ΝΣΚ/435/2005
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Τελωνειακοί υπάλληλοι. Λαθρεμπορία. Υποχρεωτική αργία. Παύση ποινικής διώξεως λόγω παραγραφής. Αποδοχές. Απόδοση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Σε περίπτωση παύσεως της σε βάρος τελωνειακού υπαλλήλου ποινικής διώξεως για το αδίκημα της λαθρεμπορίας, της συμμετοχής ή συνέργειας σ’ αυτή, τεθέντος σε υποχρεωτική αργία κατά τις διατάξεις του άρθρου 159 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, η απόδοση των παρακρατηθεισών κατά το διάστημα της αργίας αυτής αποδοχών ανάγεται στη διακριτική εξουσία του υπηρεσιακού συμβουλίου, εκδοθησομένης προς τούτο σχετικής αιτιολογημένης αποφάσεως.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/85/2006
Τελωνειακοί υπάλληλοι. Έκπτωση. Επεκτατικό αποτέλεσμα παραγραφής. Παύση ποινικής διώξεως. Επαναφορά.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Τελωνειακός υπάλληλος, ο οποίος εξέπεσε αυτοδικαίως της υπαλληλικής του θέσεως, λόγω αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για το αδίκημα της άμεσης συνέργειας σε λαθρεμπορία, εκδοθείσης προς τούτο σχετικής διαπιστωτικής πράξεως, μετά την έκδοση αποφάσεως του Αρείου Πάγου, με την οποία συμπληρώνεται, κατ’ άρθρο 469 ΚΠΔ, η προγενέστερη αμετάκλητη περί της ως άνω καταδίκης απόφασή του και παύεται η σε βάρος του υπαλλήλου ασκηθείσα, εκτός των άλλων, και για το ανωτέρω αδίκημα ποινική δίωξη, λόγω παραγραφής, επανέρχεται στην υπηρεσία του από του χρόνου εκδόσεως της συμπληρωθείσης, κατά τα ανωτέρω, αποφάσεως του Αρείου Πάγου.
ΣΤΕ/70/2019
Λαθρεμπορία. Προϋποθέσεις στοιχειοθέτησης της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της λαθρεμπορίας. Το διοικητικό δικαστήριο, όταν κρίνει επί υποθέσεως επιβολής πολλαπλού τέλους, δεν δεσμεύεται από την αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αλλά υποχρεούται να τη συνεκτιμήσει, ενώ δεν οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν αυτή έχει καταστεί αμετάκλητη. Μαρτυρικές καταθέσεις που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο ποινικής δίκης δεν αποτελούν νόμιμα αποδεικτικά μέσα ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Πότε επιτρέπεται η επίκληση και προσαγωγή το πρώτον κατ’ έφεση νέων αποδεικτικών μέσων. Ο ειδικότερος νομικός χαρακτηρισμός από τα δικαστήρια της ουσίας της πράξης ως απόπειρας τελέσεως λαθρεμπορίας, δεν συνιστά ανεπίτρεπτη μεταβολή της νομικής βάσης της. Αιτιολογημένη η επιβολή του πολλαπλού τέλους για λαθρεμπορία καυσίμων και απόπειρα λαθρεμπορίας. Απορρίπτεται η αναίρεση (επικυρώνει την αριθμ. 1878/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς).
ΝΣΚ/88/2001
Δημόσιοι υπάλληλοι. Πειθαρχικό δίκαιο. Επιβολή της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως. Παραγραφή ποινικού αδικήματος. Μη δυνατότητα επαναλήψεως της πειθαρχικής διαδικασίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Α) Η παραγραφή του αδικήματος αποτελεί λόγο εξαλείψεως του αξιοποίνου και το επιλαμβανόμενο ποινικό δικαστήριο, διαπιστώνοντας τη συντέλεση της παραγραφής κατά τη στάση αυτή της δίκης, υποχρεούται να κηρύξει την οριστική παύση της ποινικής διώξεως, χωρίς να δύναται να ερευνήσει την ουσία της υποθέσεως, η αξιόποινη πράξη παραμένει, ενδεχομένως, άδικη και καταλογιστή, η δε κηρύττουσα την οριστική παύση της ποινικής διώξεως απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, που είναι ή κατέστη αμετάκλητη, δεν αποτελεί αθώωση και δεν εξομοιώνεται προς αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Β) Κατά τα λοιπά, ερείδεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως και τίθεται προώρως το ερώτημα, καθ όσον σ αυτό παρατίθεται ως δεδομένο η ύπαρξη αθωωτικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου υπηρεσιακού συμβουλίου μετά από επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, ενώ η αθωωτική αυτή απόφαση είναι παράνομη (παραβίαση των άρθρων 114 και 143 παρά του Υπαλληλικού Κώδικα) και υπόκειται σε ένσταση.
