Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Επταμ/3210/2011

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το παρόν Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης των προτεινόμενων με το σχέδιο σύμβασης συμπληρωματικών μελετών δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν αποδεικνύεται, με επαρκή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, εκ μέρους των αρμοδίων διοικητικών οργάνων, η συνδρομή απρόβλεπτης περίστασης που να κατέστησε αναγκαία την ανάθεση εκπόνησης αυτών. Ειδικότερα, στη συνοδεύουσα το συγκριτικό πίνακα προεκτεθείσα αιτιολογική έκθεση δε γίνεται αναφορά στις αποτυπώσεις της προϋπάρχουσας αναγνωριστικής μελέτης και στις συγκεκριμένες αποδοχές αυτής, που ανετράπησαν κατά την εκπόνηση των συμβατικών μελετών σε τέτοιο βαθμό ώστε να απαιτούνται συμπληρωματικές μελέτες, ούτε, περαιτέρω, αιτιολογείται ότι οι διαφοροποιήσεις που ανέκυψαν δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί από τους αναδόχους μελετητές κατά την σύνταξη της προσφοράς τους, δεδομένου ότι ήταν γνωστό πως η μελέτη, στην οποία βασίστηκε η προκήρυξη της διαδικασίας ανάθεσης της μελέτης, ήταν αναγνωριστική και όχι βεβαίως οριστική. Και ναι μεν ισχυρίζεται το Δημόσιο με την υπό κρίση αίτηση ότι κατά την εκπόνηση της μελέτης, που ανατέθηκε στους αναδόχους με την αρχική σύμβαση, οι μελέτες που εκπόνησαν οι ανάδοχοι (προωθημένη αναγνωριστική μελέτη, η προμελέτη οδοποιϊας και κόμβων, προκαταρκτική μελέτη τεχνικών έργων και προμελέτη οχετών), στηρίχθηκαν στα ενημερωμένα δορυφορικά υπόβαθρα κλίμακας 1:500 και στους νέους ορθοφωτοχάρτες, που εντοπίζουν λεπτομέρειες, τις οποίες η αναγνωριστική μελέτη, στην οποία βασίστηκε η προκήρυξη της ανάθεσης της αρχικής σύμβασης μελέτης, δεν μπορούσε να εντοπίσει γιατί είχε στηριχθεί στα τότε διαθέσιμα υπόβαθρα της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού κλίμακας 1:50.000, πλην όμως, όπως συνομολογείται με την υπό κρίση αίτηση, στην οποία επαναλαμβάνονται οι προβληθέντες με την ασκηθείσα ενώπιον του VI Τμήματος αίτηση ανακλήσεως ισχυρισμοί του δημοσίου, οι αποκλίσεις στην εκτίμηση του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης εκπόνησης μελέτης όταν η σύμβαση έχει ανατεθεί κατόπιν αναγνωριστικής και μόνον μελέτης όχι μόνον δε συνιστούν απρόβλεπτο γεγονός, αλλά είναι αναμενόμενες, και για το λόγο αυτό περιλαμβάνεται στη διακήρυξη όρος (άρθρο 11.3 αυτής, που αποδίδει αντίστοιχο όρο των εγκεκριμένων με υπουργική απόφαση προτύπων τευχών δημοπράτησης), σύμφωνα με τον οποίο «ο ανάδοχος έλαβε υπόψη, κατά τη μελέτη του φακέλου του έργου, την πιθανότητα να μην αντιστοιχούν οι ποσότητες μονάδων φυσικού αντικειμένου που αναφέρονται στο τεύχος της προεκτιμώμενης αμοιβής, στις τελικές ποσότητες που θα απαιτηθούν για την εκπόνηση της μελέτης και διαμόρφωσε ανάλογα την οικονομική του προσφορά». Συναφώς, είναι απορριπτέα η ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή υποστηρίζεται από το αιτούν Υπουργείο, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης κάθε περίστασης που συνίσταται σε εύρημα, το οποίο εντοπίζεται κατά τη διαδικασία εκπόνησης της οριστικής μελέτης οδού και δεν περιείχετο στην αναγνωριστική μελέτη, αφενός μεν γιατί με τον ισχυρισμό τούτο το αιτούν προβάλλει δογματικά ως απρόβλεπτες περιστάσεις τις οφειλόμενες στην εξ ορισμού ανεπάρκεια των αναγνωριστικών μελετών και αφετέρου διότι η εν λόγω ερμηνεία συνεπάγεται καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου, όπως τούτο ενσωματώθηκε στην εθνική έννομη τάξη με το ν.3316/2005, δυνάμει του οποίου οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται, αφού έχουν προηγουμένως αναλύσει διεξοδικά όλες τις σχετικές περιστάσεις μετά από επικαιροποίηση των υπαρχόντων στοιχείων του φακέλου (βλ. σχετικά άρθρο 4 του ν.3316/2005), να συντάσσουν τους όρους της προκήρυξης του διαγωνισμού, με όσο το δυνατό ακριβή προσδιορισμό τόσο του αντικειμένου της μελέτης, όπως προκύπτει από το φάκελο του έργου, με κάθε δυνατή λεπτομέρεια (βλ. άρθρα 6 παρ. 2β και 7 παρ. 2β του ν. 3316/2005) όσο και της απαιτούμενης δαπάνης, στην οποία περιλαμβάνεται και η προεκτιμώμενη αμοιβή των μελετητών, που υπολογίζεται με βάση τις τιμές αμοιβών ανά κατηγορία έργου και μονάδα φυσικού αντικειμένου και τα ποσοτικά στοιχεία του προς ανάθεση έργου. Ως εκ τούτου, δεν είναι επιτρεπτή η τροποποίηση ουσιώδους όρου του διαγωνισμού (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου), μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελέτης, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση του VI Τμήματος.Πέραν δε τούτων η προβληθείσα ενώπιον του VI Τμήματος και επαναφερόμενη με την κρινόμενη αίτηση αναθεωρήσεως εκδοχή ότι όταν η δημοπράτηση μελέτης γίνεται επί τη βάσει αναγνωριστικής μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν ουσιώδεις διαφοροποιήσεις και για το λόγο αυτό η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο, προεκτιμώμενη, είναι απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη, γιατί η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο αμοιβή

