×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/τμ.6/1502/2012

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 60/2007, 118/2007

Kατά γενική αρχή του δικαίου που διέπει τους δημόσιους διαγωνισμούς, η διακήρυξη αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τον διαγωνισμό. Αποκλεισμός τεχνικής προσφοράς προβλέπεται μόνο στην περίπτωση απόκλισης αυτής από ρητούς και σαφείς όρους της διακήρυξης που είτε χαρακτηρίζονται ως απαράβατοι (ως τέτοιοι θεωρούνται στο σύνολό τους οι τεχνικές προδιαγραφές, βλ. ΣτΕ ΕΑ 1740/2004, 563/2006), είτε συνάγεται ότι είναι απόλυτα ουσιώδεις για την αποτελεσματική λειτουργία του τελικού αποτελέσματος της σύμβασης (πρβλ. ΣτΕ 395/2004, 557/2005, 725/2006, 1052/2008). Αν δεν υπάρχει, σύμφωνα με τα ανωτέρω, απόκλιση από ορισμένη τεχνική προδιαγραφή, ο αποκλεισμός προσφοράς λόγω έλλειψης ιδιότητας, η οποία εκ των υστέρων κρίνεται επιθυμητή, είναι μη νόμιμη (βλ. ΣτΕ ΕΑ 61/2011 και πρβλ απόφ. 524/2012 VI Τμ.Ελ.Συν.). Και τούτο, διότι η αρχή της ίσης μεταχείρισης και η υποχρέωση διαφάνειας απαγορεύουν στην αναθέτουσα αρχή να απορρίψει προσφορά που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της προκήρυξης διαγωνισμού στηριζόμενη σε λόγους οι οποίοι δεν προβλέπονται ρητώς και σαφώς από την εν λόγω προκήρυξη (βλ. ενδεικτικά ΔΕΚ 14.6.2006, Medipac-Kαζαντζίδης AE, C-6/05)(....)Το δε γεγονός ότι το σύστημα που προσέφερε ένας εκ των δύο διαγωνιζομένων, κρίθηκε από τα αρμόδια όργανα του αιτούντος, λιγότερο εύχρηστο ή λιγότερο λειτουργικό, όπως προβάλλεται με την εξεταζόμενη αίτηση, μπορούσε να δικαιολογήσει τη βαθμολόγηση του προσφερόμενου από αυτόν συστήματος (στα αντίστοιχα κριτήρια αξιολόγησης Α2 και Α5) με χαμηλότερη βαθμολογία σε σχέση με το προσφερόμενο από τον άλλο διαγωνιζόμενο σύστημα, εντός, όμως, της οριζόμενης στο νόμο και στη διακήρυξη βαθμολογικής κλίμακας (100-110 βαθμοί), σε καμία, όμως, περίπτωση δεν μπορούσε να οδηγήσει σε αποκλεισμό του προσφέροντος το σύστημα αυτό από την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού και στην επιστροφή της οικονομικής του προσφοράς.

