Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΜΕΙΖΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/18/2025

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.(...)Κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, η διάταξη του άρθρου 18 παρ. 5 της ΚΥΑ 192249/ΕΥΣ 4057/19.8.2002 κρίθηκε από το ΔΕΕ (σκέψη 23 της παρούσας) ως μη συμβατή με το άρθρο 30 παρ. 4 εδ. α΄ του Κανονισμού 1260/1999. Συνεπώς, η επίδικη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης και ανάκτησης, ερειδόμενη επί διάταξης μη συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο και άρα μη εφαρμοστέας, ως εκ της αρχής της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου (άρθρο 28 του Συντάγματος) στερείται νομίμου ερείσματος. Τούτου δοθέντος, πρέπει, κατ’ αποδοχή του πρώτου λόγου, να αναιρεθεί η πληττόμενη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της διέπουσας την επίδικη σχέση αρχής της διάρκειας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 30 παρ. 4 εδ. α΄ του Κανονισμού 1260/1999. Κατά συνέπεια, ο πρώτος λόγος αναίρεσης πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος. Μετά τη διακράτηση και την εξέταση της υπόθεσης στην ουσία πρέπει, σύμφωνα με όσα ήδη εκτέθηκαν, να γίνει δεκτή η από 22.11.2010 έφεση της εκκαλούσας κατά της 3411/Α.Πλ.3704/3.8.2010 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και να ακυρωθεί η πράξη αυτή.Μετά την παραδοχή της έφεσης πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα το παράβολο που κατέθεσε για την άσκησή της (άρθρο 310 παρ. 1 του ν. 4700/2020). Για τους λόγους αυτούς.Δέχεται  την  από  23.6.2016   (με  ΑΒΔ  1266/2016)   αίτηση  αναίρεσης  της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…». Αναιρεί την 444/2016 απόφαση του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου



Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1376/2021

Ζητείται η αναίρεση της 412/2016 απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απορρίφθηκε  έφεση του αναιρεσείοντος κατά της 1916/Α.Πλ.3301/17.1.2012 απόφασης Το Δικαστήριο δικάζον την υπόθεση στην ουσία, κρίνει ότι πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η από 1.3.2012 έφεση του εκκαλούντος κατά της 1916/Α.Πλ.3301/17.1.2012 απόφασης του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και να μεταρρυθμιστεί η εν λόγω απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, αφού αφαιρεθεί το ποσό των 14.600 ευρώ χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας που αντιστοιχεί στο διατεθέν ποσόν για την κατασκευή του υδατόπυργού, περιορίζοντας το σε βάρος του επιβληθέν ποσό δημοσιονομικής διόρθωσης σε 153.547,32 ευρώ. Ακολούθως δε, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση  κατά το ήμισυ του κατατεθέντος για την άσκησή της παραβόλου στον εκκαλούντα και η κατάπτωση του υπολοίπου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου [άρ. 56 παρ. 4 εδ. α΄ του π.δ/τος  774/1980 (Α΄ 189) και ήδη άρθρο 310 παρ. 1 εδ. β΄ και 1 του ν. 4700/2020], ενώ το Δικαστήριο εκτιμώντας τις περιστάσεις, συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων. ​Δέχεται την από 6.6.2016 (ΑΒΔ 1160/2016) αίτηση αναίρεσης του ..... του Ιωάννη. Αναιρεί την 412/2016 απόφαση του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΕΣ/Γ΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1202/2024

