Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/2050/2020

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 4270/2014

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Ζητείται η ακύρωση: 1) της 15364/18.8.2015 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας και 2) της εγκριθείσας στις 14.7.2014 από τον Ειδικό Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έκθεσης αποτελεσμάτων ελέγχου(..)Ακολούθως προβάλλεται ότι η προσβαλλομένη πάσχει νομίμου ερείσματος, καθόσον κύρια νομική βάση της έκδοσής της αποτελεί η παραβίαση της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 7 του ν. 2160/1993, η οποία κατ’ εκτίμηση του δικογράφου, το μεν δεν παραβιάσθηκε, αφού κατ’ ουσίαν είχαν τηρηθεί όλες οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού του ακινήτου ως τουριστικού καταλύματος και, το δε, κατά το χρόνο έκδοσής της ή τουλάχιστον επίδοσης αυτής (16.11.2015) είχε καταργηθεί. Ο λόγος αυτός κατά το πρώτο σκέλος  του κρίνεται κατά πλειοψηφία ομοίως ως απορριπτέος εφόσον η έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 7 του ν. 2160/1993, όπως προεκτέθηκε στη σκέψη 9 είναι σαφής, και συνεπώς κατά πλάσμα του νόμου απεκδύθη του χαρακτηρισμού του ως τουριστικού καταλύματος το ακίνητο της εκκαλούσας που εκμισθώθηκε για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών, ενώ κατά την μειοψηφούσα άποψη σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 10 το ακίνητο ουδέποτε απώλεσε τον χαρακτήρα του ως τουριστικό κατάλυμα. Περαιτέρω, ο προβαλλόμενος λόγος κατά το δεύτερο σκέλος του πρέπει επίσης να απορριφθεί, καθόσον κρίσιμος εν προκειμένω είναι, όπως προαναφέρθηκε, ο χρόνος έκδοσης της 287248/11452/24.8.2004 απόφασης ένταξης του επενδυτικού σχεδίου της εκκαλούσας στον άξονα 7 του Ε.Π. «Αγροτική Ανάπτυξη-Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000-2006», κατά τον οποίο και ήταν σε ισχύ η ανωτέρω διάταξη, όπως αυτή είχε τροποποιηθεί με την παρ.1 του άρθρου 21 του ν. 2741/1999. Τούτο δε έως την 1.1.2015, οπότε και η επίμαχη διάταξη καταργήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 51 του ν. 4276/2014 Α΄155 (στο άρθρο 2 παρ. 1 του οποίου προβλεπόταν ότι, ακίνητο που εκμισθώνεται για προσωρινή διαμονή του μισθωτή έως για χρονικό διάστημα μικρότερο των 30 ημερών, θεωρείται τουριστικό κατάλυμα, ενώ, ήδη από 7.4.2014, η επίμαχη ως άνω διάταξη της παρ.7 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 είχε αντικατασταθεί με την περ. 2 της υποπαρ. ΙΔ1της ΠΑΡ. ΙΔ του ν. 4254/2014, Α΄85/7.4.2014 ως εξής : «Ακίνητο που εκμισθώνεται για προσωρινή διαμονή του μισθωτή για χρονικό διάστημα μικρότερο των τριάντα (30) ημερών θεωρείται τουριστικό κατάλυμα», καταργουμένων εν τέλει αμφοτέρων των ως άνω διατάξεων -και των αντίστοιχων προβλεπόμενων σε αυτές χρονικών περιορισμών- των άρθρων 2 παρ. 7 του ν. 2160/1993 και 2 παρ. 1 του ν. 4276/2014 ήδη από 1.11.2015, δυνάμει της παρ.4 της υποπαρ. Α3 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015, Α΄94/14.8.2015). Ωστόσο, ουδεμία των ως άνω τροποποιήσεων καταλαμβάνει ούτε αφορά στον κρίσιμο χρόνο ένταξης του επίμαχου επενδυτικού σχεδίου στο Ε.Π., ούτε καν στο ελεγχόμενο διάστημα τήρησης μακροχρόνιων υποχρεώσεων (15.1.2009 έως 15.1.2014), μη δυνάμενης να προβληθεί βασίμως, κατ’ εκτίμηση του σχετικού λόγου, τυχόν πρόκληση στην εκκαλούσα σύγχυσης περί του εφαρμοστέου νομοθετικού πλαισίου.