Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Ελ.Συν.Ολομ/124/2017

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1225/1981, 3472/2006

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ-ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΟΛΟΓΟΙ:Με βάση τα προεκτεθέντα, το Τμήμα, κρίνοντας ότι δεν μπορεί να αποστεί από την αθωωτική κρίση του ποινικού δικαστηρίου ως προς το ότι η ήδη αναιρεσίβλητη δεν τέλεσε τις αποδιδόμενες σε αυτήν ποινικά κολάσιμες πράξεις, που έχουν την ίδια αντικειμενική υπόσταση με τις αποδοθείσες σ’ αυτήν με την καταλογιστική απόφαση παράνομες πράξεις, οι οποίες αποτέλεσαν την γενεσιουργό αιτία πρόκλησης του ελλείμματος στη διαχείριση του ..., δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των ως άνω διατάξεων.(..)Σε κάθε περίπτωση, το αντικείμενο της υπό κρίση διαφοράς, το οποίο συνίσταται κατά το μεγαλύτερο μέρος του στην επιβολή των νόμιμων προσαυξήσεων, οι οποίες επιβλήθηκαν στην ανωτέρω, λόγω της επιγενόμενης αναπλήρωσης του δημιουργηθέντος στην διαχείρισή της ελλείμματος, δεν θίγει την αθωωτική κρίση του ποινικού δικαστηρίου, αλλά συμπορεύεται μ’ αυτήν, δοθέντος ότι, το ως άνω έλλειμμα, κατά ρητή παραδοχή του ποινικού Δικαστηρίου, επεστράφη από αυτήν και κατατέθηκε σε λογαριασμό του ..., λόγω της ιδιότητάς της ως υπολόγου. Όμως η γνώμη αυτή δεν εκράτησε.Κατόπιν των ανωτέρω, μη υπάρχοντος άλλου αναιρετικού λόγου, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.4/1/2018

Καταλογισμός ελλείμματος. ζητείται η ακύρωση...της ληφθείσας κατά την 41η συνεδρίαση/22.10.2014 απόφασης του Δ.Σ. του ...., κατά το μέρος που με αυτήν καταλογίστηκε ο εκκαλών, με την ιδιότητα του υπολόγου, με το προαναφερόμενο ποσό....(..)για να είναι νομίμως αιτιολογημένη η καταλογιστική πράξη, πρέπει στο σώμα αυτής να διαλαμβάνονται - ή έστω από τα στοιχεία του φακέλου να προκύπτουν - όλα τα πραγματικά περιστατικά στα οποία ερείδεται η αξίωση του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. έναντι του υπολόγου, με συνέπεια ο καταλογισμός να καθίσταται νομικώς πλημμελής, όταν δεν εξειδικεύονται οι συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις με τις οποίες ο υπόλογος συνετέλεσε στην επέλευση του καταλογισθέντος σε βάρος του ελλείμματος (..)Περαιτέρω, ο ίδιος προβάλλει ότι ουδεμία ευθύνη και υπαιτιότητα φέρει για τη δημιουργία του ελλείμματος, καθόσον στις εκχωρηθείσες σε αυτόν αρμοδιότητες δεν περιλαμβανόταν η παρακολούθηση και διαχείριση του χαρτοφυλακίου του ...., ούτε άλλωστε μπορούσε να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια αναφορικά με αυτό. Εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση θεμελιώνει τη δημοσιολογιστική ευθύνη του εκκαλούντος στην ιδιότητά του ως υπολόγου. Ωστόσο, η κρίση αυτή δεν ερείδεται στα στοιχεία του φακέλου, ειδικά ως προς την ιδιότητα του εκκαλούντος ως υπολόγου λόγω της ανάμειξής του σε πράξεις διαχείρισης αναφορικά με το χαρτοφυλάκιο των χρηματογράφων του (..)Ενόψει των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙΙ και ΙV της παρούσας, το Τμήμα άγεται στην κρίση, κατά παραδοχή του σχετικού ισχυρισμού του εκκαλούντος, ότι η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης, όπως αυτή συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου, καθίσταται ανεπαρκής ως προς το αναγκαίο για τη θεμελίωση της δημοσιολογιστικής ευθύνης του εκκαλούντος στοιχείο της ιδιότητάς του ως υπολόγου, ειδικώς όσον αφορά στη διαχείριση του χαρτοφυλακίου των χρηματογράφων του ...., δοθέντος ότι ούτε στο σώμα της διαλαμβάνονται οι απαιτούμενες προς τούτο αναφορές, ούτε στα λοιπά στοιχεία του φακέλου βρίσκει έρεισμα η εκφερθείσα με αυτήν απόφανση. Συνεπεία της ως άνω ανεπάρκειας και ελλείψεως ως προς την αιτιολογία της, η προσβαλλόμενη καθίσταται νομικώς πλημμελής και συνεπώς ακυρωτέα.


