ΣΤΕ/3406/2014
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Καθορισμός αποδοχών...Ενόψει των ανωτέρω, και λαμβανομένου επιπλέον υπόψη ότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη 17, ο καθορισμός μονομερώς από τον κοινό ή τον κανονιστικό νομοθέτη των εν γένει αποδοχών του ειδικού επιστημονικού προσωπικού και των δικηγόρων με έμμισθη εντολή της ΡΑΕ δεν θίγει άνευ ετέρου την ανεξαρτησία της Αρχής, τα προσβαλλόμενα μισθολογικά μέτρα δεν παρίστανται, καταρχήν, απρόσφορα, και μάλιστα προδήλως, για την επίτευξη των επιδιωκόμενων με αυτά σκοπών, ούτε μπορεί να θεωρηθούν ότι δεν ήταν αναγκαία. Συνεπώς, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου ως άνω ειδικότεροι λόγοι ακυρώσεως. Περαιτέρω, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη 17, ο προκύπτων από τις ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης υπουργικής αποφάσεως βασικός μισθός ανέρχεται στο ποσό των 2.097 ευρώ και προσαυξάνεται με τα προβλεπόμενα επιδόματα, ενόψει δε αυτών, οι θεσπιζόμενες με την προσβαλλόμενη απόφαση αποδοχές του ειδικού επιστημονικού προσωπικού και των δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής της ΡΑΕ, οι οποίες, κατά τα εκτιθέμενα στην ίδια ως άνω σκέψη, υπερέχουν, γενικώς, έναντι των καθοριζομένων με τις περί ενιαίου μισθολογίου διατάξεις του ν. 4024/2011 συνολικών αποδοχών των εν ευρεία εννοία δημοσίων υπαλλήλων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι προδήλως απρόσφορες σε σχέση με τα λειτουργικά καθήκοντα και τη σημασία της αποστολής των συγκεκριμένων επιστημόνων. Με τα ανωτέρω δεδομένα, συνολικώς εκτιμώμενα, οι επίμαχες ρυθμίσεις δεν αντίκεινται στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, ούτε στην κατοχυρωμένη από το άρθρο 25 παρ. 1 εδάφ. δ' του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας (πρβλ. ΣτΕ 668/2012 Ολομ., σκέψη 35, 1286/2012 Ολομ., σκέψη 16), αλλ’ ούτε και στο εγγυώμενο την ιδιοκτησία άρθρο 17 του Συντάγματος, ανεξαρτήτως αν η ιδιοκτησία κατά το εν λόγω άρθρο έχει ή όχι την αυτή έννοια με την κατά το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου περιουσία, εφόσον δεν κατοχυρώνεται από καμία συνταγματική ή άλλη διάταξη δικαίωμα ορισμένου ύψους αποδοχών και δεν αποκλείεται, καταρχήν, η διαφοροποίηση αυτών ανάλογα με τις συντρέχουσες εκάστοτε συνθήκες. Συνεπώς, οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/48/2017
Καταβολή δώρου γάμου:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η εντελλόμενη με το χρηματικό αυτό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη. Τα ανωτέρω δε διαφοροποιούνται λόγω των 236/2015 και 346/2016 αποφάσεων του Μονομελούς Πρωτοδικείου …., με τις οποίες κρίθηκε ότι αναστέλλεται η υπερβάλλουσα μείωση των αποδοχών των εργαζομένων στη ΔΕΥΑΛ, μεταξύ των οποίων και ο αιτών, καθώς η εν λόγω αναστολή αφορά μόνο στο άνω του 25% ποσοστό της μείωσης που υπέστησαν οι μηνιαίως καταβαλλόμενες αποδοχές αυτών, ενώ εν προκειμένω δεν πρόκειται περί μηνιαίως καταβαλλόμενων αποδοχών, αλλά περί εφάπαξ καταβαλλόμενων, η μείωση από την κατάργηση των οποίων δεν συνυπολογίζεται στο ως άνω ποσοστό (βλ. ΕΣ ΚΠΕΔ στο VII Τμ. πράξη 352/2016).