Αναθεωρήθηκε με την ΕΣ/ΤΜ.6/2446/2012


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Τμ.6/2045/2010

Το π.δ. 118/2007 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου» (ΦΕΚ 150 Α΄) ορίζει στο άρθρο 16 ότι : «1. Με την προσφορά, η τιμή του προς προμήθεια υλικού δίνεται ανά μονάδα, όπως καθορίζεται στη διακήρυξη. Στην τιμή περιλαμβάνονται οι τυχόν υπέρ τρίτων κρατήσεις, ως και κάθε άλλη επιβάρυνση, εκτός από το Φ.Π.Α., για παράδοση του υλικού στον τόπο και με τον τρόπο που προβλέπεται στη διακήρυξη. 2 (…)». Περαιτέρω, κατά πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η διακήρυξη του διαγωνισμού αποτελεί κανονιστική διοικητική πράξη και ως εκ τούτου οι όροι της έχουν δεσμευτική ισχύ τόσο για την αναθέτουσα αρχή που διεξάγει το διαγωνισμό όσο και για τους υποψηφίους (πρβλ. απόφ. Δ.Ε.Κ. C-496/99 P Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά CAS Succhi di Fruta SpA, σκέψεις 108 επ. και ενδεικτ. αποφ. 2779/2009 VI Τμ., πράξεις 63/2008, 105/2009 IV Τμ., 88, 169/2009 Στ΄ Κλιμ. Ελ. Συν.). Η διακήρυξη που διέπει τον ελεγχόμενο διαγωνισμό ορίζει, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 2 «Οικονομική Προσφορά»(..) 4. Το κόστος των υπό προμήθεια προϊόντων θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλες τις νόμιμες κρατήσεις, έξοδα και επιβαρύνσεις του υποψηφίου αναδόχου. Από τις παρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι η υποχρέωση με όρο της διακήρυξης να συμπεριλαμβάνονται στην προσφερόμενη τιμή όλες οι νόμιμες κρατήσεις και επιβαρύνσεις αποσκοπεί στη διασφάλιση με αδιαμφισβήτητο και αδιάβλητο τρόπο της αντικειμενικότητας στην ανάθεση της προμήθειας και υπαγορεύεται από την ανάγκη εξάλειψης κάθε ενδεχόμενης ασάφειας κατά την σύνταξη των οικονομικών προσφορών, τυχόν ύπαρξη της οποίας οδηγεί σε απόρριψη της προσφοράς ως απαράδεκτης (βλ. ΣτΕ 563/2008, ΣτΕ ΕΑ 482/2006, Γνωμ Ν.Σ.Κ. 334/2008).


ΕΑΔΗΣΥ/11/2023

Εξάλλου, σε περίπτωση κατά την οποία διαγωνιζόμενος προβάλλει ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς περί υποβολής ασυνήθιστα χαμηλής προσφοράς εκ μέρους άλλου διαγωνιζόμενου, γεννάται αντίστοιχη υποχρέωση του αναθέτοντα φορέα να απαντήσει στους προβληθέντες ουσιώδεις ισχυρισμούς. Η απάντηση αυτή πρέπει να είναι νόμιμα αιτιολογημένη, η δε νομιμότητα και επάρκεια της σχετικής αιτιολογίας αποτελεί αντικείμενο ελέγχου από την ΕΑΔΗΣΥ (βλ. ΣτΕ, 726/2022, ΣτΕ 199/2021, 154/2021, ΕΑ ΣτΕ 12/2020). Ωστόσο, οι διαγωνιζόμενοι δεν εμποδίζονται να προβάλουν το πρώτον ισχυρισμούς περί ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών άλλων προσφερόντων με την άσκηση προδικαστικής προσφυγής τους ενώπιον της ΕΑΔΗΣΥ (πρβλ. ΣτΕ 726/2022, σκ. 32, ΑΕΠΠ 1554/2021, σκ. 11). Δεν θεωρούνται ουσιώδεις και συγκεκριμένοι οι ισχυρισμοί που ερείδονται αποκλειστικά στην κοστολόγηση των οικονομικών προσφορών των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό, η οποία ανάγεται στους οικονομοτεχνικούς παράγοντες και στα οικονομικά δεδομένα που ισχύουν για καθέναν από τους διαγωνιζόμενους (πρβλ. ΕΑ 12/2020)· μόνη δε η υποβολή χαμηλότερης προσφοράς σε επιμέρους κονδύλια, σε σχέση με τις λοιπές υποβληθείσες προσφορές, δεν αρκεί προκειμένου να εξετασθεί η οικονομική προσφορά του μειοδότη ως ασυνήθιστα χαμηλή (πρβλ. ΕΑ ΣτΕ 165/2020, 20/2020, 290/2017). 