ΕΣ/ΤΜ.6/635/2020

Καταλογισμοί...Με την υπό κρίση αίτηση, όπως αυτή αναπτύσσεται με το κατατεθέν στις 12.3.2020 υπόμνημα, ο αιτών προβάλλει, ως λόγο αναστολής, ότι η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα του επιφέρει ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη. Προς απόδειξη δε των ισχυρισμών του προσκομίζει αντίγραφα πράξεων διοικητικού προσδιορισμού φόρου των φορολογικών ετών 2018, 2017 και 2016, από τα οποία προκύπτει ότι το φορολογητέο του εισόδημα, κατά τα έτη αυτά, ανήλθε σε 24.299,77  ευρώ, 24.438,06 ευρώ και 24.587,57 ευρώ, αντίστοιχα. Κατόπιν αυτών και συνεκτιμώντας το σύνολο των προσκομιζόμενων εγγράφων, τα οποία επικαλείται στο υπό κρίση δικόγραφο ο αιτών, καθώς και το ύψος του βεβαιωθέντος σε βάρος του ποσού (1.359.224,58 ευρώ), το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη και την 517/2020 απόφαση του Τμήματος τούτου, με την οποία αναστέλλεται, ως προς τον αιτούντα, κατ΄ αποδοχή αίτησής του, η εκτέλεση της .... απόφασης καταλογισμού (ποσού ύψους 1.359.224,58  ευρώ) της Οικονομικής Επιθεωρήτριας της Διεύθυνσης Εσωτερικού Ελέγχου (Τμήμα Δ΄) της ..., μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση για την έφεση που έχει ασκήσει κατά της ως άνω απόφασης καταλογισμού, κρίνει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα προκαλέσει κίνδυνο ανεπανόρθωτης οικονομικής βλάβης του αιτούντος, σε περίπτωση ευδοκίμησης της εκκρεμούσας ανακοπής. Κατά συνέπεια, συντρέχει, εν προκειμένω, λόγος που δικαιολογεί τη χορήγηση της αιτούμενης αναστολής εκτέλεσης.Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή και να ανασταλεί, ως προς τον αιτούντα, η εκτέλεση της 8714/4.12.2019 πράξης ταμειακής βεβαίωσης ποσού της Δ΄ Δ.Ο.Υ. ...., μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση για την ανακοπή που έχει ασκήσει κατά της πράξης αυτής ή μέχρι την κατάργηση της επ’ αυτής δίκης. Μετά την παραδοχή της αίτησης, πρέπει να επιστραφεί στον αιτούντα το παράβολο που κατέθεσε για την άσκησή της (βλ. άρθρο 277 παρ. 9 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, σε συνδυασμό με το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).


ΕλΣυν.Τμ.V/13/2017

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την 2823.10/2015/αριθμ. σχεδίου 48352/28.12.2015 πράξη του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καταλογίστηκε σε βάρος του αιτούντος, απόστρατου αξιωματικού του Λιμενικού Σώματος, και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου το ποσό των 1.500,00 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι αντιστοιχεί σε αχρεωστήτως καταβληθείσα στον αιτούντα, το έτος 2007, προκαταβολή έναντι οδοιπορικών εξόδων. Στη συνέχεια, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη 1252/26.2.2016 ταμειακή βεβαίωση της Δ.Ο.Υ. .., με την οποία βεβαιώθηκε εις βάρος του το ανωτέρω ποσό. Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι η από 11.3.2016 .. ανακοπή είναι βάσιμη, καθόσον η προσβαλλόμενη πράξη ταμειακής βεβαίωσης εκδόθηκε χωρίς να προηγηθεί η επίδοση ή κοινοποίηση στον αιτούντα της προαναφερόμενης καταλογιστικής πράξης, η οποία αποτελεί τον νόμιμο τίτλο, βάσει του οποίου έγινε η ως άνω ταμειακή βεβαίωση. Ειδικότερα ο αιτών υποστηρίζει ότι στις 7.3.2016 έλαβε γνώση της προαναφερόμενης καταλογιστικής πράξης, η οποία κοινοποιήθηκε σ’ αυτόν με το 4378/7.3.2016 έγγραφο της Δ.Ο.Υ. .., κατόπιν σχετικής αιτήσεώς του, ενώ είχε προηγηθεί η από 26.2.2016 ταμειακή βεβαίωση του καταλογιζόμενου με βάση την ανωτέρω πράξη ποσού. Ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται βάσιμος, καθόσον, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι είχε κοινοποιηθεί στον αιτούντα, σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσης της προσβαλλόμενης 1252/26.2.2016 πράξης ταμειακής βεβαίωσης, η σε βάρος του εκδοθείσα πράξη καταλογισμού. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη νομική σκέψη (ΙΙΙ.Β), η ασκηθείσα από τον αιτούντα ανακοπή παρίσταται προδήλως βάσιμη και ως εκ τούτου η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή..


