ΔΕΚ/C‑429/2019
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
«Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Άρθρο 12, παράγραφος 4 – Πεδίο εφαρμογής – Σύναψη δημόσιων συμβάσεων μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα – Έννοια της “συνεργασίας” – Απουσία»(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (ένατο τμήμα) αποφαίνεται: Το άρθρο 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, έχει την έννοια ότι δεν υφίσταται συνεργασία μεταξύ αναθετουσών αρχών όταν μια αναθέτουσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη, στην εδαφική της περιφέρεια, για την εκπλήρωση αποστολής δημοσίου συμφέροντος δεν εκπληρώνει πλήρως η ίδια την αποστολή αυτή, την οποία μόνον η εν λόγω αρχή οφείλει να εκπληρώσει κατά το εθνικό δίκαιο και η οποία απαιτεί τη διεκπεραίωση περισσότερων επιμέρους εργασιών, αλλά αναθέτει σε άλλη, ανεξάρτητη αναθέτουσα αρχή, η οποία είναι επίσης υπεύθυνη για την εκπλήρωση της ίδιας αποστολής δημοσίου συμφέροντος στη δική της εδαφική περιφέρεια, να εκτελεί έναντι αμοιβής μια από τις απαιτούμενες εργασίες.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕΚ/C‑210/2020
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:«Προδικαστική παραπομπή – Σύναψη δημοσίων συμβάσεων προμηθειών, έργων και υπηρεσιών – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Διεξαγωγή της διαδικασίας – Επιλογή των συμμετεχόντων και ανάθεση των συμβάσεων – Άρθρο 63 – Προσφέρων στηριζόμενος στις δυνατότητες άλλου φορέα για την εκπλήρωση των απαιτήσεων της αναθέτουσας αρχής – Άρθρο 57, παράγραφοι 4, 6 και 7 – Ψευδείς δηλώσεις υποβληθείσες από τον φορέα αυτόν – Αποκλεισμός του εν λόγω προσφέροντος χωρίς να του επιβάλλεται ή να του επιτρέπεται να προβεί σε αντικατάσταση του φορέα αυτού – Αρχή της αναλογικότητας»:(....)Το άρθρο 63 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 57, παράγραφος 4, στοιχείο ηʹ, και υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση βάσει της οποίας η αναθέτουσα αρχή οφείλει άνευ ετέρου να αποκλείσει έναν προσφέροντα από διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης στην περίπτωση που η βοηθητική επιχείρηση στης οποίας τις δυνατότητες σκόπευε να στηριχθεί ο προσφέρων έχει υποβάλει ψευδή δήλωση ως προς την ύπαρξη ποινικών καταδικαστικών αποφάσεων που έχουν αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, χωρίς η αρχή αυτή να δύναται, σε μια τέτοια περίπτωση, να επιβάλει ή τουλάχιστον να επιτρέψει στον προσφέροντα να προβεί στην αντικατάσταση της εν λόγω επιχείρησης.
ΔΕΚ/C-574/2010
Ο τεχνητός κατακερματισμός της αξίας συμβάσεως με ενιαίο αντικείμενο δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από λόγους δημοσιονομικής διαχειρίσεως οι οποίοι επιβάλλουν την κατάτμηση σε επιμέρους έργα. Μια ενιαία συμφωνία, η οποία εκτελείται σε περισσότερα στάδια για αμιγώς δημοσιονομικούς λόγους, δεν μπορεί για αυτόν και μόνο τον λόγο να λογίζεται ως πλειάδα εξατομικευμένων συμβάσεων, με συνέπεια να περιορίζεται το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, διότι αυτό δεν συνάδει προς τον σκοπό των ευρωπαϊκών οδηγιών περί δημοσίων συμβάσεων. Το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας απαγορεύει μια τέτοια τεχνητή κατάτμηση συμφωνίας που έχει ενιαίο αντικείμενο.
