×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/279/2017

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 325/1976, 1846/1951

Ποιος υποχρεούται σε καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, υπέρ των οικείων ασφαλιστικών ταμείων, για το απασχολούμενο στο ειδικό άμισθο υποθηκοφυλακείο Πύργου, προσωπικό, μετά την ακύρωση, με απόφαση Διοικητικού Εφετείου, του ορισμού της συμβολαιογράφου Πύργου Μ.Χ. ως αναπληρώτριας άμισθης υποθηκοφύλακα Πύργου, για το χρονικό διάστημα από της εκδόσεως της ακυρωθείσας αποφάσεως ορισμού της και μέχρι τον ορισμό νέας αναπληρώτριας.(Κατάσταση : Αποδεκτή) α) Η ακύρωση της αποφάσεως αναθέσεως της υπηρεσίας του ειδικού άμισθου υποθηκοφυλακείου Πύργου στη συμβολαιογράφο Πύργου Μ.Χ. ουδόλως απαλλάσσει αυτήν αναδρομικώς από την υποχρέωση την οποία έφερε, κατά το χρονικό διάστημα από την έκδοση της ως άνω αποφάσεως και μέχρι τη δικαστική ακύρωση της τοποθέτησής της, για καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών του απασχολούμενου στο υποθηκοφυλακείο προσωπικού υπέρ των οικείων ασφαλιστικών ταμείων (πλειοψ.). β) Για το προκύψαν χρονικό διάστημα, μετά τη δημοσίευση της με αρ. 493/2017 αποφάσεως του ΔΕφΑθ, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση αναθέσεως της υπηρεσίας του ειδικού άμισθου υποθηκοφύλακα Πύργου στη συμβολαιογράφο Πύργου Μ.Χ., και μέχρι το διορισμό της νέας αναπληρώτριας, το Δημόσιο υποκαθίσταται στις υποχρεώσεις του υποθηκοφύλακα για τη καταβολή των σχετικών ασφαλιστικών εισφορών (ομόφ.).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/7/2018

Αναλογικά δικαιώματα άμισθου υποθηκοφύλακα από μεταγραφή συμβολαίου.(..)​. Με τα δεδομένα αυτά, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον το περιλαμβανόμενο σε αυτή επιμέρους ποσό των 1.851,36 ευρώ, για τα αναλογικά δικαιώματα της Άμισθης Υποθηκοφύλακα ... από τη μεταγραφή του προαναφερόμενου συμβολαίου ανάκλησης δωρεών ακινήτων με συμβαλλόμενο το Δήμο ..., υπερβαίνει το κατά τα προεκτεθέντα ανώτατο όριο των 127,66 ευρώ. Ο δε ισχυρισμός του Δήμου ότι η μεταγραφή του επίμαχου συμβολαίου δεν εμπίπτει στις ως άνω προνομιακές διατάξεις των άρθρων 8 του ν. 325/1976 και της κ.υ.α. 79999/27.10.1990, επειδή ο Δήμος δεν έτυχε απαλλαγής ούτε από τον οικείο φόρο δωρεάς, προβάλλεται αβασίμως, δεδομένου ότι το ανώτατο ποσό για αναλογικά δικαιώματα υποθηκοφύλακα από τη μεταγραφή συμβολαίου Ο.Τ.Α. καθορίζεται ρητώς από τις προαναφερθείσες ειδικές διατάξεις και δεν συναρτάται με την ύπαρξη ή μη αντίστοιχης φορολογικής υποχρέωσης του Δήμου... Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα, με  το οποίο εντέλλεται η καταβολή εν μέρει μη νόμιμης δαπάνης, δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΙΚΑ/Α20/251/32/2013

ΘΕΜΑ : «Προθεσμίες καταβολής ασφαλιστικών εισφορών Σχετ.: Το υπ’αριθμ. Φ80000/3307/216/4-2-2013 έγγραφο της ΓΓΚΑ του Υπουργείου Εργασίας ,Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.

