Δ2α/οικ 23979/2005
Τύπος: Έγγραφα
Καθορισμός τιμής για ιατρικές πράξεις 1. Ατομική ψυχοθεραπεία . 2. Ομαδική ψυχοθεραπεία . 3. Θεραπεία Συμπεριφοράς . 4. Από ειδικούς αγωγή λόγου και λογοθεραπείας ,καθώς και δαπανών περιτοναικής κάθαρσης.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
2/21258/0026/2008
Αναφορικά με τις ειδικότητες ιατρών που δύναται να προβαίνουν στην εκτέλεση της ιατρικής πράξης «πρόκληση βλάβης δι' ειδικού μηχανήματος ηλεκτροπηξίας ή κρυοπηξίας και ηλεκτροπηξία ευρυαγγείων», τις παθήσεις στις οποίες συνιστώνται οι εν λόγω ιατρικές πράξεις, καθώς και τον αριθμό των συνεδριών που είναι αναγκαίες και ικανές για τη θεραπεία των αντίστοιχων παθήσεων.ΣΧ.Υ7α/Γ.Π οικ-82423/11.6.2008 και 214η Απόφαση Ολομέλειας ΚΕΣΥ
ΕλΣυν/Τμ.1/155/2010
Εξάλλου, το ύψος των δαπανών μετακίνησης (ημερήσια αποζημίωση, δαπάνη διανυκτέρευσης, δαπάνη χιλιομετρικής αποζημίωσης) για τους, κατ’ εντολή ν.π.δ.δ. και για οιαδήποτε υπηρεσιακή αιτία, μετακινούμενους που έχουν την ιδιότητα του διπλωματούχου μηχανικού του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, καθορίζεται στα οριζόμενα, με την 2/52971/0022/31.8.2007 κοινή υπουργική απόφαση (βλ. ανωτέρω σκέψη 4η), ποσά, που είναι αυξημένα έναντι των αντίστοιχων ποσών που δικαιούνται οι λοιποί κατ’ εντολή ν.π.δ.δ. μετακινούμενοι (βλ. 178, 107, 76, 71/2009 πράξεις του Τμήματος τούτου). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, για την ταυτότητα του νομικού λόγου και εν’ όψει της ειδικής ρύθμισης του άρθρου 18 παρ. 4 του ίδιου ως άνω από 27.11/14.12.1926 π.δ/τος (βλ. ανωτέρω σκέψη 3η) που επιτάσσει, κατά την έννοια αυτής, την, εντός των εκάστοτε δημοσιονομικών δεδομένων, καταβολή στα μετακινούμενα μέλη του Τ.Ε.Ε. αποζημίωσης που να ανταποκρίνεται στις, πράγματι, πραγματοποιηθείσες απ’ αυτούς αντίστοιχες δαπάνες, καθώς, επίσης, της αναγκαιότητας εύρυθμης λειτουργίας του Τ.Ε.Ε. για την επίτευξη των δημοσίων σκοπών που αυτό επιτελεί, πρέπει να γίνει δεκτό ότι των ως άνω αυξημένων δαπανών μετακίνησης, για τις εκτός έδρας μετακινήσεις τους κατ’ εντολή του Τ.Ε.Ε., δικαιούνται και οι διπλωματούχοι του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου μηχανικοί-μέλη αυτού.