ΕλΣυν.Τμ.7/12/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ: Η παράκαμψη από τον εκκαλούντα των νόμιμων διαδικασιών και η εκ μέρους του, δια μέσου των αρμόδιων διαχειριστικών οργάνων, εξωταμειακή διαχείριση των χρηματικών διαθεσίμων του Δήμου υπό τις ειδικότερες μορφές, υπό τις οποίες αυτή εμφανίσθηκε στην κρινόμενη υπόθεση, δεν καταλείπουν περιθώριο εφαρμογής των νομιμοποιητικών διατάξεων του άρθρου 26 του Ν. 3274/2004, όπως αυτές ερμηνεύθηκαν γνησίως από το άρθρο 26 παρ.1 του Ν. 3274/2004. Ενόψει δε του ότι το έλλειμμα δεν είναι τυπικό, αλλά ουσιαστικό και ο επίδικος καταλογισμός αποσκοπεί στην αποκατάσταση της προκληθείσας στο Δήμο ζημίας, δεν τίθεται ζήτημα παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, απορριπτόμενου ως αβάσιμου του οικείου λόγου έφεσης. Πρέπει, όμως, να διερευνηθεί η δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 37 παρ.1 του Ν. 3801/2009.  Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις γενικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες ενήργησε ο εκκαλών (πλήρης απουσία εφαρμογής των κανόνων του λογιστικού των Ο.Τ.Α. επί μακρό χρονικό διάστημα, η οποία τελούσε σε γνώση του Δημάρχου και του Αντιδημάρχου Οικονομικού) και συνεκτιμώντας ότι με την 1584/2014 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων … απαλλάχθηκε από την κατηγορία της συνέργειας σε υπεξαίρεση, μολονότι στη συγκεκριμένη υπόθεση οι δημοσιονομικές παραβάσεις, για τις οποίες καταλογίσθηκε, είναι ιδιαίτερα σοβαρές, το γεγονός ότι ο ίδιος ενημέρωνε εγγράφως και ανελλιπώς τη Διοίκηση του Δήμου περί της μη νομιμότητας   των δαπανών, τη διενέργεια των οποίων αυτή διέτασσε, σε συνδυασμό με το ότι η εξωταμειακή διαχείριση, ως πρακτική εκταμίευσης δημοτικού χρήματος που διαπιστώθηκε στη συγκεκριμένη υπόθεση εφαρμοζόταν παγίως κατά το παρελθόν από τις υπηρεσίες του Δήμου …, τη ανοχή ή και καθ’ υπόδειξη της ηγεσίας του, συνηγορεί υπέρ της παραδοχής ότι τελούσε υπό καθεστώς ηθικής και ψυχολογικής πίεσης ως προς την εφαρμογή της ως άνω πρακτικής. Με βάση τα ανωτέρω και ενόψει του μεγάλου ποσού του επιβληθέντος καταλογισμού και της οικονομικής κατάστασής του, όπως αυτή προκύπτει από τα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος οικονομικών ετών 2010 – 2012, που προσκομίζει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το Τμήμα κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση απαλλαγής του από τις προσαυξήσεις και μείωσης του σε βάρος του καταλογισθέντος ποσού έως το ένα δέκατο (1/10) του εναπομένοντος, μετά την εν μέρει ακύρωση της καταλογιστικής πράξης, κεφαλαίου. Συνεπεία αυτού ο καταλογισμός πρέπει να περιορισθεί στο ύψος των 241.899,62  


