ΣΤΕ/3037/2000
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΙΜΟΤΗΤΑΣ:προέκυψε κατά την ανέλεγκτη ουσιαστική εκτίμηση του δικαστηρίου ότι ο αναιρεσείων είχε αναλάβει την εκτέλεση μέσα σε προθεσμία δύο μηνών του έργου της διαμόρφωσης του γηπέδου καλαθοσφαίρισης της εν λόγω κοινότητας αντί εργολαβικού ανταλλάγματος 1.570.000 δραχμών και η οποία σύμβαση, ασχέτως αν αφορούσε την εκτέλεση νέων υπερσυμβατικών εργασιών, ήταν ακόμα εκκρεμής κατά την ημέρα ανακήρυξης των υποψηφίων για τις δημοτικές εκλογές της 11.10.1998, απορρίφθηκε δε ως αναπόδεικτος ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος ότι και οι νέες αυτές εργασίες είχαν ήδη ολοκληρωθεί πριν από την κατάρτιση της επίμαχης σύμβασης. Με τα δεδομένα αυτά το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο έκρινε ότι υφίστατο πράγματι κώλυμα εκλογιμότητας του εκκαλούντος (ήδη αναιρεσείοντος) σύμφωνα με το προαναφερθέν άρθρο 47 παρ. 2 του ΔΚΚ και με τις σκέψεις αυτές απέρριψε ως αβάσιμο σχετικό λόγο εφέσεώς του κατά της πρωτόδικης αποφάσεως, η οποία είχε δεχθεί κατά το αντίστοιχο μέρος την ένσταση του ήδη αναιρεσιβλήτου και είχε ακυρώσει την εκλογή του αναιρεσείοντος ως δημάρχου …. Η κρίση αυτή της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, στην οποία το δικαστήριο της ουσίας κατέληξε μετά από ανέλεγκτη κατ' αναίρεση εκτίμηση των στοιχείων του φακέλου, μεταξύ των οποίων, όπως ρητά βεβαιώνεται, και το υπ' αριθμ. 22193/5.11.1998 έγγραφο του Τμήματος ΤΥΔΚ της Διεύθυνσης Αυτοδιοίκησης και Αποκέντρωσης της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας ως προς τον υπερσυμβατικό χαρακτήρα του εκτελεσθέντος έργου, είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, τα περί του αντιθέτου δε προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, καθ' ό μέρος δε πλήττεται δι 'αυτών η ανέλεγκτη ουσιαστική εκτίμηση του δικαστηρίου της ουσίας είναι απορριπτέα ως απαράδεκτα.(...)Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/1667/2011
Εκπόνηση μελέτης.... Επειδή, όταν μία σύμβαση παραπέμπει ως προς ορισμένο θέμα σε κανονιστική ρύθμιση που περιέχεται σε τυπικό νόμο ή κανονιστική πράξη και η οποία ρυθμίζει περισσότερες περιπτώσεις με διαφορετικό τρόπο τάσσοντας συγκεκριμένες κατά περίπτωση προϋποθέσεις εφαρμογής, η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς την έννοια της συμβατικής αυτής ρήτρας παραπομπής, δηλαδή ως προς ποια είναι η εφαρμοστέα, κατά τη βούληση των συμβαλλόμενων μερών, ρύθμιση στις μεταξύ τους συμβατικές σχέσεις, αποτελεί ουσιαστική εκτίμηση συμβατικού όρου, η ορθότητα της οποίας, ως εκτίμηση πραγμάτων, δεν ελέγχεται αναιρετικώς, ει μη μόνον από πλευράς αιτιολογίας της δικαστικής κρίσεως. Περαιτέρω, εάν μεν, κατά την ουσιαστική εκ μέρους του δικαστηρίου της ουσίας εκτίμηση της ρήτρας παραπομπής, βούληση των συμβαλλομένων μερών είναι η εφαρμογή των διατάξεων του νόμου ως έχουν, δηλαδή σύμφωνα με τις περιεχόμενες στις διατάξεις διακρίσεις και με τη συνδρομή των προβλεπομένων προϋποθέσεων εφαρμογής κατά περίπτωση, τότε η ορθότητα της δοθείσης από το δικαστήριο της ουσίας ερμηνείας των κατά παραπομπή εφαρμοστέων διατάξεων του νόμου ελέγχεται πλήρως κατά την ορθότητά της από τον αναιρετικό δικαστή, με κριτήριο την αληθή έννοια του νόμου. Εάν, όμως, κατά την ως άνω ανέλεγκτη αναιρετικώς ουσιαστική εκτίμηση του δικαστηρίου, ο σχετικός συμβατικός όρος έχει την έννοια ότι η