Περαιτέρω η εκκαλούσα προβάλλει αντιφατικότητα και έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλομένης. Ωστόσο, από την προσβαλλομένη, με την ειδικότερη αναφορά αυτής στην οικεία έκθεση ελέγχου στην οποία ερείδεται και της οποίας η εκκαλούσα έλαβε έγκαιρα πλήρη γνώση, ασκώντας τα δικαιώματα άμυνάς της, προκύπτει κατά τρόπο σαφή η συλλογιστική του εκδόντος την προσβαλλομένη οργάνου, ως προς τους λόγους που δικαιολογούν την αναλογική επιστροφή μέρους της καταβληθείσας ενίσχυσης, και δη αντιστοίχως της διαπιστωθείσας απόκλισης από τις αναληφθείσες υποχρεώσεις περί διενέργειας τουριστικών μισθώσεων, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της περαιτέρω διευκρίνισης του αχρεώστητου ή παράνομου χαρακτήρα της καταβολής, δεδομένου ότι επισύρουν την αυτή συνέπεια της επιβολής της δημοσιονομικής διόρθωσης. Ειδικότερα, η επιστροφή μέρους της ενίσχυσης δικαιολογείται από το ότι και οι 6 κατοικίες είχαν εκμισθωθεί με συνεχόμενη μακροχρόνια μίσθωση, η οποία, όπως σαφώς προκύπτει από την έκθεση ελέγχου και δεν αμφισβητείται από την εκκαλούσα, υπερβαίνει σε κάθε περίπτωση τους 30 μήνες. Ως εκ τούτου, με νόμιμη αιτιολογία η προσβαλλομένη, αφού προσδιόρισε με σαφήνεια την αποδιδόμενη στην εκκαλούσα παρατυπία, συνιστάμενη σε αλλαγή χρήσης της επένδυσης,  έκρινε ότι, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά τον κρίσιμο χρόνο διατάξεις του ν. 2160/1993, τα ανωτέρω ακίνητα δεν θεωρούνται τουριστικά καταλύματα, καθώς αποδεδειγμένα εκμισθώθηκαν για διαμονή του μισθωτή για διάστημα που υπερβαίνει κατά πολύ τις προβλεπόμενες στο νόμο 90 ημέρες (ενίοτε και τα 4 έτη) και άρα η εκκαλούσα μετέβαλε καταφανώς την προβλεπόμενη στο εγκριθέν και επιχορηγηθέν επενδυτικό της σχέδιο χρήση και εκμετάλλευση αυτών, προβαίνοντας σε αστικές μισθώσεις αντί τουριστικών, ως είχε δεσμευθεί. (Ι Τμ. 236/2019, 1253/2016, 636/2015, 3719/2014). Εξάλλου, απορριπτέος τυγχάνει ο λόγος περί παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, καθώς εν προκειμένω, μετά τη διαπίστωση της παραβίασης των όρων χορήγησης της ενίσχυσης, νομίμως επιβλήθηκε η συγκεκριμένη δημοσιονομική διόρθωση, για τον προσδιορισμό της οποίας τηρήθηκε προσηκόντως η αρχή της αναλογικότητας, αφού λήφθηκε υπόψη το είδος της παράβασης και η σοβαρότητα της διαπιστωθείσας παρατυπίας που συνίστατο στη μεταβολή της χρήσης των ακινήτων από τουριστικά σε αστικά με τη μακροχρόνια μίσθωση αυτών, η οποία μάλιστα υπερέβαινε κατά πολύ τις 90 ημέρες, δημιουργώντας συνθήκες εκμίσθωσης ίδιες με τις ισχύουσες γενικώς επί αστικών εκμισθώσεων ακινήτων, λαμβανομένης περαιτέρω υπόψη της υπερβαίνουσας το ως άνω νόμιμο όριο διάρκειας εκάστης, ήτοι της  διαπιστωθείσας απόκλισης από το νόμιμο όριο χρόνου τουριστικής εκμίσθωσης για εκάστη κατοικία, προκειμένου ο αριθμητικός προσδιορισμός του προς ανάκτηση ποσού να γίνει αναλογικά, αντί της επιστροφής του συνόλου της επιχορήγησης. Ως εκ τούτου και λαμβανομένης περαιτέρω υπόψη της χρήσης σαφούς μαθηματικού τύπου προς υπολογισμό αναλογικά των προς ανάκτηση ποσών, η επιβολή της συγκεκριμένης δημοσιονομικής διόρθωσης δεν παρίσταται κατά την κρίση του Δικαστηρίου καταφανώς δυσανάλογη προς τον επιδιωκόμενο από τις εν προκειμένω εφαρμοστέες διατάξεις σκοπό ανάκτησης των μη ορθώς διατεθέντων, για την επίτευξη των χρηματοδοτούμενων στόχων, κονδυλίων και αποτροπής της διασπάθισης αυτών (Ι Τμ. 1450/2018, 1007/2017, 1699/2016).Συνακόλουθα, η ένδικη έφεση πρέπει κατά την πλειοψηφούσα άποψη να απορριφθεί και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου, ενώ κατά την μειοψηφούσα άποψη να γίνει δεκτή. 

