Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/2759/2003

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2218/1994, 323/1989

Δημοσίευση κανονιστικής πράξης:..Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει κανονιστικό περιεχόμενο, δεν δημοσιεύθηκε, όπως απαιτείται από τις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 83 παρ. 6 και 106 του Δ.Κ.Κ. (βλ. ιδίως 49157/10.12.2002 και 49289/11.12.2002 έγγραφα του καθ’ ου δήμου προς το Δικαστήριο). Ενόψει αυτού, και δεδομένου ότι η επίδικη ρύθμιση εφαρμόζεται από τον καθ’ ου δήμο, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί, χωρίς, λόγω του ανυποστάτου της, να τίθεται θέμα προθεσμίας ασκήσεως της κρινόμενης αιτήσεως, όπως αβασίμως προβάλλει ο καθ’ ου δήμος (βλ. ΣτΕ 1152/1999), ενώ παρέλκει η εξέταση των λόγων ακυρώσεως. Για τον ίδιο λόγο, εξάλλου, δεν εξετάζεται κατά πόσον με την πράξη αυτή εισάγεται πράγματι πολεοδομική και όχι κυκλοφοριακή ρύθμιση και συνεπώς κατά πόσον αρμόδιο προς εκδίκαση της υποθέσεως είναι όχι το παρόν, αλλά το Ε Τμήμα του Δικαστηρίου (πρβλ. ΣτΕ 3408/2001, Ολ.).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/4/2000

Αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου:..Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα προαναφερθέντα εφ΄ όσον η προσβαλλομένη απόφασις δεν εδημοσιεύθη αυτουσία δεν δύναται να θεωρηθεί ότι έλαβε νόμιμον υπόστασιν και ότι ετελειώθη, νομίμως, η διαδικασία κηρύξεως της επιδίκου απαλλοτριώσεως. Συνεπώς, δια τον λόγον αυτόν, ο οποίος εξετάζεται, κατά παγίαν νομολογίαν (βλ. ΣτΕ: 859/97 κ.ά.) αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριον πρέπει να γίνει δεκτή, η υπό κρίσιν αίτησις, η οποία, λόγω της μη κατά τα ήδη εκτεθέντα, αυτουσίου, δημοσιεύσεως της προσβαλλομένης απαλλοτριωτικής αποφάσεως και της μη νομίμου τελειώσεως της διαδικασίας κηρύξεως της επιδίκου απαλλοτριώσεως, ασκείται εμπροθέσμως, να ακυρωθεί η προσβαλλομένη υπ΄ αρ. 30/1995 απόφασις του Κοινοτικού Συμβουλίου της προαναφερθείσης Κοινότητος και δια λόγους ασφαλείας δικαίου (βλ.ΣτΕ 3941/98 κ.ά.) και οι επίσης προσβαλλόμενες υπ΄ αρ.πρ. 7/24.11.95 απόφασις της Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 και υπ΄αρ.πρ. 4931/6.3.96 του Υπ. Εσωτερικών, καθ΄ ό μέρος οι πράξεις αυτές αφορούν εις την κήρυξιν αναγκαστικής απαλλοτριώσεως του ακινήτου του οποίου φέρεται ιδιοκτήτης ο ήδη αιτών και να παραλειφθεί η εξέτασις των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως ως αλυσιτελής.


ΣΤΕ/87/2011

Δημοσίευση κανονιστικής πράξης-ανυπόστατο:..Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως).Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως)...10. Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει το παρατεθέν σε προηγούμενη σκέψη κανονιστικό περιεχόμενο, όπως βεβαιώνεται στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. 3017/17-2-2009 έγγραφο της Περιφέρειας ..., καθώς και στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. Γ25258/17-2-2009 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, εξάλλου, δεν προβλέπεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δημοσίευσή της με άλλο νόμιμο τρόπο. Για το λόγο, συνεπώς, αυτό ακυρώσεως που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, πρέπει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί.


ΣΤΕ/1788/2004

Δημοσίευση κανονιστικών πράξεων:...Επειδή, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έχει κανονιστικό χαρακτήρα, γιατί εκδόθηκε μετά από έλεγχο νομιμότητας, κατά το άρθρο 8 ν. 3200/1955 τον οποίο ο ως άνω Υφυπουργός άσκησε επί της υπ’ αριθμ. 149/15.10.1999 αποφάσεως της Επιτροπής του άρθρου 18 του Ν. 2218/1994, η οποία ήταν ομοίως κανονιστική καθ’ όσον προέβη στην ακύρωση της υπ’ αριθμ. 108/1999 κανονιστικής αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου … (ΣτΕ επταμ. 494-5/1995, 4268/2000). Ως κανονιστική, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έπρεπε να δημοσιευθεί όπως επιβάλλεται από το Σύνταγμα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ’ όσον δεν ορίζεται άλλος τρόπος δημοσιότητάς της. Από τα στοιχεία όμως του φακέλου ουδόλως προκύπτει ότι η απόφαση αυτή δημοσιεύθηκε με οποιονδήποτε τρόπο και για το λόγο αυτό, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο η ως άνω ρητώς προσβαλλόμενη απόφαση είναι επίσης ακυρωτέα. Την ίδια εξ άλλου πλημμέλεια παρουσιάζει και η 149/15.10.1999 πράξη της, κατ’ άρθρ. 177 παρ. 2 Δ.Κ.Κ., Επιτροπής Νομού .., δοθέντος ότι δεν προκύπτει τοιχοκόλλησή της στο κατάστημα του Δήμου … σύμφωνα με το άρθρο 179 παρ. 1 εδ. β’ Δ.Κ.Κ. ή δημοσίευσή της με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.Επειδή, μετά την ακύρωση των προσβαλλομένων πράξεων για τον προαναφερθέντα αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ακυρώσεως, παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των λόγων ακυρώσεως που προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση.


ΣΤΕ/1996/2000

Δημοσίευση απόφασης δημοτικού συμβουλίου:.Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλομένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου ... (υπ' αριθμ. 111/28-9-1992) εκηρύχθη αναγκαστική απαλλοτρίωση τριών τμημάτων ισαρίθμων ιδιοκτησιών του αιτούντος κειμένων εντός του οικισμού της ... προς τον σκοπό της διανοίξεως δημοτικής οδού. Στην απόφαση όμως αυτή δεν γίνεται μνεία κτηματολογικού διαγράμματος και κτηματολογικού πίνακα καθώς και σχετικής μελέτης, τα οποία να έχουν συνταχθεί προ της λήψεως της προσβαλλομένης αποφάσεως. Και ναι μεν μεταξύ των στοιχείων του φακέλου, τον οποίο απέστειλε ο καθ' ου η αίτηση Δήμος, υπάρχουν ο από 3-11-1992 κτηματολογικός πίνακας και το άνευ ημερομηνίας τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ..., πλην όμως τα στοιχεία αυτά, πέραν του ότι δεν μνημονεύονται, όπως απαιτεί ο νόμος, στο σώμα της προσβαλλομένης αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου, το μεν πρώτο είναι μεταγενέστερο της προσβαλλομένης αποφάσεως, το δε δεύτερο δεν φέρει καν ημερομηνία εκδόσεως. Εξ άλλου, ούτε στην προσβαλλομένη απόφαση μνημονεύεται ούτε στα στοιχεία του φακέλου υπάρχει μελέτη του έργου που πρόκειται να εκτελεσθεί, ενώ ο ισχυρισμός του καθ' ου η υπό κρίση αίτηση Δήμου ότι δεν απητείτο η σύνταξη μελέτης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Λόγω των παραλείψεων αυτών, οι οποίες συνιστούν παραβάσεις ουσιωδών τύπων της διαδικασίας, η προσβαλλομένη απόφαση είναι πλημμελής, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση.Επειδή, κατ' ακολουθίαν, η προσβαλλομένη υπ' αριθμ. 111/28-9-1992 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου ..., λόγω των περιγραφομένων στις προηγούμενες σκέψεις παραβάσεων ουσιωδών τύπων της διαδικασίας εκδόσεώς της, πρέπει να ακυρωθεί, κατ' αποδοχήν της υπό κρίση αιτήσεως, παρέλκει δε ως αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως, ενώ, μετά την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου ..., αποβαίνουν ακυρωτέες και οι συμπροσβαλλόμενες υπ' αριθμ. 17383/23-12-1992 απόφαση του Νομάρχη ... και υπ' αριθμ. 8966/31-3-1993 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, με τις οποίες απερρίφθησαν σιωπηρώς οι συναφείς ισχυρισμοί που είχε προβάλει ο αιτών με τις προσφυγές του.


ΣΤΕ/859/1997

Δημοσίευση ατομικής διοικητικής πράξεως:..Επειδή, περαιτέρω, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ' οιονδήποτε τρόπο για τον αιτούντα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να θεωρηθεί για το λόγο αυτό ότι ασκείται εμπροθέσμως, τόσο κατά της ρηθείσης υπ' αριθ. 16/15-3-1991 αποφάσεως του Κοινοτικού Συμβουλίου όσο και κατά των 12002/30-4-1991 και 93111/1517/25-7-1991 αποφάσεων του Νομάρχη ... και του Υπουργού Εσωτερικών, αντιστοίχως.Επειδή, για τον προαναφερθέντα λόγο, ο οποίος είναι αυτεπαγγέλτως εξεταστέος, και εν όψει του ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου έχει τύχει εφαρμογής (βλ. 21/24-5-1993 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου ... περί εγκρίσεως του πρωτοκόλλου παραλαβής του έργου), πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου καθώς και οι προαναφερόμενες αποφάσεις του Νομάρχη ..., με τις οποίες απερρίφθησαν αντίστοιχες προσφυγές του αιτούντος, παρελκούσης, ως αλυσιτελούς, της εξετάσεως των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.


