ΣτΕ/504/2007
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Μελέτες. Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, ως δημόσια νομικά πρόσωπα δεν νομιμοποιούνται κατ` αρχήν σε επιχειρηματικής φύσεως δραστηριότητες που εκφεύγουν του ειδικού σκοπού τους και τέτοια δραστηριότητα είναι κατ` εξοχήν η συμμετοχή σε διαγωνισμούς για ανάληψη έργων. Δεν αποκλείεται, όμως, εντελώς η συμμετοχή και των Ιδρυμάτων αυτών σε διαγωνισμούς, κατ` εξαίρεσιν οσάκις η προσφερομένη υπηρεσία συνδέεται αμέσως με το εκπαιδευτικό ή ερευνητικό έργο και πρόκειται να εκτελεσθεί στο πλαίσιο του αντικειμένου συγκεκριμένης υπηρεσιακής μονάδας του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/405/2007
Μελέτες.Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, ως δημόσια νομικά πρόσωπα δεν νομιμοποιούνται κατ` αρχήν σε επιχειρηματικής φύσεως δραστηριότητες που εκφεύγουν του ειδικού σκοπού τους και τέτοια δραστηριότητα είναι κατ` εξοχήν η συμμετοχή σε διαγωνισμούς για ανάληψη έργων. Δεν αποκλείεται, όμως, εντελώς η συμμετοχή και των Ιδρυμάτων αυτών σε διαγωνισμούς, κατ` εξαίρεσιν οσάκις η προσφερομένη υπηρεσία συνδέεται αμέσως με το εκπαιδευτικό ή ερευνητικό έργο και πρόκειται να εκτελεσθεί στο πλαίσιο του αντικειμένου συγκεκριμένης υπηρεσιακής μονάδας του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος.
ΝΣΚ/293/2004
Συμμετοχή τεχνικών εταιρειών, που ίδρυσαν ειδικό κέντρο κοινής επιχειρηματικής δράσης, σε διαγωνισμούς δημοσίων έργων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Οι τεχνικές εταιρείες, που ιδρύουν ένα ειδικό κέντρο κοινής επιχειρηματικής δράσης σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 7 παρ.3 του Ν 2940/2001, δύναται να συμμετέχουν από κοινού ή ξεχωριστά σε διαγωνισμούς δημοσίων έργων.
ΕΣ/Τ7/0001/2008
Ερευνα ή ερευνητικό πρόγραμμα στερούμενα του στοιχείου της πρωτοτυπίας εμπίπτουν στην έννοια της μελέτης, η ανάθεση εκπόνησης της οποίας διέπεται από τις διατάξεις του ν. 3316/2005 και διενεργείται κατά κανόνα κατόπιν δημόσιου, ανοικτού ή κλειστού, μειοδοτικού διαγωνισμού, ενώ κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, που καθορίζονται ρητά και περιοριστικά στο νόμο αυτό.
