Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ 2885/2013

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1418/1984, 2362/1995

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση,κατόπιν διενεργηθείσας στις 10.11.1997 δημοπρασίας, υπεγράφη σύμβαση μεταξύ των διαδίκων για την εκτέλεση του προαναφερθέντος έργου και εν συνεχεία, στις 8.10.2003, η 1η συμπληρωματική σύμβαση, δεδομένου ότι ο αναιρεσείων Δήμος ανέθεσε στην αναιρεσίβλητη την εκτέλεση πρόσθετων εργασιών έναντι πρόσθετης αμοιβής, πλέον Φ.Π.Α. Κ... Εξάλλου, στις 8.9.2005 εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο της προαναφερθείσας Υπηρεσίας ο τελικός λογαριασμός της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Τέλος, στις 15.12.2004 η αναιρεσίβλητη υπέβαλε τον 1ο λογαριασμό – πιστοποίηση της συμπληρωματικής σύμβασης που εγκρίθηκε από τον ανωτέρω Προϊστάμενο στις 19.5.2006. Οι λογαριασμοί, όμως αυτοί δεν εξοφλήθηκαν, Τελικώς, το έργο περαιώθηκε εμπροθέσμως στις 31.12.2003 και οι μεν εργασίες της αρχικής συμβάσεως παρελήφθησαν οριστικά από τον αναιρεσείοντα Δήμο στις 19.9.2005, οι δε εργασίες της συμπληρωματικής στις 23.2.2006, χωρίς όμως να εξοφληθούν τα οφειλόμενα ποσά στην αναιρεσείουσα παρά το γεγονός ότι ο αναιρεσείων Δήμος παρέλαβε ανεπιφύλακτα το έργο. Κατόπιν τούτου η αναιρεσίβλητη άσκησε αγωγή με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί ο αναιρεσείων να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 286.136,46 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση. Το δικάσαν δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει την αγωγή της αναιρεσίβλητης και υποχρέωσε τον αναιρεσείοντα Δήμο να καταβάλει σε αυτήν, νομιμοτόκως, το ποσό των 286.136,46 ευρώ, το οποίο αντιστοιχούσε στους ανωτέρω μη εξοφληθέντες λογαριασμούς. Ειδικότερα, το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμο ισχυρισμό του αναιρεσείοντος Δήμου ότι η αναιρεσίβλητη δεν είχε προσκομίσει τιμολόγιο, ώστε να καταστεί δυνατή η έκδοση χρηματικού εντάλματος, με την αιτιολογία ότι, πέραν του ότι για τον πρώτο λογαριασμό που παρέμεινε ανεξόφλητος, είχε εκδοθεί από την αναιρεσίβλητη σχετικό τιμολόγιο, η προηγούμενη έκδοση τιμολογίου δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εξόφληση των εγκριθέντων λογαριασμών μετά την πάροδο μηνός από την έγκριση αυτών. Εξάλλου, όπως έγινε δεκτό, δεν προέκυψε, ούτε ο Δήμος προέβαλε σχετικό ισχυρισμό ότι η αναιρεσίβλητη αρνήθηκε να εκδώσει τιμολόγια ενόψει της καταβολής των εγκριθέντων λογαριασμών. Περαιτέρω, απερρίφθη ως αόριστος ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος Δήμου σχετικά με την παραγραφή των απαιτήσεων που αφορούσαν στον 6ο και 7ο λογαριασμό, για τον λόγο ότι δεν αναφερόταν ο χρόνος αυτής και το αφετήριο σημείο της.. Απορρίπτει την αίτηση

