ΝΣΚ/82/2010
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Παραγραφή απαιτήσεων πραγματογνώμονα κατά του Δημοσίου.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Αξιώσεις πραγματογνώμονα για καταβολή της αμοιβής και των εξόδων του, λόγω σύνταξης έκθεσης πραγματογνωμοσύνης που διατάχθηκε με απόφαση Εφέτη Ανακριτή, παραγράφεται μετά την πάροδο πενταετίας, που αρχίζει αμέσως μετά το τέλος του έτους παράδοσης της έκθεσης.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/423/2001
Μετοχικό Ταμείο Ναυτικού. Μέρισμα. Παραγραφή.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Το θεμελιωτικό δικαίωμα για λήψη μερίσματος δεν υπόκειται σε παραγραφή, οι επί μέρους όμως αξιώσεις για την καταβολή μερισμάτων, μετά την αναγνώριση του θεμελιωτικού δικαιώματος, υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 87 του ΠΔ 21/31 Οκτ.1932 Περί Κωδικοποιήσεως Νόμων Περί Μετοχικού Ταμείου Πολεμικού Ναυτικού, η οποία αρχίζει από την επομένη της ημέρας που γεννήθηκαν κατέστησαν δικαστικά επιδιώξιμες και λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ημέρας του τελευταίου έτους, διακόπτεται δε η παραγραφή αυτή με την άσκηση αγωγής στα τακτικά δικαστήρια ή με την υποβολή αίτησης στο ΜΤΝ για την πληρωμή του μερίσματος και αρχίζει εκ νέου από την επομένη κάθε μιας από τις πράξεις διακοπής και συμπληρώνεται με την παρέλευση της πενταετούς προθεσμίας.
Ελ.Συν.Κλ.7/140/2015
Η παραγραφή των αξιώσεων των φερόμενων ως δικαιούχων πρώην Προέδρων του Δ.Σ. της Δ.Ε.Υ.Α.Κ., για την καταβολή σ’ αυτούς της, κατ’ άρθρο 3 παρ. 7 του ν.1069/1980, οφειλόμενης αποζημίωσης για τις υπηρεσίες που παρείχαν στην επιχείρηση α) του …, για το χρονικό διάστημα 1.1.2008 – 31.12.2008 , αρχίζει από 1.1.2009 και λήγει πέντε (5) χρόνια μετά, στις 31.12.2013, διακόπηκε δε η εν λόγω παραγραφή με την έκδοση, για την πληρωμή της, το έτος 2013 του υπ’ αριθμ. 471 χρηματικού εντάλματος πληρωμής και άρχισε, από 1.1.2014, νέα παραγραφή, β) του …., για το χρονικό διάστημα 1.3.2009 – 31.12.2009 , αρχίζει από 1.1.2010 και λήγει, σε κάθε περίπτωση, πέντε (5) μετά, στις 31.12.2014, και γ) του ίδιου αμέσως πιο πάνω δικαιούχου, για το χρονικό διάστημα 1.1.2010 – 31.12.2010, αρχίζει από 1.1.2011 και λήγει, σε κάθε περίπτωση, πέντε (5) μετά, στις 31.12.2015. Επομένως, τόσο κατά το χρόνο αναδοχής, από το Δήμο, των χρεών της Δ.Ε.Υ.Α.Κ., με την 253/19.9.2012 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του, όσο και κατά την έκδοση των επίμαχων χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής το έτος 2014, δεν είχε συμπληρωθεί η, οριζόμενη από το άρθρο 250 παρ. 7 Α.Κ., πενταετής παραγραφής των ως άνω αξιώσεων των φερόμενων ως δικαιούχων των εν λόγω χρηματικών ενταλμάτων πρώην Προέδρων του Δ.Σ. της επιχείρησης, όπως αβασίμως προβάλλεται με το μοναδικό λόγο διαφωνίας της Επιτρόπου. Κατ’ ακολουθίαν τούτου, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι κανονικές ..
