×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.1/1804/2011

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1225/1981, 774/1980

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με βάση τα παρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει καταρχήν ότι νόμιμα η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης στηρίχθηκε στις διατάξεις της 907/052/2.7.2003 κοινή υπουργικής απόφασης, η οποία, όπως αναφέρθηκε, εφαρμόζεται και στην περίπτωση χρηματοδοτήσεων που έχουν ήδη καταβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της αλλά και στην περίπτωση που διαπιστωθεί αχρεώστητη ή παράνομη καταβολή χρηματοδότησης κατά τη διενέργεια ελέγχου από την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης ενός Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2860/2000, όπως πράγματι συνέβη στην υπό κρίση υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αυτή δε διαφέρει ουσιαστικά από την περιγραφόμενη στην 15954/(ππο)559/11.8.2006 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β΄ 1266), που εκδόθηκε μεταγενέστερα και αφορά στην ανάκτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών για την υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του Ε.Τ.Π.Α. του Γ΄ Κ.Π.Σ., μεταξύ άλλων, και του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα». Εξάλλου, ούτε η εκκαλούσα επικαλείται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει η επέλευση οποιασδήποτε βλάβης στα δικαιώματα της, που να οφείλεται ειδικά στη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος από την εκκαλούσα λόγος, σύμφωνα με τον οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να ακυρωθεί ως ερειδόμενη σε ανίσχυρη κοινή υπουργική απόφαση είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, η εκκαλούσα, παρά το ότι στη συναφθείσα ως άνω από 25.11.2002 σύμβαση αλλά και στην από 23.8.2006 έκθεση ελέγχου φέρεται ως τελικός αποδέκτης, εντούτοις αποτελεί τον τελικό δικαιούχο της συγχρηματοδοτούμενης επένδυσης, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 9 (περίπτ. ιβ) του Κανονισμού (ΕΚ)1260/1999 και 1 (περίπτ. στ) του ν. 2860/2000, καθόσον αποτελεί το φορέα που είχε την ευθύνη υλοποίησης – με δική της οργάνωση και μέσα – της επένδυσης. Κατά συνέπεια, φέρει την ιδιότητα του δημοσίου υπολόγου, ευθυνόμενη για κάθε πταίσμα αναφορικά με τις παρατυπίες που διαπιστώνονται κατά την υλοποίηση της επένδυσης αυτής. (...)Ενόψει αυτών, κατά παραδοχή του αντίστοιχου λόγου με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη υπαιτιότητας ως προς τη διαπιστωθείσα παρατυπία, πρέπει η ένδικη έφεση να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτήν απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων με την έφεση λόγων. Ακολούθως, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην εκκαλούσα του κατατεθέντος παραβόλου της έφεσης (άρθρα 56 παρ. 2 του π.δ/τος 774/1980 και 61 παρ. 5 του π.δ/τος 1225/1981), ενώ πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από την δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Διοικ.Δικ., σε συνδυασμό προς το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/392/2021

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού..Το Δικαστήριο: α) υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας, ως εθνικής συνταγματικής αρχής και γενικής αρχής του ενωσιακού δικαίου (βλ.σκέψη 10), που επιβάλλει το αποκαταστατικό μέτρο της ανάκτησης της χρηματοδότησης να τελεί  σε εύλογη σχέση αναλογίας προς τη διαπιστούμενη απόκλιση από την επίτευξη των στόχων της ενισχυόμενης δράσης και να παρίσταται πρόσφορο για την υλοποίηση του επιδιωκόμενου από την οικεία διάταξη σκοπού, προκειμένου τούτο (μέτρο) να διατηρεί τον  επανορθωτικό του χαρακτήρα και να μην καταλήγει σε  κυρωτικό μέτρο, λαμβανομένων περαιτέρω υπόψη των  συντρεχουσών περιστάσεων και ιδίως το πραγματικό γεγονός, που πιστοποιήθηκε από τους επιγενόμενους της ένταξης ελέγχους της επένδυσης και δεν αμφισβητείται,  β) ότι η εκκαλούσα ως επενδυτής, σε κάθε περίπτωση, υλοποίησε στο ακέραιο τις υποχρεώσεις που απέρρευσαν από την απόφαση υπαγωγής της στον αναπτυξιακό νόμο και αξιοποίησε πλήρως την χορηγηθείσα σε αυτήν ενίσχυση, υπηρετώντας έτσι τους οικείους σκοπούς ανάπτυξης και ενίσχυσης των ιδιωτικών επενδύσεων, συμβάλλοντας  περαιτέρω  στην επίτευξη των στόχων της περιφερειακής ανάπτυξης και γ)  ότι το ύψος του ληφθέντος μέτρου, ήτοι ο καταλογισμός της με το ποσό των 90.815,45 ευρώ βαίνει  πέραν των ορίων του πρόσφορου, του κατάλληλου και του αναγκαίου για την πραγματοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού της διασφάλισης της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της μη διακινδύνευσης των ενωσιακών πόρων, κρίνει, για τους λόγους αυτούς, ότι πρέπει το ποσό της  ένδικης διόρθωσης να περιοριστεί στο ύψος των 45.000,00 ευρώ.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η ένδικη έφεση να γίνει εν μέρει δεκτή και να περιοριστεί ο επίδικος καταλογισμός στο ποσό των 45.000,00 ευρώ, μεταρρυθμιζομένης κατά τούτο της προσβαλλομένης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης.


