ΣτΕ/114/2019
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Επειδή, κατά τα γενόμενα δεκτά με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, λόγω μη αποδόσεως από την προαναφερθείσα ανώνυμη ποδοσφαιρική εταιρεία, για τις διαχειριστικές περιόδους από 1.7.2009 έως 30.6.2012, διαφόρων φόρων ποσού υπερβαίνοντος το όριο της προπαρατεθείσης διατάξεως του άρθρου 46 του ν. 4174/2013, τα προβλεπόμενα από την εν λόγω διάταξη μέτρα επιβλήθηκαν, μεταξύ άλλων, σε βάρος του αναιρεσιβλήτου, υπό την ιδιότητά του ως Αντιπροέδρου Α΄ του Διοικητικού Συμβουλίου της ως άνω εταιρείας. Το δικαστήριο της ουσίας έκρινε μη νόμιμη την επιβολή τους, διότι δεν αρκούσε η ως άνω ιδιότητα του αναιρεσιβλήτου, αλλά όφειλε η φορολογική αρχή, επιπλέον, να αποδείξει ότι ο τελευταίος είχε, κατά τον κρίσιμο χρόνο, πράγματι ασκήσει καθήκοντα διοικήσεως, διαχειρίσεως ή εκπροσωπήσεως της ελεγχομένης εταιρείας. Με το σκεπτικό αυτό το ως άνω δικαστήριο δέχθηκε λόγο προσφυγής του αναιρεσιβλήτου περί του ότι ο ίδιος, αν και συμμετείχε, κατά την περίοδο από 11.7.2007 έως και 20.7.2010, στο ως άνω Διοικητικό Συμβούλιο ως Αντιπρόεδρος Α΄, ουδέποτε είχε την ιδιότητα προσώπου εντεταλμένου από οιαδήποτε αιτία στην διοίκηση, διαχείριση ή εκπροσώπηση της ελεγχομένης εταιρείας, δεδομένου ότι, σε κάθε περίπτωση, την πλήρη διαχείριση και τα δικαιώματα εκπροσωπήσεως και δεσμεύσεως αυτής είχε, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα οικεία ΦΕΚ, ο εκάστοτε Διευθύνων Σύμβουλος και Πρόεδρος του εν λόγω Συμβουλίου. Συνεπώς, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση είναι νόμιμη, ο δε μοναδικός λόγος αναιρέσεως, σύμφωνα με τον οποίο η ως άνω κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου είναι εσφαλμένη, διότι για την επιβολή των μέτρων του άρθρου 46 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας αρκεί το πρόσωπο, στο οποίο επιβάλλονται, να έχει κατά τον χρόνο τελέσεως της φοροδιαφυγής μία από τις ιδιότητες που απαριθμούνται στην παρ. 6 του άρθρου 46 του ως άνω Κώδικα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Δια ταύτα Απορρίπτει την κρινομένη αίτηση.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/3195/2000
Δημοσίευση κανονιστικής απόφασης:..Επειδή, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, τα επίδικα τέλη καθαριότητος και φωτισμού εις βάρος της αναιρεσειούσης, για το έτος 1987, ποσού 1.784.000 δρχ., επεβλήθησαν κατ' εφαρμογή της υπ' αριθμ. 26/1985 κανονιστικής αποφάσεως του κοινοτικού συμβουλίου της Κοινότητας ... (νυν Δήμου ...). Όπως προκύπτει, εξ άλλου, από τον πίνακα των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως της κρισίμου συνεδριάσεως του κοινοτικού συμβουλίου, κατά την οποίαν ελήφθη η ήδη αναφερθείσα υπ' αριθμ. 26/1985 κανονιστική απόφαση, αυτή αναρτήθηκε εν περιλήψει στο κοινοτικό κατάστημα, τούτο δε επιβεβαιώνεται και από το υπ' αριθμ. 449/28.4.1998 έγγραφο της αναιρεσιβλήτου προς το Συμβούλιον της Επικρατείας. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά, η κρίσιμος κανονιστική απόφασις δεν έλαβε νόμιμον υπόστασιν και για τον λόγον αυτόν-ο οποίος, ως αναγόμενος στο συνταγματικό κύρος του εφαρμοσθέντος από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση κανόνος δικαίου, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και το πρώτον κατ' αναίρεση, όπως ήδη ελέχθη-η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση κατέστη αναιρετέα, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξετάσεως των λοιπών λόγων αναιρέσεως, η δε υπόθεση μη χρήζουσα διευκρινίσεως κατά το πραγματικόν, κρατείται προς εκδίκαση από το Δικαστήριο, το οποίο δικάζον την έφεση της ήδη αναιρεσειούσης, δέχεται αυτήν εξαφανίζον την υπ' αριθμ. 337/1989 απόφαση του Διοικητ. Πρωτοδικείου .... Ακολούθως, το Δικαστήριο δικάζον την προσφυγή της αναιρεσειούσης κατά της πράξεως εγγραφής της στον βεβαιωτικό κατάλογο τελών καθαριότητος και φωτισμού έτους 1987, δέχεται αυτήν, εξαφανίζον την ως άνω εγγραφήν.