ΔΕΚ/C-220/2005
Σύμβαση με την οποία μια πρώτη αναθέτουσα αρχή αναθέτει σε μια δεύτερη αναθέτουσα αρχή την υλοποίηση ενός έργου συνιστά σύμβαση δημοσίου έργου κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο α΄, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων δημοσίων έργων, ανεξαρτήτως του αν προβλέπεται ή όχι ότι η πρώτη αναθέτουσα αρχή είναι ή θα καταστεί κύριος του συνόλου ή μέρους αυτού του έργου.
ΔΕΚ/C‑155,C‑156/2019
«Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 4 – Αναθέτουσα αρχή – Οργανισμοί δημοσίου δικαίου – Έννοια – Εθνική αθλητική ομοσπονδία – Κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος – Εποπτεία της διαχείρισης της ομοσπονδίας από οργανισμό δημοσίου δικαίου». Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑155/19 και C‑156/19(....)Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται: 1)Το άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 4, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι φορέας επιφορτισμένος με αποστολές δημόσιου χαρακτήρα που ορίζονται εξαντλητικώς από το εθνικό δίκαιο μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει συσταθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό της κάλυψης αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, μολονότι έχει συσταθεί υπό μορφή όχι δημόσιου οργανισμού αλλά σωματείου ιδιωτικού δικαίου και ορισμένες από τις δραστηριότητές του, ως προς τις οποίες έχει ικανότητα αυτοχρηματοδότησης, δεν έχουν δημόσιο χαρακτήρα. 2)Η δεύτερη από τις εναλλακτικές περιπτώσεις του άρθρου 2, παράγραφος 1, σημείο 4, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2014/24 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, εφόσον μια εθνική αθλητική ομοσπονδία έχει, βάσει του εθνικού δικαίου, διαχειριστική αυτονομία, η διαχείριση της ομοσπονδίας αυτής μπορεί να θεωρηθεί ότι υπόκειται στον έλεγχο δημόσιας αρχής μόνον αν από τη σφαιρική ανάλυση των εξουσιών που διαθέτει η δημόσια αρχή έναντι της ομοσπονδίας προκύπτει η ύπαρξη ενεργητικού διαχειριστικού ελέγχου περιστέλλοντος στην πράξη την αυτονομία αυτή σε βαθμό που να παρέχεται στην εν λόγω αρχή δυνατότητα επηρεασμού των αποφάσεων της ομοσπονδίας σε θέματα δημοσίων συμβάσεων. Το γεγονός ότι οι διάφορες εθνικές αθλητικές ομοσπονδίες ασκούν επιρροή στη δραστηριότητα της δημόσιας αρχής λόγω της πλειοψηφικής συμμετοχής τους στα κύρια συλλογικά όργανα λήψεως αποφάσεων της αρχής αυτής έχει σημασία μόνον εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι καθεμία από τις ομοσπονδίες αυτές, θεωρούμενη μεμονωμένα, είναι σε θέση να ασκήσει σημαντική επιρροή στον δημόσιο έλεγχο που ασκεί στην ίδια η εν λόγω αρχή με αποτέλεσμα ο ως άνω έλεγχος να εξουδετερώνεται και η εν λόγω εθνική αθλητική ομοσπονδία να ανακτά κατά τον τρόπο αυτό τον πλήρη έλεγχο της διαχείρισής της, ανεξάρτητα από την επιρροή των άλλων εθνικών αθλητικών ομοσπονδιών που τελούν σε παρόμοια κατάσταση.
