Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ 443/2013

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2071/1992

Σύμβαση παροχής ιατρικών υπηρεσιών:  Κατά της ανωτέρω κρίσεως του δικάσαντος δικαστηρίου προβάλλεται, ως λόγος αναιρέσεως, ότι το δικάσαν δικαστήριο δεν εξέφερε κρίση εάν οι επίδικοι εμβολισμοί όγκων Κ.Ν.Σ. και δυσπλασιών εκτός Κ.Ν.Σ., εμπίπτουν στο συμβατικό πεδίο ούτως ώστε να οφείλεται αμοιβή γι’ αυτούς, ερμήνευσε δε εσφαλμένα τις διέπουσες την σύμβαση διατάξεις οι οποίες δεν περιλαμβάνουν τους επίδικους εμβολισμούς. Προβάλλεται επίσης ότι η κατ’ αρχήν χορήγηση εισιτηρίου από τον ελεγκτή ιατρό του Ιδρύματος δεν αποστέρησε το ... από το δικαίωμα ελέγχου της εφαρμογής της συμβάσεως, ενόψει του ότι το .... έχει όχι μόνο το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση να επιβλέπει και να ελέγχει την εκτέλεση των συμβατικών υποχρέωσεων του αντισυμβαλλομένου, στα πλαίσια του δημοσίου σκοπού που επιδιώκει, ήτοι της παροχής περιθάλψεως στους ασφαλισμένους του. Όλοι οι ανωτέρω λόγοι όμως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, προεχόντως διότι η αιτιολογία κατά την οποία, όπως προκύπτει από το νόμο και τη σύμβαση, το ...., μετά την έκδοση του εισιτηρίου από τα όργανά του, δεν δύναται ν’ αμφισβητήσει εάν η νόσος, για την οποία διενεργήθηκε ο εμβολισμός, ενέπιπτε ή όχι στο πεδίο εφαρμογής της συμβάσεως και εάν ήταν σκόπιμη η διενέργεια του εμβολισμού, είναι νόμιμη και επαρκής. Και ναι μεν, το αναιρεσείον θα ηδύνατο, κατ’ αρχήν, να ελέγξει εκ των υστέρων εάν οι εγκριθέντες από τα όργανά του εμβολισμοί διενεργήθηκαν κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Εν προκειμένω όμως, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, έκρινε, κατ’ ανέλεγκτη εκτίμηση του περιεχομένου της συμβάσεως, ότι αυτή καλύπτει και την μη επιτυχή διενέργειά τους (σύμβαση προσπαθείας). Δεν προβάλλεται δε από το αναιρεσείον Ίδρυμα ισχυρισμός ότι η τυχόν μη επιτυχής αυτή διενέργεια των εμβολισμών οφείλεται σε παραβίαση των κανόνων της ιατρικής επιστήμης. Καθό μέρος, συνεπώς, με τους ανωτέρω λόγους, αμφισβητούνται οι ως άνω κρίσεις, οι λόγοι είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει ν’ απορριφθεί.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/3349/2012

