×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/375/2002

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Μίσθωση έργου. Χορήγηση βεβαίωσης της παρ.2 άρθρου 6 Ν 2527/1997.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Ενόψει των διδομένων από την αρμόδια υπηρεσία στοιχείων, οι εργασίες α) νομικού για τη συμμετοχή του σε διαπραγματεύσεις συνάψεως συμβάσεων με αλλοδαπούς οίκους, β) διεθνολόγου για την κάλυψη αναγκών από την ανάληψη της χώρας μας της προεδρίας της ΕΕ και συνεργασίας με διεθνείς οργανισμούς ή επιτροπές και γ) οικονομολόγου για την τήρηση οικονομικών στοιχείων του εν εξελίξει προγράμματος εξοπλισμών, είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο συμβάσεως έργου.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/67/2014

1) Δυνατότητα ή μη σύναψης συμβάσεων παροχής υπηρεσιών με φυσικά ή νομικά πρόσωπα που πρόκειται να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, σε Αρχές της Εξωτερικής Υπηρεσίας, για την κάλυψη αναγκών στο πλαίσιο της Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου Ε.Ε. (α’ εξάμηνο 2014). 2) Αρμοδιότητα των Αρχών διατύπωσης του σχετικού αιτήματος ή πρόσκλησης προς τους ενδιαφερόμενους εξωτερικούς συνεργάτες, καθώς και της σύναψης σχετικών συμβάσεων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
1) Λόγω του αντικειμένου των προτεινομένων συμβάσεων που συνδέεται άμεσα με την ανάληψη της Ελληνικής Προεδρίας εφαρμογή έχει ο ν. 4148/2013. Είναι κατ' αρχήν δυνατή η σύναψη συμβάσεων για την παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών τρίτων, με βάση το άρθρο 5 παρ.2 του νόμου αυτού σε συνδυασμό με τις διατάξεις περί δημοσίων συμβάσεων, εφόσον εξετασθεί και διαπιστωθεί η ανάγκη συνάψεώς τους με βάση τις προτεραιότητες της Ελληνικής Προεδρίας, εξ αιτίας της οποίας και ανακύπτουν μέχρι 31-7-2014, οι ανάγκες εξειδικευμένων υπηρεσιών, χωρίς να μπορούν να ληφθούν υπ’ όψιν ή να συνεκτιμηθούν οι πάγιες ανάγκες της Μόνιμης Αντιπροσωπείας για την εκπροσώπηση της Ελλάδος στους Διεθνείς Οργανισμούς και αιτιολογημένα δεν μπορεί να αναληφθούν οι εργασίες αυτές από το υπάρχον προσωπικό. Εξυπακούεται ότι το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών είναι υποστηρικτικές εργασίες, χωρίς να είναι δυνατή η εκπροσώπηση ή συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις στους διάφορους Οργανισμούς. 2) Η εισήγηση πρότασης συνάψεως των σχετικών συμβάσεων, η ανάγκη συνάψεώς τους, ο αριθμός τους και το αντικείμενό τους πραγματοποιείται από το Γραφείο της Ελληνικής Προεδρίας, με βάση και τα αιτήματα της οικείας Αρχής προς την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, αφού σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν.4148/2013, ως ισχύει, το Γραφείο της Ελληνικής Προεδρίας υπάγεται στον Υφυπουργό Εξωτερικών, και αναφέρεται στον Υπουργό Εξωτερικών. Η σχετική απόφαση για την σύναψή τους ανήκει στην αρμοδιότητα του Υφυπουργού Εξωτερικών, ο οποίος για την υπογραφή της σύμβασης μπορεί να ορίσει εκπρόσωπό του, πριν την κατάρτισή της. Θα πρέπει επίσης να ορισθεί ότι οι συμβάσεις που θα συναφθούν θα διέπονται από το ελληνικό δίκαιο, οι δε διαφορές θα επιλύονται από τα ελληνικά δικαστήρια (Αθηνών), επίσημη γλώσσα θα είναι η ελληνική. (ομοφ.) Περαιτέρω, το Α΄Τμήμα γνωμοδότησε και κατά πλειοψηφία, ότι η συνολική δαπάνη των εν λόγω συμβάσεων θα καθορίσει και την τηρητέα διαδικασία, δηλ. την απ' ευθείας ανάθεση, πρόχειρο ή τακτικό διαγωνισμό.