Δ17γ/05/106/2006
Παρέχονται οδηγίες σχετικά με: Α. Την τήρηση περιόδου αναμονής πριν τη σύναψη των δημοσίων συμβάσεων έργων και μελετών. Β. Τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς για την ανάθεση συμβάσεων υποψηφίων οι οποίοι προβάλλουν επιφυλάξεις για την νομιμότητα όρων της διακήρυξης. Γ. Την προβολή της έγκαιρης απορρόφησης κοινοτικών κονδυλίων ως λόγου δημοσίου συμφέροντος προκειμένου να απορριφθούν από τα δικαστήρια αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων. (ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ε. 18)
Δ17γ/05/106/Φ8γ/2006
Παρέχονται οδηγίες σχετικά με: Α. Την τήρηση περιόδου αναμονής πριν τη σύναψη των δημοσίων συμβάσεων έργων και μελετών. Β. Τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς για την ανάθεση συμβάσεων υποψηφίων οι οποίοι προβάλλουν επιφυλάξεις για την νομιμότητα όρων της διακήρυξης. ΕΓΚ.18 Γ. Την προβολή της έγκαιρης απορρόφησης κοινοτικών κονδυλίων ως λόγου δημοσίου συμφέροντος προκειμένου να απορριφθούν από τα δικαστήρια αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων. (ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ε. 18)
ΣτΕ/396/2011
6. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι το σύστημα της χαμηλότερης προσφοράς προϋποθέτει, λογικώς, προσφερόμενα είδη τα οποία είναι από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών, ιδιοτήτων και ποιότητας κατ’ αρχήν ισοδύναμα και τα οποία, ως εκ τούτου, διαφοροποιούνται ουσιαστικά μόνον ως προς την προσφερόμενη τιμή. Στην περίπτωση αυτή, η χρησιμοποίηση από τη Διοίκηση ως κριτηρίου επιλογής μόνο της χαμηλότερης τιμής έχει την έννοια της επιλογής του φθηνότερου μεταξύ των προσφερόμενων παρεμφερών προϊόντων, ευνοεί τον ανταγωνισμό, λόγω του ότι επιτρέπει την συμμετοχή περισσότερων προμηθευτών, αποβαίνει δε επωφελής για τη Διοίκηση, εφ’ όσον οδηγεί αναγκαίως σε συμπίεση των τιμών εκ μέρους των υποψήφιων προμηθευτών, αφού κριτήριο κατακυρώσεως είναι η χαμηλότερη τιμή προσφοράς. Αντιθέτως, το σύστημα της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς προσιδιάζει σε διαγωνισμούς όπου τα προσφερόμενα είδη διαφοροποιούνται κατά το μάλλον ή ήττον ουσιωδώς από απόψεως ποιότητας και τιμής, για το λόγο δε αυτόν, προκειμένου να ευρεθεί η πλέον συμφέρουσα προσφορά, δικαιολογείται η στάθμιση κατά την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών και ποιοτικών κριτηρίων (βλ. ΣτΕ 2183/2004 επταμ., ΕΑ 114/2008-βλ. και απόφ. ΔΕΚ της 17.9.2002, C-513/99, Concordia Bus Finland , Συλλογή 2002, σ. I-7213,σκ.59, 61-63). Στην περίπτωση αυτή, οι τεχνικές προδιαγραφές των ιατροτεχνολογικών προϊόντων πρέπει να προσδιορίζουν με σαφήνεια το υπό προμήθεια προϊόν, η δε διοίκηση έχει ευρεία ευχέρεια να επιλέξει είτε προϊόν τεχνικώς αποδεκτό σε χαμηλή τιμή, είτε προϊόν τεχνικώς εξελιγμένο σε λογική τιμή, αφού ο προσφέρων το τελευταίο, για να έχει πιθανότητες να αναδειχθεί προμηθευτής, θα υποχρεωθεί να συμπιέσει την τιμή της προσφοράς. (...)8. Επειδή, οι ανωτέρω όροι της διακηρύξεως, στο βαθμό που προβλέπουν ως κριτήριο κατακυρώσεως τη χαμηλότερη τιμή ανά κατηγορία προϊόντων, η οποία μπορεί να καλύπτει μία ή και περισσότερες υποκατηγορίες, υπό την έννοια ότι αρκεί, για το παραδεκτό της προσφοράς, η πλήρωση έστω και ενός από τα «Τεχνικά Χαρακτηριστικά» που ταυτίζονται με τις εν λόγω υποκατηγορίες, θα προκρίνεται δε, μεταξύ ισοτίμων ανά κατηγορία οικονομικών προσφορών, εκείνη που θα καλύπτει μεγαλύτερο αριθμό υποκατηγοριών, δεν θεσπίζουν κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο ένα κριτήριο αξιολογήσεως των προσφορών. Και τούτο, διότι, σε περιπτώσεις ταυτιζομένων σε σχέση με την προσφερομένη τιμή οικονομικών προσφορών, οι οποίες καλύπτουν τις αυτές μεν κατηγορίες αλλά διαφορετικές, από άποψη ποιοτική ή και ποσοτική, υποκατηγορίες, όπως επιτρέπεται από τη διακήρυξη, οι ανωτέρω όροι είναι δυνατόν να καταλήγουν, για την ανάδειξη μειοδότη, σε σύγκριση ανόμοιων και, συνακολούθως, εξ ορισμού μη συγκρίσιμων ως προς τα καλυπτόμενα τεχνικά χαρακτηριστικά προσφορών και να καθιστούν, ως εκ τούτου, αδύνατη την επί ίσοις όροις αξιολόγησή τους (πρβλ. ΕΑ 76/2011). Επομένως, ο σχετικός λόγος, με τον οποίο επαναλαμβάνεται αντίστοιχη αιτίαση προβληθείσα με την προδικαστική προσφυγή και μη απαντηθείσα, άλλωστε, από την αναθέτουσα αρχή, πιθανολογείται σοβαρώς ως βάσιμος.
