ΣΤΕ ΕΑ/108/2014
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Ανάθεση υπηρεσίας καθαρισμού:Με τα ανωτέρω δεδομένα η προβληθείσα αιτίαση δεν πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμη, άλλωστε, η οικονομική προσφορά της παρεμβαίνουσας προβλέπει κάποιο περιθώριο κέρδους, όπως απαιτείται, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στην έκτη σκέψη. Τέλος, αβασίμως, εν πάση περιπτώσει, η αιτούσα επικαλείται το άρθρο 48 του π.δ.59/2007, δοθέντος ότι οι προβληθείσες με την προδικαστική προσφυγή συναφείς αιτιάσεις απερρίφθησαν με αιτιολογίες οι οποίες παρατίθενται στο από 23.5.2014 έγγραφο των απόψεων της Αναθέτουσας Αρχής προς το Δικαστήριο, τις αιτιολογίες δε αυτές η αιτούσα δεν αμφισβήτησε, κατά τα προεκτεθέντα, με υπόμνημά της πριν από τη συζήτηση, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στην έβδομη σκέψη.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/4307/2011
Εκπόνηση μελέτης...Επειδή, προβάλλεται ότι η αναθέτουσα αρχή όφειλε να αποκλείσει όσους συμμετέχοντες δεν είχαν προσκομίσει εμπροθέσμως όλα τα δικαιολογητικά της διακήρυξης και ότι δεν είχε τη δυνατότητα να προβεί σε παράταση της προθεσμίας υποβολής των δικαιολογητικών. Επίσης, προβάλλεται ότι μη νομίμως η απόφαση 57/6.6.2005 του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου … διέλαβε τη σκέψη ότι η μελέτη δεν πρέπει να ανατεθεί στην καταταγείσα πρώτη σύμπραξη, αλλά «στην τέταρτη κατά σειρά κατάταξης σύμπραξη, καθόσον η ανάθεση μιας μελέτης ανά μελετητικό γραφείο ικανοποιεί το αίσθημα του δικαίου και παρέχει μεγαλύτερη εγγύηση στον κύριο του έργου (ΣΒΑΑ) για έγκαιρη παράδοση της μελέτης, γνωρίζοντας ότι και οι τέσσερεις μελέτες είναι ενταγμένες σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα από την Ε.Ο.Κ. με αυστηρές προθεσμίες παράδοσης». Οι λόγοι αυτοί πρέπει να απορριφθούν, αφενός διότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, δεν εκλήθη προς υποβολή προσθέτων δικαιολογητικών η, καταταγείσα στην έκτη θέση κατά σειρά βαθμολογίας, σύμπραξη ... κλπ, επομένως, η αιτούσα σύμπραξη, καταταγείσα στην έβδομη θέση, στερείται εννόμου συμφέροντος να προβάλει τον πρώτο αυτό λόγο, ο οποίος δεν θα οδηγούσε στην κατακύρωση του διαγωνισμού υπέρ της ιδίας, αλλά υπέρ της έκτης, ενώ, αφετέρου, ο δεύτερος ως άνω λόγος, περί μη ανάθεσης της υπηρεσίας στην καταταγείσα πρώτη, αλλά στην τέταρτη κατά σειρά βαθμολογίας σύμπραξη, προβάλλεται ομοίως χωρίς έννομο συμφέρον από την αιτούσα σύμπραξη, η οποία έλαβε την έβδομη θέση στη σειρά κατάταξης, όπως προαναφέρθηκε.
ΣΤΕ/ΕΑ/184/2017
Ανάθεση εργασιών καθαριότητας...Επειδή, στο άρθρο 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999 Α΄ 45), όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με τα άρθρα 1 παρ. 1 του ν. 4250/2014 (Α΄ 74) και 7 παρ. 1 του ν. 4325/2015 (Α΄ 47), ορίζονται τα εξής: «Οι διατάξεις του Κώδικα αυτού εφαρμόζονται στο Δημόσιο, στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και στα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, εκτός αν άλλως ορίζεται σε επιμέρους διατάξεις. Ειδικά οι διατάξεις των άρθρων 4 έως 7 και του άρθρου 12 του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ) που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, στα Ν.Π.Ι.Δ. και τις Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς (ΔΕΚΟ) του Κεφαλαίου Α΄ του Ν. 3429/2005, καθώς και στα νομικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις των Ο.Τ.Α., εντός ή εκτός της Γενικής Κυβέρνησης». Συνεπώς, δεν πιθανολογείται σοβαρά ότι είναι βάσιμος ο λόγος που αναφέρεται στην προηγούμενη σκέψη, διότι η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρο 15 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, την οποία επικαλείται η αιτούσα, διέπει το Δημόσιο, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και τα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, όχι όμως και τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 1 του ίδιου Κώδικα (πρβλ. ΣτΕ 1168, 1169/2017, 1879/2016, ΕΑ 175/2016). Τούτο δε ανεξαρτήτως του ζητήματος αν ο .... περιλαμβάνεται στα ως άνω νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.
