ΝΣΚ/379/2003
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Αίτημα επανάληψης πειθαρχικής διαδικασίας, εξαφάνισης ή περιορισμού της επιβληθείσας πειθαρχικής ποινής και μισθολογικής αποκατάστασης πρώην υπαλλήλου, μετά την έκδοση αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου, λόγω εξάλειψης αξιοποίνου.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η έλλειψη εγκλήσεως στην ποινική δίκη, όταν κατά νόμο απαιτείται, αποτελεί λόγο εξαλείψεως του αξιοποίνου και το επιλαμβανόμενο ποινικό δικαστήριο, διαπιστώνοντας την έλλειψή της, υποχρεούται να κηρύξει την οριστική παύση της ποινικής διώξεως, η αξιόποινη όμως πράξη παραμένει άδικη και καταλογιστή, η δε κηρύττουσα την παύση της ποινικής διώξεως απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, που είναι ή κατέστη αμετάκλητη, δεν είναι αθωωτική ούτε εξομοιώνεται με αθωωτική. Ως εκ τούτου σε περίπτωση εκδόσεως τέτοιας αποφάσεως δεν υφίσταται δυνατότητα επαναλήψεως της πειθαρχικής δίκης με την οποία είχε επιβληθεί πειθαρχική ποινή για την πράξη που περιγράφεται στην ποινική απόφαση. Μη υπάρχουσας δε δυνατότητας επαναλήψεως της πειθαρχικής δίκης δεν είναι δυνατή η εξαφάνιση ή ο περιορισμός της επιβληθείσας πειθαρχικής ποινής και η χορήγηση του στερηθέντος, λόγω της ποινής αυτής, μισθολογικού κλιμακίου. Αίτημα επαναλήψεως πειθαρχικής δίκης δύναται να υποβάλει και ο συνταξιοδοτηθείς, λόγω παραιτήσεως, υπάλληλος.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/88/2001
Δημόσιοι υπάλληλοι. Πειθαρχικό δίκαιο. Επιβολή της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως. Παραγραφή ποινικού αδικήματος. Μη δυνατότητα επαναλήψεως της πειθαρχικής διαδικασίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Α) Η παραγραφή του αδικήματος αποτελεί λόγο εξαλείψεως του αξιοποίνου και το επιλαμβανόμενο ποινικό δικαστήριο, διαπιστώνοντας τη συντέλεση της παραγραφής κατά τη στάση αυτή της δίκης, υποχρεούται να κηρύξει την οριστική παύση της ποινικής διώξεως, χωρίς να δύναται να ερευνήσει την ουσία της υποθέσεως, η αξιόποινη πράξη παραμένει, ενδεχομένως, άδικη και καταλογιστή, η δε κηρύττουσα την οριστική παύση της ποινικής διώξεως απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, που είναι ή κατέστη αμετάκλητη, δεν αποτελεί αθώωση και δεν εξομοιώνεται προς αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Β) Κατά τα λοιπά, ερείδεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως και τίθεται προώρως το ερώτημα, καθ όσον σ αυτό παρατίθεται ως δεδομένο η ύπαρξη αθωωτικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου υπηρεσιακού συμβουλίου μετά από επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, ενώ η αθωωτική αυτή απόφαση είναι παράνομη (παραβίαση των άρθρων 114 και 143 παρά του Υπαλληλικού Κώδικα) και υπόκειται σε ένσταση.
ΝΣΚ/395/2009
Δήμαρχοι. Πειθαρχική ποινή. Δυνατότητα επανάληψης πειθαρχικής διαδικασίας μετά την έκδοση αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου, το οποίο έκρινε υπό ταυτόσημα πραγματικά περιστατικά προς εκείνα της πειθαρχικής δίκης.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Είναι δυνατή η επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, μετά την επιβολή πειθαρχικής ποινής αργίας εις βάρος Δημάρχου, στο πλαίσιο γενικότερης αρχής του πειθαρχικού δικαίου (άρθρα 114 Υπαλληλικού Κώδικα και 118 Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων), εφόσον επακολούθησε αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου ανεξαρτήτως εάν τούτο εξέφερε κρίση μετά ή άνευ αμφιβολιών και υπό την προϋπόθεση, ότι τα πραγματικά περιστατικά της ποινικής δίωξης ταυτίζονται με εκείνα της πειθαρχικής.
