ΠΟΛ 1110/2007
Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
1089359/10974/2007
«Η αποζημίωση που καταβάλλεται από τον μισθωτή στον εκμισθωτή μετά από δικαστική απόφαση ή συμβιβαστικά στα πλαίσια δικαστικού συμβιβασμού κατά τη λήξη της εμπορικής μίσθωσης για την αποκατάσταση των ζημιών ή επαναφορά του μισθίου στην πρότερα κατάσταση δεν υπόκειται σε φορολογία».
ΝΣΚ/100/2007
Φορολογία εισοδήματος. Αποζημίωση για επαναφορά του μισθίου στην προτέρα κατάσταση.(..)Κατάσταση : Εν μέρει αποδεκτή
α) Το ποσό της αποζημίωσης, που καταβάλλεται από τον εκμισθωτή στον μισθωτή σε περίπτωση αναγκαστικής έξωσής του από το μίσθιο λόγω ιδιόχρησης ή ανοικοδόμησης του μισθίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του Ν 813/1978, δεν αποτελεί εισόδημα της παρ. 1 του άρθρου 28 του Ν 2238/1994, αλλά αποζημίωση που η καταβολή της απορρέει κατευθείαν από το νόμο και παρέχεται έναντι των ζημιών που υφίσταται ο μισθωτής από την αναγκαστική έξωσή του. Συνεπώς, αν το ποσό αυτό δεν αποτελεί εκχώρηση μισθωτικού δικαιώματος, το οποίο θεωρείται εισόδημα και φορολογείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 13 του Ν 2238/1994, δεν είναι φορολογητέο. β) Όταν στο μισθωτήριο συμβόλαιο ορίζεται ότι ο μισθωτής έχει το δικαίωμα να ενεργήσει με δαπάνες του διάφορες προσθήκες, τροποποιήσεις ή μεταρρυθμίσεις, ή άλλες επεμβάσεις επί του μισθίου και ότι μετά τη λήξη της εμπορικής μίσθωσης υποχρεούται να επαναφέρει το μίσθιο στην προτέρα κατάσταση, πλην αν ο εκμισθωτής επιθυμεί κατόπιν εγγράφου δηλώσεώς του τη διατήρηση του μισθίου σε όποια κατάσταση αυτό βρίσκεται, η «αποζημίωση» που επιδικάζεται στον εκμισθωτή αντικρίζει τις δαπάνες που απαιτούνται για την επαναφορά του μισθίου στην προτέρα του κατάσταση και συνεπώς δεν είναι φορολογητέα.
ΝΣΚ/386/2007
Φορολογική μεταχείριση αποζημίωσης εμπορικής μίσθωσης ακινήτου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Το ποσό της αποζημίωσης που καταβάλλεται από 17-11-1999 και εφεξής από τον εκμισθωτή στον μισθωτή σε περίπτωση αναγκαστικής έξωσής του από το μίσθιο λόγω ιδιόχρησης ή ανοικοδόμησης του μισθίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 του ΠΔ 34/10-2-1995 (πρώην άρθρο 13 παρ.1 Ν 813/1978), υπάγεται σε φορολογία και σε παρακράτηση φόρου είκοσι τοις εκατό (20%) επ’ αυτής, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της περ.ε’ της παρ.1 του άρθρου 55 Ν 2238/1994.
ΝΣΚ/79/2011
Αναστολή λειτουργίας μισθίου ενός δικαστικού κτιρίου λόγω βομβιστικής ενέργειας – Αίτημα απαλλαγής καταβολής μισθώματος.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Αναστολή λειτουργίας λόγω βομβιστικής ενέργειας του δικαστικού κτιρίου, εντός του οποίου λειτουργεί μισθωμένος χώρος δεν θεμελιώνει δικαίωμα μισθωτή να απαλλαγεί από τη καταβολή του μισθώματος για το διάστημα της αναστολής, εφόσον με τη μισθωτική σύμβαση είχε αναλάβει την υποχρέωση ασφαλίσεως του μισθίου έναντι παντός κινδύνου. Οι επαναλαμβανόμενες απεργίες και αποχές μπορούν να θεωρηθούν ως λόγος διαταράξεως της οικονομικής ισορροπίας της μισθωτικής συμβάσεως. (ομοφ.)
