Ο ΔΕΕΦ Α/1165616/2019
Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ
Καθορισμός διαδικασίας για την εφαρμογή της απόφασης ΣτΕ 355/2019 στις περιπτώσεις υποκειμένων-εκδοτών τιμολογίων που καλύπτονται από την απόφαση 8/16.1.2017 του Πολ/λους Πρωτοδικείου Αθηνών, όπως έχει διορθωθεί και ισχύει».
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
1113162/2020
«Συμπληρωματικές οδηγίες για την διαδικασία εφαρμογής της απόφασης ΣτΕ 355/2019 στις περιπτώσεις υποκειμένων-εκδοτών τιμολογίων που καλύπτονται από την απόφαση 8/16.1.2017 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, όπως έχει διορθωθεί και ισχύει».
ΠΟΛ 1212/2011
Αντιμετώπιση θεμάτων ΦΠΑ κατά την μεταγραφή των υποκειμένων στη Δ.Ο.Υ. μεγάλων επιχειρήσεων καθώς και στη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε.Ε. Αθηνών κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011
Α.1238/2019
Τροποποίηση της απόφασης Διοικητή ΑΑΔΕ ΠΟΛ. 1103/2017 (ΦΕΚ Β' 2536/21-7-2017) περί επίσπευσης επιστροφής πιστωτικού υπολοίπου των υποκειμένων που έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους και είτε πραγματοποιούν κυρίως πράξεις που δεν επιβαρύνονται με ΦΠΑ, είτε είναι κάτοχοι «άδειας Α.Ε.Ο. Authorised Economic Operator» ή «αδειών απλουστευμένων διαδικασιών».
Αριθ. 1105799/1797/8881/0014/1994
Καταβολή του Φ.Π.Α. στο Δημόσιο από τον παραλήπτη των αγαθών ή τον λήπτη των υπηρεσιών, στις περιπτώσεις μη ορισμού φορολογικού αντιπροσώπου. ΠΟΛ. 1214/1994
ΝΣΚ/307/2014
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ – Υπαγωγή ή μη εργαζομένου στο καθεστώς ασφάλισης των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, κατά τη διάρκεια επίσχεσης εργασίας – Γενική αποδοχή ή μη από την Διοίκηση αναιρετικών αποφάσεων του ΣτΕ.Δεν υφίσταται δέσμευση γενικώς σε αποδοχή από την Διοίκηση των αναιρετικών αποφάσεων του ΣτΕ για ομοειδείς περιπτώσεις, οι οποίες δεν καλύπτονται από το δεδικασμένο (αφορούν άλλους διαδίκους και άλλες διαφορές), που έκριναν ότι σε περίπτωση νόμιμης άσκησης από τον μισθωτό του δικαιώματος επισχέσεως, παραμένει ενεργός η ασφαλιστική του σχέση εάν υπαγόταν στο καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων. Η Διοίκηση, όμως, οφείλει να ικανοποιεί αιτήματα ασφαλισμένων σε ομοειδείς περιπτώσεις, που ευρίσκονται δηλαδή στην ίδια νομική κατάσταση της επίσχεσης εργασίας, για λόγους χρηστής διοίκησης και βάσει των αρχών του κράτους δικαίου και προς αποφυγή άσκοπων και δαπανηρών δικαστικών αγώνων. (ομοφ.)
ΔΕΔ/Αθ/18/2025
Η απόφαση αφορά την αποδοχή ενδικοφανούς προσφυγής από εταιρεία που ζητούσε μείωση της φορολογικής βάσης και επιστροφή Φ.Π.Α. ύψους 21.664,09 € λόγω οριστικής διαγραφής μέρους ανεξόφλητων απαιτήσεών της. Η διαγραφή προέκυψε κατόπιν επικύρωσης Συμφωνίας Εξυγίανσης από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, η οποία επέβαλε διαγραφή 80% των απαιτήσεων της προσφεύγουσας έναντι της οφειλέτιδας εταιρείας, καθώς θεωρήθηκε μη κρίσιμος προμηθευτής. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) έκρινε την προσφυγή βάσιμη, επικαλούμενη τη νομολογία του ΣτΕ (Απόφαση 355/2019) ότι η δικαστική επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης συνιστά επαρκή απόδειξη «ολικής ή μερικής μη πληρωμής του τιμήματος» κατ' άρθρο 19 παρ. 5α του Κώδικα Φ.Π.Α. Ως εκ τούτου, διατάσσει τον Προϊστάμενο του ΚΕΦΟΔΕ Αττικής να προβεί σε νέα εκκαθάριση του φόρου και να επιστρέψει το αναλογούν ποσό του Φ.Π.Α.