ΝΣΚ/55/2022

Ερωτάται εάν η συνέχιση της παραλαβής και της διεκπεραίωσης των καταγγελιών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι απασχολούνται στους εργοδότες εκείνους για τους οποίους είχε ανασταλεί η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής ΑΠΔ και που δεν προέβαιναν σε καταχώρηση των ΑΠΔ ούτε με ψηφιακό-μαγνητικό μέσο, είναι σύννομη και συμβατή με τις πρόνοιες των διατάξεων του άρθρου 69 του ν. 4635/2019, δεδομένου ότι αφενός κατά την ερωτώσα Υπηρεσία οι διατάξεις αυτές στόχο έχουν και την συγκράτηση των οφειλών των εργοδοτών, έναντι του e-ΕΦΚΑ, που προέρχονται από μη καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών και αφετέρου, δε, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 26 του ν. 1846/1951, η παρά του εργοδότη μη καταβολή των εισφορών δεν συνεπάγεται για τον ασφαλισμένο στέρηση ή μείωση των δικαιωμάτων αυτού επί των παροχών του Φορέα.9...)Η παραλαβή και η διεκπεραίωση, από τις Υπηρεσίες του e-ΕΦΚΑ, των καταγγελιών, περί μη δήλωσης της παρεχόμενης απασχόλησης, των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι απασχολούνται σε εργοδότες, που έχουν τεθεί σε καθεστώς αναστολής των ηλεκτρονικών συναλλαγών τους με τον Φορέα και δεν δύνανται, εξαιτίας της αναστολής αυτής, να καταθέσουν, ηλεκτρονικά, Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις (ΑΠΔ), τις οποίες, πάντως, δεν καταθέτουν ούτε και με χρήση ψηφιακής-μαγνητικής μεθόδου, είναι απόλυτα σύννομη και συμβατή, τόσο με τις συνταγματικές διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος, αφού αποτελεί ειδικότερη έκφανση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος του «αναφέρεσθαι», όσο και με τις διατάξεις του άρθρου 69 του ν. 4635/2019, εναρμονιζόμενη, πλήρως, με τον σκοπό τον οποίο εξυπηρετούν οι διατάξεις αυτές (ομόφωνα).


ΣΤΕ/3474/2006

Εκτέλεση έργου..:Επειδή, εν προκειμένω, ως προκύπτει εκ της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία ανέλαβε διά του από 11.9.1989 εργολαβικού συμφώνου την εκτέλεσιν του έργου «Οικοδομικές και Η/Μ μελέτες και εργασίες κατασκευής συνεργείου αυτοκινήτων στη ..». Στις 23.5.1991 υπέβαλε στην Διευθύνουσα Υπηρεσία τον 9ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως εργασιών προς έλεγχον, έγκρισιν και πληρωμήν, εν συνεχεία δε της εζητήθη να προσκομίση βεβαίωσιν του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών, την οποίαν και προσεκόμισε την 7.9.1991. Μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του λογαριασμού η αναιρεσίβλητος υπέβαλε την από 25.7.1991 όχλησιν προς τον αναιρεσείοντα Δήμον, ο οποίος απήντησε ότι δεν δικαιούται τόκων υπερημερίας λόγω της καθυστερήσεως υποβολής της βεβαιώσεως του Ι.Κ.Α. περί καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών. ΄Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 1365/1991 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, η δε από 24.12.1991 αίτησις θεραπείας κατά της αποφάσεως ταύτης απερρίφθη σιωπηρώς υπό του Νομάρχου ... Εν συνεχεία η αναιρεσίβλητος υπέβαλε προς έγκρισιν τον 10ον λογαριασμόν πιστοποιήσεως, ο οποίος της επεστράφη προκειμένου, μεταξύ άλλων, να παραλειφθή ο υπολογισμός τόκων υπερημερίας.Ενστασις της αναιρεσιβλήτου απερρίφθη διά της υπ’ αριθμ. 643/1992 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, ενώ αίτησις θεραπείας αυτής εγένετο εν μέρει δεκτή, ως προς τον κεφάλαιον των τόκων, διά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου ... Ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου ήσκησαν προσφυγή, αφ’ ενός μεν η αναιρεσίβλητος κοινοπραξία, στρεφομένη κατά της σιωπηράς απορρίψεως της από 24.12.1991 αιτήσεως θεραπείας της υπό του Νομάρχου .., αφ’ ετέρου δε ο Δήμος .., στρεφόμενος κατά της υπ’ αριθμ. 26.000/1992 αποφάσεως του Νομάρχου .. καθ’ ο μέρος εγένετο δι’ αυτής δεκτόν το αίτημα της αναιρεσιβλήτου περί καταβολής τόκων υπερημερίας. Το Διοικητικόν Εφετείον … συνεξεδίκασε τις ως άνω προσφυγές και διά της προσβαλλομένης αποφάσεώς του απέρριψε την μεν προσφυγήν της αναιρεσιβλήτου λόγω ελλείψεως του εννόμου συμφέροντος αυτής, την δε προσφυγήν του Δήμου … επί τη αιτιολογία ότι η ανάδοχος κοινοπραξία δικαιούται τόκων υπερημερίας μετά την πάροδον διμήνου από της υποβολής του 9ου λογαριασμού, αφού η πληρωμή αυτή καθυστέρησε άνευ υπαιτιότητός της και μέχρι πλήρους εξοφλήσεως αυτού.Η κρίσις, όμως, αυτή του δικαστηρίου της ουσίας είναι μη νόμιμος αφού, κατά τα προεκτεθέντα, δεν υφίσταται υπαιτιότης του κυρίου του έργου εκ της μη πληρωμής υποβληθέντος λογαριασμού και, κατά συνέπειαν, δεν γεννάται υποχρέωσις αυτού προς καταβολήν τόκων υπερημερίας, όταν ο λογαριασμός δεν συνοδεύεται υπό βεβαιώσεως περί καταβολής των υπό του αναδόχου οφειλομένων προς το Ι.Κ.Α. ασφαλιστικών εισφορών. Κατ’ ακολουθίαν, για τον λόγον τούτον, βασίμως προβαλλόμενον, η προσβαλλομένη απόφασις πρέπει κατά το μέρος αυτό, να αναιρεθή, και η υπόθεσις να παραπεμφθή στο Διοικητικόν Εφετείον … προς νέαν νόμιμον κρίσιν.