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Επτ/2489/2011

Μελέτες.Συμπληρωματικές συμβάσεις.Με αυτά τα δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα μείζονος – επταμελούς σύνθεσης άγεται στην κρίση ότι η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών δεν αιτιολογείται ως προς το προαπαιτούμενο της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων εκ μέρους του αρμοδίου για την έκδοση της σχετικής απόφασης Aναπληρωτή Διευθυντή Συγκοινωνιακών Έργων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων, απορριπτομένων ως αβασίμων των σχετικών λόγων αναθεώρησης περί συνδρομής των περιστάσεων αυτών και περί της ύπαρξης επαρκούς αιτιολογίας στην αιτιολογική έκθεση. Συγκεκριμένα, ως προς την ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή που υποστηρίζεται από το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά και την παρεμβαίνουσα σύμπραξη, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης περίστασης κάθε επισυμβάντος κατά τη μελετητική διαδικασία ευρήματος το οποίο δεν είχε αντιμετωπιστεί επακριβώς από την αναγνωριστική μελέτη, λεκτέον ότι τούτο θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου το οποίο, όπως ενσωματώθηκε με το ν.3316/2005, επιτάσσει τη μη τροποποίηση ουσιώδους όρου (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου) του διαγωνισμού μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελετών, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας. Αβασίμως, δε προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι όταν η δημοπράτηση μίας μελέτης γίνεται επί τη βάσει αναγνωριστικής μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν, κατά την εκπόνηση των επόμενων σταδίων της μελέτης, διαφοροποιήσεις και μάλιστα ουσιώδεις στα επιμέρους θέματα, για το λόγο αυτό δε και η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο προεκτιμώμενη, διότι από τη στιγμή που θεσπίστηκε η οικονομική προσφορά στους διαγωνισμούς του ν.3316/2005 απαιτείται ο κατά το δυνατόν ακριβής προσδιορισμός του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης, συνάρτηση του οποίοι αποτελεί και το οικονομικό της αντικείμενο.