ΣτΕ/396/2011

6. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι το σύστημα της χαμηλότερης προσφοράς προϋποθέτει, λογικώς, προσφερόμενα είδη τα οποία είναι από άποψη τεχνικών χαρακτηριστικών, ιδιοτήτων και ποιότητας κατ’ αρχήν ισοδύναμα και τα οποία, ως εκ τούτου, διαφοροποιούνται ουσιαστικά μόνον ως προς την προσφερόμενη τιμή. Στην περίπτωση αυτή, η χρησιμοποίηση από τη Διοίκηση ως κριτηρίου επιλογής μόνο της χαμηλότερης τιμής έχει την έννοια της επιλογής του φθηνότερου μεταξύ των προσφερόμενων παρεμφερών προϊόντων, ευνοεί τον ανταγωνισμό, λόγω του ότι επιτρέπει την συμμετοχή περισσότερων προμηθευτών, αποβαίνει δε επωφελής για τη Διοίκηση, εφ’ όσον οδηγεί αναγκαίως σε συμπίεση των τιμών εκ μέρους των υποψήφιων προμηθευτών, αφού κριτήριο κατακυρώσεως είναι η χαμηλότερη τιμή προσφοράς. Αντιθέτως, το σύστημα της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς προσιδιάζει σε διαγωνισμούς όπου τα προσφερόμενα είδη διαφοροποιούνται κατά το μάλλον ή ήττον ουσιωδώς από απόψεως ποιότητας και τιμής, για το λόγο δε αυτόν, προκειμένου να ευρεθεί η πλέον συμφέρουσα προσφορά, δικαιολογείται η στάθμιση κατά την αξιολόγηση των τεχνικών προσφορών και ποιοτικών κριτηρίων (βλ. ΣτΕ 2183/2004 επταμ., ΕΑ 114/2008-βλ. και απόφ. ΔΕΚ της 17.9.2002, C-513/99, Concordia Bus Finland , Συλλογή 2002, σ. I-7213,σκ.59, 61-63). Στην περίπτωση αυτή, οι τεχνικές προδιαγραφές των ιατροτεχνολογικών προϊόντων πρέπει να προσδιορίζουν με σαφήνεια το υπό προμήθεια προϊόν, η δε διοίκηση έχει ευρεία ευχέρεια να επιλέξει είτε προϊόν τεχνικώς αποδεκτό σε χαμηλή τιμή, είτε προϊόν τεχνικώς εξελιγμένο σε λογική τιμή, αφού ο προσφέρων το τελευταίο, για να έχει πιθανότητες να αναδειχθεί προμηθευτής, θα υποχρεωθεί να συμπιέσει την τιμή της προσφοράς. (...)8. Επειδή, οι ανωτέρω όροι της διακηρύξεως, στο βαθμό που προβλέπουν ως κριτήριο κατακυρώσεως τη χαμηλότερη τιμή ανά κατηγορία προϊόντων, η οποία μπορεί να καλύπτει μία ή και περισσότερες υποκατηγορίες, υπό την έννοια ότι αρκεί, για το παραδεκτό της προσφοράς, η πλήρωση έστω και ενός από τα «Τεχνικά Χαρακτηριστικά» που ταυτίζονται με τις εν λόγω υποκατηγορίες, θα προκρίνεται δε, μεταξύ ισοτίμων ανά κατηγορία οικονομικών προσφορών, εκείνη που θα καλύπτει μεγαλύτερο αριθμό υποκατηγοριών, δεν θεσπίζουν κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο ένα κριτήριο αξιολογήσεως των προσφορών. Και τούτο, διότι, σε περιπτώσεις ταυτιζομένων σε σχέση με την προσφερομένη τιμή οικονομικών προσφορών, οι οποίες καλύπτουν τις αυτές μεν κατηγορίες αλλά διαφορετικές, από άποψη ποιοτική ή και ποσοτική, υποκατηγορίες, όπως επιτρέπεται από τη διακήρυξη, οι ανωτέρω όροι είναι δυνατόν να καταλήγουν, για την ανάδειξη μειοδότη, σε σύγκριση ανόμοιων και, συνακολούθως, εξ ορισμού μη συγκρίσιμων ως προς τα καλυπτόμενα τεχνικά χαρακτηριστικά προσφορών και να καθιστούν, ως εκ τούτου, αδύνατη την επί ίσοις όροις αξιολόγησή τους (πρβλ. ΕΑ 76/2011). Επομένως, ο σχετικός λόγος, με τον οποίο επαναλαμβάνεται αντίστοιχη αιτίαση προβληθείσα με την προδικαστική προσφυγή και μη απαντηθείσα, άλλωστε, από την αναθέτουσα αρχή, πιθανολογείται σοβαρώς ως βάσιμος.


