ΑΕΠΠ/750/2021
Τύπος: Προδικαστικές Προσφυγές
Ο προσφεύγων οικονομικός φορέας αίτησε την ακύρωση της απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής της αναθέτουσας αρχής (Δήμου), η οποία είχε κρίνει αποδεκτή την προσφορά ενός άλλου οικονομικού φορέα και είχε παραλείψει να προσθέσει βάσεις αποκλεισμού για δύο ενώσεις οικονομικών φορέων. Το αντικείμενο της σύμβασης αφορούσε δημόσια σύμβαση εκτίμησης άνευ ΦΠΑ αξίας 7.317.073,16 ευρώ για έργο υποδομής. Η προσφυγή κατέδειξε σοβαρές ελλείψεις στην τεχνική προσφορά του προσωρινού αναδόχου, όπως ελλιπή στατικά μοντέλα, μη συμμόρφωση με προδιαγραφές σκυροδέματος, ελλείψεις σε υδραυλικούς υπολογισμούς ανά φάση έργου και ανεπαρκή έλεγχο οσμών στο δίκτυο αεραγωγών.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΑΕΠΠ/1250/2019
Η προσφεύγουσα με την προδικαστική προσφυγή της αιτείται την ακύρωση της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του νοσοκομείου που έκανε δεκτή την τεχνική προσφορά της παρεμβαίνουσας για το συγκεκριμένο τμήμα του διαγωνισμού. Αντικείμενο της σύμβασης είναι ο εξοπλισμός του ΜΕΘ, συμπεριλαμβανομένων έξι αναπνευστήρων όγκου-πιέσεων. Η προσφυγή επικαλείται ότι η τεχνική αξιολόγηση της προσφοράς της παρεμβαίνουσας είχε ελλείψεις και αποκλίσεις από τις τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης, ιδίως ως προς τη δυνατότητα απεικόνισης ενδογενούς PEEP και την ύπαρξη συναγερμού χαμηλής πίεσης αεραγωγών, ζητώντας την απόρριψη της προσφοράς της ανταγωνίστριας.
ΑΕΠΠ/1215/2020
Με την προδικαστική προσφυγή, η εταιρεία αιτούσα ζητά την ακύρωση της απόφασης 191/2020 της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου, η οποία είχε αποδεχτεί τις προσφορές των εταιρειών «...» και «...» για την ανάθεση της σύμβασης «ΕΠΙΣΚΕΥΗ ΟΔΟΣΤΡΩΜΑΤΟΣ ΣΕ ΟΔΟΥΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ «...». Η αιτούσα υποστηρίζει ότι οι εν λόγω προσφορές ήταν ασυνήθιστα χαμηλές, ζημιογόνες και μη νόμιμες, καθώς δεν πληρούσαν τα κριτήρια του άρθρου 88 του ν.4412/2016 για ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές, ενώ επισημαίνονται ελλείψεις στους υπολογισμούς των γενικών εξόδων και στο κόστος υλικών.
ΕΣ/ΚΛ.Ε/342/2019
Συμπληρωματική σύμβαση έργου :Με δεδομένα τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη (ΙΙ) της παρούσας, διαπιστώνεται καταρχάς ότι η οικεία αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον 3ο Α.Π.Ε. του έργου περιορίζεται στην παραδοχή ότι «δεν ήταν σε γνώση της Τεχνικής Υπηρεσίας και του Αναδόχου εξ αρχής» τα εκτεταμένα προβλήματα διάβρωσης και οξείδωσης του οπλισμού, ενανθράκωσης του σκυροδέματος, κατασκευαστικές αστοχίες κ.α., αποκαλύφθηκαν δε μετά από τις αποξηλώσεις των επενδύσεων του χώρου. Δεν παρατίθενται όμως τα αιφνίδια εκείνα πραγματικά γεγονότα που εμφιλοχώρησαν μετά τη σύνταξη των οικείων μελετών, ένεκα των οποίων κατέστη αναγκαία η εκτέλεση των επίμαχων συμπληρωματικών εργασιών για την επίλυση των όποιων προβλημάτων στατικής επάρκειας του κτηρίου, αφού η αποξήλωση επενδύσεων κατά την ανακατασκευή κτηρίων δεν συνιστά απρόβλεπτη περίσταση κατά την έννοια του νόμου. Αντίθετα, συνεκτιμώντας το μεν ότι η οικεία αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον 3ο Α.Π.Ε. ουδεμία αιτιολογία διαλαμβάνει ως προς τη δυνατότητα ή μη πρόβλεψης, σύμφωνα με τους κανόνες της τεχνικής, των προβλημάτων που επικαλείται η αναθέτουσα αρχή περί στατικής επάρκειας του κτηρίου πριν από τη δημοπράτηση του έργου, το δε ότι κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας τα όποια προβλήματα στατικής επάρκειας του κτηρίου, τα οποία μάλιστα φέρεται ότι ανέκυψαν μετά την εκπνοή της αρχικής προθεσμίας περαίωσης της αρχικής σύμβασης, συναρτώνται με το χρόνο ανέγερσης του κτίσματος (δεκαετία του 1960) αλλά και τις μεταγενέστερες επεμβάσεις, που έχει υποστεί το κτήριο στο παρελθόν, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η αποκάλυψη προβλημάτων διάβρωσης και οξείδωσης του οπλισμού και ενανθράκωσης του σκυροδέματος μετά την αποξήλωση των επενδύσεων ανάγεται σε προφανή σφάλματα και ελλείψεις της αρχικής μελέτης. Άλλωστε, ενισχύεται η παραδοχή αυτή εκ του ότι για τη νέα μεταλλική κατασκευή του εξώστη δεν προκύπτει με σαφήνεια ότι είχε εκπονηθεί από την αρμόδια Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου στατική μελέτη πριν από τη δημοπράτηση του έργου (πρβλ. Ε.Σ. VI Τμ. 123/2019, 1889/2016). Συνεπώς, δεν αιτιολογείται ότι, μολονότι η μελέτη, με βάση την οποία προσδιορίστηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, συνέτρεξαν απρόβλεπτες περιστάσεις, που δικαιολογούν τη σύναψη της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης, και ως εκ τούτου κρίνεται ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την εκτέλεση των ανωτέρω συμπληρωματικών εργασιών.
ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.6/975/2019