ΝΣΚ/210/2004
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Παραμεθόριες περιοχές. Μισθώσεις ακινήτων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Μισθώσεις ακινήτων κειμένων σε παραμεθόριο περιοχή, ορισμένου χρόνου διαρκείας έξι ετών, δεν δύνανται να παραταθούν αναγκαστικά κατ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων περί εμπορικών μισθώσεων, είναι δε απολύτως άκυρες για το μετά την εξαετία από την έναρξη της μισθώσεως χρονικό διάστημα, εφόσον προ της συμπληρώσεως αυτής δεν έχει εκδοθεί κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου απόφαση της αρμόδιας Επιτροπής περί άρσεως της κατά το άρθρο 25 του Ν 1892/90 απαγορεύσεως.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/254/2008
Εκμίσθωση ακινήτων ιδιοκτησίας του Ταμείου Εθνικής Άμυνας (ΤΕΘΑ) για επαγγελματική χρήση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Οι διατάξεις των άρθρων 5, 60 και 61 του ΠΔ 34/1995 «Κωδικοποίηση Νόμων περί Εμπορικών Μισθώσεων», όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίηση-αντικατάστασή τους με το άρθρο 7 του Ν 2741/1999 εφαρμόζονται και στις μισθώσεις ακινήτων ιδιοκτησίας του ΤΕΘΑ, εφόσον οι μισθώσεις αυτές αφορούν προστατευόμενες από το νόμο για τις εμπορικές μισθώσεις δραστηριότητες. Όροι αντίθετοι με τις ανωτέρω διατάξεις, που έχουν τεθεί κατά την κατάρτιση της σχετικής συμβάσεως μισθώσεως, εφόσον αμφισβητηθούν θα θεωρηθούν αυτοδικαίως άκυροι. Αντίθετα έγκυροι θα θεωρηθούν οι σχετικοί όροι εφόσον συμφωνηθούν μετά την κατάρτιση της συμβάσεως.
ΝΣΚ/110/2006
Καταγγελία συμβάσεων μισθώσεων οικημάτων στις οποίες στεγάζονται Υπηρεσίες του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Οι συμβάσεις μισθώσεως ακινήτων για τη στέγαση ιατρείων και κλινικών του ΙΚΑ διέπονται από τις διατάξεις του ΠΔ 34/1995 και ως εκ τούτου οι μισθώσεις αυτές δύνανται να καταγγελθούν σύμφωνα με το άρθρο 43 του ανωτέρω Π.Δ/τος. Εξ’ άλλου, δεν μπορεί να εφαρμοσθούν για τις μισθώσεις διοικητικών Υπηρεσιών του ΙΚΑ οι ειδικές διατάξεις του ΠΔ της 19/19-11-1932 «περί στεγάσεως Δημοσίων Υπηρεσιών», η εφαρμογή των οποίων επιφυλάχθηκε αποκλειστικά στις μισθώσεις που συνάπτει το Δημόσιο, ούτε του ΠΔ 715/1979 από την εφαρμογή του οποίου εξαιρέθηκε ρητά το ΙΚΑ, με το άρθρο μόνο του ΠΔ 192/1986. Συνεπώς η ύπαρξη νομίμου δικαιώματος του ΙΚΑ για καταγγελία των μισθώσεων ορισμένου χρόνου που έχει συνάψει για την στέγαση διοικητικών Υπηρεσιών του κρίνεται μόνο με βάση τις διατάξεις και αρχές του αστικού δικαίου, δοθέντος μάλιστα ότι στον Κανονισμό μισθώσεων του ΙΚΑ δεν περιελήφθη ρύθμιση του εξεταζομένου θέματος.
ΝΣΚ/139/2012
Μισθώσεις για τη στέγαση δημοσίων υπηρεσιών.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1) Οι αρμόδιες επιτροπές, για τη διενέργεια, με βάση το Ν.3130/2003, της διαδικασίας εξεύρεσης ακινήτων προς μίσθωση για τη στέγαση δημοσίων υπηρεσιών, δεν δύνανται να δέχονται προσφορές από εκείνους που έχουν δικαίωμα υπεκμίσθωσης των προσφερόμενων ακινήτων. Τέτοιες προσφορές πρέπει να υποβάλλονται αποκλειστικά και μόνο από ιδιοκτήτες ακινήτων. 2) Οι αναφερόμενες στο ερώτημα συμβάσεις μίσθωσης αποτελούν συμβάσεις υπομίσθωσης και για το λόγο αυτό είναι άκυρες. 3) Για όσο χρόνο, όμως, το Δημόσιο, κάνει χρήση των αναφερομένων στο ιστορικό του ερωτήματος ακινήτων, οφείλει να αποδώσει, σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, στην εκμισθώτρια την ωφέλεια από τη χρήση αυτή. (ομοφ.)