ΕλΣυν.Τμ.7/9/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ:Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η προσβαλλόμενη πράξη, όσον αφορά στον καταλογισμό του εκκαλούντος, δεν διαλαμβάνει επαρκή και πλήρη αιτιολογία. Ειδικότερα, δεν διαλαμβάνει αφενός μεν τη νομική αιτία για την οποία καθίσταται στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ανωτέρω υπόλογος και, συνακόλουθα, υποκείμενο καταλογισμού, αφετέρου δε την ιστορική αιτία, ήτοι συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις του που να τελούν σε αιτιώδη συνάφεια με το διαπιστωθέν στην επίμαχη διαχείριση έλλειμμα. Η γενικόλογη αναφορά, που περιέχεται στην προσβαλλόμενη, η οποία έχει συμπερασματικό και μόνο χαρακτήρα ως προς την ευθύνη του εκκαλούντος Δημάρχου, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω παράθεση των συνδεόμενων αιτιωδώς με την πληρωμή δαπανών πράξεων ή παραλείψεών του, που φέρονται ως γενεσιουργές του ελλείμματος, δεν συνιστά νόμιμη αιτιολογία και δεν καταδεικνύει την οποιαδήποτε συμβολή του στη δημιουργία του εν λόγω ελλείμματος. Συγκεκριμένα στην προσβαλλόμενη πράξη αναφέρεται ότι ο εκκαλών, με  τη μη άσκηση της δέουσας εποπτείας και επίβλεψης, δεν επέδειξε την απαιτούμενη επιμέλεια κατά την άσκηση των καθηκόντων του, αν και το έλλειμμα προήλθε εξολοκλήρου από τη διαχειριστική τακτική που εφάρμοσαν οι άμεσα εμπλεκόμενοι στην κύρια εξωταμειακή διαχειριστική διαδικασία και ιδίως ο Αντιδήμαρχος Οικονομικών … με τις ανωτέρω ήδη αναφερθείσες 2041/17.12.1998 και 2021/4.12.1998 προδήλως παράνομες ειδικές εντολές πληρωμής. Άλλωστε και την εποπτεία στην όλη διαχειριστική διαδικασία την είχε εξολοκλήρου ο εν λόγω Αντιδήμαρχος Οικονομικών .., σύμφωνα με την ανωτέρω αναφερόμενη 186/ 1998 απόφαση περί μεταβιβάσεως των σχετικών οικονομικών αρμοδιοτήτων του τέως Δημάρχου ..(παραιτηθέντος στις 28.5.1998) .. προς αυτόν. Η απλή αναφορά, όμως, στην δια παραλείψεως (με τη μη άσκηση εποπτείας) ανάμειξη του εκκαλούντος στη διαχειριστική διαδικασία, όταν μάλιστα η άσκηση αυτής έχει ήδη μεταβιβαστεί στον Αντιδήμαρχο, δεν αρκεί για τη θεμελίωση της ευθύνης του στη δημιουργία του ελλείμματος, δεδομένου ότι δεν προσδιορίζεται και η, με συγκεκριμένο ενεργό τρόπο, ανάμειξή του στην εν λόγω διαχείριση. Ειδικότερα δεν προσδιορίζεται ο αναγκαίος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των αποδιδόμενων, με την προσβαλλόμενη πράξη, στον εκκαλούντα παραλείψεων και του διαπιστωθέντος ελλείμματος, που προήλθε από την εκταμίευση των ως άνω ποσών από τον ταμία του Δήμου, καθόσον μόνη, έστω η παράλειψη εποπτείας, χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό ιδιαίτερης διαχειριστικής δράσης, δεν καλύπτει το πραγματικό του απαιτούμενου αιτιώδους συνδέσμου στη διαδικασία δημιουργίας του ελλείμματος...Επομένως, αφού, πέραν της μη νόμιμης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης δεν καταδείχθηκε σ’ αυτή και η αναγκαία αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των παραλείψεων του εκκαλούντος τέως Δημάρχου και των ελλειμμάτων στη διαχειριστική διαδικασία, η πράξη αυτή, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση έφεση, είναι ακυρωτέα ως προς τον εκκαλούντα.