ΕλΣυνΤμ.1/1244/2016

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.Αίτηση ακύρωσης της 27240 Α.Πλ.3460/20.6.2011 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, με την οποία αποφασίστηκε η ανάκτηση από την εκκαλούσα του ποσού των 110.769,27 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι της καταβλήθηκε αχρεωστήτως ως χρηματοδότηση στο πλαίσιο υλοποίησης του Υποέργου 2 της Πράξηςμε κωδ. MIS 76820, που έχει ενταχθεί στο Μέτρο 1.6. του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος (ΠΕΠ) Κεντρικής Μακεδονίας, και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και από εθνικούς πόρους. «….», Ακολούθως, η εκκαλούσα προβάλλει ότι, κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, η απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης εκδόθηκε μονομερώς από τα εθνικά όργανα, χωρίς να προηγηθεί «διαβούλευση» με τα όργανα της Επιτροπής,  σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 8 του Κανονισμού (ΕΚ) 1260/1999 του Συμβουλίου και του άρθρου 3 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 448/2001 της Επιτροπής της 2ας Μαρτίου 2001 που αναφέρει ότι σε περίπτωση που πρέπει να ανακτηθούν ποσά ως συνέπεια κατάργησης, η αρμόδια υπηρεσία ή φορέας κινούν διαδικασίες ανάκτησης, ενημερώνοντας σχετικά τις αρχές πληρωμών και διαχείρισης.  Πλην όμως, ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον, όπως προαναφέρθηκε (σκέψη ΙΙΙΔ), στο πλαίσιο της αρχής της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη φέρουν κατ’ αρχήν την ευθύνη για τον δημοσιονομικό έλεγχο των παρεμβάσεων, τη δίωξη των παρατυπιών και την πραγματοποίηση των αναγκαίων δημοσιονομικών διορθώσεων, ενώ η εταιρική σχέση ουδόλως υποχρεώνει τα τελευταία (κράτη – μέλη) να διαβουλεύονται με την Επιτροπή προτού αποφασίσουν την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών (πρβλ. Ε.Σ. Ολ. 1818/2014). Εξάλλου, δεν τίθεται θέμα παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας αναφορικά με την ανάκτηση δαπάνης για το ως άνω υποέργο, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εκκαλούσα. Και τούτο διότι, στην προκειμένη υπόθεση, με την επίμαχη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης η οποία γενικώς κρίνεται ως το αναγκαίο και συνάμα κατάλληλο μέσο επίτευξης του επιδιωκόμενου σκοπού, που είναι η άρση της παραβίασης διατάξεων του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου κατά την εκτέλεση συγχρηματοδοτούμενων από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους δημοσίων έργων, δεν αναζητείται το σύνολο της χρηματοδοτικής συνδρομής, οπότε και θα ετίθετο ζήτημα παραβίασης αυτής της αρχής αλλά μόνον τα ποσά εκείνα που αντιστοιχούν σε μη νόμιμες δαπάνες. Επίσης, είναι αβάσιμος  ο λόγος έφεσης  ότι η Διοίκηση προέβη σε κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειάς της κατά παράβαση του άρθρου 39 του Κανονισμού 1260/1999 (το οποίο αναφέρεται στην πραγματοποίηση εκ μέρους των κρατών μελών δημοσιονομικής διόρθωσης, σε περίπτωση διαπίστωσης παρατυπιών κατά την εκτέλεση μιας παρέμβασης). Και τούτο διότι, με βάση το προεκτεθέν νομικό πλαίσιο και τα πραγματικά γεγονότα, όπως εκτίθενται στην προσβαλλόμενη απόφαση, η αναζήτηση των ποσών που καταβλήθηκαν κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 1418/1984, π.δ. 609/1985 και των όρων της απόφασης ένταξης της πράξης ήταν υποχρεωτική και επιβεβλημένη και δεν εναπόκειτο στη διακριτική ευχέρεια της διοικήσεως η επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης (πρβλ. Ε.Σ. Ολ. 1818/2014). Τέλος, η εκκαλούσα προβάλλει ότι παραβιάσθηκε ουσιώδης τύπος της διαδικασίας έκδοσης της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης, διότι μετά το πέρας του ελέγχου η ελεγκτική ομάδα δεν παρέδωσε τη σχετική έκθεση στη Διεύθυνση Προγραμματισμού και Ελέγχων, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 8 του άρθρου 17 του ν. 2860/2000. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι, στην προκειμένη περίπτωση, ο έλεγχος δεν διενεργήθηκε από την Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου (Ε.Δ.ΕΛ.), ώστε να τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 2860/2000, αλλά από τη διαχειριστική αρχή του επιχειρησιακού προγράμματος. Τέλος, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεν τίθεται ζήτημα υποβολής προδικαστικού ερωτήματος ενώπιον του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) αναφορικά με την ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 8, 38 και 39 του Καν (ΕΚ) 1260/1999. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη


ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/444/2016

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της  2949/0052/17.10.2014 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης (...)Κατ` ακολουθία αυτών που προηγουμένως έγιναν δεκτά, νομίμως επιβλήθηκε η ως άνω δημοσιονομική διόρθωση καθόσον η εκκαλούσα δεν τήρησε την απορρέουσα από την παράγραφο 5 του άρθρου 18 της 192249/ΕΥΣ4057/2002 κυα και από την απόφαση υπαγωγής της επένδυσης στο ανωτέρω καθεστώς ενισχύσεων, υποχρέωση περί μη μεταβίβασης των πάγιων περιουσιακών στοιχείων για μία πενταετία και επομένως η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί. 

ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΜΕΙΖΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/18/2025


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/397/2020

Δημοσιονομική διόρθωση.Έργο-Διαρθρωτική Προσαρμογή Εργαζομένων και Επιχειρήσεων εντός της οικονομικής κρίσης.....ζητείται η ακύρωση της 95065/2.12.2016 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Επαγγελματικής Κατάρτισης Ενηλίκων (Α3).Με δεδομένα αυτά δεν προκύπτει σαφώς από τα στοιχεία του φακέλου η έλλειψη αιτιώδους σχέσης μεταξύ της εφαρμογής του Σχεδίου Διαρθρωτικής Προσαρμογής και του αποτελέσματος της εξαγωγικής δραστηριότητας της εκκαλούσας, δοθέντος ότι αφενός μεν κατά τη διάρκεια της κατάρτισης δόθηκε έμφαση στην εξοικείωση των εργαζομένων αυτής με τις μεθόδους και τις τεχνικές του διεθνούς εμπορίου και αφετέρου η πορεία των εξαγωγών της εκκαλούσας κατά τα έτη υλοποίησης του προγράμματος εμφάνισε ρυθμό αύξησης. Περαιτέρω, από τη διαλαμβανόμενη στο 80971/29.9.2014 έγγραφο της Αν. Προϊσταμένης της Γ.Δ.Α3 αιτιολογία περικοπής της αμοιβής του Συμβούλου, που κοινοποιήθηκε στην εκκαλούσα, δεν προκύπτουν ειδικότερα τα ελλείποντα παραδοτέα που δεν επέτρεψαν στον έλεγχο τη διαπίστωση της αιτιώδους σχέσης μεταξύ της εφαρμογής του Σχεδίου Διαρθρωτικής Προσαρμογής και του αυξητικού ρυθμού μεταβολής των εξαγωγών της εκκαλούσας κατά τα κρίσιμα για την εφαρμογή του προγράμματος έτη. Ως εκ της αντιφατικής, ασαφούς και ανεπαρκούς ως άνω αιτιολογίας, εκ της οποίας δεν δύνανται να ελεγχθούν ως βάσιμα τα συμπεράσματα του ελέγχου αναφορικά με την υλοποίηση του Σχεδίου Διαρθρωτικής Προσαρμογής σε ποσοστό 70%, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν παρίσταται νόμιμη  η αναλογική μείωση της αμοιβής του Συμβούλου κατά ποσοστό 30%, ήτοι κατά το ποσό των 3.690,00 ευρώ, και συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση τυγχάνει ακυρωτέα κατά το μέρος αυτό ως μη νομίμως αιτιολογημένη. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η έφεση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης κατά το ποσό των 3.690,00 ευρώ. Περαιτέρω, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 73 παρ. 4 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο - ν. 4129/2013 (Α΄ 52) πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα το παράβολο της έφεσης κατά το ποσό των 37,00 ευρώ λόγω μερικής νίκης, το δε Δημόσιο να απαλλαγεί, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, από τα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με την αναλόγως εφαρμοστέα εν προκειμένω (βλ. το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά το ν. 3472/2006, Α΄ 135) διάταξη του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/624/2021