ΣΤΕ ΕΑ/260/2011
Παροχή υπηρεσιών καθαριότητας- ασφαλιστικά μέτρα:..Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι η επίμαχη διακήρυξη παραβιάζει την ισχύουσα στους δημοσίους διαγωνισμούς αρχή της μυστικότητας, διότι, όπως ισχυρίζεται η αιτούσα, είναι γνωστή σε άπαντες η (μέλλουσα, πάντως, να υποβληθεί) οικονομική και τεχνική προσφορά της, αφού προηγήθηκε υποβολή προσφοράς εκ μέρους της σε προηγηθέντα (διακήρυξη 13/2008), αλλά τελικώς ματαιωθέντα (απόφαση 3436/25.8.2010 του Δ. Σ.) διαγωνισμό του καθ΄ου Οργανισμού με το ίδιο αντικείμενο. Λόγω, όμως, της αυτοτελείας, των δύο αυτών διαδικασιών, αλλά και της μεταξύ τους χρονικής αποστάσεως ούτε η αιτίαση αυτή πιθανολογείται βάσιμη. Επειδή, υπό τα δεδομένα που έχουν εκτεθεί στις προηγούμενες σκέψεις, η απόρριψη της προδικαστικής προσφυγής της αιτούσης με τις αιτιάσεις που περιείχε κατά της διακηρύξεως, φαίνεται νομίμως αιτιολογημένη..
ΣΤΕ/ΕΑ/714/2012
Αναβάθμιση κεντρικού κτιρίου νοσοκομείου...Επειδή, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί, η αιτούσα, η οποία με το ως άνω από 10.7.2012 Πρακτικό της Επιτροπής του Διαγωνισμού έχει ανακηρυχθεί προσωρινός μειοδότης του επίδικου έργου, ως έχουσα υποβάλει τη χαμηλότερη οικονομική προσφορά, δεν έχει έννομο συμφέρον για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης, με την οποία προβάλλει λόγους κατά της αποδοχής των προσφορών των διαγωνιζομένων εταιριών που κατετάγησαν μετά από αυτήν στον πίνακα οικονομικών προσφορών, ενόψει, μάλιστα, του ότι με την υπ’ αριθμ. 713/2012 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών απορρίφθηκε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων της παρεμβαίνουσας εταιρίας … κατά του από 10.7.2012 Πρακτικού, κατά το μέρος που με αυτό έγινε δεκτή, μεταξύ άλλων, η προσφορά της ήδη αιτούσας εταιρίας. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις των εταιριών … και ….
ΣΤΕ/325/2011
Παροχή υπηρεσιών ασφάλειας...Εν όψει των ανωτέρω και λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι η αιτούσα εταιρεία δεν αμφισβήτησε ευθέως την νομιμότητα των μνημονευθέντων όρων της Διακήρυξης, ο προβαλλόμενος με την κρινόμενη αίτηση λόγος, κατά τον οποίο ο αποκλεισμός της από τον διαγωνισμό δεν είναι νόμιμος, διότι η ίδια δεν είναι μέλος συμβληθείσης εργοδοτικής οργάνωσης ούτε προσχώρησε στην οικεία κλαδική συλλογική σύμβαση ούτε, άλλωστε, η σύμβαση αυτή κηρύχθηκε υποχρεωτική, ώστε να την δεσμεύει, δεν πιθανολογείται σοβαρώς ως βάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Εξ άλλου, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι η ανωτέρω αιτιολογία στηρίζει αυτοτελώς τον αποκλεισμό της αιτούσης από τον διαγωνισμό, αποβαίνει αλυσιτελής η έρευνα του ετέρου λόγου της κρινόμενης αίτησης, ο οποίος πλήττει επάλληλη αιτιολογία αποκλεισμού της από τον διαγωνισμό αυτόν.