ΝΣΚ/13/2022
Ερωτάται, αν μπορεί ο e-ΕΦΚΑ να προβεί σε υλοποίηση των προτάσεων που τίθενται με την με αριθμό 6/2020 έκθεση ελέγχου της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, σύμφωνα με την οποία διαπιστώνεται ότι ο e-ΕΦΚΑ αν και γνωρίζει από το 2016 ότι το από 30.10.2000 πιστοποιητικό παρακολούθησης του Μεταπτυχιακού Κύκλου Σπουδών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Β΄ Ευρωπαϊκή Έδρα Jean Monnet, με τίτλο «Ευρωπαϊκή Ένωση και Αναπτυσσόμενες Χώρες» δεν αποτελεί Μεταπτυχιακό Δίπλωμα σε επίπεδο Masters, εν τούτοις δεν φέρεται να προέβη σε ενέργειες για άρση των συνεπειών αναγνώρισής του από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο και χρήσης αυτού από την υπάλληλο Μ.Μ., λαμβανομένου υπόψη ότι έχει ήδη εκδοθεί η με αριθμό 105/2018 Ατομική Γνωμοδότηση του ΝΣΚ η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Διοικητή του ΕΦΚΑ, με την οποία έγινε μεταξύ άλλων δεκτό, ότι η Διοίκηση δεν έχει υποχρέωση αλλά διακριτική ευχέρεια να ανακαλέσει τις πράξεις της που εκδόθηκαν βάσει του εν λόγω πιστοποιητικού σπουδών.(...)α) Επιβάλλεται στη Διοίκηση να ανακαλέσει δια του αρμόδιου οργάνου της, τις αποφάσεις με αριθ. 223/32η συν./17.6.2004 και 138/18η συν./2.4.2004 του Α΄ Υπηρεσιακού Συμβουλίου υπαλλήλων ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ως μη σύννομες, για το λόγο ότι εκδόθηκαν χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προς τούτο προϋποθέσεις. Ακολούθως καθίστανται ανακλητέες, από το όργανο που τις εξέδωσε, και όλες οι διοικητικές πράξεις, οι οποίες εκδόθηκαν στη συνέχεια και αφορούσαν τόσο στη χορήγηση του επιδόματος μεταπτυχιακών σπουδών όσο και στη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη των υπαλλήλων, εφόσον δε, συντρέχει περίπτωση, πρέπει να ακολουθήσει τυχόν επανακατάταξή τους στο σωστό μισθολογικό κλιμάκιο. Για τη νομική θεμελίωση της ανάκλησης, η οποία ανάγεται σε χρόνο πέραν της πενταετίας, απαιτείται ειδική αιτιολόγηση με επίκληση λόγων δημοσίου συμφέροντος ή και δόλιας συμπεριφοράς των διοικουμένων εφόσον η τελευταία συντρέχει. Προηγούμενη ακρόαση των υπαλλήλων θα απαιτηθεί μόνο σε περίπτωση συνδρομής δόλου (πλειοψ.). β) Όσον αφορά την αναζήτηση των ως αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών μετά την ανωτέρω ανάκληση, τα οικονομικά αποτελέσματα επέρχονται για το μέλλον και μόνο σε περίπτωση συνδρομής δόλου στο πρόσωπο των διοικουμένων ανατρέχουν στο χρόνο έκδοσης των παράνομων διοικητικών πράξεων (ομόφωνα). Το ερώτημα παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ λόγω της αντίθεσής του, ως προς το σκέλος της αναζήτησης ή μη των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, προς την 32/2021 Γνωμοδότηση του Γ΄ Τμήματος του ΝΣΚ.
Δ.ΠΡΩΤ.ΑΘ/5492/2020
Αστική ευθύνη δημοσίου...Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, το Δικαστήριο λαμβάνει κατ αρχάς υπόψη του ότι την κύρια βάση των αξιώσεων του ενάγοντος συγκροτούν πράξεις σχηματισμών (Κλιμάκιου και Τμήματος) του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που αποτελούνται από δικαστικούς λειτουργούς, εκδοθείσες κατά τη διενέργεια του προληπτικού ελέγχου των χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής του. Εξάλλου, οι πράξεις, που εκδίδονται κατά τον προληπτικό έλεγχο δαπανών δεν είναι αποφάσεις δικαιοδοτούντος οργάνου, αλλά εντάσσονται στις ελεγκτικές αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου (βλ. ΑΕΔ 22/2009 σκ. 5, 15/1979, ΣτΕ 1364/2016, 2256/2016, 4116/2015, ΟλΕλΣυν 437/2018, 1248/2014, πρακτικά της 16ης Γενικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 19ης Σεπτεμβρίου 2012 και πρακτικά της 11ης Γενικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 9ης Ιουνίου 2010). Πλην όμως, η ανάθεση του ελεγκτικού αυτού έργου στους ανωτέρω σχηματισμούς του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Κλιμάκιο, Τμήμα) δεν αλλοιώνει τον δικαστικό τους χαρακτήρα, αλλά αντιθέτως γίνεται ακριβώς λόγω του χαρακτήρα τους αυτού και των συνδεόμενων με αυτόν εγγυήσεων ανεξαρτησίας (βλ. ΣτΕ 322/2011, 3773/2011, 2909/1986 Ολ. ΟλΕλΣυν 