×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/324/2008

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Διαχείριση και προστασία δημοσίων ακινήτων (πρώην κτήματος Νάστου) καταγραφέντων με βάση την Δ.3950/1246/19-9-1984 απόφαση Υφυπουργού Οικονομικών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Μετά την αμετάκλητη ακύρωση πρωτοκόλλων καταλήψεως υπό του Δημοσίου ακινήτων, κατά το άρθρο 25 του ΑΝ 1539/1938, το Δημόσιο μέχρι της αμετακλήτου περατώσεως της τακτικής περί την κυριότητά των εκκρεμούς δίκης, δεν δύνανται να προβαίνει εις πράξεις διαχειρίσεως επ’ αυτών ουδέ συνεπώς διαθέσεώς των, δια ανέγερσιν επ’ αυτών κτιρίων προς στέγασιν δημοσίων υπηρεσιών. Δύναται το Δημόσιο, διαρκούσης της περί την κυριότητα δίκης, να ζητεί την υπό του Εισαγγελέως απαγόρευσιν πράξεων ιδιωτών επί του επιδίκου ακινήτου, εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ΑΝ 1539/1938.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/275/2014

Προδήλως εσφαλμένη καταχώριση Δημοσίου ως κυρίου ακινήτου στους κτηματολογικούς πίνακες του Κτηματολογίου και διόρθωση της εγγραφής μέσω της διαδικασίας του προδήλου σφάλματος – Τήρηση ή μη της διαδικασίας του άρθρου 8 του Α.Ν. 1539/1938.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Δύναται η Διοίκηση, δια της αρμόδιας υπηρεσίας, να παράσχει εξωδίκως την συναίνεση για λογαριασμό του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 παρ.1 περ.β’ υποπερ.αα’ του Ν. 2664/1998, όπως ισχύει, για τη διόρθωση αρχικής εγγραφής ακινήτων στους κτηματολογικούς πίνακες του Οργανισμού Κτηματογραφήσεων και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (ΟΚΧΕ), εφόσον προκύπτει ότι εκ προδήλου σφάλματος έχουν τα ακίνητα αυτά καταχωρισθεί επ' ονόματι του Ελληνικού Δημοσίου. Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται η προηγούμενη τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 8 του Α.Ν. 1539/1938. (ομοφ.)


ΝΣΚ/323/2003

Υποχρεώσεις Δημοσίου έναντι αναγνωρισθέντος κυρίου ακινήτου το οποίο αρχικά νεμόταν το Δημόσιο και ακολούθως κατά τη διάρκεια της επιδικίας εκποίησε σε τρίτο.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Το Δημόσιο έχει υποχρέωση να καταβάλει αποζημίωση στους αναγνωρισθέντες κύριους ακινήτου το οποίο αρχικά νεμόταν το ίδιο (Δημόσιο) και στη συνέχεια και κατά τη διάρκεια της επιδικίας εκποίησε σε τρίτους. Η αποζημίωση αυτή συνίσταται στην τρέχουσα αγοραία αξία του ακινήτου. Το Δημόσιο εάν ήταν καλόπιστο ως προς τη νομή του ακινήτου και την κυριότητά του επ’ αυτού μέχρι της περατώσεως της δίκης δεν οφείλει αποζημίωση στους πιο πάνω αναγνωρισθέντες κυρίους σε αποκατάσταση της ζημίας που αυτοί υπέστησαν από την αποστέρηση της χρήσεως και καρπώσεως του ακινήτου. Η άσκηση της διεκδικητικής ή αναγνωριστικής της κυριότητας αγωγής δεν καθιστά αναγκαίως τον εναγόμενο (Δημόσιο ή ιδιώτη) κακόπιστο νομέα. Τα άρθρα 1096 – 1099 Α.Κ. εφαρμόζονται και στο Δημόσιο.


