ΣΤΕ/171/2020
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Εικονικά και πλαστά φορολογικά στοιχεία...Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβολλαμένη απόφαση, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο σχημάτισε πλήρη δικανική πεποίθηση ως προς την στοιχειοθέτηση εκ μέρους της αναιρεσείουσας της παραβάσεως της λήψεως και καταχωρίσεως 108 εικονικών ως προς την ανυπαρξία συναλλαγής στοιχείων, χωρίς να διατυπώσει ερμηνευτική κρίση σχετικά με την επίρριψη στην αναιρεσείουσα του βάρους αποδείξεως ως προς το ως άνω ζήτημα, αλλά ούτε να προβεί, συναφώς, σε κατανομή του βάρους αποδείξεως μεταξύ των διαδίκων. Επιπροσθέτως, όλοι οι προβαλλόμενοι λόγοι αναιρέσεως πλήττουν κρίσεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, εξενεχθείσες κατ’ εκτίμηση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης, κατά την υπαγωγή του πραγματικού αυτής στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου, όπως δε αναπτύσσονται, αναφέρονται μόνον σε ζητήματα εκτιμήσεως των αποδείξεων και αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Εξ άλλου, όλες οι αποφάσεις που επικαλείται η αναιρεσείουσα, “προς ενίσχυση” των λόγων της, αφορούν είτε σε διαφορετικά νομικά ζητήματα (όπως στις ΣτΕ 1773/2010 που αφορά ειδικό φόρο κατανάλωσης σε μπανάνες, 2091/2008 που αφορά σε φόρο μεταβιβάσεως ονομαστικών μετοχών α.ε. μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, 3518/2006, 2842/2007 που αφορούν σε έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων και 496/2009 που αφορά σε συμπληρωματική πράξη προσδιορισμού ΦΠΑ), είτε σε ζητήματα νομιμότητος της αιτιολογίας των αναιρεσιβαλλομένων στις ως άνω υποθέσεις αποφάσεων, σε σχέση με την εικονικότητα ή μη των ενδίκων σε κάθε περίπτωση τιμολογίων και των σχετικών με αυτά συναλλαγών. Κατόπιν των ανωτέρω, οι λόγοι αναιρέσεως είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/2555/2004
Παροχή υπηρεσιών..:Επειδή, ως προς την παραδοχή ότι η αναιρεσείουσα παρέσχε και υπηρεσίες προς την ... άλλες από τις υπαγόμενες στο άρθρο 15 παρ. 8 του Ν.Δ. 3843/1958, η πλησσόμενη με την κρινόμενη αίτηση κρίση του διοικητικού εφετείου αιτιολογείται επαρκώς και χωρίς αντιστροφή βάρους αποδείξεως δι' αναφοράς στους όρους της μεταξύ των συναφθείσας συμβάσεως, όπως στον όρο της υποχρεώσεως για την εφαρμογή της αναδιαρθρώσεως του κεφαλαίου, και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Η περαιτέρω, όμως, κρίση του διοικητικού εφετείου, κατά την οποία το ήμισυ της ληφθείσας από την αναιρεσείουσα αμοιβής υπόκειται στον κατά την διάταξη αυτή τρόπο φορολογήσεως, ενώ το υπόλοιπο υπόκειται σε φόρο εισοδήματος κατά τις διατάξεις περί φορολογήσεως του εκ μονίμου εγκαταστάσεως στην Ελλάδα εισοδήματος αλλοδαπών εταιρειών, δεν είναι νόμιμη διότι, εφ’ όσον, κατά τα γενόμενα δεκτά, στην προκειμένη περίπτωση συμφωνήθηκε αμοιβή ενιαία, τόσο για την κατάρτιση μελετών οικονομικής φύσεως, όσο και για την εφαρμογή τους, το διοικητικό εφετείο, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη 4, ώφειλε να αποβλέψει στον κύριο σκοπό στον οποίο απέβλεψαν τα συμβληθέντα μέρη και να κρίνει αν, κατά τον προέχοντα χαρακτήρα της, η σύμβαση αυτή αφορά την κατάρτιση μελετών ή την εφαρμογή τους και, επίσης, αν το κύριο τμήμα της αμοιβής κατεβλήθη για την κατάρτιση ή για την εφαρμογή της μελέτης, εν συνεχεία, δε, να υπαγάγει το σύνολο της αμοιβής της αναιρεσείουσας στον φόρο κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο φορολογήσεως. Για τον λόγο αυτό, του οποίου η εξέταση καθίσταται αναγκαία ως εκ του προβαλλομένου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που αφορά τον κύριο φόρο, η δε υπόθεση, η οποία χρήζει διευκρινίσεως κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί, κατά το αναιρούμενο μέρος, στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ/Β2/722/2019
ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:Εν προκειμένω, οι λόγοι της αιτήσεως αναιρέσεως της δημοτικής επιχειρήσεως "..." οι αφορώντες τον Π. Μ. έχουν κατά τα ανωτέρω απορριφθεί, επομένως η εν λόγω αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως προς αυτόν, όπως επίσης πρέπει να απορριφθεί και η αίτηση αναιρέσεως του ιδίου, της οποίας ο μόνος λόγος απερρίφθη ως απαράδεκτος. Ως προς τους Θ. Α., Α. Α., Α. Τ. και Κ. Λ. η αίτηση αναιρέσεως της δημοτικής επιχειρήσεως "...", εν όψει των κατά τα ανωτέρω δεκτών γενομένων λόγων αυτής, πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί καθ' ολοκληρίαν η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου, του οποίου είναι δυνατή η σύνθεση από άλλον Δικαστή εκτός του εκδώσαντος την εν λόγω απόφαση, ενώ παρέλκει κατά τα προαναφερθέντα η εξέταση των έκτου και εβδόμου λόγων της εν λόγω αιτήσεως αναιρέσεως, οι οποίοι αφορώντες την Α. Α. και τον Α. Τ. αντιστοίχως περιέχουν αιτιάσεις ως προς επί μέρους διατάξεις, ως προς τις οποίες η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση έχει κατά τα ανωτέρω αναιρεθεί δυνάμει των δεκτών γενομένων λόγων. Eπειδή, συμφώνως προς τις διατάξεις των άρθρων 176, 180 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ πρέπει να καταδικασθούν η δημοτική επιχείρηση "..." ως αναιρεσείουσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του Π. Μ. και ο Π. Μ. ως αναιρεσείων στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της δημοτικής επιχειρήσεως "..." επίσης οι Θ. Α.ς, Α. Α., Α. Τ. και Κ. Λ. στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της δημοτικής επιχειρήσεως "...", ως ορίζεται στο διατακτικό.
ΣΤΕ 3675/2015
Παροχή υπηρεσιών υγείας- αχρεώστητη είσπραξη χρημάτων από ασφαλιστικό φορέα: Κατ’ ακολουθία, νομίμως, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, υπολογίσθηκε το επίδικο πρόστιμο κατά μήνα παραβάσεως και πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμα, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα.Ενόψει δε της, κατά τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις, αιτιολογημένης κρίσεως του Διοικητικού Εφετείου, τα περαιτέρω προβαλλόμενα περί μετατροπής της επιβληθείσης στην αναιρεσείουσα κυρώσεως σε αυστηρή σύσταση ή άλλως, περί μειώσεως του επιβληθέντος προστίμου πλήττουν την ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση περί πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας (ΣτΕ 1819/2009). Τέλος, απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με το υπόμνημα μετά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως ότι το επιβληθέν πρόστιμο είναι δυσανάλογο προς την οικονομική ζημία την οποία υπέστη ο Οργανισμός από τις αποδοθείσες στην αναιρεσείουσα παραβάσεις, κατ’ επίκληση του, ομοίως απαραδέκτως προσκομισθέντος με το ως άνω υπόμνημα, υπ’ αριθμ. 690/1.6.2010 εγγράφου του Διοικητή του αναιρεσιβλήτου Οργανισμού, με το οποίο προσδιορίσθηκε το συνολικό ποσό της οικονομικής ζημίας που υπέστη, κατά τα ανωτέρω, ο ... στο ποσό των 52.493,63 ευρώ. Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση στο σύνολό της.