ΣτΕ ΕΑ 112/2011

Στε. Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.-Διακήρυξη-Ανάθεση. (...) Ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων προμηθευτών και η ανάθεση της σύμβασης, έστω και αν δεν διενεργούνται ταυτόχρονα , είναι διαδικασίες αυτοτελείς και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες. Ειδικότερα, ενώ ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων διενεργείται από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοοικονομικής και τεχνικής ικανότητας, αντιθέτως, κριτήρια για την ανάθεση της σύμβασης είναι , είτε η χαμηλότερη τιμή, είτε η πλέον συμφέρουσα προσφορά από οικονομικής απόψεως . Συνεπώς, τα κριτήρια τα οποία δεν σκοπούν στον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής απόψεως προσφοράς , δεν συνιστούν κριτήρια ανάθεσης, αλλά αφορούν κυρίως την εκτίμηση της καταλληλότητας των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό , να εκτελέσουν την οικεία σύμβαση . .. Επίσης, οι όροι της διακήρυξης , πρέπει να είναι αρκούντως ακριβείς και σαφείς, ώστε , αφενός μεν, να επιτρέπεται στους ενδιαφερομένους να κατανοούν αυτούς πλήρως και να τους ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο, και αφετέρου, να παρέχεται επαρκής εγγύηση, περί της εφαρμογής αυτών από την διοίκηση κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαίο προς όλους τους προσφέροντες. Με την ένδικη αίτηση προβάλλεται, ότι, ενώ η προσβαλλόμενη διακήρυξη επιτρέπει την προσφορά για κάθε είδος χωριστά και προβλέπει την δυνατότητα υποβολής εγγύησης για συγκεκριμένο ποσοστό της αναλογικά προυπολογισθείσας δαπάνης για την ποσότητα του κάθε προσφερόμενου είδους ,εντούτοις δεν περιέχει αναλογικό προυπολογισμό των επιμέρους ειδών , ώστε να είναι τελικά εφικτός ο υπολογισμός της .... Η επιτροπή αναστολών ΣΕ δέχεται εν μέρει την αίτηση..


ΝΣΚ/70/2002

Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Συμβουλίου τα Επικρατείας η Διακήρυξη (Προκήρυξη) του Διαγωνισμού αποτελεί κανονιστική πράξη, η οποία διέπει τον δημόσιο διαγωνισμό και δεσμεύει τόσο τη δημόσια Αρχή, η οποία διενεργεί αυτόν όσο και τους διαγωνιζόμενους.Η παράβαση των διατάξεων (όρων) αυτής συνιστά παράβαση νόμου και οδηγεί σε ακυρότητα των εγκριτικών πράξεων του αποτελέσματος του διαγωνισμού και των κατακυρωτικών αυτού πράξεων (ΣτΕ Ολομ. 2137/1993,ΣτΕ 2162/1990, 3642/1989, 2772/1986, ΣτΕ ολομ. 668/1974 ΣτΕ 1327/1978, 1828/1967, 2518/1964, 414/1955 132/1949, 1630//1950, 1803/19787), υπό την προϋπόθεση ότι η παραβιασθείσα διάταξη (όρος), το μεν δεν αντίκειται στην κείμενη νομοθεσία (καθόσον άλλως είναι ανίσχυρη - ΣτΕ 1754/1996, 697/1951 μ 569/1947, 928/1936), το δε αποβλέπει στην ουσιώδη εξυπηρέτηση του δια της δημοπρασίας επιδιωκόμενου σκοπού (Βλ. Μ. Καραναστάση : Οι προμήθειες του Δημοσίου κ.λ.π. σελ. 37 σημ, 8. σελ. 79 σημ. 9, ΣτΕ 98/1962, 1668/1954).Σημειώνεται  ότι οι όροι της Διακήρυξης πρέπει να ερμηνεύονται στενά και αυστηρά (ΣτΕ 1630/1950).Σε περίπτωση που η ίδια η Διακήρυξη χρησιμοποιεί όρους όπως «Με ποινή αποκλεισμού οι προμηθευτές πρέπει...», «Η μη προσκόμιση δικαιολογητικών ... συνεπάγεται τον αποκλεισμό από τον διαγωνισμό», «Με ποινή απαραδέκτου οι συμμετέχοντες πρέπει ...» και άλλους παρόμοιους, είναι προφανές ότι οι όροι αυτοί θεωρούνται ουσιώδεις και συνεπώς οποιαδήποτε απόκλιση της προσφοράς από αυτούς οδηγεί σε απόρριψη της.

