Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.5/3829/2013

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) είχε καταλογισθεί με το ποσό των 4.257,45 ευρώ, το οποίο φερόταν ότι είχε εισπράξει αχρεωστήτως ως αναδρομικές αποδοχές ενέργειας για το χρονικό διάστημα από 29.6.1999 έως 7.7.2000. Περαιτέρω, με την παραδεκτώς σωρευόμενη στο δικόγραφο της έφεσης αγωγή, η εκκαλούσα-ενάγουσα ζητεί, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να επιστρέψει σε αυτή, νομιμοτόκως, το ποσό των 4.257,45 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό του ως άνω καταλογισμού που φέρεται ότι κατέβαλε χωρίς νόμιμη αιτία.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή καταλογιστική πράξη που προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, αλλά απάντηση της δημοσιολογιστικής Διοίκησης επί αίτησης θεραπείας της εκκαλούσας-ενάγουσας, η οποία, μάλιστα, στερείται εκτελεστότητας, αφού δεν εκδόθηκε κατόπιν νέας έρευνας του πραγματικού της υπόθεσης. Εξάλλου, η Διοίκηση, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε υποχρέωση, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εκκαλούσα-ενάγουσα, να επανεξετάσει την υπόθεση και να ανακαλέσει την προαναφερόμενη καταλογιστική απόφαση, λόγω της έκδοσης της προαναφερόμενης 1985/2006 απόφασης του Τμήματος τούτου που αφορά ομοίου περιεχομένου ατομική διοικητική (καταλογιστική) πράξη. Τούτο δε, καθόσον, ενόψει του ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία έχει εφαρμογή εφόσον ο νόμος δεν ορίζει το αντίθετο, η Διοίκηση δεν έχει, κατ’ αρχήν, υποχρέωση να ανακαλεί τις παράνομες πράξεις της, για τις οποίες έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής τους ή έχουν προσβληθεί ανεπιτυχώς, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί, κατ’ εξαίρεση, η υποχρέωση αυτή, θα έπρεπε η τελευταία αυτή πράξη να έχει ακυρωθεί για το λόγο ότι στηρίχθηκε σε διάταξη αντίθετη προς υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνα δικαίου ή σε κανονιστική διοικητική πράξη χωρίς νόμιμο εξουσιοδοτικό έρεισμα, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση. Κατά συνέπεια, η ένδικη έφεση, αφού στρέφεται κατά πράξης που δεν προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.(...)Πλην όμως, μεταξύ των στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης δεν περιλαμβάνονται τα ακόλουθα: α) η ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών σχετικά με την αποκατάσταση της εκκαλούσας-ενάγουσας στην υπηρεσία, β) οι διοικητικές πράξεις, με τις οποίες, σε συμμόρφωση προς την εν λόγω δικαστική απόφαση, η ανωτέρω αποκαταστάθηκε στην υπηρεσία τόσο βαθμολογικά, όσο και μισθολογικά και γ) τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι η εκκαλούσα-ενάγουσα επέστρεψε στην Υπηρεσία της τις καταλογισθείσες εις βάρος της, ως αχρεωστήτως ληφθείσες, αποδοχές. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την έφεση. Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 6 Ιουνίου 2007 αγωγής της … του …. Διατάσσει τη συμπλήρωση των αποδείξεων κατά τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της απόφασης.



ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.5/3828/2013

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) καταλογισθεί με το ποσό των 4.071,77 ευρώ, το οποίο φερόταν ότι είχε εισπράξει αχρεωστήτως ως αναδρομικές αποδοχές ενέργειας για το χρονικό διάστημα από 29.6.1999 έως 7.7.2000. Περαιτέρω, με την παραδεκτώς σωρευόμενη στο δικόγραφο της έφεσης αγωγή, η εκκαλούσα-ενάγουσα ζητεί, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να επιστρέψει σε αυτή, νομιμοτόκως, το ποσό των 4.071,77 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό του ως άνω καταλογισμού που φέρεται ότι κατέβαλε χωρίς νόμιμη αιτία.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή καταλογιστική πράξη που προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, αλλά απάντηση της δημοσιολογιστικής Διοίκησης επί αίτησης θεραπείας της εκκαλούσας-ενάγουσας, η οποία, μάλιστα, στερείται εκτελεστότητας, αφού δεν εκδόθηκε κατόπιν νέας έρευνας του πραγματικού της υπόθεσης. Εξάλλου, η Διοίκηση, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε υποχρέωση, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εκκαλούσα-ενάγουσα, να επανεξετάσει την υπόθεση και να ανακαλέσει την προαναφερόμενη καταλογιστική απόφαση, λόγω της έκδοσης της προαναφερόμενης 1985/2006 απόφασης του Τμήματος τούτου που αφορά ομοίου περιεχομένου ατομική διοικητική (καταλογιστική) πράξη. Τούτο δε, καθόσον, ενόψει του ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία έχει εφαρμογή εφόσον ο νόμος δεν ορίζει το αντίθετο, η Διοίκηση δεν έχει, κατ’ αρχήν, υποχρέωση να ανακαλεί τις παράνομες πράξεις της, για τις οποίες έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής τους ή έχουν προσβληθεί ανεπιτυχώς, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί, κατ’ εξαίρεση, η υποχρέωση αυτή, θα έπρεπε η τελευταία αυτή πράξη να έχει ακυρωθεί για το λόγο ότι στηρίχθηκε σε διάταξη αντίθετη προς υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνα δικαίου ή σε κανονιστική διοικητική πράξη χωρίς νόμιμο εξουσιοδοτικό έρεισμα, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση.(...) Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο, για την ασφαλή διάγνωση της υπόθεσης, να αναβάλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της υπό κρίση αγωγής, προκειμένου να προσκομισθούν, με επιμέλεια μεν της Διεύθυνσης Οικονομικών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας: 1) η ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών σχετικά με την αποκατάσταση της εκκαλούσας-ενάγουσας στην υπηρεσία, 2) η διοικητική πράξη, με την οποία αποκαταστάθηκε η ανωτέρω στην υπηρεσία και 3) η διοικητική πράξη, με την οποία της χορηγήθηκαν αναδρομικά οι αποδοχές που καταλογίσθηκαν εις βάρος της, με επιμέλεια δε της εκκαλούσας-ενάγουσας, τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι αυτή επέστρεψε τις εν λόγω αποδοχές στην Υπηρεσία της. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την έφεση. Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 6 Ιουνίου 2007 αγωγής της … του …. Διατάσσει τη συμπλήρωση των αποδείξεων κατά τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της απόφασης.



ΕΣ/ΤΜ.7/1847/2019

Έλλειμμα διαχείρισης Δήμου..Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη κατά το μέρος που με αυτή η εκκαλούσα καταλογίστηκε με το συνολικό ποσό των 171.627,02 ευρώ, να επιστραφεί σε αυτή το καταβληθέν παράβολο, κατ’ εκτίμηση δε των περιστάσεων να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο και ο Δήμος ... από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).Ακυρώνει την 28/2015 πράξη του Β΄ Κλιμακίου


ΕΣ/ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ/52/2024

Με την ένδικη έφεση, όπως οι λόγοι αυτής αναπτύσσονται με τα από 10.2.2020 και 4.10.2021 νομίμως κατατεθέντα υπομνήματα, ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 96/2018 πράξης του Α΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθ’ ό μέρος με αυτήν απορρίφθηκε η ασκηθείσα στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (Γ.Λ.Κ.) ... ένσταση της εκκαλούσας και επικυρώθηκε η 91451/2016/26.8.2016 καταλογιστική πράξη του Γενικού Διευθυντή της Χορήγησης Συντάξεων Δημοσίου Τομέα του Γ.Λ.Κ. 


ΕλΣυν.Τμ.1/457/2016

Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον η 2401/2007 απόφαση της Ε.Ε.Π.Κ.Σ. ακυρώθηκε με την 4383/2015 απόφαση του ΙΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η 129241/2007/14.4.2009 καταλογιστική πράξη του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών απώλεσε το νόμιμο έρεισμά της, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενης από το Δικαστήριο της πλημμέλειας αυτής. Κατ ακολουθία αυτών πρέπει η κρινόμενη έφεση να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη του Α΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς η ενσωματωθείσα σε αυτήν 129241/2007/14.4.2009 καταλογιστική πράξη του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών..


ΕλΣυν.Τμ.1/1724/2016

Με δεδομένα τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη παρίσταται νόμιμη διότι η εκκαλούσα υπέπεσε στην ουσιώδη παρατυπία της μη υποβολής φακέλου για τη χορήγηση της 2ης δόσης της ενίσχυσης, συνακόλουθα της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων που είχε αναλάβει. Αβασίμως δε η εκκαλούσα βάλλει κατά της πληρότητας της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, καθόσον αναφέρεται συνοπτικά στο σώμα αυτής το νομικό πλαίσιο στο οποίο ερείδεται καθώς και η αιτία του καταλογισμού.(...)Συνεκτιμώντας τα ανωτέρω κρίνεται ότι η ως άνω επελθούσα ένεκα της αντισυμβατικής συμπεριφοράς της συνέπεια της αναζήτησης του ποσού της ενίσχυσης το οποίο έλαβε, συνιστά πρόσφορο και αναγκαίο μέτρο, το οποίο είναι σύμφωνο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό των κοινοτικών ενισχύσεων στον τομέα της γεωργίας και ως εκ τούτου τα όσα προβάλλει η εκκαλούσα περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας είναι απορριπτέα..(..)Κατ’ ακολουθία αυτών που προηγουμένως κρίθηκαν, η ένδικη έφεση πρέπει να απορριφθεί..