ΝΣΚ/343/2008
Λήξη αυτοδίκαιης αργίας υπαλλήλου. Προϋποθέσεις, ποσοστό και τρόπος αποδόσεως των παρακρατηθεισών αποδοχών αργίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Οι αποδοχές μονίμου υπαλλήλου, που παρακρατήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που τελούσε σε κατάσταση αυτοδίκαιης αργίας, στην οποία είχε τεθεί λόγω επιβολής σε αυτόν, με απόφαση του πρωτοβάθμιου υπηρεσιακού συμβουλίου, της ποινής της οριστικής παύσεως για το πειθαρχικό παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την άσκηση των καθηκόντων του και, μετ’ αποδοχή ενστάσεώς του, τιμωρήθηκε από το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο με την ποινή της προσωρινής παύσεως έξι (6) μηνών για το πειθαρχικό παράπτωμα της αρνήσεως εκτελέσεως υπηρεσίας κατ’ εξακολούθηση, μετά την τελεσιδικία της οποίας έληξε η αργία και επανήλθε αυτοδικαίως στην υπηρεσία του, πρέπει να αποδοθούν κατά το ήμισυ μεν αυτοδικαίως, χωρίς την παρεμβολή του υπηρεσιακού συμβουλίου, κατά το άλλο δε ήμισυ ή μέρος αυτού ύστερα από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου, το οποίο, αν αποφασίσει υπέρ της μη αποδόσεως ή υπέρ της αποδόσεως μέρους μόνο του ημίσεος, οφείλει να αιτιολογήσει την απόφασή του με αναφορά στα πραγματικά περιστατικά που προκάλεσαν την πειθαρχική δίωξη και τη θέση του υπαλλήλου σε αργία, όπως αναπτύσσεται λεπτομερώς παραπάνω. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/165/2012
Λαθρεμπορία – Ανάκληση πράξεων Τελωνειακής Αρχής.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Στοιχειοθετείται αντικειμενικά η τελωνειακή παράβαση της λαθρεμπορίας, σε περίπτωση μη δήλωσης του προαιρετικού (EXTRA) εξοπλισμού καινούργιων επιβατικών αυτοκινήτων, κοινοτικής προέλευσης, το ζήτημα, όμως, αν πληρούνται ή όχι υποκειμενικά οι προϋποθέσεις της συγκεκριμένης πράξης, ως λαθρεμπορίας, εκφεύγει της αρμοδιότητος του Ν.Σ.Κ., αποτελεί δε ευθέως αντικείμενο του δικαιοδοτικού έργου της δικαιοσύνης. Νόμιμο τίτλο αποτελούν οι καταλογιστικές πράξεις, με τις οποίες προσδιορίζονται οι αναλογούσες δασμοφορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις, καθώς και οι προβλεπόμενες, με την μορφή των αναλογούντων πολλαπλών τελών, κυρώσεις, λόγω διαπίστωσης της παράβασης. Οι δασμολογικές επιβαρύνσεις, βεβαιώνονται συμπληρωματικά επί του οικείου παραστατικού και επομένως, η σχετική συμπληρωματική βεβαίωση επί του οικείου παραστατικού αποτελεί τον νόμιμο, κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, τίτλο για την είσπραξη των αναλογουσών δασμολογικών επιβαρύνσεων. Η τελωνειακή αρχή δεν έχει την εξουσία ή αρμοδιότητα ανάκλησης ή ακύρωσης της συμπληρωματικής βεβαίωσης, αρμοδιότητα που ανήκει στα δικαστήρια. Το τυχόν ακυρωτικό, βάσει δικαστικής απόφασης, αποτέλεσμα επί της καταλογιστικής πράξης, δεν καταλαμβάνει και την συμπληρωματική βεβαίωση επί του αντίστοιχου τελωνειακού παραστατικού. (ομοφ.)
