ΝΣΚ/398/2000
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Μεσεγγύηση εχθρικών περιουσιών.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Εφόσον δεν προκύπτει απώλεια της αλβανικής ιθαγένειας από τους, εις το ερώτημα η συνέχισις υπαγωγής της φερομένης (ως κληρονομιαίας) περιουσίας τους, υπό μεσεγγύησιν είναι σύμφωνος με τις διατάξεις του ΑΝ 2636/1940, χωρίς εις τούτο να επηρεάζει α) η κτήσις παρ αυτών ιθαγενείας και ετέρων χωρών εν αις και Κρατών Μελών της ΕΕ, αφού η προκειμένη περίπτωσις της ΜΕΠ δεν (προκύπτει ότι) συνδέεται καθ οιονδήποτε τρόπον με κατάστασιν προστατευομένην υπό του δικαίου της ΕΕ, άλλως είναι ανεκτή η απόκλισις απ αυτού δια λόγους δημοσίου συμφέροντος β) οπωσδήποτε, δια των δημοσίας τάξεως διατάξεων του ΑΝ 2636/1940, εν συνδρομή πολλαπλής ιθαγενείας επικρατεί η εχθρική. Μέτρα, ως το της μεσεγγυήσεως εχθρικών περιουσιών, κατά τα εν αρχή, απαγγελθέντα πάντοτε δια νόμων υπό ουσιαστικήν έννοιαν -πράξεων της νομοθετικής εξουσίας- (ορ. Ν 1073/1917, Ν 2023/1920, ΑΝ 2636/1940, Ν 13/1944), μόνον δια τυπικού νόμου δύνανται να τροποποιηθούν, ή καταργηθούν και βεβαίως, να ορισθή η λήξις τους κατά νομοθετικήν εξουσιοδότησιν (ως ορίζεται εις παρ.2 άρθρου 21 του ΑΝ 2636/1940 ως αντικατεστάθη δι άρθρου 38 ΝΔ 1138/1949).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/236/2011
Μεσεγγύηση εχθρικών περιουσιών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
α) Είναι δυνατόν να αρθεί η μεσεγγύηση των περιουσιών φυσικών προσώπων, που οι ίδιοι ή οι κληρονόμοι τους απέκτησαν μεταγενέστερα την ελληνική ιθαγένεια, εφόσον δεν κέκτηνται και την ιθαγένεια εχθρικού κράτους, καθώς επίσης των ελληνικής καταγωγής προσώπων, που μεταγενέστερα εγκαταστάθηκαν νόμιμα στη χώρα, και β) η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 του ΑΝ 2636/1940 καταλαμβάνει όχι μόνον τα πρόσωπα, τα οποία, κατά τον χρόνο ενάρξεως της ισχύος της (1940), είχαν την ιδιότητα αυτή (Ελληνική καταγωγή και διαμονή στην Ελλάδα ή σε σύμμαχο χώρα), αλλά εφαρμόζεται και επί ελληνικής καταγωγής προσώπων ή κληρονόμων τους, τα οποία απέκτησαν νομίμως διαμονή στην Ελλάδα μεταγενέστερα. (ομοφ.)