ΔΕΚ/C-243/1989

Περίληψη 1. Στο πλαίσιο προσφυγής κατά παραβάσεως, η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία οροθετεί το αντικείμενο της διαφοράς, οπότε τούτο δεν μπορεί πλέον, στη συνέχεια, να διευρυνθεί. Πράγματι, η δυνατότητα που έχει το ενδιαφερόμενο κράτος να υποβάλει τις παρατηρήσεις του αποτελεί μια βασική και ηθελημένη από τη Συνθήκη εγγύηση, καθώς και ουσιώδη τύπο του νομοτύπου χαρακτήρα της διαδικασίας με την οποία σκοπείται η διαπίστωση παραβάσεως κράτους μέλους. 2. Στο πλαίσιο προσφυγής κατά παραβάσεως, ασκηθείσας από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης και της οποίας τη σκοπιμότητα μόνον αυτή μπορεί να εκτιμήσει, στο Δικαστήριο εναπόκειται να διαπιστώσει την ύπαρξη ή μη της προσαπτομένης παραβάσεως, ακόμα και αν το ενδιαφερόμενο κράτος δεν αμφισβητεί πλέον την παράβαση και αναγνωρίζει το δικαίωμα προς αποκατάσταση της ζημίας που έχουν τυχόν υποστεί εξ αυτής ιδιώτες. Στην αντίθετη περίπτωση, τα κράτη μέλη, αναγνωρίζοντας μια παράβαση και αποδεχόμενα την ευθύνη που μπορεί εξ αυτής να απορρέει, θα ήσαν οποτεδήποτε ελεύθερα, κατά τη διάρκεια μιας εκκρεμούς ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας λόγω παραβάσεως, να θέτουν τέρμα σ' αυτήν χωρίς να έχει αποδειχθεί δικαστικώς η ύπαρξη της παραβάσεως και η θεμελίωση της ευθύνης τους. 3. Παραβαίνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 30, 48 και 59 της Συνθήκης, καθώς και από την οδηγία 71/305, το κράτος μέλος το οποίο δημοσίευσε πρόσκληση για υποβολή προσφορών, στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως συμβάσεως δημοσίου έργου, βάσει όρου προβλέποντος την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη χρησιμοποίηση εγχωρίων υλικών, καταναλωτικών αγαθών, εργατικού δυναμικού και εξοπλισμού και το οποίο διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις με την τελικώς επιλεγείσα εταιρία βάσει προσφοράς μη σύμφωνης προς τη συγγραφή υποχρεώσεων που είχε σχετικώς καταρτιστεί.


ΕλΣυν/Τμ.6/102/2003

H ύπαρξη ενός (ενιαίου) έργου πρέπει να εκτιμάται βάσει λειτουργικών μόνον κριτηρίων, και συγκεκριμένα βάσει της οικονομικής και της τεχνικής λειτουργίας του αποτελέσματος των εργασιών που ανατίθενται με τις επιμέρους συμβάσεις. Ο ως άνω ορισμός της έννοιας του έργου, τον οποίο περιέχει η διάταξη του άρθρου 3 παρ.γ΄ του π.δ/τος 334/2000, δεν εξαρτά την ύπαρξη ενός ενιαίου έργου στην περίπτωση πολλαπλών συμβάσεων από άλλα στοιχεία, όπως είναι ο αριθμός των αναθετουσών αρχών, η δυνατότητα πραγματοποιήσεως του συνόλου των εργασιών από μία και μόνη επιχείρηση, η ταυτόχρονη έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού για την ανάθεση του συνόλου συμβάσεων, η ομοιότητα των προκηρύξεων, η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, εντός του οποίου θα εκτελεσθούν οι ανατιθέμενες εργασίες. Τα εν λόγω στοιχεία μπορούν, αναλόγως των συνθηκών, να αποτελέσουν ενδείξεις που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενός έργου υπό την έννοια της οδηγίας, δεν αποτελούν, όμως, αναγκαία προϋπόθεση ούτε στοιχεία καθοριστικά για την ύπαρξη ενός έργου. Η ερμηνεία αυτή είναι σύμφωνη προς τον σκοπό της οδηγίας, ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση της δυνατότητας στις επιχειρήσεις άλλων κρατών – μελών να υποβάλουν προσφορά για συμβάσεις ή σύνολα συμβάσεων, που μπορεί να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για αντικειμενικούς λόγους σχετικούς με την αξία τους. Συνεπώς, μια επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως πρέπει να είναι σε θέση να πληροφορηθεί την αξία του συνόλου των τμημάτων που αποτελούν ένα έργο, ακόμη και αν δεν είναι σε θέση να εκτελέσει όλα τα τμήματα αυτού ή ακόμη και αν αυτά ανατίθενται από διαφορετικούς φορείς, διότι μόνον τότε μπορεί να εκτιμήσει την ακριβή έκταση της συμβάσεως και να προσαρμόσει τις τιμές της προσφοράς της αναλόγως του αριθμού των τμημάτων, για τα οποία σκοπεύει να υποβάλει προσφορά, περιλαμβανομένων, ενδεχομένως, των τμημάτων, η αξία των οποίων είναι χαμηλότερη του κατωτάτου ορίου των κοινοτικών οδηγιών. Γενικότερα, όμως, κάθε περίπτωση συνάψεως συμβάσεως πρέπει να εκτιμάται βάσει του πλαισίου, στο οποίο εντάσσεται, και βάσει των ιδιαιτεροτήτων της συμβάσεως, όπως έχει δεχθεί και το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στην Απόφαση της 5.10.2000 (Υπόθεση 16/98), ερμηνεύοντας τις αντίστοιχες διατάξεις των παρ.1, 10 και 13 του άρθρου 14 της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ του Συμβουλίου. Πάντως, η συνδρομή στοιχείων, όπως η ταυτόχρονη έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού για την ανάθεση του συνόλου συμβάσεων, η ομοιότητα των προκηρύξεων, η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, εντός του οποίου θα εκτελεσθούν οι ανατιθέμενες εργασίες, συνηγορεί υπέρ της ενοποιήσεως των συμβάσεων σε ένα ενιαίο έργο. Στην περίπτωση δε υπάρξεως ενός έργου -νομίμως ανατιθέμενου κατά τμήματα-, η αξία του οποίου στο σύνολο υπερβαίνει το όριο των κοινοτικών οδηγιών, οι διατάξεις του ως άνω διατάγματος εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματα.


