×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.Ι/3680/2009

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Καταλογισμός ποσού...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, η επίδικη καταλογιστική πράξη παρίσταται νόμιμη και αιτιολογημένη, καθόσον η εκκαλούσα, με την ιδιότητα του τελικού δικαιούχου, παραβίασε τις προβλεπόμενες από την ανωτέρω απόφαση χρηματοδότησης και από την από 3.4.2003 Σύμβαση παροχής κρατικής οικονομικής ενίσχυσης, που υπογράφηκε μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ίδιας, υποχρεώσεις της. Οι παρατυπίες δε που διαγνώστηκαν στο πλαίσιο των ελέγχων που διενεργήθηκαν, λόγω της σοβαρότητας αυτών, οδήγησαν αιτιολογημένα στην ανάκληση της απόφασης χρηματοδότησης του έργου και στην υποχρεωτική εκ του λόγου αυτού, δυνάμει και του άρθρου 6 της 907/052/2.7.2003 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ 878 Β΄), αναζήτηση της δοθείσας στην εκκαλούσα συνολικής χρηματοδότησης, με την έκδοση σε βάρος αυτής της επίδικης καταλογιστικής πράξης. Κατ΄ ακολουθία, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη στο σύνολό της και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 56 παρ.2 του π.δ.774/1980).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

701/0052/2013

Τροποποίηση της αριθ. 907/052/2.7.2003 κοινής υπουργικής απόφασης Εθνικό Σύστημα δημοσιονομικών διορθώσεων για την ανάκτηση αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών από πόρους του κρατικού προϋπολογισμού για την υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (Κ.Π.Σ.), του Ταμείου Συνοχής και των Κοινοτικών Πρωτοβουλιών για την προγραμματική περίοδο 2000-2006 (Β΄ 878).

ΕΣ/ΤΜ.1/2212/2008

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η επίδικη δημοσιονομική διόρθωση παρίσταται νόμιμη και αιτιολογημένη, καθόσον η εκκαλούσα με την ιδιότητα του τελικού δικαιούχου παραβίασε τις προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία και τους οικείους όρους της 3839/14.3.2003 απόφασης ένταξης της πράξης στο Ε.Π. υποχρεώσείς της περί έγκαιρης και πλήρους ενημέρωσης της Διαχειριστικής Αρχής επί της πορείας εκτέλεσης του έργου και των προβλημάτων που τυχόν θα ανέκυπταν, δεδομένου ότι μολονότι από τις 21.7.2003 ανέκυψε το πρόβλημα της αδυναμίας υλοποίησης του έργου σύμφωνα με την εκπονηθείσα μελέτη, με τον ανάδοχο να ζητεί εκ του λόγου αυτού τη διακοπή των σχετικών εργασιών και τη διάλυση της σύμβασης, τα ανωτέρω κατέστησαν γνωστά στη Διαχειριστική Αρχή μόλις στις 16.3.2004, ήτοι μετά την παρέλευση μακρού χρονικού διαστήματος και ενώ η εργολαβική σύμβαση είχε ήδη διαλυθεί, με συνέπεια τον κίνδυνο ματαίωσης του ανατεθέντος έργου, ενόψει και του ανελαστικού λόγω τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων χρόνου ολοκλήρωσής του. Η ως άνω παρατυπία λόγω της σοβαρότητάς της οδήγησε αιτιολογημένα στην ανάκληση της απόφασης ένταξης του έργου στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα (Ε.Π.) και στην υποχρεωτική εκ του λόγου αυτού, δυνάμει και του άρθρου 6 της 907/052/2.7.2003 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ 878 Β΄), αναζήτηση της δοθείσας στην εκκαλούσα συνολικής χρηματοδότησης με την επιβολή εις βάρος αυτής της επίδικης δημοσιονομικής διόρθωσης. 