ΝΣΚ/165/2000
Δημόσια κτήματα. Δημόσιον κτήμα κοινόχρηστον ή ιδιωτικού δικαίου η ζώνη παραλίας καθ ό τμήμα περιλαμβάνει (και) παλαιόν αιγιαλόν.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Προεδρεύων: Χ.Τσεκούρας, Αντιπρόεδρος Εισηγητής: Θ.Αμπλιανίτης, Νομικός Σύμβουλος 1. α) Η δημιουργία και ο καθορισμός οριογραμμής νέου αιγιαλού, μεταφέρει τον έως τότε αιγιαλόν (ήδη παλαιόν) από την κατηγορίαν των δημοσίου δικαίου-κοινοχρήστων εις την ιδιωτικού δικαίου περιουσίαν του Δημοσίου. β) Η περίληψις ακινήτων εις την ζώνην της παραλίας, συνεπάγεται την απαλλοτρίωσιν αυτών περί της οποίας τηρούνται τα κατά τον νόμον, εφόσον βεβαίως πρόκειται περί ιδιωτικού κτήματος και όχι, εφόσον πρόκειται περί δημοσίων εκτάσεων και δη παλαιού αιγιαλού άχρι τούδε κοινοχρήστου, ως εν προκειμένω. 2. Εφ όσον ο παλαιός αιγιαλός έχει οριστικώς καθορισθεί υπό την πρότερον ιδιότητά του του αιγιαλού ήτοι (άρθρο 4 ΑΝ 2344/1940) δημοσίου κτήματος-κοινοχρήστου, περιλαμβάνεται δε ήδη στην παραλία μετά τήρησιν της νομίμου διαδικασίας και δη δια μιας πράξεως καθορισμού αμφοτέρων, μεταφέρεται εκ του λόγου τούτου αμέσως από την ιδιωτικού δικαίου, -μόνον θεωρητικώς ισχύσασαν-, στην κατηγορίαν της δημοσίου δικαίου κτήσεως, κοινοχρήστου, άνευ απαλλοτριώσεως, αναγκαιούσης (όμως) δια τις εις την ζώνη παραλίας περιλαμβανομένας ιδιωτικάς κτήσεις.
ΣΤΕ/118/2009
Ανάθεση υπηρεσιών εκτυπώσεως... Εκ των ανωτέρω διατάξεων της διακηρύξεως εν συνδυασμώ προς τας διατάξεις του άρθρου 20 παρ. 2 π.δ. 394/1996 (φ. 266 τ. Α΄) προκύπτει, ότι η βαθμολόγησις της τεχνικής προσφοράς του διαγωνιζομένου ως προς επί μέρους κριτήριον με βαθμόν 100, η κρίσις, δηλαδή, ότι η προσφορά, ως προς το κριτήριον αυτό, καλύπτει ακριβώς τας οριζομένας τεχνικάς προδιαγραφάς, δεν χρήζει ειδικωτέρας αιτιολογήσεως. Αντιθέτως, η βαθμολόγησις με βαθμόν κατώτερον του 100 (80 - 99) πρέπει να είναι αιτιολογημένη, πρέπει, δηλαδή, να προσδιορίζωνται, εις το οικείον πρακτικόν αι προδιαγραφαί, από των οποίων εμφανίζει η προσφορά απόκλισιν και να επεξηγείται εις τι συνίσταται η απόκλισις αυτή. Ομοίως, δέον να αιτιολογήται και η βαθμολόγησις της τεχνικής προσφοράς εις ωρισμένον κριτήριον δια βαθμολογίας άνω του 100 δι` αναφοράς εις τα στοιχεία, εκ των οποίων προκύπτει διατί και κατά τι η προσφορά του διαγωνιζομένου υπερκαλύπτει τας τασσομένας δια της διακηρύξεως τεχνικάς προδιαγραφάς. Οι ισχυρισμοί αυτοί εν όψει του περιεχομένου των, ήσαν ουσιώδεις, έχρηζον δε, κατά τα προεκτεθέντα περί της εννοίας της διακηρύξεως και του πδ 394/96, ειδικώς αιτιολογουμένης αντιμετωπίσεως από το ΙΚΑ. Δεδομένου, όμως, ότι δια της πληττομένης αποφάσεως του Ι.Κ.Α., ως εξετέθη, δεν αντιμετωπίσθησαν κατ’ ουσίαν αι διαλαμβανόμεναι εις την προσφυγήν των αιτουσών αιτιάσεις, δεν εξεδόθη δε μετά την αναπομπήν της υποθέσεως εις το ΙΚΑ από την Επιτροπήν Αναστολών και δη εντός της κατά τα ανωτέρω δεκαημέρου προθεσμίας από την κοινοποίησιν της αποφάσεως της Επιτροπής Αναστολών νέα πράξις της αναθετούσης αρχής, κρίνουσα ητιολογημένως επί της ουσίας της προσφυγής, η οποία κατά τα προεκτεθέντα είχε ασκηθή εμπροθέσμως και μη νομίμως απερρίφθη ως εκπρόθεσμος δια της ρητώς προσβαλλομένης πράξεως, και δεδομένου ότι η υπόθεσις δεν είναι εκκαθαρισμένη κατά το νομικόν και πραγματικόν της μέρος και δεν δύναται το Δικαστήριον να χωρήση πρωτοτύπως εις κρίσιν επί των προβαλλομένων ισχυρισμών των αιτουσών, αναγομένων εις τεχνικής φύσεως ζητήματα, πρέπει, ακυρουμένων των προσβαλλομένων Λ36/Γ/112/27-10-06 και Λ36/Γ/108/12-10-2006 πράξεων του Διοικητού του ΙΚΑ δια τους εκτεθέντας ανωτέρω λόγους, να αναπεμφθή η υπόθεσις εις το ΙΚΑ προκειμένου να αποφανθή το αρμόδιον όργανον αιτιολογημένως εν όψει και των δια της διοικητικής προσφυγής της αιτούσης προβληθέντων ισχυρισμών (πρβλ ΣτΕ 2565/02, 1609/04, 2636/07).