ΝΣΚ/475/2007
Κρίσιμος χρόνος νέας διοικητικής κρίσεως ύστερα από ακυρωτική δικαστική απόφαση. Λήψη υπ’ όψη μεταγενεστέρων της ακυρωθείσης πράξεως ι) αθωωτικής αποφάσεως Ποινικού Δικαστηρίου, ιι) αποφάσεως περί παύσεως πειθαρχικής διώξεως.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
α) Κρίσιμος χρόνος νέας κρίσεως του Υπηρεσιακού Συμβουλίου κατόπιν ακυρώσεως από το Διοικητικό Εφετείο αποφάσεως περί θέσεως δημοσίου υπαλλήλου σε κατάσταση αργίας είναι ο χρόνος εκδόσεως της ακυρωθείσης αποφάσεως. β) Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο κατά τη νέα κρίση του οφείλει να λάβει υπ’ όψη και τις μεταγενέστερες της αποφάσεως αργίας ι) σχετική αθωωτική για τον υπάλληλο απόφαση Ποινικού Δικαστηρίου, ιι) απόφαση περί παύσεως της πειθαρχικής του διώξεως.
ΝΣΚ/334/2006
Η υποβολή από τον υπάλληλο παραιτήσεως από την υπηρεσία, μετά την κίνηση σε βάρος του ποινικής διώξεως και εκκρεμούσης της ποινικής δίκης, θεωρείται ως μη υποβληθείσα και δεν επάγεται έννομες συνέπειες στην υπαλληλική του σχέση. Τα ίδια ισχύουν και αν ο υπάλληλος υποβάλει και δεύτερη παραίτηση εντός μηνός από την πρώτη. Η ποινική δίκη θεωρείται εκκρεμής μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητο βούλευμα ή απόφαση.
ΝΣΚ/197/2007
Μετά την έκδοση αποφάσεως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που παύει οριστικά την ποινική δίωξη, χωρεί, κατόπιν αιτήσεως του διωκομένου μέλους ΔΕΠ των ΑΕΙ, επανάληψη της πειθαρχικής δίκης για την συγκεκριμένη πράξη, το παραδεκτό και βάσιμο της οποίας θα κριθεί από το αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο.
ΝΣΚ/103/2017
Βάση υπολογισμού της επιβληθείσας, σε βάρος μετακλητού υπαλλήλου της Βουλής, πειθαρχικής ποινής του προστίμου, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 113 και 144 παρ. 1 και 5 του ισχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα.(...)Ως βάση υπολογισμού της επιβληθείσας, σε βάρος μετακλητού υπαλλήλου της Βουλής, πειθαρχικής ποινής του προστίμου, λαμβάνονται οι μηνιαίες αποδοχές του ανωτέρω υπαλλήλου, μετά από αφαίρεση των κατά νόμο κρατήσεων, τις οποίες αυτός θα εισέπραττε, εάν δεν είχε τεθεί σε αργία, κατά τον τελευταίο μήνα πριν την αυτοδίκαιη απόλυσή του.ΑΠΟΔΕΚΤΗ
ΝΣΚ/435/2005
Τελωνειακοί υπάλληλοι. Λαθρεμπορία. Υποχρεωτική αργία. Παύση ποινικής διώξεως λόγω παραγραφής. Αποδοχές. Απόδοση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Σε περίπτωση παύσεως της σε βάρος τελωνειακού υπαλλήλου ποινικής διώξεως για το αδίκημα της λαθρεμπορίας, της συμμετοχής ή συνέργειας σ’ αυτή, τεθέντος σε υποχρεωτική αργία κατά τις διατάξεις του άρθρου 159 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, η απόδοση των παρακρατηθεισών κατά το διάστημα της αργίας αυτής αποδοχών ανάγεται στη διακριτική εξουσία του υπηρεσιακού συμβουλίου, εκδοθησομένης προς τούτο σχετικής αιτιολογημένης αποφάσεως.