ΣΤΕ/1919/2019
Ολοκλήρωση αυτοκινητόδρομου...Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, επί εμπρόθεσμης υποβολής αιτήσεως για τακτική αναθεώρηση, εάν χορηγηθεί νέα βεβαίωση, αυτή αρχίζει, κατά νόμον, να ισχύει αμέσως μετά τη λήξη της παλαιάς, η προβλεπόμενη δε στην Δ15/οικ/4036/20014 υ.α. “παράταση” της ισχύος της παλαιάς βεβαιώσεως για 90 ημέρες, συνιστά έντονη υπόδειξη προς την αρμόδια υπηρεσία, προκειμένου αυτή να εξετάζει τη συνδρομή των προϋποθέσεων και να εκδίδει γρήγορα την σχετική απόφαση, και, επί αποδοχής από το αρμόδιο όργανο της εμπροθέσμως υποβληθείσης αιτήσεως αναθεωρήσεως, δεν ανατρέπει τον κανόνα, κατά τον οποίο η ισχύς της νέας βεβαιώσεως ανατρέχει στον χρόνο λήξεως της προηγουμένης, οι ΔΟΥ/οικ. .../14.1.2019 και ΔΟΥ/ .../8.2.2019 αποφάσεις του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών δεν αιτιολογούνται νομίμως, όπως βασίμως προβάλλεται.
ΠΟΛ.ΠΡΩΤ.ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ/4029/2020
Σύμβαση έργου....Συνεπώς, εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη δεν προέβησαν σε αμοιβαίες υποχωρήσεις, όπως απαιτείται κατά τα αναφερόμενα στην πιο πάνω νομική σκέψη για το κύρος της σύμβασης συμβιβασμού, η σύμβαση αυτή συνιστά αιτιώδη αναγνώριση εκ μέρους του εναγομένου του χρέους που επρόκειτο να προκύψει από την τελικές επιμετρήσεις του πραγματογνώμονα μηχανικού (άρθρο 361 ΑΚ), χαρακτηρισμός άλλωστε που ιστορείται ότι προσδόθηκε σε αυτήν από τα συμβαλλόμενα μέρη κατά την κατάρτισή της. Περαιτέρω, η σύμβαση αυτή δεν αντίκειται στα χρηστά ήθη ώστε να είναι άκυρη κατά τη διάταξη του άρθρου 178 AK, καθόσον το ποσό που συμφωνήθηκε ότι τελικά θα οφείλεται δεν προσδιορίστηκε μονομερώς από το εναγόμενο, αλλά εξαρτήθηκε από το πόρισμα της έκθεσης του πολιτικού μηχανικού που ανέλαβε την τελική κοστολόγηση των εργασιών και των υλικών του επιδίκου έργου, η οποία, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση της αντικειμενικότητάς της, θα ήταν δυνατόν να καταλήξει σε κρίση ως προς το οφειλόμενο ποσό ίδια ή παραπλήσια με το ποσό για το οποίο εκτίθεται ότι εξεδόθη και η επιταγή σε διαταγή της ενάγουσας μετά την παράδοση του έργου. Η δε ενάγουσα ιστορείται ότι αποδέχθηκε κατά τη σύναψη της σύμβασης τον πιθανό περιορισμό της απαίτησής της βάσει της έκθεσης του πραγματογνώμονα μηχανικού προκειμένου να διευθετηθεί άμεσα η διαφορά, χωρίς την ανάγκη διενέργειας αναγκαστικής εκτέλεσης που είναι μακρόχρονη και πολυδάπανη, τον οποίο βεβαίως δε θα αμφισβητούσε εάν η παραπάνω έκθεση κατέληγε σε συμπέρασμα ευνοϊκό για την ίδια. Εξάλλου, η εν λόγω σύμβαση δε δύναται να θεωρηθεί άκυρη ούτε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 179 ΑΚ, πρωτίστως διότι η εφαρμογή της διάταξης αυτής αποκλείεται επί δικαιοπραξιών στις οποίες δεν υπάρχει ανταλλαγή παροχών και γενικότερα επί ετεροβαρών δικαιοπραξιών (ΑΠ 429/2015, ΑΠ 1121/2002, ΤρΕφΛαρ 54/2013 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ), όπως η προκειμένη που, όπως πιο πάνω εκτέθηκε, έχει χαρακτήρα αιτιώδους αναγνώρισης χρέους (για το ότι η σύμβαση αναγνώρισης χρέους είναι ετεροβαρής, βλ. ΑΠ 294/2018 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ) και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι με τη σύμβαση αυτή δε συμφωνήθηκε συγκεκριμένο ποσό οφειλής