ΝΣΚ/1/2000
Ιθαγένεια. Ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 1 ΚΕΙ, περί κτήσεως της ελληνικής ιθαγενείας από εκείνους που γεννώνται σε ελληνικό έδαφος και δεν αποκτούν, δια της γεννήσεώς τους, αλλοδαπή ιθαγένεια.(..)Κατάσταση : Μη αποδεκτή Η πρόβλεψη του άρθρου 1 του ΚΕΙ (ΝΔ 3370/1955), περί κτήσεως της Ελληνικής Ιθαγένειας, από εκείνους που γεννώνται σε ελληνικό έδαφος και δεν αποκτούν δια της γεννήσεώς τους αλλοδαπή ιθαγένεια, αναφέρεται όχι μόνον στις περιπτώσεις μη αυτοδίκαιης κτήσης της αλλοδαπής ιθαγενείας, αλλά και σε εκείνες που δεν έχει ακολουθηθεί η απαιτούμενη από το εσωτερικό δίκαιο της αλλοδαπής πολιτείας διαδικασία.
ΝΣΚ/157/2000
Δημόσια κτήματα. Σχετικά με την ακρόαση ενδιαφερομένων πριν τη λήψη μέτρων προστασίας δημοσίων κτημάτων κλπ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Προεδρεύων: Χ.Τσεκούρας, Αντιπρόεδρος Εισηγητής: Θ.Αμπλιανίτης, Νομικός Σύμβουλος Ι. Ο κανών του άρθρου 6 παρ.1,2 Ν.2690/1999 α) δεν τηρείται 1) επί εκδόσεως ΠΚΑ (άρθρο 115 ΠΔ 11/12.11.1929) και 2) καθορισμού αιγιαλού-παραλίας και παλαιού αιγιαλού (άρθρο 2-3, 9 ΑΝ 2344/1940), β) τηρείται 1) επί εκδόσεως ΠΔΑ (άρθρο 2 ΑΝ 263/1968) και 2) επί εκδόσεως πρωτοκόλλου κατεδαφίσεως του άρθρου 24 παρ.3 ΑΝ 2344/1940 (κατά πλειοψηφίαν). Οίκοθεν νοείται ότι, και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ισχύει ο κανών (κατ αρχήν) είναι δυνατή η εξαίρεσις απ αυτού κατά συνδρομήν των όρων του νόμου (παρ.3 εδ.α άρθρο 6). ΙΙ. Εύλογος χρόνος της διοικητικής δράσεως, κατ άρθρο 6 παρ.2 εν τέλει του νόμου, δεν ορίζεται εις τον νόμον. Η διοικητική δράσις θα πρέπει να λαμβάνη χώραν, αμελλητί αφ ης εξ αντικειμένου εκτιμηθούν τα υπό του ενδιαφερομένου προσκομιζόμενα στοιχεία, χωρίς να είναι δυνατός ούτε νοητός ο προσδιορισμός, γενικώς, συγκεκριμένου χρόνου. Ο τελευταίος κριθήσεται κατά περίπτωσι.