ΕφΑθ. 644/2017

Παροχή εξαρτημένης εργασίας..:Με βάση τις ανωτέρω συμβάσεις η ενάγουσα, καθ όλο το χρονικό διάστημα από 1.10.2005 έως 30.9.2010, εργαζόταν στο Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης του εναγόμενου με την ιδιότητα του ειδικού εφαρμογών πληροφορικής, απασχολούμενη συγκεκριμένα με τον σχεδιασμό και την συντήρηση ιστοσελίδων για το πρόγραμμα διδασκαλίας εξ αποστάσεως. .. Η ενάγουσα, δηλαδή, έθετε την εργασία της στη διάθεση του εναγόμενου και δεν είχε αναλάβει την επίτευξη οποιουδήποτε συγκεκριμένου αποτελέσματος. Εξάλλου, το εναγόμενο κατέβαλλε την αμοιβή της ενάγουσας κάθε μήνα, και συγκεκριμένα κατέβαλλε σ αυτή το ποσό που προέκυπτε από το μερισμό της συνολικής αμοιβής με τον αριθμό των μηνών της κάθε σύμβασης, ενώ της κατέβαλλε επίσης επιδόματα εορτών και αδείας και της χορηγούσε έγγραφες βεβαιώσεις των μηνιαίων αποδοχών της ήταν δε ασφαλισμένη στο Ι.Κ.Α., με εργοδότη της το εναγόμενο. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η ενάγουσα παρείχε στο εναγόμενο εξαρτημένη εργασία καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες αυτού, οι δε πιο πάνω καταρτισθείσες μεταξύ των διαδίκων συμβάσεις έργου ήταν ψευδεπίγραφες και προσχηματικές. ..η ενάγουσα συνδεόταν με το εναγόμενο, κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα της εργασίας της σ αυτό, με απλή σχέση εργασίας, την οποία το εναγόμενο είχε δικαίωμα να καταγγείλει οποτεδήποτε, όχι όμως πριν περάσει έτος από τον τοκετό της εργαζόμενης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα στις 19.6.2010 απέκτησε τέκνο, γεγονός το οποίο γνώριζε το εναγόμενο, καθόσον είχε χορηγήσει σ αυτή τη σχετική άδεια και επομένως δεν είχε δικαίωμα να καταγγείλει την εργασιακή σχέση της ενάγουσας πριν την συμπλήρωση έτους από τον τοκετό, ήτοι πριν από την 19.6.2011. .. Κατ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως κατ ουσίαν αβάσιμη η αγωγή ως προς την ανωτέρω πρώτη επικουρική της βάση και να γίνει εν μέρει δεκτή ως προς την δεύτερη επικουρική αυτής βάση και να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 5.838,08 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που το κάθε επί μέρους ποσό έπρεπε να καταβληθεί, ήτοι από το τέλος εκάστου μηνός που αυτό αφορά.


ΕΣ/ΤΜ.Ι/3680/2009

Καταλογισμός ποσού...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, η επίδικη καταλογιστική πράξη παρίσταται νόμιμη και αιτιολογημένη, καθόσον η εκκαλούσα, με την ιδιότητα του τελικού δικαιούχου, παραβίασε τις προβλεπόμενες από την ανωτέρω απόφαση χρηματοδότησης και από την από 3.4.2003 Σύμβαση παροχής κρατικής οικονομικής ενίσχυσης, που υπογράφηκε μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ίδιας, υποχρεώσεις της. Οι παρατυπίες δε που διαγνώστηκαν στο πλαίσιο των ελέγχων που διενεργήθηκαν, λόγω της σοβαρότητας αυτών, οδήγησαν αιτιολογημένα στην ανάκληση της απόφασης χρηματοδότησης του έργου και στην υποχρεωτική εκ του λόγου αυτού, δυνάμει και του άρθρου 6 της 907/052/2.7.2003 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ 878 Β΄), αναζήτηση της δοθείσας στην εκκαλούσα συνολικής χρηματοδότησης, με την έκδοση σε βάρος αυτής της επίδικης καταλογιστικής πράξης. Κατ΄ ακολουθία, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη στο σύνολό της και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 56 παρ.2 του π.δ.774/1980).


ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟ/338/2024

Με την ένδικη έφεση, όπως αυτή αναπτύσσεται με το από 31.3.2022 παραδεκτώς κατατεθέν υπόμνημα, ζητείται η ακύρωση της ... πράξης της Διεύθυνσης Οικονομικού της ....», με την οποία καταλογίσθηκε η εκκαλούσα, Ανθυπασπιστής του Στρατού Ξηράς, ως υπόλογος με το ποσό των 3.461,27 ευρώ, που φέρεται ότι απωλέσθη με υπαιτιότητά της, λόγω κλοπής από τη Λέσχη Αξιωματικών Φρουράς (ΛΑΦ) Λάρισας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της, ως Αξιωματικού Υπηρεσίας Διανυκτερεύσεως Μονάδος (ΑΥΔΜ)


ΣΤΕ/1877/2004

Επειδή, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ότι η 955/379/12.6.1991 πράξη της Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του αναιρεσιβλήτου Ταμείου αποτελεί πράξη εκτελέσεως της 21/3/4.6.1991 αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου και συνεπώς δεν προσβάλλεται με προσφυγή αλλά με ανακοπή κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., δέχθηκε δε περαιτέρω ότι η ως άνω απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου αποτελεί την πράξη καταλογισμού των ενδίκων εισφορών σύμφωνα με το άρθρο 4 του Κανονισμού του αναιρεσιβλήτου Ταμείου (Α.Υ.Ε. 34333/1935, ΦΕΚ 145, τ. Παράρτημα), η οποία είναι εκτελεστή πράξη και προσβάλλεται με προσφυγή. Εξάλλου η προσβαλλόμενη απόφαση δεν βεβαιώνει ότι η ως άνω καταλογιστική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου κοινοποιήθηκε στην αναιρεσείουσα εταιρία. Κατόπιν αυτών, το Διοικητικό Εφετείο έπρεπε να θεωρήσει ότι η προσφυγή της αναιρεσείουσας εταιρίας στρέφεται κατά της ως άνω αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 3 του π.δ. 341/1978, δεδομένου ότι με την ανακοπή του άρθρου 73 του ΚΕΔΕ κατά της πράξεως της Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, ενόψει του ότι προβλέπεται προσφυγή κατά της καταλογιστικής πράξεως του Διοικητικού Συμβουλίου, δεν ήταν δυνατή η προβολή λόγων που αναφέρονται στο κατ' ουσίαν βάσιμο της απαιτήσεως (πρβλ. ΣτΕ 186/1998, 2282/2000 Ολ., 1776/2002). Για το λόγο αυτόν, που βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, πρέπει αυτή να γίνει δεκτή και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, παρέλκει δε ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων αναιρέσεως. Περαιτέρω, η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση ως προς το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο δικάσαν δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.


ΕΣ/ΤΜ.1/1796/2011

Ζητείται η ακύρωση της 3637/20.3.2008 πράξης  Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι πλημμελώς αιτιολογημένη καθόσον δεν προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν τα όσα η εκκαλούσα ισχυρίστηκε με τις έγγραφες αντιρρήσεις της κατά της έκθεσης ελέγχου. Ειδικότερα, δεν αξιολογήθηκε ο ισχυρισμός της ότι διαμένει περιστασιακά στην πόλη της Κατερίνης λόγω του προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει ο γιός της, ......, καθώς και ότι η αναγραφή στις οικείες φορολογικές δηλώσεις ως διεύθυνσης κατοικίας της οδού Π. ….52 Β στην Κατερίνη οφείλεται στο ότι η εν λόγω διεύθυνση χρησιμοποιείται λόγω της εργασίας του από το σύζυγό της, με τον οποίο υποβάλλει υποχρεωτικά εκ του νόμου κοινή δήλωση εισοδήματος. Επίσης, δεν προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη τα προσκομισθέντα  6856, 6857 και 6858/2001 μισθωτήρια συμβόλαια αγρών που έχουν περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και συντάχθηκαν το έτος 2001, ήτοι κατά την κρίσιμη χρονική περίοδο ένταξης της εκκαλούσας στο πρόγραμμα πριμοδότησης ως νέας γεωργού, στα οποία αναγράφεται ως τόπος κατοικίας της ο …., σε συνδυασμό και με τη σχετική βεβαίωση του Δημάρχου …. ότι η εκκαλούσα είναι μόνιμη κάτοικος ….. Κατόπιν τούτων, η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη και συνεπώς η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η ανωτέρω πράξη, να αρθεί  ο επίδικος καταλογισμός και να αποδοθεί στην εκκαλούσα το παράβολο που κατέθεσε για την άσκησή της (άρθρο 56 παρ. 4 του π.δ. 774/1980).Ακυρώνει την 3637/20.3.2008 πράξη του Ειδικού Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και αίρει τον επιβληθέντα με την πράξη αυτή καταλογισμό