×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/1666/2009

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΠΟΣΟΣΤΩΣΗ ΦΥΛΩΝ-ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ:Περαιτέρω, ορθώς το δικάσαν δικαστήριο ακύρωσε στο σύνολό τους τις εκλογές στο Δήμο ..., εφόσον, στην περίπτωση που συνδυασμός ανακηρύσσεται, κατά παράβαση της διατάξεως του άρθρου 35 παρ. 6 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων περιλαμβάνοντας μικρότερο από τον απαιτούμενο αριθμό υποψηφίων δημοτικών ή τοπικών συμβούλων από το γυναικείο φύλο, δεν απαιτείται να αποδειχθεί ότι η πλημμέλεια αυτή είναι δυνατόν να άσκησε επιρροή στο εκλογικό αποτέλεσμα. Πλην όμως, κατά την γνώμη του Προεδρεύοντος Αντιπροέδρου Σωτ. Ρίζου μη νομίμως το δικάσαν δικαστήριο διέταξε την διεξαγωγή επαναληπτικής ψηφοφορίας με τη συμμετοχή του συνδυασμού των αναιρεσιβλήτων «...»,όπως βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, δεδομένου ότι ο συνδυασμός αυτός αν και είχε δυνατότητα να προβεί σε αντικατάσταση της παραιτηθείσης υποψήφιας τοπικής συμβούλου, με δήλωση του επικεφαλής του συνδυασμού, δεν το έπραξε, δήλωση στην οποία, όμως, μπορεί να προβεί και μετά την αναίρεση της προσβαλλομένης αποφάσεως.(...)Απέχει να αποφανθεί οριστικώς.Παραπέμπει την υπόθεση στην επταμελή σύνθεση του Γ΄ Τμήματος


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1795/2007

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Οι αναιρεσείοντες ισχυρίζονται ότι δεν αρκούσε για την εγκυρότητα του δικογράφου η αναγραφή των ονομάτων όλων των μελών του συνδυασμού τους γιατί απαιτείται, κατά νόμο, να αναφέρονται τα ονόματα εκείνων των υποψηφίων που θα έχαναν την εκλογή αν ευδοκιμούσε η ένσταση. Όμως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα, απαιτείται, κατά νόμο, όπως η ένσταση στρέφεται κατά συγκεκριμένων προσώπων μετασχόντων στην εκλογική διαδικασία, εν προκειμένω δε, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του δικογράφου, η ένσταση αναφέρει το σύνολο των υποψηφίων του συνδυασμού των αναιρεσειόντων και δεν απαιτείτο για την εγκυρότητα του δικογράφου της ένστασης να προσδιορίσει ο ενιστάμενος, και ήδη πρώτος των αναιρεσιβλήτων, τους υποψήφιους συμβούλους του συνδυασμού των αναιρεσειόντων που θα έχαναν την εκλογή τους σε περίπτωση ευδοκίμησης της ένστασης δεδομένου ότι με την ένσταση εζητείτο να μεταρρυθμιστεί ο πίνακας αποτελεσμάτων στο Δήμο … προκειμένου να αναδειχθεί επιτυχών ο συνδυασμός … του οποίου ήταν επικεφαλής ο πρώτος των αναιρεσιβλήτων, και επιλαχών ο συνδυασμός των αναιρεσειόντων.(...) Επειδή, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε ισχυρισμός της αντένστασης των ήδη αναιρεσειόντων περί ακυρότητας των ψηφοδελτίων 50, 87, 167 του 45 εκλογικού τμήματος και 2 του 47 εκλογικού τμήματος του συνδυασμού των αναιρεσιβλήτων με τη σκέψη ότι ναι μεν δεν φέρουν μονογραφή του δικαστικού αντιπροσώπου δίπλα από τους σταυρούς προτίμησης που έχουν τεθεί δίπλα στα ονόματα των υποψηφίων, όμως έχουν καταχωρηθεί στο βιβλίο διαλογής υπέρ υποψηφίων και επομένως νομίμως προσμετρήθηκαν ως έγκυρα, ενώ το 296 ψηφοδέλτιο του 45 εκλογικού τμήματος δεν ανευρέθη διότι στο εν λόγω εκλογικό τμήμα οι ψηφίσαντες ήσαν 264. Η κρίση αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.(...)Δέχεται εν μέρει την αίτηση. Αναιρεί εν μέρει την 366/2006 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πύργου. Παραπέμπει την υπόθεση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πύργου για να προβεί σε νέα κρίση, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.