ΣτΕ/1318/2009

Επειδή, εν προκειμένω, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 21.2 συνάγεται ότι η διακήρυξη δεν διακρίνει μεταξύ των κριτηρίων ποιοτικής επιλογής και των κριτηρίων ανάθεσης της σύμβασης. Πράγματι, τα καθορισθέντα ως άνω κριτήρια αξιολόγησης Α1, Α2, Α3, Β1 και Β2, τα οποία, κατά την ένδικη διακήρυξη, σκοπούν στην ανάδειξη της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, αναφέρονται στην εμπειρία, τον αριθμό του προσωπικού, τα επαγγελματικά προσόντα των στελεχών της επιχείρησης, τον τεχνικό εξοπλισμό και τη λήψη μέτρων περιβαλλοντικής διαχείρισης. Συνεπώς, δεν αποτελούν «κριτήρια ανάθεσης», κατά την έννοια του άρθρου 53 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ, αλλά συνιστούν «κριτήρια ποιοτικής επιλογής», καθόσον συνάπτονται προς την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του διαγωνιζόμενου να εκτελέσει την οικεία σύμβαση, σύμφωνα με το άρθρο 48 της εν λόγω Οδηγίας 2004/18/ΕΚ. Ως εκ τούτου, πιθανολογείται σοβαρά ότι, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 46 και 51 του ρηθέντος πδ/τος 60/2007, ανήχθησαν με την ένδικη διακήρυξη τα ανωτέρω κριτήρια ποιοτικής επιλογής σε κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης. Ενόψει τούτων, είναι βάσιμος ο λόγος που είχε προβάλει ο αιτών με την προσφυγή του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 2522/1997 και επαναλαμβάνει με την υπό κρίση αίτηση, ότι τα ανωτέρω μνημονευθέντα κριτήρια αξιολόγησης Α1, Α2, Α3, Β1 και Β2 μη νομίμως χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας προσφοράς, εφόσον δεν αποτελούν κριτήρια ανάθεσης αλλά κριτήρια ποιοτικής επιλογής, διότι σχετίζονται με την εμπειρία, την τεχνική και επαγγελματική επάρκεια του διαγωνιζόμενου καθώς και τον διατιθέμενο από αυτόν τεχνικό εξοπλισμό, είναι δε απορριπτέος ο προβαλλόμενος με το από 11.11.2009 υπόμνημα του Νοσοκομείου ισχυρισμός ότι τα επίμαχα κριτήρια συνδέονται με την ποιότητα και αποδοτικότητα της συγκεκριμένης παρεχόμενης υπηρεσίας. Εξάλλου, είναι απορριπτέοι ως αόριστοι οι προβαλλόμενοι με το ως άνω υπόμνημα του Νοσοκομείου ισχυρισμοί, με τους οποίους ζητείται η απόρριψη της κρινόμενης αίτησης για λόγους δημοσίου συμφέροντος αναγόμενους στην κάλυψη των αναγκών καθαρισμού του Νοσοκομείου (βλ. ΕΑ 315, 331, 547/2008), ενόψει του ότι το Νοσοκομείο δεν επικαλείται αδυναμία καθαρισμού κατ’ αλλον τρόπο (πρβλ. ΕΑ 1070/2006).