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 96 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999, ΦΕΚ Α΄97) «Δεν επιτρέπεται η μεταβολή του αντικειμένου της διαφοράς στο δεύτερο βαθμό. Επιτρέπεται όμως να προβληθεί, το πρώτο, αίτημα για παρεπόμενες απαιτήσεις, οι οποίες δημιουργήθηκαν μετά την τελευταία συζήτηση ύστερα από την οποία και εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση». Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι δεν λήφθηκε υπόψη από το δικάσαν δικαστήριο το αίτημα των αναιρεσειόντων περί αστικής ευθύνης του Δημοσίου οφειλόμενης σε παράλειψη νόμιμης ενέργειας, που συνίστατο στη μη ανάρτηση της επίμαχης υπουργικής αποφάσεως από το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο. Ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον η παρανομία, κατ’ επίκληση της οποίας ζητείτο αποζημίωση, είχε προταθεί το πρώτον με το δικόγραφο της εφέσεως, κατά παράβαση της ως άνω διατάξεως του άρθρου 96 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (βλ. ΣτΕ 782-3/2011, 11/2011, 1021/2009 και 1515/2007). Συγκεκριμένα, με την αγωγή γινόταν μεν επίκληση των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, αλλά για το λόγο της μη εκδόσεως διαπιστωτικής πράξεως περί καταβολής αποζημιώσεως λόγω εφημεριών και μάλιστα, επί άλλης βάσεως και συγκεκριμένα, σχετικά με την αδικαιολόγητη εξαίρεση των ιατρών ΕΣΥ από την ευνοϊκή ρύθμιση της επίμαχης υπουργικής αποφάσεως και τη μη επέκταση εφαρμογής της ρυθμίσεως αυτής και στους ιατρούς, σύμφωνα με την αρχή της ισότητας.

11. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι έσφαλε το δικάσαν δικαστήριο μη λαμβάνοντας υπόψη τον προταθέντα ισχυρισμό των αιτούντων ότι, εν πάση περιπτώσει, η από 14.6.1991 υπουργική απόφαση ίσχυσε de facto και παρήγαγε έννομες συνέπειες για όλους τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους, ανεξάρτητα από την ταξινόμησή της στις ανυπόστατες διοικητικές πράξεις, οπότε, με βάση την αρχή της ισότητας, έπρεπε να εφαρμοστεί και για τους αιτούντες η γενική ρύθμιση που ίσχυε για τον υπολογισμό της ωριαίας αποζημίωσης για υπερωριακή εργασία, κατά το διάστημα αυτό, για τους υπόλοιπους δημοσίους υπαλλήλους. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι εφόσον κατά τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά, η επίμαχη υπουργική απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση δεν μπορούσε να αποτελέσει νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος των αιτούντων, ακόμη και αν αυτή είχε, μη νομίμως, τύχει εφαρμογής, σε άλλες κατηγορίες υπαλλήλων (βλ. ΣτΕ 11/2011, 1021/2009 και 3322/2005).Επειδή, μη προβαλλομένου άλλου λόγου αναιρέσεως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη.


ΕλΣυν.Kλ.Ε/149/2017

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ- Ασφαλτοστρώσεις δρόμων:. Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για τη σύναψη της επίμαχης συμπληρωματικής συμβάσεως, όπως οι προϋποθέσεις αυτές παρατίθενται αναλυτικώς στην σκέψη V της παρούσας. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον 1οΑ.Π.Ε. της υποβληθείσας προς έλεγχο συμπληρωματικής συμβάσεως, η αναθέτουσα αρχή περιορίζεται στην συμπερασματική διαπίστωση ότι εν προκειμένω συντρέχουν οι προϋποθέσεις συνάψεως συμπληρωματικής συμβάσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 3669/2008, χωρίς ωστόσο να αναφέρει ποιες είναι οι εργασίες που θα εκτελεσθούν στο πλαίσιο της εν λόγω συμβάσεως, εάν οι εργασίες αυτές περιλαμβάνονται κατ’ είδος στην αρχική σύμβαση, εάν παρουσιάζουν συνάφεια με το αντικείμενο αυτής, καθώς επίσης και για ποιους λόγους κατέστησαν αναγκαίες για την εκτέλεση του αντικειμένου της αρχικής συμβάσεως. Συναφώς προς τα ανωτέρω, ουδεμία αναφορά γίνεται, με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς, στις απρόβλεπτες περιστάσεις που καθιστούν απολύτως αναγκαία την εκτέλεση των εργασιών της επίμαχης συμπληρωματικής συμβάσεως, ούτε επίσης προκύπτει ότι η μη πρόβλεψη των εργασιών αυτών κατά τη σύναψη της αρχικής συμβάσεως δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα της αναθέτουσας αρχής, ούτε σε σφάλματα και αστοχίες της μελέτης του έργου. Περαιτέρω, ουδόλως αποδεικνύεται η συνδρομή και των λοιπών προϋποθέσεων για τη σύναψη συμπληρωματικής συμβάσεως, ήτοι ότι οι επίμαχες συμπληρωματικές εργασίες είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της..(..)το Κλιμάκιο κρίνει ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως του έργου «Ασφαλτοστρώσεις δρόμων Δήμου ...».