2237/2014, 2822/2011, πρακτικά της 16ης Γενικής Συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 19ης Σεπτεμβρίου 2012, πρβλ. και την διάταξη του άρθρου 89 παρ. 2 του Συντάγματος, που διακρίνει πάντως τις ελεγκτικές αρμοδιότητες από το σύνολο της διοικητικής ύλης και επιτρέπει κατ εξαίρεση τη συμμετοχή δικαστικών λειτουργών στα συλλογικά όργανα, που τις ασκούν). Άλλωστε, σύμφωνα με τα γινόμενα ερμηνευτικώς δεκτά στην σκέψη τέσσερα της παρούσας απόφασης, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, και μέχρις ότου ρυθμισθεί νομοθετικά ειδικώς η ευθύνη του Δημοσίου από πράξεις οργάνων της δικαστικής λειτουργίας, το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ είναι αναλόγως εφαρμοστέο και στην περίπτωση, που οι πράξεις των οργάνων αυτών, από τις οποίες προκαλείται ζημία δυνάμενη να αποδοθεί σε πρόδηλο σφάλμα τους, είναι κατά περιεχόμενο διοικητικής και δη ελεγκτικής φύσης (πρβλ. ΣτΕ 48/2016). Συνεπώς, εν προκειμένω, ανακύπτει το ίδιο ζήτημα με αυτό, που ήχθη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας με τις .../2.10. 2019 πράξεις της Επιτροπής του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, ήτοι το ζήτημα των ουσιαστικών προϋποθέσεων θεμελίωσης της αστικής ευθύνης του Δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις και παραλείψεις οργάνων του ενταγμένων στη δικαστική λειτουργία. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει, κατ άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/ 2010, να ανασταλεί η πρόοδος της παρούσας δίκης μέχρι να δημοσιευθούν οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας επί των σχετικών με τις ως άνω πράξεις της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 με αριθμούς εισαγωγής ΑΓ 51.../27.10.2015, 34.../8.7.2016, 18.../13.10.2015 και 66.../10.10.2016 αγωγών.
ΔιοικΠρωτΠατρών/656/2021
Αστική Ευθύνη Δημοσίου-Αποζημίωση:ζητείται να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του πρώτου εναγόμενου Δημοσίου και του δεύτερου εναγόμενου Δήμου Πατρέων να καταβάλλουν στον ενάγοντα, μόνιμο υπάλληλο καθαριότητας του εναγόμενου Δήμου, το συνολικό ποσό των 1.117.730,40 ευρώ (όπως το ποσό αυτό διορθώθηκε με το νομοτύπως υποβληθέν υπόμνημα του ενάγοντος), ως αποζημίωση και ως χρηματική ικανοποίηση, κατά τα άρθρα 105 – 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα και 932 του Αστικού Κώδικα, για την αποκατάσταση της ζημίας και της ηθικής βλάβης που υπέστη ο ενάγων εξαιτίας του τραυματισμού και της μόνιμης σωματικής βλάβης (ακρωτηριασμός αριστερού άνω άκρου κατά τον καρπό) που προκλήθηκε σε αυτόν κατά την εργασία του στις 17.10.2017 από έκρηξη χειροβομβίδας κρότου – λάμψης στον Χώρο Υγειονομικής Ταφής (Χ.Υ.ΤΑ.) Ξερόλακκας Δήμου Πατρέων και οφείλεται, κατά τους ισχυρισμούς του, σε παράνομες πράξεις και παραλείψεις οργάνων των εναγομένων.(....)Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, ο ενάγων δικαιούται να λάβει: α) το ποσό των 67.800 ευρώ, που αντιστοιχεί αφενός στο κόστος αγοράς μίας μυοηλεκτρικής πρόθεσης αντιβραχίου συνολικής αξίας 33.900 ευρώ, αφετέρου στο κόστος αντικατάστασης της εν λόγω πρόθεσης μετά την παρέλευση πενταετίας από την αρχική τοποθέτηση, β) το ποσό των 400 ευρώ ως αποζημίωση λόγω αύξησης δαπανών για μετάβαση, διαμονή και διατροφή στην Αθήνα επί δύο ημέρες κάθε φορά και για δύο φορές συνολικά, ανά πενταετία, και γ) το ποσό των 60.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης. Από το ως άνω συνολικό ποσό των 128.200 ευρώ (67.800 ευρώ + 400 ευρώ + 60.000 ευρώ) πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 28.900 ευρώ, το οποίο επιδικάσθηκε προσωρινώς υπέρ του ενάγοντος με την Α824/2019 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου. Απορρίπτει την αγωγή καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά του Δήμου Πατρέων. Δέχεται εν μέρει την αγωγή, καθ’ μέρος στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου. Αναγνωρίζει την υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των ενενήντα εννέα χιλιάδων τριακοσίων (99.300) ευρώ, νομιμοτόκως από 22.7.2019 έως την εξόφληση.