ΕΣ/Τ4/1/2010
Από τις ως άνω διατάξεις συνάγονται τα ακόλουθα: α) Κατά την έννοια του ν.3316/2005 μελέτες συνιστούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένα απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (Πράξεις IV Τμήματος 178/2008, 179/2008, 216/2009). Οι αναφερόμενες στο ως άνω έργο κατηγορίες, μεταξύ άλλων, αφορούν στη χωροταξία, την πολεοδομία, τη ρυμοτομία, κοινωνικά θέματα, συγκοινωνιακά έργα και τη μελέτη των κυκλοφοριακών συνθηκών. β) Η επιλογή αναδόχου-μελετητή διενεργείται, κατά κανόνα, με τη διαδικασία του ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού και μόνον εφόσον συντρέχουν ορισμένες αυστηρές προϋποθέσεις, οι οποίες δικαιολογούν την εξαίρεση από τις αρχές του ανταγωνισμού, της διαφάνειας και της ισότητας στην πρόσβαση όλων των ενδιαφερομένων στη διαδικασία καταρτίσεως δημοσίων συμβάσεων μελετών, με τη διαδικασία της διαπραγματεύσεως (απευθείας αναθέσεως). γ) Οι διατάξεις περί διαδικασιών αναθέσεως των δημοσίων συμβάσεων μελετών εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση επιλογής αναδόχου για την κατάρτιση δημόσιας σύμβασης μελέτης (βλ. και εισηγητική έκθεση του νόμου).Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι τα ως άνω ερευνητικά έργα, τα οποία εμπίπτουν στην κατηγορία των μελετών (συγκοινωνιακών, χωροταξικών και πολεοδομικών) του ν. 3316/2005, μη νομίμως ανατέθηκαν απευθείας στα ως άνω Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα διότι η διάταξη του άρθρου 8 παρ.4α του Ν. 2366/1995 είχε κατά το χρόνο αναθέσεώς τους, καταργηθεί από τις νεότερες διατάξεις του Ν. 3316/2005, το πεδίο εφαρμογής του οποίου δεν περιορίζεται στις μελέτες που τελούν σε συνάρτηση με την κατασκευή τεχνικού έργου, αλλά είναι πολύ ευρύτερο και περιλαμβάνει κάθε μελέτη που διεξάγει ανώτατο εκπαιδευτικό ή ερευνητικό ίδρυμα για το Δημόσιο. Επίσης, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο της αναθέσεως συνέτρεχε κάποια από τις εξαιρετικές προϋποθέσεις του άρθρου 10 του Ν. 3316/2005, η οποία θα επέτρεπε την προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγματεύσεως (απευθείας αναθέσεως).