ΣΤΕ/679/2008

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Ειδικότερα, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ερμηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 45 παρ. 1 περ. δ΄ του ΚΔΚ δέχθηκε ότι όταν ένα ψηφοδέλτιο βρίσκεται στον ίδιο φάκελο με ένα ακόμη ψηφοδέλτιο του ίδιου συνδυασμού τότε το ψηφοδέλτιο είναι άκυρο για τον λόγο ότι δεν είναι σαφές και αναμφίβολο ποια είναι η εκλογική βούληση του συγκεκριμένου ψηφοφόρου χωρίς να καταλείπεται στην οικεία Εφορευτική Επιτροπή ή το αρμόδιο δικαστήριο περιθώριο διαφορετικής κρίσεως σε σχέση με την ακυρότητά του, η οποία επιβάλλεται εκ του νόμου. Περαιτέρω, το δικάσαν δικαστήριο δέχθηκε ότι στο 71ο εκλογικό τμήμα του Δήμου .... βρέθηκαν σε δύο φακέλους δύο διπλά ψηφοδέλτια τα υπ’ αριθμ. 280 και 281 του συνδυασμού «....», θεωρήθηκαν από την Εφορευτική Επιτροπή έγκυρα και προσμετρήθηκαν υπέρ του συνδυασμού αυτού. Το δικάσαν δικαστήριο, με βάση τις προαναφερόμενες σκέψεις ως προς την ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 45 παρ. 1 περ. δ΄ του ΚΔΚ, έκρινε ότι τα υπ’ αριθμ. 280 και 281 ψηφοδέλτια του 71ου εκλογικού τμήματος, τα οποία βρέθηκαν εντός εκλογικού φακέλου με δύο όμοια ψηφοδέλτια του ιδίου συνδυασμού «....» είναι άκυρα, τροποποίησε τον πίνακα αποτελεσμάτων και όρισε ότι ο συνδυασμός αυτός έλαβε, στο σύνολο των εκλογικών τμημάτων του Δήμου 1.359 ψήφους, όσους δηλαδή και ο συνδυασμός «....» του αναιρεσιβλήτου. Περαιτέρω δε, απέρριψε ως αλυσιτελές το αίτημα των διαδίκων περί εξετάσεως μαρτύρων για τη διαπίστωση των ιδιαίτερων συνθηκών χορήγησης των δύο επίμαχων ψηφοδελτίων. Κρίνοντας όμως η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι όταν ένα ψηφοδέλτιο βρίσκεται στον ίδιο φάκελο με ένα ακόμη ψηφοδέλτιο του ίδιου ή άλλου συνδυασμού είναι κατά νόμο, σε κάθε περίπτωση, άκυρο και δεν καταλείπεται στην Εφορευτική Επιτροπή ή το αρμόδιο δικαστήριο κανένα περιθώριο διαφορετικής κρίσεως έσφαλε και πρέπει για τον λόγο αυτό, που προβάλλεται βάσιμα με την κρινόμενη αίτηση, αυτή να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο διοικητικό πρωτοδικείο προς περαιτέρω κρίση. Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.


ΝΣΚ/81/2002

ΟΤΑ. Έκταση εφαρμογής άρθρου 75 παρ.1 Ν 2910/2001. Συνέπειες.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
α) Η πρόβλεψη της παραγράφου 1 του άρθρου 75 του Ν 2910/2001, κατά την οποία ο αριθμός των υποψηφίων συμβούλων από κάθε φύλο πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό ίσο τουλάχιστον με το 1/3 του συνολικού αριθμού κάθε συνδυασμού, αναφέρεται μόνο στους υποψήφιους δημοτικούς συμβούλους, κατ άρθρο 54 ΔΚΚ και δεν καταλαμβάνει και τους υποψήφιους τοπικούς συμβούλους. β) Είναι απαράδεκτη η δήλωση του συνδυασμού για τους υποψηφίους δημοτικούς και κοινοτικούς συμβούλους, κατ άρθρο 55 παρ.6 ΔΚΚ, εφόσον ο αριθμός τους, από κάθε φύλο, δεν ανέρχεται σε ποσοστό ίσο τουλάχιστον με το 1/3 του συνολικού αριθμού των υποψηφίων κάθε συνδυασμού.