ΝΣΚ/370/2007
Αναστολή εκτελέσεως πειθαρχικής ποινής προσωρινής παύσεως. Επάνοδος στην υπηρεσία υπαλλήλου τεθέντος σε δυνητική αργία, μετά την ακύρωση της σχετικής πράξεως του αρμοδίου οργάνου με δικαστική απόφαση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η αναστολή εκτελέσεως πειθαρχικής αποφάσεως του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, η οποία (αναστολή) επήλθε, κατ’ άρθρο 142 του Ν 2683/1999, συνεπεία ασκήσεως κατ’ αυτής, ενώπιον του δευτεροβαθμίου πειθαρχικού συμβουλίου, ενστάσεως υπό τιμωρηθείσης με την ποινή της προσωρινής παύσεως μόνιμης πολιτικής υπαλλήλου, εξακολουθεί να ισχύει και μετά τις διατάξεις του άρθρου 141 του Ν 3528/2007. Ενόψει των ανωτέρω, η ίδια μόνιμη πολιτική υπάλληλος θα επανέλθει μεν στην υπηρεσία, αλλ’ όχι ως προϊσταμένη Διευθύνσεως, δεδομένου ότι ενόσω κατείχε το βαθμό της Διευθύντριας, είχε τεθεί και σε δυνητική αργία με πράξη του αρμοδίου οργάνου κατά τη διάρκεια της οποίας και πριν από τη δημοσίευση της αποφάσεως Διοικητικού Εφετείου, με την οποία ακυρώθηκε η πράξη θέσεώς της σε αργία, λόγω κακής συνθέσεως του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, έλαβε χώρα κατάργηση του βαθμού του Διευθυντή και έγιναν κρίσεις για την επιλογή προϊσταμένων Διευθύνσεως και Τμημάτων, συμπεριλαμβανομένης και της Διευθύνσεως της οποίας προΐστατο πριν τεθεί σε αργία, χωρίς η ίδια να συμπεριληφθεί στον κύκλο των εχόντων τα τυπικά για την επιλογή σε θέση προϊσταμένου Διευθύνσεως ή Τμήματος προσόντα και ως εκ τούτου δεν επελέγη, αλλ’ ούτε αμφισβήτησε δικαστικώς τις γενόμενες επιλογές και τοποθετήσεις. Περαιτέρω, με δεδομένο ότι με τη δικαστική απόφαση ακυρώθηκε η πράξη θέσεώς της σε αργία, λόγω κακής συνθέσεως του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, δηλαδή για τυπικό λόγο, η Διοίκηση, συμμορφούμενη προς την ακυρωτική δικαστική απόφαση, μπορεί να προβεί σε νέα κρίση για τη θέση της ή μη σε δυνητική αργία, χωρίς την εμφιλοχωρήσασα πλημμέλεια και, εφόσον αποφασισθεί η θέση της σε δυνητική αργία, μπορεί να προσδώσει στην πράξη της αναδρομική ισχύ, ανατρέχουσα στο χρόνο της ακυρωθείσης. Οι μετά την έκδοση της αποφάσεως του Υπηρεσιακού Συμβουλίου περαιτέρω ενέργειες της Διοικήσεως συναρτώνται προς το περιεχόμενο της εν λόγω αποφάσεως.