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/302/2019
Καταβολή αποζημίωσης για συμμετοχή σε συνεδριάσεις επιτροπών διαγωνισμού δημοσιών συμβάσεων μελετών Δήμου...Mε τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ανεξαρτήτως του ότι οι φερόμενοι ως δικαιούχοι ιδιώτες εκπρόσωποι του Τ.Ε.Ε., μέλη των ως άνω επιτροπών διαγωνισμού, δικαιούνται αποζημίωση για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις των ως άνω συλλογικών οργάνων, οι οποίες έλαβαν χώρα εντός του κανονικού ωραρίου λειτουργίας των υπηρεσιών του Δήμου, απορριπτομένου ως αβάσιμου του σχετικού λόγου διαφωνίας του Επιτρόπου, οι ελεγχόμενες δαπάνες είναι μη νόμιμες. Τούτο διότι, λαμβανομένου υπόψη ότι προϋπόθεση για την καταβολή της αμοιβής είναι η δημοσίευση των αποφάσεων συγκρότησης των Επιτροπών διαγωνισμού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κατά τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 περ. ιβ΄ του ν. 3469/2006, οι ως άνω επιτροπές έχουν οργανωτική υπόσταση αφ’ ης στιγμής οι 283/29.11.2017, 274/22.11.2017, 275/22.11.2017 και 282/29.11.2017 αποφάσεις της Οικονομικής Επιτροπής δημοσιεύθηκαν, ήτοι από 8.6.2018, 7.6.2018, 7.6.2018 και 13.6.2018 αντίστοιχα. Οι αποφάσεις δε αυτές δεν δύναται να αναπτύξουν αναδρομική ισχύ, ενώ οι δε συνεδριάσεις των επιτροπών διαγωνισμού για τις οποίες εντέλλεται η καταβολή αποζημίωσης έλαβαν χώρα μεταγενέστερα των ως άνω ημερομηνιών δημοσίευσης των αποφάσεων συγκρότησης. Τέλος, ο λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου, που αφορά στην παραβίαση της αρχής της οικονομικότητας λόγω του υπερβολικά μεγάλου αριθμού συνεδριάσεων εκάστης επιτροπής διαγωνισμού, τυγχάνει απορριπτέος ως αόριστος και ανεπίδεκτος εκτίμησης, καθόσον δεν παρατίθενται συγκριτικά στοιχεία για διαγωνισμούς, όμοιου ή συναφούς αντικειμένου, με εκείνα των επίμαχων διαγωνισμών, ώστε να μπορεί να εξαχθεί ασφαλής κρίση σχετικά με το αν ο αριθμός των συνεδριάσεων εκάστης επιτροπής διαγωνισμού υπερβαίνει το κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής και τις συναλλακτικές αντιλήψεις προσήκον μέτρο (πρβλ. Ε.Σ. Κ.Π.Ε.Δ. στο Ι Τμ. 172/2013, Κ.Π.Ε.Δ. στο VII Tμ. 301/2014, 60/2013, 185/2012, Ι Τμ. 15/2012, IV Τμ. 93/2011, 56/2001, VII Tμ. 301/2011). Εξάλλου, ανεξαρτήτως της προεκτιμώμενης αξία της μελέτης, δύνανται κατά τη διενέργεια μιας διαγωνιστικής διαδικασίας να ανακύψουν περίπλοκα ζητήματα που καθιστούν αναγκαίες τις επανειλημμένες συνεδριάσεις της επιτροπής διαγωνισμού. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνες είναι μη νόμιμες και, ως εκ τούτου, αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.