ΣΤΕ/4262/2011

Καταβολή ασφαλιτσικών εισφορών:Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι το δικάσαν διοικητικό εφετείο στήριξε την κρίση του στη μαρτυρική κατάθεση του ... ενώπιον της ΤΔΕ, η οποία δεν ενισχύεται από άλλο αποδεικτικό στοιχείο, ούτε καν από τις επίμαχες συμβάσεις. Ο λόγος αυτός, κατά το μέρος που με αυτόν αμφισβητείται η εκτίμηση των αποδείξεων από το δικαστήριο της ουσίας, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Κατά το μέρος δε που με το λόγο αυτό προβάλλεται ότι τα αναφερόμενα στην ανωτέρω μαρτυρική κατάθεση (ως προς την παροχή των υπηρεσιών των ανωτέρω εργαζομένων σύμφωνα με τις οδηγίες των αρμοδίων προϊσταμένων τους, οι οποίοι καθόριζαν τα καθήκοντά τους) δεν ενισχύονται ούτε από τις επίμαχες συμβάσεις, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι, όπως εξετέθη ανωτέρω, στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση βεβαιώνεται ότι από τις σχετικές συμβάσεις μισθώσεως έργου προκύπτει ότι οι ανωτέρω εργαζόμενες ανέλαβαν τις εργασίες που αναφέρονται στις συμβάσεις αυτές, συμμορφούμενες προς τις οδηγίες και εντολές των αρμοδίων οργάνων των οικείων υπηρεσιών. Εξάλλου, το πρώτον κατ’ αναίρεση προβάλλει το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο ότι η απασχόληση των ανωτέρω εργαζομένων, για την οποία κατέθεσε ο ως άνω πρόεδρος της Νομαρχιακής Επιτροπής, αφορούσε εργασία τους στις υπηρεσίες της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως …, η οποία αποτελεί διακριτό σε σχέση με το Δημόσιο νομικό πρόσωπο.


ΝΣΚ/98/2023

Ερωτάται, εάν είναι νόμιμο το αίτημα του Β.Κ. να εγγραφεί ως φοιτητής στο Τμήμα Επιστήμης Φυτικής Παραγωγής της Σχολής Επιστημών των Φυτών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, αν και ήταν επιτυχών στο προγενέστερο ακαδημαϊκό έτος 2021-2022.(...)Το αίτημα του Β.Κ. να εγγραφεί ως φοιτητής στο Τμήμα Επιστήμης Φυτικής Παραγωγής της Σχολής Επιστημών των Φυτών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών για το ακαδημαϊκό έτος 2021-2022 δεν είναι νόμιμο, η δεν αιτούμενη εγγραφή δε δύναται να πραγματοποιηθεί.


ΣΤΕ 1877/2016

Παύση θητείας Προέδρου Νομικού Προσώπου:Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των άρθρων 20 παρ. 2 του Συντάγματος και 6 του Κ.Δ.Δ., τα οποία κατοχυρώνουν το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου. Συνεπώς, για το λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, παρέλκει δε, ως εκ τούτου, ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων λόγων ακυρώσεως. Κατόπιν αυτού, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη Διοίκηση για νέα κρίση, αφού προηγουμένως οι συναρμόδιοι Υπουργοί καλέσουν τον αιτούντα να εκθέσει τις απόψεις του για την αποδιδόμενη σε αυτόν υπαίτια πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων του.