Με την ένδικη αίτηση ζητείται η αναίρεση της 2053/2020 απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του αναιρεσείοντος κατά της 12189/29.6.2015 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας(...)Μετά την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης για τον λόγο αυτό, Δικαστήριο διακρατώντας την υπόθεση και δικάζοντας την υπόθεση στην ουσία, κρίνει ότι πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η από 2.10.2015 έφεση του εκκαλούντος κατά της 12189/29.6.2015 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας Ανάπτυξης και να μεταρρυθμιστεί η εν λόγω απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, περιορίζοντας το σε βάρος του επιβληθέν ποσό ανάκτησης σε ογδόντα εννέα χιλιάδες οκτακόσια εξήντα ένα ευρώ και τριάντα έξι λεπτά (89.861,36 €). Ακολούθως, μετά τη μερική παραδοχή της ένδικης έφεσης πρέπει εκτιμώντας τις περιστάσεις, να διαταχθεί η απόδοση στον εκκαλούντα μέρους του κατατεθέντος για την άσκησή της παραβόλου ύψους επτακοσίων (700) ευρώ και η κατάπτωση του υπολοίπου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 310 παρ. 1 εδ. β΄ και παρ. 2 του ίδιου άρθρου του ν. 4700/2020], ενώ το Δικαστήριο συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων (άρθρο 314 παρ. 2 εδ. α΄ του ν. 4700/2020).


ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/932/2024

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.(...) Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία, τα οποία προκύπτουν από την επισκόπηση της αναιρεσιβάλλομένης απόφασης, ήτοι ότι: α. εκδόθηκε απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Ηπείρου, με την οποία πιστοποιήθηκε η έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας από 17.4.2008, β. ο αριθμός των θέσεων εργασίας και η παράταση για ολοκλήρωση της επένδυσης, τροποποιήθηκαν με αποφάσεις του αρμοδίου οργάνου, ήτοι του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, γ. όπως γίνεται δεκτό από το Τμήμα, υπήρξε πλημμελής αιτιολογία της απόφασης ένταξης του επενδυτικού προγράμματος, καταλήγει στο ότι ο τελικός δικαιούχος, ήτοι η Διεύθυνση Σχεδιασμού και Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ηπείρου, συντέλεσε εξαρχής στην παρατυπία, η οποία οδήγησε σε ολική δημοσιονομική διόρθωση και για τον λόγο αυτόν, υπό τις περιστάσεις της κρινόμενης υπόθεσης και εν όψει της διαπιστωθείσας παρατυπίας, με δεδομένο ότι από την αναιρεσιβαλλομένη προκύπτει ότι το έργο υλοποιήθηκε, ότι απασχολήθηκαν τρία άτομα και υπήρξαν κάποια έσοδα (παρ. 10.1 και 10.2 της παρούσας), το Δικαστήριο κρίνει ότι η ολοκληρωτική κατάργηση της ενωσιακής συνδρομής δεν συνιστά το ενδεδειγμένο και το μόνο κατάλληλο μέτρο, που μπορεί να εξασφαλίσει το αποτρεπτικό αποτέλεσμα που είναι αναγκαίο για τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση και την αποτελεσματική προστασία των ενωσιακών και εθνικών κονδυλίων. Συνακόλουθα κρίνει ότι το επίδικο μέτρο υπερακοντίζει προδήλως τον επιδιωκόμενο σκοπό, αναδεικνυόμενο ως μη αναγκαίο ως εκ της προδήλου δυσαναλογίας του. Ως εκ τούτου το Δικαστήριο κρίνει ότι η ανάκτηση του συνολικού ποσού της επιχορήγησης είναι μη νόμιμη ως αντικείμενη στην αρχή της αναλογικότητας.  παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας, η οποία συντελέσθηκε με την επιβολή ολικής δημοσιονομικής διόρθωσης σε βάρος της αναιρεσείουσας, πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η πληττόμενη απόφαση και να διαταχθεί η επιστροφή του καταβληθέντος παραβόλου στην αναιρεσείουσα.Μετά την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης, η υπόθεση, η οποία δεν χρήζει διερεύνησης κατά το πραγματικό της μέρος, πρέπει να διακρατηθεί και να δικαστεί στην ουσία από την Ολομέλεια, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 176 παρ. 2 του ν. 4700/2020.Δοθέντος ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω στην παρ. 28 της παρούσας, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας επεβλήθη στην εκκαλούσα με την εκκαλούμενη απόφαση δημοσιονομική διόρθωση για το σύνολο της επιχορήγησης, πρέπει η έφεση να γίνει εν μέρει δεκτή, για τους προεκτεθέντες στην παρ. 28 λόγους, να μεταρρυθμιστεί η απόφαση αυτή και να περιοριστεί το ύψος της δημοσιονομικής διόρθωσης σε εκατόν πενήντα τέσσερις χιλιάδες εξακόσια ογδόντα δύο ευρώ και εξακόσια εξήντα επτά λεπτά  (154.682,667), ήτοι στα δύο τρίτα της αρχικής δημοσιονομικής διόρθωσης. Περαιτέρω πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα μέρους του κατατεθέντος παραβόλου, ανερχομένου σε χίλια πεντακόσια (1.500,00) ευρώ (άρθρο 310 παρ. 1 εδ. α΄ του ν. 4700/2020). Περαιτέρω, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα (άρθρο 314 παρ. 3 εδ. β΄ του ν. 4700/2020).Για τους λόγους αυτούςΔέχεται την αίτηση αναίρεσης.Αναιρεί την 2299/2017 απόφαση του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου αναίρεσης στην αναιρεσείουσα.Διακρατεί και δικάζει την υπόθεση.Δέχεται εν μέρει την από 24.6.2010 (με ΑΒΔ 223/2010) έφεση.Μεταρρυθμίζει την 1076/0052/22.4.2010 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομικών.Περιορίζει το ύψος της δημοσιονομικής διόρθωσης σε εκατόν πενήντα τέσσερις χιλιάδες εξακόσια ογδόντα δύο ευρώ και εξακόσια εξήντα επτά λεπτά  (154.682,667).