ΝΣΚ/136/2016

ΙΚΑ-ΕΤΑΜ – Συμβασιούχοι – Επίσχεση εργασίας – Ασφαλιστική υπαγωγή – Αρμοδιότητες ασφαλιστικών οργάνων.Κατά την διάρκεια της επίσχεσης εργασίας, παραμένει ενεργή και η ασφαλιστική σχέση του εργαζόμενου με το Ι.Κ.Α., ανεξαρτήτως του εάν η ασφαλιστέα εργασία ήταν υπακτέα στην κοινή ασφάλιση του Ι.Κ.Α. ή στον ΚΒΑΕ αυτού. Επί νόμιμης επίσχεσης η ασφάλιση στο Ι.Κ.Α. συνεχίζεται, προσδιοριζόμενη εκάστοτε με βάση τα στοιχεία που διαθέτουν τα ασφαλιστικά όργανα (τα οποία εκφέρουν διακεκριμένη και αυτοτελή, μη εξαρτώμενη δηλαδή από την τυχόν προσφυγή των ενδιαφερομένων μερών - εργοδότη και μισθωτού - στα πολιτικά δικαστήρια για την διευθέτηση των μεταξύ τους εργασιακών διαφορών, κρίση) και πάντοτε σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών (άρθρα 200, 288 Α.Κ.), όχι όμως πέραν του ευλόγου χρόνου διάρκειας αυτής, κατά τον οποίο οφείλονται αποδοχές, ο οποίος (εύλογος χρόνος) δεν μπορεί να υπερβεί τους πέντε μήνες, αφού μετά από αυτόν, η αποχή του μισθωτού από την εργασία του, συνιστά, κατά κρίση αντικειμενική, σιωπηρή εκ μέρους του καταγγελία της σύμβασης, εκτός εάν προσκομισθεί αντίθετη δικαστική απόφαση από την οποία να προκύπτει η μη λύση της εργασιακής σχέσης και η συνέχιση της επίσχεσης και πέραν του πενταμήνου αυτού και υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι τα ασφαλιστικά όργανα του Ι.Κ.Α. θα υιοθετήσουν τις παραδοχές της. Για το πεντάμηνο αυτό, τα εν λόγω όργανα του Ι.Κ.Α., οφείλουν να βεβαιώνουν χωρίς προσκόμματα, τον χρόνο ασφάλισης του μισθωτού, με βάση το ασφαλιστικό καθεστώς που αντιστοιχεί στην ειδικότητά του, καθώς επίσης και να εκδίδουν Πράξεις Επιβολής Εισφορών (ΠΕΕ) κατά του αρνούμενου να καταβάλει οικειοθελώς τις οφειλόμενες εισφορές του, εν λόγω χρονικού διαστήματος, εργοδότη. Η προσκόμιση, ενώπιον των ασφαλιστικών αυτών οργάνων, απόφασης πολιτικού δικαστηρίου, που εκδόθηκε μεταξύ εργοδότη και μισθωτού και αποφαίνεται για τη χρονική διάρκεια της επίσχεσης, δεν τα δεσμεύει, αφού αυτή δεν ισχύει έναντι πάντων, αλλά δύνανται, τα ασφαλιστικά αυτά όργανα, είτε να συμφωνήσουν με τις παραδοχές της απόφασης αυτής και να προβούν σε όλες τις ως άνω ενδεδειγμένες ενέργειές τους (πλήρης ασφαλιστική κάλυψη του μισθωτού και μετά το πεντάμηνο, έκδοση Π.Ε.Ε. σε βάρος του εργοδότη του κ.λπ.), είτε να κρίνουν αντιθέτως, αιτιολογώντας όμως ειδικώς την αντίθετη αυτή κρίση τους (ομοφ.)


