Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/179/2016

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3130/2003

Υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης σε παράνομη διοικητική πράξη, που αφορά λύση μίσθωσης ακινήτου για στέγαση Δημόσιας Υπηρεσίας και επιστροφή της σχετικής εγγύησης στον εκμισθωτή. Δυνατότητα ανάκλησης της πράξης κατάπτωσης της εγγύησης, εντός ευλόγου χρόνου.Η Κτηματική Υπηρεσία Ζακύνθου οφείλει να συμμορφωθεί προς απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, η οποία, ανεξαρτήτως της παρανομίας της, παράγει υποχρέωση συμμορφώσεως, εφόσον ούτε ανακλήθηκε ούτε ακυρώθηκε δικαστικώς. Ωστόσο, υφίσταται ευχέρεια της Διοίκησης να επανεξετάσει την ως άνω απόφαση, οίκοθεν, εντός ευλόγου χρόνου (έως πενταετία από την έκδοση της μη νόμιμης πράξης) και να προβεί στην ανάκλησή της κατά το μέρος που έκρινε ως μη νόμιμη την κατάπτωση της εγγύησης (πλειοψ.)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/181/2016

Υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης σε παράνομη διοικητική πράξη, που αφορά λύση μίσθωσης ακινήτου για στέγαση Δημόσιας Υπηρεσίας και επιστροφή της σχετικής εγγύησης στον εκμισθωτή. Δυνατότητα ανάκλησης της πράξης κατάπτωσης της εγγύησης, εντός ευλόγου χρόνου.Η Κτηματική Υπηρεσία Ζακύνθου οφείλει να συμμορφωθεί προς απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, η οποία, ανεξαρτήτως της παρανομίας της, παράγει υποχρέωση συμμορφώσεως, εφόσον ούτε ανακλήθηκε ούτε ακυρώθηκε δικαστικώς. Ωστόσο, υφίσταται ευχέρεια της Διοίκησης να επανεξετάσει την ως άνω απόφαση, οίκοθεν, εντός ευλόγου χρόνου (έως πενταετία από την έκδοση της μη νόμιμης πράξης) και να προβεί στην ανάκλησή της κατά το μέρος που έκρινε ως μη νόμιμη την κατάπτωση της εγγύησης (πλειοψ.)


ΝΣΚ/81/2017

Υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης σε παράνομη διοικητική πράξη. Δυνατότητα ανάκλησης της πράξης κατάπτωσης της εγγύησης, εντός ευλόγου χρόνου.Η Κτηματική Υπηρεσία Ζακύνθου οφείλει να συμμορφωθεί προς απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, που αφορά λύση μίσθωσης ακινήτου για στέγαση Δημόσιας Υπηρεσίας και επιστροφή της σχετικής εγγύησης στον εκμισθωτή, διότι η απόφαση, ανεξαρτήτως της παρανομίας της, παράγει υποχρέωση συμμόρφωσης ως μη ανακληθείσα ή ακυρωθείσα δικαστικώς. Υφίσταται όμως ευχέρεια της Διοίκησης να ανακαλέσει την ως άνω παράνομη διοικητική πράξη (πλειοψ). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την 179/2016 γνωμ. του Α΄ Τμήματος.


ΕΣ/Τ1/21/2002

Η μετακίνηση πρέπει να συναρτάται με τη σχετική μετάθεση και την ανάληψη υπηρεσίας στη υπηρεσία που τοποθετούνται συνεπεία μετάθεσης .Η δαπάνη μεταφοράς της οικοσυσκευής καταβάλλεται μόνον όταν η μεταφορά γίνεται εντός ευλόγου χρόνου απο τη μετάθεση.