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

11214/2012

Καθορισμός παραστατικών της παρ. 7 του άρθρου 31 του Ν. 2160/1993, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 4070/ 2012.

18702/2022- ΦΕΚ: 5109/Β/29.9.2022 άρθρο 6 παρ.2: Από την έναρξη ισχύος της παρούσας καταργείται η υπ' αρ. 11214/6.8.2012 απόφαση της Υπουργού Τουρισμού «Καθορισμός παραστατικών της παρ. 7 του άρθρου 31 του ν. 2160/1993, όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4070/2012» (Β' 2339).


14574/2022

Καθορισμός διαδικασίας νομιμοποίησης της περ. β της παρ. 4 του άρθρου 31 του ν. 2160/1993 (Α’ 118).


ΕΣ/ΤΜ.7/2016/2017

Καταλογισμοι:Κατόπιν όσων έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, πρέπει, κατά παραδοχή ως βάσιμου του σχετικού λόγου, να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη κατά το μέρος που με αυτήν καταλογίζεται εις βάρος της εκκαλούσας το επίδικο έλλειμμα με τις ανάλογες επ’ αυτού προσαυξήσεις. Περαιτέρω, μετά την παραδοχή της έφεσης πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα το καταβληθέν παράβολο, σύμφωνα με το άρθρο 73 παρ. 4 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, ενώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων της υπόθεσης, πρέπει να απαλλαγούν το Ελληνικό Δημόσιο και ο Δήμος ..... από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄ 97) «Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας», το οποίο, κατ’ άρθρο 123 του π.δ. 1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε  από  το άρθρο  12  παρ. 2 του ν. 3472/2006 (Α΄ 135), εφαρμόζεται αναλόγως και στην παρούσα δίκη.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/16/2019