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/111/2012

Έλεγχος νομιμότητας σχεδίων σύμβασης μεταφοράς μαθητών.(..)Δεν προκύπτει όμως ούτε από τα στοιχεία του φακέλου, αλλά ούτε και από τις σχετικές προπαρασκευαστικές της αναθέσεως πράξεις ότι, πριν από την προκήρυξη του διαγωνισμού κατ’ άρθρο 2 παρ. Γ της Κ.Υ.Α., είχαν εξετασθεί και εξαντληθεί όλες οι δυνατότητες που παρέχονται από τις παραγράφους Α και Β του ίδιου άρθρου, ήτοι η πραγματοποίηση της μεταφοράς με τη δημόσια υπεραστική συγκοινωνία, ακόμη και με προσπάθεια τροποποιήσεως των ήδη υφισταμένων δρομολογίων κατόπιν αιτήσεως στην Περιφέρεια, ή με την σύσταση γραμμών δημοτικής, διαδημοτικής ή υπεραστικής συγκοινωνίας διά της συνάψεως συμβάσεων παραχωρήσεως δημόσιας υπηρεσίας με τους φορείς συγκοινωνιακού έργου (άρθρο 19 του ν. 2963/2001), άλλως με την χρήση ιδίων μεταφορικών μέσων βάσει της παρ. Β του άρθρου 2 της Κ.Υ.Α..(..)Εξ άλλου, στο πλαίσιο αυτό της προπαρασκευαστικής της αναθέσεως διαδικασίας διαπιστώνεται ότι: α) από κανένα στοιχείο ή έγγραφο (βεβαιώσεις Διευθυντών Σχολείων, τεχνική μελέτη, απόφαση Δημάρχου) δεν προκύπτει ότι έχει εξετασθεί η συνδρομή της προϋποθέσεως της παρ. 1 του άρθρου 1 της Κ.Υ.Α., δηλαδή εάν η απόσταση της διατάξεως αυτής έχει υπολογισθεί βάσει της πλησιέστερης σχολικής μονάδας προς την κατοικία των μαθητών, β) σε μερικές από τις καταστάσεις των Διευθυντών των σχολείων δεν βεβαιώνεται η χιλιομετρική απόσταση μεταξύ της κατοικίας των μαθητών και του τόπου φοιτήσεως (5ο Γυμνάσιο ..., Ιδιωτικό Μειονοτικό Γυμνάσιο – Λύκειο ..., 1ο και 2ο ΓΕΛ ..., 2ο ΕΠΑΛ ...) και γ) δεν προκύπτει ότι έχει εκδοθεί βεβαίωση του Δημάρχου σχετικά με τους μαθητές που δικαιούνται δωρεάν μεταφοράς, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 παρ. 3 περ. γ΄ της Κ.Υ.Α. Οι ελλείψεις όμως αυτές κρίνονται ουσιώδεις για την υπό έλεγχο διαδικασία αναθέσεως, καθόσον τόσο ο ακριβής προσδιορισμός των μαθητών που δικαιούνται της μεταφοράς, που ολοκληρώνεται με τη σχετική βεβαίωση του Δημάρχου, όσο και ο υπολογισμός της χιλιομετρικής αποστάσεως μεταξύ της κατοικίας των μαθητών και του εγγύτερου σε αυτήν σχολείου, που συνιστά αρμοδιότητα των Διευθυντών των σχολικών μονάδων και όχι της τεχνικής υπηρεσίας, η οποία μόνον επικουρικώς καλείται να συνδράμει στον προσδιορισμό της, αποτελούν αναγκαία στοιχεία της διαγραφόμενης στο άρθρο 4 της Κ.Υ.Α. προπαρασκευαστικής διαδικασίας και αναγκαία προαπαιτούμενα για την ίδια την κατάστρωση των δρομολογίων και την διαμόρφωση της προϋπολογιζόμενης δαπάνης της αναθέσεως..(..)το Κλιμάκιο κρίνει ότι, από τον έλεγχο των υποβληθέντων σε αυτό στοιχείων, διαπιστώθηκαν ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες που κωλύουν την υπογραφή των οικείων συμβάσεων.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/283/2021

Επισκευή συνθετικού τάπητα.ζητείται ανάκληση της 16/2020 Πράξης του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Περιφερειακή Ενότητα ......