ΝΣΚ/305/2006
Δυνατότητα ή μη του ΕΤΕΑΜ, ενόψει των ρυθμίσεων των διατάξεων του άρθρου 6 του Ν 3029/2002, να εφαρμόσει για τις μισθώσεις, εκμισθώσεις, αγορές ή εκποιήσεις ακινήτων τις οποίες αυτό διενεργεί, τον ισχύοντα στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, σχετικό Κανονισμό Μισθώσεων κ.λπ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Από τις ειδικές περί ΕΤΕΑΜ διατάξεις της παρ.6 του άρθρου 6 του Ν 3029/2002 (όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της από την παρ.1 του άρθρου 32 του Ν 3232/2004), οι οποίες προβλέπουν ρητά την παροχή νομικής υποστήριξης στο Ταμείο αυτό από τις νομικές υπηρεσίες του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, μόνον υπό την μορφή εκπροσώπησης τούτου (ΕΤΕΑΜ) σε εκκρεμείς ή μη δίκες που το αφορούν και όχι και υπό την μορφή έκδοσης σχετικών γνωμοδοτήσεων από το Γραφείο Νομικού Συμβούλου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, επί ερωτημάτων υποβαλλομένων από το Ταμείο τούτο (ΕΤΕΑΜ), σαφώς συνάγεται ότι, ελλείψει της ειδικής, προς τούτο, νομοθετικής πρόβλεψης, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, δεν έχει αρμοδιότητα να επιλαμβάνεται επί ερωτημάτων υποβαλλομένων από το ΕΤΕΑΜ, στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και, κατά συνέπεια, δεν δύναται να γνωμοδοτήσει επί του τεθέντος ερωτήματος.
ΕλΣυν.Τμ.4/13/2016
ΜΙΣΘΩΜΑΤΑ-Κτηρίων:..αν πρέπει να ανακληθεί η 227/2015 πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο IV Τμήμα..Ήδη το αιτούν Τοπικό Υποκατάστημα προβάλλει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν πρόκειται για σιωπηρή αναμίσθωση (ΑΚ 611) αλλά για αποζημίωση των εκμισθωτών (..και λοιποί) λόγω συνέχισης της χρήσης του μισθίου από το ΙΚΑ μετά τη λήξη της μίσθωσης (30.11.2014), η οποία προβλέπεται ρητά στο άρθρο 601 ΑΚ. Ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει απορριπτέος, καθώς σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1, 8 και 12 του Κανονισμού Μισθώσεων του ΙΚΑ .., οι μισθώσεις ακινήτων του ΙΚΑ διενεργούνται με διαγωνισμό και κατ’ εξαίρεση με απευθείας συμφωνία, μετά από αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του Ιδρύματος, σε επείγουσες ή εξαιρετικές περιπτώσεις ή εάν ο διαγωνισμός απέβη άκαρπος ή κρίθηκε ασύμφορος, ενώ και κάθε παράταση της διάρκειας της μίσθωσης, η οποία δεν προβλέπεται στη σύμβαση, γίνεται κατόπιν απόφασης του Δ.Σ., με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ισχύουν για τη σύναψη μίσθωσης με απευθείας συμφωνία. Ενόψει αυτών, όφειλε το αιτούν, πριν ακόμη λήξει η ισχύς της τότε υφιστάμενης μίσθωσης (30.11.2014), να ενεργήσει σύμφωνα με όσα ορίζουν οι διατάξεις αυτές, δηλαδή να προβεί στην προκήρυξη διαγωνισμού για τη σύναψη νέας μίσθωσης ή, κατ’ εξαίρεση, εφόσον συνέτρεχαν οι οικείες προϋποθέσεις, να προβεί στη σύναψη μίσθωσης με απευθείας συμφωνία. (..). Περαιτέρω «ο κατ’ εκτίμηση» ισχυρισμός του ΙΚΑ για αναγνώριση συγγνωστής πλάνης, εφόσον, όπως εκθέτει, δεν είχε πρόθεση καταστρατήγησης των διατάξεων του Κανονισμού Μισθώσεων, καθώς έχουν γίνει οι απαραίτητες ενέργειες για τη διενέργεια διαγωνισμού, όπως τούτο προκύπτει από τα 19746/5.11.2014, 20634/18.11.2014 και 8932/26.5.2015 έγγραφα, είναι απορριπτέος προεχόντως διότι από τα επικαλούμενα έγγραφα, αν και έχει μεσολαβήσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του έτους από τη λήξη της προηγούμενης μίσθωσης (30.11.2014), ουδόλως προκύπτει ότι το ΙΚΑ έχει προβεί στην προκήρυξη σχετικού διαγωνισμού ή έστω στην έγκριση διενέργειάς του...η ένδικη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη.