ΕΣ/Γ΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1339/2024

Το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου αναίρεσης περί συνυπολογισμού στη συνολική συντάξιμη υπηρεσία της ως χρόνου πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας του χρόνου υπηρεσίας της στη μετακλητή θέση του Προέδρου του Τ.Α.Π.Ι.Τ. είναι απορριπτέο, προεχόντως ως προβαλλόμενο το πρώτον κατ’ αναίρεση, καθόσον από την επισκόπηση του δικογράφου της έφεσης προκύπτει ότι η αναιρεσείουσα δεν είχε προβάλλει τέτοιον ισχυρισμό, τη βασιμότητα του οποίου όφειλε να εξετάσει η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση (ΕλΣυν Ολ. 788/2022 σκ. 30, 2117/2021 σκ. 20, 1391/2018 σκ. 13). Σε κάθε περίπτωση ο ισχυρισμός αυτός είναι και αλυσιτελής, δεδομένου ότι η επίκλησή του γίνεται στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 4 του ν. 4024/2011, οι οποίες εντάσσονται στο δεύτερο κεφάλαιο του νόμου και οι οποίες σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην σκέψη 10 της παρούσας, ρυθμίζουν μεν νέο σύστημα βαθμολογικών προαγωγών και μισθολογικής εξέλιξης, δεν εφαρμόζονται, όμως, στην περίπτωση της αναιρεσείουσας.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί, να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (βλ. άρθρο 310 παρ. 1 του ν. 4700/2020) και εκτιμωμένων των περιστάσεων να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων (άρθρα 314 παρ. 4 εδ. β΄ του ν. 4700/2020).


