ΕΣ/Β΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1494/2024
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Με την υπό κρίση αίτηση ο αναιρεσείων, πολιτικός συνταξιούχος, ζητεί την αναίρεση της 1196/2021 αποφάσεως του Τρίτου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απορρίφθηκε, ως εκπροθέσμως ασκηθείσα, η από 30.10.2013 (με Α.Β.Δ. 2124/2013) έφεσή του, με την οποία προσέβαλε, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικά εκτίμηση του περιεχομένου του δικογράφου από το Τμήμα, την τεκμαιρόμενη, λόγω άπρακτης παρόδου τριμήνου, απόρριψη από την Επιτροπή Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων (Ε.Ε.Π.Κ.Σ.) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.) της 125027/6.9.2011 ένστασής του κατά της 28081/2011 πράξης κανονισμού σύνταξης της 42ης Διεύθυνσης του Γ.Λ.Κ.(...)Σύμφωνα, επομένως, με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις 9 έως 13 ο πρώτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι, εφόσον στις διατάξεις του Συνταξιοδοτικού Κώδικα δεν τάσσεται ορισμένη προθεσμία, εντός της οποίας οφείλει να αποφανθεί η Επιτροπή Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων, η απόρριψη της 125027/6.9.2011 ένστασης του αναιρεσείοντος τεκμαίρεται ότι επήλθε με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή της, από την οποία άρχεται και η ετήσια προθεσμία προσβολής της σιωπηρής απόρριψής της με έφεση ενώπιον του αρμοδίου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕλΣυν Ολ. 2018/2020, πρβ. Ολ. 423/2018). Επομένως, ορθά κρίθηκε από το δικάσαν Τμήμα, ότι η συμπλήρωση του τριμήνου από την κατάθεση της ανωτέρω ένστασης συντελέσθηκε στις 6.12.2011 και η ετήσια προθεσμία για την άσκηση κατ’ αυτής έφεσης (αφαιρουμένου του χρονικού διαστήματος των δικαστικών διακοπών από 1.7.2011 έως 15.9.2011) εξέπνευσε στις 22.2.2013, με συνέπεια η άπρακτη πάροδος αυτής να έχει καταστήσει οριστικά τα συνταξιοδοτικά δεδομένα του αναιρεσείοντος σε χρόνο προγενέστερο της δημοσίευσης του ν. 4151/2013 (29.4.2013). Ως εκ τούτου, ορθά κρίθηκε περαιτέρω με την αναιρεσιβαλλομένη ότι η υπόθεσή του δεν καταλαμβάνεται από τις ρυθμίσεις της παρ. 5α του νόμου αυτού, επειδή δεν ήταν εκκρεμής κατά την έναρξη ισχύος του, και ότι δεν υφίσταται ρητή διάταξη που να επιτρέπει την επανάκριση οριστικώς περαιωθεισών συνταξιοδοτικών υποθέσεων.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση του παραβόλου που κατατέθηκε για την άσκησή της υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με το άρθρο 310 παρ. 1 του ν. 4700/2020.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/1480/2008
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:Δημόσια έργα. Προϋποθέσεις κήρυξης έκπτωτου του αναδόχου. Τεκμήριο ματαίωσης της κήρυξης της έκπτωσης αν παρέλθει άπρακτη η δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία μέσα στην οποία η προϊσταμένη αρχή οφείλει να αποφανθεί επί της ένστασης του αναδόχου κατά της απόφασης που κηρύσσει την έκπτωση. Για να οριστικοποιηθεί η έκπτωση δεν αρκεί η έκδοση της απόφασης επί της ένστασης εντός της δίμηνης προθεσμίας, αλλά και η κοινοποίησή της στον ανάδοχο εντός της προθεσμίας αυτής.