ΣΤΕ/1008/2015

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΝΟΜΙΜΗ ΠΟΣΟΣΤΩΣΗ ΦΥΛΟΥ:(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, εφόσον ο επιτυχών συνδυασμός «...», στον οποίο συμμετείχαν οι προαναφερθείσες υποψήφιες τοπικές σύμβουλοι, κατά τον κρίσιμο χρόνο της ανακηρύξεώς του από το αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο, είχε, μεταξύ άλλων, και στις τοπικές κοινότητες Ανάβρας, Βρυναίνης, Δρυμώνος, Αγίας Τριάδος και Κροκίου, όπως δέχεται το δικάσαν δικαστήριο και δεν αμφισβητείται από τον αναιρεσείοντα, το νόμιμο αριθμό υποψηφίων τοπικών συμβούλων από το γυναικείο φύλο, τον οποίο επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 18 παρ. 3 του ν. 3852/2010, η δήλωση κατάρτισής του ήταν νόμιμη και παραδεκτή από την άποψη αυτή και, ως εκ τούτου, δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι οι υποψήφιες, για τα συμβούλια των ως άνω τοπικών κοινοτήτων, …, δεν είχαν τα νόμιμα προσόντα για να ανακηρυχθούν ως υποψήφιες και να εκλεγούν περαιτέρω στα συμβούλια των εν λόγω τοπικών κοινοτήτων, διότι δεν ήταν κάτοικοι της περιφέρειας των τοπικών αυτών κοινοτήτων, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 19, παρ. 3, περ. δ΄ του ν. 3852/2010 και ότι, συνεπώς, πρέπει να εκπέσουν από το αξίωμά τους ως τακτικές ή αναπληρωματικές σύμβουλοι και στη θέση τους πρέπει να ανακηρυχθούν ως εκλεγόμενοι, όπου ήταν αναγκαίο, οι επόμενοι κατά σειρά σε σταυρούς προτίμησης υποψήφιοι(...) Ενόψει των ανωτέρω, ορθώς απορρίφθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση ο περί του αντιθέτου σχετικός προβαλλόμενος λόγος της ένστασης του ήδη αναιρεσείοντος ότι η διαπίστωση της έλλειψης του ως άνω προσόντος εκλογιμότητας, στα πρόσωπα των στις εν λόγω τοπικές κοινότητες γυναικών υποψηφίων τοπικών συμβούλων, συνεπάγεται την ακύρωση των εκλογών (εν προκειμένω της 7ης Νοεμβρίου και της 14ης Νοεμβρίου 2010) για την ανάδειξη των αρχών στις αντίστοιχες τοπικές κοινότητες, στις οποίες ήταν υποψήφιες και εν τέλει εξελέγησαν, διότι, όπως περαιτέρω προβάλλεται, χωρίς τη συμμετοχή τους δεν ήταν δυνατόν να ανακηρυχθούν στις τοπικές αυτές κοινότητες «γενικώς» υποψήφιοι από τον επιτυχόντα συνδυασμό «...», λόγω της μη ύπαρξης της απαιτούμενης κατά νόμο ποσόστωσης κάθε φύλου στο ψηφοδέλτιο.Απορρίπτει την αίτηση.