ΣτΕ/928/2023
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑΣ ΑΞΙΑΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ-ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΙ ΕΚΤΙΜΗΤΕΣ (...)Περαιτέρω, σύμφωνα με τα ίδια πρότυπα, η προσέγγιση του κόστους είναι η πλέον πρόσφορη για κατηγορίες ακινήτων σε ορισμένες περιοχές (όπως ενδέχεται να είναι η ένδικη), ιδίως, λόγω έλλειψης κίνησης στην οικεία αγορά (και της συνακόλουθης έλλειψης επαρκών στοιχείων για αγοραπωλησίες ή/και μισθώσεις). Εν προκειμένω, στην ΥΑ 8843/2020 ορίστηκε ότι οι εκτιμητές μπορούσαν να επιλέξουν οι ίδιοι τη μέθοδο εκτίμησης, ανάλογα με το είδος του ακινήτου, τα διαθέσιμα στοιχεία και τις ιδιαιτερότητες της περιοχής και της αγοράς, καθώς και ότι μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν περισσότερες μεθόδους, προσδίδοντας συντελεστή στάθμισης σε κάθε μέθοδο (βλ. άρθρο 3 παρ. 4 ΥΑ), με τη διευκρίνιση ότι η συγκριτική μέθοδος αποτελούσε την κύρια μέθοδο εκτίμησης (άρθρο 3 παρ. 5 ΥΑ), σε περίπτωση όμως έλλειψης (επαρκών) στοιχείων για πρόσφατες αγοραπωλησίες ακινήτων οι εκτιμητές μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν, κατά την κρίση τους, αφενός τη μέθοδο εισοδήματος αφετέρου τη μέθοδο του (αποσβεσμένου) κόστους. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά δεν προκύπτει ότι η Διοίκηση έλαβε προσηκόντως υπόψη την ανωτέρω μεθοδολογική πτυχή της συγκριτικής προσέγγισης (ή, γενικότερα, ότι εξέτασε την υιοθέτηση και διαμόρφωση πρόσφορης εκτιμητικής μεθοδολογίας, ενόψει των διαθέσιμων στοιχείων), καθώς οι «οδηγίες» της προς τους πιστοποιημένους εκτιμητές περιορίστηκαν κατ’ ουσία στη συλλογή και αξιοποίηση στοιχείων περί συγκριτικών πωλήσεων και αγγελιών πώλησης, χωρίς ταυτόχρονη υποχρέωση αυτών, επί ελλείψεως επαρκών στοιχείων πραγματικών συναλλαγών, να αναζητήσουν και λάβουν υπόψη (και) σχετικών (διαθέσιμων, επαρκών και αξιόπιστων) στοιχείων περί συγκριτικών μισθώσεων, ή σε διαφορετική δε περίπτωση στοιχείων που προκύπτουν κατά την εφαρμογή της προσέγγισης του κόστους, μολονότι, κατά τον νόμο (τόσο κατά την 1067780/82/Γ0013/9.6.1994 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών όσο και κατά την ΥΑ 8843/2020), η τιμή εκκίνησης/ζώνης αναφέρεται στη συνολική αξία οικοπέδου και κτίσματος που αναλογεί σε ένα τ.μ. επιφάνειας νεόδμητης κατασκευής (καινούργιας μονοκατοικίας ή καινούργιου διαμερίσματος Α΄ ορόφου), με ορισμένα χαρακτηριστικά. Τούτο δε είχε ως πρακτικό αποτέλεσμα (που εκδηλώθηκε και στις δύο εισηγήσεις των εκτιμητών για την ένδικη ζώνη) τον εν γένει αποκλεισμό από την εφαρμοσθείσα μεθοδολογία της συνεκτίμησης των διαθέσιμων στοιχείων περί μισθώσεων και κόστους κατασκευής/αντικατάστασης, χωρίς επαρκή δικαιολογία, βάσει τεκμηριωμένης μελέτης του ζητήματος. Ενόψει όλων των ανωτέρω, ήταν μη νόμιμη η τηρηθείσα από τη Διοίκηση διαδικασία και μεθοδολογία εκτίμησης, που αποτέλεσε τη βάση για την έκδοση της επίδικης κανονιστικής ρύθμισης (περί της τιμής εκκίνησης στη Ζ ζώνη της Δημοτικής Ενότητας ... του Δήμου ...