ρύθμιση στην οποία γίνεται παραπομπή εφαρμόζεται κατά την βούληση των μερών εν πάση περιπτώσει, ανεξαρτήτως δηλαδή της συνδρομής των τασσομένων στις οικείες διατάξεις ειδικότερων προϋποθέσεων εφαρμογής, τότε η εν λόγω ρύθμιση αποσπώμενη από τις διατάξεις του νόμου αποτελεί πλέον συμβατικό όρο και προσλαμβάνει ως εκ τούτου την έννοια που της αποδίδουν οι συμβαλλόμενοι, ανεξαρτήτως εάν συντρέχουν οι κατά το νόμο προϋποθέσεις εφαρμογής της. Η δε κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς την έννοια αυτή του συμβατικού όρου, ως κρίση πραγμάτων, δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο, ει μη μόνον από πλευράς αιτιολογίας. Επειδή, κατόπιν επιλύσεως των ανωτέρω παραπεμφθέντων ζητημάτων, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί προς περαιτέρω εξέταση των προβαλλομένων λόγων αναιρέσεως στο ΣΤ΄ Τμήμα αυτού.
ΣΤΕ/ΕΑ/379/2012
Εκτέλεση έργου....Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, εφ’ όσον, κατά τα εκτιθέμενα στην ως άνω απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής, η εταιρεία «.... Α.Ε.» είχε μελετήσει στην τεχνική προσφορά της την κατάλληλη διαμόρφωση του εδάφους, ώστε τα προσφερόμενα από αυτήν αντλιοστάσια να παραμένουν πλήρως υπόγεια, η τεχνική λύση που προσέφερε διέφερε από αυτήν της αιτούσης και συνεπώς, δεν πιθανολογείται σοβαρά ότι συνέτρεχε περίπτωση παραβάσεως της αρχής του ενιαίου μέτρου κρίσεως, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την αιτούσα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, ενώ καθ’ ο μέρος πλήττουν την ανέλεγκτη ουσιαστικώς κρίση της Διοικήσεως είναι απορριπτέα ως απαράδεκτα.Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, οι υπό κρίση συνεκδικαζόμενες αιτήσεις πρέπει να απορριφθούν και να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις των εταιρειών «....» και της κοινοπραξίας «....» στην πρώτη των υπό κρίση αιτήσεων και των εταιρειών «....» και της κοινοπραξίας «.....» στην δεύτερη των υπό κρίση αιτήσεων. Συνεκτιμώντας δε τις περιστάσεις η Επιτροπή Αναστολών κρίνει ότι πρέπει να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των εταιρειών «...».
ΝΣΚ/283/2013
Δημόσιες συμβάσεις που χαρακτηρίζονται “απόρρητες” ή η εκτέλεση των οποίων πρέπει να συνοδεύεται από “ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας”.Εφ’ όσον κατά την ουσιαστική και ανέλεγκτη κρίση της διοίκησης συντρέχουν πράγματι, οι ανωτέρω στις οικείες θέσεις εκτιθέμενοι και επικαλούμενοι από τη διοίκηση λόγοι λήψεως ιδιαιτέρων μέτρων ασφαλείας και λόγοι απορρήτου, δικαιολογείται ο χαρακτηρισμός της υπό σύναψη δημόσιας σύμβασης ως απόρρητης και συνοδευόμενης κατά την εκτέλεσή της από ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας, κατά την προσδοθείσα στην παρούσα έννοια του απορρήτου και των ιδιαιτέρων μέτρων ασφαλείας και, επομένως, η υπό σύναψη σύμβαση είναι εξαιρετέα από το πεδίο εφαρμογής του π.δ. 60/2007, σύμφωνα με το άρθρο 11 αυτού.
ΝΣΚ/408/2012
Κήρυξη ή μη ως διατηρητέου κτιρίου καπναποθήκης.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Δεν εμπίπτει στη γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους η ουσιαστική εκτίμηση για τη συνδρομή ή μη των προϋποθέσεων και κριτηρίων, προκειμένου να χαρακτηρισθεί σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις ένα κτίριο διατηρητέο. Αποτελεί τεχνική κρίση που ανήκει στην αρμοδιότητα της Διοίκησης. (ομοφ.)