ΔΕΚ/C-27/1998
Το άρθρο 18, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52, έχει την έννοια ότι η αναθέτουσα αρχή δεν υποχρεούται να αναθέσει το έργο στον μοναδικό προσφέροντα που κρίθηκε ικανός να μετάσχει στο διαγωνισμό. Όχι μόνον δεν αμφισβητείται ότι η οδηγία δεν περιλαμβάνει καμία διάταξη επιβάλλουσα ρητώς στην αναθέτουσα αρχή, η οποία προέβη στην προκήρυξη περί υποβολής προσφορών, να αναθέσει το έργο στον μοναδικό διαγωνιζόμενο που κρίθηκε ικανός να μετάσχει στον διαγωνισμό, αλλά επίσης η αναθέτουσα αρχή δεν υποχρεούται να ολοκληρώσει μια διαδικασία αναθέσεως της εκτελέσεως δημοσίου έργου.
C-174/2014
Προδικαστική παραπομπή — ΦΠΑ — Οδηγία 2006/112/ΕΚ — Άρθρο 13, παράγραφος 1 — Μη υπαγωγή σε φόρο — Έννοια “λοιπών οργανισμών δημοσίου δικαίου” — Αυτόνομη Περιφέρεια των Αζορών — Οντότητα συσταθείσα από την Περιφέρεια ως ανώνυμη εταιρία, της οποίας ελέγχει το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου και στην οποία έχει ανατεθεί η παροχή υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος προς την Περιφέρεια στον τομέα της διαχειρίσεως της Περιφερειακής Υπηρεσίας Υγείας — Καθορισμός των όρων παροχής των υπηρεσιών αυτών, συμπεριλαμβανομένης της καταβαλλόμενης γι’ αυτές αμοιβής, σε προγραμματικές συμβάσεις οι οποίες έχουν συναφθεί μεταξύ της οντότητας και της Περιφέρειας
ΥΠΟΘΕΣΗ C-383-384/2021
«Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Σύναψη δημόσιας σύμβασης χωρίς διαδικασία διαγωνισμού – Δημόσιες συμβάσεις συναφθείσες μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα – Άρθρο 12, παράγραφος 3 – Δημόσιες συμβάσεις συναφθείσες κατόπιν “in house” ανάθεσης – Έννοια του “ανάλογου ελέγχου” – Προϋποθέσεις – Εκπροσώπηση όλων των μετεχουσών αναθετουσών αρχών – Άρθρο 12, παράγραφος 4 – Σύμβαση μεταξύ αναθετουσών αρχών με την οποία επιδιώκονται κοινοί στόχοι δημοσίου συμφέροντος – Έννοια της “συνεργασίας” – Προϋποθέσεις – Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη – Άμεσο αποτέλεσμα»
ΣΤΕ/2181/2004
Οικοδομικές και ηλεκτρομηχανολογικές εργασίες ανέγερσης νέου Μουσείου...Επειδή, εν όψει των εκτεθέντων στην προηγουμένη σκέψη, η προσβαλλομένη πράξη απορρίψεως της υποβληθείσης από την αιτούσα αιτιολογήσεως της προσφοράς της θα έπρεπε να ακυρωθεί, για το βασίμως προβαλλόμενο λόγο ότι το περιεχόμενο της ενσωματωθείσης σ’ αυτήν πράξεως, με την οποία η αιτούσα προσκλήθηκε να υποβάλει την μνημονευθείσα αιτιολόγηση, δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 30 παράγραφος 4 της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ. Εν τούτοις, ως προς το ζήτημα του περιεχομένου, το οποίο πρέπει, κατά την τελευταία αυτή διάταξη, να έχει η πρόσκληση που απευθύνει η αναθέτουσα αρχή σε διαγωνιζόμενο προς αιτιολόγηση προσφοράς, εμφανιζομένης ως ασυνήθιστα χαμηλής, διατυπώθηκαν, κατά τα εκτεθέντα ανωτέρω, στη δέκατη ένατη σκέψη της παρούσης, δύο διαφορετικές απόψεις, κάθε μια των οποίων συνεπάγεται διαφορετική αιτιολογία της αποδοχής του προβαλλομένου σχετικού λόγου και, περαιτέρω, διαφορετικές, κατά τη φύση και την έκταση, συνέπειες εν σχέσει προς τις υποχρεώσεις που θα βαρύνουν την αναθέτουσα αρχή κατά το στάδιο της συμμορφώσεώς της στην