ΣΤΕ/117/2019
Συντάξιμες αποδοχές...Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, ο πιο πάνω ισχυρισμός περί ευρυτέρων δημοσιονομικών και οικονομικών επιπτώσεων πρέπει να απορριφθή ως αόριστος (ΣτΕ 1648/2014, 4548/2013, πρβ. ΣτΕ 3239/2013, 1875/2011). Εξ άλλου, με την κρινομένη αίτηση -με την οποία προβάλλονται λόγοι σχετικά με τον υπολογισμό της χορηγουμένης από το Ταμείο εφ’ άπαξ παροχής και όχι σχετικά με τον υπολογισμό της επικουρικής συντάξεως, που αποτελεί αντικείμενο της παρούσης δίκης- το αναιρεσείον επικαλείται σπουδαίο νομικό ζήτημα και αντίθεση της αναιρεσιβαλλομένης προς αποφάσεις των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων (12020/2003, 8871/2003, 7379/2007 αποφάσεις του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, 4137/2005, 693/2010, 4488/2002, 3044/2004, 4489/2002, 2633/2003, 4487/2002 αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών) και προς την 1057/2009 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Και ο ισχυρισμός αυτός, όμως, είναι απορριπτέος, κατά μεν το μέρος που με αυτόν προβάλλεται αντίθεση προς αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων, προεχόντως για το λόγο ότι οι μνημονευόμενες αποφάσεις δεν προσεκομίσθησαν κατά την κατάθεση της αιτήσεως, ενώ κατά το μέρος που με αυτόν γίνεται επίκληση της 1057/2009 αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω αοριστίας του, εφόσον, με τον ισχυρισμό αυτό, όπως διατυπώνεται, με αναφορά μόνο στον αριθμό της δικαστικής αποφάσεως, δεν εξειδικεύεται ούτε τεκμηριώνεται ποιες ειδικότερες κρίσεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως είναι αντίθετες προς κρίσεις επί των αυτών ζητημάτων της 1057/2009 αποφάσεως του Δικαστηρίου (ΣτΕ 1648/2014, 3998/2013, 327, 970/2014), η οποία, άλλως τε επιλύει ζητήματα σχετικά με την χορηγούμενη από το αναιρεσείον εφ’ άπαξ χορηγία και όχι την βάσει διαφόρων διατάξεων χορηγουμένη από αυτό επικουρική σύνταξη.
ΣτΕ/909/2011
ΦΠΑ δικηγόρων που απασχολούνται με εμμισθη εντολή.(...)11. Επειδή, η προσβαλλομένη πράξη του Υπουργού Oικονομικών, κατά το μέρος που απαλλάσσει από τον Φ.Π.Α. τους δικηγόρους που εργάζονται με πάγια αντιμισθία για τις εν λόγω αμοιβές τους, και έχει, κατά τα προεκτεθέντα, κανονιστικό χαρακτήρα, επεβάλλετο από το Σύνταγμα και το άρθρο 5 παρ.2 του ν. 3469/2006 (ΦΕΚ Α΄131) να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προκειμένου να λάβει νόμιμη υπόσταση. Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλλου, η υπ' αριθμ. ΠΟΛ 1100/24.6.2010 πράξη δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και, ως εκ τούτου, κατά το ως άνω κανονιστικό μέρος της, είναι ανυπόστατη. Συνεπώς, προεχόντως για τον λόγο αυτόν ακυρώσεως, που λαμβάνεται υπ' όψη αυτεπαγγέλτως, και ανεξαρτήτως της υπάρξεως ή μη έγκυρης νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως για την θέσπιση της ανωτέρω ρυθμίσεως, πρέπει η κρινομένη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλομένη πράξη, κατά το πληττόμενο μέρος αυτής, που θεσπίζει απαλλαγή των δικηγόρων που εργάζονται με πάγια αντιμισθία από τον φόρο προστιθεμένης αξίας για τις σχετικές αμοιβές τους (πρβλ. ΣτΕ 87/2011 Ολομ.).