-...). Δια ταύτα Δέχεται την αίτηση.Ακυρώνει την υπ’ αριθμ. 57732 ΕΞ 2021/18.5.2021 κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών (Β΄ 2375/7.6.2021), κατά το μέρος με το οποίο ορίστηκε η τιμή εκκίνησης του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων της Ζ ζώνης της Δημοτικής Ενότητας ... του Δήμου ... - .... Ορίζει ως χρόνο έναρξης των αποτελεσμάτων της ακύρωσης την προηγούμενη της δημοσίευσης της παρούσας απόφασης ημέρα.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/108/2019
Εξόφληση ενοικίων:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη στερείται οποιουδήποτε νομίμου ερείσματος, διότι δεν προβλέπεται από το νόμο, δεν στηρίζεται σε νομίμως συναφθείσα σύμβαση ούτε έχει κριθεί με δικαστική απόφαση με δύναμη δεδικασμένου, ενώ και τα ανωτέρω μνημονευόμενα παραστατικά λειτουργικών δαπανών δεν παρουσιάζουν οποιαδήποτε νομίμως εκκαθαρισμένη απαίτηση αντίστοιχη προς την εντελλόμενη δαπάνη και τα λοιπά έγγραφα, κατά συνέπεια οι πρώτος και τρίτος λόγοι άρνησης θεώρησης του χρηματικού εντάλματος, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου τους, κρίνονται βάσιμοι. Ειδικότερα, ως προς τον πρώτο λόγο διαφωνίας, η διαγωνιστική διαδικασία που διενεργήθηκε κατά το έτος 2006 αφορούσε στη σύναψη μίσθωσης του ακινήτου μέχρι τις 16.3.2011, έκτοτε ουδέποτε διενεργήθηκε διαγωνισμός για τη σύναψη αντίστοιχης μισθωτικής σχέσης με το ίδιο μίσθιο ακίνητο για μεταγενέστερο χρονικό διάστημα. Η αποζημίωση χρήσης για την καθυστερημένη παράδοση του μισθίου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 34 του π.δ. 715/1979, μπορούσε να καταβληθεί μόνο για διάστημα, όχι μεγαλύτερο από δύο μήνες, μετά τις 16.3.2011, δηλαδή για τη χρήση του ακινήτου έως 16.5.2011, στο οποίο προφανώς η εντελλόμενη δαπάνη δεν ανάγεται. Επιπροσθέτως, μετά τη λήξη στις 16.3.2011 της μισθωτικής σχέσης μεταξύ του ... και της εκμισθώτριας του ακινήτου, δυνατότητα παράτασης της διάρκειάς της δεν υφίστατο, διότι δεν είχε συνομολογηθεί εξαρχής. Άλλωστε, η αρχική σύμβαση, είχε συναφθεί κατόπιν διαγωνισμού πριν από την ισχύ των διατάξεων του ν. 3518/2006 για διάστημα πενταετίας, που εξαντλούσε τη νομοθετικά θεσπιζόμενη ανώτατη επιτρεπτή χρονική διάρκεια των μισθώσεων ακινήτων για τις ανάγκες των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Ακόμα, η σιωπηρή αναμίσθωση του ακινήτου ρητώς απαγορευόταν από τις ισχύουσες διατάξεις. Τέλος, ουδέποτε η Διοικούσα Επιτροπή του … έλαβε την απαιτούμενη ειδικά αιτιολογημένη απόφαση απευθείας συμφωνίας για τη μίσθωση του ακινήτου, χωρίς τη διενέργεια διαγωνισμού, παράλληλα δε, ούτε προκύπτει ότι συνέτρεχαν επείγουσες και εξαιρετικές συνθήκες που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τέτοια απευθείας συμφωνία κατά παράκαμψη της διαγωνιστικής διαδικασίας, ακόμα δε και σε αυτή την περίπτωση η οικεία σύμβαση, δεν θα μπορούσε να καλύπτει τη χρήση του ακινήτου