ΝΣΚ/144/2002

Έκδοση αποδεικτικού ενημερότητας για συμμετοχή σε διαγωνισμούς της ΥΠΑ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Η διάταξη της παρ.1(4) του άρθρου 6 του ΠΔ 394/1996, έχουσα ειδικό χαρακτήρα, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την τροποποίηση της διατάξεως του άρθρου 26 του Ν 1882/1990 με τις διατάξεις του άρθρου 18 του Ν 2753/1999 και τις διατάξεις της υπ αριθμ. 1109793/6134-11/0016/24-11-1999 αποφάσεως Υπ. Οικονομικών. Οι συμμετέχοντες σε διαγωνισμό προμηθειών του Δημοσίου υποχρεούνται να υποβάλλουν βεβαιώσεις για την εξόφληση των ασφαλιστικών εισφορών τους και των φορολογικών τους υποχρεώσεων. Οι αρμόδιες κατά το νόμο υπηρεσίες (ΔΟΥ) υποχρεούνται να χορηγούν τις σχετικές βεβαιώσεις και τα αποδεικτικά ενημερότητας.


ΝΣΚ/419/2003

Αποκατάσταση αποταχθέντων αστυνομικών-αθλητών κατόπιν ευνοϊκής αποφάσεως του επιληφθέντος, δυνάμει της διατάξεως της παρ.6 του άρθρου 17 του Ν 2947/2001, Πειθαρχικού Συμβουλίου. Έκταση αυτής.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Από το περιεχόμενο της διατάξεως της παρ.6 του άρθρου 17 του Ν 2947/2001 συνάγεται ότι αυτή αποβλέπει, προφανώς, στην πλήρη αποκατάσταση των αστυνομικών-αθλητών που αποτάχθηκαν, με συνέπεια να επαναφερθούν στην ενεργό υπηρεσία, ο χρόνος που παρέμειναν εκτός υπηρεσίας λόγω της αποτάξεως θα αναγνωρισθεί ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και ως χρόνος συμμετοχής στους οικείους ασφαλιστικούς φορείς, θα πρέπει να τους καταβληθούν οι αποδοχές όλου του χρονικού διαστήματος που παρέμειναν εκτός υπηρεσίας, θα θεωρηθεί ότι ουδέποτε διεκόπη ο ασφαλιστικός δεσμός με τα ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης, θα καταβάλουν τις αντιστοιχούσες κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, θα πρέπει να επιστρέψουν τα χρηματικά ποσά που έλαβαν ως μέρισμα κατά την έξοδό τους από την υπηρεσία και οι επιβληθείσες ποινές, λόγω του χρόνου επιβολής τους που ανάγεται στην ημερομηνία τελεσιδικίας της αποφάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου που επέβαλε τις αποτάξεις, πρέπει να θεωρηθεί ότι εκτίθηκαν από το χρονικό διάστημα που αυτοί παρέμειναν εκτός υπηρεσίας λόγω της αποτάξεως. (πλειοψ.)


