Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣτΕ/19/2007

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Αίτηση αναστολής εκτελέσεως πράξης με την οποία δεν ανανεώθηκε το πτυχίο μελετητού του αιτούντος, με την αιτιολογία ότι κατέχει ιδιότητα μέλους ΔΕΠ ΑΕΙ, η οποία είναι εκ του νόμου ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα του μελετητού. Μη διαβίβαση φακέλου από τη διοίκηση. Η Επιτροπή Αναστολών επιλαμβάνεται της αιτήσεως επί τη βάσει των πραγματικών στοιχείων, τα οποία προσεκόμισε ο αιτών. Η προσβαλλόμενη πράξη συνεπαγόμενη την διακοπή λειτουργίας του μελετητικού γραφείου του αιτούντος, θα προκαλέσει σ` αυτόν βλάβη δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκιμήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, συνισταμένη στην διαρροή της πελατείας του, στην αδυναμία εκπληρώσεως αναληφθεισών υποχρεώσεών του και στην αποστέρηση από την επιστημονική εμπειρία και γνώση που του προσδίδει η πρακτική άσκηση της δραστηριότητας του μελετητή. Δέχεται την αίτηση.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/7/2017

Γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Ν.Σ.Κ. επί ερωτημάτων του Α.Σ.Ε.Π. Ασυμβίβαστο μέλους του Α.Σ.Ε.Π. με την ιδιότητα του δημοτικού συμβούλου.α) Το Ν.Σ.Κ. έχει αρμοδιότητα να γνωμοδοτεί επί ερωτημάτων της Ανεξάρτητης Αρχής «Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού» (Α.Σ.Ε.Π) (ομοφ). β) Η ιδιότητα του μέλους του Α.Σ.Ε.Π. δεν είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του δημοτικού συμβούλου. Κατά τη διάρκεια της θητείας μέλους του Α.Σ.Ε.Π. διατηρείται μεν η ιδιότητα του δημοτικού συμβούλου, αναστέλλεται όμως η άσκηση των σχετικών καθηκόντων (ομοφ). 

Συμπληρωθηκε με την υπ’ αριθ. ΝΣΚ/57/2018 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ


ΝΣΚ/620/1999

Διοίκηση. Χορήγηση αντιγράφων εγγράφων.α) Η Διοίκησις υποχρεούται να χορηγήση την αιτουμένην βεβαίωσι, στην οποίαν και πράγματι εστιάζεται το ενδιαφέρον του αιτούντος. β) Οπωσδήποτε δε, και αν πρόκειται για αυτό τούτο το έγγραφον της αιτήσεως, εφόσον τούτο κατεχωρήθη και απετέλεσε την βάσι για την έκδοσι κάποιας διοικητικής πράξεως, μετέχει του χαρακτήρος δημοσίου εγγράφου και είναι χορηγητέον στον ενδιαφερόμενο.