ΣΤΕ/3322/2005
Δημοσίευση κανονιστικής απόφασης:...Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη, ο αναιρεσείων, μόνιμος ιατρός του Ε.Σ.Υ. που υπηρετεί στο αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, άσκησε την από 30.12.1996 αγωγή, με την οποία ζήτησε να υποχρεωθεί αυτό να του καταβάλει ποσό 2.653.800 δραχμών ως διαφορά μεταξύ της υπερωριακής αποζημιώσεως που του καταβλήθηκε για τις εφημερίες που πραγματοποίησε κατά το από 1.1.1994 έως 30.6.1995 χρονικό διάστημα και η οποία υπολογίσθηκε με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/100 του μηνιαίου βασικού μισθού του και εκείνης που προκύπτει με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/65 αυτού που ορίσθηκε για τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους με την 2039921/3479/0022/14.6.1991 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η αγωγή αυτή έγινε εν μέρει δεκτή με την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ..., με την οποία επιδικάσθηκε στον αναιρεσείοντα, ύστερα από ορθό υπολογισμό, ποσό 2.651.610 δραχμών για την ανωτέρω αιτία. Κατά της εν λόγω αποφάσεως άσκησε έφεση το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, η οποία έγινε δεκτή με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση. Το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ειδικότερα ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ούτε τηρήθηκε γι’ αυτήν η τυπική διαδικασία του ειδικού τρόπου δημοσιότητας του άρθρου 3 παρ. 3 του ν. 301/1976, δεδομένου ότι κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών, χωρίς όμως να γίνει και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα αυτά, έκρινε η αναιρεσιβαλλομένη, εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως λόγο που αφορά στο κύρος του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, ότι η 2039921/3479/ 0022/14.6.1991 κανονιστική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, και επομένως δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος του αναιρεσείοντος, και με την αιτιολογία αυτή έκανε δεκτή την έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου .... και απέρριψε την αγωγή του αναιρεσείοντος. Η κρίση αυτή είναι ορθή και νόμιμη σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις (ΣτΕ 307/2003 7μ., 1485/2003), και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος αναιρέσεως κατά τον οποίο η ως άνω κανονιστική απόφαση έχει τεθεί σε ισχύ de facto και εφαρμόζεται, παράγοντας όλες τις έννομες συνέπειές της, ανεξάρτητα από τη θεωρητική ταξινόμησή της στις ανυπόστατες πράξεις. Εξάλλου, εφόσον η αναιρεσιβαλλομένη βεβαιώνει ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε νομίμως, η κρίση αυτή δεν χρειαζόταν ειδικότερη αιτιολογία, ενόψει μάλιστα του ότι ο αναιρεσείων δεν ισχυρίζεται ότι είχε προβάλει ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου κάποιον ειδικότερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος δεν απαντήθηκε από το Δικαστήριο, πρέπει δε να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως.Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση στο σύνολό της. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), τον αναιρεσείοντα από τη δικαστική δαπάνη.
ΝΣΚ/170/2017
Επιστημονικός συνεργάτης της Προεδρίας της Δημοκρατίας με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, που διατηρεί το δικαίωμα άσκησης ελεύθερης δικηγορίας. Συνταξιοδότηση υπό την ανωτέρω εργασιακή σχέση. Αν δικαιούται αποζημίωση κατά το άρθρο 46 παρ.3 του Κώδικα Δικηγόρων.(...)Δικηγόρος, ο οποίος είχε προσληφθεί βάσει ειδικών διατάξεων στην Προεδρία της Δημοκρατίας ως επιστημονικός συνεργάτης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, δεν δικαιούται την προβλεπόμενη από το άρθρο 46 παρ.3 του Δικηγορικού Κώδικα αποζημίωση, εξαιτίας της απόλυσής του λόγω συμπλήρωσης του ανωτάτου ορίου ηλικίας, διότι η ως άνω εργασιακή του σχέση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως σχέση έμμισθης εντολής (ομόφωνα).
ΣΤΕ/914/2016
Καταβολή αναδρομικών αποδοχών- Αστική ευθύνη δημοσίου:..Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, στην προκειμένη περίπτωση, αφού με την 4065/1998 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώθηκε, για τυπικό λόγο (για μη νόμιμη σύνθεση του ειδικού εκλεκτορικού σώματος) η 208/28.7.1993 πράξη του Πρύτανη του ... Πανεπιστημίου, με την οποία ο αναιρεσίβλητος είχε διορισθεί, αρχικά, σε μόνιμη θέση Δ.Ε.Π. της βαθμίδας του Αναπληρωτή Καθηγητή, ο εκ νέου διορισμός του ανωτέρω, με την 318/29.11.1999 πράξη του Αντιπρύτανη, σε συμμόρφωση προς την ως άνω ακυρωτική απόφαση, έπρεπε, κατά τα ήδη εκτεθέντα στη σκέψη 3, να ανατρέξει στο χρόνο του αρχικού διορισμού, ως προς όλες τις συνέπειες, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η λήψη αναδρομικών αποδοχών. Ως εκ τούτου, η παράλειψη των οργάνων του Πανεπιστημίου να προσδώσουν αναδρομικότητα στον εκ νέου διορισμό του αναιρεσιβλήτου και η μη καταβολή σ’ αυτόν αποδοχών, για το χρονικό διάστημα από της διακοπής της μισθοδοσίας του (1.3.1999) μέχρι την εκ νέου ανάληψη των καθηκόντων του (18.2.2000), αποτελούσαν παράνομες παραλείψεις, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 105-106 του ΕισΝΑΚ, οι οποίες γέννησαν ευθύνη του ως άνω νομικού προσώπου προς αποκατάσταση της ζημίας του αναιρεσιβλήτου από τη μη καταβολή των αποδοχών αυτών. Εφόσον δε η επίδικη αξίωση του αναιρεσιβλήτου θεμελιωνόταν στο παράνομο των εν λόγω παραλείψεων, το δικάσαν δικαστήριο ορθά, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 80 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), προέβη παρεμπιπτόντως σε κρίση για τη νομιμότητα των παραλείψεων αυτών. Η ως άνω δε κρίση του δικαστηρίου της ουσίας είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την παρούσα αίτηση α) περί ελλείψεως της προϋποθέσεως του παρανόμου του νέου διορισμού, λόγω μη προσβολής του, β) περί ελλείψεως προσφόρου αιτιώδους συναφείας μεταξύ της από 17.12.1992 ακυρωθείσας συνεδριάσεως του εκλεκτορικού σώματος και της από 14.5.1999 εκ νέου συνεδριάσεως αυτού και γ) περί ελλείψεως υπαιτιότητας των οργάνων του Πανεπιστημίου, ως προς την καθυστέρηση ολοκληρώσεως της διαδικασίας του διορισμού, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος αναιρέσεως, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.
ΔεφΑθ/196/2017
Παροχή υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας:.Υπό τα δεδομένα αυτά ο ανωτέρω υπάλληλος της αιτούσας ...... , ο οποίος υπέγραψε την προσφορά της, ενήργησε, κατά την έννοια της από 1.3.2016 αποφάσεως του Δ.Σ., ως νόμιμος εκπρόσωπος αυτής, επέχοντας στην συγκεκριμένη περίπτωση, θέση οργάνου εκπροσωπήσεως του νομικού προσώπου της αιτούσας ανωνύμου εταιρείας, συνδεόμενος με το νομικό πρόσωπο αυτής με σχέση οργανικής εκπροσωπήσεως, ομοίας με αυτήν του Διοικητικού Συμβουλίου προς την εταιρεία. Συνεπώς, δεν αρκούσε μόνον η αναφορά του εν λόγω προσώπου στο επίμαχο έγγραφο, αλλά απαιτείτο, επιπροσθέτως και η ψηφιακή υπογραφή αυτού, της αναφοράς των μελών του Δ.Σ. και υπογραφής του εν λόγω εγγράφου μόνον από τον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο .......... , και όχι από τα λοιπά μέλη του Δ.Σ. όπως αβασίμως ισχυρίζεται η αιτούσα, μη αρκούσης για την νόμιμο συμμετοχή της στην ένδικο διαγωνιστική διαδικασία, σύμφωνα με τις προμνησθείσες νομικές διατάξεις και τους σχετικούς όρους της προκηρύξεως. Αντιθέτως, δεν απαιτείτο η υποβολή δηλώσεων και η ψηφιακή υπογραφή των κατονομαζομένων στην από 26.1.2017 έγγραφη εξουσιοδότηση του ως άνω υποκαταστάτου οργάνου του Δ.Σ. της αιτούσας,......... , καθότι, τα ως άνω φυσικά πρόσωπα ενήργησαν εν προκειμένω ως εντολοδόχοι και έμμεσοι αντιπρόσωποι του ν.π. της εταιρείας, για την εκτέλεση ήδη ειλημμένης από το υπακατάστατο αυτό πρόσωπο (.............), αποφάσεως, δηλαδή αυτή της συμμετοχής στον ένδικο διαγωνισμό (Α.Π.148/2013) .(..) Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί,
ΣΤΕ 2560/2015
Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα, διότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος και του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας απέρριψε τον λόγο της προσφυγής ότι, κατά παράβαση των εν λόγω διατάξεων, η αναιρεσείουσα δεν είχε κληθεί εγγράφως να εκθέσει τις απόψεις της πριν από την έκδοση της προσβληθείσης με την προσφυγή πράξεως. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, προεχόντως διότι η αναιρεσείουσα δεν ανέφερε με το δικόγραφο της προσφυγής τους ισχυρισμούς, τους οποίους θα είχε προβάλει ενώπιον του αναιρεσιβλήτου Δήμου αν είχε κληθεί και οι οποίοι θα κλόνιζαν τις διαπιστώσεις του αναιρεσιβλήτου Δήμου ως προς την εκ μέρους της παράβαση των όρων της συμβάσεως και θα μπορούσαν, ενδεχομένως, εάν ετίθεντο υπόψη του Δήμου, να επηρεάσουν την απόφαση του αρμοδίου οργάνου του ως προς την λύση της επίδικης συμβάσεως (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4447/2012 Ολομ.). Συνεπώς, ορθώς απερρίφθη από το Διοικητικό Εφετείο, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, ο σχετικός με την παράβαση του δικαιώματος ακροάσεως λόγος της προσφυγής ....εν όψει των ανωτέρω, καθώς και εν όψει του ότι όλοι οι λοιποί προβαλλόμενοι με την κρινόμενη αίτηση λόγοι έχουν ήδη απορριφθεί με την υπ’ αριθ. 2381/2009 απόφαση του ΣΤ΄ Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση, όπως προκύπτει από την εν λόγω απόφαση, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.
ΝΣΚ/473/2012
ΑΕΙ – Εκλογή μελών ΔΕΠ – Εισηγητική επιτροπή – Παρουσία μέλους στην κοινή συνεδρίαση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Από την επισκόπηση των διατάξεων που ρυθμίζουν τα της συγκρότησης της τριμελούς εισηγητικής επιτροπής και τη διαδικασία εκλογής μελών του ΔΕΠ των ΑΕΙ, ουδόλως δύναται να συναχθεί ότι τα μέλη της ως άνω επιτροπής, που δεν είναι και μέλη του εκλεκτορικού σώματος ή της γενικής συνέλευσης, πρέπει να αποχωρούν πριν από τη λήψη της απόφασης για την εκλογή των υποψηφίων και δη επί ποινή ακυρότητας της διαδικασίας. Νομίμως παρέμεινε μέχρι το τέλος της διαδικασίας της ως άνω εκλογής το μέλος της τριμελούς εισηγητικής επιτροπής, που δεν είχε την ιδιότητα του εκλέκτορα.
ΔΕΔ/Αθ/542/2025
Η απόφαση αφορά την απόρριψη ενδικοφανούς προσφυγής ως απαράδεκτης, η οποία είχε υποβληθεί κατά της Ατομικής Ειδοποίησης Καταβολής - Υπερημερίας του ΚΕΒΕΙΣ ΑΤΤΙΚΗΣ, ύψους 1.056,20 ευρώ. Η προσφεύγουσα, κληρονόμος του θανόντος πατέρα της, ζητούσε την ακύρωση της ειδοποίησης, υποστηρίζοντας ότι δεν γνώριζε την ιδιότητα του κληρονόμου και ότι είχε ήδη προβεί σε δήλωση αποποίησης της κληρονομιάς εντός της νόμιμης προθεσμίας. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών απέρριψε την προσφυγή, κρίνοντας ότι η ατομική ειδοποίηση αποτελεί πράξη που εκδίδεται στο πλαίσιο της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης. Συνεπώς, οι διαφορές που αναφύονται από αυτήν πρέπει να αντιμετωπίζονται με την άσκηση ανακοπής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων, και όχι με ενδικοφανή προσφυγή, καθιστώντας έτσι την προσφυγή ενώπιον της ως άνω υπηρεσίας απαράδεκτη.
ΣΤΕ/1920/2009
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ-ΙΣΟΨΗΦΙΑ-ΚΛΗΡΩΣΗ:Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, εφ’ όσον σύμφωνα με τα εκτεθέντα το Διοικητικό Πρωτοδικείο Κοζάνης, δικάσαν μετ’ αναίρεσιν, έκρινε με την πρώτη αναιρεσιβαλλομένη υπ’ αριθμ. 115/2008 απόφασή του εκ νέου ότι είναι άκυρα τα προσβληθέντα με την ένσταση του αναιρεσείοντος δύο ψηφοδέλτια (υπ’ αριθμ. 280 και 281 του ... Εκλογικού Τμήματος) υπέρ του πρώτου αναιρεσιβλήτου και του συνδυασμού «...» και διεμόρφωσε, βάσει της κρίσεώς του αυτής, εκ νέου το αποτέλεσμα της επαναληπτικής ψηφοφορίας της 22.10.2006 ως ισοψηφία μεταξύ των συνδυασμών «...» και «...», οι οποίοι κατά την κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου έλαβαν 1359 έγκυρα ψηφοδέλτια έκαστος, διετήρησε το νόμιμο έρεισμά της η υπ’ αριθμ. 394/2006 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου, με την οποία είχε γίνει η ανακήρυξη του επιτυχόντος και των επιλαχόντων συνδυασμών, του δημάρχου και των λοιπών επιτυχόντων κατόπιν της από 1.12.2006 κληρώσεως και η οποία δεν αναιρέθηκε με την υπ’ αριθμ. 679/2008 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, η δε κρίση της αναιρεσιβαλλομένης υπ’ αριθμ. 115/2008 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κοζάνης, σύμφωνα με την οποία α) η ως άνω υπ’ αριθμ. 394/2006 απόφαση κατέστη ανίσχυρη, ως στερουμένη νομίμου ερείσματος, μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 679/2008 αναιρετικής αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας και β) συνέτρεξε νόμιμος λόγος διενεργείας νέας κληρώσεως για την ανάδειξη του επιτυχόντος συνδυασμού και του δημάρχου, είναι αναιρετέα, ως μη νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με το δικόγραφο της κρινομένης αιτήσεως αναιρέσεως.(...)Δέχεται την κρινόμενη αίτηση. Αναιρεί, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό, εν μέρει την υπ’ αριθμ. 115/2008 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κοζάνης και στο σύνολό της την υπ’ αριθμ. 116/2008 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου.
ΣΤΕ/1657/1995
ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΙΜΟΤΗΤΑΣ:Επειδή, από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι κωλύεται η εκλογή ως δημάρχου ή προέδρου κοινότητας και ως δημοτικού ή κοινοτικού συμβούλου εκείνου του υποψηφίου που έχει συμβατικό δεσμό με τον συγκεκριμένο δήμο ή την κοινότητα, του οποίου το οικονομικό αντικείμενο σε ετήσια βάση υπερβαίνει, κατά περίπτωση, το ποσό των 500.000 δραχμών επί δήμου ή κοινότητας με πληθυσμό έως 2.000 κατοίκους και το ποσό του 1.000.000 δραχμών επί δήμου ή κοινότητας με πληθυσμό άνω των 2.000 κατοίκων.(...)Με τα δεδομένα αυτά η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση έκρινε ότι ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είχε ακυρώσει την εκλογή του αναιρεσείοντο ο οποίος είχε εκλεγεί πρόεδρος της ως άνω κοινότητας απέρριψε δε τον προβληθέντα με την έφεση ισχυρισμό ότι ναι μεν στη σύμβαση ανεφέρετο ως αμοιβή το ποσό των 762.712 δραχμών ο εργολάβος όμως εισέπραξε, μετά την αφαίρεση της αξίας των υλικών και των ημερομισθίων των εργατών, ποσό μικρότερο των 500.000 δραχμών, με τη σκέψη ότι κατά την έννοια της προαναφερθείσης διατάξεως του άρθρου 40 παρ. 2 του π.δ/τος 323/1989 ήτο αδιάφορο το καθαρό ποσό του τελικώς εισέπραξε ο αναιρεσείων (ως εργολάβος), εφόσον πάντως στη σύμβαση αναφέρεται ως αμοιβή το ποσό των 762.712 δραχμών. Η κρίση αυτή της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως είναι νόμιμη και αιτιολογείται επαρκώς.(...)Απορρίπτει την αίτηση.