ΝΣΚ/26/2023

Ερωτάται εάν η τροποποίηση της ημερομηνίας αποφοίτησης από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων (Σ.Σ.Α.Σ.) σε χρόνο προγενέστερο από τον πραγματικό και η αναδρομική ονομασία σε αξιωματικό, εντάσσεται στην υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης σε δικαστική απόφαση που ακύρωσε την παράλειψη της Διοίκησης να θεωρήσει εισακτέο τον ενδιαφερόμενο. Ως εκ τούτου εάν η Διοίκηση οφείλει να τροποποιήσει την ημερομηνία αποφοίτησης από τη Σ.Σ.Α.Σ. και να ονομάσει αναδρομικά αξιωματικούς, μέσω της τροποποίησης των πινάκων αποφοιτησάντων, γεγονός που θα οδηγήσει στην τροποποίηση της επετηρίδας και στην αλλαγή της αρχαιότητας των αξιωματικών. Εάν για την αναδρομική ονομασία λαμβάνεται υπόψη το αντικειμενικό γεγονός των χαμένων εξεταστικών περιόδων λόγω της καθυστερημένης εισαγωγής. Εάν το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους στερείται γνωμοδοτικής αρμοδιότητας, όταν η απάντηση επί του ερωτήματος προϋποθέτει κρίση επί της βασιμότητας (νόμω και ουσία) αιτήσεως θεραπείας.(...)Η τροποποίηση της ημερομηνίας αποφοίτησης από τη Σ.Σ.Α.Σ. σε χρόνο προγενέστερο από τον πραγματικό και η αναδρομική ονομασία σε αξιωματικό εμπίπτει, κατ’ αρχάς, στο πλαίσιο συμμόρφωσης της Διοίκησης σε ακυρωτική δικαστική απόφαση που αφορά τη μη κατάταξη υποψήφιου στη Σχολή. Η συμμόρφωση όμως αυτή λαμβάνει χώρα μόνο εφόσον: 1) εξαιτίας της παράνομης παράλειψης της Διοίκησης να κατατάξει υποψήφιο στη Σχολή, ο τελευταίος υφίσταται πραγματική βλάβη, ως τέτοιας νοουμένης της απώλειας εξεταστικών περιόδων της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης και 2) υλοποιείται εντός ευλόγου χρόνου από την έκδοση της δικαστικής απόφασης, προκειμένου η συμμόρφωση να μην αντιστρατεύεται την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των διοικουμένων και να μην διαταράσσει την ομαλή λειτουργία του στρατεύματος. Κρίσιμο στοιχείο για τον καθορισμό του χρόνου αποφοίτησης και άρα αναδρομικής ονομασίας, αποτελεί ο αριθμός των εξεταστικών περιόδων που απώλεσε ο δικαιούμενος διοικητικής αποκατάστασης από υπαιτιότητα της διοίκησης. Με βάση τα παραπάνω, αμφότερα τα αιτήματα τόσο του Σ.Λ. όσο και του Β.Μ για αναδρομική ονομασία πρέπει να απορριφθούν, το πρώτο λόγω παρόδου ευλόγου χρόνου από την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης, στο περιεχόμενο της οποίας καλείται να συμμορφωθεί η διοίκηση με την τροποποίηση της ημερομηνίας αποφοίτησης από τη Σ.Σ.Α.Σ. αλλά και ελλείψει βλάβης ως προς την ονομασία από την παράνομη παράλειψη της διοίκησης, και το δεύτερο λόγω παρόδου ευλόγου χρόνου από την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους στερείται γνωμοδοτικής αρμοδιότητας όταν η απάντηση επί του ερωτήματος προϋποθέτει κρίση επί της βασιμότητας (νόμω και ουσία) υποβληθείσας αιτήσεως θεραπείας (ομόφωνα).


ΝΣΚ/146/2007

Περικοπή αποδοχών δημοσίου υπαλλήλου, ο οποίος απουσιάζει επί μακρόν από την υπηρεσία του, επικαλούμενος ασθένεια, χωρίς όμως να προσκομίζει σχετικά δικαιολογητικά. Η Υπηρεσία μπορεί να προβεί σε περικοπή των αποδοχών υπαλλήλου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ο οποίος επικαλείται ασθένειά του και απουσιάζει επί μακρόν, πλην όμως δεν προσκομίζει, εντός ευλόγου χρόνου, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά. Η περικοπή εφαρμόζεται από την έναρξη της απουσίας του υπαλλήλου.


ΝΣΚ/80/2020

Προθεσμία υποβολής αίτησης μονιμοποίησης Επίκουρης Καθηγήτριας, διορισθείσας επί τετραετή θητεία.(...)Η αίτηση Επίκουρης Καθηγήτριας για τη μονιμοποίησή της, η οποία υποβλήθηκε εντός έξι μηνών από τη συμπλήρωση τριετούς υπηρεσίας της στη βαθμίδα αυτή και, πάντως, πριν τη συμπλήρωση της τετραετούς θητείας για την οποία διορίσθηκε, είναι εμπρόθεσμη, ενόψει του ενδεικτικού χαρακτήρα της προθεσμίας του άρθρου 30 παρ. 1 περ. β΄ του ν. 4452/2017 και του ευλόγου χρόνου υποβολής της (ομόφωνα).