ΣτΕ/619/2003
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι ο χρόνος εγκρίσεως από την προϊσταμένη αρχή του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, έχει, κατά το νόμο, ιδιαίτερη σημασία, διότι η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας προς πληρωμή του αναδόχου που γίνεται βάσει της πιστοποιήσεως των εργασιών που εκτελέσθηκαν επιφέρει υπέρ του αναδόχου τις συνέπειες του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν. 1418/84. Και είναι μεν αληθές ότι από τις προπαρατεθείσες διατάξεις δεν τάσσεται στην προϊσταμένη αρχή προθεσμία προς έγκριση του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως, η έγκριση των πράξεων που προαναφέρθηκαν (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) πρέπει να ενεργείται μέσα σε εύλογο χρόνο, τέτοιος δε χρόνος θεωρείται το τρίμηνο από της υποβολής τους στην προϊσταμένη αρχή. Κατά συνέπεια, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από της υποβολής τους, το ΠΚΤΜΝΕ και ο ΣΠ θεωρούνται αυτοδικαίως εγκεκριμένα, τυχόν δε μεταγενέστερη έγκρισή τους είναι τυπική και επιβεβαιώνει απλώς την έγκριση που έγινε με την πάροδο του τριμήνου, δεν μπορεί δε πλέον η προϊσταμένη αρχή να τροποποιήσει τα ήδη αυτοδικαίως με την πάροδο του τριμήνου εγκριθέντα εν λόγω στοιχεία (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) (πρβλ. ΣΕ 1674/97, 1921/93, 472/92).
ΝΣΚ/20/2018
Διαγραφή κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομιάς από το μητρώο του άρθρου 16 του ν. 4182/2013.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η διαγραφή κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομιάς από το Μητρώο του άρθρου 16 του ν. 4182/2013, επιβάλλεται σε περίπτωση ρητής ή και τεκμαιρόμενης άρνησης, η οποία συνάγεται από την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας των 15 ημερών η οποία ορίζεται στο νόμο για την αποδοχή του διορισμού του, η οποία προθεσμία αρχίζει από την κοινοποίηση προς αυτόν της πράξης διορισμού (σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 1 εδάφ. β' του ίδιου νόμου).
ΣΤΕ/4043/2014
Επειδή, η κρινόμενη αίτηση υπογράφεται από δικηγόρο, ως πληρεξούσιο των αιτουσών. Κατά την επ’ ακροατηρίου όμως συζήτηση της υποθέσεως δεν εμφανίσθηκαν ο νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης αιτούσης και η δεύτερη αιτούσα για να εγκρίνουν την άσκηση της αιτήσεως ούτε προσκομίσθηκε μέχρι την εν λόγω συζήτηση συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητος προς τον ως άνω δικηγόρο. Και ναι μεν, κατά την ως άνω συζήτηση, εμφανίσθηκε δικηγόρος, άλλος από τον υπογράφοντα το δικόγραφο, ως εκπρόσωπος των αιτούντων, ο οποίος ζήτησε και έλαβε προθεσμία μέχρι 6.11.2014, προκειμένου να προσκομίσει συμβολαιογραφική πράξη παροχής δικαστικής πληρεξουσιότητος για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως. Δεδομένου, όμως, ότι η ως άνω προθεσμία παρήλθε άπρακτη, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύειΚατά την επ’ ακροατηρίου όμως συζήτηση της υποθέσεως δεν εμφανίσθηκαν ο νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης αιτούσης και η δεύτερη αιτούσα για να εγκρίνουν την άσκηση της αιτήσεως ούτε προσκομίσθηκε μέχρι την εν λόγω συζήτηση συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητος προς τον ως άνω δικηγόρο. Και ναι μεν, κατά την ως άνω συζήτηση, εμφανίσθηκε δικηγόρος, άλλος από τον υπογράφοντα το δικόγραφο, ως εκπρόσωπος των αιτούντων, ο οποίος ζήτησε και έλαβε προθεσμία μέχρι 6.11.2014, προκειμένου να προσκομίσει συμβολαιογραφική πράξη παροχής δικαστικής πληρεξουσιότητος για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως. Δεδομένου, όμως, ότι η ως άνω προθεσμία παρήλθε άπρακτη, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει.