ΕΣ/ΤΜ.1/1804/2011

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με βάση τα παρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει καταρχήν ότι νόμιμα η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης στηρίχθηκε στις διατάξεις της 907/052/2.7.2003 κοινή υπουργικής απόφασης, η οποία, όπως αναφέρθηκε, εφαρμόζεται και στην περίπτωση χρηματοδοτήσεων που έχουν ήδη καταβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της αλλά και στην περίπτωση που διαπιστωθεί αχρεώστητη ή παράνομη καταβολή χρηματοδότησης κατά τη διενέργεια ελέγχου από την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης ενός Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2860/2000, όπως πράγματι συνέβη στην υπό κρίση υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αυτή δε διαφέρει ουσιαστικά από την περιγραφόμενη στην 15954/(ππο)559/11.8.2006 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β΄ 1266), που εκδόθηκε μεταγενέστερα και αφορά στην ανάκτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών για την υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του Ε.Τ.Π.Α. του Γ΄ Κ.Π.Σ., μεταξύ άλλων, και του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα». Εξάλλου, ούτε η εκκαλούσα επικαλείται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει η επέλευση οποιασδήποτε βλάβης στα δικαιώματα της, που να οφείλεται ειδικά στη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος από την εκκαλούσα λόγος, σύμφωνα με τον οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να ακυρωθεί ως ερειδόμενη σε ανίσχυρη κοινή υπουργική απόφαση είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, η εκκαλούσα, παρά το ότι στη συναφθείσα ως άνω από 25.11.2002 σύμβαση αλλά και στην από 23.8.2006 έκθεση ελέγχου φέρεται ως τελικός αποδέκτης, εντούτοις αποτελεί τον τελικό δικαιούχο της συγχρηματοδοτούμενης επένδυσης, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 9 (περίπτ. ιβ) του Κανονισμού (ΕΚ)1260/1999 και 1 (περίπτ. στ) του ν. 2860/2000, καθόσον αποτελεί το φορέα που είχε την ευθύνη υλοποίησης – με δική της οργάνωση και μέσα – της επένδυσης. Κατά συνέπεια, φέρει την ιδιότητα του δημοσίου υπολόγου, ευθυνόμενη για κάθε πταίσμα αναφορικά με τις παρατυπίες που διαπιστώνονται κατά την υλοποίηση της επένδυσης αυτής. (...)Ενόψει αυτών, κατά παραδοχή του αντίστοιχου λόγου με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη υπαιτιότητας ως προς τη διαπιστωθείσα παρατυπία, πρέπει η ένδικη έφεση να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτήν απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων με την έφεση λόγων. Ακολούθως, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην εκκαλούσα του κατατεθέντος παραβόλου της έφεσης (άρθρα 56 παρ. 2 του π.δ/τος 774/1980 και 61 παρ. 5 του π.δ/τος 1225/1981), ενώ πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από την δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Διοικ.Δικ., σε συνδυασμό προς το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).


ΝΣΚ/280/2004

Ο καταλογισμός και η ανάκτηση των ποσών που καταβάλλονται παρανόμως ή αχρεωστήτως για την εκτέλεση έργων εντασσομένων σε επιχειρησιακά προγράμματα, κοινοτικές πρωτοβουλίες ή στο Ταμείο Συνοχής του Γ’ Κ.Π.Σ. (περίοδος 2000-2006) πραγματοποιείται αδιακρίτως κατά το σύστημα δημοσιονομικών διορθώσεων που θεσπίσθηκε με την 907/052/2-7-2003 απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Γεωργίας και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ανεξαρτήτως αν η χρηματοδότηση αυτών γίνεται από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους ή αποκλειστικά από εθνικούς πόρους.