ΣΤΕ/1447/2020

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Από τα ανωτέρω, ωστόσο, προκύπτει οι ως άνω αποφάσεις του Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας επέλυσαν διαφορετικά σε σχέση με την επίδικη υπόθεση νομικά ζητήματα και δεν τέθηκε σε αυτές το κρίσιμο εν προκειμένω ζήτημα της επιρροής που τυχόν ασκεί στο κύρος των ψηφοδελτίων το γεγονός ότι αυτά δεν φέρουν τις χαρακτηριστικές πτυχώσεις που προκαλούνται από τη δίπλωση και τοποθέτησή τους στον εκλογικό φάκελο, εάν, δηλαδή, τα χαρακτηριστικά αυτά, από τα οποία συνάγεται ότι δεν εξήχθησαν από εκλογικό φάκελο, καθιστούν τα ψηφοδέλτια άκυρα. Κατά συνέπεια, δεν υφίσταται αντίθεση της αναιρεσιβαλλομένης προς τις αποφάσεις αυτές, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του αναιρεσείοντος, και, επομένως, ο ανωτέρω λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.(...)Επειδή προβάλλεται, περαιτέρω, ότι το δικάσαν δικαστήριο, ενώ δέχθηκε στη μείζονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού ότι τα αυτοδικαίως άκυρα ψηφοδέλτια αναφέρονται περιοριστικά στις διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 3852/2010, στη συνέχεια επεξέτεινε, αντιφατικά και αναιτιολόγητα, την αυτοδίκαιη ακυρότητα και στα επίδικα ψηφοδέλτια, τα οποία δεν περιλαμβάνονται σε αυτά που απαριθμούνται στις εν λόγω διατάξεις. Οι αντιφατικές δε αυτές παραδοχές καθιστούν, κατά τον αναιρεσείοντα, ανέφικτο τον έλεγχο της ορθής εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων, με συνέπεια να πάσχει η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση από έλλειψη νόμιμης βάσης. Και ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι δεν συνοδεύεται από ισχυρισμό περί αντιθέσεως στη νομολογία ανώτατου δικαστηρίου ή περί ελλείψεως νομολογίας επί κρίσιμου νομικού ζητήματος που κρίθηκε από το δικάσαν δικαστήριο(...)Απορρίπτει την αίτηση.


ΣΤΕ/2476/2008

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΒΟΛΗ:Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, ενόψει των ανωτέρω, και υπό την εκδοχή ότι η προεκτεθείσα συμπεριφορά του τετάρτου εκ των αναιρεσιβλήτων αποτελούσε έμμεση προβολή του συγκεκριμένου υποψηφίου δημοτικού συμβούλου και ήταν παράνομη, τούτο δεν συνεπάγεται, άνευ άλλου, την ακυρότητα της εκλογής του χωρίς να εξετάζεται η επίδραση της συμπεριφοράς αυτής στο εκλογικό αποτέλεσμα. Επομένως, ορθώς το δικαστήριο της ουσίας ερμήνευσε και εφήρμοσε τις ανωτέρω εκτεθείσες διατάξεις σε συνδυασμό προς την διάταξη του άρθρου 259 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ. και η αιτιολογία της αποφάσεώς του, με την οποία απορρίφθηκε ο σχετικός λόγος ακυρώσεως της εκλογής του αναιρεσιβλήτου, στην οποία αναφέρεται ότι «και εάν ακόμη θεωρηθεί ότι η συμπεριφορά του καθ΄ού η ένσταση …είναι παράνομη, λαμβάνοντας υπόψη…δεν αποδεικνύεται, …ότι από την συμμετοχή του καθ΄ου στην διαφήμηση αυτή επηρεάσθηκε υπέρ αυτού τόσο μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων,…. ώστε να προκαλείται αμφιβολία εάν αυτός θα κατατάσσετο σε εκλόγιμη θέση βάση των σταυρών προτίμησης που θα ελάμβανε, εάν δεν συμμετείχε στην εν λόγω διαφήμιση» είναι νόμιμη και επαρκής. Δεν έχρηζε δε περαιτέρω εξειδικεύσεως δεδομένου ότι η αναιρεσείουσα δεν είχε προβάλλει ούτε αποδείξει συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά (όπως την συχνότητα και τις ώρες της προβολής, την εμβέλεια των τηλεοπτικών σταθμών στα οποία έγινε η προβολή) που μαρτυρούσαν, σύμφωνα και με τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας, ότι με την συμπεριφορά αυτή ασκήθηκε αθέμιτος επηρεασμός της βουλήσεως των εκλογέων του Δήμου Αθηναίων και μάλιστα σε τέτοια έκταση ώστε να δημιουργούνται αμφιβολίες ως προς το εάν το εκλογικό αποτέλεσμα για το πρόσωπο αυτό κατά του οποίου στράφηκε η ένσταση θα ήταν το ίδιο χωρίς την συμπεριφορά αυτή.(...)Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.