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1553/2017

Εκτέλεση δημοσίου έργου- τόκος υπερημερίας:..Επειδή, η κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι για τον υπολογισμό του οφειλόμενου στην αναιρεσίβλητη τόκου εφαρμόζεται το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας δεν είναι νόμιμη, διότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις σκέψεις 8 και 10, εφαρμοστέο εν προκειμένω είναι το επιτόκιο που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003, με την επιφύλαξη, πάντως, της ρυθμίσεως του άρθρου 8 του εν λόγω διατάγματος, δηλαδή με την επιφύλαξη ότι οι κοινές διατάξεις που αφορούν την εκτέλεση των συμβάσεων δημοσίων έργων δεν προβλέπουν ευνοϊκότερο για τον ανάδοχο επιτόκιο, οπότε εφαρμοστέες είναι οι διατάξεις αυτές. Συνεπώς, ο λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003 η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση υποχρέωσε το Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη τόκο με βάση το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, είναι βάσιμος και, ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, κατά το μέρος που με αυτήν ορίσθηκε ότι ο καταβλητέος στην αναιρεσίβλητη τόκος για τα οφειλόμενα σε αυτήν ποσά πρέπει να υπολογισθεί με βάση το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, η υπόθεση δε, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση ως προς το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί, κατά το αναιρούμενο μέρος στο εκδόν την εν λόγω απόφαση δικαστήριο, προκειμένου να κρίνει, ενόψει της ρυθμίσεως του άρθρου 8 του π.δ. 166/2003, ποιά διάταξη προβλέπει το ευνοϊκότερο για την αναιρεσίβλητη επιτόκιο.


ΣΤΕ/4364/2014

Εκτέλεση έργου:..Επειδή, η ανωτέρω κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, διότι ο ισχυρισμός που προέβαλε το αναιρεσείον με το από 19.6.2006 υπόμνημά του ενώπιον του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου, κατά τον οποίο ο υποβληθείς από την αναιρεσίβλητη 6ος λογαριασμός του έργου δεν συνοδευόταν από τις απαραίτητες, κατά το νόμο, για την πληρωμή του βεβαιώσεις περί ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας αυτής, δεν ήταν αλυσιτελής, όπως βασίμως προβάλλεται. Τούτο δε διότι σε περίπτωση που η αναιρεσίβλητη δεν είχε υποβάλει μαζί με τον 6ο λογαριασμό και τις ανωτέρω βεβαιώσεις, δεν θα υφίστατο υπαιτιότητα του Δημοσίου ως κυρίου του έργου για τη μη πληρωμή του και συνεπώς, δεν θα ήταν νόμιμη η από 21.6.2004 δήλωση της αναιρεσίβλητης περί διακοπής των εργασιών του έργου, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 4.Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.


ΣΤΕ/1314/2018

Eπιβολή τελών καθαριότητας και φωτισμού:..εν πάση περιπτώσει, όπως ρητώς δέχεται η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση [γεγονός, άλλωστε, που είχε δεχθεί και ο αναιρεσείων Δήμος με την έφεσή του .. αλλά και με την κρινόμενη αίτηση .., απαραδέκτως δε αμφισβητεί τούτο με το κατατεθέν μετά τη συζήτηση της υποθέσεως από 24.4.2017 υπόμνημα], οι χώροι για τους οποίους επιβλήθηκαν τα επίδικα ποσά του ενιαίου ανταποδοτικού τέλους καθαριότητας και φωτισμού περιλαμβάνονται στην χερσαία ζώνη του λιμένος .., η οποία όχι μόνον κείται εκτός σχεδίου πόλεως, αλλά αποτελεί, κατά τα εκτεθέντα στην σκέψη 4, κοινόχρηστο χώρο, με συνέπεια η αναιρεσίβλητη εταιρεία να μην οφείλει στον αναιρεσείοντα Δήμο τέλος καθαριότητος και φωτισμού για τους χώρους αυτούς και τις εντός αυτών εγκαταστάσεις, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά, καθ` ερμηνεία των παγίων περί του εν λόγω τέλους διατάξεων, στην αυτή ως άνω σκέψη σε συνδυασμό με τα εκτεθέντα στην σκέψη 3. Ενόψει δε του ότι η αναιρεσίβλητη εταιρεία δεν οφείλει το επίδικο τέλος σύμφωνα με τις πάγιες περί αυτού διατάξεις, αλυσιτελώς ο αναιρεσείων Δήμος προβάλλει, με το ανωτέρω υπόμνημά του, ότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της νεώτερης διατάξεως του άρθρου 13 του ν. 4337/2015 (Α΄ 129).Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, και ανεξαρτήτως της ειδικότερης αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα στο σύνολό της.