ΝΣΚ/335/2010
Διατάξεις που διέπουν τις μισθώσεις με εκμισθωτή το Ταμείο Εθνικού Στόλου (Τ.Ε.Σ.), οι οποίες συνάπτονται μετά την ισχύ του Ν 2741/1999.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Στις μισθώσεις με εκμισθωτή το Τ.Ε.Σ., που συνάφθηκαν μετά την ισχύ του Ν 2741/1999, δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις της παρ.19 του άρθρου 7 του ως άνω νόμου. Για την παράταση των εν λόγω μισθώσεων, το καταβλητέο κατ’ αυτήν μίσθωμα και την καταβολή από τον εκμισθωτή στο μισθωτή της αποζημίωσης για αποκατάσταση της άυλης εμπορικής αξίας, θα εφαρμοστούν οι διατάξεις του ΠΔ 34/1995, όπως θα ισχύουν κατά το χρόνο λήξης της συμβατικής τους διάρκειας.
ΠΟΛ 1086/2005
Το μέρος της αφορολόγητης έκπτωσης που έχει σχηματισθεί βάσει αναπτυξιακού νόμου και αντιστοιχεί στα μεταβιβαζόμενα μερίδια προσωπικής εταιρείας από γονέα προς τα τέκνα ή από σύζυγο σε σύζυγο, λόγω συνταξιοδοτήσεως του μεταβιβάζοντος, δεν υπόκειται σε φορολογία κατά το χρόνο της μεταβίβασης.
ΝΣΚ/188/2000
Μίσθωση εμπορική. Κινηματογράφοι.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
1) Εάν επέλθει λήξη της μίσθωσης του κινηματογράφου, που συνομολογήθηκε το έτος 1970, την 31-12-2000, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ.22 του ν.2741/1999, τότε ο εκμισθωτής οφείλει να καταβάλλει στον μισθωτή κινηματογραφιστή την προβλεπόμενη άϋλη εμπορική αξία, ήτοι διπλάσια από εκείνη των λοιπών μισθώσεων, ισουμένη προς σαράντα οκτώ (48) μηνιαία μισθώματα. Στην περίπτωση, όμως, κατά την οποία η μίσθωση του κινηματογράφου λήξει την 31-12-2000 και δεν ασκηθεί αγωγή απόδοσης του μισθίου εντός εννέα (9) μηνών από αυτή την ημερομηνία, τότε η μίσθωση του κινηματογράφου θεωρείται ότι έχει παραταθεί για τέσσερα ακόμη χρόνια, μετά δε τη λήξη της τετραετίας δεν οφείλονται ποσά στον μισθωτή- κινηματογραφιστή, προς αποκατάσταση της άϋλης εμπορικής αξίας. Εξαίρεση από την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 7 παρ.15 εδάφιο δ του ν.2741/1999 δεν είναι δυνατή για τους κινηματογράφους, εφ όσον εάν ήθελε τούτο ο νομοθέτης θα το ώριζε ρητώς και επομένως για να εξαιρεθούν οι κινηματογράφοι πρέπει να λάβει χώραν σχετική νομοθετική ρύθμιση. 2) Η εξαίρεση από τον κανόνα περί αποκατάστασης στον μισθωτή της άϋλης εμπορικής αξίας του μισθίου, που θεσπίζει η διάταξη του άρθρου 7 παρ.15 εδάφιο δ του ν.2741/1999, συσχετίζεται με τη νόμιμη λήξη της μίσθωσης κινηματογράφου και δεν έρχεται σε αντίφαση προς αυτήν.