ΕλΣυν.Κλ.1/4/2017
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Το Κλιμάκιο εκτιμώντας τα ανωτέρω στοιχεία σε συνδυασμό με το ύψος του καταλογιζόμενου εις βάρος του αιτούντος ποσού (39.249,17 ευρώ), κρίνει ότι από την άμεση εκτέλεση της 64570/15/18.08.2016 καταλογιστικής απόφασης απειλείται οικονομική βλάβη του αιτούντος και της οικογενείας του, η επανόρθωση της οποίας θα είναι αδύνατη ή ιδιαιτέρως δυσχερής σε περίπτωση ευδοκίμησης της εκκρεμούσας ένστασής του. Συνεπώς, συντρέχει ο απαιτούμενος από το νόμο ειδικός λόγος χορήγησης της αναστολής.Εν όψει των εκτεθέντων, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ανασταλεί η εκτέλεση της 64570/15/18.08.2016 καταλογιστικής απόφασης έως ότου εκδοθεί οριστική Πράξη του παρόντος Κλιμακίου επί της ασκηθείσης με αριθμ. πρωτ. Γ.Λ.Κ. 121623/10.11.2006 ένστασης του αιτούντος κατά της απόφασης αυτής.
ΣτΕ/1208/2012
Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με τον γενικό κανόνα του άρθρου 63 παρ. 1, 2 και 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και ενόψει της παρατιθέμενης στη σκέψη 10 πάγιας συναφούς νομολογίας του Δικαστηρίου, αν η τασσόμενη στη Διευθύνουσα Υπηρεσία μηνιαία από την υποβολή του λογαριασμού προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ο λογαριασμός δεν θεωρείται ότι έγινε αποδεκτός, δηλαδή ότι έχει αυτοδικαίως εγκριθεί, αλλά ότι η Διευθύνουσα Υπηρεσία έχει σιωπηρώς αρνηθεί την έγκρισή του. Και τούτο διότι στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 104 του π.δ. 696/1974 ορίζεται μεν προθεσμία ενός μηνός για τον έλεγχο και την έγκριση του λογαριασμού, δεν προβλέπεται όμως ότι, με την άπρακτη πάροδο αυτής, ο λογαριασμός θεωρείται αυτοδικαίως εγκεκριμένος. Ούτε βεβαίως θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι, μολονότι δεν ορίζεται τούτο ρητώς, η βούληση του νομοθέτη ήταν μόνη η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας, οφειλόμενη σε αδράνεια, για οποιονδήποτε λόγο, των αρμόδιων υπαλλήλων, να έχει ως συνέπεια την αμετάκλητη αυτοδίκαιη έγκριση του λογαριασμού και ακολούθως την υποχρέωση του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ. να καταβάλλουν δημόσιο χρήμα, ανεξάρτητα από τις τυχόν πλημμέλειες που αυτός έχει, δηλαδή ανεξάρτητα από το εάν το ποσό του λογαριασμού διεκδικείται παρανόμως ή αχρεωστήτως. Και μάλιστα χωρίς να παρέχεται καμία δυνατότητα πλέον στη Διοίκηση να προβεί, μετά την άπρακτη πάροδο της μηνιαίας προθεσμίας, στην έκδοση πράξης με την οποία ρητώς θα αρνείται την έγκριση του λογαριασμού ή θα τροποποιεί αυτόν για λόγους νομιμότητας, είτε διότι ο λογαριασμός είναι αντίθετος προς διατάξεις νόμου ή τη σύμβαση είτε διότι στηρίζεται σε στοιχεία ανύπαρκτα ή ανακριβή [πρβλ. και την Α.Π. 1127/2006, με την οποία ο Άρειος Πάγος, ερμηνεύοντας τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 8 (ήδη παρ. 10) του ν. 1418/1984 και του άρθρου 40 παρ. 7 του π.