ΕΣ/ΤΜ.6/300/2014 (Α΄ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)
Ζητείται η ανάκληση της 245/2014 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου:Με δεδομένα τα πραγματικά αυτά περιστατικά, απαραδέκτως ζητείται η ανάκληση της ως άνω πράξης του Κλιμακίου, καθόσον με αυτήν κρίθηκε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης. Άλλωστε, οι ισχυρισμοί της αιτούσας ότι η διάταξη του άρθρου 35 παρ. 5 εδ. α΄ του ν. 4129/2013, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 73 παρ. 2 του ν. 4146/2013, αντίκειται στα άρθρα 20 παρ. 1 και 4 παρ. 1 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με το άρθρο 98 παρ. 1 β΄ αυτού, είναι, με βάση τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, αβάσιμοι. Ειδικότερα, η προαναφερόμενη διάταξη δεν αντιβαίνει στην αρχή της ίσης δικονομικής μεταχείρισης των διαγωνιζομένων (άρθρο 4 του Συντάγματος), καθόσον η ανάδοχος (.........) και η αιτούσα Κοινοπραξία, η οποία κατετάγη εν προκειμένω δεύτερη κατά σειρά μειοδοσίας, δεν τελούν υπό όμοιες συνθήκες, αφού η μεν αιτούσα συνιστά τρίτο πρόσωπο που δεν σχετίζεται πλέον με την υπόθεση της ανάθεσης του εν λόγω δημοσίου έργου, η δε ανάδοχος εταιρεία απέκτησε, δια της οριστικής κατακυρώσεως των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού, την ιδιότητα του συμβαλλόμενου προσώπου, το οποίο και μόνο συνιστά (μαζί με την αντισυμβαλλόμενη αναθέτουσα αρχή), ενόψει του σκοπού της διάταξης και της φύσης του διενεργούμενου προσυμβατικού ελέγχου, υποκείμενο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από την ελεγχόμενη σύμβαση και έχει αποκλειστικά τη δυνατότητα άσκησης αίτησης ανάκλησης (απόφ. Τμ. Μείζ. Επτ. Σύνθ. Ε.Σ. 3658/2013). Άλλωστε, η χορήγηση, με την ίδια διάταξη (άρθρο 35 παρ. 5 εδ. α΄ του ν. 4129/2013, όπως αντικαταστάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 73 παρ. 2 του ν. 4146/2013), της δυνατότητας άσκησης αίτησης ανάκλησης κατά πράξης Κλιμακίου μόνο στην περίπτωση, κατά την οποία κρίνεται ότι κωλύεται η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης, λόγω μη νομιμότητας της προηγηθείσας διαγωνιστικής διαδικασίας και του οικείου σχεδίου, εισάγει θεμιτό περιορισμό στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τον έλεγχο συμβάσεων του Δημοσίου μεγάλης οικονομικής αξίας (άρθρο 98 παρ. 1 β΄ του Συντάγματος). Τούτο, διότι σκοπός της ανωτέρω διάταξης είναι η προστασία του δημοσίου συμφέροντος και η ταχεία ολοκλήρωση του ελέγχου, προκειμένου να επιτευχθεί η απρόσκοπτη λειτουργία της διοίκησης και η ανάπτυξη της συναλλακτικής της δράσης για την έγκαιρη ικανοποίηση των υφισταμένων δημοσίων αναγκών, μέσω της αποτροπής υποβολής παρελκυστικών αιτήσεων ανάκλησης επί διαγωνισμού, το αποτέλεσμα του οποίου έχει κατακυρωθεί αμετακλήτως (απόφ. Τμ. Μείζ. Επταμ. Σύνθ. Ε.Σ. 3657/2013). Ο Πρόεδρος του Τμήματος, Αντιπρόεδρος Νικόλαος Αγγελάρας, έχει τη γνώμη ότι κρίσεις σε ισχυρισμούς ή αιτιάσεις που δεν έχουν συμπεριληφθεί στην απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων δεν καλύπτονται από το προσωρινό δεδικασμένο που από την απόφαση αυτή απορρέει. Στην προκειμένη περίπτωση από την προσβαλλόμενη πράξη, η οποία είναι παντελώς αόριστη, δεν προκύπτουν, ενόψει και των τιθέμενων αιτιάσεων, αιτιολογίες με βάση τις οποίες το Κλιμάκιο κατέληξε στην κρίση του ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της επίμαχης σύμβασης. Ως εκ τούτου, κατά παραδοχή της αίτησης, θα έπρεπε να αναπεμφθεί ο φάκελος της σύμβασης στο Ε΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, προκειμένου αυτό να ασκήσει την ελεγκτική του αρμοδιότητα κατά τρόπο σύμφωνο με το άρθρο 98 παρ. 1 β΄ του Συντάγματος, διαλαμβάνοντας τις επιβαλλόμενες από τη φύση του ελέγχου, που σε κάθε περίπτωση ενεργείται με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, αιτιολογίες.(...)Απορρίπτει την αίτηση.