ΣΤΕ 482/2016
Εξαρτημένη εργασία-ασφαλιστικές εισφορές:..το δικάσαν διοικητικό εφετείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες ως προς τα χρησιμοποιηθέντα κριτήρια βάσει των οποίων δέχθηκε ότι οι επίμαχες συμβάσεις μισθώσεως έργου υπέκρυπταν σχέσεις με τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εξαρτημένης εργασίας, καθόσον αν και στήριξε την κρίση του στην από 4.2.2000 έκθεση ελέγχου των αρμοδίων υπαλλήλων του Ι.Κ.Α., εντούτοις δεν αναφέρονται στην προσβαλλόμενη απόφαση του τα στοιχεία που πιστοποιούσαν ότι πράγματι τα ανωτέρω πρόσωπα παρείχαν την εργασία τους υπό την εποπτεία και την καθοδήγηση των οργάνων του Δημοσίου, δηλαδή, ποια ήταν τα όργανα αυτά και ποιες συγκεκριμένες πράξεις τους καταδείκνυαν την εν λόγω εποπτεία, ούτε αναφέρεται ποια συγκεκριμένα από τα ανωτέρω πρόσωπα μονιμοποιήθηκαν. Η προπαρατεθείσα, όμως, κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, διότι, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε όλα τα στοιχεία του φακέλου (μεταξύ των οποίων μνημονεύονται ρητώς στην προσβαλλόμενη απόφαση οι οικείες συμβάσεις, η σχετική έκθεση ελέγχου κ.λ.π.), δεν απαιτείτο δε για την πληρότητα της αιτιολογίας η παράθεση των ονοματεπωνύμων των προσώπων που ασκούσαν εποπτεία και των συγκεκριμένων ενεργειών με τις οποίες εκδηλωνόταν η εποπτεία αυτή. Εξάλλου, ο περαιτέρω προβαλλόμενος λόγος του αναιρεσείοντος Δημοσίου ότι το δικάσαν δικαστήριο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε το βεβαιούμενο στην έκθεση ελέγχου γεγονός της μονιμοποίησης πολλών εκ των ανωτέρω απασχοληθέντων, παραλείποντας για το νόμιμο της κρίσης του να αναφέρει έστω και ενδεικτικώς τα ονοματεπώνυμα ορισμένων εξ αυτών είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί αναληθούς προϋποθέσεως, καθόσον στην έκθεση ελέγχου, όπως το περιεχόμενο αυτής περιγράφεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, καμία σχετική αναφορά δεν γίνεται σε μονιμοποίηση ορισμένων εκ των προσώπων αυτών. Συνεπώς, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο ως άνω περί πλημμελούς αιτιολογίας λόγος αναιρέσεως. Εξάλλου, κατά το μέρος που με τον λόγο αυτόν πλήττεται η ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση περί πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας και η εκτίμηση από αυτό των αποδείξεων, ο λόγος είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/431/2018
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:αίτηση για αναίρεση της 1396/2014 απόφασης του VΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Με την προσβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι η έφεση του ήδη αναιρεσείοντος, με την οποία ζήτησε την ακύρωση της 3442/21.9.2011 καταλογιστικής απόφασης του Οικονομικού Επιθεωρητή της Οικονομικής Επιθεώρησης Δυτικής Μακεδονίας, ασκήθηκε χωρίς την τήρηση της νόμιμης διαδικασίας(...)Προβάλλεται ακόμη ότι η απόρριψη της έφεσης ως απαράδεκτης συνιστά δυσανάλογη κύρωση σε βάρος του αναιρεσείοντος, ο οποίος επεδίωξε την επί της ουσίας εκδίκασή της, παριστάμενος δια πληρεξουσίου δικηγόρου κατά τη συζήτησή της, ενώ παραβιάζεται και το άρθρο 46 του π.δ. 1225/1981, αφού δεν προέκυψε δικονομική βλάβη του αντιδίκου. Και οι λόγοι αυτοί πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι αφενός γιατί ο θεσπισθείς ως αποκλειστικός δικονομικός τύπος άσκησης έφεσης, όπως κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη δεν αντίκειται στη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, αφετέρου ο κανόνας του άρθρου 52 του π.δ. 1225/1981 ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, ανεξαρτήτως της συνδρομής ή μη βλάβης στο πρόσωπο των διαδίκων και δεν συνιστά δικονομική ακυρότητα.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και μη υπάρχοντος άλλου λόγου αναίρεσης, η ένδικη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη
ΣΤΕ/1717/2015