ΣΤΕ/1009/2005

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ-ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:..η αναιρεσίβλητη εταιρία ανέλαβε την εκτέλεση του έργου «Αποπεράτωση Χημικού και Φαρμακευτικού Τμήματος της Φυσικομαθηματικής Σχολής στην ..». ... υπέβαλε προς έγκριση τον 73ο λογαριασμό, πλην, η Διευθύνουσα Υπηρεσία περιέκοψε, μεταξύ άλλων, ποσό 36.752.980 δραχμών, το οποίο είχε ζητήσει η αναιρεσίβλητη να της καταβληθεί λόγω καθυστερημένης εξοφλήσεως των, προηγουμένων του ενδίκου, 70ου και 71ου λογαριασμών.Μετά την τήρηση από την αναιρεσίβλητη της ενδικοφανούς διαδικασίας ... το Διοικητικό Εφετείο .., με την προσβαλλόμενη απόφαση, έκανε εν μέρει δεκτή την προσφυγή της αναιρεσίβλητης εταιρίας, δεχθέν, κατ’ αρχήν, ότι αυτή δεν ήταν υπαίτια για την καθυστέρηση πληρωμής της από τον κύριο του έργου. Ειδικότερα, το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό του Πανεπιστημίου ότι η καθυστέρηση εξοφλήσεως των 70ου και 71ου λογαριασμών οφειλόταν στη μη έγκαιρη προσκόμιση από την αναιρεσίβλητη εταιρία των απαιτουμένων για την πληρωμή δικαιολογητικών, ως αβάσιμο, διότι από κανένα στοιχείο δεν αποδεικνυόταν ότι αυτή ειδοποιήθηκε να προσκομίσει συγκεκριμένα δικαιολογητικά και, παρ’ όλα αυτά, παρέλειψε να συμμορφωθεί με τη σχετική ειδοποίηση της αρμόδιας υπηρεσίας. Η αιτιολογία αυτή είναι νόμιμη και επαρκής..


ΣΤΕ/351/2014

Δημόσια έργα- Ευθύνη αναδόχου:..Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα διότι δεν απάντησε σε ουσιώδη ισχυρισμό της προσφυγής του αναιρεσείοντος, κατά τον οποίο η ανάδοχος μη νόμιμα περιέλαβε στην 1η πιστοποίηση ποσό αποζημίωσης λόγω διάλυσης της σύμβασης, ενώ δεν εδικαιούτο την ως άνω αποζημίωση, διότι η διάλυση της σύμβασης δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του αναιρεσείοντος Δήμου, αλλά στο γεγονός ότι η ανάδοχος είχε περιλάβει στον 1ο Α.Π.Ε. ποσότητες εργασιών που αύξησαν υπερβολικά το κόστος του έργου, με αποτέλεσμα το νομαρχιακό συμβούλιο να μην εγκρίνει τη σχετική δαπάνη. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί διότι ο παραπάνω ισχυρισμός της προσφυγής του αναιρεσείοντος δεν ήταν ουσιώδης, αφού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 του ν. 1418/1984 και 50 του π.δ. 609/1985, καταβάλλεται στον ανάδοχο αποζημίωση για διάλυση της σύμβασης, εφόσον η διάλυση εχώρησε με πρωτοβουλία του φορέα κατασκευής ή του κυρίου του έργου, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 1418/1984, ως εν προκειμένω, ως μόνη δε προϋπόθεση αποζημίωσης του αναδόχου τάσσεται, στην περίπτωση αυτή, οι ήδη εκτελεσθείσες εργασίες να είναι αξίας μικρότερης από τα  του αρχικού συνολικού συμβατικού ποσού, γεγονός που ο αναιρεσείων δεν αμφισβήτησε με την προσφυγή του και συνεπώς, δεν ασκεί, στην προκειμένη περίπτωση, επιρροή το ζήτημα της υπαιτιότητας ή μη του αναιρεσείοντος, (βλ. ΣτΕ 3752/2013).10. Επειδή, προβάλλεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη διότι δεν απάντησε στον ισχυρισμό που είχε προβάλει ο αναιρεσείων με την προσφυγή του, κατά τον οποίο εσφαλμένα η ανάδοχος επικαλέσθηκε για να στηρίξει τις επίδικες αξιώσεις της τη διάταξη του άρθρου 904 του Αστικού Κώδικα, η οποία ορίζει ότι ο καταστάς πλουσιότερος άνευ νομίμου αιτία εκ της περιουσίας άλλου ή επί ζημία αυτού, υποχρεούται σε απόδοση της ωφελείας. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, ως αλυσιτελής, διότι το Διοικητικό Εφετείο δεν στήριξε την κρίση του στην παραπάνω διάταξη του άρθρου 904 του Αστικού Κώδικα, η οποία, άλλωστε, δεν ευρίσκει πεδίο εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση κατά την οποία η μεταξύ των δύο συμβαλλομένων σχέση, από την οποία είναι δυνατό να προέλθει πλουτισμός του ενός σε βάρος του άλλου, προέρχεται από έγκυρη διοικητική σύμβαση, οπότε εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση της σύμβασης αυτής, (βλ. ΣτΕ 2370/2009).Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