ΝΣΚ/160/2016

Ρύθμιση χρεών που αφορούν τις ασφαλιστικές οφειλές των δημοτικών επιχειρήσεων που λύθηκαν μέχρι 31.12.2010 και έχουν αναληφθεί σήμερα από τους Ο.Τ.Α.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
α) Για τις ασφαλιστικές οφειλές των δημοτικών επιχειρήσεων που λύθηκαν μέχρι 31.12.2010 και τα χρέη τους έχουν αναληφθεί από τους Ο.Τ.Α., ισχύει κατά τη ρητή απαλλακτική ρήτρα των νόμων 4071/2012 και 4170/2013, η απαλλαγή των διοικούντων τις δημοτικές επιχειρήσεις, που λύθηκαν καθώς και των δημάρχων. β) Οι ως άνω οφειλές απολαύουν και των ευεργετημάτων που παρέχονται με τον συμψηφισμό του ν. 4316/2014, περί χορήγησης ενημερότητας, αναστολής εκτελέσεως ποινών και ποινικών διώξεων και αναγκαστικών μέτρων. Στην αναστολή εκτελέσεως ποινών αλλά και ποινικών διώξεων περιλαμβάνονται και οι διατάξεις του ειδικού ποινικού νόμου α.ν.86/1967 περί αξιοποίνου της μη καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, έστω κι αν αυτή ειδικώς δεν αναφέρεται. γ) Οι εισπρακτικές υπηρεσίες των ασφαλιστικών ταμείων, κατά περίπτωση, οφείλουν να διαγράψουν τυχόν επιβαρύνσεις, προσαυξήσεις κλπ που τυχόν έχουν βεβαιωθεί για τα χρέη αυτά (τα προερχόμενα από δημοτικές επιχειρήσεις που λύθηκαν πριν την 31.12.2010) στο όνομα των ίδιων των δημοτικών επιχειρήσεων που έχουν παύσει να υπάρχουν η οιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου κατά νόμο συνυπεύθυνο για τα χρέη αυτά. Ομοίως οφείλουν να παράσχουν ασφαλιστική ενημερότητα στα ανωτέρω φυσικά ή νομικά πρόσωπα που απαλλάσσονται και να αναστείλουν κάθε ποινική διαδικασία που άρχισε ή να απέχουν από τη συνέχιση αυτής, σε αυτήν δε την ποινική διαδικασία περιλαμβάνονται και οι ειδικές ποινικές ρυθμίσεις του α.ν.86/1967.-