ΝΣΚ/490/2002
Δημόσιος τομέας. Διορισμός υπαλλήλων. Νομιμότητα ατομικών διοικητικών πράξεων. Διενέργεια δημοσιονομικού ελέγχου.(..)Κατάσταση : Εν μέρει αποδεκτή
Ι. Δια της ρυθμίσεως της διατάξεως του άρθρου 14 παρ.20 του Ν 2266/94 (ως αντικατεστάθη δια του άρθρου 5 παρ.1 του Ν 2839/2000), ευεργετικής και, προδήλως, κοινωνικού χαρακτήρος, ο νομοθέτης απέβλεψε στην προστασία της οικογενείας των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα, γενικώς, όχι μόνον των επί σχέσει δημοσίου, αλλά και των με σχέση ιδιωτικού δικαίου (Γν. ΝΣΚ 141/2002 ΙΙ. Α1). ΙΙ. 1) Δια των δ/ξεων των άρθρων 8,62,66,67,69 του ΠΔ 30/96 ρητώς ορίζεται ότι, οι ατομικές διοικητικές πράξεις του Νομάρχου είναι εκτελεστές αφότου εκδοθούν, υποκείμενες σε προσφυγή ενώπιον του Γεν.Γραμ. Περιφερείας εντός αποκλειστικής προθεσμίας –από δημοσιεύσεώς των, μεθ ο καθίστανται αμετάκλητες. 2) Κατά γενικήν δε αρχήν του διοικητικού δικαίου, οι διοικητικές αρχές, μεταξύ δε αυτών και οι πάρεδροι και οι επίτροποι του Ελεγ.Συνεδρίου κατά την διενέργειαν του προληπτικού ελέγχου των δαπανών του Κράτους, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ (άρθρα 17 παρ.1 εδ.β’, 14 παρ.2, 21 του Ορ. Του Ελ.Σ. (ΠΔ 774/1980) δεν μπορούν να ελέγξουν παρεμπιπτόντως, την νομιμότητα των ατομικών διοικητικών πράξεων, (ιδία που στηρίζουν το χρηματικό ένταλμα ή άλλον τίτλον πληρωμής) οι οποίες και αν ακόμη δεν είναι σύννομες, παράγουν όλες τις έννομες συνέπειές τους και θεωρούνται ως έγκυρες, εφ όσον δεν ανεκλήθησαν από την Διοίκησι ή δεν ηκυρώθησαν με δικαστικήν απόφασι. 3) Συνεπώς, εις το τιθέμενον ερώτημα προσήκει κατά πλειοψηφίαν απάντησις ότι: 1) Ο εις το ιστορικόν διορισμός, παρά του Νομάρχου Τρικάλων, δημοσιευθείς εις ΦΕΚ και, μετά την πάροδον της αποκλειστικής προθεσμίας του νόμου μη αμφισβητηθείς, ουδέ ανακληθείς ή ακυρωθείς έχει το τεκμήριον της νομιμότητος και παράγει όλα τα έννομα αποτελέσματα νομίμου πράξεως. 2) Εν όψει δε τούτου οι διοικητικές αρχές, εν αις και ΥΔΕ, δεν μπορούν να ελέγξουν παρεμπιπτόντως, την νομιμότητά του. (πλειοψ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ ως προς το 1ο ερώτημα - ΜΗ ΑΠΟΔΕΚΤΗ ως προς το 2ο ερώτημα.
ΝΣΚ/324/2000
Βιοτεχνικά δάνεια. Εγγύηση Δημοσίου. Κατάπτωση εγγυήσεως. Υποκατάσταση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Εις περίπτωσιν υποκαταστάσεως, λόγω καταπτώσεως της εγγυήσεως, του Δημοσίου, εγγυηθέντος υπέρ λαβόντος παρά τραπέζης βιοτεχνικό δάνειο, εκχωρούνται αυτοδικαίως προς αυτό όλες ανεξαιρέτως οι υπέρ της απαιτήσεως δοθείσες υπό του οφειλέτου ή τρίτου ασφάλειες, εξ ών θα ικανοποιηθή εν όλω δια την δια ποσοστόν της απαιτήσεως δοθείσαν εγγύησίν του και το τυχόν υπόλοιπο θα περιέλθει εις την τράπεζα δια την μη εγγυηθείσα απαίτησίν της. Σπουδαία καταπιστευτική μεταβίβασις κινητών από τον οφειλέτη εις δανείστρια τράπεζα αποτελεί έγκυρη ασφάλεια, εφ όσον τα κινητά παραμείνουν εις την κατοχή του οφειλέτου δυνάμει ειδικής εννόμου σχέσεως, με διαλυτική αίρεση πληρωμής της οφειλής.