ΣτΕ/1153/2006

Κατόπιν τούτου το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι ο επίμαχος 6ος λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί με την πάροδο άπρακτης της κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του ν. 1418/1984 μηνιαίας προθεσμίας, ως εκ τούτου δε αναγνώρισε το δικαίωμα της αναιρεσίβλητης να λάβει το ποσό των 7.845.184 δρχ. (ή 23.023 ευρώ), που περιείχετο μεν στον υποβληθέντα 6ο λογαριασμό, αλλά είχε περικοπεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία με την διόρθωση του εν λόγω λογαριασμό μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας. Περαιτέρω, όμως, το διοικητικό εφετείο απέρριψε το αίτημα της αναιρεσίβλητης να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Δημοσίου να της καταβάλει ποσό πέραν του ανωτέρω ως αντάλλαγμα για εργασίες που, κατ’ αυτήν, είχαν εκτελεσθεί και είχαν περιληφθεί σε επιμετρήσεις αυτοδικαίως εγκεκριμένες, με την αιτιολογία ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση του αναδόχου που αφορά το εργολαβικό αντάλλαγμα μπορεί να προβληθεί μόνον κατά του σχετικού λογαριασμού – πιστοποιήσεως, με την κρινόμενη δε προσφυγή προσβάλλεται μόνον ο συγκεκριμένος 6ος λογαριασμός, με τον οποίο η αναιρεσίβλητη είχε ζητήσει την πληρωμή μόνον του ανωτέρω ποσού των 14.297.355 δρχ..


ΕΣ/ΟΛΟΜ.487/2014

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με τα δεδομένα αυτά, ορθώς το Τμήμα, με την ήδη πληττόμενη απόφασή του, ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 8 του ν. 1418/1984 και 43 του π.δ/τος 609/1985, κρίνοντας ότι, εφόσον, κατά τα γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά, οι επίμαχες εργασίες του 1ου και του 4ου υποέργου δεν συνάπτονταν με το τεχνικό αντικείμενό τους, δεν μπορούσαν να καλυφθούν από το κονδύλιο των απροβλέπτων και τις επί έλαττον δαπάνες των αντίστοιχων εργολαβικών συμβάσεων, ακόμη και εάν υποτεθεί ότι, όπως ο αναιρεσείων υποστήριξε με την έφεση, οι εργασίες αυτές κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων κατά την εκτέλεση του έργου της αποχέτευσης και ενόψει της μείζονος αποτελεσματικότητας της τελικώς επιλεγείσας μεθόδου απολύμανσης στη Μονάδα Καθαρισμού Λυμάτων, ενώ ούτε η απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων δικαιολογούσε, ως προγενέστερη της δημοπράτησης του έργου κατασκευής της Μονάδας αυτής, την ανάλωση του εν λόγω κονδυλίου. Περαιτέρω, ανεξαρτήτως του εάν λόγοι αναγόμενοι στην προαίρεση του τελικού δικαιούχου λυσιτελώς προβάλλονται, προκειμένης δημοσιονομικής διόρθωσης που ερείδεται σε αντικειμενικά μόνο δεδομένα, όπως στην κρινόμενη υπόθεση που η αιτία ανάκτησης συνίσταται στην εκτέλεση εργασιών εκτός του εγκεκριμένου τεχνικού αντικειμένου των έργων (πρβλ. Ολομ. Ελ. Συν. 210/2011), στη συγκεκριμένη περίπτωση, πάντως, ο ισχυρισμός για τη συνδρομή συγγνωστής πλάνης δεν είχε ορισμένως προβληθεί με το δικόγραφο της έφεσης, στο οποίο ο αναιρεσείων περιοριζόταν στην έκθεση, εν είδει ιστορικού της διαφοράς, το μεν της ελλιπούς οργάνωσης των υπηρεσιών του και της - ευεξήγητης λόγω της μέχρι τότε μη διενέργειας ελέγχου - έλλειψης προηγούμενων παρατηρήσεων των αρμοδίων οργάνων, το δε όλως άσχετων με τη διαπιστωθείσα πλημμέλεια αντιδικιών του με τους περιοίκους, χωρίς, ωστόσο, καμία πεπλανημένη πεποίθησή του για την έννοια των διατάξεων της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων που παραβίασε να επικαλεσθεί. Ως εκ τούτου, ορθώς το Τμήμα απέρριψε, ως απαράδεκτο το σχετικό ισχυρισμό, στον οποίον ο αναιρεσείων το πρώτον με το υπόμνημά του αναφέρθηκε, επικαλούμενος εκ των υστέρων την καλή τη πίστει διάθεση των οικείων κονδυλίων, και τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα με την ένδικη αίτηση τυγχάνουν αβάσιμα.


ΣΤΕ/1150/2006

Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η δαπάνη για διατήρηση σε ετοιμότητα των πλωτών μέσων της αναιρεσίβλητης, (ενός πλωτού γερανού – εκσκαφέα, ενός ρυμουλκού και δύο φορτηγίδων), κατά τα χρονικά διαστήματα από 8.6 έως 3.7.1994 και από 10.8 έως 31.8.1994 και για αμοιβές των μηχανικών της ..., κατά τα ίδια χρονικά διαστήματα και . ... κατά το χρονικό διάστημα από 8.6 έως 31.8.1994, δεν αποτελούν αξία εκτελεσθεισών εργασιών ή υλικών που προσκομίσθηκαν ή βρίσκονται στο στάδιο της παραγωγής ή προμήθειας ή αναπόσβεστου μέρους εγκαταστάσεων, η οποία και μόνο αποζημιώνεται επί διαλύσεως της συμβάσεως με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 2 και 3 του ν. 1418/1984 και 50 του π.δ. 609/1985 και συνεπώς, είναι εσφαλμένη η κρίση του Διοικητικού Εφετείου, κατά την οποία η αναιρεσίβλητη εδικαιούτο αποζημίωση για τις δαπάνες αυτές, κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων. Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος διότι οι παραπάνω δαπάνες προφανώς δεν συνιστούν αξία εκτελεσθεισών εργασιών ή υλικών ή εγκαταστάσεων και συνεπώς, δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις που προβλέπεται αποζημίωση του αναδόχου δημοσίου έργου επί διαλύσεως της συμβάσεως με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, διάφορο δε είναι το ζήτημα αν η αναιρεσίβλητη θα εδικαιούτο αποζημίωση για τις δαπάνες αυτές με βάση τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ν. 1418/1984, δεδομένου ότι δεν εξετάσθηκε από το δικάσαν δικαστήριο η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής της διάταξης αυτής. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/52/2019