Δημοσιονομική διόρθωση δααπανών...Τέλος, η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι η επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, καθόσον οι δήθεν παρατυπίες που διαπιστώθηκαν δεν συνιστούν συστημικής φύσεως παρατυπίες αλλά μεμονωμένες παραβάσεις λαμβανομένου υπόψη ότι η εκκαλούσα  υλοποίησε επιτυχώς την Πράξη, εφόσον ούτε ματαιώθηκε η εκτέλεσή της ούτε κατέστη μη λειτουργική, ενώ περαιτέρω ουδεμία ζημία προκλήθηκε από τις επισημανθείσες παρατυπίες. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δοθέντος ότι η παραβίαση των υποχρεώσεων της δικαιούχου, αναφορικά με τους όρους ένταξης της πράξης, συνεπάγεται, ενόψει της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, την διόρθωση των λογαριασμών, ενώ απλώς και μόνο το γεγονός ότι η πράξη έχει υλοποιηθεί δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την καταβολή της ενίσχυσης, εφόσον η δικαιούχος όφειλε να παραδώσει στο σύνολο και τα επιμέρους παραδοτέα, όπως είχε δεσμευτεί να πράξει με την υπογραφή της οικείας σύμβασης. Εξάλλου, το ύψος της επιβληθείσας δημοσιονομικής διόρθωσης δεν υπερβαίνει, και δη προδήλως ένα εύλογο όριο, εφόσον ευρίσκεται σε συνάφεια με τις επιμέρους διαπιστωθείσες πλημμέλειες και αντιστοιχεί είτε στην αξία των συγκεκριμένων δαπανών είτε σε μέρος μόνο της χρηματοδότησης που καταβλήθηκε στην εκκαλούσα για τα συγκεκριμένα παραδοτέα βάσει κατ’ αποκοπή συντελεστή 5%, ο οποίος είναι εκ των χαμηλοτέρων συντελεστών που δύνανται να επιβληθούν, βάσει των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (βλ. Ι Τμ. 269/2020). Συνεπώς, απορριπτέος τυγχάνει ο προβαλλόμενος λόγος περί παραβάσεως της αρχής της αναλογικότητας (πρβλ. Δ.Ε.Ε. διάταξη της 10.10.2012 «Ελλάδα κατά Επιτροπής», C- 497/11 σκ. 63-68, απόφαση της 15.9. 2005, «Ιρλανδία κατά Επιτροπής», C-199/03, σκ. 56-60, T-371/06, T-14/07, T 15/07 και T-332/07, Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2008, σκ. 77, Ε.Σ. Ολ. 1818/2014, Ι Τμ. 90/2012).Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος, η έφεση πρέπει να γίνει μερικώς δεκτή κατά τα αναφερόμενα στην σκέψη 8, και να ακυρωθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη πράξη και να περιορισθεί το ποσό της δημοσιονομικής διόρθωσης σε 3.762,16 ευρώ.


ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/932/2024

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.(...) Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία, τα οποία προκύπτουν από την επισκόπηση της αναιρεσιβάλλομένης απόφασης, ήτοι ότι: α. εκδόθηκε απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Ηπείρου, με την οποία πιστοποιήθηκε η έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας από 17.4.2008, β. ο αριθμός των θέσεων εργασίας και η παράταση για ολοκλήρωση της επένδυσης, τροποποιήθηκαν με αποφάσεις του αρμοδίου οργάνου, ήτοι του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, γ. όπως γίνεται δεκτό από το Τμήμα, υπήρξε πλημμελής αιτιολογία της απόφασης ένταξης του επενδυτικού προγράμματος, καταλήγει στο ότι ο τελικός δικαιούχος, ήτοι η Διεύθυνση Σχεδιασμού και Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ηπείρου, συντέλεσε εξαρχής στην παρατυπία, η οποία οδήγησε σε ολική δημοσιονομική διόρθωση και για τον λόγο αυτόν, υπό τις περιστάσεις της κρινόμενης υπόθεσης και εν όψει της διαπιστωθείσας παρατυπίας, με δεδομένο ότι από την αναιρεσιβαλλομένη προκύπτει ότι το έργο υλοποιήθηκε, ότι απασχολήθηκαν τρία άτομα και υπήρξαν κάποια έσοδα (παρ. 10.1 και 10.2 της παρούσας), το Δικαστήριο κρίνει ότι η ολοκληρωτική κατάργηση της ενωσιακής συνδρομής δεν συνιστά το ενδεδειγμένο και το μόνο κατάλληλο μέτρο, που μπορεί να εξασφαλίσει το αποτρεπτικό αποτέλεσμα που είναι αναγκαίο για τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση και την αποτελεσματική προστασία των ενωσιακών και εθνικών κονδυλίων. Συνακόλουθα κρίνει ότι το επίδικο μέτρο υπερακοντίζει προδήλως τον επιδιωκόμενο σκοπό, αναδεικνυόμενο ως μη αναγκαίο ως εκ της προδήλου δυσαναλογίας του. Ως εκ τούτου το Δικαστήριο κρίνει ότι η ανάκτηση του συνολικού ποσού της επιχορήγησης είναι μη νόμιμη ως αντικείμενη στην αρχή της αναλογικότητας.  παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας, η οποία συντελέσθηκε με την επιβολή ολικής δημοσιονομικής διόρθωσης σε βάρος της αναιρεσείουσας, πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η πληττόμενη απόφαση και να διαταχθεί η επιστροφή του καταβληθέντος παραβόλου στην αναιρεσείουσα.Μετά την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης, η υπόθεση, η οποία δεν χρήζει διερεύνησης κατά το πραγματικό της μέρος, πρέπει να διακρατηθεί και να δικαστεί στην ουσία από την Ολομέλεια, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 176 παρ. 2 του ν. 4700/2020.Δοθέντος ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω στην παρ. 28 της παρούσας, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας επεβλήθη στην εκκαλούσα με την εκκαλούμενη απόφαση δημοσιονομική διόρθωση για το σύνολο της επιχορήγησης, πρέπει η έφεση να γίνει εν μέρει δεκτή, για τους προεκτεθέντες στην παρ. 28 λόγους, να μεταρρυθμιστεί η απόφαση αυτή και να περιοριστεί το ύψος της δημοσιονομικής διόρθωσης σε εκατόν πενήντα τέσσερις χιλιάδες εξακόσια ογδόντα δύο ευρώ και εξακόσια εξήντα επτά λεπτά  (154.682,667), ήτοι στα δύο τρίτα της αρχικής δημοσιονομικής διόρθωσης. Περαιτέρω πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα μέρους του κατατεθέντος παραβόλου, ανερχομένου σε χίλια πεντακόσια (1.500,00) ευρώ (άρθρο 310 παρ. 1 εδ. α΄ του ν. 4700/2020). Περαιτέρω, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα (άρθρο 314 παρ. 3 εδ. β΄ του ν. 4700/2020).Για τους λόγους αυτούςΔέχεται την αίτηση αναίρεσης.Αναιρεί την 2299/2017 απόφαση του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου αναίρεσης στην αναιρεσείουσα.Διακρατεί και δικάζει την υπόθεση.Δέχεται εν μέρει την από 24.6.2010 (με ΑΒΔ 223/2010) έφεση.Μεταρρυθμίζει την 1076/0052/22.4.2010 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομικών.Περιορίζει το ύψος της δημοσιονομικής διόρθωσης σε εκατόν πενήντα τέσσερις χιλιάδες εξακόσια ογδόντα δύο ευρώ και εξακόσια εξήντα επτά λεπτά  (154.682,667).