ώστε να τεθεί ζήτημα σύγκρισής του με την ιστορούμενη αμετακλήτως επιδικασθείσα απαίτηση της ενάγουσας. Η δε εκτιθέμενη συμπεριφορά του εναγομένου, που δολίως παρέπεισε την ενάγουσα να καταρτίσει τη συγκεκριμένη σύμβαση με τη διαβεβαίωση ότι η πραγματογνωμοσύνη που θα διενεργηθεί θα είναι αντικειμενική και δίκαιη, ενώ στην πραγματικότητα είχε εξαρχής ειλημμένη την απόφαση να επηρεάσει υπέρ των δικών του συμφερόντων τον ορισθέντα ως διαιτητικό πραγματογνώμονα μηχανικό, ώστε να προβεί σε εσκεμμένα εσφαλμένες κρίσεις και παραλείψεις που μείωσαν αυθαίρετα το τελικό κόστος του έργου και τη συνακόλουθη αμοιβή της, συνιστά απάτη που δε συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ακυρότητα της επίδικης σύμβασης ως αντικείμενης στα χρηστά ήθη ή ως αισχροκερδούς, όπως αβάσιμα διατείνεται η ενάγουσα, αλλά, αληθής υποτιθέμενη, συνιστά αδικοπραξία και καθιστά αυτήν ακυρώσιμη με τη συνδρομή των προϋποθέσεων των άρθρων 147 επ. ΑΚ, τις οποίες όμως δεν επικαλείται η ενάγουσα, αφού η αγωγή δεν περιλαμβάνει τέτοια βάση. Πρέπει επομένως η αγωγή να απορριφθεί ως μη νόμιμη και να καταδικαστεί η ενάγουσα, λόγω της ήττας της, στα αναφερόμενα στο διατακτικό δικαστικά έξοδα του εναγομένου, κατά παραδοχή του σχετικού του αιτήματος που περιέχεται στις έγγραφες προτάσεις του (άρθρο 176 ΚΠολΔ, 63 παρ. 1, 68 παρ. 1 Κώδικα Δικηγόρων-Ν. 4194/2013).
ΕΣ/T7/74/2006
Η αξίωση του εργολάβου για την καταβολή της, κατά τη σύμβαση, οφειλόμενης αμοιβής του υπόκειται σε πενταετή παραγραφή που αρχίζει από το τέλος του έτους κατά το οποίο συντελέσθηκε η οριστική παραλαβή του έργου, είτε αυτή διενεργήθηκε από την επιτροπή με τη σύνταξη σχετικού πρωτοκόλλου (πραγματική παραλαβή) είτε έγινε αυτοδικαίως (πλασματική παραλαβή). Η οριστική, δε, παραλαβή θεωρείται ότι έχει συντελεσθεί αυτοδικαίως εάν παρέλθει άπρακτο δίμηνο από τη συμπλήρωση του χρόνου της εγγύησης του έργου και πάντως μετά την πάροδο 30 ημερών από τότε που ο ανάδοχος θα απευθύνει προς την υπηρεσία ειδική περί τούτου όχληση, χωρίς την οποία δεν επέρχεται η συντέλεση της (πλασματικής) οριστικής παραλαβής (πρβλ. πράξεις Ι Τμ. Ε.Σ. 271, 388/1992 και απ. ΣτΕ 3489, 4195/1996).Aπό τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει, ανεξαρτήτως του χρόνου λήξεως της εγγύησης των έργων, ότι έγινε ειδική όχληση του αναδόχου προς ενέργεια της οριστικής παραλαβής τους, δε συντρέχει περίπτωση συντελέσεως αυτοδίκαιης παραλαβής, ούτε εξάλλου έχουν συνταχθεί πρωτόκολλα οριστικής παραλαβής. Συνεπώς, οι αξιώσεις του αναδόχου από τις ανωτέρω εργολαβικές συμβάσεις δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή,
ΕλΣυν/Τμ.7/87/2012
Μελέτες.παραγραφή.Στο άρθρο 276 παρ. 2 του ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ Α΄, 114), ορίζεται ότι: «Για την παραγραφή των αξιώσεων κατά των Ο.Τ.Α. εφαρμόζονται οι διατάξεις που διέπουν την παραγραφή των αξιώσεων κατά του Δημοσίου. Κάθε άλλη διάταξη που ορίζει μεγαλύτερο χρόνο παραγραφής των αξιώσεων κατά των Ο.Τ.Α. καταργείται.». Επιπλέον, ο ν.2362/1995 «Περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 247) ορίζει, στην παρ. 1 του άρθρου 90, ότι: «Οποιαδήποτε απαίτηση κατά του Δημοσίου παραγράφεται μετά πενταετία, εφόσον από άλλη γενική ή ειδική διάταξη δεν ορίζεται βραχύτερος χρόνος παραγραφής αυτής» και στο άρθρο 91, ότι: «Επιφυλασσομένης κάθε άλλης ειδικής διατάξεως του παρόντος, η παραγραφή οποιασδήποτε απαιτήσεως κατά του Δημοσίου αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο γεννήθηκε και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτής…». (.....)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι η ειδικότερη συμφωνία των μερών για τμηματική καταβολή της συμφωνηθείσας αμοιβής του ως άνω μελετητή, δεν διασπά το ενιαίο αυτής, η οποία οφείλεται στο σύνολό της μετά την εμπρόθεσμη και προσήκουσα εκπόνηση της ανατεθείσας μελέτης και την έγκριση αυτής από το αρμόδιο όργανο. Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, η πενταετής παραγραφή της αξίωσης του μελετητή για την καταβολή της αμοιβής του άρχεται από τη λήξη του οικονομικού έτους 2006, εντός του οποίου παραδόθηκε η μελέτη και εγκρίθηκε από το Δ.Σ.. Η παραγραφή δε αυτή δεν είχε συμπληρωθεί κατά το χρόνο έκδοσης του κρίσιμου χρηματικού εντάλματος (18.7.2011), όπως αβασίμως υποστηρίζει η διαφωνούσα Επίτροπος, υπολαμβάνοντας εσφαλμένα ως χρόνο έναρξης αυτής την ημερομηνία υπογραφής της οικείας σύμβασης (13.9.2005).
ΝΣΚ/243/2014
Ένοπλες Δυνάμεις – Σύμβαση προμήθειας – Δυνατότητα ή μη κήρυξης εκπτώτου της προμηθεύτριας για τη μη ολοκλήρωση της παράδοσης των συμβατικών υλικών και κατάπτωσης της εγγυητικής επιστολής – Παραγραφή ή μη των αξιώσεων της προμηθεύτριας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1. Στην προκείμενη σύμβαση προμήθειας υλικών των Ενόπλων Δυνάμεων, η οποία διέπεται από τις διατάξεις του πδ 284/1989, είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία η κήρυξη εκπτώτου της προμηθεύτριας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 43 παρ.3 αυτού, διότι από υπαιτιότητά της δεν παρέδωσε το μεγαλύτερο μέρος των συμβατικών ειδών, αν και παρήλθε εξάμηνο από τη λήξη των συμβατικών προθεσμιών. Η απόφαση της έκπτωσης θα επιφέρει και μονομερή λύση της σύμβασης για το μέλλον και για το ανεκτέλεστο μέρος αυτής, χωρίς να απαιτείται ειδική περί τούτου απόφαση. Η Υπηρεσία έχει τη δυνατότητα να επιβάλει αθροιστικά επιπλέον κυρώσεις για την υπαίτια αδυναμία παράδοσης των υπολοίπων υλικών, όπως ποινικές ρήτρες και να προβεί στην κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης της σύμβασης. Λόγω δε της υποχρεωτικής κήρυξης εκπτώτου της προμηθεύτριας, των συνεπειών που η απόφαση αυτή επιφέρει και των επιπλέον κυρώσεων που δύναται η Υπηρεσία να επιβάλει σε βάρος της προμηθεύτριας για την αθέτηση των συμβατικών της υποχρεώσεων, δεν νοείται απαλλαγή της, με ή χωρίς κυρώσεις από την παράδοση του υπολοίπου ποσού, το οποίο υπερβαίνει το 10% του συνολικού συμβατικού αντικειμένου. 2. Τα παραδοθέντα από την προμηθεύτρια 1.304 τεμάχια συμβατικών ειδών (704 και 604), για τα οποία δεν προσκομίστηκαν τα προβλεπόμενα από το άρθρο 10 της σύμβασης παραστατικά, ώστε να παραληφθούν με σύνταξη σχετικού Πρωτοκόλλου Οριστικής Παραλαβής και τα οποία δεν μπορούν να απορριφθούν καθόσον έχουν δοθεί προς χρήση, δύνανται να παραληφθούν οριστικά από την Υπηρεσία, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 68 παρ.5 του πδ 284/1989, αφού εγκρίθηκε η παραλαβή τους από τον αρμόδιο φορέα, καθώς κατόπιν σχετικού ελέγχου έχουν κριθεί μη ακατάλληλα για τη χρήση που προορίζονται. Η οριστική παραλαβή τους θα πραγματοποιηθεί στα πλαίσια της εκκαθάρισης της σύμβασης μετά τη λύση της με την απόφαση κήρυξης εκπτώτου της προμηθεύτριας. 