×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/49/2008

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Τρόπος απόδοσης επιταχθείσας για τις ανάγκες του Στρατού έκτασης, μετά την άρση της επίταξης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Η επιταχθείσα από την στρατιωτική υπηρεσία έκταση, μετά την άρση της επιτάξεως, θα πρέπει, με την ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματος που ήθελε προκύψει στη συγκεκριμένη έκταση και περιοχή από οποιαδήποτε αιτία υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, να παραδοθεί στους φερομένους ως κατόχους αυτής κατά τον χρόνο επιβολής της επιτάξεως.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/215/2010

Κήρυξη έκτασης αναδασωτέας που τελεί σε νόμιμο καθεστώς αλλαγής χρήσης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Δασική έκταση που νομίμως είχε παραχωρηθεί για συγκεκριμένη χρήση ή στην οποία είχαν επιτραπεί νόμιμες επεμβάσεις, πρέπει να κηρυχθεί αναδασωτέα στην περίπτωση που απολέσει τη βλάστησή της λόγω πυρκαγιάς, που επισυνέβη μετά μεν την έκδοση των προβλεπομένων διοικητικών πράξεων παραχώρησης χρήσης ή έγκρισης για επέμβαση, πριν δε από την έναρξη εργασιών για την υλοποίηση των επιτρεπόμενων επεμβάσεων ή της παραχώρησης χρήσης.


ΝΣΚ/337/2016

α) Αν στην έννοια του «ιδιοκτήτη» της περ. γ' της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979, περιλαμβάνεται και το Ελληνικό Δημόσιο ή ο ειδικός διάδοχος αυτού, για τις περιπτώσεις που, σε εκτάσεις του που δεν είχαν δασικό χαρακτήρα, προέβη το ίδιο ή ο διάδοχός του σε τεχνητές φυτεύσεις για καλλωπιστικούς λόγους βάσει φυτοτεχνικών μελετών, είτε πριν, είτε μετά την 11-6 -1975.β) Αν το γεγονός ότι η προς χαρακτηρισμό έκταση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της υπ' αριθ. 108424/13-9-1934 απόφασης κήρυξης αναδάσωσης του Υπουργού Γεωργίας, κωλύει το αρμόδιο δασικό όργανο ...(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
α) Στην έννοια του «ιδιοκτήτη», της περ. γ' της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979, περιλαμβάνεται και το Ελληνικό Δημόσιο ή ο ειδικός διάδοχος αυτού, για τις περιπτώσεις που σε εκτάσεις του οι οποίες δεν είχαν δασικό χαρακτήρα προέβη το ίδιο ή ο διάδοχός του σε τεχνητές φυτεύσεις για καλλωπιστικούς λόγους βάσει φυτοτεχνικών μελετών, είτε πριν, είτε μετά την 11-6-1975. β) Ανεξαρτήτως εάν η προς χαρακτηρισμό έκταση που αναφέρεται στο ιστορικό του ερωτήματος περιλαμβάνεται στην αναδάσωση που κηρύχθηκε με την υπ' αριθμ. 108424/1934 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας ή εμπίπτει στις εξαιρέσεις της, πάντως η συμπερίληψη αυτή δεν συνεπάγεται την αυτόματη υπαγωγή της έκτασης στους περιορισμούς της δασικής νομοθεσίας και, συνεπώς, το αρμόδιο δασικό όργανο δεν κωλύεται να προβεί σε χαρακτηρισμό σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν.998/1979. (ομόφ.)


ΝΣΚ/10/2018

Περίπτωση υποχρέωσης μερικής άρσης της επιβληθείσας από το Ελληνικό Δημόσιο κατάσχεσης εις χείρας τρίτου (ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας) , για οφειλές που έχουν συμπεριληφθεί σε αίτηση της οφειλέτιδας του Ελληνικού Δημοσίου περί υπαγωγής των οφειλών της στο Ν 3869/2010, και της ως εκ τούτου υποχρέωσης της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. να επιστρέφει το αποδοθέν από τον τρίτο ποσό – Ζητήματα που ανακύπτουν.  Η φορολογική διοίκηση, στο πλαίσιο της αναμόρφωσης των νομικών και πραγματικών καταστάσεων που διαμορφώθηκαν εκ της επιβολής μη νόμιμης κατάσχεσης εις χείρας τραπεζικού ιδρύματος, ως τρίτου, οφείλει να άρει την επιβληθείσα κατάσχεση και, συνακολούθως, να επιστρέψει στην καθής η εκτέλεση οφειλέτιδα το καταβληθέν από την Τράπεζα προς το Δημόσιο, συνεπεία θετικής δήλωσης, κατασχεθέν ποσό, ως αχρεωστήτως καταβληθέν. Ο τρόπος της επιστροφής (ήτοι αν το ποσό θα πιστωθεί στο λογαριασμό της δικαιούχου από τον οποίο εκταμιεύθηκε ή σε άλλον που η ίδια ήθελε υποδείξει), είναι αδιάφορος και ανάγεται στη σφαίρα των επιλογών της οφειλέτιδας. Ζήτημα συμψηφισμού απαιτήσεων του Δημοσίου με τα (μετά την άρση της επιβληθείσης κατάσχεσης) επιστρεφόμενα ποσά, δεν γεννάται, δεδομένου ότι η επιστροφή θα λάβει χώρα στο πλαίσιο αποκατάστασης της νομιμότητας, από την ενέργεια δε αυτή δεν μπορεί να ωφεληθεί το Δημόσιο με το συμψηφισμό αυτών τούτων των μη νομίμως κατασχεθεισών απαιτήσεων (ομόφ.).