έως και το έτος 2016, το οποίο η εντελλόμενη δαπάνη αφορά, διότι δεν μπορούσε να έχει διάρκεια μεγαλύτερη των τριών ετών, αρχής γενομένης από τη λήξη της μισθωτικής σχέσης κατά το έτος 2011. Με δεδομένο ότι δεν τηρήθηκαν από τα αρμόδια όργανα του … οι προδιαληφθείσες ειδικές διατάξεις της νομοθεσίας που διέπει τις μισθώσεις των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οι οποίες, για μεν τη σύναψη μίσθωσης ακινήτου επιβάλλουν τη διενέργεια διαγωνισμού, κατ’ εξαίρεση δε και υπό προϋποθέσεις και περιστάσεις που δεν συντρέχουν εν προκειμένω, την απευθείας συμφωνία, ενώ ρητώς δεν επιτρέπουν ούτε την παράταση υφισταμένης μίσθωσης ούτε τη σιωπηρή αναμίσθωση, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη (πρβλ. Πράξεις IV Τμ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο IV Τμ. 15/2018). Τέλος, η συμφωνία «διακανονισμού» που επιτεύχθηκε κατά το έτος 2018, δεν έχει οποιοδήποτε νομοθετικό έρεισμα (πρβλ. άρθρο 15 «Ρύθμιση θεμάτων Εμπορικών Μισθώσεων» παρ. 1-10 ν. 4013/2011, Α 204). Περαιτέρω, η ίδια συμφωνία εκτιμώμενη ως σύμβαση αιτιώδους αναγνώρισης χρέους ή και ειδικά ως εξώδικος συμβιβασμός (Πράξεις IV Τμ. 47, 54, 59/2017, 7/2019), για τη νομιμότητά της προϋποθέτει προηγούμενη έγκυρη συμβατική σχέση, ωστόσο, εν προκειμένω, στηρίζεται σε ανύπαρκτη υποκείμενη αιτία, δεδομένου ότι δεν προκύπτει μίσθωση του ακινήτου για το κρίσιμο διάστημα, νομίμως συναφθείσα, επί έριδας ή αβεβαιότητας της οποίας επήλθε ο εν λόγω συμβιβασμός. Τέλος, ακόμα και αν θεωρηθεί ότι τα μέρη απέβλεψαν στην αφηρημένη (αναιτιώδη) υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους, τέτοια συμφωνία αντίκειται στην αρχή της νομίμου δράσεως της Διοικήσεως. Επομένως, η εντελλόμενη δαπάνη που ενσωματώνει αποζημίωση χρήσης ακινήτου και λειτουργικών δαπανών για τα κατά περίπτωση αναφερόμενα χρονικά διαστήματα, δεν θεμελιώνεται νομίμως στην προαναφερόμενη από 13.1.2018 συμφωνία, υπό οποιαδήποτε εκδοχή ως προς το αντικείμενο της ως σύμβασης.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/2050/2020
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Ζητείται η ακύρωση: 1) της 15364/18.8.2015 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας και 2) της εγκριθείσας στις 14.7.2014 από τον Ειδικό Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έκθεσης αποτελεσμάτων ελέγχου(..)Ακολούθως προβάλλεται ότι η προσβαλλομένη πάσχει νομίμου ερείσματος, καθόσον κύρια νομική βάση της έκδοσής της αποτελεί η παραβίαση της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 7 του ν. 2160/1993, η οποία κατ’ εκτίμηση του δικογράφου, το μεν δεν παραβιάσθηκε, αφού κατ’ ουσίαν είχαν τηρηθεί όλες οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού του ακινήτου ως τουριστικού καταλύματος και, το δε, κατά το χρόνο έκδοσής της ή τουλάχιστον επίδοσης αυτής (16.11.2015) είχε καταργηθεί. Ο λόγος αυτός κατά το πρώτο σκέλος του κρίνεται κατά πλειοψηφία ομοίως ως απορριπτέος εφόσον η έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 7 του ν. 2160/1993, όπως προεκτέθηκε στη σκέψη 9 είναι σαφής, και συνεπώς κατά πλάσμα του νόμου απεκδύθη του χαρακτηρισμού του ως τουριστικού καταλύματος το ακίνητο της εκκαλούσας που εκμισθώθηκε για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών, ενώ κατά την μειοψηφούσα άποψη σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 10 το ακίνητο ουδέποτε απώλεσε τον χαρακτήρα του ως τουριστικό κατάλυμα. Περαιτέρω, ο προβαλλόμενος λόγος κατά το δεύτερο σκέλος του πρέπει επίσης να απορριφθεί, καθόσον κρίσιμος εν προκειμένω είναι, όπως προαναφέρθηκε, ο χρόνος έκδοσης της 287248/11452/24.8.2004 απόφασης ένταξης του επενδυτικού σχεδίου της εκκαλούσας στον άξονα 7 του Ε.Π. «Αγροτική Ανάπτυξη-Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000-2006», κατά τον οποίο και ήταν σε ισχύ η ανωτέρω διάταξη, όπως αυτή είχε τροποποιηθεί με την παρ.1 του άρθρου 21 του ν. 2741/1999. Τούτο δε έως την 1.1.2015, οπότε και η επίμαχη διάταξη καταργήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 51 του ν. 4276/2014 Α΄155 (στο άρθρο 2 παρ. 1 του οποίου προβλεπόταν ότι, ακίνητο που εκμισθώνεται για προσωρινή διαμονή του μισθωτή έως για χρονικό διάστημα μικρότερο των 30 ημερών, θεωρείται τουριστικό κατάλυμα, ενώ, ήδη από 7.4.2014, η επίμαχη ως άνω διάταξη της παρ.7 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 είχε αντικατασταθεί με την περ. 2 της υποπαρ. ΙΔ1της ΠΑΡ. ΙΔ του ν. 4254/2014, Α΄85/7.4.2014 ως εξής : «Ακίνητο που εκμισθώνεται για προσωρινή διαμονή του μισθωτή για χρονικό διάστημα μικρότερο των τριάντα (30) ημερών θεωρείται τουριστικό κατάλυμα», καταργουμένων εν τέλει αμφοτέρων των ως άνω διατάξεων -και των αντίστοιχων προβλεπόμενων σε αυτές χρονικών περιορισμών- των άρθρων 2 παρ. 7 του ν. 2160/1993 και 2 παρ. 1 του ν. 4276/2014 ήδη από 1.11.2015, δυνάμει της παρ.4 της υποπαρ. Α3 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015, Α΄94/14.8.2015). Ωστόσο, ουδεμία των ως άνω τροποποιήσεων καταλαμβάνει ούτε αφορά στον κρίσιμο χρόνο ένταξης του επίμαχου επενδυτικού σχεδίου στο Ε.Π., ούτε καν στο ελεγχόμενο διάστημα τήρησης μακροχρόνιων υποχρεώσεων (15.1.2009 έως 15.1.2014), μη δυνάμενης να προβληθεί βασίμως, κατ’ εκτίμηση του σχετικού λόγου, τυχόν πρόκληση στην εκκαλούσα σύγχυσης περί του εφαρμοστέου νομοθετικού πλαισίου.Περαιτέρω η εκκαλούσα προβάλλει αντιφατικότητα και έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλομένης. Ωστόσο, από την προσβαλλομένη, με την ειδικότερη αναφορά αυτής στην οικεία έκθεση ελέγχου στην οποία ερείδεται και της οποίας η εκκαλούσα έλαβε έγκαιρα πλήρη γνώση, ασκώντας τα δικαιώματα άμυνάς της, προκύπτει κατά τρόπο σαφή η συλλογιστική του εκδόντος την προσβαλλομένη οργάνου, ως προς τους λόγους που δικαιολογούν την αναλογική επιστροφή μέρους της καταβληθείσας ενίσχυσης, και δη αντιστοίχως της διαπιστωθείσας απόκλισης από τις αναληφθείσες υποχρεώσεις περί διενέργειας τουριστικών