ΣτΕ/549/2009/ΕΑ

Oι διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3316/2005 αποτυπώνουν γενική αρχή τόσο του εθνικού όσον και του κοινοτικού δικαίου, η οποία διέπει όλους τους δημόσιους διαγωνισμούς (βλ. αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 2 ν. 3263/2004 Α΄ 179, σχετικά με τις συμβάσεις δημοσίων έργων), σύμφωνα με την οποία η αναθέτουσα αρχή έχει διακριτική ευχέρεια να ακυρώσει ή να ανακαλέσει τη διαγωνιστική διαδικασία και να προχωρήσει σε επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού, εφόσον όμως αιτιολογήσει νομίμως και επαρκώς τη σχετική κρίση της (πρβλ. και άρθρο 41 παρ. 1 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ). Ένας δε από τους λόγους, για τους οποίους μπορεί πάντοτε η αναθέτουσα αρχή να ανακαλέσει τη διακήρυξη του διαγωνισμού, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, είναι η ανάγκη επαναπροκηρύξεως του διαγωνισμού με τροποποίηση των αρχικών όρων, εφόσον αυτό διαπιστωθεί από την αρχή με νόμιμη και επαρκή αιτιολογία (βλ. Ε.Α. επί Α.Μ. 1082/2008). Μη προδήλως παράνομη η αιτιολογία ακύρωσης του διαγωνισμού για να ορισθεί εκ νέου η Προϊσταμένη Αρχή


ΕΣ/Τ6/19/2009

Oι γενικές αρχές περί ανάκλησης των διοικητικών πράξεων έχουν εφαρμογή μόνο εφόσον δεν αντίκεινται στον αυστηρά διακεκριμένο χαρακτήρα των προαναφερόμενων σταδίων που θεσμοθετείται από τις ως άνω διατάξεις, δηλαδή, προκειμένου περί των ζητημάτων τεχνικής αξιολόγησης, μόνο εφόσον δεν προχώρησε η διαδικασία στην αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών. Εάν δε σε συγκεκριμένη περίπτωση τα αρμόδια όργανα δεν διασφαλίσουν, όπως είναι εκ του νόμου υποχρεωμένα, την ολοκληρωμένη και οριστική εξέταση όλων των ζητημάτων της τεχνικής αξιολόγησης και ανακαλυφθούν μετά την αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών πλημμέλειες της τεχνικής αξιολόγησης που πλήττουν τη νομιμότητα της κατακυρωτικής απόφασης υπέρ του προσώπου που με τη μέχρι τότε διαδικασία θα επιλεγόταν ανάδοχος, η μόνη νόμιμη δυνατότητα είναι αυτή της ματαίωσης του διαγωνισμού, καθόσον η διοίκηση στερείται στο στάδιο αυτό, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, της διακριτικής ευχέρειας διαφοροποίησης του αποτελέσματός του μετά από επαναφορά στο προηγούμενο στάδιο της τεχνικής αξιολόγησης. Άλλως ένας τέτοιος διαγωνισμός θα εξομοιωνόταν στην ουσία με διαγωνισμό που ακύρως διενεργήθηκε εξαρχής με ανοιχτές οικονομικές προσφορές (βλ. πράξη IV Τμ. Ε.Σ. 17/2007, πρβλ. Πράξεις 78/2001, 91/2003, 17/2007 IV Τμ. Ε.Σ. και 109/2004 VI Τμ. Ε.Σ.). Σε περίπτωση δε ακύρωσης της πράξης με την οποία οριστικοποιούνται οι τεχνικά αποδεκτές προσφορές ή η βαθμολογία, με την οποία αυτές αξιολογήθηκαν, είτε ύστερα από απόφαση αρμοδίου Δικαστηρίου είτε στο πλαίσιο άσκησης διοικητικής εποπτείας, η αναθέτουσα αρχή δεσμεύεται καταρχήν από την παραγόμενη δεσμευτικότητα της δικαστικής αποφάσεως και, σε κάθε μία από τις προαναφερόμενες περιπτώσεις, υποχρεούται σε συμμόρφωση, πλην όμως, εάν ήδη έχουν ανοιχθεί οι οικονομικές προσφορές, η υποχρέωση αυτή συμμόρφωσης περιορίζεται στη ματαίωση του διαγωνισμού και την επαναπροκήρυξή του, αποκλειομένης της επαναφοράς της διαδικασίας στο σημείο όπου εμφιλοχώρησε νομική πλημμέλεια και της εκ του σημείου τούτου επανάληψής του. (βλ. Πρ. VI Τμ. 65/2004, 33/2005, πρβλ. ΣτΕ Ε.Α.192/2007, 613/2004, 226/2004, ΣτΕ 2478/1997).


ΣΤΕ/ΕΑ/1317/2009

Διαγωνισμός-Σύστημα αυτόματης ειδοποίησης προστασίας ανάδειξης και διαχείρισης περιβαλλοντικά ευαίσθητων περιοχών...Επειδή, η αιτιολογία της απορρίψεως της τεχνικής προσφοράς της αιτούσας φαίνεται νόμιμη και επαρκής, διότι η διαφορετική αναγραφή από αυτήν είδους στην τεχνική προσφορά της (Microsoft SQL Server 2005 Enterprise Edition) και στον πίνακα της οικονομικής προσφοράς της χωρίς τιμές (SQL SvrStd Lic SAPK OLP NL Gov 1Proc), καθιστά, κατά την κρίση της Επιτροπής, την προσφορά της ασαφή και δημιουργεί σύγχυση ως προς την ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά του προσφερόμενου είδους (ΕΑ 1376/2007, 1132/2009), ενώ, εξ άλλου, με τον ως άνω προβαλλόμενο με την κρινόμενη αίτηση λόγο δεν πλήττεται με ειδικό τρόπο η προαναφερθείσα αιτιολογία απορρίψεως της τεχνικής προσφοράς της αιτούσας.Επειδή, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, ο αποκλεισμός της αιτούσας ευρίσκει αυτοτελές και νόμιμο έρεισμα στην ως άνω αιτιολογική βάση της απορρίψεως της τεχνικής προσφοράς της. Συνεπώς, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών αιτιάσεων που προβάλλονται κατά των λοιπών επάλληλων αιτιολογικών βάσεων του αποκλεισμού της.


ΣτΕ Τμ.Β' 1135/2010

Αίτηση ακυρώσεως –Προκήρυξη ανοικτού διαγωνισμού, με κριτήριο κατακύρωσης τη χαμηλότερη τιμή, για την προμήθεια αναλώσιμου υλικού –Ενόψει των αρχών της ίσης μεταχείρισης των προμηθευτών και της διαφάνειας των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων δημόσιας προμήθειας, σε περίπτωση, όπως η παρούσα, ακύρωσης μίας ή περισσότερων διατάξεων της διακήρυξης που ρυθμίζουν τις προϋποθέσεις παραδεκτού των προσφορών ή τα κριτήρια υπολογισμού της πλέον συμφέρουσας προσφοράς, πρέπει να ακυρωθεί η διακήρυξη στο σύνολό της (πρβλ. ΕΑ 1089/2009, ΣτΕ 2951-52/2004 επταμ. και απόφαση ΔΕΚ στην υπόθεση C-448/2001, ENV AG κ.λπ., Συλλ. 2003, σελ. Ι-14527, σκέψεις 92-95), είναι δε απορριπτέα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την αιτούσα. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη διακήρυξη του ανωτέρω διαγωνισμού πρέπει να ακυρωθεί στο σύνολό της.