Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/596/2012

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008
Δημόσια έργα – Εκτέλεση απολογιστικών εργασιών και χρηματοδότησή τους από το κονδύλιο των απροβλέπτων εργασιών, χωρίς σύνταξη Πρωτοκόλλου Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών. Για την ανάλωση μέρους του κονδυλίου των απροβλέπτων δαπανών του δημοσίου έργου «Μελέτη, κατασκευή και θέση σε λειτουργία του ΜΕΤΡΟ Θεσσαλονίκης» προς εκτέλεση απαραίτητων αρχαιολογικών εργασιών με απολογιστικό τρόπο, απαιτείται η σύνταξη Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (Α.Π.Ε.) και όχι Πρωτοκόλλου Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.), ενώ απαιτείται η σύνταξη Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. για την απομείωση του κατ’ αποκοπή τιμήματος του έργου, σύμφωνα με τον σχετικό σαφή και ρητό συμβατικό όρο. (ομοφ.)

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣτΕ/3307/2005

Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται, κατ’ αρχήν, να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την μορφή του έργου, την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου και προηγούμενη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και, εφ’ όσον απαιτείται, πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, καθώς και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή, έστω και αν αυτές βελτιώνουν το έργο. Επομένως, η σύνταξη και έγκριση του συγκριτικού πίνακα και του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών πρέπει, κανονικώς, να προηγούνται της εκτελέσεως των νέων εργασιών. Από τις ίδιες διατάξεις, όμως, δεν αποκλείεται νέες εργασίες που εκτελέσθηκαν χωρίς έγγραφη διαταγή και χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του επείγοντος να κριθούν από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ως αναγκαίες, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται δια της εκ των υστέρων συντάξεως και εγκρίσεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου καθορισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών (βλ. Σ.τ.Ε. 4162/1997 επταμ., 3306/1997 επταμ.).


ΕΣ/Τ7/79/2007

Μη νόμιμη δαπάνη διότι ο 1ος Ανακεφαλαιωτικός Πίνακας Εργασιών (Α.Π.Ε.) με το 1° Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδων Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.) και η συμπληρωματική σύμβαση εργασιών του έργου καταρτίστηκαν και εγκρίθηκαν μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας περαίωσης του έργου.


ΝΣΚ/290/2012

Ανάλωση κονδυλίου απροβλέπτων δαπανών σύμβασης δημοσίου έργου για την χρηματοδότηση εργασιών που εκτελούνται με απολογιστικό τρόπο.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Είναι νόμιμη η ανάλωση μέρους του κονδυλίου των απροβλέπτων δαπανών της αρχικής σύμβασης του δημοσίου έργου «Μελέτη, κατασκευή και θέση σε λειτουργία του ΜΕΤΡΟ Θεσσαλονίκης» για την εκτέλεση αναγκαίων για το έργο αρχαιολογικών εργασιών με απολογιστικό τρόπο. (ομοφ.)