ΝΣΚ/186/2009
Αυτοδίκαιη αργία δημοσίου υπαλλήλου – Απαλλαγή – Προσμέτρηση χρόνου αργίας ως προϋπηρεσία – Απόδοση παρακρατηθεισών αποδοχών – Αναδρομική μετάταξη σε νέο κλάδο.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Μετά την οριστική απαλλαγή υπαλλήλου, από κάθε πειθαρχική ευθύνη από το αποδιδόμενο σ’ αυτόν πειθαρχικό παράπτωμα της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων του, η διοίκηση οφείλει: α) να προσμετρήσει το χρονικό διάστημα που ο εν λόγω υπάλληλος είχε τεθεί σε αργία, στο συνολικό χρόνο υπηρεσίας για τη βαθμολογική και μισθολογική του εξέλιξη, β) να του επιστρέψει ατόκως τις αποδοχές που παρακρατήθηκαν, κατά το χρονικό διάστημα που αυτός είχε τεθεί αυτοδίκαια σε αργία. Από τα ποσά των αποδοχών που θα επιστραφούν στον υπάλληλο, πρέπει να αφαιρεθεί κάθε ποσό που ο ίδιος απεκόμισε από την παροχή εργασιών του, κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα, και το οποίο ποσό πρέπει να προκύπτει από κάποιο νόμιμο αποδεικτικό στοιχείο (εκκαθαριστικό της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, υπεύθυνη δήλωση κ.α.) και γ) να προχωρήσει στην αναδρομική μετάταξη του υπαλλήλου από το κλάδο ΥΕ6 Εργατοτεχνιτών (σήμερα ΥΕ Εργατών) στον κλάδο ΔΕ20 Εργατοτεχνιτών (σήμερα ΔΕ Εργατοτεχνιτών).
ΝΣΚ/76/2001
Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Υπάλληλοι. Πειθαρχική δίωξη. Παραγραφή πειθαρχικού παραπτώματος. Σχέση με ποινική δίκη.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Προεδρεύων: Δ. Γριμάνης, Νομικός Σύμβουλος Εισηγήτρια: Α. Καπετανάκη, Πάρεδρος Δεν υφίσταται υποχρέωση της αρμόδιας υπηρεσίας να αναμείνει την έκδοση τελεσίδικης ή αμετάκλητης ποινικής αποφάσεως αλλά υποχρεούται να ασκήσει πειθαρχική δίωξη, η παράλειψη της οποίας συνεπάγεται ευθύνη του αρμόδιου για τη δίωξη οργάνου. Στο πλαίσιο της ασκηθεισομένης πειθαρχικής διώξεως μπορεί να κριθεί αν η υπάλληλος θα τεθεί σε αργία, λαμβανομένων υπόψη και των εκδοθεισών αποφάσεων ποινικών δικαστηρίων, σύμφωνα με τις διατάξεις του υπαλληλικού κώδικα. Όταν το πειθαρχικό παράπτωμα είναι ταυτόχρονα και ποινικό αδίκημα δεν παραγράφεται πριν την παραγραφή του τελευταίου, λόγω διακοπής της παραγραφής κατά το χρόνο διενέργειας πράξεων της ποινικής διαδικασίας, το δε πειθαρχικό συμβούλιο δεσμεύεται στην κρίση του μόνο ως προς την ύπαρξη ή ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών που έγιναν δεκτά από το ποινικό δικαστήριο.
ΝΣΚ/149/2020
Εάν, μετά τον θάνατο εκπαιδευτικού τελούντος σε αυτοδίκαιη αργία λόγω ποινικής δίωξης για έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, δύναται να επιστραφούν οι αποδοχές αργίας, που παρακρατήθηκαν, καθόσον η ποινική του υπόθεση δεν έχει τελεσιδικήσει, κατόπιν άσκησης εφέσεως κατά της πρωτόδικης καταδικαστικής απόφασης, και σε περίπτωση θετικής απάντησης, μέσω ποιας διαδικασίας.(...)Το σχετικό αίτημα των κληρονόμων του θανόντος εκπαιδευτικού θα πρέπει να περιέλθει στο πειθαρχικό συμβούλιο, στο οποίο εκκρεμούσε η υπόθεση του πειθαρχικώς διωχθέντος εκπαιδευτικού, καθώς αυτό και μόνο διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία, βάσει των οποίων θα πρέπει να εκφέρει ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση περί των εφαρμοστέων στην προκειμένη περίπτωση διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 105 του ν. 3528/2007 και περί της συνδρομής ή μη των νόμιμων προϋποθέσεων περί αποδόσεως σε κληρονόμους του θανόντος των παρακρατηθεισών αποδοχών του και, συνακόλουθα, του ύψους αυτών, αφού λάβει υπόψη του το σύνολο της νομολογίας που αφορά ευθέως και άμεσα στο τιθέμενο υπό εξέταση αίτημα των κληρονόμων του θανόντος εκπαιδευτικού (κατά πλειοψηφία).