Εξόφληση οφειλών από λογαριασμούς ύδρευσης:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: Οι αξιώσεις της φερόμενης ως δικαιούχου …. που απορρέουν από 24 ανεξόφλητους λογαριασμούς υδροδότησης του ως άνω ακινήτου του … ετών 2006-2012 (καταναλώσεις από 7.12.2006 έως 23.10.2012) με ημερομηνίες λήξης από 7.12.2006 έως 19.11.2012, συνολικού ποσού 168 ευρώ (βλ. την καρτέλα παροχής, σύμφωνα με την οποία στις 26.10.2012, οπότε και εκδόθηκε ο  λογαριασμός, η τρέχουσα οφειλή ήταν 9 ευρώ και η συγχρέωση από τους προηγούμενους λογαριασμούς 159 ευρώ, ήτοι σύνολο 168 ευρώ), ενόψει του χρόνου έκδοσης του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος (28.3.2018), έχουν υποπέσει στην πενταετή παραγραφή, η οποία άρχισε από το τέλος εκάστου έτους εντός του οποίου γεννήθηκαν οι αξιώσεις με την παρέλευση της ημερομηνίας λήξης κάθε λογαριασμού. Η παραγραφή δε αυτή άρχισε υπό την ισχύ των διατάξεων του άρθρου 48 του ν.δ.496/1974 (λόγω του ότι κατά το έτος 2006 έως και 31.7.2007 το τότε …, στην κυριότητα του οποίου ανήκε το υδροδοτούμενο ακίνητο δεν διέθετε ειδικές καταστατικές διατάξεις περί παραγραφής, βλ. σκέψη ΙΙ Α) και συνεχίστηκε χωρίς να έχει συμπληρωθεί έως την 1.8.2007 (ημερομηνία κατά την οποία το υδροδοτούμενο ακίνητο περιήλθε αυτοδικαίως στο …, βλ. σκέψη ΙΙ Β.), οπότε και άρχισαν να ισχύουν οι ειδικές καταστατικές περί … διατάξεις του άρθρου 40 παρ. 6 του α.ν. 1846/1951 (Α΄179), όπως αντικαταστάθηκε με τα άρθρα 15 του ν. 4476/1965 και 7 του ν. 825/1978 που όριζαν τον ίδιο χρόνο παραγραφής. Ωστόσο, οι αξιώσεις της φερόμενης ως άνω δικαιούχου εταιρείας από τους λοιπούς ανεξόφλητους λογαριασμούς υδροδότησης του ακινήτου του … (καταναλώσεις από 24.10.2012 έως 8.1.2018) με ημερομηνίες λήξης από 15.2.2013 έως 8.2.2018 (βλ. αναλυτικά την καρτέλα της παροχής 688691), ύψους 12.184 ευρώ (12.352 ευρώ που είναι το εντελλόμενο ποσό-168 ευρώ που είναι το παραγραφέν κατά τα ανωτέρω ποσό), παραμένουν ενεργές, καθόσον το τμήμα αυτό των αξιώσεων (από λογαριασμούς ετών 2013-2018), ενόψει και του χρόνου έκδοσης του ελεγχόμενου τίτλου πληρωμής (28.3.2018), δεν έχει υποπέσει, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, στην πενταετή παραγραφή, σύμφωνα με τις ως άνω ισχύουσες μέχρι 1.1.2017 (ημερομηνία κατά την οποία περιήλθε αυτοδίκαια το υδροδοτούμενο ακίνητο στον …) ειδικές καταστατικές διατάξεις του … και τις εντεύθεν ισχύουσες διατάξεις του άρθρου 140 επ. του ν. 4270/2014 που εφαρμόζονται αναλογικά για τον … (σκέψη ΙΙ.Γ.) και ορίζουν τον ίδιο χρόνο παραγραφής.


ΑΕΔ/2/2012

Ουσιαστική συνταγματικότητα της διατάξεως του άρθρου 91 παρ. 3 του Ν. Δ/τος 321/1969, η οποία ανέκυψε με την έκδοση αντιθέτων αποφάσεων της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου.(...)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Αίρει την αμφισβήτηση που ανέκυψε από τις αποφάσεις 954/2011 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και 1270/1983 του Αρείου Πάγου και εμμέσως και από τις υπ' αριθμ. 882/1980, 1294/1983, 941/1988, 535/1992 1010/1993 1110/1994 όμοιες του Αρείου Πάγου ως προς την ουσιαστική συνταγματικότητα της διατάξεως του άρθρου 91 παρ. 3 του ν.δ/τος 321/1969.