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/61/2016
Καταβολή αποδοχών:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κατάταξη των ανωτέρω υπαλλήλων σε θέσεις εκπαιδευτικής κατηγορίας ανώτερης εκείνης που κατείχαν χωρίς την τήρηση της διαδικασίας μετάταξης και των ειδικότερων προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 76 του Κώδικα Κατάταξης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, δεν είναι νόμιμη, κατά το βάσιμο λόγο διαφωνίας της Επιτρόπου. Συνεπώς, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη και τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθούν.
ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)/71/2014
ΕΦΗΜΕΡΙΕΣ ΙΑΤΡΩΝ:Με δεδομένα τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη οι πρόσθετες εφημερίες που πραγματοποιήθηκαν στο «…»-«…» κατά τον Απρίλιο του έτους 2013 δεν είναι νόμιμες. Και τούτο προεχόντως διότι πριν από την πραγματοποίηση των επίμαχων εφημεριών δεν είχε τηρηθεί η προβλεπόμενη από το άρθρο 4 παρ. 1 Γ του ν. 3868/2010 διαδικασία και της κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσας ΚΥΑ, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο, δηλαδή δεν είχε προηγηθεί η έγκριση των επιπλέον αυτών εφημεριών από τον Διοικητή της οικείας Υ.Π.Ε., μετά από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου και γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, με ειδική αιτιολογία ότι οι πρόσθετες αυτές εφημερίες καλύπτουν πραγματικά κενά του προγράμματος εφημεριών σύμφωνα με το άρθρο 4 του ως άνω νόμου, καθώς και ότι οι εφημερίες αυτές κατανέμονται στις ειδικότητες για τις οποίες υπάρχει αιτιολογημένως επιτακτική ανάγκη, με σαφή προσδιορισμό τους ανά ημέρα εφημερίας, ειδικότητα και αριθμό ιατρών
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/77/2017
Καταβολή προσωπικής διαφοράς. (..) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας, η επίμαχη παροχή νομίμως καταβάλλεται στον ως άνω δικαιούχο υπάλληλο της Δημοτικής Αστυνομίας του Δήμου ..-.., αφού αποτελεί νομίμως τμήμα των αποδοχών των υπαλλήλων που κατατάσσονται στις επανασυσταθείσες, κατά τα ανωτέρω, θέσεις. Τούτο, δε, ανεξαρτήτως αν η εν λόγω παροχή καταβάλλονταν ή όχι στους υπαλλήλους αυτούς, κατά τον χρόνο ένταξής τους στην Ελληνική Αστυνομία, καθόσον σκοπός των ρυθμίσεων του ν. 4325/2015 ήταν η αποκατάσταση των αποδοχών τους στο επίπεδο που βρίσκονταν πριν από τη θέση τους σε διαθεσιμότητα, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της Επιτρόπου. Συνεπώς, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι νόμιμη και το ένταλμα αυτό πρέπει να θεωρηθεί
ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)383/2015
ΥΠΕΡΩΡΙΕΣ :Μη νόμιμη η καταβολή αμοιβής σε υπαλλήλους ΔΕΥΑ για υπερωριακή εργασία, καθόσον η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΥΑ δεν διαλαμβάνει πλήρη και ειδική αιτιολογία, ήτοι δεν αναφέρει συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή έκτακτων, εποχικών ή επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών, που να δικαιολογούν την καθιέρωση της ως άνω υπερωριακής απασχόλησης (άρθρο 20 του ν. 4024/2011, οι διατάξεις του οποίου, σύμφωνα με το άρθρο πρώτο, παρ. Γ΄ υποπαρ. Γ.1 περ. 12 του ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α΄ 222), έχουν ανάλογη εφαρμογή, από 1.1.2013 και στο προσωπικό των ΔΕΥΑ που έχουν συστήσει οι Δήμοι).