ΔΕφΠ/226/2005

Ακόμη από τις τελευταίες αυτές διατάξεις συνάγεται ότι αν και η σύνταξη και έγκριση του συγκριτικού πίνακα και του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών προηγείται, κανονικά, από την εκτέλεση των νέων εργασιών (πρβλ. ΣτΕ 1859/99, 3484/96), όμως δεν αποκλείεται η εκ των υστέρων νομιμοποίηση, από την αρμόδια αρχή ή από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο στην περίπτωση άσκησης προσφυγής, των εργασιών αυτών, όταν αυτές θεωρηθούν αναγκαίες για το έργο (πρβλ ΣτΕ 3807/2001, 3306/97 7μ.). Από αυτά παρέπεται ότι δεν αποκλείεται, κατ` εξαίρεση σε επείγουσες περιπτώσεις, η αναγνώριση αξιώσεων του αναδόχου για εργασίες, που πραγματοποιήθηκαν προτού συνταχθεί ο οικείος συγκριτικός πίνακας (πρβλ. ΣτΕ 1938/1998). Ειδικότερα σε περίπτωση που ο ανάδοχος αδυνατεί να συντάξει και να υποβάλει λογαριασμό για την πληρωμή νέων εργασιών, τις οποίες έχει εκτελέσει προσηκόντως εξαιτίας του ότι η αρμόδια Υπηρεσία, παρόλο που έχει παράλάβει το σχετικό έργο, δεν προβαίνει στη σύνταξη συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών μονάδος και ακολούθως στην έγκριση τους για οποιοδήποτε λόγο διαφωνίας, ο οποίος στη συνέχεια, ύστερα από δικαστική αμφισβήτηση, κρίνεται μη νόμιμος, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για μη υποβολή τέτοιου λογαριασμού, αφού αν, παρόλα αυτά, τον συνέτασσε και τον υπέβαλε για έγκριση, είναι απολύτως βέβαιο ότι η Διευθύνουσα Υπηρεσία θα τον επέστρεφε χωρίς να τον εγκρίνει. Η καθυστέρηση πληρωμής του αναδόχου για νέες εργασίες, που έχει εκτελέσει και νομιμοποιήθηκαν εκ των υστέρων και για λόγους που κρίθηκαν μη νόμιμοι, από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο στην περίπτωση άσκησης προσφυγής, σχεδόν εξομοιώνεται, ως προς τις έννομες συνέπειες, με την καθυστέρηση πληρωμής εγκεκριμένων λογαριασμών και συγκεκριμένα η αναγνώριση του δικαιώματος του αναδόχου ανατρέχει στο χρόνο εκείνο, κατά τον οποίο η αρμόδια Υπηρεσία θα έπρεπε να προβεί στις οφειλόμενες, από το νόμο, ενέργειες αν δεν είχε μεσολαβήσει η διαφωνία της. Έτσι από το χρόνο εκείνο θεωρείται ότι συντάχτηκε, από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία, και υποβλήθηκε προς έγκριση ο οικείος συγκριτικός πίνακας και το πρωτόκολλο κανονισμού νέων τιμών μονάδος νέων εργασιών, με επακόλουθο μετά τη συμπλήρωση του, κατά τα πιο πάνω, τριμήνου από την υποβολή τους να θεωρείται αφενός μεν ότι εγκρίθηκαν και αφετέρου ότι υποβλήθηκαν, ταυτόχρονα, προς έγκριση οι σχετικοί λογαριασμοί-πιστοποιήσεις, οπότε μετά από την πάροδο διμήνου να γεννιέται η αξίωση του αναδόχου για καταβολή τόκων υπερημερίας, εφόσον βεβαίως αυτός έχει προβεί σε σχετική όχληση, προς την οποία ταυτίζεται η δικαστική επιδίωξη πληρωμής της απαίτησης του.


ΣτΕ/619/2003

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι ο χρόνος εγκρίσεως από την προϊσταμένη αρχή του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, έχει, κατά το νόμο, ιδιαίτερη σημασία, διότι η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας προς πληρωμή του αναδόχου που γίνεται βάσει της πιστοποιήσεως των εργασιών που εκτελέσθηκαν επιφέρει υπέρ του αναδόχου τις συνέπειες του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν. 1418/84. Και είναι μεν αληθές ότι από τις προπαρατεθείσες διατάξεις δεν τάσσεται στην προϊσταμένη αρχή προθεσμία προς έγκριση του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως, η έγκριση των πράξεων που προαναφέρθηκαν (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) πρέπει να ενεργείται μέσα σε εύλογο χρόνο, τέτοιος δε χρόνος θεωρείται το τρίμηνο από της υποβολής τους στην προϊσταμένη αρχή. Κατά συνέπεια, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από της υποβολής τους, το ΠΚΤΜΝΕ και ο ΣΠ θεωρούνται αυτοδικαίως εγκεκριμένα, τυχόν δε μεταγενέστερη έγκρισή τους είναι τυπική και επιβεβαιώνει απλώς την έγκριση που έγινε με την πάροδο του τριμήνου, δεν μπορεί δε πλέον η προϊσταμένη αρχή να τροποποιήσει τα ήδη αυτοδικαίως με την πάροδο του τριμήνου εγκριθέντα εν λόγω στοιχεία (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) (πρβλ. ΣΕ 1674/97, 1921/93, 472/92).