ΝΣΚ/85/2006
Τελωνειακοί υπάλληλοι. Έκπτωση. Επεκτατικό αποτέλεσμα παραγραφής. Παύση ποινικής διώξεως. Επαναφορά.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Τελωνειακός υπάλληλος, ο οποίος εξέπεσε αυτοδικαίως της υπαλληλικής του θέσεως, λόγω αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για το αδίκημα της άμεσης συνέργειας σε λαθρεμπορία, εκδοθείσης προς τούτο σχετικής διαπιστωτικής πράξεως, μετά την έκδοση αποφάσεως του Αρείου Πάγου, με την οποία συμπληρώνεται, κατ’ άρθρο 469 ΚΠΔ, η προγενέστερη αμετάκλητη περί της ως άνω καταδίκης απόφασή του και παύεται η σε βάρος του υπαλλήλου ασκηθείσα, εκτός των άλλων, και για το ανωτέρω αδίκημα ποινική δίωξη, λόγω παραγραφής, επανέρχεται στην υπηρεσία του από του χρόνου εκδόσεως της συμπληρωθείσης, κατά τα ανωτέρω, αποφάσεως του Αρείου Πάγου.
ΝΣΚ/116/2003
Αρμόδιο πειθαρχικό όργανο για την αίτηση επανάληψης πειθαρχικής δίκης κατά υπαλλήλου εμμίσθου υποθηκοφυλακείου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η αίτηση επαναλήψεως της πειθαρχικής δίκης κατά υπαλλήλου εμμίσθου υποθηκοφυλακείου, ο οποίος μετά την ισχύ του άρθρου 92 παρ.4 του Συντάγματος, όπως τούτο αναθεωρήθηκε κατά το έτος 2001, χαρακτηρίζεται πλέον ως δικαστικός υπάλληλος, θα απευθυνθεί στο κατ’ άρθρο 143 παρ.2 του Ν 2683/99 (Κώδικας Δημοσίων Υπαλλήλων) πρωτοβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο, εφ’ όσον το υπό δίωξη πειθαρχικό παράπτωμα τελέσθηκε καθ’ όν χρόνον ο εν λόγω υπάλληλος είχε την ιδιότητα του πολιτικού και όχι του δικαστικού υπαλλήλου. (ομοφ.)
ΝΣΚ/237/2011
Χρόνος έκτισης από μέλος ΔΕΠ ΑΕΙ πειθαρχικής ποινής προσωρινής παύσης δύο ετών, μετά από δικαστική ακύρωση επιβληθείσας και εκτιθείσας ποινής οριστικής παύσης – Καταβολή των δικαιούμενων αποδοχών του.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
α) Ο χρόνος έκτισης από μέλος ΔΕΠ ΑΕΙ πειθαρχικής ποινής προσωρινής παύσης δύο ετών, μετά από δικαστική ακύρωση επιβληθείσας και εκτιθείσας ποινής οριστικής παύσης, είναι το χρονικό διάστημα των δύο ετών από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της ακυρωθείσας απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου των μελών ΔΕΠ των ΑΕΙ περί επιβολής της ποινής της οριστικής παύσης. β) Κατά το χρονικό διάστημα έκτισης της πειθαρχικής ποινής της προσωρινής παύσης, το μέλος ΔΕΠ, δικαιούται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 του Ν 249/1976, το μισό των τακτικών του αποδοχών, πλην των επιδομάτων του άρθρου 36 παρ.2 περ.β, γ και δ του Ν 3205/2003, που συναρτώνται με την ενεργό παρουσία και δραστηριότητα αυτού στο Πανεπιστήμιο. γ) Κατά το διάστημα κατά το οποίο μέλος ΔΕΠ, σε εκτέλεση της ποινής της οριστικής παύσης, η οποία, ακολούθως, ακυρώθηκε με απόφαση του ΣτΕ, δεν παρείχε, ανυπαιτίως, υπηρεσίες στο Πανεπιστήμιο, δικαιούται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του, πλην των επιδομάτων του άρθρου 36 παρ.2 περ.β, γ και δ του Ν 3205/2003, για την καταβολή των οποίων απαιτείται, σύμφωνα με την παρ.7 του ιδίου άρθρου, η διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων που τίθενται για τη χορήγησή τους, η οποία βεβαιώνεται αρμοδίως.