ΝΣΚ/605/1997

Ανταλλάξιμα κτήματα. Εκποίησις προς κατόχους.:Η κατά τας διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του και σήμερον ισχύοντος, Ν.357/76, εκποίησις ανταλλαξίμων αγροτικών ακινήτων προς κατόχους των, είναι δυνατή, εφ όσον κριθή ότι δύνανται να αποτελέσουν βιώσιμον γεωργικήν εκμετάλλευσιν και εφ όσον δεν έχουν ανεγερθεί επ αυτών κατοικίες, έστω και παραθεριστικές (πλειοψ.), των δε αστικών δεν επιτρέπεται η εκποίησις προς τον έχοντα καλύψει την δι ην η εκποίησις ανάγκην του κατ άλλον τρόπον, ήτοι δεν επιτρέπεται η εκποίησις αστικού ακινήτου δια την στέγασίν της, εις άλλην οικίαν του στεγαζομένης, ή δυναμένης να στεγασθή, οικογενείας του, έστω και έχοντος ανεγείρει και χρησιμοποιούντος επ αυτού κτίσματα, κατόχου του, ουδέ η εκποίησις αστικού ακινήτου δια την επαγγελματικήν στέγασίν του, έστω και έχοντος ανεγείρει και χρησιμοποιούντος επ αυτού κτίσματα, διαθέτοντος όμως άλλην επαγγελματικήν στέγην, δια της οποίας ικανοποιεί ή δύναται να ικανοποιήση την επαγγελματικήν αυτήν ανάγκην του, κατόχου του. Αντιθέτως, επιτρέπεται η εκποίησις αστικού ανταλλαξίμου ακινήτου δι επαγγελματικήν εγκατάστασιν προς τον έχοντα οικίαν δια την στέγασιν της οικογενείας του, ως και η εκποίησις δι οικογενειακήν στέγασιν προς τον έχοντα επαγγελματικήν στέγην, εν συνδρομή, όμως, κατ αμφοτέρας τας περιπτώσεις, των λοιπών, προϋποθέσεων χαρακτηρισμού του ως δικαιούχου εξαγοράς του.​


ΝΣΚ/312/2009

Ιερά Μονή Βατοπεδίου. Πρότασή της περί επιστροφής στο Δημόσιο ακινήτων του που περιήλθαν στη Μονή εξ ανταλλαγών με τη λίμνη Βιστωνίδα και παραλίμνιες εκτάσεις της, κατόπιν ανακλήσεως σχετικών υπουργικών αποφάσεων. Τηρητέα πορεία.(..)Κατάσταση : Μη αποδεκτή 
Η εκ μέρους του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ανάκληση αποφάσεών του περί αποδοχής γνωμοδοτήσεων του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων και Ανταλλάξιμης Περιουσίας του Ν 1539/1938, που είχαν αναγνωρίσει δικαιώματα της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου επί λιμνιαίων και παραλιμνίων εκτάσεων της λίμνης Βιστωνίδος και των εντός αυτής νησίδων, συνεπάγεται αναδρομική ακυρότητα τόσο των συναφθεισών συμβάσεων ανταλλαγής των εκτάσεων αυτών με άλλα ακίνητα του Δημοσίου, όσο και των τυχόν περαιτέρω μεταβιβάσεων προς τρίτους, οι οποίοι είναι απλοί κάτοχοι. Επί οικειοθελούς αποδόσεως αυτών από τη Μονή ή τρίτους κατόχους στο Ελληνικό Δημόσιο, προσφυγή στα δικαστήρια είναι άνευ αντικειμένου. Ενδείκνυται η υπογραφή συμβολαιογραφικών πράξεων για την απόδοση αυτή, με παράλληλη δήλωση των μερών περί καταργήσεως των συμβολαίων ανταλλαγής, τόσο ως προς την ενοχική όσο και ως προς την εμπράγματη δικαιοπραξία του Δημοσίου δηλούντος ρητά ότι είναι κύριος, νομέας και κάτοχος των ανταλλαγεισών εκτάσεων. Επί αρνήσεως αποδόσεως της κατοχής των ακινήτων, αναγκαία η έγερση αγωγών, η θέση αυτών υπό μεσεγγύηση, η ανάκληση οικοδομικών αδειών και η διακοπή οικοδομικών εργασιών. Δεν ενδείκνυται η έκδοση Πρωτοκόλλων Διοικητικής Αποβολής. (πλειοψ.) Ενόψει της όλης πλοκής της υποθέσεως καθίσταται επιβεβλημένη η ανάλυση των πραγματικών και νομικών δεδομένων περί της κυριότητας του Δημοσίου επί της λίμνης και των παραλιμνίων εκτάσεων, η έγερση διεκδικητικών αγωγών και η έκδοση πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής, μη αρκούσης της οικειοθελούς φυσικής παραδόσεως των προερχομένων από τις ανταλλαγές ακινήτων του Δημοσίου που κατέχονται από τη Μονή ή από τρίτους. (μειοψ.)