ΕλΣυν/Τμ.6/27/2013

Η σύναψη συμπληρωματικής συμβάσεως προηγείται, κατά κανόνα, της εκτελέσεως των εργασιών που περιλαμβάνονται σε αυτήν και αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη νομιμότητα της εκτελέσεώς τους. Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η εκτέλεση πρόσθετων επειγουσών εργασιών, υπό τις αυστηρές προϋποθέσεις του άρθρου 56 του Ν. 3669/2008, δηλαδή μετά τη σύνταξη τεχνικής περιγραφής αυτών από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία, αιτιολόγηση του επείγοντος, εκτίμηση της δαπάνης των εργασιών και έγκριση αυτών από την Προϊσταμένη Αρχή και ενδεχομένως πριν από την σύνταξη του Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών, οπότε, στην περίπτωση αυτή, προηγείται η εκτέλεσή τους και έπεται η κατάρτιση της συμπληρωματικής συμβάσεως. Οι ως άνω συμπληρωματικές εργασίες μπορεί να εκτελεσθούν πριν από τη σύνταξη Α.Π.Ε. και πριν από τη σύναψη συμβάσεως, μετά από έγγραφη εντολή της υπηρεσίας προς τον ανάδοχο του αρχικού έργου ή σε επείγουσες περιπτώσεις, μετά από προφορική εντολή στον τόπο του έργου, η οποία καταχωρείται στο ημερολόγιο αυτού (Απόφαση Μείζονος Τμήματος Επταμελούς Σύνθεσης 2093/2011, Πράξη VII Τμήματος Ε.Σ. 29/2010). Πέραν των ως άνω τυπικών προϋποθέσεων απαιτείται ωσαύτως όπως αυτές χαρακτηρίζονται ως επείγουσες, υπό την έννοια ότι στοχεύουν στην αποτροπή άμεσου επικείμενου κινδύνου τόσο για τις εγκαταστάσεις του έργου που έχει ήδη εκτελεσθεί όσο και για τους εργαζομένους ή και διερχομένους από αυτό. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας των εργασιών αυτών απαιτεί την ύπαρξη άμεσου κινδύνου καθόσον μόνον τότε δύναται να καταστεί εφικτή η πραγματοποίησή τους πάραυτα, χωρίς τη σύνταξη και έγκριση Α.Π.Ε., ακόμη και με προφορική εντολή που καταχωρείται στο ημερολόγιο του έργου. Σε κάθε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή επικαλείται την διενέργεια πρόσθετων επειγουσών εργασιών, πέραν των τυπικών προϋποθέσεων (σύνταξη τεχνικής περιγραφής, εκτίμηση της δαπάνης, έγκριση από την Προϊσταμένη Αρχή ή προφορική εντολή καταχωρημένη στο ημερολόγιο του έργου) απαιτείται η συνδρομή της ουσιαστικής προϋποθέσεως του επείγοντος, δηλαδή του εξαιρετικού κινδύνου υπό την έννοια που προεκτέθηκε. (...)Οι ως άνω διατάξεις, λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα τους, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος αποδείξεως της συνδρομής των έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων φέρει η αναθέτουσα αρχή (Δ.Ε.Ε. στην υπόθεση C-601/10, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας). Ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής συμβάσεως και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής ώστε να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την ήδη συναφθείσα σύμβαση (Απόφαση Τμήματος Μείζονος – Επταμελούς Σύνθεσης 3205/2011, Αποφάσεις VI Τμήματος 2726/2010, 2506/2009, 1780/2009, Πράξεις VI Τμήματος 52/2007, 106/2003). Η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην εξαιρετική αυτή διαδικασία της απευθείας αναθέσεως μέσω καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως, ως εκ της φύσεώς της, πρέπει να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, προκειμένου να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της συνδρομής των αναγκαίων για την κατάρτισή της προϋποθέσεων (Αποφάσεις VI Τμήματος 2066/2010, 286/2010, 285/2010, 136/2010). Περαιτέρω, με το ποσό του κονδυλίου των απροβλέπτων της αρχικής συμβάσεως καλύπτονται εργασίες, οι οποίες προκύπτουν από τη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου, η οποία λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια εκτελέσεως και επιβάλλει αναγκαστικές τροποποιήσεις στο σχεδιασμό του αρχικού έργου, εργασίες, οι οποίες προκύπτουν από απαιτήσεις της κατασκευής, δεν οφείλονται σε απρόβλεπτες συνθήκες και κρίνονται απαραίτητες για την αρτιότητα του έργου (π.χ. κακοτεχνίες), καθώς και διαφορές, οι οποίες προκύπτουν στις ποσότητες των εργασιών που πρέπει να εκτελεσθούν και οφείλονται σε προφανείς παραλείψεις ή σφάλματα των προμετρήσεων (Αποφάσεις VI Τμήματος 792/2011, 791/2011). Τέλος, ουσιώδη διαδικαστικό τύπο για τη σύναψη της συμπληρωματικής συμβάσεως, συνιστά η σύνταξη από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (Α.Π.Ε.), ο οποίος υπογράφεται από τον ανάδοχο και οριστικοποιείται με την έγκρισή του από την Προϊσταμένη Αρχή, περιλαμβάνει δε τα ουσιώδη οικονομικά δεδομένα τόσο της αρχικής όσο και της συμπληρωματικής συμβάσεως.