ΝΣΚ/10/2023

Ζητήματα που γεννώνται σχετικά με τη δυνατότητα καταβολής από τη διοίκηση της δικαστικά καθορισμένης αποζημίωσης λόγω αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, ύστερα από την επελθούσα κατά το νόμο αυτοδίκαιη άρση της απαλλοτρίωσης, λόγω μη έγκαιρης παρακατάθεσης της αποζημίωσης .(...)α) Η έκδοση από τη διοίκηση βεβαιωτικής πράξης για την επελθούσα αυτοδίκαιη άρση της απαλλοτρίωσης λόγω παρέλευσης της 18μηνης προθεσμίας συντέλεσης, δεν αναιρεί την υποχρέωσή της να καταβάλει το σύνολο της αποζημίωσης που προσδιορίστηκε οριστικά, στον ιδιοκτήτη που επιθυμεί τη διατήρηση της απαλλοτρίωσης (ομόφωνα). β) Η παραπάνω υποχρέωση για καταβολή αποζημίωσης στον ιδιοκτήτη που επιθυμεί τη διατήρηση της απαλλοτρίωσης, υφίσταται τόσο στην περίπτωση κατά την οποία τηρήθηκαν απ’ αυτόν οι κατά νόμο διατυπώσεις (αίτηση και υπεύθυνη δήλωση στη διοικητική αρχή) όσο και στην περίπτωση που η βούλησή του εκδηλώνεται με την άσκηση αγωγής ή την έκδοση διαταγής πληρωμής για την είσπραξη της αποζημίωσης (ομόφωνα). Στη δε ως άνω (β’) υποπερίπτωση υφίσταται υποχρέωση προς πληρωμή του νομίμου τόκου από την επίδοση της αγωγής ή της διαταγής πληρωμής και μέχρι την εξόφληση (κατά πλειοψηφία). γ) Η καταβολή της αποζημίωσης στον ιδιοκτήτη που επιθυμεί την αναβίωση της απαλλοτρίωσης είναι ανεξάρτητη από την κατάληψη ή μη της απαλλοτριωθείσας έκτασης από τον υπερού η απαλλοτρίωση (ομόφωνα). δ) Εάν τελικώς καταβληθεί η αποζημίωση στον καθ’ ου η απαλλοτρίωση, η διοίκηση υποχρεούται να ενεργήσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση για τη μεταγραφή της απόφασης κήρυξης αυτής, στο κατά τόπον αρμόδιο υποθηκοφυλακείο και Κτηματολογικό Γραφείο, προσκομίζοντας μεταξύ άλλων, τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης για τη συγκεκριμένη ιδιοκτησία. Περαιτέρω για λόγους ασφαλείας του δικαίου, δύναται να ανακαλέσει την προηγουμένως εκδοθείσα διαπιστωτική πράξη περί αυτοδίκαιης άρσης της απαλλοτρίωσης, ως εκδοθείσα για πλάνη περί τα πράγματα, με τον τύπο και διαδικασία που επιβάλλονται από το νόμο για την έκδοσή της (ομόφωνα). ε) Στην περίπτωση διατήρησης της απαλλοτρίωσης μετά από υποβολή αίτησης και υπεύθυνης δήλωσης του καθ’ου η απαλλοτρίωση, οι αξιώσεις του για καταβολή ιδιαίτερης αποζημίωσης λόγω μείωσης της αξίας του εδαφικού τμήματος ακινήτου που απέμεινε εκτός απαλλοτρίωσης και αποζημίωσης μετά την αναγνώριση μη ύπαρξης ωφέλειάς του ιδιοκτήτη του απαλλοτριωμένου ακινήτου που αποκτά πρόσωπο σε διανοιγόμενη εθνική οδό, δεν συνιστούν περίπτωση απαγορευμένου ανακαθορισμού σύμφωνα με την παρ. 3 του αρ. 11 του Κ.Α.Α.Α (ομόφωνα).


