Yπόθεση C-526/2017
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 18ης Σεπτεμβρίου 2019.Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας.Παράβαση κράτους μέλους – Άρθρο 258 ΣΛΕΕ – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Συντονισμός των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Συμβάσεις παραχωρήσεως δημοσίων έργων – Παράταση της διάρκειας ισχύος υφιστάμενης συμβάσεως παραχωρήσεως με αντικείμενο την κατασκευή και την εκμετάλλευση αυτοκινητόδρομου, χωρίς δημοσίευση προκηρύξεως διαγωνισμού.Υπόθεση C-526/17
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Υπόθεση C-437/2007
Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Δημόσιες συμβάσεις — Σχεδιασμός και υλοποίηση δημοτικού τραμ — Σύμβαση δημοσίων έργων — Σύναψη μέσω διαδικασίας για τη σύναψη συμβάσεως παραχωρήσεως δημοσίων έργων — Παράβαση της οδηγίας 93/37)
Υπόθεση C-264/2018
Υπόθεση C-264/18: Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 6ης Ιουνίου 2019 [αίτηση του Grondwettelijk Hof (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — P. M., N. G.d.M., P. V.d.S. κατά Ministerraad (Προδικαστική παραπομπή — Διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών — Οδηγία 2014/24/ΕΕ — Άρθρο 10, στοιχείο γ' και στοιχείο δ', σημεία i, ii και v — Κύρος — Πεδίο εφαρμογής — Εξαίρεση των υπηρεσιών διαιτησίας και συμβιβασμού και ορισμένων νομικών υπηρεσιών — Αρχές της ίσης μεταχείρισης και της επικουρικότητας — Άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ)
C-278/2014
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 16ης Απριλίου 2015
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται: Το άρθρο 23, παράγραφος 8, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 1251/2011 της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2011, δεν εφαρμόζεται σε δημόσια σύμβαση της οποίας η αξία υπολείπεται του κατώτατου χρηματικού ορίου εφαρμογής που προβλέπει η οδηγία αυτή. Στο πλαίσιο δημόσιας συμβάσεως που δεν υπόκειται στην προαναφερθείσα οδηγία, αλλά εμφανίζει βέβαιο διασυνοριακό ενδιαφέρον, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να ελέγξει, οι θεμελιώδεις κανόνες και οι γενικές αρχές της Συνθήκης, ιδίως οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων καθώς και η απορρέουσα εξ αυτών υποχρέωση διαφάνειας, πρέπει να ερμηνεύονται υπό την έννοια ότι η αναθέτουσα αρχή δεν δύναται να απορρίψει προσφορά που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της προκηρύξεως του διαγωνισμού, στηριζόμενη σε λόγους οι οποίοι δεν προβλέπονται στην εν λόγω προκήρυξη.
ΔΕΚ/C-402/2018
ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:«Προδικαστική παραπομπή – Άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ – Διαδικασία συνάψεως δημοσίων συμβάσεων – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Άρθρο 25 – Υπεργολαβία – Εθνική ρύθμιση η οποία περιορίζει τη δυνατότητα υπεργολαβίας στο 30% της συνολικής αξίας της δημόσιας συμβάσεως και η οποία απαγορεύει οι τιμές που εφαρμόζονται στις παροχές των οποίων η εκπλήρωση έχει ανατεθεί σε υπεργολάβους να μειωθούν κατά ποσοστό άνω του 20% σε σχέση με τις προκύπτουσες από την ανάθεση της συμβάσεως τιμές»(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:Η οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι: – αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία περιορίζει στο 30 % το τμήμα της συμβάσεως το οποίο επιτρέπεται να αναθέσει ο ανάδοχος υπεργολαβικώς σε τρίτους· – αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία περιορίζει τη δυνατότητα μειώσεως των τιμών που εφαρμόζονται στις παροχές των οποίων η εκπλήρωση έχει ανατεθεί σε υπεργολάβους κατά ποσοστό άνω του 20 % σε σχέση με τις προκύπτουσες από την ανάθεση της συμβάσεως τιμές.