ΝΣΚ/248/2014

Ένοπλες Δυνάμεις - Συμβάσεις - Δημόσια Έργα - Τρόπος συμμόρφωσης της Διοίκησης προς δικαστική απόφαση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Με τα δοθέντα πραγματικά περιστατικά η Διοίκηση (Διευθύνουσα Υπηρεσία) πρέπει να αναμορφώσει το 2ο Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. του έργου και στη συνέχεια, να συντάξει νέο Ανακεφαλαιωτικό Πίνακα Εργασιών (Α.Π.Ε.) πολλαπλασιάζοντας τις εκτελεσθείσες εργασίες επί τις αναμορφωμένες τιμές του ως άνω Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. Η ανάδοχος θα καλύψει την χρηματική ζημία της από την εσφαλμένη σύνταξη του 2ου Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε., πρώτα από τα απρόβλεπτα του έργου και μετά για το υπόλοιπο αυτής, θα υποβάλει λογαριασμό προς πιστοποίηση. (ομοφ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ


ΣτΕ/1454/2013

ΕΓΓΡΑΦΗ ΕΝΤΟΛΗ (...) από τις διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 1 και 6 και 8 παρ. 1 του ν. 1418/84 (Α’ 23) και 34 παρ. 1, 43 παρ. 1, 2, 3, 5 και 7 του π.δ. 609/1985 (Α’ 223) συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται, κατ’ αρχήν, να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την μορφή του έργου, την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου και προηγούμενη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και, εφόσον απαιτείται, πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, καθώς και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή, έστω και αν αυτές βελτιώνουν το έργο. Από τις ίδιες διατάξεις, όμως, δεν αποκλείεται στον ανάδοχο να ζητήσει κι αυτός τροποποιήσεις, επικαλούμενος την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου. Και εάν μεν οι τροποποιήσεις αυτές κριθούν αναγκαίες από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου, ακολουθούν η σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου και η εκτέλεση των σχετικών εργασιών, στην περίπτωση δε κατά την οποία οι σχετικές εργασίες έχουν ήδη εκτελεσθεί, δια της εκ των υστέρων εγκρίσεώς των από τον κύριο του έργου και της συντάξεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου, αυτές νομιμοποιούνται (βλ. Σ.τ.Ε. 767/2011, 106/2011, 181/2010), εάν δε οι προταθείσες από τον ανάδοχο τροποποιήσεις κριθούν από το δικαστήριο αναγκαίες, τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου οφείλουν να συντάξουν και να εγκρίνουν συγκριτικό πίνακα και πρωτόκολλο κανονισμού τιμών για τις απαιτούμενες εργασίες, η διαδικασία δε αυτή πρέπει να ακολουθηθεί και όταν οι εργασίες αυτές έχουν ήδη εκτελεσθεί από τον ανάδοχο, χωρίς έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου, διότι και στην περίπτωση αυτή, για τον καθορισμό του ανταλλάγματος για τις εργασίες αυτές, απαιτείται η τήρηση της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών, ενώ για την πληρωμή απαιτείται η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκριση του σχετικού λογαριασμού, ο οποίος αποτελεί την προς τούτο απαιτούμενη πιστοποίηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 και 38, 40, 43 και 44 του π.δ/τος 609/1985, δεν επιτρέπεται δε στο διοικητικό εφετείο να προβεί αυτό, για πρώτη φορά, σε κρίση περί του ποσού το οποίο οφείλεται στον προσφεύγοντα ανάδοχο για τις εκτελεσθείσες εργασίες (βλ. Σ.τ.Ε 767/2011, 106/2011, 142/2005, 4162/1977 7μ.).(...) Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, το δικάσαν δικαστήριο έκανε δεκτό ότι στην προκειμένη περίπτωση μόνη η επίκληση της γεωτεχνικής μελέτης, προκειμένου να αιτιολογηθεί η αναγκαιότητα του προταθέντος από την ανάδοχο τρόπου θεμελίωσης του έργου και επιχώσεως του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου, δεν αποδεικνύει ότι οι αρμόδιοι μελετητές του ... δεν γνώριζαν και, επομένως, δεν έλαβαν υπόψη τα πορίσματα της μελέτης αυτής σχετικά με την σύσταση του εδάφους θεμελίωσης και του προϊόντος εκσκαφής, ενόψει τούτου δε κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αναιρεσείουσα δεν απέδειξε την αναγκαιότητα για την αρτιότητα και την ασφάλεια του έργου των προταθεισών απ’ αυτή πρόσθετων (πέραν των προκυπτουσών από τα συμβατικά στοιχεία της μελέτης) εργασιών και απέρριψε ως αναπόδεικτο το σχετικό λόγο της προσφυγής...Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.