ΣΤΕ ΕΑ 1073/2008

Εκπόνηση μελέτης- ανοιχτός διαγωνισμός:Υπό τα δεδομένα, όμως, αυτά και εν όψει των εκτεθέντων στην προηγουμένη σκέψη, πιθανολογείται σοβαρώς ότι η βαθμολόγηση της τεχνικής προσφοράς της αιτούσης συμπράξεως στο 2ο κριτήριο αξιολογήσεως αιτιολογείται πλημμελώς. Και τούτο, διότι, κατά τη βαθμολόγηση του εν λόγω 2ου κριτηρίου, η εκτίμηση των προσόντων του προτεινομένου από την αιτούσα σύμπραξη συντονιστή (όπως, άλλωστε, και η εκτίμηση των προσόντων των συντονιστών που προτείνουν οι λοιποί διαγωνιζομένοι), εχώρησε, όπως ευθέως προκύπτει από το Πρακτικό ΙΙ/2.10.2007 της Επιτροπής Εισηγήσεως για Ανάθεση, το οποίο αναφέρεται σε εμπειρία των προτεινόμενων από τους διαγωνιζόμενους συντονιστές «σε μελέτες ανάλογου αντικειμένου (ΣΧΟΟΑΠ. ΓΠΣ του Ν. 2508)», βάσει, αποκλειστικώς και μόνον, στοιχείων αναγομένων στην άσκηση αντιστοίχων καθηκόντων συντονιστή κατά την εκπόνηση μελετών προς σύνταξη ΣΧΟΟΑΠ και ΓΠΣ κατά τα προβλεπόμενα στο Ν. 2508/1997, χωρίς καμία ειδική αναφορά στις λοιπές, μη αναγόμενες στα ανωτέρω ειδικά αντικείμενα του Ν. 2508/1997, χωροταξικές και πολεοδομικές μελέτες, κατά την εκπόνηση των οποίων ο συντονιστής που προτείνει η αιτούσα σύμπραξη είχε ασκήσει, όπως η τελευταία προέβαλε με την ένσταση και, εν συνεχεία, με την προσφυγή της, παρόμοια καθήκοντα συντονιστή. Για το λόγο αυτόν, ο οποίος προβάλλεται βασίμως και λαμβανομένου, επίσης, υπ’ όψη ότι η ανάγκη ταχείας ολοκληρώσεως του επίδικου διαγωνισμού, την οποία επικαλείται η Διοίκηση, δεν αρκεί, σταθμιζόμενη προς την βλάβη την οποίαν υφίστανται οι αιτούντες, για να δικαιολογήσει απόρριψη της κρινομένης αιτήσεως, πρέπει, κατ’ αποδοχή της αιτήσεως αυτής, να διαταχθεί η αναστολή της περαιτέρω διαδικασίας του επίδικου διαγωνισμού και η μη έκδοση πράξεως κατακυρώσεως του αποτελέσματός του μέχρι την έκδοση αποφάσεως επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία υποχρεούνται, κατά το άρθρο 3 παράγραφος 7 του Ν. 2522/1997, να ασκήσουν οι αιτούντες προκειμένου να διατηρηθούν σε ισχύ τα ήδη διατασσόμενα ασφαλιστικά μέτρα. Επισημαίνεται, πάντως, ότι εφ’ όσον, κατά τα προκύπτοντα από το φάκελο, η αναθέτουσα αρχή προχώρησε την 24.3.2008, ήτοι την επομένη της λήξεως της προθεσμίας ασκήσεως αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων και τέσσερις ημέρες μετά την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως, με την οποία είχε υποβληθεί και αίτημα εκδόσεως προσωρινής διαταγής, το οποίο έγινε δεκτό με την από 1.4.2008 πράξη του Προέδρου του Δ’ Τμήματος ..., σε αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών των διαγωνιζομένων, δεν είναι δυνατή η συνέχιση του διαγωνισμού με νέα αξιολόγηση της τεχνικής προσφοράς της αιτούσης συμπράξεως, εφ’ όσον η εκ νέου αξιολόγηση τεχνικής προσφοράς με γνωστές ήδη τις οικονομικές προσφορές των διαγωνιζομένων δεν διασφαλίζει συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού


ΣτΕ/527/2007

Μελέτες.Αίτηση αναστολής εκτελέσεως αποφάσεως με την οποία η αιτούσα αποκλείστηκε από διαγωνισμό μελέτης Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Δήμου. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι οι «ειδικοί σύμβουλοι», με τους οποίους, κατά το άρθρο 18.2.4 της διακήρυξης, πρέπει να συνεργασθούν οι διαγωνιζόμενοι μελετητές, δεν απαιτείται να έχουν, και αυτοί, την ιδιότητα του μελετητή, εγγεγραμμένου, περαιτέρω, στα Μητρώα Μελετητών.