ΣΤΕ 2597/2011

Μετάταξη υπαλλήλων:Επειδή, στο άρθρο 102 παρ. 1 περίοδος δ΄ του Συντάγματος ορίζεται ότι «Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους», στο δε άρθρο 77 παρ. 1 περίοδος ε του Ν. 2910/2001 ότι, «Για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ανωτέρω εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Νομάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Με βάση την τελευταία αυτή διάταξη εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη …, με την οποία διαπιστώθηκε η μετάταξη των εκκαλούντων από το Υπουργείο Ανάπτυξης του οποίου ήταν υπάλληλοι στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση …, κατά κατηγορία, κλάδο, ειδικότητα και βαθμό, από 2.5.2001, η απόφαση δε αυτή δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ. τ. Ν.Π.Δ.Δ. 280/14.11.2001). Με τα δεδομένα αυτά, επιτρεπτώς ανατέθηκε στον οικείο Νομάρχη η αρμοδιότητα εκδόσεως της διαπιστωτικής πράξεως για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ως άνω υπαλλήλων και συνεπώς αρμοδίως εν προκειμένω εκδόθηκε η διαπιστωτική πράξη περί αυτοδικαίας μετατάξεως των εκκαλούντων από τον Νομάρχη … (βλ. ΣτΕ 4237/2005 7μ.). Ως εκ τούτου, όσα αντίθετα ισχυρίζονται με την κρινόμενη έφεση οι εκκαλούντες είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.


ΣΤΕ 2562/2011

Μετάταξη υπαλλήλων:Επειδή, στο άρθρο 102 παρ. 1 περίοδος δ΄ του Συντάγματος ορίζεται ότι «Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους», στο δε άρθρο 77 παρ. 1 περίοδος ε του Ν. 2910/2001 ότι, «Για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ανωτέρω εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Νομάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Με βάση την τελευταία αυτή διάταξη εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη …, με την οποία διαπιστώθηκε η μετάταξη των εκκαλούντων από το Υπουργείο Ανάπτυξης του οποίου ήταν υπάλληλοι στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση …, κατά κατηγορία, κλάδο, ειδικότητα και βαθμό, από 2.5.2001, η απόφαση δε αυτή δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ. τ. Ν.Π.Δ.Δ. 309/11.12.2001). Με τα δεδομένα αυτά, επιτρεπτώς ανατέθηκε στον οικείο Νομάρχη η αρμοδιότητα εκδόσεως της διαπιστωτικής πράξεως για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ως άνω υπαλλήλων και συνεπώς αρμοδίως εν προκειμένω εκδόθηκε η διαπιστωτική πράξη περί αυτοδικαίας μετατάξεως των εκκαλούντων από τον Νομάρχη ... (βλ. ΣτΕ 4237/2005 7μ.). Ως εκ τούτου, όσα αντίθετα ισχυρίζονται με την κρινόμενη έφεση οι εκκαλούντες είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.