ΕλΣυν/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/7413/2015

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Επιδιώκει  την αναίρεση της 941/2010 οριστικής απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού ΣυνεδρίουΕνόψει αυτών και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη ΙΙ.β, το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του εσφαλμένα ερμήνευσε και πλημμελώς εφήρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 38 και 39 του Καν. 1260/1999, 6 του ν. 2860/2000 και 102-105 του ν. 2362/1995 καθώς και τις διατάξεις της 907/052/2.7.2003 Κ.Υ.Α. δεχόμενο ότι για τη θεμελίωση της ευθύνης της αναιρεσίβλητης και συνακόλουθα της υποχρέωσης αυτής προς επιστροφή των παρανόμως καταβληθέντων συγχρηματοδοτούμενων από την Κοινότητα πόρων απαιτείται ως προϋπόθεση η υπαιτιότητα αυτής και απήλλαξε αυτήν από την υποχρέωση επιστροφής ελλείψει υπαιτιότητάς της. Και τούτο διότι το νομοθετικό πλαίσιο των κοινοτικών διατάξεων για την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων κοινοτικών πόρων και το με βάση τις επιταγές αυτού θεσπισθέν εθνικό δίκαιο, που πρέπει να ερμηνεύεται, κατά το ρυθμιστικό τούτο πεδίο, σύμφωνα με την αρχή της αποτελεσματικότητας του κοινοτικού δικαίου, συναρτούν την επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης με τη διαπίστωση της παρατυπίας, όπως η έννοια αυτής αποδίδεται με τις διατάξεις των άρθρων 39 παρ. 1 του Καν. 1260/1999 και 2 και 3 του Καν. 448/2001 (σχετ. και άρθρο 1 παρ. 2 Καν. 2988/1995) και δεν την συνδέουν με την έρευνα υποκειμενικών στοιχείων συμπεριφοράς του υποχρέου, που στοιχειοθετούν την υπαιτιότητά του. Εφόσον όμως ο υπόχρεος επιστροφής έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που του παρείχαν το δικαίωμα λήψης των συγχρηματοδοτούμενων από την κοινότητα πόρων μπορεί να αντιτάξει στην πράξη δημοσιονομικής διόρθωσης τις κοινοτικές αρχές περί δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και ασφάλειας δικαίου. Εναπόκειται δε στην κρίση του εθνικού δικαστή να εκτιμήσει αν λαμβανομένης υπόψη της συμπεριφοράς τόσο εκείνου που έλαβε τους πόρους όσο και της διοικήσεως συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των ως άνω αρχώνΑναιρεί την 941/2010 απόφαση του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Και


ΣΤΕ/ΕΑ/190/2012

Προμήθεια γραμματοθυρίδων...Με τα δεδομένα αυτά, η επίδικη σύμβαση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ (βλ. και παρ. 3 της Διακήρυξης) (ΕΑ 721/2011). Περαιτέρω, η κρινόμενη διαφορά ανεφύη από πράξη που εκδόθηκε στις 15.4.2011, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3886/2010. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση υπάγεται στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Επειδή, παρεμβαίνει προς απόρριψη της κρινόμενης αίτησης η εταιρία «....». Όμως, κατά την συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον της Επιτροπής Αναστολών η παρεμβαίνουσα δεν παρέστη, δεν νομιμοποίησε δε τον υπογράφοντα το δικόγραφο δικηγόρο Ε. ...με έναν από τους τρόπους που προβλέπει το άρθρο 27 του πδ 18/1989 (Α’ 8), όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997 (Α’ 67), το οποίο είναι εφαρμοστέο δυνάμει του άρθρου 3 παρ.1 εδ. β του ν.3886/2010. Συνεπώς, η παρέμβαση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.Επειδή, το δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης υπογράφεται από τον δικηγόρο Ν. ..., ως πληρεξούσιο της αιτούσας. Η τελευταία όμως δεν παρέστη με πληρεξούσιο δικηγόρο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον της Επιτροπής Αναστολών ούτε νομιμοποίησε το δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο της αίτησης με έναν από τους τρόπους που προβλέπονται στο ως άνω άρθρο 27 του π.δ/τος 18/1989. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.


