×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Ελ.Συν.Ολομ/124/2017

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1225/1981, 3472/2006

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ-ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΟΛΟΓΟΙ:Με βάση τα προεκτεθέντα, το Τμήμα, κρίνοντας ότι δεν μπορεί να αποστεί από την αθωωτική κρίση του ποινικού δικαστηρίου ως προς το ότι η ήδη αναιρεσίβλητη δεν τέλεσε τις αποδιδόμενες σε αυτήν ποινικά κολάσιμες πράξεις, που έχουν την ίδια αντικειμενική υπόσταση με τις αποδοθείσες σ’ αυτήν με την καταλογιστική απόφαση παράνομες πράξεις, οι οποίες αποτέλεσαν την γενεσιουργό αιτία πρόκλησης του ελλείμματος στη διαχείριση του ..., δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των ως άνω διατάξεων.(..)Σε κάθε περίπτωση, το αντικείμενο της υπό κρίση διαφοράς, το οποίο συνίσταται κατά το μεγαλύτερο μέρος του στην επιβολή των νόμιμων προσαυξήσεων, οι οποίες επιβλήθηκαν στην ανωτέρω, λόγω της επιγενόμενης αναπλήρωσης του δημιουργηθέντος στην διαχείρισή της ελλείμματος, δεν θίγει την αθωωτική κρίση του ποινικού δικαστηρίου, αλλά συμπορεύεται μ’ αυτήν, δοθέντος ότι, το ως άνω έλλειμμα, κατά ρητή παραδοχή του ποινικού Δικαστηρίου, επεστράφη από αυτήν και κατατέθηκε σε λογαριασμό του ..., λόγω της ιδιότητάς της ως υπολόγου. Όμως η γνώμη αυτή δεν εκράτησε.Κατόπιν των ανωτέρω, μη υπάρχοντος άλλου αναιρετικού λόγου, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.4/1/2018

Καταλογισμός ελλείμματος. ζητείται η ακύρωση...της ληφθείσας κατά την 41η συνεδρίαση/22.10.2014 απόφασης του Δ.Σ. του ...., κατά το μέρος που με αυτήν καταλογίστηκε ο εκκαλών, με την ιδιότητα του υπολόγου, με το προαναφερόμενο ποσό....(..)για να είναι νομίμως αιτιολογημένη η καταλογιστική πράξη, πρέπει στο σώμα αυτής να διαλαμβάνονται - ή έστω από τα στοιχεία του φακέλου να προκύπτουν - όλα τα πραγματικά περιστατικά στα οποία ερείδεται η αξίωση του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. έναντι του υπολόγου, με συνέπεια ο καταλογισμός να καθίσταται νομικώς πλημμελής, όταν δεν εξειδικεύονται οι συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις με τις οποίες ο υπόλογος συνετέλεσε στην επέλευση του καταλογισθέντος σε βάρος του ελλείμματος (..)Περαιτέρω, ο ίδιος προβάλλει ότι ουδεμία ευθύνη και υπαιτιότητα φέρει για τη δημιουργία του ελλείμματος, καθόσον στις εκχωρηθείσες σε αυτόν αρμοδιότητες δεν περιλαμβανόταν η παρακολούθηση και διαχείριση του χαρτοφυλακίου του ...., ούτε άλλωστε μπορούσε να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια αναφορικά με αυτό. Εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση θεμελιώνει τη δημοσιολογιστική ευθύνη του εκκαλούντος στην ιδιότητά του ως υπολόγου. Ωστόσο, η κρίση αυτή δεν ερείδεται στα στοιχεία του φακέλου, ειδικά ως προς την ιδιότητα του εκκαλούντος ως υπολόγου λόγω της ανάμειξής του σε πράξεις διαχείρισης αναφορικά με το χαρτοφυλάκιο των χρηματογράφων του (..)Ενόψει των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙΙ και ΙV της παρούσας, το Τμήμα άγεται στην κρίση, κατά παραδοχή του σχετικού ισχυρισμού του εκκαλούντος, ότι η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης, όπως αυτή συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου, καθίσταται ανεπαρκής ως προς το αναγκαίο για τη θεμελίωση της δημοσιολογιστικής ευθύνης του εκκαλούντος στοιχείο της ιδιότητάς του ως υπολόγου, ειδικώς όσον αφορά στη διαχείριση του χαρτοφυλακίου των χρηματογράφων του ...., δοθέντος ότι ούτε στο σώμα της διαλαμβάνονται οι απαιτούμενες προς τούτο αναφορές, ούτε στα λοιπά στοιχεία του φακέλου βρίσκει έρεισμα η εκφερθείσα με αυτήν απόφανση. Συνεπεία της ως άνω ανεπάρκειας και ελλείψεως ως προς την αιτιολογία της, η προσβαλλόμενη καθίσταται νομικώς πλημμελής και συνεπώς ακυρωτέα.