ΣτΕ/751/2008

Διαγωνισμός εκπόνησης μελέτης. Αίτηση αναστολής εκτελέσεως αποφάσεως με την οποία βαθμολογήθηκαν οι τεχνικές προσφορές των διαγωνιζομένων. 7. Επειδή, ανεξαρτήτως της παρανομίας της προσβαλλομένης αποφάσεως που διαπιστώνεται στην προηγούμενη σκέψη, παρατηρούνται, περαιτέρω, τα εξής: Στις παρατεθείσες ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 9 του ν. 3316/2005 δεν προβλέπεται, ρητώς, αρμοδιότητα της Προϊσταμένης Αρχής να προχωρήσει η ίδια, μετά από αναπομπή του πρακτικού βαθμολόγησης στην Επιτροπή Διαγωνισμού και σε περίπτωση νέας διαφωνίας, στην αναβαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων. Και υπό την υποστηριζόμενη όμως από τη Διοίκηση ερμηνευτική εκδοχή, σύμφωνα με την οποία, στην περίπτωση αυτή, η Προϊσταμένη Αρχή είναι αρμόδια να αναβαθμολογήσει, η ίδια, τις τεχνικές προσφορές, κατ' ανάλογη εφαρμογή του, μη εφαρμοζομένου ευθέως, άρθρου 6 παρ. 10 του ίδιου νόμου, πάντως η απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής περί αναβαθμολογήσεως πρέπει, κατά ρητή πρόβλεψη της τελευταίας αυτής διατάξεως, να είναι «ειδικά αιτιολογημένη». Εν προκειμένω, και όπως εκτίθεται στη δεύτερη σκέψη, η Προϊσταμένη Αρχή προέβη, με την προσβαλλόμενη απόφαση, μετά την από 29.9.2006 αναπομπή του πρακτικού ΙΙ στην Επιτροπή Διαγωνισμού και την αναβαθμολόγηση, από την επιτροπή, των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, σε νέα αναβαθμολόγηση των προσφορών αυτών, χωρίς να παραθέτει ειδική αιτιολογία για την αναβαθμολόγηση αυτή. Τέτοια ειδική αιτιολογία, άλλωστε, δεν μπορεί να θεωρηθεί η παρατιθέμενη στην ανωτέρω, από 29.9.2006, απόφαση περί αναπομπής του Πρακτικού ΙΙ στην Επιτροπή Διαγωνισμού. Με τα δεδομένα όμως αυτά, η προσβαλλόμενη πράξη είναι, προδήλως, μη νόμιμη, ως αναιτιολόγητη, όπως βασίμως προβάλλεται με την οικεία αίτηση ακυρώσεως. 8. Επειδή, η προσβαλλόμενη πράξη είναι, για τους λόγους που εκτίθενται στις δύο προηγούμενες σκέψεις, προδήλως παράνομη και συνεπώς η εκτέλεσή της πρέπει να ανασταλεί, κατά παραδοχή των σχετικών λόγων της κρινόμενης αιτήσεως. Εξυπακούεται ότι η Διοίκηση μπορεί, μέχρι τη συζήτηση της οικείας αιτήσεως ακυρώσεως, να εκδώσει εκ νέου πράξη αναβαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, η οποία πρέπει να υπογράφεται αρμοδίως και να φέρει ειδική αιτιολογία, κατά τα προεκτεθέντα.”