ΝΣΚ/478/2002
Εξαγορά δημοσίου κτήματος σε δόσεις κατ' άρθρο 4 ΑΝ 263/1968.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Ι. 1) Δια των διατάξεων του άρθρου 93 του Δ/τος 11/12.11.1929 ωρίσθη, επί εκποιήσεως δημοσίων κτημάτων, κατά τις αυτές δ/ξεις, η εις αυτήν έκπτωσις (6%) επί προκαταβολής του τιμήματος ή δόσεων κατά τα εις αυτήν ειδικώτερα. Όμως τούτο δεν ισχύει, όταν, αιτήσει του αγοραστού παρεσχέθη η εις δόσεις καταβολή, κατ ευχέρειαν, εκ του νόμου (άρθρο 95 παρ.2 του ανωτέρω Δ/τος). 2) Ο νεώτερος νόμος, -ΑΝ 263/1968 άρθρο 4 ως ισχύει-, ερρύθμισεν τις περιπτώσεις, απ ευθείας, άνευ δημοπρασίας, εξαγοράς αυθαιρέτως κατεχομένων δημοσίων κτημάτων με τίμημα ευνοϊκόν –μέρος της αξίας- καταβλητέον εις 6 το πολύ εξαμηνιαίες δόσεις, εντόκως. Παρέχεται, όμως, δυνατότης εκπτώσεως 10% επί ολοσχερούς καταβολής του τιμήματος εντός της προθεσμίας καταβολής της β’ δόσεως. Μετά ταύτα, ουδέν λέγεται περί εκπτώσεως. 3) Περίπτωσις εφαρμογής της ρυθμίσεως του άρθρου 93 του ανωτέρω Δ/τος δεν προκύπτει, ελλείψει οιασδήποτε αναφοράς ή προβλέψεως αλλά και διότι, δια των διατάξεων του νεωτέρου νόμου 263/68 (άρθρο 4) ως ισχύει μετά τον Ν 1473/84 ερρυθμίσθησαν ιδιαίτερες περιπτώσεις εξαγοράς αυθαιρέτως κατεχομένων ΔΚ με όλως ευνοϊκόν τίμημα. 4) Συνεπώς, μετά την πάροδον της άνω προθεσμίας δεν δύναται να γίνη λόγος περί εκπτώσεως των τόκων, ελλείψει σχετικής προβλέψεως αλλά και εν όψει της φύσεως της δ/ξεως ως δημοσιονομικής και του συναφώς προκύπτοντος οφέλους του Δημοσίου ή τοι της ωφελείας εκ των τόκων 7%. ΙΙ. Κατ ακολουθίαν εις το τιθέμενον ερώτημα προσήκουσα απάντησις είναι ότι, επί εξαγοράς δημοσίου κτήματος, κατ άρθρον 4 ΑΝ 263/68, ως ισχύει, με τίμημα καταβλητέον εις δόσεις, η εξόφλησις του υπολοίπου μετά την προθεσμίαν της β’ δόσης, δεν συνεπάγεται έκπτωση-απαλλαγήν από των τόκων.
ΝΣΚ/202/2012
ΙΚΑ ΕΤΑΜ – Συμμόρφωση Διοικήσεως – Χρηματικές απαιτήσεις συνταξιούχου από διαφορές συντάξεων εις βάρος του ΙΚΑ ΕΤΑΜ – Ζητήματα παραγραφής, εντόκου ή μη καταβολής και δεδικασμένου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
α) Το παραχθέν από την εξεταζομένην εφετειακή απόφασιν δεδικασμένον εν προκειμένω καλύπτει και το ουσιαστικόν διοικητικής φύσεως ζήτημα (της μερικής ακυρότητος της αποφάσεως του Δ.Σ. του Τ.Α.Π.Ι.Λ.Τ.). (ομοφ.) β) Αι αξιώσεις του Λ.Α. αα) είναι νόμιμοι δια την προ της καταθέσεως της αιτήσεώς του διετίαν, ενώ ββ) δια το προγενέστερον της διετίας διάστημα έχουν υποπέσει εις (την διετήν) παραγραφήν και το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ συμφώνως προς το άρθρον 272 εδάφιον πρώτον του αστικού κώδικος, δικαιούται να αρνηθεί την καταβολήν των. Επομένως υποχρεούται το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ να καταβάλει εις τον Λ.Α. τας διαφοράς εκ της συνταξιοδοτικής παροχής αι οποίαι αντιστοιχούν εις το διάστημα της προ της καταθέσεως της αιτήσεως αυτής εις το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ διετίας. (ομοφ.) γ) Το αίτημα του Λ.Α. περί εντόκου καταβολής του ποσού, το οποίον αιτείται, είναι νόμω αβάσιμον, αφού, εκτός της αιτήσεώς του αυτής, δεν φαίνεται να έχει ασκήσει δια το εν λόγω ποσόν και αγωγήν κατά του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. (ομοφ.) δ) Εκ του δεδικασμένου και εν όψει των αρχών της καλής πίστεως και της χρηστής διοικήσεως εδημιουργήθη υποχρέωσις του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ προς καταβολήν δια το εφ’ εξής χρονικόν διάστημα της μηνιαίας συντάξεως εις τον Λ.Α. υπολογιζομένης συμφώνως προς το παραχθέν δεδικασμένον. (ομοφ.)
ΝΣΚ/48/2001
Σχολάζουσα κληρονομία. Εκμίσθωσις ακινήτου. Οροι μισθώσεως.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Ι. Ημπορεί να στοιχειοθετηθή η συνδρομή ειδικών λόγων δια "το ασύμφορον της δημοπρασίας και το δυνατόν απ ευθείας μισθώσεως" με τήρησι της διαδικασίας του άρθρου 7 παρ.2 ΒΔ 18-9/20-10-1947, ήτοι σχετική έγκριση του Υπ.Οικ/κών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων. ΙΙ. 1) Αν την μισθώτρια την διαδεχθή άλλη εταιρεία ή θα συστεγάζεται και άλλη εταιρεία λχ θυγατρική, θα πρέπει να προβλεφθή ότι, η αρχική και ήδη μισθώτρια, είναι εις ολόκληρον με την νέαν υπεύθυνος για την τήρησι των όρων της μισθώσεως (άρθρο 489 ΑΚ) και παραμένει οπωσδήποτε μισθώτρια η ίδια. 2) Κατά τον Ν 3190/1955 περί ΕΠΕ: Δια τας εταιρικάς υποχρεώσεις ευθύνεται μόνον η εταιρεία δια της περιουσίας της (άρθρο 7) πλην αντιθέτου διατάξεως του καταστατικού και υπό τα εις άρθρον 29 παρ.1, το εταιρικόν μερίδιον είναι μεταβιβαστόν δια πράξεως εν ζωή (άρθρο 28 παρ.1) ορίζεται η δυνατότης εξόδου εταίρου, υπό προϋποθέσεις και ένεκα σπουδαίου λόγου, αλλά και αποκλεισμού εταίρου (άρθρο 33 παρ.1,2,3). Τέλος προβλέπεται η δυνατότης τροποποιήσεως της συνεταιρικής συμβάσεως. Συνεπώς, περί της δυνατότητος εισόδου-εξόδου εταίρων θέμα δεν τίθεται αφού περί αυτού ρητώς προβλέπει ο νόμος προς δε δεν μεταβάλλεται το νομικό πρόσωπο της εταιρείας. ΙΙΙ. Κατ ακολουθίαν είναι δυνατή η παράτασις κλπ της εις το ιστορικόν μισθώσεως ή νέα μίσθωσις, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7 ΒΔ 18-9/20-10-1947, η δε εκτίμησις των όρων της μισθωτρίας γενήσεται ως ανωτέρω κατά τις αυτές διατάξεις.