ΕλΣυν.Τμ.7/306/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ:Σύμφωνα με την προσβαλλομένη, ο καταλογισμός σε βάρος της οφείλεται στην ιδιότητά της ως υπολόγου που έχει υπογράψει τα ως άνω πέντε ΧΕ και στην ευθύνη της να μεριμνά για την έγκαιρη καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία και να παρακολουθεί την απόδοση των φόρων και των κρατήσεων υπέρ τρίτων στους δικαιούχους. Σύμφωνα όμως με όσα εκτίθενται ανωτέρω στη σκέψη αυτήν, το έλλειμμα δημιουργήθηκε εξαιτίας της μη απόδοσης στους δικαιούχους των μετρητών που ο …λάμβανε παράνομα από το ταμείο του Δήμου καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους 2007-δηλαδή, ακόμα και σε χρονικά διαστήματα κατά τα οποία η εκκαλούσα δεν είχε καν αναλάβει τα καθήκοντα της Προϊσταμένης του Τμήματος Εξόδων-ενώ δεν της αποδίδεται με την προσβαλλομένη ανάμιξη στην παράνομη παράδοση μετρητών στον .. ούτε αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου σχετική ευθύνη της, συνεπώς η υπογραφή και μόνο από αυτήν των εν λόγω ΧΕ δε συνδέεται αιτιωδώς με τη δημιουργία του ελλείμματος. (..)Με τα δεδομένα αυτά, ο καταλογισμός σε βάρος της δεν είναι νόμιμος, διότι ούτε από την προσβαλλομένη ούτε από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου αποδεικνύεται η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της διαχειριστικής δράσης της και της δημιουργίας του ελλείμματος, όπως βάσιμα προβάλλεται με τον σχετικό λόγο έφεσης, ενώ η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων λόγων έφεσης παρέλκει ως αλυσιτελής.


ΕλΣυν.Τμ.7/13/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΔΗΜΟΥ:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, οι δαπάνες οι οποίες ενταλματοποιήθηκαν με τα 22, 32,     68, 71, 72, και 97, οικονομικού έτους 1997, χρηματικά εντάλματα πληρωμής του Συνδέσμου, είναι νόμιμες, δεδομένου ότι οι αποφάσεις του πρώτου εκκαλούντος, Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου, περί απευθείας ανάθεσης των εργασιών, επί των οποίων αυτές ερείδονται, ελήφθησαν σύμφωνα με το άρθρο 267 του π.δ. 410/1995, όπως το άρθρο αυτό εφαρμοζόταν πριν την έναρξη ισχύος του ν. 2539/1997, χωρίς δηλαδή να απαιτείται η επίκληση έκτακτων και επειγουσών αναγκών, όπως βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη έφεση. Αντιθέτως, οι από 11.12.1997 και 23.12.1997 αποφάσεις του ανωτέρω για την απευθείας ανάθεση της εκτέλεσης των εργασιών καθαρισμού χωματερών ελήφθησαν υπό την ισχύ του άρθρου 17 του ν. 2539/1997, σύμφωνα με το οποίο έπρεπε να αιτιολογείται η συνδρομή έκτακτων και επειγουσών συνθηκών που να δικαιολογεί την απευθείας ανάθεσή τους, στην προκειμένη δε περίπτωση ουδόλως αιτιολογούνται οι ως άνω αποφάσεις για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Ωστόσο, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην IV σκέψη της παρούσας οι ως άνω δαπάνες έχουν νομιμοποιηθεί με τη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 1 του ν. 3731/2008, όπως βασίμως προβάλλεται, και, ως εκ τούτου, δεν συνιστούν έλλειμμα στη χρηματική διαχείριση του Συνδέσμου για το οικονομικό έτος 1997. Ενόψει των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη πράξη τυγχάνει ακυρωτέα καθ’ ό μέρος καταλογίστηκαν οι δύο πρώτοι εκ των εκκαλούντων με το ποσό των 3.149.234 δραχμών ή 9.242,07 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στις δαπάνες καθαρισμού χωματερών από περιοχές αρμοδιότητας του Συνδέσμου..(..)Κατ’ ακολουθία των προεκτεθέντων, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η προσβαλλόμενη πράξη και να περιοριστεί το καταλογισθέν σε βάρος των εκκαλούντων ποσό