ΝΣΚ/465/2002

Κοινοτικό Δίκαιο. Επιδοτήσεις. Αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου – δεδικασμένο.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
(Τριμελούς Επιτροπής) Η Διοίκηση δύναται (και δεν υποχρεούται) εν όψει αθωωτικής αποφάσεως ποινικού δικαστηρίου να ανακαλέσει την προεκδοθείσα πράξη περικοπής επιδότησης παραγωγού, η οποία του έχει επιβληθεί ως διοικητική ποινή λόγω παράνομης βόσκησης του ποιμνίου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 28 παρ.3 του Ν 2040/92.


ΝΣΚ/475/2007

Κρίσιμος χρόνος νέας διοικητικής κρίσεως ύστερα από ακυρωτική δικαστική απόφαση. Λήψη υπ’ όψη μεταγενεστέρων της ακυρωθείσης πράξεως ι) αθωωτικής αποφάσεως Ποινικού Δικαστηρίου, ιι) αποφάσεως περί παύσεως πειθαρχικής διώξεως.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
α) Κρίσιμος χρόνος νέας κρίσεως του Υπηρεσιακού Συμβουλίου κατόπιν ακυρώσεως από το Διοικητικό Εφετείο αποφάσεως περί θέσεως δημοσίου υπαλλήλου σε κατάσταση αργίας είναι ο χρόνος εκδόσεως της ακυρωθείσης αποφάσεως. β) Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο κατά τη νέα κρίση του οφείλει να λάβει υπ’ όψη και τις μεταγενέστερες της αποφάσεως αργίας ι) σχετική αθωωτική για τον υπάλληλο απόφαση Ποινικού Δικαστηρίου, ιι) απόφαση περί παύσεως της πειθαρχικής του διώξεως.


ΝΣΚ/395/2009

Δήμαρχοι. Πειθαρχική ποινή. Δυνατότητα επανάληψης πειθαρχικής διαδικασίας μετά την έκδοση αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου, το οποίο έκρινε υπό ταυτόσημα πραγματικά περιστατικά προς εκείνα της πειθαρχικής δίκης.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Είναι δυνατή η επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, μετά την επιβολή πειθαρχικής ποινής αργίας εις βάρος Δημάρχου, στο πλαίσιο γενικότερης αρχής του πειθαρχικού δικαίου (άρθρα 114 Υπαλληλικού Κώδικα και 118 Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων), εφόσον επακολούθησε αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου ανεξαρτήτως εάν τούτο εξέφερε κρίση μετά ή άνευ αμφιβολιών και υπό την προϋπόθεση, ότι τα πραγματικά περιστατικά της ποινικής δίωξης ταυτίζονται με εκείνα της πειθαρχικής.