Ανεξαρτήτως των ανωτέρω ασαφειών επί καίριων στοιχείων του φυσικού αντικειμένου των αρχικών και των συμπληρωματικών εργασιών, και ενόψει όσων αναπτύσσονται στην  σκέψη 5, το Τμήμα κρίνει ότι ο εντοπισμός σοβαρών προβλημάτων του υφιστάμενου συνθετικού τάπητα στις διαδρομές 7 και 8 του στίβου και στην περιοχή έως τα κάγκελα, κατά τη διενέργεια διερευνητικών τομών από την ανάδοχο της κύριας σύμβασης μετά την υπογραφή αυτής, δεν πληροί την προϋπόθεση του απροβλέπτου που τίθεται από το άρθρο 156 του ν. 4412/2026 ως μία από τις σωρευτικώς απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης. Τούτο διότι όπως προκύπτει από το προπαρατεθέν περιεχόμενο της 71/2018 μελέτης και της Τεχνικής Περιγραφής η ως άνω περιοχή του συνθετικού τάπητα είχε ήδη εντοπισθεί ως αναμενόμενη να παρουσιάσει μεγαλύτερες φθορές, γεγονός που οδηγεί, κατά λογική αναγκαιότητα, στο συμπέρασμα, ότι οι φθορές αυτές δεν ήταν ούτε απρόβλεπτες, ούτε απλώς προβλέψιμες, αλλά είχαν ήδη προβλεφθεί από την αναθέτουσα Αρχή κατά την αρχική δημοπράτηση. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι συμπεριλήφθηκαν στην αρχική ανάθεση και εργασίες αποξήλωσης των σαθρών τμημάτων του τάπητα, αποκάλυψης της ασφαλτικής υπόβασης και επισκευής αυτού, όπου κριθεί αναγκαίο(βλ. ανωτέρω σκ. 8). Επιρρωνύεται δε περαιτέρω από την αιτιολογική έκθεση της σύναψης της συμπληρωματικής σύμβασης, στην οποία γίνεται μνεία του προϋπάρχοντος και από μακρού γνωστού ιστορικού των κακοτεχνιών κατασκευής και των συνακόλουθων φθορών του ελαστικού τάπητα στην περιοχή αυτή, με το σχόλιο ότι πολύ σύντομα, μετά το 2003, σύμφωνα πάντα με μαρτυρίες των προπονητών και των αθλητών του στίβου, σταμάτησε η χρήση των διαδρομών 7 και 8 και ιδιαίτερα το καλοκαίρι που η ρευστότητα του τάπητα αυξανόταν (βλ. ανωτέρω σκ. 11). Ενόψει των προεκτεθέντων, θα ήταν ευλόγως αναμενόμενο από μία επιμελή αναθέτουσα Αρχή να προβεί σε λεπτομερή έλεγχο και σε πλήρη μελέτη της υφιστάμενης κατάστασης του τάπητα κατά την προετοιμασία της αρχικής ανάθεσης, προκειμένου να διασφαλιστούν η αρτιότητα του κατασκευαστικού σχεδιασμού του έργου, η αποτελεσματικότητα της διαγωνιστικής διαδικασίας ανάθεσης, η χρηστή διαχείριση της διατιθέμενης προς τον σκοπό αυτό χρηματοδότησης και να αποφευχθούν, αντίστοιχα, επιγενόμενες τεχνικές δυσχέρειες ολοκλήρωσης του έργου και υπέρβαση  κατά 49,99% της συμβατικής αξίας κατά την εκτέλεσή του. Ιδιαίτερη δε προσοχή όφειλε αν επιδειχθεί στην επίμαχη περιοχή των διαδρομών 7 και 8 έως τα κάγκελα, η έκταση της οποίας αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο μέρος, ήτοι περίπου το 40% της προς επισκευή επιφάνειας του συνθετικού τάπητα. (βλ. ανωτέρω σκ. 11). Εξ ετέρου, οι ενδιαφερόμενοι να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό εργολήπτες όφειλαν, σύμφωνα με την Ειδική Συγγραφή Υποχρεώσεων, να αξιολογήσουν διεξοδικά τις συνθήκες του έργου και να υποβάλουν προσφορές με βάση τα ποιοτικά και ποσοτικά κριτήρια των ζητούμενων εργασιών, ενέργεια η οποία συνεπάγεται και τη δυνατότητά τους να ζητήσουν εκ προοιμίου από την αναθέτουσα Αρχή ακόμη και στοχευμένες διερευνητικές τομές στον ελαστικό τάπητα από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Δήμου, ή υπό την επίβλεψή τους, εάν μόνο έτσι ήταν δυνατό να διασφαλίσουν τον ασφαλή προσδιορισμό του ύψους της προσφοράς τους. Τούτο, κατά σφόδρα πιθανολογούμενο τρόπο, δεν θα δημιουργούσε μείζονα προβλήματα στη λειτουργικότητα του στίβου εάν οι τομές γινόταν με τη δέουσα προσοχή, και σε κάθε περίπτωση, αυτό ισχύει για τις διαδρομές 7 και 8, η χρήση των οποίων, κατά τα διαλαμβανόμενα στην αιτιολογική έκθεση (βλ. ανωτέρω σκέψη 11), είχε ουσιαστικά σταματήσει λόγω των εμφανών προβλημάτων του τάπητα. Συμπληρωματικά, τα συμβαλλόμενα μέρη όφειλαν, έστω και κατά την επί τόπου συνάντηση της επιβλέπουσας Υπηρεσίας με την ανάδοχο μετά την υπογραφή της σύμβασης (βλ. ανωτέρω