ΕλΣυν/Τμ.6/2245/2011

Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη δεύτερη σκέψη της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών δεν αιτιολογείται ως προς το προαπαιτούμενο της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων εκ μέρους του αρμοδίου για την έκδοση της σχετικής απόφασης Διευθυντή Συγκοινωνιακών Έργων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων, απορριπτομένων ως αβασίμων των σχετικών λόγων ανάκλησης περί συνδρομής των περιστάσεων αυτών και περί της ύπαρξης επαρκούς αιτιολογίας στην αιτιολογική έκθεση. Συγκεκριμένα, ως προς τον πρώτο λόγο ανάκλησης, η ερμηνευτική εκδοχή, όπως αυτή που υποστηρίζεται από το Υπουργείο, αλλά και την παρεμβαίνουσα σύμπραξη, περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτης περίστασης κάθε επισυμβάντος κατά τη μελετητική διαδικασία ευρήματος το οποίο δεν είχε αντιμετωπιστεί επακριβώς από την αναγνωριστική μελέτη, θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου το οποίο, ως ενσωματώθηκε με το ν.3316/2005, επιτάσσει τη μη τροποποίηση ουσιώδους όρου (προεχόντως δε του προβλεφθέντος στην αρχική σύμβαση φυσικού-τεχνικού αντικειμένου) του διαγωνισμού μετά τη σύναψη σύμβασης για την εκπόνηση μελετών, στο μέτρο που μια τέτοια πρακτική θα συνεπαγόταν αναπόφευκτα παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων, εφόσον δεν εξασφαλίζονται η ενιαία εφαρμογή των όρων του διαγωνισμού και η αντικειμενικότητα της διαδικασίας. Αβασίμως, δε προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι όταν η δημοπράτηση μίας μελέτης γίνεται επί τη βάσει αναγνωριστικής μελέτης είναι αναμενόμενο να υπάρξουν, κατά την εκπόνηση των επόμενων σταδίων της μελέτης, διαφοροποιήσεις και μάλιστα ουσιώδεις στα επιμέρους θέματα, για το λόγο αυτό δε και η συμφωνούμενη με τον ανάδοχο μελετητή αμοιβή είναι, κατά νόμο προεκτιμώμενη, διότι από τη στιγμή που θεσπίστηκε η οικονομική προσφορά στους διαγωνισμούς του ν.3316/2005 απαιτείται ο κατά το δυνατόν ακριβής προσδιορισμός του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης, συνάρτηση του οποίοι αποτελεί και το οικονομικό της αντικείμενο. Άλλωστε, η αναθέτουσα αρχή όφειλε να προβλέψει και να εκτιμήσει πριν από τη διενέργεια του διαγωνισμού για τη σύναψη της αρχικής σύμβασης την ανάγκη συμπερίληψης σε αυτή των υπόψη συμπληρωματικών εργασιών, δεδομένου ότι οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να συντάσσουν τους όρους της προκήρυξης διαγωνισμού, αφού έχουν προηγουμένως αναλύσει διεξοδικά όλες τις σχετικές περιστάσεις μετά από επικαιροποίηση των υπαρχόντων στοιχείων του φακέλου (βλ. άρθρα 4 και 7 παρ. 2 εδ. β και 4 εδ. α του ν.3316/2005, σχετικά με την επικαιροποίηση των στοιχείων του φακέλου του έργου). Περαιτέρω και στην αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει το πίνακα συμπληρωματικών εργασιών δεν περιέχεται επαρκής αιτιολογία, όπως αβασίμως προβάλλεται με την αίτηση ανάκλησης. Συγκεκριμένα στην αιτιολογική έκθεση, που συνοδεύει την συμπληρωματική σύμβαση, αναφέρεται η ανάγκη σχεδιασμού παράπλευρων οδών, λόγω της αναμενόμενης αστικοποίησης της περιοχής, χωρίς όμως να δίνεται οποιαδήποτε αιτιολόγηση σε τι συνίσταται το απρόβλεπτο. Περαιτέρω αναφέρεται ότι η χρήση ακριβέστερων υποβάθρων και η αναγκαιότητα σεβασμού του φυσικού περιβάλλοντος οδήγησε σε μια σειρά από αλλαγές στα αναγκαία τεχνικά έργα, που αφορούν είτε αντικατάσταση των αρχικώς εκτιμηθέντων, αντικατάσταση, που όπως η ίδια αναφέρει, είναι αναμενόμενο να προκύψει κατά τη λεπτομερέστερη μελέτη οδοποιίας, είτε στη χάραξη νέων λόγω της ανάγκης γεφύρωσης υφισταμένων ρεμάτων, ότι προέκυψε επίσης ανάγκη για διαμορφώσεις στην κοίτη παρακείμενων της οδού ρεμάτων και μικρής κλίμακας αλλαγές στους διάφορους οχετούς. Αντίθετα δε γίνεται καμία αναφορά στις αποτυπώσεις της αναγνωριστικής μελέτης και στα σημεία που αυτή παρουσίασε ελλείψεις, ώστε να πρέπει να γίνουν διαφοροποιήσεις, ούτε περαιτέρω αιτιολογείται ότι οι διαφοροποιήσεις αυτές είναι τέτοιας έκτασης, που υπερβαίνουν τις αναμενόμενες, ενόψει του ότι πρόκειται για αναγνωριστική μελέτη, και, ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί από τους αναδόχους μελετητές κατά την σύνταξη της προσφοράς τους και, συνεπώς, ορθά το Κλιμάκιο, με την προσβαλλόμενη πράξη του έκρινε ότι δεν αποδεικνύεται με επαρκή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η συνδρομή απρόβλεπτης περίστασης, πολλώ μάλλον που ορισμένες συμπληρωματικές μελέτες, όπως αυτές που αφορούν σε επιπλέον παράπλευρες οδούς, αφορούν απλώς σε επέκταση του φυσικού αντικειμένου του έργου. Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της αναθέτουσας αρχής ότι τα αρμόδια όργανά της, συγγνωστώς υπέλαβαν ότι η σύναψη της κρινόμενης συμβάσεως είναι νόμιμη. Τούτο δε καθόσον πλάνη και δη συγγνωστή δεν χωρεί εν προκειμένω διότι υπάρχει, από μακρού χρόνου, σταθερότητα της νομοθεσίας και της νομολογίας ως προς τις προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικών συμβάσεων.


ΕλΣυν/Τμ7/82/2011

Η ανατεθείσα μελέτη συνιστά μια ειδική αρχιτεκτονική μελέτη της κατηγορίας 7 του άρθρου 4 του π.δ/τος 798/1978, με αντικείμενο τη διαμόρφωση εξωτερικών χώρων. Η ενότητά της σχετικά με το υφιστάμενο κτίριο αποθηκών δεν αντιστοιχεί σε αυτοτελή μελέτη καθώς προτείνει μόνο επιφανειακές, εξωτερικές αισθητικής φύσεως παρεμβάσεις, αναγκαίες ώστε το υφιστάμενο κτίριο να εναρμονιστεί αισθητικά με το αναδιαμορφούμενο κοινόχρηστο περιβάλλον στο οποίο είναι ενταγμένο, χωρίς να επέλθει οποιαδήποτε εξειδικευμένη ριζική κτιριακή μεταβολή. Επομένως, με δεδομένο ότι η συμβατική αμοιβή των 6.554,60 ευρώ για την εκπόνηση της μελέτης υπερβαίνει το όριο των 3.327,90 ευρώ, που αντιστοιχεί σε ποσοστό 30% του ανώτατου ορίου αμοιβής πτυχίου Α΄ τάξης αυτής της κατηγορίας μελέτης, εσφαλμένως κατ’ εφαρμογή του άρθρου 209 παρ. 3 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα η εκπόνηση της μελέτης ανατέθηκε απευθείας, ως κτιριακή αρχιτεκτονική μελέτη.


ΝΣΚ/157/2014

Υποχρέωση ή μη του Δημοσίου για συμμόρφωση σε τελεσίδικη ή αμετάκλητη αναγνωριστική απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, με καταβολή των ποσών που αναγνωρίζονται ως οφειλόμενα, χωρίς η απόφαση αυτή να έχει τραπεί προηγουμένως σε καταψηφιστική. Το Δημόσιο υποχρεούται, συμμορφούμενο σε εκδοθείσα επί αναγνωριστικής αγωγής τελεσίδικη ή αμετάκλητη αναγνωριστική απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, να καταβάλει τα ποσά που αναγνωρίζονται ως οφειλόμενα στους δικαιούχους, χωρίς η απόφαση αυτή να έχει τραπεί προηγουμένως σε καταψηφιστική, κατά τη διάταξη της παρ.4 του άρθρου 199 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως ισχύει. (πλειοψ.)


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)134/2015

ΜΕΛΕΤΕΣ:Η δαπάνη που αφορά στην εξόφληση του 5ου λογαριασμού της μελέτης με τίτλο «Αποτύπωση, κτηματογράφηση, υψομετρική μελέτη, πολεοδομική μελέτη και μελέτη πράξης εφαρμογής περιοχών οριοθετημένων ….», δεν υπάγεται στον προληπτικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθόσον δεν αφορά τον 1ο λογαριασμό της επίμαχης σύμβασης (άρθρο 1    παρ. 2α του π.δ/τος 136/2011).


ΕλΣυνΤμ.6/1333/2018

Μελέτες οδοποιίας οδικού Δικτύου..: ζητείται η ανάκληση της 237/2018 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ..Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν πληρούνται εν προκειμένω, οι προϋποθέσεις για τη νόμιμη σύναψη της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης, διότι οι μελετητικές υπηρεσίες, οι οποίες περιλαμβάνονται σε αυτήν δεν ανάγονται σε περιστάσεις που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά το χρόνο υπογραφής της αρχικής σύμβασης, όπως ορθώς έκρινε το Κλιμάκιο με την προσβαλλόμενη Πράξη. Ειδικότερα, ο ισχυρισμός της αιτούσας Περιφέρειας τόσο όσον αφορά το υποέργο «Παραλίμνια χάραξη λίμνης ..» όσο και αναφορικά με το υποέργο «..» ότι η μετάθεση της παραλίμνιας χάραξης της οδού εγγύτερα στη λίμνη .. και η εγγύτερη στους οικισμούς χάραξη του υποέργου «..» ήταν οι λύσεις που προτάθηκαν από τον ανάδοχο στο πλαίσιο της προωθημένης αναγνωριστικής μελέτης, προκρίθηκαν δε μετά από διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς και συνεπώς δεν ήταν εκ των προτέρων γνωστές και δεδομένες είναι αβάσιμος. Και τούτο διότι η αποδοχή της ερμηνείας περί χαρακτηρισμού ως απρόβλεπτων των περιστάσεων που συνίστανται σε μελετητικά συμπεράσματα, τα οποία προκύπτουν κατά τη διαδικασία εκπόνησης της κύριας σύμβασης, θα είχε ως συνέπεια σε κάθε περίπτωση που με την προκήρυξη για την ανάθεση μιας μελέτης προβλέπεται η εκπόνηση από τον ανάδοχο αναγνωριστικής μελέτης, η λύση που προτείνεται στο πλαίσιο αυτής να μπορεί, ως απρόβλεπτη περίσταση, να οδηγήσει αυτομάτως στη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης.(...)Δεν ανακαλεί την 237/2018 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.​

Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/1630/2018


ΕΣ/Τμ.VII/278/2007

Εξόφληση 1ου λογαριασμού μελέτης με τίτλο «Μελέτη Ακαθάρτων Δήμου». Μη νόμιμη η ανάθεση της εν λόγω μελέτης, καθόσον τόσο το πρακτικό της Επιτροπής Αξιολόγησης όσο και η σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου στερούνται νόμιμης και επαρκούς αιτιολογίας, δεδομένου ότι αφενός δεν περιέχουν συγκεκριμένα στοιχεία συγκριτικής αξιολόγησης και βαθμολογίας των επιμέρους στοιχείων που υποβλήθηκαν, ώστε να είναι σαφής και ελέγξιμη η κατάταξη όλων των συμμετεχόντων, αφετέρου η επιλογή της αναδειχθείσας σύμπραξης μελετητών έγινε κατ΄ επίκληση κριτηρίου που δεν προβλεπόταν στην οικεία πρόσκληση ενδιαφέροντος


ΝΣΚ/243/2000

Διοίκηση. Χορήγηση αντιγράφων εγγράφων.Υπάρχει υποχρέωση της Διοίκησης για χορήγηση στον αιτούντα, μέλος Κοινοπραξίας αντιγράφου της υποβληθείσας υπ αυτής (Κοινοπραξίας) μελέτης εφαρμογής του έργου, διότι η μελέτη εφαρμογής, που εκπονείται από ανάδοχο Κοινοπραξία, μετά από την εκ μέρους του Δημοσίου δημοπράτηση έργου με το σύστημα μελέτη-κατασκευή, πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει τον χαρακτήρα του διοικητικού εγγράφου, αν και δεν συντάσσεται από δημόσια υπηρεσία, δεδομένου ότι υποβάλλεται στην Διοίκηση (αρμόδιο φορέα) προς έγκριση και σφράγιση και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διοικητικής σύμβασης. Για την χορήγηση αντιγράφου απαιτείται μόνον εύλογο ενδιαφέρον, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση αναμφισβήτητα υπάρχει, εφόσον ο αιτών είναι μέλος της Κοινοπραξίας, στην οποία ανατέθηκε το ως άνω έργο με το σύστημα μελέτη-κατασκευή.

ΣτΕ/12/2011

Δεδικασμένο -Η εκ μέρους του Δημοσίου άσκηση αίτησης αναίρεσης κατά τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, καθώς και η προς άσκηση αυτής προθεσμία δεν έχουν ως συνέπεια την αναστολή επέλευσης των εννόμων συνεπειών του δεδικασμένου, που απορρέει από την τελεσίδικη απόφαση. Η τελεσίδικη απόφαση που εκδίδεται επί αναγνωριστικής αγωγής για την ύπαρξη δικαιώματος αποζημίωσης τέμνει τη διαφορά, όπως και εκείνη που εκδίδεται επί καταψηφιστικής αγωγής, και παράγει δεδικασμένο μεταξύ των διαδίκων και για την καταψηφιστική αγωγή που έχει όμοια παραγωγική αιτία με το δικαίωμα που κρίθηκε και στηρίζεται στην ίδια βάση, το δεδικασμένο δε αυτό καταλαμβάνει και την ύπαρξη του δικαιώματος με τις απορρέουσες από αυτό έννομες συνέπειες. Ο ενδιαφερόμενος που έχει έννομο συμφέρον για την απόκτηση εκτελεστού τίτλου μπορεί να ασκήσει κατά του εναγομένου στην προηγούμενη αναγνωριστική δίκη καταψηφιστική αγωγή, οπότε κατά την εκδίκαση της τελευταίας αυτής αγωγής ως βάση τίθεται το δεδικασμένο που προκύπτει από την προηγούμενη τελεσίδικη αναγνωριστική απόφαση.


ΔΕΦΑθ/83/2012

ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ:Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ.696/1974, η προκαταρκτική μελέτη κτιριακών έργων περιλαμβάνει τη σύλληψη της ιδέας, τη σκοπιμότητα του έργου, την πρώτη διερεύνηση της επιθυμητής έκτασης και των συνθηκών πραγματοποιήσεως αυτού. Στην προκείμενη περίπτωση η εκπονηθείσα από το … Πανεπιστήμιο … Τεχνική Έκθεση  «Έρευνα Κατάρτισης Γενικού Σχεδίου Ανάπτυξης (MASTER PLAN) Κρατικού Αερολιμένα …», αποτελεί θεώρηση της μελλοντικής ανάπτυξης του αεροδρομίου … και περιλαμβάνει τη σκοπιμότητα ανάπτυξης αυτού, τη θέση των εγκαταστάσεων, το μέγεθος τους σε σχέση με τις προβλέψεις της επιβατικής και εμπορευματικής κίνησης σύμφωνα, με τους διεθνείς και εθνικούς κανονισμούς ICAO, ANNEX 14, DOC 9184, με βάση δε αυτή, ως προκαταρκτική μελέτη, η Υπηρεσία … προχώρησε στην εκπόνηση της απαιτούμενης μελέτης για την υλοποίηση της κατασκευής του έργου. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις, αντικείμενο  της προμελέτης είναι, οι βασικές ιδέες και λύσεις για τη λειτουργία, τη μορφή και τη δαπάνη του έργου. Περιλαμβάνει δε, μεταξύ άλλων, την εκπόνηση προσχεδίων αρχιτεκτονικής λύσεως, ενδεχομένως με τις απαιτούμενες παραλλαγές και εναλλακτικές λύσεις, προκειμένου να εξευρεθεί η καλύτερη και αποτελεσματικότερη λύση για την τελική κατασκευή του έργου. Στη προκείμενη δε περίπτωση αντικείμενο της ανατεθείσας μελέτης, είναι μεταξύ άλλων η μελέτη της επέκτασης του κτιρίου του Αεροσταθμού, της αναδιαρρύθμισης ή ανακατασκευής του υπάρχοντος αερο-σταθμού και τα στάδια της εκπόνησης της αρχιτεκτονικής αυτής μελέτης είναι η προμελέτη, η οριστική μελέτη και η μελέτη εφαρμογής (άρθρο 2ο Ε.Σ.Υ. σκέψη 4 της παρούσας). Εξάλλου, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι δόθηκε εντολή στους μελετητές-αναδόχους να εκπονήσουν προ-καταρκτική μελέτη, η οποία προϋπήρχε και με βάση αυτή ξεκίνησε η εκπόνηση της μελέτης του έργου, εξάλλου, η σύνταξη του κτιριολογικού προγράμματος ανήκε στις συμβατικές υποχρεώσεις αυτών (άρθρο 7ο Ε.Σ.Υ, σκέψη 4 της παρούσας), για τις οποίες είχε καθορισθεί η συμβατική αμοιβή. Ως εκ τούτου, η υιοθέτηση ως καλύτερης και αποτελεσματικότερης, της εναλλακτικής λύσης της κατεδάφισης του υπάρχοντος κτιρίου του Αεροσταθμού αντί της επέκτασης αυτού,  έγινε στα πλαίσια σύνταξης της προμελέτης, για την οποία ενδεχομένως οι μελετητές να δικαιούνταν πρόσθετης αμοιβής (άρθρο 10ο Ε.Σ.Υ. σκέψη 4). Συνεπώς, εφόσον η παραπάνω μελέτη την οποία εκπόνησαν οι προσφεύγοντες δεν αποτελεί προκαταρκτική μελέτη, για το λόγο αυτό το δικαστήριο κρίνει ότι δεν δικαιούνται τη σχετική νόμιμη αμοιβή, απορριπτόμενων ως αβασίμων των ισχυρισμών τους.