ΣΤΕ/646/2020

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ-ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ:Περαιτέρω, προς θεμελίωση κατ’ άρθρο 58 παρ. 3 του π.δ. 18/1989 του παραδεκτού του δεύτερου σκέλους του προεκτεθέντος λόγου αναιρέσεως, ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι τίθεται νομικό ζήτημα, για το οποίο δεν υφίσταται νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και το οποίο διαφοροποιείται από αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο στην 89/2004 απόφασή του, με την οποία κρίθηκε σε παρόμοια περίπτωση δικηγόρων που είχαν διορισθεί δικαστικοί αντιπρόσωποι σε εκλογικά τμήματα ότι “... το γεγονός και μόνο ότι αυτοί κατά το παρελθόν είχαν διατελέσει δικηγόροι του Δήμου, του δημάρχου και δημοτικών συμβούλων, ακόμη και αν, όπως ισχυρίζονται οι αναιρεσείοντες, ζήτησαν και πέτυχαν το διορισμό τους ως δικαστικών αντιπροσώπων στον εν λόγω Δήμο, δεν δύναται άνευ ετέρου να οδηγήσει σε κρίση περί πλημμελείας, συνεπαγομένης την ακυρότητα της εκλογής, έστω και αν ήθελε θεωρηθεί ότι οι δικαστικοί αυτοί αντιπρόσωποι είχαν συμφέρον στην επανεκλογή των ιδίων δημοτικών αρχών προς το σκοπό συνεχίσεως της επαγγελματικής μαζί τους συνεργασίας ...” (σκ. 7). Η διαφοροποίηση από την απόφαση αυτή έγκειται, κατά την άποψη του αναιρεσείοντος, στο ότι, στην προκείμενη περίπτωση εγείρονται σοβαρές υπόνοιες μεροληψίας των εν λόγω δικηγόρων υπέρ του συνδυασμού του αναιρεσιβλήτου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ως δικαστικών αντιπροσώπων, διότι, πέραν της κατά το παρελθόν παραπάνω συνεργασίας τους με τον Δήμο ..., συμμετείχαν και στα εκλογικά συνεργεία του συνδυασμού του αναιρεσιβλήτου κατά την επανακαταμέτρηση των ψήφων. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός δεν παρίσταται ουσιώδης, διότι το γεγονός αυτό, πέραν του ότι δεν συνιστά δημόσια εκδήλωση υπέρ του συνδυασμού του αναιρεσιβλήτου, συνέβη σε χρόνο κατά τον οποίο οι ανωτέρω δικηγόροι δεν είχαν πλέον την ιδιότητα του δικαστικού αντιπροσώπoυ και, ως εκ τούτου, δεν ήταν ικανό αφενός να επηρεάσει τους εκλογείς που είχαν ήδη ασκήσει το εκλογικό τους δικαίωμα αφετέρου να εγείρει, άνευ ετέρου, αμφιβολίες ως προς την αμερόληπτη άσκηση των καθηκόντων τους κατά τη διενέργεια των εκλογών.(...)Απορρίπτει την αίτηση.


