής παρεμβάσεις να απορριφθούν και να μην ανακληθεί η προσβαλλόμενη 79/2020 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1637/2020