ΕΣ/ΚΛΙΜ.Ε/35/2019

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Από τα προαναφερόμενα προκύπτει ότι τα δύο τμήματα στα οποία διαπλατύνεται το επαρχιακό οδικό δίκτυο, κατά μήκος 83μ και 133μ., δεν έχουν καταστεί κοινόχρηστα, εντασσόμενα ως τέτοια στο πολεοδομικό/ρυμοτομικό σχέδιο, με κήρυξη απαλλοτρίωσης των αντίστοιχων ιδιοκτησιών, ούτε ότι έχει νομίμως μετατεθεί η κυριότητά τους ως ιδιωτικών ακινήτων και ότι οι ιδιοκτήτες με νόμιμο τρόπο την έχουν απολέσει ή ότι αποτελούν ακίνητα που έχουν ήδη περιέλθει σε κοινή χρήση, ως οδοί, με τη βούληση των ιδιοκτητών τους. Εξάλλου, δεν έχει εκδοθεί απόφαση των αρμόδιων, κατά περίπτωση, Περιφερειακού και Δημοτικού Συμβουλίου για τον προσδιορισμό των ακινήτων και την κήρυξή τους ως απαλλοτριωτέων ή τη σύσταση εμπράγματου δικαιώματος σε αυτά και τη σύσταση οποιουδήποτε, περαιτέρω, δικαιώματος που παρέχει τη δυνατότητα να καταστούν τα ανωτέρω ακίνητα επαρχιακές οδοί, με τις αναγκαίες, ενδεχομένως, αποφάσεις παραχώρησης της χρήσης των ακινήτων μεταξύ των προαναφερόμενων φορέων τοπικής αυτοδιοίκησης (άρθρα 97 παρ. 5 π.δ.30/1996 και 200 ΚΔΚ). Τέλος, δεν περιέχεται σχετική ειδική ρύθμιση για τη διαπλάτυνση των οδών προς τις ανωτέρω ιδιοκτησίες ούτε στην οικ. 17250/2582/24.4.2012 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου «Έγκριση Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου (ΓΠΣ) του Δήμου Πάρου, νήσου Πάρου, Νομού Κυκλάδων», όπως διορθώθηκε ακολούθως (53978/2017 απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου). Εξάλλου, οι υπεύθυνες δηλώσεις των ιδιοκτητών των ακινήτων σχετικά με την παραχώρηση της χρήσης τους υποβλήθηκαν στο Δήμο Πάρου και δεν απευθύνονται στην αναθέτουσα αρχή και κυρία του έργου Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου (βλ. και άρθρο 1 της διακήρυξης), ούτε προκύπτει η αρμοδιότητα της Αντιδημάρχου Πάρου να υποβάλει δήλωση με το παρατιθέμενο ανωτέρω περιεχόμενο «ότι ο Δήμος Πάρου δεν έχει αξίωση επί των ακινήτων που παραχωρούνται κατά χρήση», ακόμα και αν τούτο είναι αληθές, ενώ, τέλος, δεν προκύπτει ότι έχει με οποιοδήποτε τρόπο εφαρμοστεί παραχώρηση ακινήτου που προβλέπεται σε ειδικότερες διατάξεις (ενδεικτικά, άρθρο 4 ν.4061/2012). Άλλωστε, η ακρίβεια των δηλώσεων των ιδιοκτητών ακινήτων ως προς το τμήμα Μάρμαρα – Πρόδρομος αμφισβητείται και από το γεγονός ότι στο σχετικό διάγραμμα (Μάιος 2015) η οδός προσδιορίζεται ως δημοτική. Επομένως, ως προς τη νομική κατάσταση των ανωτέρω ακίνητων δημιουργείται αμφιβολία και σύγχυση, διότι δεν έχουν καταστεί κατά τον κρίσιμο χρόνο νομίμως τμήματα του επαρχιακού οδικού δικτύου. Παρέπεται ότι είναι πλημμελής η ανωτέρω διαγωνιστική διαδικασία της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου που αφορά τις εργασίες (χωματουργικές, οδοποιίας, ασφαλτικές κ.λπ.) διαπλάτυνσης και συντήρησης στα ακίνητα αυτά και στο λοιπό επαρχιακό δίκτυο, δηλαδή σε φυσικό αντικείμενο το νομικό καθεστώς του οποίου δεν είναι στο σύνολό του πλήρως διασαφηνισμένο, ώστε τα όργανα της Περιφέρειας ή οποιοσδήποτε ενεργήσει κατόπιν σχετικής εντολής, όπως ο ανάδοχος του έργου, νομίμως να εκτελέσει εργασίες επί του συνόλου του φυσικού αντικειμένου [πρβλ. 599/2013 ΑΠ, ΑποφΕισΕφΑθ 2/2014 (Διαδ. Ασφ. Μέτρων), επί διακατοχικής διαφοράς άρθρου 22 α.ν.1539/1938 ήδη καταργηθέντος με την παρ. 7 άρθρου ένατου του άρθρου 1 ν.4335/2015, από 1.1.2016 σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 4 του αυτού άρθρου και νόμου). Άλλωστε, δεν είναι δυνατός οποιοσδήποτε διαχωρισμός των εργασιών, διότι θα επερχόταν ουσιώδης τροποποίηση της διακήρυξης ως προς το φυσικό αντικείμενο του έργου, όπως και των υποβληθεισών προσφορών, περιλαμβανομένης και αυτής του εργολάβου στον οποίο κατακυρώθηκε το έργο, δεδομένου ότι ο προϋπολογισμός, το τιμολόγιο εργασιών, οι ποσότητες κατά ομάδες και είδος εργασιών προμετρήθηκαν και συμπεριλήφθηκαν στα τεύχη της διακήρυξης αδιακρίτως των ειδικών τμημάτων εδάφους στα οποία οι εργασίες αφορούν και αδιακρίτως αν συντελούν στη διαπλάτυνση ή στη συντήρηση του οδικού δικτύου, ούτε η διακήρυξη προβλέπει τη δυνατότητα υποβολής τμηματικών προσφορών και ανάθεσης του έργου εν μέρει και κατά τμήματα, ούτε ήταν δυνατό να υποβληθούν παραδεκτώς τμηματικές ή κατά ποσοστό εργασιών (οικονομικές) προσφορές σε αναφορά προς το φυσικό αντικείμενο.Με δεδομένα αυτά, από τον έλεγχο των υποβληθέντων στο Κλιμάκιο στοιχείων διαπιστώθηκαν νομικές πλημμέλειες κατά τη διαδικασία ανάθεσης του ελεγχόμενου έργου και, ως εκ τούτου, συντρέχει νόμιμος λόγος που κωλύει την υπογραφή του σχεδίου σύμβασης.