ΝΣΚ/134/2023
Εάν, επί εκμίσθωσης ακινήτου ιδιοκτησίας e-ΕΦΚΑ με μισθωτή το Ελληνικό Δημόσιο, της οποίας ο συμβατικός χρόνος έληξε και το ΕΔ εξακολουθεί να κάνει χρήση του μισθίου: 1) η μίσθωση έχει παραταθεί και εξακολουθούν να είναι σε ισχύ οι όροι της μισθωτικής σύμβασης 2) η αποζημίωση χρήσης που καταβάλει το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να αναπροσαρμοστεί σύμφωνα με τους όρους του μισθωτηρίου 3) η εναντίωση του e-ΕΦΚΑ στην μίσθωση, οφείλει να περιβληθεί συγκεκριμένο τύπο και 4) υποχρεούται ο e-ΕΦΚΑ, ως εκμισθωτής, στην αποκατάσταση των φθορών του κτηρίου, και εάν οι αναφερόμενες στο ιστορικό του ερωτήματος φθορές θεωρούνται φθορές από συνήθη χρήση.(...)1) Οι διατάξεις περί στεγάσεως των δημοσίων υπηρεσιών, όσο και αυτές των εμπορικών μισθώσεων, στις οποίες παραπέμπει η παρ. 17α του άρθρου 41 του ν. 2648/1998, ως προς τη διάρκεια της μίσθωσης, είναι αναγκαστικής φύσεως και εφαρμόζονται υποχρεωτικά, ανεξάρτητα από το πρόσωπο του εκμισθωτή και την ύπαρξη άλλων ομοίως αναγκαστικού χαρακτήρα διατάξεων, που αφορούν στο πρόσωπο αυτού. Επί εκμίσθωσης ακινήτου, που ανήκει στον e-ΕΦΚΑ, με μισθωτή το Δημόσιο για τη στέγαση υπηρεσίας αυτού, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του π.δ. 715/1979 «Περί τρόπου ενεργείας υπό των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (νπδδ), προμηθειών, μισθώσεων και εκμισθώσεων εν γένει κ.λ.π.»), που διέπουν τις εκμισθώσεις των νπδδ, αλλά έχουν εφαρμογή οι διατάξεις για τη στέγαση δημοσίων υπηρεσιών και οι ειδικοί όροι του συμφωνητικού μίσθωσης. Η επίδικη μίσθωση, υπαγόμενη στις ρυθμίσεις του π.δ. 19/19-11-1932 «περί στεγάσεως δημοσίων υπηρεσιών» και στις διατάξεις του π.δ. 34/95 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 παρ. 17 του ν. 2648/1998, μετά τη λήξη του συμβατικού της χρόνου, παρατάθηκε σιωπηρά για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο μισθωτής (Ελληνικό Δημόσιο) χρησιμοποιούσε το μίσθιο και ο εκμισθωτής (e-ΕΦΚΑ) αν και το γνώριζε δεν εναντιώθηκε. Κατά τη διάρκεια της σιωπηρής παράτασης η μίσθωση συνεχίστηκε βάσει των συμφωνημένων όρων της. Η μίσθωση έληξε με την εναντίωση του εκμισθωτή και οι όροι του μισθωτηρίου έπαψαν να είναι σε ισχύ. 2) Η οφειλόμενη, μετά την λήξη της μίσθωσης, αποζημίωση, λόγω παράνομης παρακράτησης του μισθίου από το Ελληνικό Δημόσιο, φέρει τον χαρακτήρα γνήσιας αποζημίωσης και συνεπώς δεν αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τους όρους της ληγμένης συμβατικής μίσθωσης. Δύναται ωστόσο ο e-ΕΦΚΑ, για την παρά τω νόμω παρακράτηση του μισθίου, να απαιτήσει πέραν της κατά τα ανωτέρω αποζημίωσης χρήσης και το διαφυγόν κέρδος του, είτε με άσκηση σχετικής αγωγής ή με αίτηση για εξώδικη αναγνώριση απαίτησης μέσα στα πλαίσια αρμοδιότητας του ΝΣΚ. 3) Η εναντίωση του εκμισθωτή στη συνέχιση της μίσθωσης, δεν οφείλει να περιβληθεί συγκεκριμένο τύπο, μπορεί δε να είναι ρητή ή σιωπηρή, αρκεί να προκύπτει η βούληση του εκμισθωτή ότι δεν δέχεται την εξακολούθηση της μίσθωσης, είτε γενικώς είτε με τους ίδιους όρους. Τέτοια σιωπηρή εναντίωση αποτελεί και η δήλωση του εκμισθωτή ότι απαιτεί μίσθωμα μεγαλύτερο από εκείνο που καταβάλλεται κατά τη διάρκεια της σιωπηρής παράτασης της μίσθωσης. 4) Ο e-ΕΦΚΑ, ως εκμισθωτής, βαρύνεται με την αποκατάσταση φθορών ή μεταβολών του μισθίου που οφείλονται στη συμφωνημένη (συνήθη) χρήση καθ’ όλη τη διάρκεια της μίσθωσης, συμβατικής και σιωπηρώς παραταθείσας, όχι όμως και κατά τον χρόνο μετά τη λήξη της μίσθωσης και τη μετά ταύτα παράνομη παρακράτηση του μισθίου από το Δημόσιο, διότι με τη λήξη της σύμβασης, επέρχεται απόσβεση της ενοχικής σχέσης και λήξη της προστασίας του μισθωτή. Στο μέτρο που για τη συγκρότηση της έννοιας «φθορών εκ της συνήθους χρήσεως» απαιτείται η αξιολόγηση και η εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, δεν επιτρέπεται από τον νόμο, στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους να κρίνει επί θεμάτων ουσιαστικής αξιολόγησης πραγματικών περιστατικών, αρμοδιότητα που ανήκει αποκλειστικά στα αρμόδια όργανα του e-ΕΦΚΑ (ομόφωνα).