ΝΣΚ/379/2003

Αίτημα επανάληψης πειθαρχικής διαδικασίας, εξαφάνισης ή περιορισμού της επιβληθείσας πειθαρχικής ποινής και μισθολογικής αποκατάστασης πρώην υπαλλήλου, μετά την έκδοση αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου, λόγω εξάλειψης αξιοποίνου.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Η έλλειψη εγκλήσεως στην ποινική δίκη, όταν κατά νόμο απαιτείται, αποτελεί λόγο εξαλείψεως του αξιοποίνου και το επιλαμβανόμενο ποινικό δικαστήριο, διαπιστώνοντας την έλλειψή της, υποχρεούται να κηρύξει την οριστική παύση της ποινικής διώξεως, η αξιόποινη όμως πράξη παραμένει άδικη και καταλογιστή, η δε κηρύττουσα την παύση της ποινικής διώξεως απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, που είναι ή κατέστη αμετάκλητη, δεν είναι αθωωτική ούτε εξομοιώνεται με αθωωτική. Ως εκ τούτου σε περίπτωση εκδόσεως τέτοιας αποφάσεως δεν υφίσταται δυνατότητα επαναλήψεως της πειθαρχικής δίκης με την οποία είχε επιβληθεί πειθαρχική ποινή για την πράξη που περιγράφεται στην ποινική απόφαση. Μη υπάρχουσας δε δυνατότητας επαναλήψεως της πειθαρχικής δίκης δεν είναι δυνατή η εξαφάνιση ή ο περιορισμός της επιβληθείσας πειθαρχικής ποινής και η χορήγηση του στερηθέντος, λόγω της ποινής αυτής, μισθολογικού κλιμακίου. Αίτημα επαναλήψεως πειθαρχικής δίκης δύναται να υποβάλει και ο συνταξιοδοτηθείς, λόγω παραιτήσεως, υπάλληλος.


ΕλΣυν.Τμ.7/12/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ: Η παράκαμψη από τον εκκαλούντα των νόμιμων διαδικασιών και η εκ μέρους του, δια μέσου των αρμόδιων διαχειριστικών οργάνων, εξωταμειακή διαχείριση των χρηματικών διαθεσίμων του Δήμου υπό τις ειδικότερες μορφές, υπό τις οποίες αυτή εμφανίσθηκε στην κρινόμενη υπόθεση, δεν καταλείπουν περιθώριο εφαρμογής των νομιμοποιητικών διατάξεων του άρθρου 26 του Ν. 3274/2004, όπως αυτές ερμηνεύθηκαν γνησίως από το άρθρο 26 παρ.1 του Ν. 3274/2004. Ενόψει δε του ότι το έλλειμμα δεν είναι τυπικό, αλλά ουσιαστικό και ο επίδικος καταλογισμός αποσκοπεί στην αποκατάσταση της προκληθείσας στο Δήμο ζημίας, δεν τίθεται ζήτημα παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, απορριπτόμενου ως αβάσιμου του οικείου λόγου έφεσης. Πρέπει, όμως, να διερευνηθεί η δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 37 παρ.1 του Ν. 3801/2009.  Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις γενικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες ενήργησε ο εκκαλών (πλήρης απουσία εφαρμογής των κανόνων του λογιστικού των Ο.Τ.Α. επί μακρό χρονικό διάστημα, η οποία τελούσε σε γνώση του Δημάρχου και του Αντιδημάρχου Οικονομικού) και συνεκτιμώντας ότι με την 1584/2014 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων … απαλλάχθηκε από την κατηγορία της συνέργειας σε υπεξαίρεση, μολονότι στη συγκεκριμένη υπόθεση οι δημοσιονομικές παραβάσεις, για τις οποίες καταλογίσθηκε, είναι ιδιαίτερα σοβαρές, το γεγονός ότι ο ίδιος ενημέρωνε εγγράφως και ανελλιπώς τη Διοίκηση του Δήμου περί της μη νομιμότητας   των δαπανών, τη διενέργεια των οποίων αυτή διέτασσε, σε συνδυασμό με το ότι η εξωταμειακή διαχείριση, ως πρακτική εκταμίευσης δημοτικού χρήματος που διαπιστώθηκε στη συγκεκριμένη υπόθεση εφαρμοζόταν παγίως κατά το παρελθόν από τις υπηρεσίες του Δήμου …, τη ανοχή ή και καθ’ υπόδειξη της ηγεσίας του, συνηγορεί υπέρ της παραδοχής ότι τελούσε υπό καθεστώς ηθικής και ψυχολογικής πίεσης ως προς την εφαρμογή της ως άνω πρακτικής. Με βάση τα ανωτέρω και ενόψει του μεγάλου ποσού του επιβληθέντος καταλογισμού και της οικονομικής κατάστασής του, όπως αυτή προκύπτει από τα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος οικονομικών ετών 2010 – 2012, που προσκομίζει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το Τμήμα κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση απαλλαγής του από τις προσαυξήσεις και μείωσης του σε βάρος του καταλογισθέντος ποσού έως το ένα δέκατο (1/10) του εναπομένοντος, μετά την εν μέρει ακύρωση της καταλογιστικής πράξης, κεφαλαίου. Συνεπεία αυτού ο καταλογισμός πρέπει να περιορισθεί στο ύψος των 241.899,62  