ΣΤΕ ΕΑ 1045/2010

Εκπόνηση μελέτης..:Με τα δεδομένα αυτά η κρίση της αναθέτουσας αρχής ότι η ακύρωση του διαγωνισμού δικαιολογείται λόγω της μη επίτευξης ικανοποιητικού επιπέδου ανταγωνισμού, ενόψει, προφανώς, του γεγονότος ότι στον διαγωνισμό υποβλήθηκε μια μόνον προσφορά, αυτή της αιτούσας, πιθανολογείται σοβαρώς ότι είναι πλημμελής. Και τούτο διότι η αναθέτουσα αρχή δεν εξηγεί για ποιους λόγους η προσφορά της αιτούσας, αυτοτελώς εκτιμώμενη, δεν είναι ικανοποιητική, εν όψει, μάλιστα, της βαθμολογίας που συγκέντρωσε η τεχνική της προσφορά και του γεγονότος ότι έδωσε την μεγαλύτερη επιτρεπτή έκπτωση με την οικονομική της προσφορά, ενώ, εξάλλου, η αναθέτουσα αρχή δεν επικαλείται συγκεκριμένα στοιχεία, αναγόμενα στη φύση της υπό ανάθεση μελέτης και τις συνθήκες της διεξαγωγής του διαγωνισμού, από τα οποία να μπορεί να συναχθεί ότι είναι εύλογη η προσδοκία της να επιτύχει μεγαλύτερη συμμετοχή υποψήφιων μελετητών σε περίπτωση επαναπροκηρύξεως του διαγωνισμού, εν όψει, μάλιστα, του ότι η ίδια επικαλείται στην προσβαλλόμενη απόφαση τον πολύπλοκο και ειδικό χαρακτήρα του αντικειμένου της μελέτης. Περαιτέρω, η πρόθεση της αναθέτουσας αρχής να εξετάσει το ενδεχόμενο να κληθούν στον επαναληπτικό διαγωνισμό μελετητές με πτυχία μικρότερης τάξης, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη συμμετοχή διαγωνιζομένων, δεν πιθανολογείται ότι μπορεί να δικαιολογήσει, κατά νόμο, την ακύρωση του διαγωνισμού, διότι η πρόσκληση μελετητών με πτυχία μικρότερης τάξεως από τα προβλεπόμενα με την διέπουσα τον επίδικο διαγωνισμό διακήρυξη αποκλείεται χωρίς τη μείωση της προεκτιμώμενης αμοιβής, η διαμόρφωση, όμως, της οποίας δεν αφίεται, κατά νόμο, στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με τα εκτεθέντα ανωτέρω στην ένατη σκέψη...Επειδή, με τα δεδομένα αυτά πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να διαταχθεί η μη επαναπροκήρυξη του επιδίκου διαγωνισμού έως ότου δημοσιευθεί οριστική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία οφείλει η αιτούσα να ασκήσει, κατά την παρ. 7 του άρθρου 3 παρ. 7 του ν. 2522/1997, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 36 του ν. 3772/2009 (Α΄ 112), προκειμένου να διατηρηθεί η ισχύς του ήδη χορηγουμένου ασφαλιστικού μέτρου. Η αναθέτουσα αρχή, πάντως, έχει την ευχέρεια, εάν το κρίνει σκόπιμο, πριν από την άσκηση της εν λόγω αιτήσεως ή την δημοσίευση οριστικής αποφάσεως επ’ αυτής, να επιληφθεί εκ νέου του ζητήματος της ακυρώσεως του επιδίκου διαγωνισμού, προκειμένου να εκδώσει νέα πράξη περί ακυρώσεώς του, νομίμως αιτιολογημένη.


ΣΤΕ/436/2002

Επειδή, το δικόγραφο της αιτήσεως υπογράφεται από δικηγόρο, ως πληρεξούσιο του αιτούντος. Κατά τη συζήτηση όμως της υποθέσεως στο ακροατήριο ο αιτών δεν παρέστη με πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε εμφανίστηκε για να δηλώσει ότι εγκρίνει την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, ούτε τέλος προσκομίσθηκε συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο προς τον δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο. Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989 (8 Α), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997 (67 Α), η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.