σκέψη 8) και ακολούθως δια της μελέτης εφαρμογής (βλ. ανωτέρω σκ.9), να επαληθεύσουν σε πρώιμο στάδιο εάν μπορούν να επιτευχθούν τα απαιτούμενα από τη σύμβαση ώστε να αποφευχθούν καθυστερήσεις και συμπληρωματικές, υπερσυμβατικές εργασίες. Συνεπώς, ο προσφεύγων Δήμος και η παρεμβαίνουσα ανάδοχος δεν απέδειξαν κατά τρόπο πειστικό, αντικρούοντας τις διαπιστώσεις της προσβαλλόμενης Πράξης του Επιτρόπου ότι συνέτρεξε γεγονός μη δυνάμενο να προβλεφθεί. Περαιτέρω, επί του λόγου ανακλήσεως που αντλείται από τις τεχνικές αλληλεξαρτήσεις των εργασιών και τις δυσκολίες ανάθεσης σε άλλον ανάδοχο πέραν αυτού του εν εξελίξει έργου, το Τμήμα αδυνατεί μεν να αποφανθεί επί της ουσιαστικής ορθότητας της τεχνικής αυτής εκτίμησης, κρίνει όμως ότι οι δυσκολίες αυτές δεν παρίστανται ανυπέρβλητες, εφόσον από το ίδιο το ιστορικό κατασκευής του τάπητα προκύπτει μεταγενέστερη προσθήκη σε αυτόν δύο διαδρομών και εν πάση περιπτώσει, δεν αρκούν από μόνες τους να δικαιολογήσουν τη σύναψη της συμπληρωματικής σύμβασης κατά το άρθρο 156 του ν. 4412/2026. Ως προς το ζήτημα της διακύβευσης της ποιότητας του έργου και της πιστοποίησής του, το οποίο θέτει η ανάδοχος με την παρέμβασή της, το Τμήμα κρίνει ότι παρέχεται η δυνατότητα στην αναθέτουσα να ορίσει, όπως το έκανε ήδη στην αρχική δημοπράτηση, ότι ο συνθετικός τάπητας που θα χρησιμοποιηθεί στο εναπομένον τμήμα, θα πρέπει να είναι της ίδιας κατηγορίας, να έχει τις ίδιες ιδιότητες με τον ήδη υπάρχοντα και κατασκευαστεί κατά τρόπο σύμφωνο με τις προδιαγραφές της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού «Προδιαγραφές συνθετικών ταπήτων». Τέλος, ενόψει της σταθερότητας του νομικού πλαισίου και της πάγιας νομολογίας προς τις προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικών συμβάσεων που υπομνήσθηκε στη σκέψη 5, το αίτημα αναγνώρισης συγγνωστής πλάνης υπέρ του Δήμου ... πρέπει να απορριφθεί.ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜ/1072/2021 


ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΕΒΔΟΜΟ/770/2025

ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΒΡΑΧΩΔΩΝ ΠΡΑΝΩΝ(...)Υπό το ανωτέρω πραγματικό της προκείμενης υπόθεσης και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα: Από την επισκόπηση του ΕΕΕΣ που κατέθεσε στις 28.6.2023 ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας «..Α.Ε.», ήτοι της μετέπειτα αναδειχθείσας αναδόχου, αποδεικνύεται ότι στο Μέρος IV υπό στοιχ. Β΄ "Οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια" και ειδικότερα στο πεδίο "Άλλες οικονομικές ή χρηματοοικονομικές απαιτήσεις" δηλώθηκε ότι "Το ανεκτέλεστο μέρος των εργολαβικών συμβάσεων της επιχείρησής μου δεν υπερβαίνει τα όρια ανεκτέλεστου που τίθενται στο άρθρο 20 παρ. 4 του ν. 3669/2008 (ΚΔΕ)", χωρίς ωστόσο να δηλώνεται το ύψος του συνολικού ποσού του ανεκτέλεστου υπολοίπου των εργολαβικών συμβάσεών της, κατά παράβαση του άρθρου 23.1. της ένδικης διακήρυξης. Συνεπώς, η κρίση της προσβαλλόμενης Πράξης παρίσταται ορθή, καθόσον ο ανωτέρω οικονομικός φορέας παρέλειψε την προαπόδειξη ρητώς αξιούμενου από τη διακήρυξη στοιχείου, που αποτελεί ένα εκ των περισσοτέρων κριτηρίων τα οποία συνεκτιμώνται, ώστε να κριθεί από την αναθέτουσα αρχή σε πρώιμο στάδιο της διαγωνιστικής διαδικασίας ότι ο προσφέρων φορέας παρίσταται ικανός για την ανάληψη του επίμαχου έργου, χωρίς η ανωτέρω παράλειψη να είναι επιδεκτική συμπλήρωσης και αποσαφήνισης με τη διαδικασία του άρθρου 102 του ν. 4412/2016, όπως ισχύει. Εντούτοις, υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης διαδικασίας και ιδίως λαμβάνοντας υπόψη ότι α) Η ως άνω διαγωνιζόμενη εν τέλει δεν παρέλειψε να συμπεριλάβει οποιαδήποτε δήλωση περί ανεκτελέστου στο ΕΕΕΣ της, έστω και εάν αυτή δεν ήταν η ενδεδειγμένη, β) Η ενσωματούμενη στο ΕΕΕΣ δήλωση ενός οικονομικού φορέα ότι δεν βρίσκεται σε μια από τις καταστάσεις, λόγω των οποίων μπορεί να αποκλεισθεί από τον διαγωνισμό (μεταξύ των οποίων και η υπέρβαση του ορίου ανεκτέλεστων εργολαβικών συμβάσεων), λειτουργεί, σε κάθε περίπτωση, ως προκαταρκτική απόδειξη, μεταθέτοντας απλά το χρονικό σημείο προσκόμισης των σχετικών, αναγόμενων στον χρόνο υποβολής της προσφοράς, αποδεικτικών στοιχείων (πρβλ. ΕλΣυν Ολ. 1362/2022 και 310/2022, Ε.Α. του ΣτΕ 292, 204, 114-5/2019), γ) Όπως αποδεικνύεται από τα δικαιολογητικά προσωρινού αναδόχου που της ζητήθηκαν και προσκόμισε στη συνέχεια, η εταιρεία «…Α.Ε.» πληρούσε το επίμαχο κριτήριο του συνολικού ποσού του ανεκτέλεστου υπολοίπου των εν εξελίξει εργολαβικών συμβάσεων, ήδη κατά τον κρίσιμο χρόνο υποβολής της προσφοράς της (ήτοι στις 28.6.2023), όπως προκύπτει από όλα τα απαιτούμενα από την διακήρυξη έγγραφα, ψηφιακά υπογεγραμμένα, με ημερομηνία προ της υποβολής της προσφοράς της, τα οποία προσκόμισε και τα οποία βεβαιώνουν γεγονότα αντικειμενικώς εξακριβώσιμα. Συνεπώς καλύπτεται ο σκοπός της διακήρυξης, ήτοι της απόδειξης της χρηματοοικονομικής επάρκειας του συμμετέχοντα φορέα, προκειμένου να διασφαλιστεί η ικανότητά του να εκτελέσει προσηκόντως και να φέρει σε πέρας εν γένει επιτυχώς το προς ανάθεση έργο. Από την επισκόπηση των ΕΕΕΣ που υποβλήθηκαν από τους λοιπούς συμμετέχοντες οικονομικούς φορείς που έγιναν δεκτοί στο διαγωνισμό, ακόμη και εκείνου της πρώτης μειοδότριας εταιρείας που αποκλείσθηκε στη συνέχεια λόγω της ασυνήθιστα χαμηλής προσφοράς της, το ύψος της οποίας δεν αιτιολογήθηκε με επαρκή στοιχεία, προκύπτει ότι στο αντίστοιχο κρίσιμο πεδίο του εν λόγω εγγράφου περιλήφθηκαν δηλώσεις ομοίου περιεχομένου με την ανάδοχο εταιρεία, χωρίς οποιαδήποτε αριθμητική αναφορά στο ύψος του ανεκτέλεστου υπολοίπου των υπό εκτέλεση εργολαβικών συμβάσεων τους. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα ότι με την αποδοχή της προσφοράς της εταιρείας «..Α.Ε.» τηρήθηκε η αρχή του ίσου μέτρου μεταξύ των υποψηφίων χωρίς να πλήττεται εξ αυτού του λόγου ο υγιής και ανόθευτος ανταγωνισμός. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η αναδειχθείσα πλημμέλεια δεν παρίσταται ουσιώδης.  Για τους λόγους αυτούς.Δέχεται την προσφυγή ανάκλησης..Ανακαλεί την 19/2025 Πράξη του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου 


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/104/2018

Παροχή υπηρεσιών λογιστικής υποστήριξης:α)Σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4 της Κ.Υ.Α. 62008/ΕΓΔΕΚΟ 1992/30.12.2008, για Νοσοκομεία δυναμικότητας από 251 έως 450 κλίνες, όπως είναι το Γενικό Νοσοκομείο ....., το οποίο διαθέτει 256 οργανικές κλίνες (βλ. άρθρο 4 του Οργανισμού του), η σύνθεση της ομάδας έργου του αναδόχου, στον οποίο δύνανται να ανατεθούν οι επίμαχες εργασίες λογιστικής υποστήριξης, θα περιλαμβάνει υποχρεωτικώς τέσσερα άτομα (4) και συγκεκριμένα, έναν Λογιστή – Φοροτεχνικό με επαγγελματική ταυτότητα Α΄ τάξεως, δύο Λογιστές – Φοροτεχνικούς με επαγγελματική ταυτότητα Β΄ τάξεως και έναν Αναλυτή – Προγραμματιστή, πτυχιούχο Α.Ε.Ι. ή Τ.Ε.Ι., και β) ότι, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο 9687/25.6.2018 έγγραφο της Προϊσταμένης του Οικονομικού Τμήματος του Νοσοκομείου, στο Τμήμα αυτό κατά τον κρίσιμο χρόνο υπηρετούσαν τουλάχιστον ένας (1) νεοδιόριστος δόκιμος υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ, πτυχιούχος Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων, ένας (1) υπάλληλος Κλάδου ΤΕ Λογιστικής, ένας (1) υπάλληλος Κλάδου ΤΕ Διοίκησης Νοσοκομείων και επτά (7) υπάλληλοι Κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, δεν προκύπτει έλλειψη προσωπικού σε τέτοια έκταση, ώστε να δικαιολογείται η ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών σε τρίτο. Ειδικότερα, το ήδη υπηρετούν προσωπικό κλάδου ΠΕ και ΤΕ του Νοσοκομείου, που διαθέτει κατάλληλα προσόντα για την εκτέλεση των επίμαχων εργασιών λογιστικής υποστήριξης, καλύπτει το, κατά την οικεία νομοθεσία, απαιτούμενο για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών από τρίτο ιδιώτη, ενώ, σε κάθε περίπτωση, η στελέχωση του Οικονομικού Τμήματος του Νοσοκομείου με άτομα που διαθέτουν τα κατάλληλα ουσιαστικά και τυπικά προσόντα για την εκτέλεση του συνόλου των αρμοδιοτήτων του εν λόγω Τμήματος αποτελεί ευθύνη και υποχρέωση των αρμοδίων οργάνων του. (…)Συνεπώς, ο πρώτος λόγος διαφωνίας του Αναπληρωτή Επιτρόπου είναι βάσιμος. Περαιτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι: α) Κατά τα γενόμενα δεκτά στη σκ. ΙV, μη νομίμως παραλείφθηκε, κατά τη διενέργεια του επίμαχου συνοπτικού διαγωνισμού, η έναρξη της διαδικασίας του οποίου έλαβε χώρα μετά τις 6.12.2016, η χρήση του Τυποποιημένου Εντύπου Υπεύθυνης Δηλώσεως (ΤΕΥΔ), που προβλέπεται στην 158/2016 απόφαση της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ., ενώ, αντ’ αυτού χρησιμοποιήθηκε η υπεύθυνη δήλωση του 8 παρ. 4 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ Α΄ 75). Εντούτοις, όμως, η συγκεκριμένη παράλειψη δεν κρίνεται ουσιώδης, καθώς δεν προβάλλεται με τον σχετικό λόγο διαφωνίας ότι η αναδειχθείσα ως ανάδοχος εταιρεία δεν πληρούσε κάποια από τις προϋποθέσεις νόμιμης συμμετοχής της στον διενεργηθέντα διαγωνισμό. Επιπλέον, η εν λόγω παράλειψη οφείλεται στην πεπλανημένη, πλην όμως συγγνωστή, πεποίθηση των αρμοδίων οργάνων του Νοσοκομείου ότι δεν ήταν υποχρεωτική η χρήση του Τ.Ε.Υ.Δ. στον εν λόγω διαγωνισμό, η οποία (πεποίθηση) οφειλόταν σε παρερμηνεία σχετικής πληροφορίας που αναρτήθηκε στον ιστότοπο της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. και περιλαμβάνεται μεταξύ των στοιχείων του φακέλου, η οποία όμως αναφερόταν σε συμβάσεις του Βιβλίου ΙΙ του ν. 4412/2016. β) Όπως βασίμως, επίσης, προβάλλεται με τον τρίτο λόγο διαφωνίας, από τα επισυναπτόμενα στο χρηματικό ένταλμα δικαιολογητικά δεν προκύπτει, έστω και στοιχειωδώς, ο τρόπος υπολογισμού της προϋπολογισθείσας δαπάνης. Η παντελής αυτή έλλειψη τεκμηρίωσης (που δεν αμφισβητείται άλλωστε με το έγγραφο επανυποβολής του εντάλματος) αντίκειται στις προμνησθείσες στη σκέψη ΙΙΙ διατάξεις του ν. 4412/2016, που υποχρεώνουν τις αναθέτουσες αρχές σε σαφή καθορισμό του είδους, της ποσότητας και του τρόπου υπολογισμού της προϋπολογιζόμενης δαπάνης των υπηρεσιών. Σημειωτέον, δε, ότι η μη τήρηση της ανωτέρω υποχρεώσεως δεν αναπληρώνεται από το γεγονός ότι η σχετική δαπάνη δεν υπερβαίνει την αναφερόμενη στην Κ.Υ.Α. 62008/ΕΓΔΕΚΟ 1992/30.12.2008, δαπάνη για νοσοκομεία ίδιας δυναμικότητας με το Νοσοκομείο ....., καθώς στην εν λόγω Κ.