ΝΣΚ/114/2023

Ζητήματα που γεννώνται σχετικά με τη δυνατότητα ανταλλαγής ακινήτων εντός της πόλης του Ηρακλείου Κρήτης, εκτός εγκεκριμένου σχεδίου, στα πλαίσια εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 2 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων.(...)α) Συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την ανταλλαγή, στα πλαίσια εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 2 του Κ.Α.Α.Α., δύο τμημάτων οικοπέδου που βρίσκεται εντός της πόλης του Ηρακλείου Κρήτης, εκτός εγκεκριμένου σχεδίου, και συγκεκριμένα του τμήματος έκτασης 454 τ.μ. που ανήκει στο Δημόσιο μετά τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης και δεν χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση του έργου ή για την εκπλήρωση άλλου σκοπού δημόσιας ωφέλειας, με το αντίστοιχης έκτασης τμήμα που καταλήφθηκε παράνομα για την υλοποίηση του έργου (ομόφωνα). β) Αρμόδια υπηρεσία να συναινέσει στην προτεινόμενη ανταλλαγή είναι η αρμόδια για την καταγραφή και διαχείριση των ακινήτων του Δημοσίου υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Το Τμήμα Απαλλοτριώσεων της Διεύθυνσης (Δ25) του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, οφείλει προηγουμένως να μεριμνήσει προκειμένου να καταγραφεί ως δημόσιο κτήμα η έκταση των 454 τ.μ. που απαλλοτριώθηκε, πλην όμως δεν χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση του παραπάνω έργου, ούτε για άλλον σκοπό δημόσιας ωφέλειας. Αρμόδια υπηρεσία για τη θεώρηση του τοπογραφικού διαγράμματος που θα προσαρτηθεί στην οικεία συμβολαιογραφική πράξη της ανταλλαγής, είναι το Τμήμα Τοπογραφήσεων και Τοπογραφικών Εφαρμογών της Διεύθυνσης (Δ25) του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών (ομόφωνα). γ) Για την έκδοση της απόφασης έγκρισης της ανταλλαγής, αρμόδιος είναι ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, από κοινού με τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, η δε αρμοδιότητα της τελικής υπογραφής της ως άνω εγκριτικής απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του ν. 4622/2019 (περί επιτελικού κράτους), ανήκει στους Προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων των Υπουργείων Υποδομών και Μεταφορών και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών (ομόφωνα). δ) Κατά την υπογραφή του συμβολαίου της ανταλλαγής, το Δημόσιο εκπροσωπείται από τον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, ο οποίος δύναται να εξουσιοδοτήσει εγγράφως για την υπογραφή του τον Προϊστάμενο της οικείας Κτηματικής Υπηρεσίας ή άλλης Υπηρεσίας του νομού Ηρακλείου (ομόφωνα).