ΕΣ/Α΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1110/2024

Το Δικαστήριο, δικάζον την υπόθεση στην ουσία, κρίνει ότι αφού, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα (βλ. σκέψεις 20- 24 της παρούσας), η Πράξη «Εκσυγχρονισμός και Ανακαίνιση Οικοτροφείου Σιδηροκάστρου» δεν έχει υποστεί σημαντική τροποποίηση, κατά την έννοια του άρθρου 30 παρ. 4 πρώτο εδάφιο του Κανονισμού 1260/1999, μη νομίμως επιβλήθηκε σε βάρος της Ιεράς Μητρόπολης Σιδηροκάστρου, δυνάμει του άρθρου 39 παρ. 1 του ίδιου Κανονισμού, δημοσιονομική διόρθωση, ποσού 687.443,16 ευρώ, με την 2810/Α.Πλ.7763/12.1.2015 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, λόγω παραβίασης των προαναφερόμενων διατάξεων του άρθρου 30 παρ. 4 του εν λόγω Κανονισμού. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η από 6.2.2015 (Α.Β.Δ. 264/2015) έφεση της εκκαλούσας και να ακυρωθεί η ως άνω 2810/Α.Πλ.7763/12.1.2015 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Τέλος, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας (άρθρο 314 παρ. 3 ν. 4700/2020).



ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/523/2021

Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει την αναίρεση της 1592/2016 οριστικής απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που ζητείται η αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης πρέπει να απορριφθεί, ενώ ως προς τον τρίτο λόγο, εκτιμώμενο ως λόγο αίτησης αναθεώρησης, πρέπει να παραπεμφθεί προς κρίση στο Έβδομο Τμήμα (άρθρο 8 παρ. 1 περ. ζ του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 (φ. 52 Α΄) Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 339 του ν. 4700/2020, φ. 127 Α΄).Απορρίπτει την από 13.2.2017 αίτηση αναίρεσης του ….. του …..Παραπέμπει την υπόθεση στο Έβδομο Τμήμα να κρίνει επί της αιτήσεως αναθεώρησης της 1592/2016 οριστικής απόφασης κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα


ΕλΣυνΤμ.1/1244/2016

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.Αίτηση ακύρωσης της 27240 Α.Πλ.3460/20.6.2011 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, με την οποία αποφασίστηκε η ανάκτηση από την εκκαλούσα του ποσού των 110.769,27 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι της καταβλήθηκε αχρεωστήτως ως χρηματοδότηση στο πλαίσιο υλοποίησης του Υποέργου 2 της Πράξηςμε κωδ. MIS 76820, που έχει ενταχθεί στο Μέτρο 1.6. του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος (ΠΕΠ) Κεντρικής Μακεδονίας, και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και από εθνικούς πόρους. «….», Ακολούθως, η εκκαλούσα προβάλλει ότι, κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, η απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης εκδόθηκε μονομερώς από τα εθνικά όργανα, χωρίς να προηγηθεί «διαβούλευση» με τα όργανα της Επιτροπής,  σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 8 του Κανονισμού (ΕΚ) 1260/1999 του Συμβουλίου και του άρθρου 3 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 448/2001 της Επιτροπής της 2ας Μαρτίου 2001 που αναφέρει ότι σε περίπτωση που πρέπει να ανακτηθούν ποσά ως συνέπεια κατάργησης, η αρμόδια υπηρεσία ή φορέας κινούν διαδικασίες ανάκτησης, ενημερώνοντας σχετικά τις αρχές πληρωμών και διαχείρισης.  Πλην όμως, ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον, όπως προαναφέρθηκε (σκέψη ΙΙΙΔ), στο πλαίσιο της αρχής της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη φέρουν κατ’ αρχήν την ευθύνη για τον δημοσιονομικό έλεγχο των παρεμβάσεων, τη δίωξη των παρατυπιών και την πραγματοποίηση των αναγκαίων δημοσιονομικών διορθώσεων, ενώ η εταιρική σχέση ουδόλως υποχρεώνει τα τελευταία (κράτη – μέλη) να διαβουλεύονται με την Επιτροπή προτού αποφασίσουν την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών (πρβλ. Ε.Σ. Ολ. 1818/2014). Εξάλλου, δεν τίθεται θέμα παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας αναφορικά με την ανάκτηση δαπάνης για το ως άνω υποέργο, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εκκαλούσα. Και τούτο διότι, στην προκειμένη υπόθεση, με την επίμαχη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης η οποία γενικώς κρίνεται ως το αναγκαίο και συνάμα κατάλληλο μέσο επίτευξης του επιδιωκόμενου σκοπού, που είναι η άρση της παραβίασης διατάξεων του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου κατά την εκτέλεση συγχρηματοδοτούμενων από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους δημοσίων έργων, δεν αναζητείται το σύνολο της χρηματοδοτικής συνδρομής, οπότε και θα ετίθετο ζήτημα παραβίασης αυτής της αρχής αλλά μόνον τα ποσά εκείνα που αντιστοιχούν σε μη νόμιμες δαπάνες. Επίσης, είναι αβάσιμος  ο λόγος έφεσης  ότι η Διοίκηση προέβη σε κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειάς της κατά παράβαση του άρθρου 39 του Κανονισμού 1260/1999 (το οποίο αναφέρεται στην πραγματοποίηση εκ μέρους των κρατών μελών δημοσιονομικής διόρθωσης, σε περίπτωση διαπίστωσης παρατυπιών κατά την εκτέλεση μιας παρέμβασης). Και τούτο διότι, με βάση το προεκτεθέν νομικό πλαίσιο και τα πραγματικά γεγονότα, όπως εκτίθενται στην προσβαλλόμενη απόφαση, η αναζήτηση των ποσών που καταβλήθηκαν κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 1418/1984, π.δ. 609/1985 και των όρων της απόφασης ένταξης της πράξης ήταν υποχρεωτική και επιβεβλημένη και δεν εναπόκειτο στη διακριτική ευχέρεια της διοικήσεως η επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης (πρβλ. Ε.Σ. Ολ. 1818/2014). Τέλος, η εκκαλούσα προβάλλει ότι παραβιάσθηκε ουσιώδης τύπος της διαδικασίας έκδοσης της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης, διότι μετά το πέρας του ελέγχου η ελεγκτική ομάδα δεν παρέδωσε τη σχετική έκθεση στη Διεύθυνση Προγραμματισμού και Ελέγχων, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 8 του άρθρου 17 του ν. 2860/2000. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι, στην προκειμένη περίπτωση, ο έλεγχος δεν διενεργήθηκε από την Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου (Ε.Δ.ΕΛ.), ώστε να τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 2860/2000, αλλά από τη διαχειριστική αρχή του επιχειρησιακού προγράμματος. Τέλος, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεν τίθεται ζήτημα υποβολής προδικαστικού ερωτήματος ενώπιον του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) αναφορικά με την ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 8, 38 και 39 του Καν (ΕΚ) 1260/1999. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη


ΣτΕ/1311/2019

Επιδόματα εορτών και αδείας:Επειδή, επιλυθέντος, κατά τα ανωτέρω, του ζητήματος της αντισυνταγματικότητας της διάταξης της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, το Δικαστήριο, για λόγους οικονομίας της δίκης, πρέπει να κρατήσει και να δικάσει την υπόθεση, δεδομένου ότι ο μοναδικός λόγος αναίρεσης, καθώς και οι μοναδικοί προβαλλόμενοι με την αγωγή και την παρέμβαση ισχυρισμοί, αφορούν την αντίθεση της ως άνω διάταξης του ν. 4093/2012 με τις προαναφερόμενες συνταγματικές διατάξεις. Ενόψει τούτων το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει, κατ’ αποδοχήν της αίτησης ή αναίρεσης του Ελληνικού Δημοσίου, να αναιρεθεί η 177/2017 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ΧΧΧ και, περαιτέρω, δικάζοντας επί της αγωγής, ότι πρέπει να απορριφθούν οι ισχυρισμοί των εναγόντων περί αντίθεσης της προαναφερόμενης διάταξης του ν. 4093/2012 προς τις διατάξεις των άρθρων 25 παρ.1 και 4 και 4 παρ. 5 του Συντάγματος, και, κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αγωγή στο σύνολό της, καθώς και η ασκηθείσα παρέμβαση.