ΣΤΕ/1314/2018
Eπιβολή τελών καθαριότητας και φωτισμού:..εν πάση περιπτώσει, όπως ρητώς δέχεται η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση [γεγονός, άλλωστε, που είχε δεχθεί και ο αναιρεσείων Δήμος με την έφεσή του .. αλλά και με την κρινόμενη αίτηση .., απαραδέκτως δε αμφισβητεί τούτο με το κατατεθέν μετά τη συζήτηση της υποθέσεως από 24.4.2017 υπόμνημα], οι χώροι για τους οποίους επιβλήθηκαν τα επίδικα ποσά του ενιαίου ανταποδοτικού τέλους καθαριότητας και φωτισμού περιλαμβάνονται στην χερσαία ζώνη του λιμένος .., η οποία όχι μόνον κείται εκτός σχεδίου πόλεως, αλλά αποτελεί, κατά τα εκτεθέντα στην σκέψη 4, κοινόχρηστο χώρο, με συνέπεια η αναιρεσίβλητη εταιρεία να μην οφείλει στον αναιρεσείοντα Δήμο τέλος καθαριότητος και φωτισμού για τους χώρους αυτούς και τις εντός αυτών εγκαταστάσεις, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά, καθ` ερμηνεία των παγίων περί του εν λόγω τέλους διατάξεων, στην αυτή ως άνω σκέψη σε συνδυασμό με τα εκτεθέντα στην σκέψη 3. Ενόψει δε του ότι η αναιρεσίβλητη εταιρεία δεν οφείλει το επίδικο τέλος σύμφωνα με τις πάγιες περί αυτού διατάξεις, αλυσιτελώς ο αναιρεσείων Δήμος προβάλλει, με το ανωτέρω υπόμνημά του, ότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της νεώτερης διατάξεως του άρθρου 13 του ν. 4337/2015 (Α΄ 129).Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, και ανεξαρτήτως της ειδικότερης αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα στο σύνολό της.
ΣΤΕ/2525/2022
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Επειδή, κατά της προμνησθείσης 684/2017 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Τριπόλεως η εφεσίβλητη, και ήδη αναιρεσείουσα, Εταιρεία άσκησε την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, με την οποία πλήττει το σύνολο των κρίσεών της, μεταξύ των οποίων και η προεκτεθείσα κρίση. Ειδικότερα, προβάλλεται ότι κατά την έννοια της διατάξεως της Κ.Υ.Α. 3422.27Η/07/03/27.1.2003, κατ’ εφαρμογήν της οποίας εκδόθηκε η επίδικη καταλογιστική πράξη, δεν διευρύνθηκαν κατ’ είδος τα οχήματα επί των οποίων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν.Δ. 44/1973, επιβάλλεται το ένδικο τέλος. Προβάλλεται περαιτέρω ότι, και υπό την ισχύ της εν λόγω Κ.Υ.Α., το ένδικο τέλος επιβάλλεται μόνον επί των οχημάτων που διέρχονται από προκυμαία λιμένος και επιβιβάζονται σε πλοία, με προορισμό λιμένα εξωτερικού, «διά της ιδίας αυτών δυνάμεως», και όχι συρόμενα ή ρυμουλκούμενα. Συναφώς προς τον λόγο αυτόν αναιρέσεως προβάλλεται, προς υποστήριξη του κατ’ άρθρο 53 του Π.Δ. 18/1989 (αρ. 12 Ν. 3900/2010) παραδεκτού της προβολής του, ο ισχυρισμός ότι δεν απαντά νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας επί του προμνησθέντος ζητήματος, αν κατά την έννοια της διατάξεως της ως άνω Κ.Υ.Α. εν συνδυασμώ προς την διάταξη 1 παρ. 4 του Π.Δ. 44/1973, το ένδικο τέλος δύναται να επιβληθεί και επί οχημάτων τα οποία διέρχονται από προκυμαία λιμένος και επιβιβάζονται σε πλοία, με προορισμό λιμένα του εξωτερικού, όχι «διά της ιδίας αυτών δυνάμεως», αλλά συρόμενα ή ρυμουλκούμενα. Ο ισχυρισμός αυτός είναι βάσιμος και ως εκ τούτου ο λόγος αναιρέσεως τον οποίο συνοδεύει, προβάλλεται παραδεκτώς και είναι εξεταστέος, παρίσταται δε και βάσιμος κατά τα ανωτέρω (σκ. 6) κριθέντα.Επειδή, μετά την αποδοχή της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως και την εξαφάνιση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, και δεδομένου ότι η υπόθεση είναι εκκαθαρισμένη κατά το πραγματικό, το Δικαστήριο εκδικάζει την από 15.6.2015 έφεση του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Κορινθίων, την οποία κάνει δεκτή, και κρίνει εξαφανιστέα την 29/2015 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κορίνθου, διότι, ως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση έφεση, το ένδικο τέλος ουδέποτε καταργήθηκε σε ό,τι αφορά την διά της προκυμαίας λιμένος διέλευση οχημάτων που επιβιβάζονται σε πλοίο με προορισμό λιμένα εσωτερικού, και ως εκ τούτου εσφαλμένως το Διοικητικό Πρωτοδικείο Κορίνθου έκρινε αντιθέτως, και επί της εσφαλμένης αυτής κρίσεως ήχθη στην κρίση περί παραβιάσεως διατάξεων της Κοινοτικής νομοθεσίας. Περαιτέρω, κατόπιν της εξαφανίσεως της πρωτοδίκου αποφάσεως κατ’ αποδοχήν της εφέσεως, το Δικαστήριο εκδικάζει την από 20.3.2008 προσφυγή της Εταιρείας, η οποία στρέφεται κατά α) της ...2007 αποφάσεως της Λιμενικής Επιτροπής του Λιμενικού Ταμείου Κορινθίας, καθ’ ο μέρος με αυτή επιβλήθηκε το ένδικο τέλος, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα και β) της ...2008 αποφάσεως της αυτής Λιμενικής Επιτροπής, με την οποία αποφασίσθηκε η εκ νέου επίδοση της προμνησθείσης αποφάσεως στην Εταιρεία. Εκ των δύο αυτών πράξεων η δεύτερη, ως εκ του περιεχομένου της, στερείται εκτελεστού χαρακτήρα και άρα προσβάλλεται απαραδέκτως, η δε πρώτη, μόνη παραδεκτώς προσβαλλόμενη, είναι ακυρωτέα, για τον λόγο για τον οποίο έγινε δεκτή η ανωτέρω κριθείσα αίτηση αναιρέσεως.
ΣΤΕ/1611/2020
Τέλη κυκλοφορίας και πρόστιμα...Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, και δοθέντος ότι δεν προβάλλεται άλλος λόγος αναιρέσεως, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί κατά τα μέρη αυτής που αναφέρονται στις σκέψεις 9 και 15. Η υπόθεση δεν χρειάζεται διευκρίνιση ως προς το πραγματικό κατά το μέρος που αφορά στο σύνολο των εγγραφών του 29/23.12.2016 χρηματικού καταλόγου για τέλη κυκλοφορίας οχημάτων των ετών 1998-2001 και πρόστιμα λόγω μη καταβολής των τελών αυτών και, κατά συνέπεια, το Δικαστήριο την κρατεί και δικάζει την προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά το μέρος αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 57 του π.δ. 18/1989, ακυρώνει δε τις εγγραφές αυτές για τον προεκτεθέντα βάσιμο, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στις σκέψεις 6 και 9, λόγο της προσφυγής. Κατά τα λοιπά, ήτοι κατά το μέρος που αφορά στις εγγραφές των 4/23.2.2017 και 6/13.3.2017 χρηματικών καταλόγων που αφορούν στα έτη έως και το 2011, καθώς και εκείνες που αφορούν σε αυτοκίνητα για τα έτη μετά το 2011, πλην όσων, κατά την αναιρεσιβαλλομένη, δεν ήταν αυτοκίνητα καθαριότητας, η υπόθεση, η οποία χρήζει διευκρινίσεων ως προς το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο εκδόν την αναιρουμένη απόφαση δικαστήριο για νέα κρίση, και ειδικότερα για να κρίνει ποιές από τις εγγραφές των ανωτέρω δύο χρηματικών καταλόγων αφορούν στα έτη έως και το 2011, και, επομένως, οι σχετικές αξιώσεις του Δημοσίου έχουν υποπέσει σε παραγραφή, και ποιές από τις εγγραφές των χρηματικών αυτών καταλόγων για τα έτη μετά το 2011 αφορούν σε αυτοκίνητα καθαριότητας του αναιρεσείοντος συνδέσμου, τα οποία απαλλάσσονται από τα επίμαχα τέλη καθαριότητας.
ΣΤΕ/1681/2019
ΦΠΑ. Το άρθρο 47 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ έχει την έννοια ότι σύνθετη παροχή υπηρεσιών αποθηκεύσεως εμπορευμάτων εμπίπτει στο εν λόγω άρθρο μόνον εφόσον η αποθήκευση συνιστά την κύρια παροχή ενιαίας πράξεως και χορηγείται στους δικαιούχους της παροχής δικαίωμα χρήσεως του συνόλου ή μέρους ρητώς προσδιορισμένου ακινήτου. Τόπος παροχής υπηρεσιών προς υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, προκειμένου για υπηρεσίες σχετικές με ακίνητα, είναι ο τόπος όπου κείται το ακίνητο. Ποιες νοούνται ως υπηρεσίες συναφείς με ακίνητα. Όταν, κατά τη σχετική σύμβαση των μερών, στον λήπτη της παροχής δεν έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα προσβάσεως στο μέρος του ακινήτου που τοποθετούνται τα εμπορεύματα, δεν τυγχάνει εφαρμογής η παρ. 4, αλλά η γενική ρύθμιση της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2859/2000. Εσφαλμένη η κρίση της αναιρεσιβαλλομένης απόφασης ότι οι ένδικες υπηρεσίες συνιστούσαν “υπηρεσίες σχετικές με ακίνητα”. Η αναίρεση ασκήθηκε παραδεκτά κατά το άρθρο 12 παρ. 1 του ν.3900/2010. Δεκτή η αναίρεση, απορρίπτεται η προσφυγή κατά της απόρριψης των αιτήσεων του αναιρεσιβλήτου για επιστροφή του ΦΠΑ (αναιρεί την αριθμ. 2017/2012 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών).
ΔΕΔ/Θεσ/931/2025
Η απόφαση 931/2025 του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών απορρίπτει την ενδικοφανή προσφυγή κατά πράξης επιβολής προστίμου 2.500,00€ για το φορολογικό έτος 2015. Το πρόστιμο επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα ως υποκρυπτόμενο πρόσωπο στην έκδοση εικονικών τιμολογίων από την εταιρεία «......................................................................». Η ΔΕΔ απέρριψε τον ισχυρισμό περί παραγραφής, καθώς η έκδοση εικονικών στοιχείων συνιστά φοροδιαφυγή, υπαγόμενη στη 10ετή προθεσμία (λήξη 31/12/2026). Απέρριψε επίσης τους ισχυρισμούς περί παραβίασης του δικαιώματος ακρόασης και έλλειψης αιτιολογίας, καθώς τεκμηριώθηκε αναλυτικά ο καθοριστικός ρόλος του προσφεύγοντα στις εικονικές συναλλαγές ως υποκρυπτόμενου και γνώστη των λογιστικών γεγονότων. Καταλογίζεται ολόκληρο το ποσό του προστίμου.
ΣΤΕ/1717/2015
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Οι κατά τα ως άνω κρίσεις, όμως, του δικάσαντος δικαστηρίου, που σχετίζονται με την ύπαρξη ή την ανυπαρξία επί των ψηφοδελτίων, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, διακριτικών γνωρισμάτων, ανάγονται σε εκτιμήσεις επί ουσιαστικών ζητημάτων και δεν προσβάλλονται παραδεκτώς, διότι από την, ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση, περί των πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ή από τυχόν πλημμέλεια της αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης δεν μπορεί να προκύψει αντίθεση προς τις ανωτέρω αποφάσεις, που να καθιστά παραδεκτή την υπό κρίση αίτηση, από την άποψη της συνδρομής των δικονομικών προϋποθέσεων που τάσσει η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει. Εξάλλου, και οι επικαλούμενες ως άνω αποφάσεις έκριναν, υπό συγκεκριμένες περιστάσεις, την πληρότητα της αιτιολογίας της προσβληθείσας ενώπιόν τους αποφάσεως, ως προς το ζήτημα της υπάρξεως ή μη επί διαφόρων ψηφοδελτίων διακριτικών γνωρισμάτων και δεν αναφέρονται σε νομικά ζητήματα, υπό την ως άνω έννοια, ως προς τα οποία έκρινε αντιθέτως η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση. Συνεπώς, οι ανωτέρω λόγοι της αιτήσεως είναι απορριπτέοι, ως απαράδεκτοι.(...)Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.
ΣΤΕ/2475/2019
Απονομή σύνταξης...Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόντος την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στις 26.10.2017 και, επομένως, κατά τα προεκτεθέντα, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 3900/2010. Περαιτέρω, η κρινόμενη διαφορά ανέκυψε από αμφισβήτηση σχετικά με τον χρόνο έναρξης καταβολής στην αναιρεσείουσα σύνταξης λόγω θανάτου του συζύγου της και, επομένως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην 4η σκέψη, έχει προσδιορίσιμο χρηματικό αντικείμενο το οποίο συνίσταται στο ποσό των συντάξεων της αναιρεσείουσας, που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.12.1994 έως 8.10.1995, και ανέρχεται σε 4.437,15 ευρώ (βλ. το .....2019 έγγραφο του ... προς το Δικαστήριο με αριθμ. πρωτ. ΣτΕ ΕΠ .....2019), είναι δηλαδή κατώτερο του κατά την ανωτέρω διάταξη ποσού των 40.000 ευρώ και, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση ασκείται απαραδέκτως κατά την παρ. 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989. Είναι δε απορριπτέα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση. Υπό τα δεδομένα δε αυτά προβάλλονται αλυσιτελώς και είναι απορριπτέοι οι περαιτέρω ισχυρισμοί της αναιρεσείουσας περί παράβασης της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και περί αντίθεσης των κρίσεων της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς νομολογία Ανωτάτων Δικαστηρίων, ήτοι του Συμβουλίου της Επικρατείας