 Αποφαίνεται ότι η διάταξη του άρθρου 91 παρ. 3 του ν.δ/τος 321/1969, δεν αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος.


ΕΣ/ΤΜ.1/1804/2011

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με βάση τα παρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει καταρχήν ότι νόμιμα η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης στηρίχθηκε στις διατάξεις της 907/052/2.7.2003 κοινή υπουργικής απόφασης, η οποία, όπως αναφέρθηκε, εφαρμόζεται και στην περίπτωση χρηματοδοτήσεων που έχουν ήδη καταβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της αλλά και στην περίπτωση που διαπιστωθεί αχρεώστητη ή παράνομη καταβολή χρηματοδότησης κατά τη διενέργεια ελέγχου από την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης ενός Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2860/2000, όπως πράγματι συνέβη στην υπό κρίση υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αυτή δε διαφέρει ουσιαστικά από την περιγραφόμενη στην 15954/(ππο)559/11.8.2006 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β΄ 1266), που εκδόθηκε μεταγενέστερα και αφορά στην ανάκτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών για την υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του Ε.Τ.Π.Α. του Γ΄ Κ.Π.Σ., μεταξύ άλλων, και του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα». Εξάλλου, ούτε η εκκαλούσα επικαλείται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει η επέλευση οποιασδήποτε βλάβης στα δικαιώματα της, που να οφείλεται ειδικά στη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος από την εκκαλούσα λόγος, σύμφωνα με τον οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να ακυρωθεί ως ερειδόμενη σε ανίσχυρη κοινή υπουργική απόφαση είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, η εκκαλούσα, παρά το ότι στη συναφθείσα ως άνω από 25.11.2002 σύμβαση αλλά και στην από 23.8.2006 έκθεση ελέγχου φέρεται ως τελικός αποδέκτης, εντούτοις αποτελεί τον τελικό δικαιούχο της συγχρηματοδοτούμενης επένδυσης, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 9 (περίπτ. ιβ) του Κανονισμού (ΕΚ)1260/1999 και 1 (περίπτ. στ) του ν. 2860/2000, καθόσον αποτελεί το φορέα που είχε την ευθύνη υλοποίησης – με δική της οργάνωση και μέσα – της επένδυσης. Κατά συνέπεια, φέρει την ιδιότητα του δημοσίου υπολόγου, ευθυνόμενη για κάθε πταίσμα αναφορικά με τις παρατυπίες που διαπιστώνονται κατά την υλοποίηση της επένδυσης αυτής. (...)Ενόψει αυτών, κατά παραδοχή του αντίστοιχου λόγου με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη υπαιτιότητας ως προς τη διαπιστωθείσα παρατυπία, πρέπει η ένδικη έφεση να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτήν απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων με την έφεση λόγων. Ακολούθως, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην εκκαλούσα του κατατεθέντος παραβόλου της έφεσης (άρθρα 56 παρ. 2 του π.δ/τος 774/1980 και 61 παρ. 5 του π.δ/τος 1225/1981), ενώ πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από την δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Διοικ.Δικ., σε συνδυασμό προς το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).