ΣτΕ/ΕΑ/30/2006
«Μελέτη – κατασκευή» του έργου «Μέγαρο Χορού ...» (...)Επειδή, κατά τα εκτεθέντα στην έκτη και έβδομη σκέψη, πιθανολογείται σοβαρώς ότι μη νομίμως εχώρησε ο αποκλεισμός της αιτούσης από την διαδικασία του επίμαχου διαγωνισμού. Αντιθέτως, δεν πιθανολογείται σοβαρώς, κατά τα εκτιθέμενα στην όγδοη και ένατη σκέψη, ότι μη νομίμως θεωρήθηκε ως παραδεκτώς υποβληθείσα η προσφορά της παρεμβαινούσης κοινοπραξίας. Πρέπει, επομένως, να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινομένη αίτηση και να ανασταλεί, μέχρις εκδόσεως αποφάσεως επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία οφείλει να ασκήσει η αιτούσα προς διατήρηση του χορηγουμένου ήδη ασφαλιστικού μέτρου (βλ. άρθρο 3 παράγραφος 7 του Ν. 2522/1997), η εκτέλεση της προσβαλλομένης, ... πράξεως της Δημαρχιακής Επιτροπής του Δήμου …, με την οποία αποκλείσθηκε τελικώς η αιτούσα από τη διαγωνιστική διαδικασία, ώστε η τελευταία να δυνηθεί να μετάσχει στα επόμενα στάδια του διαγωνισμού, αποκλειομένης μόνον της εκδόσεως πράξεως κατακυρώσεως στην αιτούσα του αποτελέσματος του διαγωνισμού. Οίκοθεν νοείται ότι, εφ’ όσον, κατά τα εκτεθέντα, πιθανολογείται σοβαρώς ότι ο αποκλεισμός της αιτούσης από τη διαγωνιστική διαδικασία δεν εχώρησε νομίμως, η αναθέτουσα αρχή έχει την ευχέρεια, εφ’ όσον κρίνει τούτο ενδεδειγμένο, να επανεξετάσει το ζήτημα και να εκδώσει, προ της ασκήσεως και εκδικάσεως της προμνησθείσης αιτήσεως ακυρώσεως, νέα επί του ζητήματος τούτου εκτελεστή πράξη (...), προβαίνοντας νομίμως, από του σημείου εκείνου και εφεξής, σε πρόοδο της διαδικασίας του διαγωνισμού. Διά ταύτα Δέχεται εν μέρει την υπό κρίση αίτηση, ήτοι κατά το μέρος που αφορά στον αποκλεισμό της αιτούσης από τη διαγωνιστική διαδικασία. Διατάσσει τα διαλαμβανόμενα στο αιτιολογικό της παρούσης ασφαλιστικά μέτρα. Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση κατά το μέρος που αμφισβητείται η νομιμότητα της συμμετοχής της παρεμβαινούσης κοινοπραξίας στη διαγωνιστική διαδικασία.
ΣΤΕ/ΕΑ/424/2014
Προμήθεια καλωδίων....Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η Επιτροπή Αναστολών, σταθμίζοντας τα εκατέρωθεν συμφέροντα, κρίνει ότι πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη σκέψη 18 και να απορριφθεί κατά τα λοιπά, αντιστοίχως δε πρέπει να απορριφθεί εν μέρει και να γίνει δεκτή κατά τα λοιπά η ασκηθείσα παρέμβαση. Ως μέτρο δε κατάλληλο για τη διασφάλιση των εννόμων συμφερόντων της αιτούσης, πρέπει να διαταχθεί η απαγόρευση εκδόσεως πράξεως κατακυρώσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού στην παρεμβαίνουσα ως προς το είδος 13 με κωδικό 432008794, αν συντρέξει τέτοια περίπτωση, και η μη υπογραφή και εκτέλεση της συμβάσεως μέχρις εκδόσεως οριστικής αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία οφείλει να ασκήσει η αιτούσα εταιρεία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παρ. 7 του ν. 3885/2010, προκειμένου να μην αρθεί η ισχύς του διατασσομένου ασφαλιστικού μέτρου. Επειδή, περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην αιτούσα του νομίμου παραβόλου, το οποίο κατέβαλε, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3886/2010. Τέλος, εν όψει της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων, η Επιτροπή κρίνει ότι πρέπει να συμψηφισθεί η μεταξύ τους δικαστική δαπάνη.