ΕΑΔΗΣΥ/1658/2022

Άρα, βάσει των ανωτέρω όλως αντικειμενικών δεδομένων που ήδη με σαφήνεια προκύπτουν εξ όσων ο ίδιος ο καθ’ ου δήλωσε με τις αιτιολογήσεις του και με την προσφορά του, η προσφορά του καθ’ ου προκύπτει ως προδήλως και σαφώς ζημιογόνος και αποδεικνύεται η ανεπάρκεια της να καλύψει με το προσφερόμενο τίμημα της ανάγκες εκτέλεσης του έργου, ως και το μετ’ αυτού συναρτώμενο εργατικό και ασφαλιστικό κόστος (δεδομένου, ότι είναι αντικειμενικά ζημιογόνος και άρα, δεν καλύπτει το σύνολο της δαπάνης εκτέλεσης). Κατ’ αποτέλεσμα των ανωτέρω, μη νομίμως κρίθηκαν δεκτές οι εξηγήσεις του καθ’ ου, ενώ η αναθέτουσα είχε δεσμία αρμοδιότητα, όπως απορρίψει αυτές, διότι δεν τεκμηριώνουν την επάρκεια του τιμήματος για την κάλυψη του κόστους εκτέλεσης και αντιθέτως εξ αυτών προκύπτει η σχετική ανεπάρκεια του τιμήματος. Αντιστοίχως και κατά συνέπεια, η αναθέτουσα όφειλε να απορρίψει και την προσφορά του καθ’ ου, ως αντικειμενικώς ζημιογόνο και ούτως, η προσφορά είναι απαράδεκτη και απορριπτέα κατά τον όρο 4.1 της διακήρυξης (που ορίζει, ότι «Αν οι εξηγήσεις δεν γίνουν αποδεκτές, η προσφορά απορρίπτεται, ωστόσο δεν καταπίπτει η εγγυητική επιστολή συμμετοχής.»). Παρέλκει δε προς τούτο, η εξέταση των λοιπών σωρευτικών κατά της προσφοράς του, ισχυρισμών της προσφυγής. 4. Επειδή, επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η Προδικαστική Προσφυγή. Να ακυρωθεί η προσβαλλομένη καθ’ ο μέρος κατ’ έγκριση των Αεξηγήσεων επί της οικονομικής προσφοράς του καθ’ ου, δέχθηκε την προσφορά του και τον όρισε προσωρινό ανάδοχο


ΣΤΕ/187/198

Δημοσίευση κανονιστικού περιεχομένου αποφάσεων κοινοτικού συμβουλίου:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως και, ειδικότερα, από το συνοδεύον την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 61/1996 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου …, αποδεικτικό δημοσιεύσεως του πίνακος των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως της συνεδριάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου … κατά την οποία και ελήφθη η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση με ημερομηνία 28.4.1996, δεν προκύπτει ότι δημοσιεύθηκε πλήρες το περιεχόμενο της ανωτέρω κανονιστικού χαρακτήρος αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ... Συνεπώς, για το λόγο αυτόν, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, ως αναγόμενο στη νόμιμη υπόσταση της επί ακυρώσει προσβαλλομένης κανονιστικής διοικητικής πράξεως, η πράξη αυτή πρέπει να ακυρωθεί


ΣΤΕ/1230/2006

Δημοσίευση τυπικών νόμων και κανονιστικών πράξεων:...Επειδή, όπως προκύπτει από το αποδεικτικό δημοσιεύσεως το συνοδεύον την υπ’ αριθμ. 22/1995 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ..., ο κλητήρας του εν λόγω Δήμου …. ετοιχοκόλλησε, παρουσία δύο μαρτύρων, των οποίων τα ονοματεπώνυμα αναφέρονται, στην εξωθύρα του Δημοτικού καταστήματος, την 1.2.1995, πίνακα Θεμάτων και αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου ληφθεισών κατά την συνεδρίαση της 31.1.1995, ο οποίος (πίνακας), όπως αναφέρεται εις το εν λόγω αποδεικτικό, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και την ως άνω υπ’ αριθμ. 22/1995 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, περί αναπροσαρμογής των δημοτικών τελών οικονομικού έτους 1995. Από το εν λόγω όμως αποδεικτικό ουδάλως προκύπτει ότι έγινε δημοσίευση και του πλήρους περιεχομένου αυτής, όπως επιβάλλεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 666 του β.δ/τος της 24.9/20.10.1998. Αντιθέτως, εκ του αποδεικτικού αυτού προκύπτει ότι η εν λόγω τοιχοκόλληση περιέλαβε μόνον απλή μνεία των ληφθεισών κατά την ως άνω συνεδρίαση αποφάσεων, μεταξύ των οποίων και της ανωτέρω στο αριθμ. 22/1995. Επομένως, η εν λόγω απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση (ΣτΕ 1658/1997, 709/2000, 2486/1993). Συνεπώς, δια τον λόγον αυτόν (λόγω δηλ. του ανισχύρου της κανονιστικής αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου του αναιρεσείοντος Δήμου), ο οποίος, αναγόμενος εις το κατά το Σύνταγμα κύρος του εφαρμοσθέντος υπό του επιβαλλόντος του επίδικα τέλη Δήμου κανόνος δικαίου, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, όπως ήδη ελέγχθη, και το πρώτον κατ’ αναίρεση (ΣτΕ 3195/2000), Ορθώς το Διοικητικό Εφετείο απέρριψε, με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση την ασκηθείσα από τον Δήμο ... έφεση, αν και με άλλη αιτιολογία, και, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα δια τον λόγον αυτόν, απορριπτομένων όλων των προβαλλομένων από τον αναιρεσείοντα λόγων αναιρέσεως ως αλυσιτελών, εφ’ όσον ερείδονται επί της εκδοχής ότι η ως άνω κανονιστική απόφαση έχει νόμιμη υπόσταση.