ΕλΣυν/Τμ.6/1380/2012

Προγραμματικές συμβάσεις.Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η αρμοδιότητα ανάθεσης της εκπόνησης μελέτης Γ.Π.Σ. του Δήμου ..... ασκείται συντρεχόντως από τον αιτούντα Δήμο και την Αποκεντρωμένη Διοίκηση .., σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω ερμηνευτικώς δεκτά (βλ. III Β). Συνεπώς, εφόσον με την ελεγχόμενη προγραμματική σύμβαση επιχειρείται κατουσίαν η επιχορήγηση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ... από τον Δήμο .., προκειμένου η ίδια προβαίνοντας στην κατά τα ανωτέρω ανάθεση της μελέτης, να ασκήσει την σχετική συντρέχουσα αρμοδιότητά της, την οποία, όμως, διαθέτει και ο αιτών Δήμος ενώ δεδομένου ότι σύμφωνα με τα προαναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας (βλ. σκ. II Β), η σύναψη προγραμματικής σύμβασης αποτελεί ultimum refugium για την επίτευξη του επιδιωκόμενου με αυτήν αποτελέσματος, μη νόμιμη παρίσταται η σύναψη της επίμαχης προγραμματικής σύμβασης, και περαιτέρω δεν προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση ούτε προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλου αντικειμενικοί λόγοι, για τους οποίους καθίσταται αδύνατη η άσκηση εκ μέρους του Δήμου της αρμοδιότητάς του για την ανάθεση εκπόνησης της εν λόγω μελέτης. Περαιτέρω, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 3 του ν. 3316/2005 για τη μεταβίβαση της σχετικής αρμοδιότητας του αιτούντος Δήμου στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση .., δεδομένου ότι δεν αποδεικνύεται η έλλειψη επαρκούς στελέχωσης του Δήμου για την άσκηση της εν λόγω αρμοδιότητάς του, αντίθετα, μάλιστα σύμφωνα με το άρθρο 6 της ελεγχόμενης σύμβασης, ο αιτών Δήμος υποχρεούται να παρέχει τεχνική υποστήριξη στην αρμόδια Επιτροπή Παρακολούθησης απορριπτομένου ως αβασίμου του κατ’ εκτίμηση του δικογράφου της υπό κρίση αίτησης συναγομένου σχετικού ισχυρισμού του αιτούντος. Τέλος, με την υπό κρίση αίτηση δεν προβάλλεται κανένας λόγος ως προς τις ανωτέρω υπό στοιχεία α και β (βλ. σκ. V.Γ) αναδειχθείσες με την προσβαλλόμενη πράξη πλημμέλειες.


ΕΣ/Τ7/133/2008

Προγραμματική σύμβαση.Από το περιεχόμενο της , προκύπτει ότι η υλοποίηση του συνολικού αντικειμένου αυτής ανατεθεί εξ ολοκλήρου στην …., με αποτέλεσμα αυτή να έχει καταστεί ανεπιτρέπτως μοναδική αντισυμβαλλόμενη της, χρηματοδοτούσας εν τέλει αυτήν, Τ.Ε.Δ.Κ. και όχι απλώς συμμετέχουσα στη μεταξύ της Περιφέρειας και της Τ.Ε.Δ.Κ. προγραμματική σύμβαση, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 225 του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο Δ.Κ.Κ. (ν.3463/2006), πλημμέλεια η οποία, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, πλήττει κυρίως τη νομιμότητα της δαπάνης χρηματοδότησης Σε κάθε περίπτωση πάντως, ανεπιτρέπτως ανατέθηκε σε ιδιώτη ηλεκτρολόγο μηχανικό η επίβλεψη του κρίσιμου έργου, δεδομένου ότι ο νομοθέτης δεν καταλείπει στη διοίκηση σχετική δυνατότητα, με συνέπεια η διενέργεια της σχετικής επίβλεψης από ιδιώτη, μη κατέχοντα καν την ιδιότητα διοικητικού οργάνου, να συνιστά όχι απλώς περίπτωση αναρμοδιότητας, αλλά αντιποίηση αρχής (ή άλλως νόσφιση εξουσίας) και επομένως, ως εκ της παρανόμου διενέργειας της επίβλεψης