Υ.Α. προσδιορίζεται μόνο η ανώτατη προϋπολογισθείσα αξία των υπηρεσιών για κάθε Μονάδα Υγείας, ανάλογα με τον αριθμό των οργανικών κλινών. Περαιτέρω, όσον αφορά την προβλεπόμενη στη διακήρυξη και την από 9.3.2017 σύμβαση δυνατότητα παρατάσεως των επίμαχων υπηρεσιών για ένα (1) ακόμη έτος με σύμφωνη γνώμη του αναδόχου, βασίμως μεν προβάλλεται από τον διαφωνούντα Αναπληρωτή Επίτροπο ότι ο σχετικός όρος δεν είναι νόμιμος, καθώς δεν έχει συνυπολογισθεί στην προϋπολογισθείσα αξία της συμβάσεως και η αξία της παρατάσεως, εντούτοις όμως η παράλειψη αυτή δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της εντελλόμενης δαπάνης, η οποία δεν απορρέει από την ενεργοποίηση του όρου αυτού της συμβάσεως. Ειδικότερα, η μη νομιμότητα του όρου αυτού δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της επίμαχης συμβάσεως για το χρονικό διάστημα από 9.3.2017 έως 8.3.2018, ενώ, σε περίπτωση ενεργοποιήσεώς του από τα μέρη, η νομιμότητα της σχετικής δαπάνης θα ελεγχθεί προληπτικά στο πλαίσιο του ελέγχου του 1ου λογαριασμού της παρατάσεως. Σε κάθε, δε, περίπτωση, ελλείψει συνυπολογισμού της αξίας της παρατάσεως στη συνολική αξία της επίμαχης συμβάσεως, ο όρος σχετικώς με τη δυνατότητα παρατάσεως της συμβάσεως για ένα ακόμη έτος, ερμηνεύεται ως παρέχων τη δυνατότητα στα μέρη να προβούν σε χρονική μόνο παράταση της συναφθείσας συμβάσεως, χωρίς επέκταση του αντικειμένου της με πρόσθετο συμβατικό τίμημα. Κατόπιν τούτων, αλυσιτελώς προβάλλεται με τον τρίτο λόγο διαφωνίας ότι, συνυπολογιζομένης και της αξίας της παρατάσεως, έπρεπε να διενεργηθεί ανοικτός διαγωνισμός. γ) Κατά παράβαση των παρατιθεμένων στη σκέψη VIII διατάξεων, με την από 1.12.2016 απόφαση αναλήψεως υποχρεώσεως, η οποία πραγματοποιήθηκε πριν από την έκδοση της διακηρύξεως του διενεργηθέντος διαγωνισμού, εγκρίθηκε η δέσμευση ποσού 3.000 ευρώ, το οποίο υπολειπόταν της προϋπολογισθείσας δαπάνης. Επιπλέον, οι επακολουθήσασες αναλήψεις υποχρεώσεως ποσών 12.648 ευρώ (στις 15.3.2017) και 29.000 ευρώ (στις 29.5.2017), αφενός μεν δεν καλύπτουν το σύνολο του συμβατικού τιμήματος ποσού 48.236,00 ευρώ (με ΦΠΑ), με κατανομή του ποσού αυτού στα έτη 2017 και 2018, αφετέρου, δε, είναι μεταγενέστερες της συνάψεως της επίμαχης συμβάσεως, η οποία έλαβε χώρα στις 9.3.2017. Επομένως, είναι βάσιμος κατά τούτο ο τέταρτος λόγος διαφωνίας, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών πλημμελειών που προβάλλονται από τον Αναπληρωτή Επίτροπο και σχετίζονται με το λόγο αυτό. δ) Όπως βασίμως προβάλλεται με τον έκτο λόγο διαφωνίας, δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των δικαιολογητικών που συνοδεύουν το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, η ανάρτηση στο ΚΗΜΔΗΣ τόσο του πρωτογενούς, όσο και του εγκεκριμένου αιτήματος, για τη σύναψη της επίμαχης συμβάσεως παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 3 και 4 της ΚΥΑ Π1/2380/18.12.2012. ε) Κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τον έκτο λόγο διαφωνίας, δεν προκύπτει ότι το Νοσοκομείο, πριν από την υπογραφή της από 9.3.2017 συμβάσεως με την αναδειχθείσα ως ανάδοχο εταιρεία, κοινοποίησε την κατακυρωτική απόφαση του διενεργηθέντος συνοπτικού διαγωνισμού (6/6.3.2017 απόφαση του Δ.Σ. του Νοσοκομείου) στη δεύτερη μειοδότρια εταιρεία («…..»), σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 105 του ν. 4412/2016 (βλ. σκέψη V). Εντούτοις, όμως, λαμβαν