ΕΣ/ΕΛΑΣ.ΟΛΟΜ./552/2023

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού 3.871.820,37 ευρώ, ως διαδόχου φορέα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης …, με την αιτιολογία ότι στην τελευταία, η οποία ήταν η Τελική Δικαιούχος του υποέργου «Θέατρο …»,  φέρεται να καταβλήθηκε παρανόμως το ανωτέρω ποσό. Το εν λόγω υποέργο είχε ενταχθεί στο μέτρο 1.4 του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος … 2000-2006 και χρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και από εθνικούς πόρους.(...)Στο πλαίσιο αυτό, η επίμαχη ρύθμιση, που καθορίζει το ύψος του προς επιστροφή ποσού σε περίπτωση απένταξης ενός έργου, αφορά ένα ειδικότερο ζήτημα της ουσιαστικής ρύθμισης του άρθρου 104 του ν. 2362/1995, το οποίο αναφέρεται γενικά στη διαδικασία είσπραξης από το Δημόσιο αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και απαιτεί την ανάκτησή τους σε περίπτωση παρατυπίας αλλά και του άρθρου 6 του ν. 2860/2000, το οποίο προβλέπει ειδικότερα την ανάκτηση των παρανόμως ή αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών κατά την εκτέλεση των χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση επιχειρησιακών προγραμμάτων. Το πλαίσιο δε που θέτουν οι διατάξεις αυτές είναι ορισμένο ως προς την υποχρέωση επιστροφής των σχετικών ποσών, προβλέπουν δε ρητά και την ολική διακοπή της χρηματοδότησης σε περίπτωση διαπίστωσης σοβαρής παρατυπίας, όπως εν προκειμένω. Συνεπώς, η διάταξη του άρθρου 6 της κ.υ.α. 907/052/2003, περί επιστροφής του συνόλου της χρηματοδότησης σε περίπτωση ανάκλησης της απόφασης ένταξης, τελώντας εντός του πλαισίου των καθοριζόμενων με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2860/2000 κυρώσεων, ρυθμίζει πράγματι ένα ειδικότερο τεχνικού και λεπτομερειακού χαρακτήρα ζήτημα. Εξάλλου, ο προβαλλόμενος με την ένδικη αίτηση ισχυρισμός ότι η επίμαχη διάταξη του άρθρου 6 της κ.υ.α. 907/052/2003, που προβλέπει την επιστροφή του συνόλου των καταβληθέντων ποσών σε περίπτωση απένταξης μίας πράξης χωρίς να εξετάζεται το γεγονός ότι το υπό ενίσχυση σχέδιο μπορεί να έχει μερικώς υλοποιηθεί, παραβιάζει το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης προβάλλεται αβασίμως, καθώς το δικαίωμα αυτό τυγχάνει εφαρμογής κατά τη διαδικασία έκδοσης της διοικητικής πράξης, εν προκειμένω δε της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης, και ουδόλως η επίμαχη διάταξη αποκλείει την άσκησή του κατά την διάρκεια της προβλεπόμενης διαδικασίας ανάκτησης. Στην κρινόμενη υπόθεση η αναιρεσείουσα δεν θέτει ζήτημα επί της ουσίας παραβίασης του δικαιώματος αυτού κατά την έκδοση της προσβληθείσας με την έφεση πράξης.(...)Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/624/2021