3. Οι αξιώσεις της προμηθεύτριας εταιρίας για το τίμημα των παραδοθέντων τεμαχίων έχουν υποκύψει στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 90 του ν.2362/95, καθώς έχει παρέλθει πενταετία από την έναρξη αυτής, δηλ. από το τέλος του οικονομικού έτους που γεννήθηκαν οι αξιώσεις και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξη αυτών και συγκεκριμένα του έτους 2004 κατά το οποίο παραδόθηκαν. Η από 28-1-2005 αίτηση του συνδίκου της πτώχευσης για καταβολή του τιμήματος των παραδοθέντων υλικών διέκοψε την παραγραφή, η οποία όμως άρχισε εκ νέου μετά πάροδο 6 μηνών από τη χρονολογία υποβολής της, διότι δεν απάντησε η υπηρεσία και συμπληρώθηκε αυτή την 28-7-2010. (ομοφ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ
ΝΣΚ/138/2020
1) Δυνατότητα ανάκλησης των Πρωτοκόλλων Επιβολής Ειδικής Αποζημίωσης (ΠΕΕΑ), τα οποία κρίθηκαν δικαστικά με απορριπτικές ως προς την ακύρωσή τους αποφάσεις και εν συνεχεία βεβαιώθηκαν στην οικεία ΔΟΥ, μετά την οικειοθελή παράδοση κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 67Α του ν. 998/1979. 2) Διαδικασία που ακολουθείται προκειμένου να ανακληθούν τα με δικαστική απόφαση επιβληθέντα πρόστιμα.(...)1.α) Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 67Α του ν. 998/1979, μετά την οικειοθελή παράδοση που επέρχεται με τη σύνταξη από το δασάρχη πρωτοκόλλου παράδοσης και παραλαβής ή την κατεδάφιση από τον κύριο, νομέα ή κάτοχο, των αυθαίρετων κτισμάτων, που βρίσκονται εντός των εκτάσεων της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου, εφόσον η, ως άνω, παράδοση ή κατεδάφιση πραγματοποιηθεί μετά τη λήξη της εξάμηνης ανατρεπτικής προθεσμίας, που θέτει η μεταβατική διάταξη της παραγράφου 6 του ιδίου άρθρου, ο δασάρχης, δύναται να ανακαλεί το Πρωτόκολλο Επιβολής Ειδικής Αποζημίωσης (ΠΕΕΑ) που αφορά στο αμέσως προηγούμενο της οικειοθελούς παράδοσης ή της κατεδάφισης, χρονικό διάστημα. Στην περίπτωση δε που έχουν εκδοθεί περισσότερα ΠΕΕΑ και κάποιο από αυτά έχει ακυρωθεί με δικαστική απόφαση, η Διοίκηση μπορεί να ανακαλεί και τα ΠΕΕΑ που αφορούν σε χρονικά διαστήματα μεταγενέστερα του ΠΕΕΑ που ακυρώθηκε δικαστικά, β) κατ’ εφαρμογή της μεταβατικής διάταξης της παραγράφου 6 του άρθρου 67Α του ν. 998/1979, ο δασάρχης υποχρεούται σε ανάκληση όλων ανεξαιρέτως των Πρωτοκόλλων ΕΕΑ που εκδόθηκαν, μέχρις ότου, ο κύριος, νομέας ή ο κάτοχος των ως άνω αυθαίρετων κτισμάτων προέβη στην κατεδάφιση ή στην ως άνω οικειοθελή παράδοση αυτών στο Δημόσιο, με την προϋπόθεση ότι η κατεδάφιση ή η οικειοθελής παράδοση έχει ήδη, λάβει χώρα, μέσα στην εξάμηνη ανατρεπτική προθεσμία που ορίζει η διάταξη (ομόφωνα). 2. Η, κατά τα ως άνω, ανάκληση των Πρωτοκόλλων ΕΕΑ ενεργείται είτε οίκοθεν από το δασάρχη είτε κατόπιν αίτησης του διοικούμενου ενώπιον της δασικής αρχής. Στην περίπτωση δε που τα Πρωτόκολλα ΕΕΑ έχουν βεβαιωθεί ταμειακά από τη ΔΟΥ, μετά την (εν ευρεία εννοία) βεβαίωσή τους από το δασάρχη με τη σύνταξη και αποστολή στη ΔΟΥ χρηματικού καταλόγου, τότε ο ίδιος δασάρχης εκδίδει τα ατομικά φύλλα έκπτωσης (ΑΦΕΚ) των βεβαιωθέντων εσόδων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 98 και 99 του π.δ./τος 16/1989 (ομόφωνα).