ΕΣ/ΤΜ.6/1294/2018

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Αίτηση  ανάκλησης της 279/2018 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με τα δεδομένα αυτά και λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων του φακέλου, το Τμήμα κρίνει ότι ο καθορισμός του ακριβούς τρόπου αντιμετώπισης των προβλημάτων καταπτώσεων του πρανούς στην πλαζ «Βοτσαλάκια» απαιτούσε την εκπόνηση πλήρων και εμπεριστατωμένων γεωλογικών και γεωτεχνικών μελετών πριν από την ανάθεση εκτέλεσης του έργου, τις οποίες, όμως, η Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου .... δεν είχε την τεχνική ικανότητα να εκπονήσει, τόσο λόγω έλλειψης των αναγκαίων τεχνικών μέσων όσο και λόγω μη ύπαρξης του αναγκαίου εξειδικευμένου τεχνικού προσωπικού (βλ. σχ. την αίτηση). Ειδικότερα, απαιτούνταν η διενέργεια δειγματοληπτικών γεωτρήσεων, η τεχνικογεωλογική αποτύπωση του πρανούς και ο γεωτεχνικός σχεδιασμός των έργων με χρήση ειδικών προγραμμάτων. Για το λόγο αυτό, κατά την κατάρτιση των τευχών δημοπράτησης της αρχικής σύμβασης, ο Δήμος .... προέβλεψε την εκτέλεση περιορισμένης έκτασης εργασιών για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του πρανούς, με βάση τα τεχνικά δεδομένα που ήταν σε θέση να διαθέτει κατά το χρόνο εκείνο. Ταυτόχρονα δε, συμπεριελήφθη στη σύμβαση σαφής πρόβλεψη για την ανάθεση στον ανάδοχο της εκπόνησης των αναγκαίων μελετών με σκοπό: α) τον έλεγχο της επάρκειας των προγραμματισμένων από την αρχική σύμβαση τεχνικών έργων για την αντιμετώπιση του γεωλογικού φαινομένου των κατολισθήσεων με χρήση ειδικών τεχνικών μέσων από εξειδικευμένο προσωπικό και β) την επικαιροποίηση των τεχνικών έργων, λόγω του γεγονότος ότι το προς αντιμετώπιση γεωλογικό φαινόμενο είναι σε εξέλιξη. Με τον τρόπο αυτό προβλέφθηκε να προσδιορισθεί, κατά τη φάση εκτέλεσης του έργου, η ακριβής φύση και έκταση των απαραίτητων για την επίλυση των προβλημάτων του πρανούς εργασιών. Παράλληλα, στον προϋπολογισμό μελέτης προβλέφθηκε η ύπαρξη κονδυλίου απολογιστικών εργασιών, από την ανάλωση του οποίου, σύμφωνα με την Τεχνική Περιγραφή, θα χρηματοδοτηθούν τόσο η εκπόνηση των ανατεθεισών στον ανάδοχο μελετών αυτών όσο και η εκτέλεση από αυτόν των αναγκαίων εργασιών. Ο τρόπος δε αυτός εκτέλεσης του επίμαχου έργου κρίθηκε νόμιμος με την 382/2015 πράξη του Ε΄ Κλιμακίου. Στη συνέχεια, μετά την εκπόνηση, με ευθύνη του αναδόχου, κατά το μήνα Μάρτιο του 2016 (ήτοι τρία χρόνια μετά τη σύνταξη των συμβατικών τευχών από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου) γεωτεχνικής έρευνας και μελέτης, τεχνικογεωλογικής έκθεσης και γεωλογικής μελέτης, προσδιορίσθηκαν επακριβώς οι αναγκαίες επεμβάσεις επί του πρανούς και προέκυψε η ανάγκη σύναψης της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης, δοθέντος ότι η τελική προμέτρηση των εργασιών υπερέβαινε το ύψος του κονδυλίου των απολογιστικών εργασιών. Ενόψει των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι η ανάγκη εκτέλεσης των επίμαχων συμπληρωματικών εργασιών οφείλεται σε απρόβλεπτες περιστάσεις, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση και την υπέρ αυτής παρέμβαση. Τούτο, διότι κατά τη φάση δημοπράτησης του έργου η Τεχνική Υπηρεσία του αιτούντος Δήμου, εξαιτίας της αδυναμίας της να εκπονήσει πλήρη γεωλογική και γεωτεχνική μελέτη, δεν μπορούσε να προσδιορίσει την ακριβή έκταση και το κόστος των αναγκαίων επεμβάσεων επί του πρανούς, ώστε οι σχετικές εργασίες να προμετρηθούν με ακρίβεια. Για το λόγο δε αυτό, κατά τη σύνταξη της αρχικής μελέτης, ο Δήμος προέβη σε μία κατ’ αρχήν εκτίμηση των αναγκαίων εργασιών, ο ακριβής δε συνολικός προσδιορισμός τόσο του κόστους όσο και της φύσης των εργασιών κατέστη δυνατός μόνο μετά την εκπόνηση των συμβατικά προβλεπόμενων μελετών. Δοθέντος δε, ότι η κατάσταση του πρανούς μεταβάλλεται με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι κατολισθήσεις συνιστούν δυναμικά εξελισσόμενα γεωλογικά φαινόμενα, το μεγαλύτερο του αρχικά υπολογιζόμενου κόστος των εργασιών, που φέρονται προς εκτέλεση με την επίμαχη συμπληρωματική σύμβαση, οφείλεται και στο γεγονός ότι από το χρόνο αρχικού σχεδιασμού του έργου έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο μεταβλήθηκαν τα γεωλογικά δεδομένα της περιοχής του πρανούς, λόγω μη ανάσχεσης του φαινομένου των κατολισθήσεων. Τούτων δοθέντων, και λαμβανομένου υπόψη ότι η εκτέλεση των συμπληρωματικών αυτών εργασιών είναι αναγκαία για την ολοκλήρωση της επίμαχης εργολαβίας, από την οποία δεν μπορούν να διαχωριστούν τεχνικά, συντρέχουν οι προϋποθέσεις σύναψης της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης.Ανακαλεί την 279/2018 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου


ΕΣ/ΚΛ.Ε/135/2018

ΈΡΓΟ-Συμπληρωματική σύμβαση:Κατά τη γνώμη, όμως, της εισηγήτριας της υπόθεσης Πελαγίας Δοξάκη, η νομιμότητα του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης θα έπρεπε να κριθεί από το Κλιμάκιο σε σχέση με τις επικαλούμενες από την αναθέτουσα αρχή διατάξεις των άρθρων 57 και 28 περ. β του ν. 3669/2008 (Α΄ 116) «Κύρωση της Νομοθεσίας Κατασκευής Δημοσίων Έργων», που αφορούν στις συμπληρωματικές συμβάσεις. Υπό το πρίσμα αυτό εξεταζόμενες, για τις κρίσιμες εν προκειμένω εργασίες κατεδάφισης, που αποτελούν αντικείμενο της υποβληθείσας προς έλεγχο σύμβασης, διαπιστώνεται ότι ελλείπει η βασική - και σωρευτικώς απαιτούμενη για τον χαρακτηρισμό τους ως συμπληρωματικών εργασιών, κατά την έννοια του νόμου - προϋπόθεση, ήτοι να κατέστησαν αυτές αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων. Και τούτο διότι οι επικαλούμενες από την αναθέτουσα αρχή ρυθμίσεις του ν. 4414/2016 δεν επέφεραν κάποια μεταβολή σε σχέση με τα δεδομένα, που είχε υπόψη της η αναθέτουσα αρχή κατά τον χρόνο δημοπράτησης του αρχικού έργου. Τούτο δε διότι, και μετά την τροποποίηση που επέφερε ο ν. 4414/2016 στο ρυμοτομικό σχέδιο της περιοχής, το Ο.Τ. 25Α, επί του οποίου θα ανεγείρετο το τέμενος, περιελάμβανε το σύνολο της παραχωρηθείσας - και εξαρχής γνωστής και προβλεφθείσας στη μελέτη του έργου - έκτασης (περί αυτού βλ. το αναφερόμενο στη σκέψη ΙΙΙ στοιχ. ix υπ’ αριθμ. πρωτ. Δ21/181/Φ ΤΕΜΕΝΟΣ/16.2.2018 έγγραφο της αναθέτουσας αρχής). Περαιτέρω, με τη διάταξη του ως άνω νόμου για υποχρεωτική κατεδάφιση των υφισταμένων κτιρίων στην έκταση του Ο.Τ. 25Α δεν εισάγεται νέα ρύθμιση, αλλά καθίστανται απλώς άμεσα εφαρμόσιμοι οι υφιστάμενοι ήδη από το έτος 1995 - και γνωστοί, επομένως, στην αναθέτουσα αρχή - πολεοδομικοί όροι και περιορισμοί, που ισχύουν στην περιοχή. Επιπροσθέτως, η επικαλούμενη κατάργηση της δυνατότητας ανέγερσης του τεμένους «με μετασκευή υφισταμένων κτιρίων» που προβλεπόταν στο ν. 4014/2011, ουδέν, επίσης, μετέβαλε σε σχέση με όσα προβλέφθηκαν στην εγκριθείσα οριστική μελέτη του έργου – με βάση την οποία δημοπρατήθηκε το έργο-, ως προς τον τρόπο ανέγερσης του τεμένους, ο οποίος αφορούσε (κατά τη μελέτη) όχι σε μετασκευή των υφισταμένων κτιρίων, αλλά σε ανέγερση αυτοτελώς νέου κτίσματος. Πλην, η γνώμη αυτή δεν εκράτησε. ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ/ΕΠΤΑΜ/1317/2018

 
 

ΣΤΕ ΕΑ 71/2009

ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ:Επειδή, προβάλλεται ότι η βαθμολόγηση της παρεμβαίνουσας σύμπραξης είναι μη νόμιμη διότι, κατά παράβαση του άρθρου 7 παρ. 6β του Ν. 3316/2005, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο δημοσίευσης της διακήρυξης, της οποίας κατισχύει, τα μέλη της εν λόγω σύμπραξης αναγράφουν στους πίνακες ανειλημμένων υποχρεώσεων μόνον τις εκπονούμενες μελέτες της κατηγορίας ή των κατηγοριών στις οποίες μετέχουν στο διαγωνισμό