μισθώσεων, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της περαιτέρω διευκρίνισης του αχρεώστητου ή παράνομου χαρακτήρα της καταβολής, δεδομένου ότι επισύρουν την αυτή συνέπεια της επιβολής της δημοσιονομικής διόρθωσης. Ειδικότερα, η επιστροφή μέρους της ενίσχυσης δικαιολογείται από το ότι και οι 6 κατοικίες είχαν εκμισθωθεί με συνεχόμενη μακροχρόνια μίσθωση, η οποία, όπως σαφώς προκύπτει από την έκθεση ελέγχου και δεν αμφισβητείται από την εκκαλούσα, υπερβαίνει σε κάθε περίπτωση τους 30 μήνες. Ως εκ τούτου, με νόμιμη αιτιολογία η προσβαλλομένη, αφού προσδιόρισε με σαφήνεια την αποδιδόμενη στην εκκαλούσα παρατυπία, συνιστάμενη σε αλλαγή χρήσης της επένδυσης, έκρινε ότι, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά τον κρίσιμο χρόνο διατάξεις του ν. 2160/1993, τα ανωτέρω ακίνητα δεν θεωρούνται τουριστικά καταλύματα, καθώς αποδεδειγμένα εκμισθώθηκαν για διαμονή του μισθωτή για διάστημα που υπερβαίνει κατά πολύ τις προβλεπόμενες στο νόμο 90 ημέρες (ενίοτε και τα 4 έτη) και άρα η εκκαλούσα μετέβαλε καταφανώς την προβλεπόμενη στο εγκριθέν και επιχορηγηθέν επενδυτικό της σχέδιο χρήση και εκμετάλλευση αυτών, προβαίνοντας σε αστικές μισθώσεις αντί τουριστικών, ως είχε δεσμευθεί. (Ι Τμ. 236/2019, 1253/2016, 636/2015, 3719/2014). Εξάλλου, απορριπτέος τυγχάνει ο λόγος περί παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, καθώς εν προκειμένω, μετά τη διαπίστωση της παραβίασης των όρων χορήγησης της ενίσχυσης, νομίμως επιβλήθηκε η συγκεκριμένη δημοσιονομική διόρθωση, για τον προσδιορισμό της οποίας τηρήθηκε προσηκόντως η αρχή της αναλογικότητας, αφού λήφθηκε υπόψη το είδος της παράβασης και η σοβαρότητα της διαπιστωθείσας παρατυπίας που συνίστατο στη μεταβολή της χρήσης των ακινήτων από τουριστικά σε αστικά με τη μακροχρόνια μίσθωση αυτών, η οποία μάλιστα υπερέβαινε κατά πολύ τις 90 ημέρες, δημιουργώντας συνθήκες εκμίσθωσης ίδιες με τις ισχύουσες γενικώς επί αστικών εκμισθώσεων ακινήτων, λαμβανομένης περαιτέρω υπόψη της υπερβαίνουσας το ως άνω νόμιμο όριο διάρκειας εκάστης, ήτοι της διαπιστωθείσας απόκλισης από το νόμιμο όριο χρόνου τουριστικής εκμίσθωσης για εκάστη κατοικία, προκειμένου ο αριθμητικός προσδιορισμός του προς ανάκτηση ποσού να γίνει αναλογικά, αντί της επιστροφής του συνόλου της επιχορήγησης. Ως εκ τούτου και λαμβανομένης περαιτέρω υπόψη της χρήσης σαφούς μαθηματικού τύπου προς υπολογισμό αναλογικά των προς ανάκτηση ποσών, η επιβολή της συγκεκριμένης δημοσιονομικής διόρθωσης δεν παρίσταται κατά την κρίση του Δικαστηρίου καταφανώς δυσανάλογη προς τον επιδιωκόμενο από τις εν προκειμένω εφαρμοστέες διατάξεις σκοπό ανάκτησης των μη ορθώς διατεθέντων, για την επίτευξη των χρηματοδοτούμενων στόχων, κονδυλίων και αποτροπής της διασπάθισης αυτών (Ι Τμ. 1450/2018, 1007/2017, 1699/2016).Συνακόλουθα, η ένδικη έφεση πρέπει κατά την πλειοψηφούσα άποψη να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου, ενώ κατά την μειοψηφούσα άποψη να γίνει δεκτή.