ΕλΣυν.Τμ.V/13/2017

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την 2823.10/2015/αριθμ. σχεδίου 48352/28.12.2015 πράξη του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καταλογίστηκε σε βάρος του αιτούντος, απόστρατου αξιωματικού του Λιμενικού Σώματος, και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου το ποσό των 1.500,00 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι αντιστοιχεί σε αχρεωστήτως καταβληθείσα στον αιτούντα, το έτος 2007, προκαταβολή έναντι οδοιπορικών εξόδων. Στη συνέχεια, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη 1252/26.2.2016 ταμειακή βεβαίωση της Δ.Ο.Υ. .., με την οποία βεβαιώθηκε εις βάρος του το ανωτέρω ποσό. Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι η από 11.3.2016 .. ανακοπή είναι βάσιμη, καθόσον η προσβαλλόμενη πράξη ταμειακής βεβαίωσης εκδόθηκε χωρίς να προηγηθεί η επίδοση ή κοινοποίηση στον αιτούντα της προαναφερόμενης καταλογιστικής πράξης, η οποία αποτελεί τον νόμιμο τίτλο, βάσει του οποίου έγινε η ως άνω ταμειακή βεβαίωση. Ειδικότερα ο αιτών υποστηρίζει ότι στις 7.3.2016 έλαβε γνώση της προαναφερόμενης καταλογιστικής πράξης, η οποία κοινοποιήθηκε σ’ αυτόν με το 4378/7.3.2016 έγγραφο της Δ.Ο.Υ. .., κατόπιν σχετικής αιτήσεώς του, ενώ είχε προηγηθεί η από 26.2.2016 ταμειακή βεβαίωση του καταλογιζόμενου με βάση την ανωτέρω πράξη ποσού. Ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται βάσιμος, καθόσον, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι είχε κοινοποιηθεί στον αιτούντα, σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσης της προσβαλλόμενης 1252/26.2.2016 πράξης ταμειακής βεβαίωσης, η σε βάρος του εκδοθείσα πράξη καταλογισμού. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη νομική σκέψη (ΙΙΙ.Β), η ασκηθείσα από τον αιτούντα ανακοπή παρίσταται προδήλως βάσιμη και ως εκ τούτου η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή..


ΕΣ/ΤΜ.6/635/2020

Καταλογισμοί...Με την υπό κρίση αίτηση, όπως αυτή αναπτύσσεται με το κατατεθέν στις 12.3.2020 υπόμνημα, ο αιτών προβάλλει, ως λόγο αναστολής, ότι η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα του επιφέρει ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη. Προς απόδειξη δε των ισχυρισμών του προσκομίζει αντίγραφα πράξεων διοικητικού προσδιορισμού φόρου των φορολογικών ετών 2018, 2017 και 2016, από τα οποία προκύπτει ότι το φορολογητέο του εισόδημα, κατά τα έτη αυτά, ανήλθε σε 24.299,77  ευρώ, 24.438,06 ευρώ και 24.587,57 ευρώ, αντίστοιχα. Κατόπιν αυτών και συνεκτιμώντας το σύνολο των προσκομιζόμενων εγγράφων, τα οποία επικαλείται στο υπό κρίση δικόγραφο ο αιτών, καθώς και το ύψος του βεβαιωθέντος σε βάρος του ποσού (1.359.224,58 ευρώ), το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη και την 517/2020 απόφαση του Τμήματος τούτου, με την οποία αναστέλλεται, ως προς τον αιτούντα, κατ΄ αποδοχή αίτησής του, η εκτέλεση της .... απόφασης καταλογισμού (ποσού ύψους 1.359.224,58  ευρώ) της Οικονομικής Επιθεωρήτριας της Διεύθυνσης Εσωτερικού Ελέγχου (Τμήμα Δ΄) της ..., μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση για την έφεση που έχει ασκήσει κατά της ως άνω απόφασης καταλογισμού, κρίνει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα προκαλέσει κίνδυνο ανεπανόρθωτης οικονομικής βλάβης του αιτούντος, σε περίπτωση ευδοκίμησης της εκκρεμούσας ανακοπής. Κατά συνέπεια, συντρέχει, εν προκειμένω, λόγος που δικαιολογεί τη χορήγηση της αιτούμενης αναστολής εκτέλεσης.Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή και να ανασταλεί, ως προς τον αιτούντα, η εκτέλεση της 8714/4.12.2019 πράξης ταμειακής βεβαίωσης ποσού της Δ΄ Δ.Ο.Υ. ...., μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση για την ανακοπή που έχει ασκήσει κατά της πράξης αυτής ή μέχρι την κατάργηση της επ’ αυτής δίκης. Μετά την παραδοχή της αίτησης, πρέπει να επιστραφεί στον αιτούντα το παράβολο που κατέθεσε για την άσκησή της (βλ. άρθρο 277 παρ. 9 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, σε συνδυασμό με το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).


ΝΣΚ/88/2001

Δημόσιοι υπάλληλοι. Πειθαρχικό δίκαιο. Επιβολή της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως. Παραγραφή ποινικού αδικήματος. Μη δυνατότητα επαναλήψεως της πειθαρχικής διαδικασίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Α) Η παραγραφή του αδικήματος αποτελεί λόγο εξαλείψεως του αξιοποίνου και το επιλαμβανόμενο ποινικό δικαστήριο, διαπιστώνοντας τη συντέλεση της παραγραφής κατά τη στάση αυτή της δίκης, υποχρεούται να κηρύξει την οριστική παύση της ποινικής διώξεως, χωρίς να δύναται να ερευνήσει την ουσία της υποθέσεως, η αξιόποινη πράξη παραμένει, ενδεχομένως, άδικη και καταλογιστή, η δε κηρύττουσα την οριστική παύση της ποινικής διώξεως απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, που είναι ή κατέστη αμετάκλητη, δεν αποτελεί αθώωση και δεν εξομοιώνεται προς αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Β) Κατά τα λοιπά, ερείδεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως και τίθεται προώρως το ερώτημα, καθ όσον σ αυτό παρατίθεται ως δεδομένο η ύπαρξη αθωωτικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου υπηρεσιακού συμβουλίου μετά από επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, ενώ η αθωωτική αυτή απόφαση είναι παράνομη (παραβίαση των άρθρων 114 και 143 παρά του Υπαλληλικού Κώδικα) και υπόκειται σε ένσταση.


ΔΕΔ/Αθ/222/2025

Η απόφαση 222/2025 της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών απορρίπτει την ενδικοφανή προσφυγή κατά Πράξης του ΚΕ.Β.ΕΙΣ. Αττικής. Ο προσφεύγων, διατελέσας διευθύνων σύμβουλος εταιρείας, ζήτησε την απαλλαγή του από την προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη για φορολογικές οφειλές ετών 2007-2008, επικαλούμενος έλλειψη υπαιτιότητας και αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου. Η Διεύθυνση απέρριψε τους ισχυρισμούς του, καθώς η αθωωτική απόφαση αφορούσε άλλα αδικήματα (μη έγκαιρη καταβολή εργοδοτικών εισφορών) και δεν διαπίστωνε ρητά την έλλειψη υπαιτιότητάς του για τις φορολογικές οφειλές. Επιπλέον, διαπιστώθηκε η ενεργός συμμετοχή του στη διαχείριση μέσω της υπογραφής του δημοσιευθέντος ισολογισμού της εταιρείας. Συνεπώς, κρίθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 49 του ΚΦΔ για την αλληλέγγυα ευθύνη.