ΕλΣυν.Τμ.7/306/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ:Σύμφωνα με την προσβαλλομένη, ο καταλογισμός σε βάρος της οφείλεται στην ιδιότητά της ως υπολόγου που έχει υπογράψει τα ως άνω πέντε ΧΕ και στην ευθύνη της να μεριμνά για την έγκαιρη καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία και να παρακολουθεί την απόδοση των φόρων και των κρατήσεων υπέρ τρίτων στους δικαιούχους. Σύμφωνα όμως με όσα εκτίθενται ανωτέρω στη σκέψη αυτήν, το έλλειμμα δημιουργήθηκε εξαιτίας της μη απόδοσης στους δικαιούχους των μετρητών που ο …λάμβανε παράνομα από το ταμείο του Δήμου καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους 2007-δηλαδή, ακόμα και σε χρονικά διαστήματα κατά τα οποία η εκκαλούσα δεν είχε καν αναλάβει τα καθήκοντα της Προϊσταμένης του Τμήματος Εξόδων-ενώ δεν της αποδίδεται με την προσβαλλομένη ανάμιξη στην παράνομη παράδοση μετρητών στον .. ούτε αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου σχετική ευθύνη της, συνεπώς η υπογραφή και μόνο από αυτήν των εν λόγω ΧΕ δε συνδέεται αιτιωδώς με τη δημιουργία του ελλείμματος. (..)Με τα δεδομένα αυτά, ο καταλογισμός σε βάρος της δεν είναι νόμιμος, διότι ούτε από την προσβαλλομένη ούτε από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου αποδεικνύεται η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της διαχειριστικής δράσης της και της δημιουργίας του ελλείμματος, όπως βάσιμα προβάλλεται με τον σχετικό λόγο έφεσης, ενώ η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων λόγων έφεσης παρέλκει ως αλυσιτελής.


Ελ.Συν.Ολομ/121/2017

Οικονομική ενίσχυση Δήμου-Δημοσιονομική διόρθωση:Με τα δεδομένα αυτά πιθανολογείται βάσιμος ο κατά τα ανωτέρω ισχυρισμός του αιτούντος Δήμου ότι η εκ μέρους του καταβολή του καταλογισθέντος σε βάρος του χρηματικού ποσού θα επιφέρει σ’ αυτόν δυσχερώς επανορθώσιμη οικονομική βλάβη. Ως εκ τούτου, πρέπει, κατά παραδοχή της ένδικης αίτησης, να ανασταλούν οι έννομες συνέπειες της 447/2016 απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και, συνακόλουθα, η εκτέλεση της 23423/Α.Πλ.3069/30.5.2011 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης στην εκκρεμούσα αίτηση αναίρεσης, που έχει ασκηθεί από τον αιτούντα Δήμο ή μέχρι την κατάργηση της δίκης, που έχει ανοιχθεί με αυτήν.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/388/2021

Εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων..Δημοσιονομική διόρθωση ...Με την έφεση αυτή, η εκκαλούσα επιδιώκει την ακύρωση της 2946/0052/17.10.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών. ...H προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη, αφού στο σώμα αυτής δεν εξειδικεύεται η ακριβής αιτία του καταλογισμού, ήτοι σε τι έγκειται η παρανομία της ανάλωσης των απροβλέπτων, η δε παραπομπή στην έκθεση ελέγχου δεν αρκεί για την υποκατάσταση της ελλείπουσας αιτιολογίας, ενώ, περαιτέρω, δεν αναφέρεται ο επιμερισμός των πληρωμών κατά πηγή προέλευσης των εθνικών και κοινοτικών πόρων. Ομοίως, ο ως άνω λόγος έφεσης είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος. Τούτο διότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη, εφόσον σε αυτήν αναφέρεται ρητά ότι η δημοσιονομική διόρθωση ποσού 283.508,99 ευρώ, πλέον τόκων υπολογιζόμενων σύμφωνα με την Κανονισμό 794/2004 και την ΥΑ 448/0052/4.5.2011, επιβάλλεται λόγω μη ορθής ανάλωσης των απροβλέπτων, σύμφωνα με το άρθρο 57 του ν.3669/2008, ενώ, όσον αφορά στον προσδιορισμό της παρανομίας της ανάλωσης του κονδυλίου απροβλέπτων, η προσβαλλόμενη ρητώς παραπέμπει στο σημείο Δ.2. της από 22-26/4/2013 οριστικής έκθεσης αποτελεσμάτων ελέγχου, η οποία είχε ήδη κοινοποιηθεί στην εκκαλούσα με το 1508/0051/15.11.20013 έγγραφο της 51ης Διεύθυνσης της ΕΔΕΛ, και λήφθηκε υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης, από την οποία προκύπτει και εξειδικεύεται η ιστορική και νομική αιτία της επίδικης δημοσιονομικής διόρθωσης (βλ. Ε.Σ.  Ι Τμ. 2770/2009 πρβλ. 127/2019), ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία στην εκκαλούσα σχετικά με το λόγο που δικαιολογεί την έκδοση της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης. Τούτο άλλωστε αποδεικνύεται και από το περιεχόμενο του κρινόμενου δικογράφου, από το οποίο προκύπτει ότι η τελευταία έχει αντιληφθεί με σαφήνεια την αιτία του καταλογισμού, χωρίς η αοριστία την οποία επικαλείται να επηρεάσει τα δικαιώματα άμυνάς της (βλ. Ε.Σ.  Ι Τμ. 242/2019, 1859/2017). Εξάλλου, ο επιμερισμός του προς ανάκτηση ποσού αποσκοπεί προεχόντως στη λογιστική τακτοποίηση των ανακτώμενων ποσών, αντίστοιχα προς τα ποσοστά συμμετοχής των φορέων χρηματοδότησης στην επιχορήγηση, και δεν επιδρά στα έννομα συμφέροντα της εκκαλούσας, η οποία οφείλει να επιστρέψει το σύνολο της αχρεωστήτως καταβληθείσας επιχορήγησης, ανεξαρτήτως του τρόπου επιμερισμού της. Ως εκ τούτου, αλυσιτελώς προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η έλλειψη επιμερισμού του επιστρεπτέου από την εκκαλούσα ποσού καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση πλημμελή και ακυρωτέα (βλ. Ε.Σ.  Ι Τμ. 1450/2018, 1813/2016, 6654/2015)..(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη και  να διαταχθεί η κατάπτωση του κατά νόμο οφειλόμενου, για την άσκηση αυτής, παραβόλου (βλ. άρθρο 73 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο), το οποίο, όμως περιλαμβάνει και το κατατεθέν ως υπερβάλλον αυτού, ύψους 1.335,00  ευρώ, το οποίο για τον λόγο αυτό πρέπει να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και να  μην αποδοθεί στην εκκαλούσα ως αχρεωστήτως καταβληθέν. 


ΕλΣυνΚλΤμ.7/147/2009

Μίσθωση μηχανήματος για συντήρηση αγροτικών δρόμων-ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΗ ΕΚΔΟΣΗ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟΥ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι ανεξαρτήτως του οργάνου που ενέκρινε την απευθείας συμφωνία, αυτή μπορούσε κατά νόμο να γίνει αφού η μίσθωση δεν υπερέβαινε τους τρεις (3) μήνες και δεν χρειαζόνταν η τήρηση της διαδικασίας του διαγωνισμού (όμοια διάταξη περιλαμβάνεται και στο άρθρο 199 παρ. 24 και 2 του ν. 3463/2006). Συνακόλουθα, η δαπάνη είναι μεν νόμιμη δεν είναι όμως κανονική αφού το συνοδευτικό αυτής τιμολόγιο εκδόθηκε κατά παράβαση του χρονικού ορίου που προβλέπεται στον ΚΒΣ. Επομένως, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί