Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Δ.ΕΦ.ΑΘ/77/2020

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 4325/2015, 4172/2013, 4250/2014, 4057/2012, 3528/2007

Επαναφορά υπαλλήλου σε συνιστώμενη προσωποπαγή θέση...Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η απόρριψη του αιτήματος για επαναφορά του αιτούντος στην υπηρεσία, κατ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 17 του ν. 4325/2015, παρίσταται νόμιμη. Και τούτο διότι, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, η επαναφορά του υπαλλήλου στην υπηρεσία συνεπαγόμενη την αναβίωση της υπαλληλικής σχέσεως κωλύεται, εν προκειμένω, λόγω της αμετάκλητης καταδίκης του αιτούντος για το αδίκημα της πλαστογραφίας, που συνιστά, κατ άρθρο 53 παρ. 1 του π.δ. 410/1988 (Α 191) σοβαρό και σπουδαίο λόγο για την καταγγελία της συμβάσεως εργασίας προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου. Συνεπώς, αβασίμως προβάλλονται τα αντίθετα. Εξάλλου, ουδεμία επιρροή ασκεί, εν προκειμένω, το γεγονός ότι η εκτέλεση της επιβληθείσας στον αιτούντα ποινής ανεστάλη επί τριετία (πρβλ. ΣτΕ 2948/2017, 3276/2014, 3968/2013, 326/2011 κ.ά).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/260/2017

Επαναφορά στην εργασία κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 14 του Ν. 4325/2015 υπαλλήλου ΙΔΑΧ της τέως Τ.Ε.Ο Α.Ε., μετά την συνταξιοδότησή της. (Κατάσταση : Αποδεκτή) Πρώην υπάλληλος Ι.Δ.Α.Χ. της Τ.Ε.Ο. Α.Ε., νομίμως επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία (ανεξαρτήτως του χρόνου συνταξιοδοτήσεώς της) καθόσον, σε κάθε περίπτωση, έλειπε η πρώτη προϋπόθεση από τις τρεις οι οποίες θα έπρεπε να συντρέχουν, σωρευτικά, προκειμένου να μην έχει δικαίωμα επαναφοράς (ήτοι η υποβολή παραιτήσεως, για την λύση της εργασιακής σχέσης). Για την επαναφορά δεν χρειάζεται να εξεταστεί η αναστολή ή μη της συντάξεως. Η πλήρης αναστολή ή ο περιορισμός της συντάξεως στο 30% αυτής κατά το χρονικό διάστημα της επαναφοράς της συνταξιούχου στην εργασία, κρίνεται από τα αρμόδια όργανα του ασφαλιστικού φορέα και δεν υφίσταται αρμοδιότητα της ερωτώσας υπηρεσίας ως προς το ζήτημα αυτό (πλειοψ).


ΝΣΚ/149/2013

Δημόσιοι υπάλληλοι – Πειθαρχική ποινή – Καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας – Υπολογισμός των αποδοχών αργίας των υπαλλήλων. α) Η για τυπικούς λόγους ακύρωση από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, της απόφασης του Πρωτοβαθμίου, με την οποία είχε επιβληθεί σε βάρος υπαλλήλων η ποινή της οριστικής παύσης και η αναπομπή της υπόθεσης στη Διοίκηση για επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, δεν συνιστά νόμιμο λόγο, δικαιολογούντα την επιστροφή των παρακρατηθέντων κατά το χρόνο της αργίας ποσών, αφού για την επιστροφή αυτή ο νόμος απαιτεί απαλλαγή ή αθώωση του υπαλλήλου με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, προϋπόθεση, που δεν συντρέχει εν προκειμένω. β) Οι αποδοχές αργίας των υπαλλήλων, που τέθηκαν, σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας με τις διατάξεις του ν. 4093/2012, (ο οποίος καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του υποθέσεις), υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 105 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το ν. 4057/2012. (ομοφ.)


ΝΣΚ/180/2014

Υποβολή παραίτησης υπαλλήλου του ΥΠ.ΠΟ.Α. – Εκπαιδευτική άδεια – Χρόνος υποχρεωτικής υπηρεσίας – Λόγοι υγείας – Ποσοστό αναπηρίας 80% – Διαδικασία άρθρου 153 του Υ.Κ.Εάν η υπάλληλος υποβάλλει παραίτηση, πριν λήξει ο χρόνος της υποχρεωτικής της εργασίας μετά το τέλος της υπηρεσιακής εκπαίδευσης, η Υπηρεσία θα πρέπει να αποδεχθεί την παραίτησή της, καθόσον η υπάλληλος δεν υπόκειται σε αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία. Στην περίπτωση όμως αυτή η υπάλληλος θα υποστεί τις συνέπειες της παρ.7 του άρθρου 58 του Υ.Κ. Σε κάθε, όμως, περίπτωση η Υπηρεσία, στην οποία υπηρετεί η υπάλληλος, και η οποία γνωρίζει το σοβαρότατο πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει η υπάλληλός της, οφείλει να κινήσει την διαδικασία του άρθρου 153 του Υ.Κ. και να την παραπέμψει στην έχουσα αποκλειστική αρμοδιότητα υγειονομική επιτροπή. Εφόσον ολοκληρωθεί η διαδικασία του άρθρου 153 του Υ.Κ. η λύση της υπαλληλικής σχέσεως θα επέλθει χωρίς η υπάλληλος να βαρύνεται με τις κυρώσεις της παρ.7 του άρθρου 58 του Υ.Κ. (πλειοψ.)

ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)18/2017

ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας (υπό II), το Κλιμάκιο κρίνει κατ’αντιστοιχία προς τους υπό στοιχ. ii, iii και iv λόγους διαφωνίας (ενόψει του ότι ο πρώτος λόγος απαντήθηκε στην σκέψη II 1 B της παρούσας) τα εξής: ii) η ευθύνη των δημοτικών εισπρακτορικών οργάνων, ως η δικαιούχος του επίμαχου χρηματικού εντάλματος, κατά την είσπραξη των δημοτικών τελών συνιστά ευθύνη υπολόγου και όχι αστική ευθύνη, επιτρεπτώς δε καταλογίζεται τυχόν έλλειμμα προκληθέν από τα όργανα αυτά με απόφαση των αρμοδίων δημοτικών οργάνων, ανεξάρτητα από την καταλογιστική αρμοδιότητα των οργάνων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, iii) η καθυστέρηση αποστολής του ερωτήματος περί της θέσης της υπαλλήλου σε αργία στο αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο και η έκδοση της απόφασης επαναφοράς σε χρόνο (1.8.2016) πολύ μεταγενέστερο από τον τιθέμενο από τις προεκτεθείσες διατάξεις (30 μέρες από την απόφαση αναστολής άσκησης καθηκόντων και ως απώτατο όριο, εν προκειμένω τις 15.9.2015 λόγω αντικειμενικής αδυναμίας συνεδρίασης του αρμόδιου Πειθαρχικού Συμβουλίου) συνιστά, μεν, καταστρατήγηση των εκτεθεισών στη σκέψη ΙΙ 3Α διατάξεων, πλην, όμως, δεν συνεπάγεται συγκεκριμένες δημοσιονομικές συνέπειες αιτιωδώς συνδεόμενες με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής. Σε κάθε περίπτωση, τα όργανα του Δήμου ........, ενόψει και των αναφερθεισών στο ως άνω έγγραφο επανυποβολής επανειλημμένων οχλήσεων προς το αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο προκειμένου να ενημερωθούν για τις ενέργειές του, συγγνωστώς υπέλαβαν ότι ήταν απαραίτητη η έγγραφη απάντηση του Πειθαρχικού Συμβουλίου για την επαναφορά της υπαλλήλου, απάντηση η οποία τελικώς γνωστοποιήθηκε στο Δήμο στις 22.7.2016, ήτοι σε χρόνο εγγύ προς την έκδοση της απόφασης άρσης του μέτρου της αναστολής άσκησης καθηκόντων (1.8.2016) και iv) κατά παραδοχή του σχετικού λόγου διαφωνίας της αναπληρώτριας Επιτρόπου, η επίμαχη δαπάνη παρίσταται μη κανονική, δοθέντος ότι δεν καθίσταται δυνατός ο έλεγχος της εκκαθάρισης αυτής. Τούτο διότι, το μεν δεν επισυνάπτονται στο χρηματικό ένταλμα τα αναφερόμενα στο Πρακτικό 1/16.10.2012 της συγροτηθείσας πενταμελούς Επιτροπής διερεύνησης του ελλείμματος δικαιολογητικά, από τα οποία να προκύπτει το ακριβές ύψος του υπεξαιρεθέντος ποσού, ούτε από κάποιο στοιχείο του φακέλου προκύπτει ο τρόπος υπολογισμού των βεβαιωθέντων ταμειακά τόκων υπερημερίας, το δε διότι δεν επισυνάπτονται στο επίμαχο χρηματικό ένταλμα δικαιολογητικά, από τα οποία να προκύπτει το ποσό που έχει ήδη παρακρατηθεί από προηγούμενες μισθοδοσίες της υπαλλήλου προς συμψηφισμό του καταλογισθέντος σε αυτήν ποσού καθώς και το διάστημα της παρακράτησης, οι υπολογισμοί σε μηνιαία βάση, το υπόλοιπο προς αποπληρωμή, η διάκριση των ασφαλιστικών κρατήσεων και των παρακρατηθέντων για δόσεις δανείων ποσών καθώς και τυχόν μισθολογικές προαγωγές που ελήφθησαν υπόψη, τέτοιο δε δικαιολογητικό δεν αποτελεί το έγγραφο επανυποβολής, εφόσον δεν διευκρινίζει όλα τα προαναφερθέντα ελλείποντα στοιχεία.


ΕλΣυν.Κλ.1/69/2015

ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην δεύτερη σκέψη της παρούσας, κατ’αρχήν η μισθοδοσία της αποσπασμένης στην Ειδική Υπηρεσία Θεσμικής Υποστήριξης του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ως άνω υπαλλήλου νομίμως βαρύνει την Επιτροπή Ανταγωνισμού, καθόσον, ως προεκτέθηκε, η διάταξη του άρθρου 18 παρ. 5βτου ν. 3614/2007 συνιστά ειδική διάταξη, υπέρ της οποίας διατήρησε επιφύλαξη η διάταξη του άρθρου 25 παρ. 1 του ν. 4024/2011, ρητώς ορίζουσα ότι οι αποσπασμένοι στις Ειδικές Υπηρεσίες Διαχείρισης (όπως εν προκειμένω η Ειδική Υπηρεσία Θεσμικής Υποστήριξης του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας) υπάλληλοι λαμβάνουν τις αποδοχές τους από τον φορέα της οργανικής τους θέσης. Πλην, όμως, κατά παραδοχή του πρώτου λόγου διαφωνίας της αναπληρώτριας Επιτρόπου, η μετάταξη της ανωτέρω υπαλλήλου σε ανώτερη κατηγορία παρίσταται μη νόμιμη, δοθέντος ότι το μεν αυτή κατείχε τον απαιτούμενο για το διορισμό σε ανώτερη κατηγορία τίτλο σπουδών (πτυχίο) πολύ πριν (6.12.1999) τον χρόνο υποβολής αίτησης διορισμού της στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, το δε από τον χρόνο διορισμού της στην Επιτροπή Ανταγωνισμού (βλ. ως άνω 4219/27.6.2008 απόφαση του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Γ΄, 618/4.7.2008) έως την αίτησή της για μετάταξη σε ανώτερη κατηγορία (28.3.2014) δεν είχε παρέλθει η εκ της διάταξης του άρθρου 70 παρ. 2 του ν. 3528/2007 απαιτούμενη οκταετία. Εξάλλου, απορριπτομένου του αντίθετου ισχυρισμού της Επιτροπής Ανταγωνισμού ως αβασίμου, δεν δύναται να συνυπολογιστεί ο χρόνος προϋπηρεσίας της στο Ταμείο Προνοίας Δικηγόρων Πειραιώς για τη συμπλήρωση της ανωτέρω οκταετίας, δοθέντος ότι η τελευταία εκκινεί από τον διορισμό της στην υπηρεσία στην οποία απευθύνεται η αίτηση μετάταξης. Εξάλλου ο συνυπολογισμός αυτός θα προσέκρουε τόσο στο γράμμα, όσο και στον σκοπό της διάταξης της παραγράφου 2 του άρθρου 70 του Υ.Κ., ο οποίος είναι, κατά τα ανωτέρω προαναφερθέντα, η αποφυγή της αναταραχής που θα επέφερε, η αμέσως μετά τον διορισμό μετάταξη, στους υπαλλήλους που ήδη υπηρετούν σε θέσεις της ανώτερης κατηγορίας, όσον αφορά στην ομαλή υπηρεσιακή τους εξέλιξη και την, σύμφωνα με τους κανόνες της αξιοκρατίας, νόμιμη προσδοκία τους για την κατάληψη θέσεων ευθύνης.


ΣΤΕ/1006/2012

Άδεια ανατροφής τέκνου:..Στην αιτούσα εκπαιδευτικό η Διοίκηση, αναγνωρίζοντας το σχετικό δικαίωμά της, χορήγησε ήδη εννεάμηνη άδεια ανατροφής, εν προκειμένω συνανατροφής, των τέκνων της, ηλικίας κατά το διορισμό πέντε μηνών και δύο ετών, αλλά και προκειμένου να δοθεί χρόνος στην ενλόγω γονέα να οργανώσει την οικογενειακή ζωή σε συνδυασμό με τις νέες επαγγελματικές της υποχρεώσεις. Υπό τα δεδομένα αυτά, ενόψει όσων έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά σε προηγούμενη σκέψη νομίμως και με επαρκή αιτιολογία αρνήθηκε τη χορήγηση νέας εννεάμηνης άδειας σε συνέχεια της ήδη χορηγηθείσας τοιαύτης, ανερχομένης σε αντίθετη περίπτωση της χρονικής διάρκειας απομακρύνσεως της νεοδιορισθείσας υπαλλήλου από την υπηρεσία της σε δέκα οκτώ (18) μήνες εντός της διετούς δοκιμαστικής περιόδου, τα περί του αντιθέτου δε προβαλλόμενα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.Κατ’ ακολουθίαν αυτών, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση, να καταπέσει δε το παράβολο υπέρ του Δημοσίου (άρθρ. 36 παρ. 4 Π.Δ. 18/1989) και να μην επιδικασθεί δικαστική δαπάνη, ελλείψει σχετικού αιτήματος του νικήσαντος διαδίκου (άρθρ. 275 παρ. 7 Κωδ. Διοικ. Δικ. σε συνδ. με άρθρ. 4 παρ. 1 εδ. στ Ν. 702/1977).


ΝΣΚ/117/2022

Ερωτάται εάν: 1) Η επισυναπτόμενη στο ερώτημα σύμβαση εργασίας του Μ.Σ. με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί αποδοχή θέσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 51 του ν. 3528/2007, 2) η σύμβαση αυτή συνδέεται ή όχι με τις διατάξεις του άρθρου 36 του ν. 4778/2021, σύμφωνα με τις οποίες, κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης, απαγορεύεται η μετάταξη ή απόσπαση ή οποιαδήποτε άλλη μετακίνηση, ανεξαρτήτως διαδικασίας ή φορέα υποδοχής, υπαλλήλων του e-ΕΦΚΑ για χρονικό διάστημα δύο ετών και 3) σε περίπτωση που η σύμβαση εργασίας του ανωτέρω υπαλλήλου δεν εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 51 του ν. 3528/2007 ή σε περίπτωση που υφίσταται κώλυμα λόγω των απαγορευτικών διατάξεων του άρθρου 36 του ν. 4778/2021, εάν αυτή καλύπτεται από τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 51 του ν. 3528/2007 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 31 του ν. 3528/2007 περί ασκήσεως ιδιωτικού έργου με αμοιβή, καθώς, σύμφωνα με την επισυναπτόμενη ληξιαρχική πράξη, ευρίσκεται σε σύμφωνο συμβίωσης με την Μ.Μ., η οποία εργάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.(....)1) Η αναφερόμενη στο εξεταζόμενο ερώτημα σύμβαση εργασίας, η οποία καταρτίσθηκε μεταξύ του υπαλλήλου του e-ΕΦΚΑ, Μ.Σ. και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με ορισμένη χρονική διάρκεια και προκειμένου αυτός να εργασθεί ως διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός του Έλληνα ευρωβουλευτή, Α.Κ., αποτελεί «αποδοχή θέσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση», κατά τους ορισμούς των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 51 του νόμου 3528/2007 (ομόφωνα). 2) «Μετακίνηση» κατά την έννοια του άρθρου 36 του ν. 4778/2021 αποτελεί και η περίπτωση κατά την οποία ο υπάλληλος του e-ΕΦΚΑ αποδέχεται θέση σε όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αιτείται τη χορήγηση σε αυτόν άδειας άνευ αποδοχών, προκειμένου να μεταβεί στην αλλοδαπή για να αναλάβει τα σχετικά καθήκοντά του και να παράσχει τις υπηρεσίες του στον εν λόγω Φορέα. Επομένως, η σύμβαση εργασίας του Μ.Σ. με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η εντεύθεν αίτησή του προς χορήγηση άδειας άνευ αποδοχών, συνδέονται άμεσα με τις εν λόγω απαγορευτικές διατάξεις (κατά πλειοψηφία). 3) α) Ο Μ.Σ., ο οποίος τελεί σε σύμφωνο συμβίωσης με την Μ.Μ., που υπηρετεί με σύμβαση εργασίας πλήρους απασχόλησης σε φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) δικαιούται να αιτηθεί και να λάβει άδεια άνευ αποδοχών δυνάμει της διάταξης του άρθ. 51 παρ. 3 του ν. 3528/2007, προκειμένου να ασκήσει το οικογενειακού δικαίου δικαίωμά του στη συμβίωση με τη Μ.Μ., διότι στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης εμπίπτουν όχι μόνο οι stricto sensu σύζυγοι, αλλά και τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης (ομόφωνα). β) Πλην όμως, δεν μπορεί να χορηγηθεί στον Μ.Μ. άδεια από την Υπηρεσία του, κατά τα ειδικώς προβλεπόμενα στο άρθρο 31 του ν. 3528/2007, προκειμένου να συνεχίσει να παρέχει τις υπηρεσίες του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος που θα τελεί σε άδεια άνευ αποδοχών δυνάμει των διατάξεων του άρθ. 51 παρ. 3 του Υπαλληλικού Κώδικα, διότι η εν λόγω διάταξη (του άρθ. 31 του ν. 3528/2007) προϋποθέτει την ενεργό παράλληλη άσκηση των κύριων καθηκόντων του υπαλλήλου, προϋπόθεση η οποία δεν συντρέχει εν προκειμένω (κατά πλειοψηφία). Η γνωμοδότηση γίνεται αποδεκτή από τον Διοικητή του e-ΕΦΚΑ, ως προς το πρώτο ερώτημα, το δεύτερο ερώτημα και το α΄ του τρίτου ερωτήματος.


ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/538/2020

Προμήθεια και τοποθέτηση εξοπλισμού...ζητείται η αναθεώρηση της 1880/2019 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι η δεκαπενθήμερη αποκλειστική προθεσμία άσκησης αίτησης ανάκλησης κατά της 71/2019 πράξης του Επιτρόπου της Υπηρεσίας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό ... εκκίνησε κατά την ημερομηνία της κοινοποίησής της στο Δήμο με τηλεομοιοτυπία, ήτοι κατά την 15.11.2019, λαμβανομένου υπόψη η εν λόγω κοινοποίηση έλαβε χώρα εντός του νομίμου ωραρίου εργασίας των υπηρεσιών του αιτούντος Δήμου (ημέρα Παρασκευή και ώρα 11.29 π.μ), απορριπτομένου ως αβασίμου του ισχυρισμού αυτού ότι η εν λόγω προθεσμία εκκίνησε από την ημερομηνία της πρωτοκόλλησης της πράξης, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 3 της παρούσας (βλ. και ΕλΣ Τμ. Μείζ. - Επτ. Σύνθ. 37/2013).Ο ισχυρισμός του αιτούντος ότι η ως άνω κοινοποίηση είναι μη νόμιμη, διότι η αποστολή έγινε στον αριθμό 27950-43215, που είναι ο αριθμός τηλεομοιοτυπίας της Δημοτικής Ενότητας ..., και όχι στον αριθμό τηλεομοιοτυπίας του κεντρικού πρωτοκόλλου αυτού, είναι απορριπτέος. Τούτο, διότι ο φορέας που υποβάλλει σύμβαση για την άσκηση προσυμβατικού ελέγχου φέρει το βάρος της γνωστοποίησης στο Ελεγκτικό Συνέδριο του αριθμού τηλεομοιοτυπίας προς τον οποίο θα λάβει χώρα η κοινοποίηση της σχετικής πράξης, δεδομένου ότι ο προσδιορισμός των στοιχείων επικοινωνίας αυτού αποτελεί εσωτερική του υπόθεση απτόμενη της λειτουργίας του και του υπηρεσιακού του προγραμματισμού. Εν προκειμένω, δε, ο αριθμός προς τον οποίο έλαβε χώρα η ως άνω κοινοποίηση (27950-43215) και ο οποίος αντιστοιχεί στον αριθμό τηλεομοιοτυπίας στη Δημοτική Ενότητα ...., όπου στεγάζονται οι τεχνικές υπηρεσίες του αιτούντος Δήμου (βλ. την αναφερόμενη στο προοίμιο της παρούσας, κατάθεση του Δημάρχου Γορτυνίας και το από 27.1.2020 υπόμνημα αυτού), είχε δηλωθεί ως αριθμός επικοινωνίας με τηλεομοιοτυπία στο απευθυνόμενο προς την Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό .., 9024/31.10.2019 έγγραφο του αιτούντος, με το οποίο ο φάκελος με τα σχετικά δικαιολογητικά και το οικείο σχέδιο σύμβασης υποβλήθηκε προς έλεγχο στην ως άνω Υπηρεσία Επιτρόπου (αρ. πρωτ. Υπ. Επιτρ. 67311/7.11.2019).Ο προβαλλόμενος με την υπό κρίση αίτηση ισχυρισμός του Δήμου ότι η ως άνω αίτηση κατατέθηκε εμπροθέσμως διότι συνέτρεξε γεγονός ανωτέρας βίας συνιστάμενο στην απουσία της υπαλλήλου του πρωτοκόλλου κατά την ημερομηνία κοινοποίησης και τις αμέσως επόμενες έως και την 19.11.2019 με κανονική άδεια, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής. Τούτο, διότι η ως άνω περίσταση, ακόμα και αν συνιστούσε γεγονός ανωτέρας βίας, δεν θα ανέστελλε την επίμαχη προθεσμία, αφού δεν συνέτρεξε κατά τη λήξη αυτής (2.12.2019) αλλά από την έναρξη αυτής (15.11.2019) έως 19.11.2019 (βλ. σκ. 4). Είναι, δε, σε κάθε περίπτωση, και αβάσιμος, διότι η απουσία υπαλλήλου με κανονική άδεια δεν συνιστά λόγο ανωτέρας βίας, καθόσον ανάγεται αποκλειστικά στη σφαίρα δράσης και ευθύνης του αιτούντος και συνιστά γεγονός σύνηθες και προβλέψιμο, οι δε υπηρεσίες του Δήμου υπείχαν υποχρέωση αναπλήρωσης των μη δυνάμεων να ασκήσουν, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και για οιονδήποτε λόγο απουσίας ή κωλύματος, τα καθήκοντά τους υπαλλήλων, στο πλαίσιο της εύρυθμης λειτουργίας τους και προς αποτροπή των επερχομένων εις βάρος του Δήμου δυσμενών δικονομικών αποτελεσμάτων (ΕλΣ Τμ. Μείζ. - Επτ. Σύνθ. 4561/2013). Συνεπώς, η ως άνω αίτηση ανάκλησης που ασκήθηκε στις 4.12.2019 (Α.Β.Δ. 4733), ήτοι μετά την παρέλευση της προβλεπόμενης αποκλειστικής δεκαπενθήμερης προθεσμίας από της κοινοποιήσεώς της (15.11.2019), η οποία έληξε στις 2.12.2019, ημέρα Δευτέρα, εργάσιμη και μη εξαιρετέα εκ του νόμου, είναι εκπρόθεσμη.