ΕΣ/ΟΛΟΜ.1272/2019

Έλλειμμα διαχείρισης ταμείου...Σύμφωνα δε με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά και όπως προκύπτει από τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, ο μεταποβιώσας εκκαλών, με την παρατύπως ασκηθείσα διαχείρισή του, δεν παραβίασε συγκεκριμένες και ρητώς προβλεπόμενες, από το νόμο ή τους κανονισμούς, υποχρεώσεις του, ούτε διέθεσε τα ακαταχώρητα χρηματικά διαθέσιμα για σκοπό διαφορετικό από τον κατά νόμο προβλεπόμενο, με αποτέλεσμα η διαχειριστική του συμπεριφορά να μην συνιστά ιδιαιτέρως σοβαρή εκτροπή από το νόμο και τους κανόνες των συναλλαγών και να μην στοιχειοθετείται, ως εκ τούτου, η συνδρομή βαριάς αμέλειας στο πρόσωπό του κατά την άσκηση των διαχειριστικών καθηκόντων του, που συνιστά την αναγκαία προϋπόθεση για την νόμιμη επιβολή σε βάρος του των επίδικων προσαυξήσεων. Κατά συνέπεια η από 8.12.2014 έφεση του μεταποβιώσαντος εκκαλούντος κατά της ....2014 καταλογιστικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΠΔΥ, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να απαλλαγεί αυτός από το καταλογισθέν σε βάρος του ποσό των 131.142,85 ευρώ που αντιστοιχεί σε προσαυξήσεις, να μεταρρυθμιστεί η ....2014 καταλογιστική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΠΔΥ και να περιοριστεί το καταλογισθέν σε βάρος του ποσό σε 30.044,80 ευρώ.


ΣΤΕ/70/2019

Λαθρεμπορία. Προϋποθέσεις στοιχειοθέτησης της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της λαθρεμπορίας. Το διοικητικό δικαστήριο, όταν κρίνει επί υποθέσεως επιβολής πολλαπλού τέλους, δεν δεσμεύεται από την αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αλλά υποχρεούται να τη συνεκτιμήσει, ενώ δεν οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν αυτή έχει καταστεί αμετάκλητη. Μαρτυρικές καταθέσεις που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο ποινικής δίκης δεν αποτελούν νόμιμα αποδεικτικά μέσα ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Πότε επιτρέπεται η επίκληση και προσαγωγή το πρώτον κατ’ έφεση νέων αποδεικτικών μέσων. Ο ειδικότερος νομικός χαρακτηρισμός από τα δικαστήρια της ουσίας της πράξης ως απόπειρας τελέσεως λαθρεμπορίας, δεν συνιστά ανεπίτρεπτη μεταβολή της νομικής βάσης της. Αιτιολογημένη η επιβολή του πολλαπλού τέλους για λαθρεμπορία καυσίμων και απόπειρα λαθρεμπορίας. Απορρίπτεται η αναίρεση (επικυρώνει την αριθμ. 1878/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς).


ΕλΣυν.Τμ.4/265/2015

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις το Δικαστήριο κρίνει ότι, η ιστορική αιτία του καταλογισμού, όπως αποτυπώνεται στην προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη παρίσταται ελλιπής, αφού το Κλιμάκιο με μια γενικόλογη κρίση περί της έννοιας του συνευθυνομένου και των πράξεων εν γένει των εκκαλούντων, αποφαίνεται για τον καταλογισμό τους, χωρίς στο σώμα της προσβαλλόμενης πράξης να εξειδικεύεται ο χρόνος δημιουργίας των επιμέρους ελλειμμάτων, ο τρόπος με τον οποίο τα ποσά αυτά προέκυψαν και υπολογίσθηκαν με αναφορά σε κάθε επιμέρους αχρεωστήτως καταβληθείσα σύνταξη, καθώς και οι ειδικότερες διαχειριστικές πράξεις των εκκαλούντων, ως συνευθυνομένων, οι οποίες συνδέονται αιτιωδώς με τη δημιουργία εκάστου επιμέρους ελλείμματος. Ένεκα των ελλείψεων των ως άνω κρίσιμων για τη δημοσιολογιστική ευθύνη των εκκαλούντων στοιχείων, η προσβαλλόμενη πράξη στερείται ειδικής, πλήρους και σαφούς αιτιολογίας, η οποία δεν δύναται να συμπληρωθεί, ούτε άλλωστε συνάγεται από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, τα οποία είναι πάντως ελλιπή, ενώ δεν στηρίζουν την κρίση της προσβαλλόμενης πράξης, με συνέπεια το Τμήμα τούτο να μην δύναται να εκφέρει ασφαλή κρίση, αφού δεν προκύπτουν με σαφήνεια τα στοιχεία εκείνα που δικαιολογούν τον κρινόμενο καταλογισμό..(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου έφεσης, να επιστραφεί το κατατεθέν παράβολο στους εκκαλούντες (βλ. άρθρο 73 παρ. 4 του ν. 4129/2013) και εκτιμωμένων των περιστάσεων να απαλλαγεί ο εφεσίβλητος Οργανισμός από τη δικαστική δαπάνη των εκκαλούντων