Δημοσιονομική διόρθωση δααπανών...Τέλος, η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι η επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, καθόσον οι δήθεν παρατυπίες που διαπιστώθηκαν δεν συνιστούν συστημικής φύσεως παρατυπίες αλλά μεμονωμένες παραβάσεις λαμβανομένου υπόψη ότι η εκκαλούσα  υλοποίησε επιτυχώς την Πράξη, εφόσον ούτε ματαιώθηκε η εκτέλεσή της ούτε κατέστη μη λειτουργική, ενώ περαιτέρω ουδεμία ζημία προκλήθηκε από τις επισημανθείσες παρατυπίες. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δοθέντος ότι η παραβίαση των υποχρεώσεων της δικαιούχου, αναφορικά με τους όρους ένταξης της πράξης, συνεπάγεται, ενόψει της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, την διόρθωση των λογαριασμών, ενώ απλώς και μόνο το γεγονός ότι η πράξη έχει υλοποιηθεί δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την καταβολή της ενίσχυσης, εφόσον η δικαιούχος όφειλε να παραδώσει στο σύνολο και τα επιμέρους παραδοτέα, όπως είχε δεσμευτεί να πράξει με την υπογραφή της οικείας σύμβασης. Εξάλλου, το ύψος της επιβληθείσας δημοσιονομικής διόρθωσης δεν υπερβαίνει, και δη προδήλως ένα εύλογο όριο, εφόσον ευρίσκεται σε συνάφεια με τις επιμέρους διαπιστωθείσες πλημμέλειες και αντιστοιχεί είτε στην αξία των συγκεκριμένων δαπανών είτε σε μέρος μόνο της χρηματοδότησης που καταβλήθηκε στην εκκαλούσα για τα συγκεκριμένα παραδοτέα βάσει κατ’ αποκοπή συντελεστή 5%, ο οποίος είναι εκ των χαμηλοτέρων συντελεστών που δύνανται να επιβληθούν, βάσει των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (βλ. Ι Τμ. 269/2020). Συνεπώς, απορριπτέος τυγχάνει ο προβαλλόμενος λόγος περί παραβάσεως της αρχής της αναλογικότητας (πρβλ. Δ.Ε.Ε. διάταξη της 10.10.2012 «Ελλάδα κατά Επιτροπής», C- 497/11 σκ. 63-68, απόφαση της 15.9. 2005, «Ιρλανδία κατά Επιτροπής», C-199/03, σκ. 56-60, T-371/06, T-14/07, T 15/07 και T-332/07, Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2008, σκ. 77, Ε.Σ. Ολ. 1818/2014, Ι Τμ. 90/2012).Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος, η έφεση πρέπει να γίνει μερικώς δεκτή κατά τα αναφερόμενα στην σκέψη 8, και να ακυρωθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη πράξη και να περιορισθεί το ποσό της δημοσιονομικής διόρθωσης σε 3.762,16 ευρώ.


ΕλΣυν/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/7413/2015

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Επιδιώκει  την αναίρεση της 941/2010 οριστικής απόφασης του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού ΣυνεδρίουΕνόψει αυτών και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη ΙΙ.β, το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του εσφαλμένα ερμήνευσε και πλημμελώς εφήρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 38 και 39 του Καν. 1260/1999, 6 του ν. 2860/2000 και 102-105 του ν. 2362/1995 καθώς και τις διατάξεις της 907/052/2.7.2003 Κ.Υ.Α. δεχόμενο ότι για τη θεμελίωση της ευθύνης της αναιρεσίβλητης και συνακόλουθα της υποχρέωσης αυτής προς επιστροφή των παρανόμως καταβληθέντων συγχρηματοδοτούμενων από την Κοινότητα πόρων απαιτείται ως προϋπόθεση η υπαιτιότητα αυτής και απήλλαξε αυτήν από την υποχρέωση επιστροφής ελλείψει υπαιτιότητάς της. Και τούτο διότι το νομοθετικό πλαίσιο των κοινοτικών διατάξεων για την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων κοινοτικών πόρων και το με βάση τις επιταγές αυτού θεσπισθέν εθνικό δίκαιο, που πρέπει να ερμηνεύεται, κατά το ρυθμιστικό τούτο πεδίο, σύμφωνα με την αρχή της αποτελεσματικότητας του κοινοτικού δικαίου, συναρτούν την επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης με τη διαπίστωση της παρατυπίας, όπως η έννοια αυτής αποδίδεται με τις διατάξεις των άρθρων 39 παρ. 1 του Καν. 1260/1999 και 2 και 3 του Καν. 448/2001 (σχετ. και άρθρο 1 παρ. 2 Καν. 2988/1995) και δεν την συνδέουν με την έρευνα υποκειμενικών στοιχείων συμπεριφοράς του υποχρέου, που στοιχειοθετούν την υπαιτιότητά του. Εφόσον όμως ο υπόχρεος επιστροφής έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που του παρείχαν το δικαίωμα λήψης των συγχρηματοδοτούμενων από την κοινότητα πόρων μπορεί να αντιτάξει στην πράξη δημοσιονομικής διόρθωσης τις κοινοτικές αρχές περί δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και ασφάλειας δικαίου. Εναπόκειται δε στην κρίση του εθνικού δικαστή να εκτιμήσει αν λαμβανομένης υπόψη της συμπεριφοράς τόσο εκείνου που έλαβε τους πόρους όσο και της διοικήσεως συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των ως άνω αρχώνΑναιρεί την 941/2010 απόφαση του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Και