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ:Οι κατά τα ως άνω κρίσεις, όμως, του δικάσαντος δικαστηρίου, που σχετίζονται με την ύπαρξη ή την ανυπαρξία επί των ψηφοδελτίων, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, διακριτικών γνωρισμάτων, ανάγονται σε εκτιμήσεις επί ουσιαστικών ζητημάτων και δεν προσβάλλονται παραδεκτώς, διότι από την, ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση, περί των πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ή από τυχόν πλημμέλεια της αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης δεν μπορεί να προκύψει αντίθεση προς τις ανωτέρω αποφάσεις, που να καθιστά παραδεκτή την υπό κρίση αίτηση, από την άποψη της συνδρομής των δικονομικών προϋποθέσεων που τάσσει η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει. Εξάλλου, και οι επικαλούμενες ως άνω αποφάσεις έκριναν, υπό συγκεκριμένες περιστάσεις, την πληρότητα της αιτιολογίας της προσβληθείσας ενώπιόν τους αποφάσεως, ως προς το ζήτημα της υπάρξεως ή μη επί διαφόρων ψηφοδελτίων διακριτικών γνωρισμάτων και δεν αναφέρονται σε νομικά ζητήματα, υπό την ως άνω έννοια, ως προς τα οποία έκρινε αντιθέτως η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση. Συνεπώς, οι ανωτέρω λόγοι της αιτήσεως είναι απορριπτέοι, ως απαράδεκτοι.(...)Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.
ΕΣ/Γ ΕΛΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1327/2023
Με την προσβαλλόμενη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή η από 6.5.2015 (ΑΒΔ 960/8.5.2015) έφεση του ήδη αναιρεσείοντος κατά της 329/27.4.2015 απόφασης του Οικονομικού Επιθεωρητή της Διεύθυνσης Εκτάκτων και Ειδικών Ελέγχων - Περιφερειακό Γραφείο Θεσσαλονίκης - της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με την οποία ο αναιρεσείων καταλογίστηκε ως υπόλογος, υπό την ιδιότητά του ως Διαχειριστής Πληρωμών του ίδιου Δήμου Θεσσαλονίκης, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με άλλα πρόσωπα, με το ποσό των 134.006,44 ευρώ. Με τα δεδομένα αυτά το Δικαστήριο κρίνει ότι ο αναιρεσείων, υπό την ιδιότητα του ταμιακού διαχειριστή, υπείχε κατά νόμο (άρθρο 51 του β.δ. της 17.5/15.6.1959, Α΄ 114), ως ενεργών πληρωμές για λογαριασμό του δημοτικού ταμία, προσωπική, αυτοτελή και ανεξάρτητη από την αντίστοιχη του δημοτικού ταμία ευθύνη για τον έλεγχο ύπαρξης χρηματικού εντάλματος αναφορικά με τις εντελλόμενες από αυτόν πληρωμές. Ο αναιρεσείων, κατά παράβαση της υποχρέωσής του αυτής, αλλά και της ταυτόσημης υποχρέωσης η οποία συμπεριελήφθη στην απόφαση ορισμού του ως ταμιακού διαχειριστή, δεν ήλεγξε τη δυνατότητα πληρωμής των επίμαχων δαπανών χωρίς την έκδοση χρηματικού εντάλματος (άρθρα 38 και 39 του ως άνω β.δ.), ούτε προέβαλε, ως όφειλε, έγγραφες αντιρρήσεις στον Προϊστάμενό του δημοτικό ταμία, όπως ορθά κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη. Εξάλλου, σύμφωνα με την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση της προσβαλλόμενης, ο αναιρεσείων γνώριζε την παράνομη πάγια τακτική εξόφλησης δαπανών χωρίς την έκδοση χρηματικών ενταλμάτων και τη μη νομιμότητα των επίμαχων δαπανών, επομένως, παρίσταται ορθή η κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης περί συνδρομής βαρείας αμέλειας στο πρόσωπό του αλλά και μη διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου, δοθέντος ότι οι δικές του παραλείψεις οδήγησαν στην εκταμίευση δημοτικού χρήματος, παραλείψεις, οι οποίες, σε κάθε περίπτωση, έπονται της έκδοσης των ειδικών εντολών πληρωμής του Αντιδημάρχου. Συνεπώς, η αναιρεσιβαλλόμενη θεμελίωσε πλήρως την κρίση της ότι συνέτρεχε βαρεία αμέλεια στη συμπεριφορά του ήδη αναιρεσείοντος που συνδέεται αιτιωδώς με την πρόκληση του επίμαχου ελλείμματος και, συνακόλουθα ότι δεν συνέτρεχε στο πρόσωπό του συγγνωστή πλάνη, προϋπόθεση για την καθ’ ολοκληρίαν απαλλαγή του από το καταλογισθέν σε βάρος του έλλειμμα, καθόσον το μεν οι ανωτέρω επισημανθείσες με την προσβαλλόμενη απόφαση παραλείψεις του, συνιστούν καθ’ αυτές πρόδηλη, ιδιαιτέρως σοβαρή και αδικαιολόγητη απόκλιση από τη συμπεριφορά του μέσου επιμελούς ταμιακού διαχειριστή, το δε ο αναιρεσείων γνώριζε περί του έκνομου χαρακτήρα των διαχειριστικών του πράξεων και παραλείψεων. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση πρέπει ν’ απορριφθεί, ως αβάσιμη, στο σύνολό της.