ΣΤΕ 1764/2006

Επίδομα θέσης προϊσταμένου: Επειδή, το δικάσαν δικαστήριο έκρινε ότι κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, το επίδομα θέσης προϊσταμένου δικαιούται να λάβει και ο αναπληρωτής προϊστάμενος, ο οποίος ασκεί τα καθήκοντά του για μεγάλο χρονικό διάστημα, λόγω μη πλήρωσης της σχετικής οργανικής θέσης του προϊσταμένου, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο το αρμόδιο όργανο δεν προέβη στην επιλογή προσώπου για την κάλυψη της θέσης αυτής. Και τούτο διότι το επίδομα αυτό δεν συνδέεται με συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά χορηγείται σε εκείνον, ο οποίος, έχοντας τα νόμιμα προσόντα, εκλέγεται για να ασκεί εν τοις πράγμασι τα καθήκοντα προϊσταμένου και για όσο χρόνο ασκούνται τα καθήκοντα αυτά. Ενόψει αυτών και υπό τα προαναφερθέντα δεδομένα, το δικάσαν δικαστήριο έκρινε ότι η άρνηση του αναιρεσείοντος να χορηγήσει στον αναιρεσίβλητο το αιτούμενο από αυτόν επίδομα, για το χρονικό διάστημα από 1.3.1995 (δύο μήνες μετά τη μη πλήρωση της οργανικής θέσης του Διευθυντή) έως 31.7.1996, δεν ήταν νόμιμη, καθόσον, αφού αυτός ασκούσε πραγματικά τα καθήκοντα του Διευθυντή του Ινστιτούτου … από την ημέρα που η θέση παρέμεινε κενή, πράγμα το οποίο άλλωστε δεν αμφισβητεί το ν.π.δ.δ., εδικαιούτο το εν λόγω επίδομα, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η θέση του Διευθυντή δεν είχε πληρωθεί, όπως είχε δεχθεί και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Κατόπιν αυτών, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε η έφεση του αιτούντος.(..)Επειδή, ο λόγος ότι δεν ελήφθη υπ’ όψιν από το Διοικητικό Εφετείο το προαναφερθέν έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους είναι απορριπτέος, καθόσον στηρίζεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, αφού το δικάσαν δικαστήριο το έλαβε υπ’ όψιν του. Περαιτέρω δε και ο λόγος, με τον οποίο αμφισβητείται η ορθότητα εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων από το δικάσαν δικαστήριο, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι η εκτίμηση αυτή, ως κρίση περί πραγμάτων, δεν ελέγχεται κατ’ αναίρεσιν. Εξάλλου, κατά της σκέψεως του δικαστηρίου της ουσίας σχετικά με την ερμηνεία των κρίσιμων εν προκειμένω διατάξεων δεν προβάλλεται συγκεκριμένη αιτίαση και ως εκ τούτου, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.


27336/2020

Καθορισμός διαδικασίας εγγραφής, μεταβολής και αναστολής ή διαγραφής της αίτησης εκλογέα που επιθυμεί να ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα εκτός της Ελληνικής Επικράτειας, καθώς και του τρόπου πιστοποίησης αυτού. 


ΑΠ 575/2018

Καταβολή μισθολογικών παρχών με βάση συλλογικές συμβάσεις εργασίας- Αίτηση αναίρεσης:..Στην προκειμένη περίπτωση, με τον δεύτερο και τελευταίο από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης, το αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ. προσάπτει στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια ότι εσφαλμένως και κατά παράβαση του άρθρου 904 του ΑΚ, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε ως νομικά αβάσιμο τον δεύτερο λόγο της έφεσης αυτού, με τον οποίο ισχυρίσθηκε ότι δεν συνέτρεχαν κατά νόμο οι προϋποθέσεις βασιμότητας της αγωγής των εναγόντων και ήδη αναιρεσιβλήτων προς λήψη των αιτουμένων μισθολογικών παροχών από την παρασχεθείσα στο εναγόμενο και ήδη αναιρεσείον εργασία τους, ως προς την επικουρική εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού βάση της αγωγής, καθόσον το εναγόμενο και ήδη αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ δεν θα προέβαινε στην πρόσληψη άλλων μισθωτών με έγκυρες συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας προς κάλυψη των αναγκών του, μετά την αποχώρηση των εναγόντων και ήδη αναιρεσίβλητων, γεγονός που προέκυψε άλλωστε και κατά την αποδεικτική διαδικασία. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, διότι για τη γέννηση των αξιώσεων των αναιρεσιβλήτων προς απόδοση του πλουτισμού του αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. από την παροχή σε αυτό εργασίας στο πλαίσιο λειτουργίας άκυρων συμβάσεων εργασίας, αρκούσε το γεγονός της πραγματικής παροχής των υπηρεσιών των αναιρεσιβλήτων προς το αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ. για όσο χρονικό διάστημα αυτοί πράγματι απασχολήθηκαν σε αυτό και κατά συνέπεια είναι αδιάφορο το εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση το αναιρεσείον από οικονομικούς ή άλλους λόγους δεν προέβη ή δεν θα προέβαινε σε κάθε περίπτωση στην πρόσληψη άλλων μισθωτών με έγκυρες συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας προς κάλυψη των αναγκών του. Μη υπάρχοντος άλλου λόγου, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αίτηση αναίρεσης.