ΣΤΕ/3322/2005
Δημοσίευση κανονιστικής απόφασης:...Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη, ο αναιρεσείων, μόνιμος ιατρός του Ε.Σ.Υ. που υπηρετεί στο αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, άσκησε την από 30.12.1996 αγωγή, με την οποία ζήτησε να υποχρεωθεί αυτό να του καταβάλει ποσό 2.653.800 δραχμών ως διαφορά μεταξύ της υπερωριακής αποζημιώσεως που του καταβλήθηκε για τις εφημερίες που πραγματοποίησε κατά το από 1.1.1994 έως 30.6.1995 χρονικό διάστημα και η οποία υπολογίσθηκε με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/100 του μηνιαίου βασικού μισθού του και εκείνης που προκύπτει με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/65 αυτού που ορίσθηκε για τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους με την 2039921/3479/0022/14.6.1991 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η αγωγή αυτή έγινε εν μέρει δεκτή με την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ..., με την οποία επιδικάσθηκε στον αναιρεσείοντα, ύστερα από ορθό υπολογισμό, ποσό 2.651.610 δραχμών για την ανωτέρω αιτία. Κατά της εν λόγω αποφάσεως άσκησε έφεση το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, η οποία έγινε δεκτή με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση. Το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ειδικότερα ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ούτε τηρήθηκε γι’ αυτήν η τυπική διαδικασία του ειδικού τρόπου δημοσιότητας του άρθρου 3 παρ. 3 του ν. 301/1976, δεδομένου ότι κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών, χωρίς όμως να γίνει και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα αυτά, έκρινε η αναιρεσιβαλλομένη, εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως λόγο που αφορά στο κύρος του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, ότι η 2039921/3479/ 0022/14.6.1991 κανονιστική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, και επομένως δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος του αναιρεσείοντος, και με την αιτιολογία αυτή έκανε δεκτή την έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου .... και απέρριψε την αγωγή του αναιρεσείοντος. Η κρίση αυτή είναι ορθή και νόμιμη σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις (ΣτΕ 307/2003 7μ., 1485/2003), και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος αναιρέσεως κατά τον οποίο η ως άνω κανονιστική απόφαση έχει τεθεί σε ισχύ de facto και εφαρμόζεται, παράγοντας όλες τις έννομες συνέπειές της, ανεξάρτητα από τη θεωρητική ταξινόμησή της στις ανυπόστατες πράξεις. Εξάλλου, εφόσον η αναιρεσιβαλλομένη βεβαιώνει ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε νομίμως, η κρίση αυτή δεν χρειαζόταν ειδικότερη αιτιολογία, ενόψει μάλιστα του ότι ο αναιρεσείων δεν ισχυρίζεται ότι είχε προβάλει ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου κάποιον ειδικότερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος δεν απαντήθηκε από το Δικαστήριο, πρέπει δε να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως.Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση στο σύνολό της. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), τον αναιρεσείοντα από τη δικαστική δαπάνη.