ΣΤΕ/ΕΑ/133/2012
Εγκατάσταση συστήματος μετρητών...Υπό τα δεδομένα αυτά και λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι η Διοίκηση είναι κατ’ αρχήν ελεύθερη να διαμορφώνει κατά την κρίση της τους όρους της διακήρυξης, οι οποίοι, άλλωστε, ως κανονιστικές ρυθμίσεις δεν χρήζουν αιτιολογίας, οι αιτιάσεις που επαναφέρει η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, χωρίς να πλήττει με ειδικό τρόπο την απάντηση της αναθέτουσας αρχής επί των ισχυρισμών της, είναι απορριπτέες, αφενός μεν ως αναποδείκτως και αορίστως προβαλλόμενες, αφού δεν προσκομίζεται παραδεκτώς κανένα αποδεικτικό στοιχείο – τα δε προσκομισθέντα με το υπόμνημα μετά τη συζήτηση της υποθέσεως δεν μπορούν εν πάση περιπτώσει να ληφθούν υπ’ όψιν – αφετέρου δε διότι πλήττουν απαραδέκτως την ακυρωτικώς ανέλεγκτη τεχνική εκτίμηση της αναθέτουσας αρχής ως προς την σκοπιμότητα των θεσπιζομένων από αυτήν τεχνικών προδιαγραφών (ΕΑ 670/2009, 117/2007, 1076, 977/2006, 763, 373, 356/2004 κ.ά.). Τέλος, απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με την υπό κρίση αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ότι η απαίτηση προσκόμισης συστατικών επιστολών για τόσο μεγάλο αριθμό μετρητών παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας και του υγιούς ανταγωνισμού.
ΣΤΕ 3675/2015
Παροχή υπηρεσιών υγείας- αχρεώστητη είσπραξη χρημάτων από ασφαλιστικό φορέα: Κατ’ ακολουθία, νομίμως, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, υπολογίσθηκε το επίδικο πρόστιμο κατά μήνα παραβάσεως και πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμα, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα.Ενόψει δε της, κατά τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις, αιτιολογημένης κρίσεως του Διοικητικού Εφετείου, τα περαιτέρω προβαλλόμενα περί μετατροπής της επιβληθείσης στην αναιρεσείουσα κυρώσεως σε αυστηρή σύσταση ή άλλως, περί μειώσεως του επιβληθέντος προστίμου πλήττουν την ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση περί πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας (ΣτΕ 1819/2009). Τέλος, απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με το υπόμνημα μετά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως ότι το επιβληθέν πρόστιμο είναι δυσανάλογο προς την οικονομική ζημία την οποία υπέστη ο Οργανισμός από τις αποδοθείσες στην αναιρεσείουσα παραβάσεις, κατ’ επίκληση του, ομοίως απαραδέκτως προσκομισθέντος με το ως άνω υπόμνημα, υπ’ αριθμ. 690/1.6.2010 εγγράφου του Διοικητή του αναιρεσιβλήτου Οργανισμού, με το οποίο προσδιορίσθηκε το συνολικό ποσό της οικονομικής ζημίας που υπέστη, κατά τα ανωτέρω, ο ... στο ποσό των 52.493,63 ευρώ. Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση στο σύνολό της.