ΣΤΕ/406/2019
ΚΦΣ. Η έκδοση, η λήψη και εικονικών τιμολογίων και η νόθευση αυτών θεωρούνται ιδιάζουσα φορολογική παράβαση, για την οποία επιβάλλεται πρόστιμο. 14 Οι επίμαχες πωλήσεις πετρελαίου κίνησης προς την αναιρεσείουσα ουδέποτε πραγματοποιήθηκαν και τα επίδικα τιμολόγια ήσαν εικονικά. Η εφαρμογή της αρχής ne bis in idem προϋποθέτει ταυτότητα υποκειμένου ποινικής και διοικητικής διαδικασίας. Η φορολογική αρχή οφείλει να καλέσει τον επιτηδευματία να εκθέσεις τις απόψεις του, επιδίδοντάς του σημείωμα φορολογικού ελέγχου. Η παραβίαση του δικαιώματος ακροάσεως δεν εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από τα δικαστήρια της ουσίας. Απαράδεκτος ο σχετικός ισχυρισμός αν προβληθεί με το υπόμνημα ή την έφεση. Η φορολογική αρχή βαρύνεται με την απόδειξη της εικονικότητας, ενώ ο λήπτης του τιμολογίου βαρύνεται να αποδείξει την αλήθεια της συναλλαγής και την καλή του πίστη. Το αντικειμενικό σύστημα υπολογισμού του προστίμου κατά το άρθρο 5 του Ν. 2523/1997 δεν αντίκειται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ και την αρχή της αναλογικότητας. Απορρίπτεται η αναίρεση (επικυρώνει την αριθμ. 980/2010 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών). Όμοια με την αρ.407/2019 ΣτΕ.
ΔιοικΕφΘεσ 632/2023
Επειδή, με τα ως άνω νομικά και πραγματικά δεδομένα, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη: α) ότι η ένδικη αξίωση στηρίζεται σε απευθείας αναθέσεις διεπόμενες από τις διατάξεις του ν. 4412/2016, για την πληρωμή των οποίων δεν ήταν υποχρεωτικός ο προληπτικός έλεγχος δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο (άρθρο 31 περ. α΄ υποπερ. αα΄ του ν. 4270/2014, όπως τροποποιήθηκε εν τέλει με το άρθρο 125 του ν. 4611/2019), β) ότι οι συναλλαγές που αφορούν οι απευθείας αναθέσεις συνιστούν εμπορικές συναλλαγές κατά την έννοια της υποπαρ. Ζ3 της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, καθόσον οι εν λόγω προμήθειες συμφωνήθηκε να παρασχεθούν από ιδιωτική επιχείρηση σε δημόσια αρχή έναντι αμοιβής, γ) ότι έγινε η παραλαβή των προϊόντων, όπως βεβαιώνεται επί των εκδοθέντων τιμολογίων, δ) ότι η καθής Περιφέρεια συνομολογεί ότι πραγματοποιήθηκαν οι ανωτέρω προμήθειες από τον αιτούντα και ε) ότι δεν προκύπτει από κάποιο στοιχείο η καταβολή των αιτούμενων ποσών στον αιτούντα, κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εκδόσεως της αιτούμενης διαταγής πληρωμής για το προαναφερθέν συνολικό ποσό των 4.379,06 ευρώ συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α., για την ικανοποίηση των παραπάνω αξιώσεων του αιτούντος. Ωστόσο, το αίτημα περί καταβολής τόκων υπερημερίας πρέπει να απορριφθεί. Και τούτο διότι ο αιτών δεν επικαλείται και δεν προσκομίζει στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η υποβολή των προαναφερθέντων τιμολογίων με τα συναπαιτούμενα δικαιολογητικά φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας (άρθρα 12 ν. 4174/2013 – Α΄ 170, 39 ν. 2065/1992 – Α΄ 113, ΠΟΛ.1274 – Β΄ 3398/2013, όπως ισχύουν) στην αρμόδια προς πληρωμή Υπηρεσία και, συνεπώς, δεν προκύπτει ο χρόνος, κατά τον οποίο η καθής η αίτηση Περιφέρεια κατέστη υπερήμερη ως προς την πληρωμή τους (πρβλ. ΣτΕ 1505/2015, 1198/2020, 1644/2022).