ΕΣ/Κλ.Τμ..4/54/2014
ΕΠΙΧΟΡΗΓΉΣΕΙΣ (...) Με τα δεδομένα αυτά, τα κατά τα ανωτέρω υποβληθέντα στοιχεία δεν πληρούν τους όρους του άρθρου 41 παρ. 3 και 6 του ν. 4129/2013, καθώς οι μεν απολογισμοί είναι προσωρινοί (και όχι οριστικοί), ο δε προϋπολογισμός του έτους 2014 του Ε.Κ.Β.Α.Α. δεν έχει ακόμη εγκριθεί οριστικά. Ως εκ τούτου, η εντελλόμενη επιχορήγηση είναι στο σύνολό της μη νόμιμη, κατά παραδοχή του τρίτου λόγου διαφωνίας του Επιτρόπου, αφού η καταβολή της προϋποθέτει τη συμμόρφωση του επιχορηγούμενου φορέα με τις απαιτήσεις που τάσσονται από τις διατάξεις του άρθρου 41 παρ. 3 και 6 του ν. 4129/2013. Ανεξαρτήτως, όμως, της ανωτέρω πλημμέλειας, εφόσον ο προϋπολογισμός του Ε.Κ.Β.Α.Α. δεν έχει ακόμη εγκριθεί, η 7485/12.2.2014 απόφαση της Γενικής Γραμματέως του Υ.Π.Ε.Κ.Α., με την οποία εγκρίθηκε η καταβολή της επιχορήγησης, είναι μη νόμιμη κατά το μέρος που υπερβαίνει τη δαπάνη μισθοδοσίας του προσωπικού του Ε.Κ.Β.Α.Α. και των αναλογουσών εργοδοτικών εισφορών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 3 του ν. 4111/2013, όπως βασίμως προβάλλει ο Επίτροπος με τον πρώτο λόγο διαφωνίας. (...)Περαιτέρω, ο ίδιος λόγος, ως προς το σκέλος του με το οποίο ο Επίτροπος προβάλλει ότι μεταξύ των δαπανών που προϋπολογίζονται ή επισυνάπτονται ως ληξιπρόθεσμες οφειλές του Ε.Κ.Β.Α.Α., δυνάμενες να εξοφληθούν με την επιχορήγηση, περιλαμβάνονται και δαπάνες που έχουν κριθεί μη νόμιμες με προηγούμενες πράξεις της Υπηρεσίας Επιτρόπου (πράξεις επιστροφής 20, 22 και 23/2013), στηρίζεται επί αναληθούς προϋποθέσεως, καθόσον ο έλεγχος εν προκειμένω συνίσταται αποκλειστικά στη νομιμότητα της επιχορήγησης και όχι στον τρόπο ανάλωσης αυτής.
ΕΣ/ΤΜ.5/3829/2013
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) είχε καταλογισθεί με το ποσό των 4.257,45 ευρώ, το οποίο φερόταν ότι είχε εισπράξει αχρεωστήτως ως αναδρομικές αποδοχές ενέργειας για το χρονικό διάστημα από 29.6.1999 έως 7.7.2000. Περαιτέρω, με την παραδεκτώς σωρευόμενη στο δικόγραφο της έφεσης αγωγή, η εκκαλούσα-ενάγουσα ζητεί, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να επιστρέψει σε αυτή, νομιμοτόκως, το ποσό των 4.257,45 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό του ως άνω καταλογισμού που φέρεται ότι κατέβαλε χωρίς νόμιμη αιτία.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή καταλογιστική πράξη που προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, αλλά απάντηση της δημοσιολογιστικής Διοίκησης επί αίτησης θεραπείας της εκκαλούσας-ενάγουσας, η οποία, μάλιστα, στερείται εκτελεστότητας, αφού δεν εκδόθηκε κατόπιν νέας έρευνας του πραγματικού της υπόθεσης. Εξάλλου, η Διοίκηση, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε υποχρέωση, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εκκαλούσα-ενάγουσα, να επανεξετάσει την υπόθεση και να ανακαλέσει την προαναφερόμενη καταλογιστική απόφαση, λόγω της έκδοσης της προαναφερόμενης 1985/2006 απόφασης του Τμήματος τούτου που αφορά ομοίου περιεχομένου ατομική διοικητική (καταλογιστική) πράξη. Τούτο δε, καθόσον, ενόψει του ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία έχει εφαρμογή εφόσον ο νόμος δεν ορίζει το αντίθετο, η Διοίκηση δεν έχει, κατ’ αρχήν, υποχρέωση να ανακαλεί τις παράνομες πράξεις της, για τις οποίες έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής τους ή έχουν προσβληθεί ανεπιτυχώς, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί, κατ’ εξαίρεση, η υποχρέωση αυτή, θα έπρεπε η τελευταία αυτή πράξη να έχει ακυρωθεί για το λόγο ότι στηρίχθηκε σε διάταξη αντίθετη προς υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνα δικαίου ή σε κανονιστική διοικητική πράξη χωρίς νόμιμο εξουσιοδοτικό έρεισμα, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση. Κατά συνέπεια, η ένδικη έφεση, αφού στρέφεται κατά πράξης που δεν προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.(...)Πλην όμως, μεταξύ των στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης δεν περιλαμβάνονται τα ακόλουθα: α) η ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών σχετικά με την αποκατάσταση της εκκαλούσας-ενάγουσας στην υπηρεσία, β) οι διοικητικές πράξεις, με τις οποίες, σε συμμόρφωση προς την εν λόγω δικαστική απόφαση, η ανωτέρω αποκαταστάθηκε στην υπηρεσία τόσο βαθμολογικά, όσο και μισθολογικά και γ) τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι η εκκαλούσα-ενάγουσα επέστρεψε στην Υπηρεσία της τις καταλογισθείσες εις βάρος της, ως αχρεωστήτως ληφθείσες, αποδοχές. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την έφεση. Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 6 Ιουνίου 2007 αγωγής της … του …. Διατάσσει τη συμπλήρωση των αποδείξεων κατά τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της απόφασης.
ΕΣ/ΤΜ.7/159/2018(σε συμβούλιο)
Παροχή υπηρεσιών φύλαξης:Αίτηση ανάκληση της 159/2018 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών Με την υπό κρίση αίτηση, η οποία έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και γενικά παραδεκτά, ζητείται η ανάκληση της ως άνω πράξης λόγω πλάνης περί τον νόμο. Ειδικότερα, με αυτήν προβάλλεται, κατ’ εκτίμηση του σχετικού λόγου, ότι, από τον συνδυασμό των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 9 «Περιεχόμενο φακέλου προσφοράς» της οικείας διακήρυξης (...)συνάγεται ότι τα στοιχεία του άρθρου 68 παρ. 1 του ν. 3863/2010 θα έπρεπε να είχαν συμπεριληφθεί σε χωριστό φάκελο εντός των προσφορών των διαγωνιζομένων, πράγμα που έπραξε μόνο η πρώτη αιτούσα, είναι δε νόμιμος ο αποκλεισμός των λοιπών δύο εταιρειών που συμμετείχαν στον διαγωνισμό κατά το στάδιο ελέγχου των τεχνικών προσφορών για τον λόγο ότι δεν είχαν συμπεριλάβει στις προσφορές τους χωριστούς φακέλους με τα στοιχεία αυτά. Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος. Εξάλλου, ενόψει αφενός της επιλογής της χαμηλότερης τιμής ως κριτηρίου κατακύρωσης (βλ. άρθρο 6 της διακήρυξης) και αφετέρου της μη ύπαρξης στη διακήρυξη διάταξης περί αποκλεισμού των διαγωνιζομένων, στην τεχνική προσφορά των οποίων εμφανίζονται οικονομικά στοιχεία, το Κλιμάκιο κρίνει ότι με την επιλογή της αναθέτουσας αρχής να συμπεριληφθούν τα στοιχεία αυτά στην τεχνική προσφορά των διαγωνιζομένων δεν υπήρξε αντίφαση μεταξύ των όρων της διακήρυξης, συνεπώς ούτε κίνδυνος δημιουργίας σύγχυσης στους διαγωνιζομένους (βλ. αποφ. 1068/2018 VI Τμ., πράξη 153/2018 Ζ΄ Κλιμ).
Με τα δεδομένα αυτά, πρέπει η αίτηση να γίνει δεκτή, να ανακληθεί η 159/2018 πράξη του ΚΠΕΔ στο Τμήμα τούτο και να θεωρηθεί το 67, οικονομικού έτους 2018, χρηματικό ένταλμα του Δήμου ....., ποσού 6.920,59 ευρώ. Ανακαλεί την 159/2018 πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών
ΕΣ/Τ6/89/2008
Απορριπτέος ως αβάσιμος είναι ο προβαλλόμενος με τις υπό κρίση αιτήσεις ισχυρισμός ότι τόσο το Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου όσο και το παρόν Τμήμα δεσμεύονται από το παραγόμενο, από την 11467/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, δεδικασμένο. Τούτο, διότι το νομικό μας σύστημα έχει καθιερώσει, όσον αφορά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων, πέραν της προσωρινής και οριστικής δικαστικής προστασίας των συμφερόντων των φυσικών ή νομικών προσώπων που συμμετέχουν στις διαδικασίες ανάδειξης αναδόχων αυτών, διπλό, παράλληλο, αυτοτελή και ανεξάρτητο έλεγχο των ενεργειών/πράξεων της αναθέτουσας αρχής. Ειδικότερα, το διπλό αυτό σύστημα ελέγχου περιλαμβάνει αφενός τον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος, αποβλέποντας κατά κύριο λόγο στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, είναι πλήρης, καθολικός και αυτεπάγγελτος, εκτείνεται δηλαδή στο σύνολο της διαδικασίας, χωρίς να περιορίζεται στην έρευνα συγκεκριμένων λόγων ή αιτιάσεων ή από προϋποθέσεις παραδεκτού ή άλλους δικονομικούς κανόνες, αφετέρου δε την προσωρινή (αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του ν.2522/1997) και οριστική δικαστική προστασία (αίτηση ακύρωσης ή κύρια αγωγή) που παρέχεται από τα πολιτικά Δικαστήρια ή το Συμβούλιο της Επικρατείας (ανάλογα με την υπαγωγή της σύμβασης στο ιδιωτικό ή στο δημόσιο δίκαιο) και η οποία, αποσκοπώντας στην προάσπιση των συμφερόντων των συμμετεχόντων στη διαδικασία ανάδειξης αναδόχου από παράνομες πράξεις ή παραλείψεις της αναθέτουσας αρχής, παρέχεται, σε αντίθεση με τον προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μόνο στο μέτρο που ζητείται, ήτοι περιορίζεται μόνο στην έρευνα των λόγων και των αιτιάσεων που προβάλλονται με τα σχετικά δικόγραφα και υπόκειται σε περιορισμούς παραδεκτού και άλλους δικονομικούς περιορισμούς. Κατά συνέπεια, η αναθέτουσα αρχή δεσμεύεται διττώς, στο μέτρο που στο πλαίσιο εκάστου των προαναφερόμενων συστημάτων ελέγχου και κατ’ εφαρμογήν ενός εκάστου των δύο αυτών ιδιαίτερων πλεγμάτων διατάξεων ασκούνται οι αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή η δικαιοδοσία των πολιτικών Δικαστηρίων και του Σ.τ.Ε.. Ενόψει δε της αυτοτέλειας των ως άνω συστημάτων ελέγχου, το Ελεγκτικό Συνέδριο (Κλιμάκιο ή Τμήμα) κατά τη διενέργεια του προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας των δημόσιων συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας, δεν δεσμεύεται από το προσωρινό δεδικασμένο απόφασης Μονομελούς Πρωτοδικείου ή της Επιτροπής Αναστολών του Σ.τ.Ε., χωρίς, βέβαια, αυτό να σημαίνει ότι, κατά την εξέταση των παρεμπιπτόντως αναφυομένων ζητημάτων κατά την άσκηση του προσυμβατικού ελέγχου ή του προληπτικού ελέγχου των δαπανών, δεν δεσμεύεται και από το δεδικασμένο που τυχόν υφίσταται από αποφάσεις των δικαστηρίων που έχουν κατά το Σύνταγμα δικαιοδοσία προς επίλυσή τους (βλ. Πρακτικά της 3ης Γ.Σ. της Ολομέλειας του Ελ. Συν. της 23.02.2005, Πράξεις VI Τμ. 34, 55, 136, 245/2007 κ.α.).