και όχι όλες τις εκπονούμενες μελέτες και παρεχόμενες υπηρεσίες που συνιστούν το συνολικό μελετητικό φόρτο. Η αιτίαση όμως αυτή δεν πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμη, δεδομένου ότι στο υπόδειγμα 3 (του προσαρτήματος ΙΙΙ), σύμφωνα με το οποίο, κατά το άρθρο 23.2.4 της διακήρυξης, καταρτίζεται ο Πίνακας Ανειλημμένων Υποχρεώσεων, ρητώς προβλέπεται ότι ο κατάλογος (εκπονούμενων μελετών ή υπηρεσιών) συμπληρώνεται με όλες τις εκπονούμενες μελέτες «στην κατηγορία στην οποία συμμετέχει ο υποψήφιος». Απαραδέκτως εξ άλλου η αιτούσα σύμπραξη αμφισβητεί παρεμπιπτόντως τη νομιμότητα του εν λόγω ειδικού όρου της διακήρυξης με την υπό κρίση αίτηση, η οποία στρέφεται κατά της αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών. Εν όψει δε αυτού, αβασίμως η αιτούσα είχε προβάλει με την προδικαστική προσφυγή της και επαναλαμβάνει με την υπό κρίση αίτηση, ότι όφειλε η Επιτροπή Διαγωνισμού να καλέσει τον συντονιστή της παρεμβαίνουσας σύμπραξης «να προσκομίσει συμπληρωματικό υποτεύχος ανειλημμένων υποχρεώσεων όλων των μελών της σύμπραξης, πέραν των κατηγοριών μελετών στις οποίες μετέχουν τα μέλη με τα πτυχία τους στο σχήμα». Επίσης, δεν πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμη, η αιτίαση που είχε προβληθεί με την προσφυγή και επαναλαμβάνεται με την υπό κρίση αίτηση, σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή διαγωνισμού, όφειλε, εν όψει του ότι χαρακτηρίζει στο Πρακτικό ΙΙ μέτριες τις ανειλημμένες υποχρεώσεις της παρεμβαίνουσας σύμπραξης και περιορισμένης έκτασης της αιτούσης σύμπραξης, «να προβεί σε προσεγγιστικότερη εκτίμηση της διαφοροποίησης αυτής βάσει των στοιχείων των φακέλλων, ώστε να υπάρξει συσχετισμός των ανειλημμένων υποχρεώσεων των δύο ομάδων, αποτιμώμενες σε αμοιβές ανεκτέλεστων τμημάτων ανειλημμένων μελετών ή υπηρεσιών συμβούλου». Και τούτο διότι η αιτούσα είχε αορίστως υποστηρίξει με την προσφυγή της ότι, μετά από σχετική σύγκριση, διεπίστωσε ότι «η ομάδα μελέτης οδού της σύμπραξης 2 [της παρεμβαίνουσας] έχει πολλαπλάσιες ανειλημμένες υποχρεώσεις από τις αντίστοιχες στο στάδιο 7 [της αιτούσης]», χωρίς δηλαδή να παραθέτει συγκεκριμένα στοιχεία τα οποία θα υποχρέωναν την αναθέτουσα αρχή σε αιτιολογημένη απόρριψη της κρινόμενης αιτίασης. Τέλος, ο ισχυρισμός ότι η ισοβαθμία των τεχνικών προσφορών των δύο συμπράξεων είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα έχει ως συνέπεια οι σταθμισμένες βαθμολογίες των δύο συμπράξεων να είναι ίδιες μετά το άνοιγμα των οικονομικών προσφορών, με αποτέλεσμα, εφόσον ισοβαθμήσουν στην πρώτη θέση, το αδιέξοδο και την αναγκαστική ακύρωση του διαγωνισμού, απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με την υπό κρίση αίτηση, αν ήθελε θεωρηθεί ότι συνιστά συγκεκριμένη αιτίαση κατά της προσβαλλόμενης πράξης.Επειδή, κατόπιν αυτών πρέπει να απορριφθεί η αίτηση και να γίνει δεκτή η παρέμβαση


ΕλΣυν/Τμ.6/2245/2011

Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη δεύτερη σκέψη της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών δεν αιτιολογείται ως προς το προαπαιτούμενο της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων εκ μέρους του αρμοδίου για την έκδοση της σχετικής απόφασης Διευθυντή Συγκοινωνιακών Έργων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων, απορριπτομένων ως αβασίμων των σχετικών λόγων ανάκλησης περί συνδρομής των περιστάσεων αυτών και περί της ύπαρξης επαρκούς αιτιολογίας στην αιτιολογική έκθεση. Συγκεκριμένα, ως προς τον πρώτο λόγο ανάκλησης, η ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή που υποστηρίζεται από το Υπουργείο, αλλά και την παρεμβαίνουσα σύμπραξη, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης περίστασης κάθε επισυμβάντος κατά τη μελετητική διαδικασία ευρήματος το οποίο δεν είχε αντιμετωπιστεί επακριβώς από την αναγνωριστική μελέτη, θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου το οποίο, ως ενσωματώθηκε με το ν.3316/2005, επιτάσσει τη μη τροποποίηση ουσιώδους όρου (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου) του διαγωνισμού μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελετών, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας. Αβασίμως, δε προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι όταν η δημοπράτηση μίας μελέτης γίνεται επί τη βάσει αναγνωριστικής μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν, κατά την εκπόνηση των επόμενων σταδίων της μελέτης, διαφοροποιήσεις και μάλιστα ουσιώδεις στα επιμέρους θέματα, για το λόγο αυτό δε και η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο προεκτιμώμενη, διότι από τη στιγμή που θεσπίστηκε η οικονομική προσφορά στους διαγωνισμούς του ν.3316/2005 απαιτείται ο κατά το δυνατόν ακριβής προσδιορισμός του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης, συνάρτηση του οποίοι αποτελεί και το οικονομικό της αντικείμενο. Άλλωστε, η αναθέτουσα αρχή όφειλε να προβλέψει και να εκτιμήσει πριν από τη διενέργεια του διαγωνισμού για τη σύναψη της αρχικής σύμβασης την ανάγκη συμπερίληψης σε αυτή των υπόψη συμπληρωματικών εργασιών, δεδομένου ότι οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να συντάσσουν τους όρους της προκήρυξης διαγωνισμού, αφού έχουν προηγουμένως αναλύσει διεξοδικά όλες τις σχετικές περιστάσεις μετά από επικαιροποίηση των υπαρχόντων στοιχείων του φακέλου (βλ. άρθρα 4 και 7 παρ. 2 εδ. β και 4 εδ. α του ν.3316/2005, σχετικά με την επικαιροποίηση των στοιχείων του φακέλου του έργου). Περαιτέρω και στην αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει το πίνακα συμπληρωματικών εργασιών δεν περιέχεται επαρκής αιτιολογία, όπως αβασίμως προβάλλεται με την αίτηση ανάκλησης. Συγκεκριμένα στην αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει την συμπληρωματική σύμβαση, αναφέρεται η ανάγκη σχεδιασμού παράπλευρων οδών, λόγω της αναμενόμενης αστικοποίησης της περιοχής, χωρίς όμως να δίνεται οποιαδήποτε αιτιολόγηση σε τι συνίσταται το απρόβλεπτο. Περαιτέρω αναφέρεται ότι η χρήση ακριβέστερων υποβάθρων και η αναγκαιότητα σεβασμού του φυσικού περιβάλλοντος οδήγησε σε μια σειρά από αλλαγές στα αναγκαία τεχνικά έργα, που αφορούν είτε αντικατάσταση των αρχικώς εκτιμηθέντων, αντικατάσταση, που όπως η ίδια αναφέρει, είναι αναμενόμενο να προκύψει κατά τη λεπτομερέστερη μελέτη οδοποιίας, είτε στη χάραξη νέων λόγω της ανάγκης γεφύρωσης υφισταμένων ρεμάτων, ότι προέκυψε επίσης ανάγκη για διαμορφώσεις στην κοίτη παρακείμενων της οδού ρεμάτων και μικρής κλίμακας αλλαγές στους διάφορους οχετούς. Αντίθετα δε γίνεται καμία αναφορά στις αποτυπώσεις της αναγνωριστικής μελέτης και στα σημεία που αυτή παρουσίασε ελλείψεις, ώστε να πρέπει να γίνουν διαφοροποιήσεις, ούτε περαιτέρω αιτιολογείται ότι οι διαφοροποιήσεις αυτές είναι τέτοιας έκτασης, που υπερβαίνουν τις αναμενόμενες, ενόψει του ότι πρόκειται για αναγνωριστική μελέτη, και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί από τους αναδόχους μελετητές κατά την σύνταξη της προσφοράς τους και, συνεπώς, ορθά το Κλιμάκιο, με την προσβαλλόμενη πράξη του έκρινε ότι δεν αποδεικνύεται με επαρκή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η συνδρομή απρόβλεπτης περίστασης, πολλώ μάλλον που ορισμένες συμπληρωματικές μελέτες, όπως αυτές που αφορούν σε επιπλέον παράπλευρες οδούς, αφορούν απλώς σε επέκταση του φυσικού αντικειμένου του έργου. Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της αναθέτουσας αρχής ότι τα αρμόδια όργανά της, συγγνωστώς υπέλαβαν ότι η σύναψη της κρινόμενης συμβάσεως είναι νόμιμη. Τούτο δε καθόσον πλάνη και δη συγγνωστή δεν χωρεί εν προκειμένω διότι υπάρχει, από μακρού χρόνου, σταθερότητα της νομοθεσίας και της νομολογίας ως προς τις προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικών συμβάσεων.