ΕΣ/ΤΜ.1/1722/2016

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Επιδιώκει την ακύρωση α) της 59768/Α.Πλ.6240/28.12.2010 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης (...)Τέλος, προβάλλεται ότι η ελεγκτική ομάδα εσφαλμένα έκρινε ότι η εκκαλούσα παραβίασε τη συμβατική της υποχρέωση περί συμβολής στην απασχόληση, αφού η επιχείρηση κατά το χρονικό διάστημα από 5/6/2009 έως 5/6/2010 απασχόλησε τρεις υπαλλήλους (300 ημερομίσθια). Προς επίρρωση δε του λόγου αυτού προσκομίζει α) βεβαίωση του λογιστή ….σε φωτοαντίγραφο, σύμφωνα με την οποία η εκκαλούσα απασχόλησε κατά το ίδιο ως άνω διάστημα τον Ν.Κ. (25 ημερομίσθια), τον Ι.Ζ. (147 ημερομίσθια), τον Κ.Π. (107 ημερομίσθια) και τον Σ.Π. (21 ημερομίσθια), β) Αντίγραφο Αποδεικτικού Παραλαβής ΑΠΔ (αρ. δήλωσης 9942205), ημερομηνία υποβολής 7/1/2010, με το οποίο η εκκαλούσα δήλωσε για τη χρονική περίοδο 10/2009 -12/2009 δύο ασφαλισμένους και σύνολο ημερών ασφάλισης 44, γ) 4 πίνακες προσωπικού (άρθρο 16 ν. 2874/2000), θεωρημένων από την Επιθεώρηση Εργασίας στις 10.11.2008, 26.11.2009, 18.1.2010 και στις 16.4.2010, σύμφωνα με τους οποίους η εκκαλούσα προσέλαβε τον Ν.Κ. στις 26.6.2007, τον Ι.Ζ. στις 9.11.2009, τον Κ.Π. αρχικώς στις 13.1.2010 και ακολούθως την 1.4.2010, και τον Σ.Π. στις 12.4.2010. Όμως, και ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος. Ειδικότερα, πέραν του ότι η επιχειρηματολογία της εκκαλούσης επεκτείνεται σε χρονικό διάστημα μετά τη διενέργεια του ελέγχου (9.4.2010), από τα προσκομισθέντα στοιχεία δεν αναιρείται η διαπίστωση της ελεγκτικής ομάδας, αφού, αφενός η ως άνω βεβαίωση του λογιστή Β.Κ. δεν συνοδεύεται από τις αντίστοιχες Α.Π.Δ., αφετέρου διότι από τους προσκομισθέντες πίνακες προσωπικού δεν προκύπτει ο χρόνος απασχόλησης αλλά η ενημέρωση του Σ.ΕΠ.Ε.-Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης ως προς την πρόσληψη των ως άνω εργαζομένων. Περαιτέρω, αλυσιτελώς η εκκαλούσα ζητεί τον περιορισμό της ανάκτησης στο ποσό των 9.668, 20 ευρώ για την συγκεκριμένη παρατυπία, αφού για  την ανάκτηση της καταβληθείσης στην εκκαλούσα δημόσιας επιχορήγησης στο σύνολό της αρκεί αυτοτελώς η κρίση ότι η εκκαλούσα υπέπεσε στις αναφερόμενες στις παραγράφους Β και Γ παρατυπίες.Απορρίπτει την έφεση.


1005/2013

Έγκριση του Σχεδίου Διαχείρισης των Λεκανών Απορροής Ποταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Ηπείρου.

Ε.Γ.οικ.907/2017-ΦΕΚ:4664/Β/29.12.2017: Έγκριση της 1ης Αναθεώρησης του Σχεδίου Διαχείρισης των Λεκανών Απορροής Ποταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Ηπείρου και της αντίστοιχης Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων.

24535/1580/2003

Τροποποίηση της Φ11321/12490/878/24-7-2003 (Β΄1138/11.8.2003) απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.