εκδοθησόμενη ακυρωτική απόφαση. Για το λόγο αυτόν, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να αναβάλει την οριστική κρίση της υποθέσεως, προκειμένου να διατυπώσει προς το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 234 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητος, τα εξής δύο προδικαστικά ερωτήματα: α) « Κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 30 παράγραφος 4 της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14.6.1993, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων (ΕΕ L 199), η αναθέτουσα αρχή, επί διενεργείας διαγωνισμού, με σύστημα δημοπρατήσεως, όπως αυτό που περιγράφεται στο αιτιολογικό της παρούσης (σύστημα υποβολής προσφορών, μη συνοδευομένων από έκθεση αιτιολογήσεως, με επί μέρους ποσοστά εκπτώσεως επί ομάδων τιμών και έλεγχο ομαλότητος των επί μέρους ποσοστών εκπτώσεων), έχει την υποχρέωση να προσδώσει ορισμένο περιεχόμενο στην πράξη της, με την οποία καλεί διαγωνιζόμενο να παράσχει εξηγήσεις επί της προσφοράς του, η οποία χαρακτηρίσθηκε ασυνήθιστα χαμηλή βάσει σχετικού κατωφλίου, προσδιορισθέντος κατ’ εφαρμογή μαθηματικής μεθόδου, με χαρακτηριστικά ανάλογα προς εκείνα της μαθηματικής μεθόδου που περιγράφεται στο αιτιολογικό της παρούσης ; » β) «Επί καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, αρκεί, κατά την έννοια της μνημονευθείσης διατάξεως της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, να επισημαίνεται στην ανωτέρω πράξη, η επί μέρους έκπτωση, την οποία προσέφερε ο διαγωνιζόμενος σε μια ή περισσότερες ομάδες τιμών και την οποία η αναθέτουσα αρχή θεωρεί προβληματική ή η αναθέτουσα αρχή οφείλει, επί πλέον, να προσδιορίσει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί την έκπτωση αυτή προβληματική, εκθέτοντας τεκμηριωμένα τις εκτιμήσεις της εν σχέσει προς το οριακό κόστος εκτελέσεως των αντίστοιχων εργασιών ;»
ΔΕΚ/C‑383 ΚΑΙ C‑384/2021
«Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Σύναψη δημόσιας σύμβασης χωρίς διαδικασία διαγωνισμού – Δημόσιες συμβάσεις συναφθείσες μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα – Άρθρο 12, παράγραφος 3 – Δημόσιες συμβάσεις συναφθείσες κατόπιν “in house” ανάθεσης – Έννοια του “ανάλογου ελέγχου” – Προϋποθέσεις – Εκπροσώπηση όλων των μετεχουσών αναθετουσών αρχών – Άρθρο 12, παράγραφος 4 – Σύμβαση μεταξύ αναθετουσών αρχών με την οποία επιδιώκονται κοινοί στόχοι δημοσίου συμφέροντος – Έννοια της “συνεργασίας” – Προϋποθέσεις – Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη – Άμεσο αποτέλεσμα»
ΕλΣυν.Τμ.7/216/2007
Πολιτιστικές εκδηλώσεις Δήμων:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι δεν προβλέπεται από διάταξη νόμου, δεν εξυπηρετεί λειτουργικές ανάγκες του Δήμου, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι συντελεί στην εκπλήρωση των σκοπών του, όπως αυτοί καθορίζονται από το άρθρο 75 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων. Εξάλλου, η εορτή των Τριών Ιεραρχών είναι σχολική εορτή, η οποία δεν σχετίζεται με την εδαφική περιφέρεια του συγκεκριμένου Δήμου και συνεπώς, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της προαναφερόμενης διάταξης της παρ. 3 εδ.α΄ του άρθρου 158 του ανωτέρω Κώδικα.