ΕΣ/ΤΜ.7/4/2016
ΑΠΟΔΟΧΕΣ...ζητείται η ανάκληση της 318/2015 Πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου στο VII Τμήμα...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας Πράξεως, το Τμήμα κρίνει ότι: A) Η υπαγωγή του προσωπικού των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης Αποχέτευσης στο μισθολόγιο του δημόσιου τομέα από 1.1.2013, με την επανάληψη της διάταξης του άρθρου 31 του Ν. 4024/2011 στο άρθρο 12 του Ν. 4093/2012, βρίσκει έρεισμα στα κριτήρια που θεσπίζονται για την υπαγωγή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ευρύτερων κατηγοριών στις ρυθμίσεις αυτού (μισθολογίου). Οι ως άνω Επιχειρήσεις πληρούν τα κριτήρια αυτά, καθόσον επιδιώκουν δημόσιο σκοπό (διανομή ύδατος, συντήρηση και επέκταση δικτύου ύδρευσης), παρέχοντας αγαθά και υπηρεσίες ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο, τα μέλη τους διορίζονται από το Δημοτικό Συμβούλιο και τελούν υπό την εποπτεία του Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η δε ένταξή τους, με διατάξεις τυπικών νόμων, στο ενιαίο μισθολόγιο δεν αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 23 παρ.1, 5 παρ.1 και 22 παρ.2 και 4 του ισχύοντος Συντάγματος διότι, αιτιολογείται από σκοπό υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, αυτόν της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και του εξορθολογισμού των οικονομικών απολαβών των μισθωτών (ώστε να μην παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των αποδοχών που χορηγούνται στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα και αυτών που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις που, καίτοι οργανώνονται με τη μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, τελούν σε άμεση συνάρτηση προς την κεντρική εξουσία ή τους πρωτοβάθμιους φορείς αυτοδιοίκησης), με στόχο την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών και την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ώστε να εξέλθει στο μέλλον η χώρα από την οξεία δημοσιονομική κρίση. Κατά συνέπεια, ο καθορισμός των αποδοχών των μισθωτών χωρίς τη μεσολάβηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για περιορισμένο χρονικό διάστημα (έως τη λήξη, το έτος 2016, του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής) είναι δικαιολογημένος ανεξαρτήτως : α) της νομικής μορφής της επιχείρησης, του ότι δεν συγκαταλέγεται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης (καθόσον τούτο δεν αποτελεί κριτήριο) και του ότι οι πόροι της προέρχονται από ίδια έσοδα (η τιμολογιακή πολιτική κάθε επιχείρησης ωστόσο εγκρίνεται με απόφαση του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου), καθόσον, στην τελευταία περίπτωση, το οικονομικό βάρος της λειτουργίας της, εξαιτίας της ζωτικής σημασίας των υπηρεσιών που προσφέρει, μετακυλύεται στο κοινωνικό σύνολο, β) του ότι ενδεχομένως, μετά το πέρας της ως άνω χρονικής περιόδου, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις θα εκκινήσουν από το όριο των αποδοχών που επάγεται το νέο μισθολόγιο, με συνέπεια τη δυσμενέστερη μισθολογική μεταχείριση των εργαζομένων σε σχέση με όσα ίσχυαν πριν από την 1.1.2013, καθόσον τούτο, πέραν του ότι επιβάλλεται από την ανάγκη εξορθολογισμού των απολαβών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (στο μέτρο που μέρος του τελευταίου οργανώνεται από έναν Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης και συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών ζωτικής σημασίας για τους πολίτες, τις οποίες αυτοί δεν μπορούν να αρνηθούν), εξαρτάται πλήρως από τη μελλοντική δημοσιονομική και οικονομική κατάσταση της χώρας, γ) του ότι ως προς τις εργασιακές συνθήκες, οι ως άνω επιχειρήσεις δεν εξομοιώνονται με τυπική δημόσια υπηρεσία, διότι οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στη λειτουργία της επιχείρησης (εργασία πέραν του συνήθους ωραρίου, αντιμετώπιση έκτακτων βλαβών, ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας) δύνανται να αντιμετωπισθούν στο πλαίσιο του ενιαίου μισθολογίου, όπως συμβαίνει σε άλλα νομικά πρόσωπα που χωρίς να αποτελούν, ομοίως, τυπική δημόσια υπηρεσία, οργανώνονται ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (π.χ. νοσοκομεία) και υπάγονται στο ενιαίο μισθολόγιο, Β) Η νομική μορφή των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης, ως νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου κοινωφελούς χαρακτήρα και η χρηματοδοτική τους αυτάρκεια, δεν αίρουν τη στενή σύνδεση αυτών με τον οικείο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με απόφαση του οποίου ιδρύονται, διορίζονται τα μέλη της διοίκησής τους και καθορίζεται η τιμολογιακή τους πολιτική, ούτε την άσκηση εποπτείας επ’ αυτών από τον Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ούτε το γεγονός ότι παρέχουν ζωτικής σημασίας υπηρεσίες, εξυπηρετώντας δημόσιο σκοπό (οι οποίες σε περίπτωση, που δεν είχαν συστηθεί ως ίδια νομικά πρόσωπα, θα παρέχονταν απευθείας από τον οικείο Ο.Τ.Α.), παράγοντες, οι οποίοι τις καθιστούν υπόχρεες στην εφαρμογή των ρυθμίσεων του νέου μισθολογίου. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει λόγος για αυτοτέλεια αυτών, αλλά για οικονομική αυτάρκεια, ο νομοθετικός περιορισμός της οποίας, για την επίτευξη υπέρτερου δημόσιου σκοπού (οικονομική ανάκαμψη της χώρας) είναι, ως ανωτέρω εξετέθη, θεμιτός...
Κατόπιν αυτών, απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/260/2014
Προσλήψεις προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου..:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, μη νομίμως, ανατέθηκαν σε τρίτους, χωρίς ειδικότερη αιτιολόγηση, οι προαναφερθείσες, μη ειδικής φύσεως, υπηρεσίες δοθέντος ότι δεν απαιτούνται γι’ αυτές ειδικές γνώσεις και εμπειρία ελέγχου της σωστής λειτουργίας των βιολογικών καθαρισμών και αναλύσεων πόσιμου νερού και λυμάτων καθώς και λογιστικών - φοροτεχνικών εργασιών, σύνταξης μισθοδοτικών καταστάσεων έτους 2014 και σύνταξης προϋπολογισμού 2015 και ισολογισμού 2014 στους φερόμενους ως δικαιούχους των ελεγχόμενων χρηματικών ενταλμάτων και δη έναντι μηνιαίας αμοιβής. Περαιτέρω, οι επίμαχες συμβάσεις υποκρύπτουν κατ’ ουσίαν προσλήψεις προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου κατά καταστρατήγηση των οριζομένων με τους ν. 4024/2011 και 4093/2012, περιορισμών. Δοθέντος δε ότι, κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 περ. γ΄ του ν. 3812/2009 (ΦΕΚ Α΄ 234/28.12.2009), οι πάσης φύσεως επιχειρήσεις των Ο.Τ.Α. πρώτου και δευτέρου βαθμού, στις οποίες συγκαταλέγονται και οι επιχειρήσεις ιδιωτικού δικαίου, υπάγονται στον νόμο 2190/1994, μη νομίμως δεν εφαρμόστηκε εν προκειμένω η προβλεπόμενη στον νόμο αυτό διαδικασία . Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνες δεν είναι νόμιμες και πρέπει αυτά να μη θεωρηθούν.
ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕλΣυν.Τμ.7/17/2015
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/3/2020
Περικοπές σε αποδοχές...Όμως σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, όσον αφορά την από 18-12-2017 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) αγωγή, η αμοιβή του εκκαλούντος με την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου και του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της εφεσίβλητης, υπάγονταν στις διατάξεις των νόμων 3833/2010 και 4024/2011 δεδομένου ότι η παραχώρηση της εφεσίβλητης στο ... επήλθε μετά την εφαρμογή των παραπάνω νόμων όταν δηλαδή η αμοιβή του εκκαλούντα είχε ήδη μειωθεί και συνεπώς οι αξιώσεις του για την αμοιβή του σύμφωνα με τους όρους της αρχικής σύμβασης είναι μη νόμιμες . Περαιτέρω όσον αφορά την από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγή της εκκαλούσας, είναι απορριπτέα ω μη νόμιμη καθόσον, κατά τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της αγωγής, ο εφεσίβλητος ακολούθησε τη νόμιμη διαδικασία ώστε να λαμβάνει την μειωμένη αμοιβή του από την εκκαλούσα από την 1-1-2013, πλην όμως ο τελικός υπολογισμός της δεν πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο αλλά από τα αρμόδια όργανα της εκκαλούσας. Τέλος όσον αφορά την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …/2015) αγωγή από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, τις με αριθμούς …/2016 και …/2016 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου ……, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει της από 18-11-2009 σύμβασης που συνήφθει μεταξύ των διαδίκων ο εκκαλών προσλήφθηκε από την εφεσίβλητη για να παρέχει την εργασία του ως διευθύνων σύμβουλος και με όρο της παραπάνω σύμβασης συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση καταγγελίας της (της σύμβασης) η εφεσίβλητη θα του κατέβαλε ως αποζημίωση το ποσό που θα αντιστοιχούσε στην αμοιβή δύο μηνών για κάθε έτος εργασίας του λαμβάνοντας ως βάσει τις αποδοχές του κατά τον χρόνο της καταγγελίας. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι η παραπάνω σύμβαση καταγγέλθηκε στις 22-6-2015 και η πραγματικά οφειλόμενη αμοιβή του όπως θα διαμορφώνονταν μετά την 1-1-2013 ανέρχονταν στο ποσό των 2.375 ευρώ. Συνεπώς το συνολικό ποσό που έπρεπε να λάβει ως αποζημίωση κατά τον ανωτέρω χρόνο (22-6-2015) ανέρχονταν σε 30.479,13 ευρώ. Από τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε υπαιτιότητα του εκκαλούντος στην καταγγελία της παραπάνω σύμβασης όπως επίσης δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε προσβολή της προσωπικότητάς του κατά τον χρόνο της καταγγελίας ώστε ο τελευταίος να δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη. Ενόψει των παραπάνω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια απορρίπτοντας ως μη νόμιμες τις από 28-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) και από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγές και κάνοντας εν μέρει δεκτή ως κατ΄ουσίαν βάσιμη την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …./2015) αγωγή δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τις εφέσεις είναι απορριπτέα ως κατ΄ουσίαν αβάσιμα. Συνεπώς πρέπει να απορριφθούν οι κρινόμενες εφέσεις ως κατ΄ουσιαν αβάσιμες και να συμψηφισθούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρα 179, 183 ΚΠολΔ).