ΝΣΚ/265/2005

Αναγνώριση πτυχίων ιατρικής των δέκα (10) νέων κρατών-μελών της Ε.Ε., με σκοπό τη χορήγηση αδείας ασκήσεως επαγγέλματος.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Τα πτυχία ιατρικής των δέκα (10) νέων κρατών-μελών της Ε.Ε., με σκοπό τη χορήγηση στους κατόχους τους αδείας ασκήσεως επαγγέλματος, αναγνωρίζονται υπό τις κάτωθι διακρίσεις: 1) Τα πτυχία, που θα χορηγηθούν στο μέλλον από τα δέκα (10) νέα κράτη-μέλη και θα πιστοποιούν εκπαίδευση, που θα έχει αρχίσει μετά την ένταξη των ανωτέρω κρατών στην Ε.Ε., δηλαδή μετά την 1-5-2004: 1α) Εάν οι ονομασίες τους αντιστοιχούν στις περιλαμβανόμενες στον πίνακα της παρ.2 του άρθρου 5 του ΠΔ 84/86 (παράρτημα Α΄ της οδηγίας 19/2001/ΕΚ), πρέπει να αναγνωρίζονται (στο μέλλον) αυτομάτως και άνευ επιφυλάξεων (άρθρα 2, 3 και 6 ΠΔ 84/86 και 2 της οδηγίας 93/16/ΕΟΚ). 1β) Εάν οι ονομασίες τους δεν αντιστοιχούν στον ανωτέρω πίνακα, πρέπει να αναγνωρίζονται, εφόσον συνοδεύονται από πιστοποιητικό της αρμοδίας αρχής ή οργανισμού του κράτους προελεύσεως, που θα βεβαιώνει, αφενός μεν ότι χορηγήθηκαν ύστερα από την περάτωση εκπαιδεύσεως και καταρτίσεως, σύμφωνης προς το άρθρο 23, αφετέρου δε ότι θεωρούνται από το κράτος-μέλος προελεύσεως ισοδύναμα προς εκείνα που αναφέρονται στον πίνακα (άρθρο 26 ΠΔ 84/86 και 42β της οδηγίας 93/16/ΕΟΚ). (ομοφ.) 2) Τα πτυχία, που έχουν χορηγηθεί στην πρώην Σοβιετική Ένωση, στην πρώην Τσεχοσλοβακία, και στην πρώην Γιουγκοσλαβία ή πιστοποιούν εκπαίδευση, που άρχισε στις χώρες αυτές πριν από τις οριζόμενες στις διατάξεις του άρθρου 9α της οδηγίας 93/16/ΕΟΚ ημερομηνίες, αναγνωρίζονται, μόνο εφόσον οι αρμόδιες αρχές της Εσθονίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Σλοβακίας, της Σλοβενίας ή της Τσεχίας, κατά περίπτωση, βεβαιώνουν ότι έχουν την ίδια ισχύ με τα πτυχία, που χορηγούν οι ίδιες, καθώς επίσης, ότι οι κάτοχοί τους έχουν ασκήσει πραγματικώς και νομίμως στις χώρες αυτές το ιατρικό επάγγελμα επί τρία τουλάχιστον έτη κατά την πενταετία, που προηγείται της ημερομηνίας εκδόσεως της σχετικής βεβαιώσεως (άρθρο 9α της οδηγίας 93/16/ΕΟΚ). (ομοφ.) 3) Τα χορηγηθέντα μέχρι σήμερα πτυχία, αλλά και όσα πρόκειται να χορηγηθούν στο μέλλον, που θα πιστοποιούν εκπαίδευση που άρχισε πριν την 1-5-2004: 3α) Εφόσον δεν βεβαιώνεται ότι ανταποκρίνονται στις ποιοτικές και ποσοτικές απαιτήσεις του άρθρου 23 της οδηγίας 93/16/ΕΟΚ, τεκμαίρεται ότι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές, και, επομένως, πρέπει να αναγνωρίζονται, ανεξαρτήτως ονομασίας, μόνο εφόσον συνοδεύονται από βεβαίωση, που θα πιστοποιεί, ότι ο κάτοχός τους έχει ασκήσει στη χώρα, προελεύσεως ή καταγωγής πραγματικώς και νομίμως το ιατρικό επάγγελμα επί τρία τουλάχιστον συνεχή έτη, κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται της χορηγήσεως της βεβαιώσεως αυτής (άρθρα 9 παρ.1 οδηγίας 93/16/ΕΟΚ και 12 παρ.1 ΠΔ 84/86). 3β) Εάν αντιθέτως πιστοποιείται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 23 της οδηγίας 93/16/ΕΟΚ, : - όταν οι ονομασίες τους αντιστοιχούν στις περιλαμβανόμενες στον πίνακα της παρ.2 του άρθρου 5 του ΠΔ 84/86 (παράρτημα Α΄ της οδηγίας 19/2001/ΕΚ), πρέπει να αναγνωρίζονται, εάν συνοδεύονται από πιστοποιητικό της αρμοδίας αρχής του κράτους-μέλους προελεύσεως, που θα βεβαιώνει, ότι πράγματι πληρούν όλες τις απαιτήσεις, ποιοτικές και ποσοτικές, του ως άνω άρθρου 23 (άρθρα 9 παρ.1 και παρ.11 του προοϊμίου της οδηγίας 93/16/ΕΟΚ, άρθρα 2, 6 και 12 παρ.1 ΠΔ 84/86), - όταν οι ονομασίες τους δεν αντιστοιχούν στις περιλαμβανόμενες στον πίνακα της παρ.2 του άρθρου 5 του ΠΔ 84/86 (παράρτημα Α΄ της οδηγίας 19/2001/ΕΚ), πρέπει να αναγνωρίζονται, εάν συνοδεύονται από πιστοποιητικό της αρμοδίας αρχής του κράτους-μέλους προελεύσεως, που θα βεβαιώνει τόσο ότι πράγματι πληρούν όλες τις απαιτήσεις, ποιοτικές και ποσοτικές, του άρθρου 23, όσο και ότι οι αρμόδιες αρχές της χώρας αυτής τα θεωρούν ισότιμα με εκείνα, που αναφέρονται στον ανωτέρω πίνακα (άρθρα 9 παρ.5 οδηγίας 93/16/ΕΟΚ και 12 παρ.5 ΠΔ 84/86). (πλειοψ.) Σε κάθε περίπτωση τυχόν απορριπτικές αποφάσεις των κατά τόπο αρμοδίων νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων πρέπει να είναι νομίμως αιτιολογημένες. Οι υπηρεσίες αυτές, όμως, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχουν δικαιολογημένες αμφιβολίες, δύνανται να απαιτήσουν από τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους, που έχει χορηγήσει τον υπό αναγνώριση τίτλο, βεβαίωση τόσο της γνησιότητας αυτού, όσο και του ότι ο κάτοχός του έτυχε πράγματι της απαιτουμένης από το άρθρο 23 της οδηγίας 93/16/ΕΟΚ εκπαιδεύσεως (άρθρο 22 οδηγίας 93/16/ΕΟΚ), η βεβαίωση δε αυτή δύναται, προς άρση κάθε αμφιβολίας, να απαιτηθεί και από τον φορέα που χορήγησε τον τίτλο.