ΕΣ/ΤΜ.1/227/2009

Καταβολή δικηγορικής αμοιβής:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν σε προηγούμενες νομικές σκέψεις, νομίμως ανέθεσε η Δημαρχιακή Επιτροπή ... την εντολή εκπροσώπησης του οικείου Δήμου κατά την εκδίκαση της ανωτέρω αγωγής σε δύο δικηγόρους ο ένας εκ των οποίων εκτός των άλλων θα νομιμοποιούσε την παράσταση του δεύτερου, μη διατελούντος στο Δικαστήριο που εκκρεμούσε η επίμαχη αγωγή. Και τούτο, εξ αιτίας αφενός των νομικών ιδιαιτεροτήτων που εμφάνιζε η εν λόγω υπόθεση (καθεστώς ακινήτων στις «…») και αφετέρου της μείζονος σπουδαιότητάς της για τα συμφέροντα του Δήμου καθόσον η επίδικη έκταση αποτελούσε τμήμα ευρύτερης δασικής έκτασης, παραχωρηθείσας για τη διανομή της σε ακτήμονες που συνορεύει με αιγιαλό, γεγονός που ενόψει και της αξίας της (τουλάχιστον 100.000 ευρώ κατά την αγωγή) καθιστούσε προδήλως σημαντική την διατήρηση της κυριότητας του Δήμου επ’ αυτής για την περαιτέρω αξιοποίησή της. Η διατήρηση δε του δασικού χαρακτήρα της επίδικης περιοχής άπτεται και του δημοσίου συμφέροντος ενώ η επαπειλούμενη ζημία του Δήμου σε περίπτωση ευδοκίμησης της αγωγής θα ήταν εξαιρετικά σημαντική. Άλλωστε, η σχετική απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής παρίσταται πλήρως αιτιολογημένη, δοθέντος ότι συσχετίζει τη σοβαρότητα της υπόθεσης με το περιεχόμενο της αγωγής στο περιεχόμενο της οποίας ρητώς παραπέμπει. Συνεπώς, ο πρώτος λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, η ελάχιστη νόμιμη αμοιβή των φερομένων ως δικαιούχων δικηγόρων, εφόσον το αντικείμενο της δίκης ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ..., κατά την οποία εκπροσώπησαν τον εναγόμενο εντολέα τους, είναι αποτιμητό σε χρήμα (100.000, 00 ευρώ), υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ.2 του Κώδικα περί Δικηγόρων, ως ποσοστό επί της πραγματικής αξίας του αντικειμένου της αγωγής και όχι με βάση την ισχύουσα κατά τον κρίσιμο χρόνο 120867/30.12.2005 κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης, η οποία, όπως προεκτέθηκε, καθορίζει την ελάχιστη νόμιμη αμοιβή των δικηγόρων όταν η αμοιβή αυτή δεν υπολογίζεται ποσοστιαία επί της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς. Κατ’ ακολουθία αυτών, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες για την καταβολή της αμοιβής των ανωτέρω δικηγόρων, οι οποίες δεν υπερβαίνουν την κατά τα ανωτέρω υπολογιζόμενη ελάχιστη νόμιμη αμοιβή αυτών για τη σύνταξη προτάσεων (100.000,00 Χ2%=2.000,00 ευρώ), είναι νόμιμες και επομένως, τα χρηματικά αυτά εντάλματα πρέπει να θεωρηθούν.