ΝΣΚ/276/2010
Ιατροί Ε.Σ.Υ. – Δικαίωμα επισχέσεως εργασίας – Λήψη ή μη μισθού και εφημεριών – Συνυπολογισμός ή μη του χρόνου επισχέσεως για την βαθμολογική και μισθολογική τους εξέλιξη.α) Οι ιατροί του Ε.Σ.Υ. δεν δικαιούνται, ως δημόσιοι υπάλληλοι, να προβαίνουν σε επίσχεση εργασίας, λόγω οφειλομένων αμοιβών από δεδουλευμένες εφημερίες. β) Οι ανωτέρω ιατροί δεν δικαιούνται μισθού και λοιπών αποδοχών κατά το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο προβαίνουν σε επίσχεση της μελλοντικής τους εργασίας. γ) Ο ως άνω χρόνος δεν υπολογίζεται για την καταβολή σ’ αυτούς επιδόματος χρόνου υπηρεσίας και δεν λαμβάνεται υπόψη για τη βαθμολογική τους εξέλιξη, καθώς και για τη μισθολογική εξέλιξη όσων εξ αυτών υπηρετούν σε Κέντρα Υγείας.
ΕΣ/ΤΜ.7/15/2019
Αποδοχές προσωπικού...ζητείται η ανάκληση της 132/2019 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο Τμήμα τούτο...Η δε 69/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου ..., που υποχρέωσε τη Δ.Ε.Υ.Α. .... «να αποδέχεται τις υπηρεσίες των εναγόντων» (μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και ο φερόμενος ως δικαιούχος) «όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στις 31.10.2012», ουδόλως υποχρέωνε την άνω Δ.Ε.Υ.Α. να καταβάλλει στον φερόμενο ως δικαιούχο υπάλληλό της τις προαναφερόμενες αυξημένες αποδοχές (1.581 ευρώ), κατά παράβαση του θεσπισθέντος με το άρθρο 31 (παρ. 3 και 4) του ν. 4024/2011 διπλού περιορισμού, αφού το αντικείμενο της αχθείσας ενώπιον του άνω δικαστηρίου διαφοράς - όπως και των όμοιων διαφορών που επιλύθηκαν με τις 342/2016, 20/2017, 103/2017, 82/18 και 14/2019 αποφάσεις των Μονομελών Πρωτοδικείων ..., ... και ..., τις οποίες προσκομίζει η αιτούσα - δεν αφορούσε στην επίλυση δικαστικής διένεξης σχετικά με το ύψους των αποδοχών των εναγόντων βάσει των διατάξεων του ως άνω άρθρου (31 παρ. 3 και 4 ν. 4024/2011), αλλά στο εάν η θεσπιζόμενη με την Υποπαράγραφο Γ1 (περ. 2) του ν. 4093/2012 αναστολή, από 31.10.2012 έως 31.12.2016, της εφαρμογής του άρθρου 29 παρ. 2 εδ. β΄ του ν. 4024/2011, που προέβλεπε τη σταδιακή εφαρμογή της τυχόν υπερβάλλουσας μείωσης, καταλάμβανε και το προσωπικό των Δ..Ε.Υ.Α.. Τέλος, αλυσιτελώς η αιτούσα επικαλείται την 15/2012 πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο Ι Τμήμα του Δικαστηρίου τούτου, που αφορά στον έλεγχο δαπάνης μισθοδοσίας υπαλλήλου της Δ.Ε.Υ.Α. ...., αφού η δαπάνη αυτή κρίθηκε νόμιμη, ακριβώς διότι υπολειπόταν του ανώτατου ορίου αποδοχών που τίθεται με τις διατάξεις του άρθρου 31 παρ. 3 του ν. 4024/2011 (1.331 βασικός μισθός πλέον τυχόν επιδομάτων επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, παραμεθόριων περιοχών και οικογενειακής παροχής), περίπτωση που στην προκειμένη περίπτωση δεν συντρέχει, αφού οι αποδοχές του άνω φερόμενου ως δικαιούχου μη νόμιμα, κατά τα ανωτέρω, καταβάλλονται εξισούμενες με το ως άνω ανώτατο όριο αποδοχών (1.331 ευρώ βασικός μισθός + 150 ευρώ επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας + 100 ευρώ επίδομα παραμεθορίων περιοχών = 1.581 ευρώ). Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω οι αιτήσεις πρέπει να απορριφθούν.