ΝΣΚ/388/2003
Φορολογία εισοδήματος. Αναδρομική είσπραξη αποζημίωσης. Έτος φορολόγησης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η αποζημίωση που καταβάλλεται από το Δημόσιο για εξωσυμβατική χρήση ακινήτου μετά τη λήξη της μίσθωσης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 28 παρ.2 του Π. Δ/τος της 19/19-11-1932 περί στεγάσεως Δημοσίων Υπηρεσιών σε συνδυασμό με το άρθρο 601 του Α.Κ. αντικρύζει και καλύπτει τη ζημία του μισθωτή από τη μη καταβολή του μισθώματος και αποτελεί εισόδημα από ακίνητα κατά το άρθρο 20 παρ.1 του Ν 2238/1994. Η ανωτέρω αποζημίωση, εφ’ όσον έχει αναγνωρισθεί με πρακτικό του Ν.Σ.Κ. κατανέμεται για τη φορολόγησή της στα οικονομικά έτη στα οποία ανάγεται το εισόδημα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20 παρ.2 του Ν 2238/1994.
ΔΠρωτΑθ/3980/2004
Φορολογία εισοδήματος: ...με την προσφυγή προβάλλεται, επίσης επικουρικώς, ότι, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι το εισόδημα από τους ως άνω τόκους υπόκειται σε φορολογία, έπρεπε αυτό να επιμερισθεί μεταξύ των οικονομικών ετών εντός των οποίων τα ποσά αυτά εισπράχθηκαν και όχι να προτεθεί στο σύνολο του στα λοιπά εισοδήματα του οικονομικού έτους 1998, με αποτέλεσμα τα εισοδήματα αυτά να φορολογηθούν με αυξημένο συντελεστή. Και ο ισχυρισμός αυτός είναι αβάσιμος, διότι, όπως εκτίθεται αναλυτικά στο ιστορικό της παρούσας αποφάσεως, η έναντι της β` των προφευγόντων οφειλή εξοφλήθηκε με τρεις ισόποσες επιταγές ύψους 16.376.352, από τις οποίες οι δύο πρώτες έληγαν το 1997, το δε ποσό των δύο αυτών επιταγών (32.752.704 δραχμές] υπερκαλύπτει προφανώς την οφειλή εξόδων και τόκων, η οποία θεωρείται ότι εξοφλείται κατά προτεραιότητα, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω. Επομένως, νομίμως η φορολογική αρχή ενέταξε στα εισοδήματα του οικονομικού έτους 1998 (1.1 - 31.12.1997] το ως άνω ένδικο ποσό.Τέλος προβάλλεται, καθ` ερμηνεία του σχετικού ισχυρισμού, ότι είναι παράνομη η επιβολή πρόσθετου φόρου, δεδομένου ότι τα ένδικα ποσά τόκων δηλώθηκαν με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικών έτων 1998 και 1999 ως εισοδήματα απαλλασσόμενα από τον φόρο. Ο ισχυρισμός όμως αυτός, και αν υποτεθεί αληθής, είναι αβάσιμος, δεδομένου ότι με αυτόν κατ` ουσίαν ομολογείται η ανακρίβεια των σχετικών δηλώσεων, τόσο ως προς τον χρόνο, όσο και ως προς το περιεχόμενο της δηλώσεως, δεδομένου ότι τα ποσά αυτά, όπως κρίθηκε ανωτέρω, αφενός μεν αποτελούν εισοδήματα του οικονομικού έτους 1998, αφετέρου δε υπόκεινται σε φόρο.