ΣτΕ/251/2010

Επειδή, στην παρ. 9 του άρθρου 7 του ν. 3316/2005 (Α` 42), το οποίο αναφέρεται στην ανάθεση οριστικής μελέτης ή άλλων σταδίων εκτός προκαταρκτικών μελετών, ορίζεται ότι: «Κατά του πρακτικού ελέγχου και βαθμολόγησης των τεχνικών προσφορών υποβάλλονται ενστάσεις στον πρόεδρο της Επιτροπής Διαγωνισμού, μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση. Επί των ενστάσεων αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή, μετά από γνώμη της Επιτροπής Διαγωνισμού. Αν γίνει δεκτή η ένσταση για το νομότυπο της τεχνικής προσφοράς διαγωνιζομένου, η Προϊσταμένη Αρχή διαμορφώνει αναλόγως το πρακτικό. Αν η ένσταση αφορά την βαθμολόγηση, το πρακτικό αναπέμπεται στην Επιτροπή Διαγωνισμού με αναλυτικές παρατηρήσεις της Προϊσταμένης Αρχής σχετικά με τις πλημμέλειες της βαθμολόγησης, η οποία τις λαμβάνει υπόψη και το διαμορφώνει αναλόγως», ενώ σύμφωνα με την παρ. 10 του ιδίου άρθρου: «Μετά την οριστικοποίηση της βαθμολογίας των τεχνικών προσφορών … σε δημόσια συνεδρίαση της Επιτροπής Διαγωνισμού που γνωστοποιείται εγγράφως στους υποψήφιους προ πέντε (5) ημερών, αποσφραγίζονται οι οικονομικές προσφορές ...». 6. Επειδή, στην προπαρατεθείσα διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 7 του ν. 3316/2005 δεν ορίζεται ρητώς ότι σε περίπτωση αποδοχής ενστάσεως σχετικά με την βαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, μετά την αναβαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών από την Επιτροπή του Διαγωνισμού σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της Προϊσταμένης Αρχής, το σχετικό πρακτικό της Επιτροπής του Διαγωνισμού επανυποβάλλεται προς έγκριση στην Προϊσταμένη Αρχή. Δεδομένου, όμως, ότι κατά την έννοια των διατάξεων του ως άνω νόμου (άρθρα 1 παρ. 12 και 21), η Επιτροπή του Διαγωνισμού μόνον γνωμοδοτική αρμοδιότητα έχει στο πλαίσιο της διαδικασίας αναθέσεως εκπονήσεως μελέτης, είναι υποστηρίξιμη η άποψη ότι για την οριστικοποίηση της βαθμολογίας των τεχνικών προσφορών απαιτείται, οπωσδήποτε, η έκδοση σχετικής πράξεως του αποφασίζοντος οργάνου, δηλαδή της Προϊσταμένης Αρχής (βλ. και τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 6 και 10 του άρθρου 6 του ν. 3316/2005 για την διαδικασία ανάθεσης προκαταρκτικών μελετών και προμελέτης με την ίδια προκήρυξη). Εν όψει των ανωτέρω, ανακύπτουν αμφιβολίες ως προς τον εκτελεστό χαρακτήρα του προσβαλλομένου πρακτικού της Επιτροπής του Διαγωνισμού, με το οποίο αναδιαμορφώθηκε η βαθμολογία της τεχνικής προσφορά της αιτούσης συμπράξεως, ενώ δεν προκύπτει ότι έχει εκδοθεί απόφαση της Νομαρχιακής Επιτροπής για την έγκριση του εν λόγω πρακτικού. Υπό τα δεδομένα δε αυτά, εφ` όσον γεννώνται αμφιβολίες ως προς τον εκτελεστό χαρακτήρα του επιμάχου πρακτικού της Επιτροπής του Διαγωνισμού και συνακόλουθα, ως προς το παραδεκτό της αιτήσεως ακυρώσεως που έχει ασκήσει η αιτούσα κατά του εν λόγω πρακτικού, η αίτηση αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως προδήλως βάσιμη. Δεν συντρέχει, επομένως, σύμφωνα και με τα εκτεθέντα στην τέταρτη σκέψη, περίπτωση αποδοχής της υπό κρίση αιτήσεως λόγω πρόδηλης βασιμότητας της αιτήσεως ακυρώσεως, πρέπει δε να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της αιτούσης συμπράξεως (πρβλ. Ε.Α. 1329, 938/08, 527/2005 κ.α.).