Μετατόπιση και αντιστήριξη δημοτικού δρόμου...:Με τα δεδομένα αυτά, η ελεγχόμενη δαπάνη είναι μη κανονική για τον πρώτο και τον τρίτο λόγο διαφωνίας, ενώ ο δεύτερος λόγος προβάλλεται αλυσιτελώς, καθώς αιτία πληρωμής αυτής είναι η (μερική) εξόφληση του 1ου και όχι του 2ου λογαριασμού. Ειδικά όσον αφορά στον τρίτο λόγο διαφωνίας, η απαίτηση του αναδόχου από τον 1ο λογαριασμό γεννήθηκε και κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη στις 8.12.2010, ημερομηνία έγκρισης αυτού και της σχετικής πιστοποίησης του επιβλέποντος μηχανικού από τον Προϊστάμενο της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου, η δε παραγραφή της άρχισε από το τέλος του οικονομικού έτους 2010 και έληξε στις 31.12.2015, καθώς δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι έλαβε χώρα στο μεταξύ περιστατικό που συνεπάγεται την αναστολή ή τη διακοπή αυτής, σύμφωνα με τις διατάξεις των αντίστοιχων άρθρων 92 και 93 του ν. 2362/1995.


ΣΤΕ/39/2018

Επειδή, όσον αφορά τις δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που καταλογίσθηκαν εις βάρος του, ο αναιρεσείων προβάλλει ακόμη ότι με πλημμελή αιτιολογία απορρίφθηκε ως αόριστος ο λόγος της εφέσεώς του, με τον οποίο είχε αμφισβητήσει το ύψος αυτών. Το παράπονο που αυτός είχε προβάλει πρωτοδίκως ήταν ότι «τα ποσά που αναφέρονται στις χρεώσεις δασμών είναι εσφαλμένα και πεπλανημένα γιατί από 1.1.1993 οι δασμοί που αναλογούν για τα αυτοκίνητα αυτά ανέρχονται στο 40% ή 60% της τιμής χρέωσης και όχι στο 240%, όπως εσφαλμένα υπολογίζει η ΕΥΤΕ». Το Διοικητικό Πρωτοδικείο, αν και επεσήμανε ότι ο ισχυρισμός δεν είναι ειδικός, τον απέρριψε πάντως ως αλυσιτελή, δεχθέν ότι κρίσιμος χρόνος υπολογισμού των διαφυγόντων δασμών είναι ο χρόνος κατά τον οποίο επήλθε στο Δημόσιο η σχετική, λόγω της τελωνειακής παραβάσεως, ζημία, ήτοι εν προκειμένω προ του έτους 1993 και τις αλλαγές που επικαλέσθηκε ο αναιρεσείων. Με την έφεσή του αυτός επανέλαβε την αυτή αιτίαση κατά της πράξεως χρεώσεως χωρίς να πλήξει την ως άνω απορριπτική κρίση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου υπό την εσφαλμένη αντίληψη ότι η πρωτόδικη απόφαση αντιπαρήλθε σιγή τον ως άνω ισχυρισμό του. Με τα δεδομένα αυτά νομίμως απορρίφθηκε ο σχετικός λόγος εφέσεως, ανεξαρτήτως ειδικότερης αιτιολογίας, και τα περί πλημμελούς αιτιολογίας της προσβαλλομένης αποφάσεως είναι απορριπτέα.Επειδή, κατόπιν τούτων, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ..., κατά το μέρος της που αφορά στον καταλογισμό εις βάρος του αναιρεσείοντος των επιδίκων πολλαπλών τελών λαθρεμπορίας. Δεδομένου, δε, ότι η υπόθεση δεν χρήζει διευκρινίσεως κατά το οικείο πραγματικό της, το Δικαστήριο την διακρατεί, κατά το αναιρούμενο μέρος της, δικάζει και, για τον ίδιο ως άνω λόγο, δέχεται εν μέρει την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της υπ’ αριθμ. 2047/1998 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου ..., εξαφανίζει την εν λόγω πρωτόδικη απόφαση, κατά το σκέλος της με το οποίο απορρίφθηκε η προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά της επιβολής εις βάρος του πολλαπλών τελών, περαιτέρω δε, δικάζει και δέχεται εν μέρει την προσφυγή αυτή, για τον ίδιο ως άνω λόγο, και ακυρώνει την υπ’ αριθμ. 264/91/1996 πράξη του Διευθυντού της Ε.Ι.Τ.Ε., κατά το μέρος της με το οποίο επιβλήθηκαν στον αναιρεσείοντα πολλαπλά τέλη, για λαθραία εισαγωγή αυτοκινήτων στη χώρα.