ΔΕΕ/C-601/2010
«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγίες 92/50/ΕΟΚ και 2004/18/ΕΚ – Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών – Συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού – Διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως» (..) (σκ.32,33) Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50 και το άρθρο 31, σημείο 4, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2004/18, καθόσον εισάγουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες που αποσκοπούν στη διασφάλιση της αποτελεσματικής ασκήσεως των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από τη Συνθήκη ΛΕΕ στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά, το δε βάρος αποδείξεως σχετικά με τη συνδρομή των έκτακτων περιστάσεων που δικαιολογούν την παρέκκλιση από τους εν λόγω κανόνες φέρει ο διάδικος που τις επικαλείται (βλ. αποφάσεις της 10ης Απριλίου 2003, C 20/01 και C 28/01, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2003, σ. I 3609, σκέψη 58? της 18ης Νοεμβρίου 2004, C 126/03, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2004, σ. I 11197, σκέψη 23? της 11ης Ιανουαρίου 2005, C 26/03, Stadt Halle και RPL Lochau, Συλλογή 2005, σ. I 1, σκέψη 46, καθώς και της 8ης Απριλίου 2008, C 337/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2008, σ. I 2173, σκέψεις 57 και 58). 33 Στο δικόγραφο της προσφυγής της, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, εν προκειμένω, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει η επέλευση ή η πιθανότητα επελεύσεως ενός απρόβλεπτου περιστατικού μετά την ανάθεση των επίδικων δημοσίων συμβάσεων, δεδομένου ότι οι εμπλεκόμενες αναθέτουσες αρχές μπορούσαν, προ της συνάψεως των αρχικών συμβάσεων, να προβλέψουν την ανάγκη να συμπεριληφθούν στις συμβάσεις αυτές οι σχετικές συμπληρωματικές υπηρεσίες και συγκεκριμένα, στην προκειμένη περίπτωση, η επέκταση των ζωνών πολεοδομικού σχεδιασμού. Εάν η ανάγκη μιας τέτοιας επεκτάσεως για τεχνικούς ή οικονομικούς λόγους ή για λόγους αναγόμενους στην εκτέλεση των προβλεπόμενων στην αρχική σύμβαση υπηρεσιών μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απρόβλεπτη περίσταση, οι αναθέτουσες αρχές θα είχαν την ευχέρεια να υποστηρίξουν ότι απέτυχαν κατά την εκτίμηση και τον ακριβή καθορισμό του φυσικού αντικειμένου και του περιεχομένου της αρχικής συμβάσεως και, στη συνέχεια, να προβούν στην ανάθεση συμπληρωματικών υπηρεσιών με τη σύναψη χωριστών συμβάσεων παραβιάζοντας με αυτόν τον τρόπο τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας. (…)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει: 1) Η Ελληνική Δημοκρατία, συνάπτοντας, κατόπιν διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως, δημόσιες συμβάσεις με αντικείμενο συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού οι οποίες δεν προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση που είχαν συνάψει οι Δήμοι Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρέθουσας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 8 και 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1997, καθώς και από τα άρθρα 20 και 31, σημείο 4, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. 2) Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.
ΔΕΚ/C-46/2015
ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ:Στην υπόθεση C‑46/15, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tribunal Central Administrativo Sul (ανώτερο διοικητικό δικαστήριο νότιας Πορτογαλίας, Πορτογαλία) με απόφαση της 29ης Ιανουαρίου 2015, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 5 Φεβρουαρίου 2015, στο πλαίσιο της δίκης(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται: 1) Το άρθρο 48, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι πληροί τις προϋποθέσεις ώστε να παρέχει στους ιδιώτες, ελλείψει μεταφοράς του στο εσωτερικό δίκαιο, δικαιώματα που δύνανται αυτοί να προβάλουν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων κατά αναθέτουσας αρχής, εφόσον η τελευταία είναι δημόσιος φορέας ή οργανισμός που είναι επιφορτισμένος, δυνάμει πράξεως της δημοσίας αρχής, με την παροχή υπηρεσίας δημόσιου συμφέροντος υπό τον έλεγχο της αρχής αυτής και διαθέτει, προς τούτο, εξαιρετικές εξουσίες σε σχέση με τους κανόνες που εφαρμόζονται στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών. 2) Το άρθρο 48, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας 2004/18 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται στην εφαρμογή όρων που έχει προβλέψει η αναθέτουσα αρχή, όπως είναι οι επίμαχοι στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά τους οποίους οι οικονομικοί φορείς δεν επιτρέπεται να αποδείξουν τις τεχνικές τους ικανότητες με δική τους δήλωση, εκτός αν αποδείξουν ότι βρίσκονται στην αδυναμία ή σε σοβαρή δυσχέρεια να αποκτήσουν βεβαίωση από ιδιώτη αγοραστή. 3) Το άρθρο 48, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας 2004/18 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή όρου, όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης, τον οποίο έχει προβλέψει η αναθέτουσα αρχή και κατά τον οποίο η βεβαίωση του ιδιώτη αγοραστή πρέπει, επί ποινή αποκλεισμού της υποψηφιότητας του μετέχοντος στον διαγωνισμό, να φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής από συμβολαιογράφο, δικηγόρο ή άλλη αρμόδια αρχή.