ΣΤΕ/1415/2000

Εκτέλεση έργου - αποπεράτωση εθνικής οδού...Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι μη νόμιμη, διότι, κατά παράβαση των συνδυασμένων διατάξεων των άρθρων 23 παρ. 2, 3 και 4 του Π.Δ. 609/1985, 30 παρ. 5 εδ. 1 του Π.Δ. 23/1993, 1 παρ. 5α εδ. 1-3 του Ν. 2229/1994 και δέκατου τρίτου παρ. 4 του Ν. 2338/1995, εκδόθηκε μετά τη λήξη του χρόνου δεσμευτικότητα της προσφοράς της αιτούσης. Ο λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 6 του Ν. 1418/1984, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 4 και 5 του Ν. 2229/1994 και το άρθρο δέκατο τρίτο παρ. 4 του Ν. 2338/1995, κατάπτωση, ως ειδικής ποινικής ρήτρας, ποσοστού της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής, ουδόλως επιβάλλεται να ενεργείται εντός του οριζόμενου, σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 2 του Π.Δ. 609/1985, χρόνου ισχύος της υποβληθείσης προσφοράς (ΣτΕ 966/1998 Ολομ.).Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι μη νόμιμη, διότι, κατά παράβαση του άρθρου 30 παρ. 5 εδ. τρίτο του Π.Δ. 23/1993 (άρθρ. 30 παρ. 4 εδ. τρίτο της Οδηγίας 93/37/ΕΟΚ) η Αναθέτουσα Αρχή παρέλειψε να γνωστοποιήσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την απόρριψη της προσφοράς της αιτούσης ως υπερβολικά χαμηλής. Ο λόγος αυτός, ανεξαρτήτως αν μπορεί να θεωρηθεί ως προβαλλόμενος μετ’ εννόμου συμφέροντος, είναι εν πάση περιπτώσει απορριπτέος, διότι η τυχόν παράλειψη ενημέρωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν επηρεάζει τη νομιμότητα του αποκλεισμού εργοληπτικής επιχείρησης από διαγωνισμό, λόγω υποβολής μη δικαιολογημένης, υπερβολικά χαμηλής προσφοράς.


ΕΣ/ΤΜ.1/1722/2016

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Επιδιώκει την ακύρωση α) της 59768/Α.Πλ.6240/28.12.2010 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης (...)Τέλος, προβάλλεται ότι η ελεγκτική ομάδα εσφαλμένα έκρινε ότι η εκκαλούσα παραβίασε τη συμβατική της υποχρέωση περί συμβολής στην απασχόληση, αφού η επιχείρηση κατά το χρονικό διάστημα από 5/6/2009 έως 5/6/2010 απασχόλησε τρεις υπαλλήλους (300 ημερομίσθια). Προς επίρρωση δε του λόγου αυτού προσκομίζει α) βεβαίωση του λογιστή ….σε φωτοαντίγραφο, σύμφωνα με την οποία η εκκαλούσα απασχόλησε κατά το ίδιο ως άνω διάστημα τον Ν.Κ. (25 ημερομίσθια), τον Ι.Ζ. (147 ημερομίσθια), τον Κ.Π. (107 ημερομίσθια) και τον Σ.Π. (21 ημερομίσθια), β) Αντίγραφο Αποδεικτικού Παραλαβής ΑΠΔ (αρ. δήλωσης 9942205), ημερομηνία υποβολής 7/1/2010, με το οποίο η εκκαλούσα δήλωσε για τη χρονική περίοδο 10/2009 -12/2009 δύο ασφαλισμένους και σύνολο ημερών ασφάλισης 44, γ) 4 πίνακες προσωπικού (άρθρο 16 ν. 2874/2000), θεωρημένων από την Επιθεώρηση Εργασίας στις 10.11.2008, 26.11.2009, 18.1.2010 και στις 16.4.2010, σύμφωνα με τους οποίους η εκκαλούσα προσέλαβε τον Ν.Κ. στις 26.6.2007, τον Ι.Ζ. στις 9.11.2009, τον Κ.Π. αρχικώς στις 13.1.2010 και ακολούθως την 1.4.2010, και τον Σ.Π. στις 12.4.2010. Όμως, και ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος. Ειδικότερα, πέραν του ότι η επιχειρηματολογία της εκκαλούσης επεκτείνεται σε χρονικό διάστημα μετά τη διενέργεια του ελέγχου (9.4.2010), από τα προσκομισθέντα στοιχεία δεν αναιρείται η διαπίστωση της ελεγκτικής ομάδας, αφού, αφενός η ως άνω βεβαίωση του λογιστή Β.Κ. δεν συνοδεύεται από τις αντίστοιχες Α.Π.Δ., αφετέρου διότι από τους προσκομισθέντες πίνακες προσωπικού δεν προκύπτει ο χρόνος απασχόλησης αλλά η ενημέρωση του Σ.ΕΠ.Ε.-Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης ως προς την πρόσληψη των ως άνω εργαζομένων. Περαιτέρω, αλυσιτελώς η εκκαλούσα ζητεί τον περιορισμό της ανάκτησης στο ποσό των 9.668, 20 ευρώ για την συγκεκριμένη παρατυπία, αφού για  την ανάκτηση της καταβληθείσης στην εκκαλούσα δημόσιας επιχορήγησης στο σύνολό της αρκεί αυτοτελώς η κρίση ότι η εκκαλούσα υπέπεσε στις αναφερόμενες στις παραγράφους Β και Γ παρατυπίες.Απορρίπτει την έφεση.