ΣΤΕ/187/2013

Παροχή υπηρεσιών ασφάλειας...Ενόψει δε τούτου, δεν αρκεί η συλλήβδην παραπομπή της προσβαλλόμενης αποφάσεως στο σκεπτικό δικαστικής αποφάσεως που είχε προσκομίσει η αιτούσα, εν είδει παροχής διευκρινίσεων για το δηλωθέν από αυτήν διοικητικό κόστος, στο πλαίσιο άλλης διαγωνιστικής διαδικασίας, και σύμφωνα με το οποίο σκεπτικό ο καθορισμός του διοικητικού κόστους επαφίεται στην ελεύθερη κρίση του διαγωνιζόμενου, διότι είναι ζήτημα αναγόμενο στον τρόπο άσκησης της επιχειρηματικής του δραστηριότητας. Η παρεμβαίνουσα ισχυρίζεται ότι, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι το κριτήριο ανάθεσης των ένδικων υπηρεσιών είναι η χαμηλότερη τιμή, κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια συμπίεσης του λειτουργικού κόστους εκτέλεσης του έργου εκμεταλλευόμενη τις υποδομές και παροχές (ασφαλιστική κάλυψη, εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης) που της διατίθενται αδαπάνως από τον όμιλο εταιρειών στον οποίο ανήκει. Συγκεκριμένα, αναφέρει στο υπόμνημα, που κατέθεσε εντός της ταχθείσης προς τούτο προθεσμίας, ότι, ως πολυεθνική εταιρεία, έχει την πλήρη υποστήριξη, αδαπάνως, από τη μητρική της εταιρεία «…» ως προς την ασφαλιστική της κάλυψη, την έκδοση εγγυητικών επιστολών και τη χρήση κεντρικών υποδομών και συστημάτων εξοικονόμησης λειτουργικού κόστους, καθώς και ότι από 1.1.2014 έως 31.12.2014 θα εξασφαλίσει, μέσω συγκεκριμένου προγράμματος Ε.Σ.Π.Α., αδαπάνως, την επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών του απασχοληθησομένου προσωπικού που βαρύνουν τον εργοδότη. Τα ανωτέρω, όμως, στοιχεία δεν δύνανται να ληφθούν υπ’ όψιν από την Επιτροπή Αναστολών, για το λόγο ότι η παρεμβαίνουσα επικαλείται και προσκομίζει αυτά το πρώτον ενώπιόν της, ενώ, εξ άλλου, στα υπ’ αριθμούς 1824 και 1824α/ 13.3.2013 (αρ. πρωτ. .... 2440/19.3.2013) έγγραφα παροχής διευκρινίσεων, που αυτή υπέβαλε προς την αναθέτουσα αρχή, ουδέν στοιχείο αιτιολόγησης του συγκεκριμένου ποσοστού του προσφερόμενου διοικητικού κόστους διαλαμβάνει. Ενόψει των ανωτέρω, πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμος ο σχετικός προβαλλόμενος λόγος. Πρέπει δε, κατόπιν τούτου, η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξετάσεως των λοιπών προβαλλομένων αιτιάσεων, και να διαταχθεί ως κατάλληλο ασφαλιστικό μέτρο η αναστολή εκτελέσεως της 5406/28.3.2013 αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της «.....» – καθ’ ο μέρος με αυτήν απερρίφθη η προδικαστική προσφυγή της αιτούσης με την προαναφερθείσα αιτιολογία και ανεδείχθη η παρεμβαίνουσα ως ανάδοχος των επίμαχων υπηρεσιών φύλαξης - καθώς και η μη υπογραφή της συμβάσεως με την εταιρεία αυτή, μέχρις ότου εκδοθεί οριστική απόφαση επί της αιτήσεως ακυρώσεως που οφείλει να ασκήσει η αιτούσα εταιρεία, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ.7 του ν. 3886/2010. Τέλος, πρέπει να απορριφθεί η ασκηθείσα παρέμβαση. Οίκοθεν νοείται, πάντως, ότι η Διοίκηση μπορεί να επανέλθει και να απαντήσει αιτιολογημένως επί της ανωτέρω αιτιάσεως της προσφυγής της αιτούσης, εκδίδοντας σχετική πράξη, και, κατόπιν τούτου, να ολοκληρώσει το διαγωνισμό.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/248/2013

ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά σε προηγούμενη νομική σκέψη (υπό ΙΙ Β), το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, στον βαθμό που υπερβαίνει την αναλογία των 2/3 της εκ του νόμου υποχρεωτικής ασφαλιστικής εισφοράς αναστολής, όπως αυτή διαμορφώνεται βάσει του άρθρου 4 του π.δ/τος 125/1993. Και τούτο, διότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, βάσει των άρθρων 21 παρ.11 του ν. 3959/2011 και του άρθρου 24 παρ. 2 του ν. 1868/1989, όπως ισχύει, αναλόγως εφαρμοζομένου στο εν αναστολή τελούν νομικό επιστημονικό προσωπικό της εν λόγω Ανεξάρτητης Αρχής, υποχρεούται σε καταβολή της ως άνω αναλογίας επί της ασφαλιστικής εισφοράς αναστολής, την οποία επιβάλλεται εκ του νόμου να καταβάλλουν οι υπηρετούντες σ’ αυτήν δικηγόροι και όχι σε καταβολή της ίδιας αναλογίας επί των ασφαλιστικών εισφορών που αντιστοιχούν στην εκάστοτε επιλεγείσα από αυτούς ασφαλιστική κατηγορία, τα όσα δε αντίθετα προβάλλει η υπέρ της καταβολή των εισφορών νομικός με το από 27.7.2012 υπόμνημά της είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Περαιτέρω, η εν λόγω νομικός αλυσιτελώς επικαλείται την 408/25.7.2007 εγκύκλιο του Ταμείου Νομικών, συμφώνως προς την οποία, βάσει του άρθρου 24 παρ. 2 του ν. 1868/1989, οι απασχολούντες δικηγόρους με σχέση έμμισθης εντολής οφείλουν να καταβάλλουν τα 2/3 της μονομερώς επιλεγμένης από τους τελευταίους ασφαλιστικής κατηγορίας, αφού ο νόμος δεν προβλέπει συναίνεση του Εργοδότη, καθόσον ανεξαρτήτως της μη περιβολής της εν λόγω εγκυκλίου με νομική δεσμευτικότητα (βλ. Ελ. Συν. πρ. Ι Τμ. 202, 50/2011, 153/2009), αυτή αφορά σε κατηγορία εμμίσθων δικηγόρων μη τελούντων σε καθεστώς αναστολής εν αντιθέσει προς τους νομικούς της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η ως άνω δε διάταξη εφαρμόζεται μόνο αναλόγως, κατ’ άρθρο 21 παρ. 11 του ν. 3989/2011 και όχι ευθέως στο επιστημονικό προσωπικό της εν λόγω Ανεξάρτητης Αρχής, για το οποίο έχει κατά νόμο ανασταλεί η άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος. Επίσης, η επίκληση αποφάσεως του ιδίου ως άνω Ταμείου ως προς την δυνατότητα του νομικού επιστημονικού προσωπικού των Ανεξαρτήτων Αρχών να επιλέγει αν και τελεί σε αναστολή, ασφαλιστική κατηγορία ανώτερη της εκ του νόμου υποχρεωτικής (βλ. την 179/3.10.2012 απόφαση της Διοικούσης Επιτροπής του Ταμείου Νομικών), παρίσταται αλυσιτελής, δοθέντος ότι μία τέτοια επιλογή, εμπίπτουσα στο σύστημα της όλως προαιρετικής υπαγωγής σε ανώτερο επίπεδο ασφαλιστικής καλύψεως, ουδόλως συνεπάγεται ελλείψει σχετικής ειδικής προς τούτο ρυθμίσεως την αυτόθροη μετακύλιση στην Αρχή του αντιστοίχου ασφαλιστικού βάρους, ήτοι της αναλογίας των 2/3 όχι επί της εκ του νόμου υποχρεωτικής αλλά επί της επιλεγμένης ασφαλιστικής κατηγορίας (βλ. άλλωστε και την 181/17.10.2012 απόφαση της Διοικούσης Επιτροπής του Ταμείου Νομικών περί ευχέρειας και όχι υποχρεώσεως των Ανεξαρτήτων Αρχών να καλύψουν την αναλογία της επιλεγμένης ασφαλιστικής κατηγορίας που όμως θα διερρήγνυε κατά τα εκτεθέντα σε προηγούμενη νομική σκέψη τον αναγκαστικό χαρακτήρα των ισχυουσών για τους δημοσίους φορείς μισθολογικών και ασφαλιστικών διατάξεων). Τέλος, αβασίμως ισχυρίζεται τόσο η Επιτροπή Ανταγωνισμού με το έγγραφο υποβολής του οικείου τίτλου πληρωμής προς θεώρηση όσο και η υπέρ ης οι ασφαλιστικές εισφορές νομικός ότι διά της μη καταβολής της αναλογίας των 2/3 της αντιστοιχούσης στην επιλεγείσα από την τελευταία ασφαλιστική κλάση ετησίας εισφοράς επέρχεται η ασφαλιστική της υποβάθμιση και καθίσταται ασφαλιστικώς μη ενήμερη για το επίμαχο ασφαλιστικό έτος (2011). Και τούτο, διότι κατά τα προεκτεθέντα, η Ανεξάρτητη Αρχή υποχρεούται κατά νόμο σε κάλυψη των 2/3 της εισφοράς αναστολής της εν λόγω δικηγόρου, αφού αυτή συνιστά πλέον την ασφαλιστική υποχρέωση της τελευταίας έναντι του Ταμείου, τυχόν δε διατήρηση εκ μέρους της ανώτερης ασφαλιστικής κατηγορίας ανάγεται στην σχέση της ιδίας με τους οικείους ασφαλιστικούς φορείς και στο σύστημα προαιρετικής μείζονος ασφαλιστικής καλύψεως, χωρίς να επιδρά στο ύψος της υποχρεωτικής συμμετοχής της Αρχής στην τακτική εισφορά αναστολής, όπως αυτή διαμορφώνεται στο νόμο.