ΕλΣυν.Τμ.7/312/2018
ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΕΙΣ ΧΕΙΡΑΣ ΤΡΙΤΟΥ-ΑΝΑΚΟΠΗ:Στην υπό κρίση υπόθεση, με την 50526/14858/16.9.2014 έκθεση του Προϊσταμένου της ΔΟΥ .. επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια του Ελληνικού Δημοσίου ως τρίτου για λογαριασμό του ανακόπτοντος μέχρι του ποσού των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, (..)Με την εν λόγω ανακοπή αυτός ζητεί την ακύρωση της κατασχετήριας αυτής έκθεσης, προβάλλοντας καταρχάς ότι είναι άκυρη, διότι έχει εκδοθεί από αναρμόδιο όργανο και δεν του γνωστοποιήθηκε. Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην αμέσως προηγούμενη σκέψη, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ειδικότερα, εφόσον οι οφειλές του ανακόπτοντος προς τον Δήμο είχαν βεβαιωθεί ταμειακά πριν από τις 31.12.2004-στις 12.8.2004 και στις 28.12.2004-από τη ΔΟΥ .., αρμοδίως έχει εκδοθεί η προσβαλλομένη από τον Προϊστάμενο της ίδιας ΔΟΥ για τις οφειλές αυτές, χωρίς αυτό να διαφοροποιείται από το ότι, μετά την ταμειακή βεβαίωση και πριν από τη λήψη του αναγκαστικού μέτρου είσπραξης, συστάθηκε ίδια ταμειακή υπηρεσία του δήμου. Εξάλλου, ουδεμία παρανομία υφίσταται λόγω της μη κοινοποίησης της προσβαλλομένης στον ανακόπτοντα, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν τον εμπόδισε να αμυνθεί αποτελεσματικά κατ’ αυτής.(..)Με τα δεδομένα αυτά, η προσβαλλομένη πρέπει να ακυρωθεί ως προς το συνολικό ποσό των 21.456.412,06 ευρώ ..
ΣΤΕ/ΕΑ/84/2019
Ολοκλήρωση αυτοκινητόδορομου...Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω [βλ. σκέψη 9], επί εμπρόθεσμης υποβολής αιτήσεως για τακτική αναθεώρηση, εάν χορηγηθεί νέα βεβαίωση, αυτή αρχίζει, κατά νόμον, να ισχύει αμέσως μετά τη λήξη της παλαιάς, η προβλεπόμενη δε στην ....20014 υ.α. “παράταση” της ισχύος της παλαιάς βεβαιώσεως για 90 ημέρες έχει την έννοια έντονης υποδείξεως προς την αρμόδια υπηρεσία, προκειμένου να εξετάζει τη συνδρομή των προϋποθέσεων και να εκδίδει γρήγορα την σχετική απόφαση, πιθανολογείται σοβαρά ότι μη νομίμως απορρίφθηκαν με τις ....και .... αποφάσεις του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών η ένσταση και η προδικαστική προσφυγή των αιτουσών. Πρέπει, συνεπώς, κατ’ αποδοχή του σχετικώς προβαλλομένου λόγου, να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να απορριφθεί η παρέμβαση και να ανασταλεί η εκτέλεση της .... αποφάσεως του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών που αφορά απόρριψη της προδικαστικής προσφυγής των αιτουσών και ανάθεση της εκτελέσεως του έργου «Ολοκλήρωση του Αυτοκινητοδρόμου …, Τμήμα 3 ΑΚ … (χ.θ. 46+500 – χ.θ. 57+400)» στην παρεμβαίνουσα ...., μέχρι τη δημοσίευση αποφάσεως επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία οι αιτούσες πρέπει να ασκήσουν σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 7 εδ. γ΄ του ν. 3886/2010. Δύναται, όμως, η Αναθέτουσα Αρχή να επανέλθει και πριν από την άσκηση της εν λόγω αιτήσεως ακυρώσεως ή τη δημοσίευση αποφάσεως επ’ αυτής, συμμορφούμενη δε προς τα πιθανολογηθέντα ως βάσιμα με την παρούσα απόφαση, να εκδώσει σχετική πράξη και να συνεχίσει τη διαδικασία του διαγωνισμού.