ΣΤΕ/1989/2019

Φορολογία εισοδήματος. Η πάγια αποζημίωση χορηγείται στους γιατρούς του ΕΣΥ για δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και προς αντιμετώπιση δαπανών συμμετοχής σε σεμινάρια και δεν αποτελεί εισόδημα. Κατά παράβαση των άρθρων 78 και 4 παρ. 5 του Συντάγματος υπήχθη αυτή σε φορολόγηση με το άρθρο 12 παρ. 13 του ν. 3052/2002. Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ορθά όρισε ως χρόνο ενάρξεως της τοκοφορίας το χρόνο ασκήσεως της προσφυγής με αίτημα την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου, χωρίς να διατυπώνει κρίση περί αντισυνταγματικότητας διάταξης. Το άρθρο 38 παρ. 2 του ν. 1473/1984, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του ν. 2120/1993, καθ’ ό μέρος ορίζει το επιτόκιο που ισχύει επί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων, δεν αντίκειται στα άρθρα 4 παρ. 1, 4 παρ. 5, 78 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ. Μη νόμιμα το δικαστήριο εφάρμοσε το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο υπερημερίας. Η αναίρεση ασκήθηκε ως προς το ζήτημα αυτό παραδεκτά κατά το άρθρο 2 του ν.3900/2010. Μερικά δεκτές η αναίρεση και η προσφυγή (αναιρεί εν μέρει την αριθμ. 154/2011 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς). Όμοια με την αρ. 1990/2019 ΣτΕ


ΝΣΚ/6/2018

Ασφάλιση υπαλλήλου σε Ασφαλιστικό Οργανισμό των Η.Π.Α. πριν την 1η/1/1993 – Δυνατότητα να ληφθεί υπόψη ο χρόνος αυτής ως χρόνος ασφάλισης στο Δημόσιο, προκειμένου να χαρακτηριστεί ο υπάλληλος ως «παλαιός ασφαλισμένος», κατά την έννοια της διάταξης της παρ.5 του άρθρου 5 του ν. 2320/1995. Υπάλληλος ασφαλισμένη σε οργανισμό κύριας ασφάλισης (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) στις 23/12/1991, ήτοι πριν από την 1η/1/1993, χαρακτηρίζεται εξ αυτού και μόνον ως «παλαιά ασφαλισμένη», κατά την έννοια της παρ.5 του άρθρου 5 του ν. 2320/1995, με τις συνέπειες που ο χαρακτηρισμός αυτός συνεπάγεται, και ασχέτως του συνυπολογισμού ή μη του προγενέστερου χρόνου ασφάλισής της σε Ασφαλιστικό Οργανισμό των Η.Π.Α. (ομόφ.)