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)/205/2016

ΜΙΣΘΩΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ(...)Με τα δεδομένα αυτά, και ενόψει του ότι α) στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει σιωπηρή παράταση της μισθωτικής σύμβασης που έληξε στις 6.6.2013, β) μετά τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου διάρκειας της μίσθωσης του εν λόγω ακινήτου, ο Δήμος προέβη στη διενέργεια δύο διαγωνισμών για τη μίσθωση ακινήτου, οι οποίοι, όμως, δεν τελεσφόρησαν χωρίς υπαιτιότητά του, τελικά δε αποφάσισε να στεγάσει τις δημοτικές του υπηρεσίες σε ιδιόκτητο ακίνητό του, το Κλιμάκιο κρίνει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, ότι ο Δήμος οφείλει, με βάση τη διάταξη του άρθρου 22 του ν. 3130/2003, να καταβάλει το μίσθωμα για το χρονικό διάστημα που παρατάθηκε σιωπηρώς η μισθωτική σχέση και συνέχισε να χρησιμοποιεί το μίσθιο. Επομένως, ως προς τον πρώτο και δεύτερο λόγο διαφωνίας, ναι μεν αφενός δεν υπάρχει σε ισχύ μισθωτήριο συμβόλαιο, που σύμφωνα με το άρθρο 26 του β.δ. της 17.5/15.6.1959, αποτελεί ένα από τα δικαιολογητικά του χρηματικού εντάλματος για την καταβολή μισθώματος, αφετέρου με το από 5.2.2014 πρακτικό της Επιτροπής του άρθρου 186 παρ. 5 του ν. 3463/2006 το εν λόγω μίσθιο κρίθηκε ως ακατάλληλο για τη στέγαση υπηρεσιών οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, όμως, στην προκειμένη περίπτωση ο Δήμος οφείλει να καταβάλει το μίσθωμα με βάση τη διάταξη του άρθρου 22 του ν. 3130/2003 που προβλέπει την υποχρέωση καταβολής του μισθώματος σε περίπτωση σιωπηρής παράτασης της μίσθωσης. Περαιτέρω, ούτε από τη διάταξη του άρθρου 26 του β.δ. της 17.5/15.6.1959 ούτε από άλλη διάταξη προκύπτει ότι η προσκόμιση πιστοποιητικού ενεργειακής απόδοσης αποτελεί απαραίτητο δικαιολογητικό, που πρέπει να επισυνάπτεται στο οικείο χρηματικό ένταλμα (βλ. Κλιμ. Προλ. Ελ. στο VII Tμ. 219/2015), απορριπτομένου του σχετικού λόγου διαφωνίας. Αντιθέτως, η προσκόμιση πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας είναι σύμφωνα με την ΠΟΛ 1274/27.12.2013 «Αποδεικτικό Ενημερότητας άρθρου 12 ν. 4174/2013 όπως ισχύει» υποχρεωτική για την είσπραξη χρημάτων από το Δημόσιο Τομέα, εφόσον το ακαθάριστο ποσό για κάθε τίτλο πληρωμής υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ ανά δικαιούχο. Επομένως, δοθέντος ότι μεταξύ των δικαιολογητικών του επίμαχου εντάλματος δεν υπάρχει πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας, η εντελλόμενη δαπάνη καθίσταται μη κανονική, κατ’ αποδοχή του σχετικού λόγου διαφωνίας. Τέλος, αορίστως η αναπληρώτρια Επίτροπος επικαλείται ως λόγο μη κανονικότητας της δαπάνης την μη προσκόμιση πιστοποιητικού ασφαλιστικής ενημερότητας εκ μέρους του εκμισθωτή, καθόσον δεν προσδιορίζει την επαγγελματική ιδιότητα του τελευταίου, προκειμένου να κριθεί εάν εμπίπτει στις κατηγορίες υποχρέων προς έκδοση ασφαλιστικής ενημερότητας, ενώ ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει η επαγγελματική ιδιότητά του και συνακόλουθα η υποχρέωσή του ή μη για προσκόμιση πιστοποιητικού ασφαλιστικής ενημερότητας.


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)141/2014

ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑ: Νόμιμη η πληρωμή του 3ου λογαριασμού του έργου «Βελτίωση κοινοτικών δρόμων και κοινοτικών χώρων του Δήμου ….», καθόσον νομίμως παρατάθηκε με  απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου η προθεσμία εκτέλεσης του έργου, διότι η ως άνω  εγκριτική πράξη του Δημοτικού Συμβουλίου εκδόθηκε εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη της αρχικής προθεσμίας περαίωσης του έργου, ύστερα από σχετική αίτηση της αναδόχου, η οποία υποβλήθηκε πριν από την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας (άρθρο 48 του ν. 3669/2008).


ΑΕΠΠ/7/2019

Η Προσφεύγουσα με την Προδικαστική Προσφυγή της επιδιώκει την ακύρωση της υπ’ αριθ. 2532/2018 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής, η οποία απέρριψε την προσφορά της για τα τμήματα Α1α, Α1β, Β1 και Β2 του διαγωνισμού. Το αντικείμενο της σύμβασης αφορά την επιλογή αναδόχου για προμήθεια γνησίων ανταλλακτικών και αναλωσίμων, καθώς και παροχή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευής μηχανημάτων έργου, με προϋπολογιζόμενη δαπάνη 103.225,82 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ). Ειδικότερα, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι οι απόρριψη της προσφοράς της ήταν αβάσιμη, καθώς πληρούσε όλες τις απαιτήσεις της διακήρυξης, ενώ καταγγέλλει ότι άλλες εταιρείες, των οποίων οι προσφορές έγιναν δεκτές, δεν πληρούσαν βασικές προϋποθέσεις όπως η παροχή γνησίων ανταλλακτικών, η δήλωση χρόνου εγγύησης, η υποχρέωση παράδοσης εντός 5 ημερών και η διαθεσιμότητα ειδικών εργαλείων και αδειών λειτουργίας.


ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010

Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.