ΥΠΕΧΩΔΕ/1703/2008

Χρήση κονδυλίου απροβλέπτων δαπανών για την πληρωμή δαπάνης αναθεώρησης, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών του έργου.


ΕλΣυν/Τμ.7/29/2010

Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι συμπληρωματικές εργασίες δημόσιου έργου νομίμως εκτελούνται μετά την έγκριση και υπογραφή σχετικής συμπληρωματικής σύμβασης μόνο εφόσον δεν έχει ακόμη εξαντληθεί η συμβατική προθεσμία περάτωσης του έργου ή η νόμιμη παράταση αυτής. Εξάλλου, η σύνταξη Α.Π.Ε. και Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. προηγείται της εκτέλεσης των υπερσυμβατικών ή νέων εργασιών, με εξαίρεση τις πρόσθετες εργασίες του άρθρου 44 του π.δ/τος 609/1985, που εκτελούνται πριν από τη σύνταξη Α.Π.Ε. κατόπιν έγγραφης εντολής της υπηρεσίας ή σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν προφορικής εντολής στον τόπο του έργου, που καταχωρείται στο ημερολόγιο του έργου. Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής ή της νόμιμα παραταθείσης προθεσμίας δεν αποτελεί όντως παράταση αυτής (εφόσον λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της και πέραν από την καταληκτική ημερομηνία της), αλλά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία όμως δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Κατά συνέπεια, δαπάνες που αφορούν σε υπερσυμβατικές εργασίες δημόσιου έργου, δηλαδή αυξημένες ποσότητες ή νέες εργασίες σε σχέση με τις συμβατικές, που έχουν εκτελεστεί κατά παράβαση των ως άνω διατάξεων, δηλαδή πριν από την εμπρόθεσμη σύνταξη και έγκριση Α.Π.Ε. και μετά την εκπνοή της συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή των νόμιμα χορηγηθεισών παρατάσεων αυτής, δεν είναι νόμιμες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε αποδοχή της δυνατότητας καταστρατηγήσεων των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων, υπαγορεύεται από λόγους δημόσιας τάξεως, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκλήρωσης του έργου και παράδοσης του έγκαιρα προς θεραπεία δημόσιου σκοπού (βλ. Πράξεις VΙΙ Τμ. 19, 86, 168, 362/2006, 79, 252/2007, 75/2009).