ΝΣΚ/342/2004
Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών. Έκδοση πιστοποιητικού ενεργητικής πυροπροστασίας για τη λειτουργία εμπορικών καταστημάτων εντός αυτού. Αρμοδιότητα της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για άσκηση ποινικής διώξεως κατ’ άρθρο 433 του Π.Κ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
α) Δεν απαιτείται χορήγηση πιστοποιητικού πυροπροστασίας για το Κεντρικό Κτίριο Αφίξεων του Αεροδρομίου, δοθέντος ότι για την έκδοση οποιασδήποτε συναινέσεως, άδειας λειτουργίας, άδειας ή εγκρίσεως από τις αναφερόμενες στο άρθρο 10.1 της Συμβάσεως Αναπτύξεως Αεροδρομίου, δεν προβλέπεται άλλη διαδικασία πέραν της οριζομένης στο άρθρο 10.3 της συμβάσεως, οι επιχειρήσεις όμως που λειτουργούν στο Κεντρικό Κτίριο Αφίξεων του Αεροδρομίου και οι οποίες ασκούν δραστηριότητες μη αναγόμενες στη γενική λειτουργία και διεύθυνση του αεροδρομίου, οφείλουν να αιτούνται την έκδοση πιστοποιητικού πυροπροστασίας, εφόσον τούτο προβλέπεται και επιβάλλεται από την κείμενη νομοθεσία, η έκδοση δε αυτού πρέπει να είναι σύμφωνη προς τους ισχύοντες κατά περίπτωση κανονισμούς πυροπροστασίας. β) Σε σχέση με τις δραστηριότητες αυτές, που διεξάγονται από επιχειρήσεις εντός του ακινήτου του αεροδρομίου σε κτίρια ή τμήματα κτιρίων, η χρήση των οποίων δεν σχετίζεται άμεσα με την λειτουργία του αεροδρομίου, ως αερολιμένα, εφόσον από τις ειδικές διατάξεις, με τις οποίες καθορίζεται η διαδικασία και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση των ως άνω αδειών, συναινέσεων ή εγκρίσεων προβλέπεται, μεταξύ άλλων, και πιστοποιητικό της αρμόδιας Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για την πιστοποίηση της λήψεως των απαιτούμενων μέτρων και μέσων ενεργητικής πυροπροστασίας, είναι υποχρεωτική ή έκδοση τούτου. γ) Η Πυροσβεστική Υπηρεσία στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της, όπως αυτές αναλυτικώς ορίζονται στο άρθρο 1 του ΠΔ 210/1992, έχει δικαίωμα, μεταξύ άλλων, να ελέγχει τις μελέτες πυρασφάλειας των κτιρίων που βρίσκονται στο ακίνητο του αεροδρομίου, να ενεργεί αυτεπάγγελτα έλεγχο σ’ αυτά οποτεδήποτε κρίνει σκόπιμο, για την ορθή εφαρμογή των μελετών και τη καλή λειτουργία των συστημάτων πυροπροστασίας που προβλέπονται σ’ αυτές και να υποδεικνύει, όπου δεν απαιτείται κατά την κείμενη νομοθεσία μελέτη πυροπροστασίας, τα κατά την κρίση της κατάλληλα μέτρα πυρασφάλειας, περαιτέρω δε, εφόσον διαπιστώσει παράβαση των διατάξεων του άρθρου 433 του Ποινικού Κώδικα, να προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες προς άσκηση ποινικής διώξεως κατά των υπαιτίων. δ) Για την ενεργητική πυροπροστασία κατά την μελέτη και κατασκευή οποιουδήποτε κτιρίου στο ακίνητο του αεροδρομίου, στα πλαίσια της συμβάσεως αναπτύξεως του Διεθνούς Αεροδρομίου της Αθήνας, εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτής, οι οποίες υπερισχύουν των διατάξεων του ΠΔ 71/1988 που ίσχυαν κατά την ημερομηνία ενάρξεώς της, πλην όμως, εφόσον η εν συνεχεία λειτουργία ή δραστηριότητα αυτού δεν ανάγεται στη γενική λειτουργία και διεύθυνση του αεροδρομίου, πριν από την έναρξη της λειτουργίας ή δραστηριότητας αυτής απαιτείται να ληφθεί ίδιο πιστοποιητικό πυροπροστασίας, εφόσον κατά την ισχύουσα νομοθεσία απαιτείται τούτο.