ΝΣΚ/100/2013
IKA-ETAM - Αποκλεισμός εργολάβου κατ’ άρθρο 68 παρ.6 του ν. 3863/2010 από δημόσιους διαγωνισμούς.1. Η συνέπεια του επελθόντος κατά το εδάφιο β’ της παρ.6 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010 αποκλεισμού του εργολάβου, αφορά όλους τους δημόσιους διαγωνισμούς των προαναφερθέντων φορέων. 2. Η επιβολή του αποκλεισμού όσον αφορά το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κωλύει την συμμετοχή του εργολάβου σε διαγωνισμούς που διενεργούν όλα τα Υποκ/τα του Ιδρύματος. 3. Ο αποκλεισμός του εργολάβου θα γίνε σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και την διαδικασία του άρθρου 68 του ν. 3863/2010 και όχι κατά το άρθρο 34 παρ.5 περ.γ’ του π.δ.118/2007. 4. Ο αποκλεισμός του εργολάβου επέρχεται όχι από τον χρόνο έκδοσης, αλλά από τον χρόνο κοινοποίησης σ’ αυτόν της απόφασης επιβολής, κατά το εδάφιο α’ της παρ.6 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010, της δευτέρας κύρωσης. 5. Η άσκηση προσφυγής από τον αποκλειόμενο εργολάβο κατά της απόφασης του φορέα διενέργειας του δημοσίου διαγωνισμού με την οποία διαπιστώνεται ο επελθών αποκλεισμός του και ο χρόνος αυτού, δεν επιφέρει κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης του αποκλεισμού. Η έκδοση, όμως, αρμοδίως προσωρινής διαταγής αναστολής εκτελέσεως της ανωτέρω απόφασης ή η χορήγηση με δικαστική απόφαση αναστολής εκτελέσεως της απόφασης αυτής, έχει σαν συνέπεια την αναστολή εκτέλεσης του ανωτέρω αποκλεισμού του εργολάβου στους διαγωνισμούς του φορέα, κατά του οποίου εκδόθηκε η συγκεκριμένη αυτή προσωρινή διαταγή ή δικαστική απόφαση καθόλον τον χρόνο ισχύος της, πράγμα που συνεπάγεται την νομιμότητα συμμετοχής του εργολάβου στους δημόσιους διαγωνισμούς του φορέα κατά τον χρόνο ισχύος της προσωρινής αυτής διαταγής ή της αναστολής εκτέλεσης που χορηγήθηκε με δικαστική απόφαση. (ομοφ.)
ΕλΣυν/Τμ.4/178/2008
ΕλΣυν/Τμ.4/178/2008.Εκτέλεση του ερευνητικού έργου «Επεξεργασία και στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων των μετρήσεων του Εργαστηρίου ανάλυσης καυσαερίων του Υπουργείου Μεταφορών»O ν. 3316/2005 «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 42 Α΄), η έκδοση του οποίου ως σκοπό είχε, μεταξύ άλλων, «Τη συμπερίληψη ολόκληρου του θεσμικού πλαισίου ανάθεσης των μελετών και συναφών υπηρεσιών σε ένα νομοθέτημα, το οποίο δεν χρειάζεται οτιδήποτε άλλο για την εφαρμογή του, αφού είναι αυτάρκες. (…)» (βλ. στοιχείο ΣΤ΄ του κεφαλαίου Β΄ της εισηγητικής έκθεσης του νόμου). Περαιτέρω δε συνάγεται, ότι ως μελέτες που ανατίθενται βάσει των διατάξεων του ν. 3316/2005 είναι αυτές που αποτελούν αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, που αφορά, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων εκπομπών και στην επεξεργασία αυτών (χημικές / περιβαλλοντικές μελέτες). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι το επίμαχο «ερευνητικό έργο» το οποίο εμπίπτει στην κατηγορία των μελετών, όπως η έννοια της «μελέτης» προσδιορίζεται ανωτέρω στη νομική σκέψη της παρούσας, μη νομίμως ανατέθηκε απευθείας στο Τ.Ε.Ι. Πειραιά, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 8 παρ. 4α του ν. 2366/1995, που προστέθηκε με το άρθρο 13 του ν. 2578/1998, αφενός μεν διότι η εν λόγω διάταξη είχε κατά το χρόνο ανάθεσης της μελέτης καταργηθεί, αφετέρου δε διότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν συνέτρεχε καμία εκ των εξαιρετικών προϋποθέσεων του άρθρου 10 του ν. 3316/2005 για την προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης).