Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/117/2019

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 4387/2016, 3772/2009

Συντάξιμες αποδοχές...Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, ο πιο πάνω ισχυρισμός περί ευρυτέρων δημοσιονομικών και οικονομικών επιπτώσεων πρέπει να απορριφθή ως αόριστος (ΣτΕ 1648/2014, 4548/2013, πρβ. ΣτΕ 3239/2013, 1875/2011). Εξ άλλου, με την κρινομένη αίτηση -με την οποία προβάλλονται λόγοι σχετικά με τον υπολογισμό της χορηγουμένης από το Ταμείο εφ’ άπαξ παροχής και όχι σχετικά με τον υπολογισμό της επικουρικής συντάξεως, που αποτελεί αντικείμενο της παρούσης δίκης- το αναιρεσείον επικαλείται σπουδαίο νομικό ζήτημα και αντίθεση της αναιρεσιβαλλομένης προς αποφάσεις των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων (12020/2003, 8871/2003, 7379/2007 αποφάσεις του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, 4137/2005, 693/2010, 4488/2002, 3044/2004, 4489/2002, 2633/2003, 4487/2002 αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών) και προς την 1057/2009 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Και ο ισχυρισμός αυτός, όμως, είναι απορριπτέος, κατά μεν το μέρος που με αυτόν προβάλλεται αντίθεση προς αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων, προεχόντως για το λόγο ότι οι μνημονευόμενες αποφάσεις δεν προσεκομίσθησαν κατά την κατάθεση της αιτήσεως, ενώ κατά το μέρος που με αυτόν γίνεται επίκληση της 1057/2009 αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω αοριστίας του, εφόσον, με τον ισχυρισμό αυτό, όπως διατυπώνεται, με αναφορά μόνο στον αριθμό της δικαστικής αποφάσεως, δεν εξειδικεύεται ούτε τεκμηριώνεται ποιες ειδικότερες κρίσεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως είναι αντίθετες προς κρίσεις επί των αυτών ζητημάτων της 1057/2009 αποφάσεως του Δικαστηρίου (ΣτΕ 1648/2014, 3998/2013, 327, 970/2014), η οποία, άλλως τε επιλύει ζητήματα σχετικά με την χορηγούμενη από το αναιρεσείον εφ’ άπαξ χορηγία και όχι την βάσει διαφόρων διατάξεων χορηγουμένη από αυτό επικουρική σύνταξη.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1627/2010

Δημοσίευση κανονιστικών αποφάσεων δημοτικών συμβουλίων:..Επειδή, περαιτέρω, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση 320/7.11.2007 του Δημοτικού Συμβουλίου ... δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο για την αιτούσα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής (πρβλ. ΣτΕ 2103/2006, 2759/2003, 859/1997, 3327/1991 κ.ά.). Επομένως, εμπροθέσμως προσβάλλεται η εν λόγω απόφαση, η οποία, για τον αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ότι δεν δημοσιεύθηκε προσηκόντως και συνεπώς δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, πρέπει για λόγους ασφαλείας δικαίου να ακυρωθεί, κατά το μέρος που αφορά την παραχώρηση του ως άνω τάφου, αφού, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (υπ’ αριθμ. πρωτ. 11889/30.4.2009 έγγραφο του Δήμου ... προς το Δικαστήριο), έτυχε εφαρμογής, και ειδικότερα στη συνέχεια της πράξεως αυτής επελέγη, με κλήρωση, νέος δικαιούχος της χρήσεως του τάφου (πρβλ. ΣτΕ 859/1997, 3008/1996, 82/1987). Περαιτέρω, όπως έχει κριθεί, οι αποφάσεις με τις οποίες ασκείται έλεγχος νομιμότητας σε ανυπόστατες πράξεις στερούνται εκτελεστότητας (βλ. ΣτΕ 2800/2008, 2569/2002, 129/1999, πρβλ. και ΣτΕ 2353/2009, Ολομ. 1925/2002). Κατά συνέπεια, οι εκδοθείσες επί προσφυγών της αιτούσης (σύμφωνα με τα άρθρα 150, 151 και 152 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα) αποφάσεις 43134 + 42243/13.12.2007 του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας ... και 1/18.1.2008 (θέμα 4ο) της Ειδικής Επιτροπής του άρθρου 152 του ν. 3463/2006 του Νομαρχιακού Διαμερίσματος Αθηνών, με τις οποίες ασκήθηκε έλεγχος νομιμότητας στην προσβαλλόμενη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ..., δεν είναι εκτελεστές πράξεις, και, ως εκ τούτου, η υπό κρίση αίτηση, καθ’ όσον στρέφεται κατ’ αυτών, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.


Φ.639/447/2002

Σύσταση και λειτουργία Φορολογικών Αποθηκών. (Τροποποιήθηκε με τις Φ.919/636/2002 -ΦΕΚ Β 1590/23-12-2002 ,Φ.293/197/2003 -ΦΕΚ 647 Β΄/23-5-2003, Φ.161/98/2003 -ΦΕΚ Β 229/28-2-2003 ,Φ.811/416/2006 -ΦΕΚ 814 Β/4-7-2006, 5.002.918/302/2009-ΦΕΚ 103/Β/27-1-2009, ΔΕΦΚΓ/5034741/ΕΞ2013 -ΦΕΚ – 2569 Β/11-10-2013 αποφάσεις Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και Αριθμ. ΔΕΦΚΦ Β 1022133 EΞ 2016, ΦΕΚ 457/Β/24.2.2016 )

ΔΕΦΚΦ1116596/2017,ΦΕΚ-2745/Β/2.8.2017 άρθρο 11 παρ. 4:Από την έναρξη της ισχύος της παρούσας καταργείται η αριθμ. Φ.639/447/14-08-2002 ΑΥΟΟ

- ΔΕΦΚΦ1116596/2017,ΦΕΚ-2745/Β/2.8.2017 άρθρο 12 πσρ.1: 1. Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από 7 Αυγούστου 2017.


ΣΤΕ/3932/2012

Προμήθεια συστήματος ελεγχόμενης στάθμευσης...Επειδή, από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι, πλην των περιπτώσεων για τις οποίες η σχετική αρμοδιότητα έχει παρακρατηθεί από το δημοτικό συμβούλιο, η δημαρχιακή επιτροπή αποφασίζει για όλα τα ζητήματα που αφορούν τις δημοπρασίες, στο πλαίσιο δε της γενικής αυτής αρμοδιότητάς της η Δημαρχιακή Επιτροπή μπορεί να ματαιώσει το αποτέλεσμα διεξαχθέντος διαγωνισμού (βλ. ΣτΕ 1713/2002). Από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης του διαγωνισμού, κατά την αξιολόγηση των οικονομικών προσφορών και τη διαδικασία τελικής κρίσεως ως προς το αποτέλεσμα του διαγωνισμού έχει γνωμοδοτική αρμοδιότητα (πρβλ. ΕΑ ΣτΕ 1229/2009). Η αποφασιστική αρμοδιότητα ανήκει στο αρμόδιο για την κατακύρωση του διαγωνισμού όργανο, το οποίο, όμως, σε περίπτωση ανάκλησης της κατακυρωτικής απόφασης, οφείλει, προκειμένου να αποφασίσει για την τελική ματαίωση του διαγωνισμού, να αναπέμψει την υπόθεση στο γνωμοδοτικό όργανο και να τάξει εύλογη προθεσμία για τη διατύπωση γνώμης. Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη πράξη ανακλήθηκε η κατακυρωτική απόφαση του επίμαχου διαγωνισμού και ματαιώθηκε ο διαγωνισμός χωρίς προηγουμένως να ζητηθεί ως προς το θέμα αυτό η γνώμη της Επιτροπής αξιολόγησης του διαγωνισμού. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία εκδόθηκε χωρίς την τήρηση του ουσιώδους αυτού τύπου της γνωμοδότησης της Επιτροπής αξιολόγησης του διαγωνισμού, είναι ακυρωτέα για τον λόγο αυτό ο οποίος βασίμως προβάλλεται. Πρέπει, επομένως, κατόπιν αυτών, η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί, καθ’ ο μέρος με αυτήν ακυρώθηκε το αποτέλεσμα του επίδικου διαγωνισμού, ενώ παρέλκει, ως αλυσιτελής, η εξέταση των υπολοίπων λόγων ακυρώσεως.


ΣΤΕ/171/2020

Εικονικά και πλαστά φορολογικά στοιχεία...Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβολλαμένη απόφαση, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο σχημάτισε πλήρη δικανική πεποίθηση ως προς την στοιχειοθέτηση εκ μέρους της αναιρεσείουσας της παραβάσεως της λήψεως και καταχωρίσεως 108 εικονικών ως προς την ανυπαρξία συναλλαγής στοιχείων, χωρίς να διατυπώσει ερμηνευτική κρίση σχετικά με την επίρριψη στην αναιρεσείουσα του βάρους αποδείξεως ως προς το ως άνω ζήτημα, αλλά ούτε να προβεί, συναφώς, σε κατανομή του βάρους αποδείξεως μεταξύ των διαδίκων. Επιπροσθέτως, όλοι οι προβαλλόμενοι λόγοι αναιρέσεως πλήττουν κρίσεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, εξενεχθείσες κατ’ εκτίμηση των πραγματικών δεδομένων της υπόθεσης, κατά την υπαγωγή του πραγματικού αυτής στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου, όπως δε αναπτύσσονται, αναφέρονται μόνον σε ζητήματα εκτιμήσεως των αποδείξεων και αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Εξ άλλου, όλες οι αποφάσεις που επικαλείται η αναιρεσείουσα, “προς ενίσχυση” των λόγων της, αφορούν είτε σε διαφορετικά νομικά ζητήματα (όπως στις ΣτΕ 1773/2010 που αφορά ειδικό φόρο κατανάλωσης σε μπανάνες, 2091/2008 που αφορά σε φόρο μεταβιβάσεως ονομαστικών μετοχών α.ε. μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, 3518/2006, 2842/2007 που αφορούν σε έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων και 496/2009 που αφορά σε συμπληρωματική πράξη προσδιορισμού ΦΠΑ), είτε σε ζητήματα νομιμότητος της αιτιολογίας των αναιρεσιβαλλομένων στις ως άνω υποθέσεις αποφάσεων, σε σχέση με την εικονικότητα ή μη των ενδίκων σε κάθε περίπτωση τιμολογίων και των σχετικών με αυτά συναλλαγών. Κατόπιν των ανωτέρω, οι λόγοι αναιρέσεως είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989.


ΕΣ/Τμ.6/408/2012

Προμήθεια καυσίμων.Ο προσδιορισμός της ποσότητας αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του ελαχίστου περιεχομένου της διακηρύξεως και στοχεύει στην επίτευξη πλήρους διαφάνειας και στην προστασία του ανταγωνισμού, η δε παράλειψη προσδιορισμού του καθιστά ασαφή τη διακήρυξη και συνεπώς μη νόμιμη (Πρακτικά Ολομ.ΕΣ της 27ης Γεν.Συν. της 29.11.2000, και της 32ης Γεν.Συν. της 20.12.2000, Αποφάσεις VI Τμήματος 295/2010, 373/2010, 46/2009, 36/2009, 22/2009, Πράξεις VI Τμήματος 5/2008, 8/2004, 2/2003, ΣτΕ 375/2009, 1808/1987, ΕΑ ΣτΕ 184/1999, Γνμδ ΝΣΚ 588/2008, 338/2001, Απόφαση ΔΕΚ C-241/2009,Lammerzahl). Ωσαύτως, η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να δημοσιεύει περίληψη των ουσιωδών στοιχείων της διακηρύξεως του διαγωνισμού (στα οποία συγκαταλέγονται τα είδη των προς προμήθεια αγαθών και η ακριβής ποσότητα αυτών κατά κατηγορία και είδος) στον ημεδαπό τύπο και στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία δεν επιτρέπεται να περιέχει πληροφορίες διαφορετικές από τις δημοσιευόμενες στον ελληνικό τύπο (Αποφάσεις VI Τμήματος 2263/2011, 2016/2010). Η παράλειψη ή η πλημμελής τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας συνιστά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας του διαγωνισμού, η οποία πλήττει τις αρχές του ανταγωνισμού, της πρόσβασης στις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων και της διαφάνειας και καθιστά μη νόμιμη τη διενέργειά του (Αποφάσεις VI Τμήματος 2263/2011, 1780/2011, 1646/2011).(...)από την κείμενη νομοθεσία δεν αποκλείεται μεν η κατακύρωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού στο μοναδικό υποψήφιο ούτε όμως προκύπτει υποχρέωση της αναθέτουσας αρχής να κατακυρώσει την προμήθεια στον μοναδικό προσφέροντα που κρίθηκε ικανός να μετάσχει στο διαγωνισμό, στην περίπτωση που το αποτέλεσμα αυτού, με βάση τα υπάρχοντα συγκριτικά στοιχεία κρίνεται ασύμφορο ή μη ικανοποιητικό (Πρακτικό Ολομ. ΕΣ της 24ης Γεν.Συν. της 23.11.1998, Αποφάσεις VI Τμήματος 2709/2010, 2702/2010, 1285/2010, Πράξεις ΙV Τμήματος 121/2010, 76/2010, 55/2010, 153/2009, ΣτΕ 761/2010, 375/2009, ΕΑ ΣτΕ 33/2009, Γνμδ. ΝΣΚ 369/2009, ΔΕΚ C-138/2008, Hochtief AG, C-27/1998, Fracasso και Leitschutz).


ΣΤΕ ΕΑ/1279/2009

Eπιλογή αναδόχου έργου:..Επειδή, ενόψει των ανωτέρω και λαμβανομένου υπόψη ότι το καθ’ ου η αίτηση νομικό πρόσωπο αορίστως επικαλείται, με το υπ’ αριθ. 507441/27.9.2009 έγγραφό του προς το Δικαστήριο, ότι η αναβολή της ολοκληρώσεως της διαδικασίας του διαγωνισμού θα προκαλέσει βλάβη στο δημόσιο συμφέρον, η Επιτροπή κρίνει ότι πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο η μη κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού έως την δημοσίευση οριστικής αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της αιτήσεως ακυρώσεως, που οφείλει να ασκήσει η αιτούσα εταιρεία, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 7 εδ. γ΄ του ν. 2522/1997, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 36 του ν. 3772/2009 (ΦΕΚ Α΄ 112), προκειμένου να διατηρηθεί σε ισχύ το εν λόγω μέτρο.


ΣΤΕ/2242/2013

Δημοσίευση πράξης κανονιστικού χαρακτήρα:..Επειδή, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη Τ.Υ. οικ. 7278/21-10-1999 απόφαση του Νομάρχη …, η οποία, κατά τα ανωτέρω, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, δεν δημοσιεύθηκε, η απόφαση αυτή δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση. Περαιτέρω, εφόσον η εν λόγω απόφαση είναι ανυπόστατη, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κινήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο για τους αιτούντες η προθεσμία για την άσκηση κατ’ αυτής αιτήσεως ακυρώσεως (πρβλ. ΣτΕ 1627/2010, 2103/2006, 2759/2003, 859/1997, 3327/1991 κ.ά.). Επομένως, εμπροθέσμως προσβάλλεται η παραπάνω απόφαση, η οποία, εξάλλου, για τον αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ότι δεν δημοσιεύθηκε και, συνεπώς, δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, πρέπει, για λόγους ασφαλείας δικαίου, να ακυρωθεί, αφού, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, έτυχε εφαρμογής, ενόψει του ότι η διοίκηση την υπέλαβε ως ισχύουσα κατά την έκδοση της 1573/14.8.2002 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας … (πρβλ. ΣτΕ 1627/2010, 859/1997, 3008/ 1996).Επειδή, όπως έχει κριθεί, οι αποφάσεις με τις οποίες ασκείται έλεγχος νομιμότητας σε ανυπόστατες πράξεις στερούνται εκτελεστότητας (βλ. ΣτΕ 2800/2008, 2569/2002, 129/1999, πρβλ. και ΣτΕ 2353/2009, Ολομ. 1925/2002). Κατά συνέπεια, η 1488/7.2.2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας .., που εκδόθηκε κατόπιν της προσφυγής των αιτούντων και με την οποία ασκήθηκε έλεγχος νομιμότητας στην προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη .., δεν είναι εκτελεστή πράξη, και, για το λόγο αυτό, η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατ’ αυτής, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.


Αριθμ. 311812/2009

Τροποποίηση της υπ" αριθμ. 276123/15.10.2003 κοινής υπουρ­γικής απόφασης «Ανεπιθύμητες ουσίες στις ζωοτροφές, σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 2002/32/ΕΚ του Ευρω­παϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και 2003/57/ΕΚ της Επιτροπής» (Β' 1607), όπως ισχύει, σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 2009/8/ΕΚ της Επιτροπής


ΣΤΕ/1219/2011

Νόμιμη υπόσταση διοικητικής πράξεως:...Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, εφ’ όσον η προσβαλλόμενη άδεια εκποιήσεως δεν φέρει την αναγκαία για την τελείωσή της υπογραφή οργάνου της Διοικήσεως, είναι ανυπόστατη (πρβλ. ΣτΕ 571/1945, 22/1956, 2253/2002, 20/2009). Ως εκ τούτου, εφ’ όσον η πράξη αυτή δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο για την αιτούσα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής (πρβλ. ΣτΕ 1627/2010, 2103/2006, 2759/2003 κ.ά.) και, επομένως, εμπροθέσμως προσβάλλεται η επίδικη 237/231/ΑΣ 440/12.6.1996 άδεια εκποιήσεως του Υπουργείου Εξωτερικών. Περαιτέρω, για τον αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ότι δεν φέρει την γνήσια υπογραφή διοικητικού οργάνου, που αποτελεί στοιχείο απαραίτητο για την νόμιμη τελείωσή της, η πράξη αυτή πρέπει, για λόγους ασφαλείας δικαίου και προστασίας των συναλλαγών, να ακυρωθεί ώστε να αποφευχθεί η τυχόν εφαρμογή της με την κατάρτιση συμβάσεων που αφορούν σε ακίνητη περιουσία. Κατόπιν δε τούτων, αλυσιτελώς ζητείται η ακύρωση της σιωπηρής αρνήσεως της Διοικήσεως να ανακαλέσει την προσβαλλόμενη άδεια στη συνέχεια της από 12.1.2007 σχετικής αιτήσεως της και ήδη αιτούσης.


ΣτΕ/767/2011

ΕΓΓΡΑΦΗ ΕΝΤΟΛΗ (...)Εκ των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι σε περίπτωση κατά την οποία ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση, κατά ποσότητα ή είδος, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού, δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις εργασίες αυτές, ούτε αποδόσεως της ωφελείας του λήπτου βάσει των διατάξεων περί αδικαιολογήτου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. Α.Κ. – βλ. ΣτΕ 578/2004, 1170/2003, 3218-9/2002, 619/2002). Κατ’ εξαίρεση, όμως, από τον κανόνα αυτό, ο ανάδοχος δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις ως άνω εργασίες, στην περίπτωση κατά την οποία προέβη στην εκτέλεσή τους κατόπιν εγγράφου εντολής της Υπηρεσίας ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, κατόπιν προφορικής εντολής της Υπηρεσίας, στον τόπο εκτελέσεως του έργου, καταχωρισθείσης στο ημερολόγιο αυτού (βλ. ΣτΕ 2626/2004, 3039/2003, 2029/2003, 1170/2003). (διότι, όπως γίνεται παγίως δεκτό, δεν είναι δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικος και των γενικών αρχών του δικαίου, εν όψει της ρητής απαγορεύσεως των άρθρων 8 παρ. 1 του ν. 1418/1984 και 34 παρ. 2 του π.δ/τος 609/1985 (βλ. ΣτΕ 86/2005 και πρβλ. ΣτΕ 3219/2002, 2710/2002, 619/2002, 1170/2003)]. Περαιτέρω, γίνεται μεν δεκτό ότι από τον συνδυασμό των άρθρων 34 και 43 του π. δ/τος 609/1985 συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται κατ’ αρχήν να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγουμένη έγγραφο εντολή του κυρίου του έργου και χωρίς προηγουμένη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακος ή και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, όπως επίσης και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγουμένη έγγραφο εντολή (ή σε επείγουσες περιπτώσεις, χωρίς προφορική εντολή της Υπηρεσίας στον τόπο εκτελέσεως του έργου, καταχωρηθείσης στο ημερολόγιο αυτού (βλ. ΣτΕ 2017/2006, 578/2004, 3039/2003, 1170/2003 κ.α.). Καθ’ ερμηνείαν όμως των αυτών ως άνω διατάξεων δεν αποκλείεται εργασίες, οι οποίες παρεκκλίνουν της συμβάσεως και εξετελέσθησαν χωρίς έγγραφο ή προφορική, κατά τα ανωτέρω, εντολή να κριθούν, εν συνεχεία, από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ή, σε περίπτωση διαφωνίας και ασκήσεως εκ μέρους του αναδόχου προσφυγής, από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο, ως αναγκαίες, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται εκ των υστέρων με τη σύνταξη συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών (βλ. ΣτΕ 2250/2009, 1930/2009, 1418/2009, 1214/2007, 3237/2006, 595/2005, 4162/1997). Προκειμένου δε οι ζητούμενες τροποποιήσεις να κριθούν ως αναγκαίες και να νομιμοποιηθούν εκ των υστέρων, κατά τα προαναφερθέντα, πρέπει ο ανάδοχος να επικαλεσθεί την ασφάλεια, την αρτιότητα ή τη λειτουργικότητα του έργου. Επομένως, ο ανάδοχος έχει έννομο συμφέρον, αφού τηρήσει την ενδικοφανή διαδικασία, η οποία διαγράφεται στο άρθρο 12 του ν. 1418/1984, και εφ’ όσον αυτή αποβεί άκαρπος, να ασκήσει προσφυγή κατά της αρνήσεως του κυρίου του έργου, προκειμένου να κριθεί από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο αν οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι αναγκαίες για την αρτιότητα και τη λειτουργικότητα του έργου, εάν δε οι προπαρατεθείσες από τον ανάδοχο τροποποιήσεις κριθούν από το δικαστήριο αναγκαίες, τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου οφείλουν να συντάξουν και να εγκρίνουν συγκριτικό πίνακα και πρωτόκολλο κανονισμού τιμών για τις απαιτούμενες εργασίες. Η διαδικασία δε αυτή πρέπει να ακολουθηθεί και όταν οι εργασίες αυτές έχουν ήδη εκτελεσθεί από τον ανάδοχο, χωρίς έγγραφο εντολή του κυρίου του έργου, διότι και στην περίπτωση αυτή, για τον καθορισμό του ανταλλάγματος για τις εργασίες αυτές, απαιτείται η τήρηση της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, ενώ για την πληρωμή απαιτείται η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκριση του σχετικού λογαριασμού, ο οποίος αποτελεί την προς τούτο απαιτουμένη πιστοποίηση, συμφώνως προς τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 και 38, 40, 43, 44 του π. δ/τος 609/1985, δεν επιτρέπεται δε στο διοικητικό εφετείο να προβεί αυτό, για πρώτη φορά σε κρίση ως προς το ποσό, το οποίο οφείλεται στον προσφεύγοντα ανάδοχο για τις εκτελεσθείσες εργασίες(...)