ΔΕΚ/C-570/2008
Περίληψη της αποφάσεως Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων – Οδηγία 89/665 – Υποχρέωση των κρατών μελών να θεσπίζουν διαδικασία προσφυγής – Δικαίωμα κινήσεως της διαδικασίας προσφυγής (Οδηγία 89/665 του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 8) Το άρθρο 2, παράγραφος 8, της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 92/50, πρέπει να ερμηνευθεί κατά την έννοια ότι τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να παρέχουν και στις αναθέτουσες αρχές δυνατότητα ασκήσεως ένδικης προσφυγής κατά αποφάσεων των κατά βάση αρμοδίων, μη δικαστικών αρχών που είναι υπεύθυνες για τις διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων. Η διάταξη αυτή δεν απαγορεύει, πάντως, στα κράτη μέλη να παρέχουν τέτοια δυνατότητα, στο πλαίσιο της εθνικής έννομης τάξης, και στις αναθέτουσες αρχές. Καταρχάς, με την τέταρτη και την έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 89/665, αναγνωρίζεται ρητώς η νομιμοποίηση των «κοινοτικών επιχειρήσεων» να ασκούν προσφυγές στο πλαίσιο διαδικασιών συνάψεως δημοσίων συμβάσεων. Δεύτερον, το άρθρο 1, παράγραφος 3, της οδηγίας 89/665, κατά το οποίο η διαδικασία προσφυγής μπορεί να κινηθεί «τουλάχιστον από οποιοδήποτε πρόσωπο που έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση», καθορίζει σε ποια πρόσωπα πρέπει υποχρεωτικά να παρέχεται, σύμφωνα με την οδηγία αυτή, δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής. Τρίτον, όπως προκύπτει από την έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 89/665, ο νομοθέτης της Ένωσης είχε υπόψη του το ενδεχόμενο η επανόρθωση ορισμένων παρατυπιών να μην είναι δυνατή σε περίπτωση που οι επιχειρήσεις δεν ασκήσουν προσφυγή κατά παράνομων ή εσφαλμένων αποφάσεων, δεδομένου ότι τέτοιες αποφάσεις ενδέχεται να εκδοθούν και από υπεύθυνη για τις διαδικασίες προσφυγής αρχή, η οποία δεν είναι δικαστική. Πάντως, προς αντιμετώπιση του ενδεχομένου αυτού, το άρθρο 3 της οδηγίας 89/665 παρέχει στην Επιτροπή εξουσία παρεμβάσεως, σύμφωνα με τη διαδικασία της διατάξεως αυτής. Εξάλλου, λαμβανομένης υπόψη της δικονομικής αυτονομίας των κρατών μελών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα κράτη μέλη δύνανται να συμπεριλάβουν τις αναθέτουσες αρχές στον κύκλο των προσώπων που έχουν δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής, στις περιπτώσεις που οι αποφάσεις των αναθετουσών αρχών ακυρώνονται από κατά βάση αρμόδιες αρχές, οι οποίες δεν είναι δικαστικές. (βλ. σκέψεις 24-26, 36, 38 και διατακτ.)
ΣτΕ/1184/2009(ΕΑ)
Μελέτες. Τεχνική και Επαγγελματική ικανότητα. «Συνεπώς, η αιτούσα «δεν αποδεικνύει την ειδική τεχνική και επαγγελματική ικανότητά …[της] για τις λοιπές [αυτές] διακριτές και αυτοτελείς Η/Μ μελέτες, πολλές από τις οποίες είναι ιδιαίτερα σημαντικές (ύδρευση-αποχέτευση-πυρανίχνευση-πυρόσβεση-ισχυρά ρεύματα -ιατρικά αέρια κλπ», όπως απαιτεί η διακήρυξη. Η ως άνω αιτιολογία, κατά τα εκτεθέντα στην προηγουμένη σκέψη, είναι νόμιμη και αρκεί για να στηρίξει τον αποκλεισμό της προσφοράς της αιτούσας, οι δε προβληθείσες με την προδικαστική προσφυγή και επαναλαμβανόμενες με την υπό κρίση αίτηση αιτιάσεις της περί μη ρητής προβλέψεως ειδικώς στο προαναφερθέν άρθρο 20 της διακηρύξεως της ως άνω υποχρεώσεως δεν πιθανολογούνται σοβαρώς ως βάσιμες.»