δ. 609/1985 (223Α’), έκρινε ότι η, λόγω της άπρακτης παρόδου της μηνιαίας προθεσμίας, σιωπηρή έγκριση του λογαριασμού ισχύει «μόνον επί λογαριασμών που, άσχετα από την ουσιαστική βασιμότητα των καθέκαστα στοιχείων τους, πληρούν τους όρους νομιμότητάς τους», ενώ δεν αφορά λογαριασμούς που δεν έχουν όλα τα απαιτούμενα για τη νομιμότητά τους στοιχεία]. Όπου άλλωστε ο νομοθέτης θέλησε η άπρακτη πάροδος της τασσόμενης με τη νομοθεσία για την εκπόνηση των μελετών στα διοικητικά όργανα προθεσμίας προς ενέργεια, να μην συνιστά σιωπηρή απόρριψη, αλλά να ισοδυναμεί με πράξη θετικού περιεχομένου για το μελετητή, δηλαδή με αποδοχή υποβαλλομένου αιτήματος, όρισε τούτο ρητώς. Συγκεκριμένα, πρόκειται για το άρθρο 22 παρ. 1 και 2 του ν. 716/1977, όπου ρητώς ορίζεται ότι η παραλαβή της μελέτης, η οποία πραγματοποιείται με την έκδοση αφενός βεβαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για συμμόρφωση του μελετητή προς τις συμβατικές του υποχρεώσεις και αφετέρου της εγκριτικής της μελέτης απόφασης του εργοδότη, συντελείται εντός προθεσμίας (που καθορίστηκε στη συνέχεια με το άρθρο 19 παρ. 1 του εκτελεστικού του νόμου αυτού π.δ. 194/1979) (παρ. 1), και ότι, αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, «η παραλαβή της μελέτης θεωρείται ως αυτοδικαίως συντελεσθείσα» μετά την πάροδο διμήνου από την υποβολή, μετά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσμίας, ειδικής αίτησης του μελετητή για τη διενέργεια της παραλαβής (παρ. 2).(...) Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω γενομένων δεκτών στις σκέψεις 12 έως 14, θα έπρεπε να γίνει δεκτή η αίτηση αναιρέσεως της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Μαγνησίας και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, καθό μέρος έκρινε ότι ο υποβληθείς λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί και ότι ανακύπτει υποχρέωση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης να καταβάλει στην ανάδοχο το ποσό αυτού των 228.401,81 ευρώ. Λόγω όμως της μείζονος σπουδαιότητας του ανωτέρω ζητήματος, εάν δηλαδή, κατά την έννοια των εφαρμοστέων εν προκειμένω διατάξεων του άρθρου 104 παρ. 1 του π.δ. 696/1974 και του άρθρου 63 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας από την υποβολή του λογαριασμού του μελετητή συνεπάγεται τη σιωπηρή έγκριση αυτού και η Διοίκηση υποχρεούται να καταβάλει τα αναφερόμενα στον λογαριασμό χρηματικά ποσά, χωρίς να έχει καμία δυνατότητα επανόδου, ως αναρμόδια πλέον κατά χρόνον, ανεξαρτήτως των νομικών πλημμελειών του λογαριασμού, δηλαδή έστω και αν τα ανωτέρω ποσά ζητούνται παρανόμως ή αχρεωστήτως ή εάν, αντιθέτως, σύμφωνα με τα ομοφώνως γενόμενα δεκτά στις σκέψεις 12 έως 14, η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας συνεπάγεται την άρνηση έγκρισης του λογαριασμού και μάλιστα όταν ο λογαριασμός είναι μη νόμιμος, πρέπει το ζήτημα αυτό να παραπεμφθεί προς επίλυση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 περ. α’ του π.δ. 18/1989.
ΝΣΚ/282/2013
Ζητήματα σχετιζόμενα με τη δυνατότητα άσκησης δεύτερης προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 70 παρ.1 εδ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
α) Η εξηκονθήμερη προθεσμία άσκησης της δεύτερης προσφυγής, που προβλέπεται στο άρθρο 70 παρ.1 εδ.2 του Κ.Δ.Δ., μετά την έκδοση πρωτόδικης απορριπτικής απόφασης, αρχίζει, στη μεν περίπτωση που κοινοποιήθηκε η απόφαση πριν από την πάροδο τριετίας από τη δημοσίευσή της και δεν ασκήθηκε τακτικό ένδικο μέσο, εντός εξήντα ημερών από την κοινοποίησή της, στη δε περίπτωση που και παρήλθε άπρακτη προθεσμία τριών ετών από τη δημοσίευση αυτής, η προθεσμία αρχίζει από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης στον ηττηθέντα διάδικο. β) Επί του δευτέρου και τετάρτου των ερωτημάτων ότι, συνεπεία της ασκήσεως της δεύτερης προσφυγής, δεν επιβάλλεται η διαγραφή της ήδη χωρήσασας οριστικής βεβαίωσης της οφειλής ή η ανατροπή πράξεων εκτελέσεως, που έχουν ήδη διενεργηθεί ούτε η επιστροφή τυχόν καταβληθέντων ποσών. γ) Επί του τρίτου ερωτήματος ότι ο ασκήσας τη δεύτερη προσφυγή δικαιούται να υποβάλει αίτημα για διοικητική επίλυση της διαφοράς και δ) Επί του πέμπτου ερωτήματος ότι παρέλκει η διατύπωση γνωμοδοτικής άποψης, επί της τύχης των ασκηθεισών ποινικών διώξεων λόγω φοροδιαφυγής, καθόσον η εξέλιξη των σχετικών ποινικών δικών δεν συνάπτεται με την άσκηση οιασδήποτε αρμοδιότητας εκ μέρους των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών. (ομοφ.)
ΕΣ/ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ/52/2024
Με την ένδικη έφεση, όπως οι λόγοι αυτής αναπτύσσονται με τα από 10.2.2020 και 4.10.2021 νομίμως κατατεθέντα υπομνήματα, ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 96/2018 πράξης του Α΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθ’ ό μέρος με αυτήν απορρίφθηκε η ασκηθείσα στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (Γ.Λ.Κ.) ... ένσταση της εκκαλούσας και επικυρώθηκε η 91451/2016/26.8.2016 καταλογιστική πράξη του Γενικού Διευθυντή της Χορήγησης Συντάξεων Δημοσίου Τομέα του Γ.Λ.Κ.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/43/2019
ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣΜε αυτά τα δεδομένα, η 307/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου …. έχει τελεσιδικήσει, διότι κατά αυτής ούτε ανακοπή ερημοδικίας μπορεί να ασκηθεί, δοθέντος ότι δικάσθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, ούτε έφεση, αφού έχει παρέλθει άπρακτη η τριακονθήμερη προθεσμία από την επίδοσή της στον εναγόμενο Δήμο με επιμέλεια των εναγόντων. Επομένως, οι εντελλόμενες δαπάνες και τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα, που αφορούν εξόφληση εκκαθαρισμένων οφειλών βάσει τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, δεν εμπίπτουν στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά τα οριζόμενα στον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων.
ΕλΣυν.Κλ.1/13/2017
Καταλογισμός ασχρεωστήτως ληφθείσας σύνταξης:Με δεδομένα τα ανωτέρω και λαμβανομένων υπόψη τόσο του συνολικού ύψους του καταλογισθέντος εις βάρος του αιτούντος ποσού (120.980,02 ευρώ) όσο και την κατάστασης της υγείας του, η οποία δεν του επιτρέπει την αναζήτηση εργασίας προς βιοπορισμό, πιθανολογείται ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης καταλογιστικής πράξης θα προκαλέσει σε αυτόν δυσχερώς επανορθώσιμη οικονομική βλάβη σε περίπτωση ευδοκίμησης της ένστασής του και, συνεπώς, συντρέχει ειδικός λόγος χορήγησης της αιτούμενης αναστολής.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ανασταλεί η εκτέλεση της 102256/15/19.7.2016 καταλογιστικής πράξης μέχρι να εκδοθεί οριστική πράξη του Κλιμακίου τούτου επί της με αριθ. πρωτ. Γ.Λ.Κ. 113030/21.10.2016 ένστασης του αιτούντος κατ’ αυτής.