ΕΣ/Τ6/113/2008

Μελέτες.Συμπληρωματικές συμβάσεις.Ανάκληση της 160/2008 πράξης του Ζ Κλιμακίου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τρίτη και τέταρτη σκέψη της παρούσας Πράξεως, κρίσιμο νομοθετικό καθεστώς για να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις κατάρτισης συμπληρωματικής συμβάσεως είναι οι διατάξεις του Ν. 3316/2005, καίτοι η αρχική σύμβαση είχε συνομολογηθεί υπό το καθεστώς του Ν. 716/1977, διότι η έγκριση του Συγκριτικού Πίνακα από το Δημοτικό Συμβούλιο έλαβε χώρα στις 26.7.2007, η δε κοινοποίηση του στην σύμπραξη των μελετητικών γραφείων, η οποία έπεται της εγκρίσεως και ισοδυναμεί με πρόσκληση για κατάρτιση συμπληρωματικής συμβάσεως συνετελέσθησαν υπό την ισχύ των νέων νομοθετικών διατάξεων. Περαιτέρω, η ανάγκη εκπόνησης κυκλοφοριακής και ακτομηχανολογικής μελέτης οφείλονται σε απρόβλεπτα περιστατικά διότι είτε ανάγονται στις αποφάσεις άλλου φορέα (Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.), οι πράξεις του οποίου δεσμεύουν την αναθέτουσα αρχή είτε ήταν αδύνατον να προβλεφθούν κατά την κατάρτιση της αρχικής μελέτης καθόσον κατά την αρχική ανάθεση δεν υπήρχε εγκεκριμένη προκαταρκτική μελέτη. Δεδομένου δε ότι συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του Νόμου, δηλαδή οι ως άνω συμπληρωματικές μελέτες παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με τις αρχικές, δεν μπορούν να διαχωρισθούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την Αναθέτουσα Αρχή κα είναι απολύτως αναγκαίες για την άρτια ολοκλήρωση της αρχικής μελέτης του έργου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η κατάρτιση της 1ης συμπληρωματικής συμβάσεως είναι νόμιμη.


ΕλΣυν/Ολομ/1024/2011

Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το δικάσαν Τμήμα, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διέπουσες την επίδικη υπόθεση διατάξεις, απορρίπτοντας όλους τους ισχυρισμούς του εκκαλούντος και ήδη αναιρεσείοντος, οι οποίοι επαναλαμβάνονται στο αναιρετήριο, οι δε περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως, συνιστάμενοι στο ότι εσφαλμένα ερμηνεύθηκαν και εφαρμόσθηκαν οι διέπουσες την επίδικη υπόθεση διατάξεις, καθόσον οι επίμαχες εργασίες για αρχαιολογικές έρευνες εκτελέσθηκαν απολογιστικά, ενώ η επιλεξιμότητα της σχετικής δαπάνης προκύπτει από το γεγονός ότι στην απόφαση της Ε.Ε. με αρ. Ε(2003) 3628/6-10-2003 σχετικά με τον καθορισμό του επιπέδου της κοινοτικής συνδρομής στη δαπάνη του έργου αναγράφεται μεταξύ των επιλέξιμων δαπανών, ποσό 12.408.780 ευρώ για αρχαιολογικές έρευνες, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Και τούτο διότι, όπως ορθά δέχθηκε το δικάσαν Τμήμα, ο Αναθεωρητικός Πίνακας Εργασιών, συντάσσεται περιοριστικά είτε για την εκτέλεση εργασιών που μπορούν να πληρωθούν με απρόβλεπτες δαπάνες και τη διάθεση των απρόβλεπτων δαπανών της αρχικής σύμβασης είτε για την εκτέλεση συμπληρωματικών εργασιών και την καταβολή των σχετικών δαπανών, σε καμιά, όμως, περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο έρεισμα για την εκτέλεση εργασιών, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που εκτελούνται απολογιστικά, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση και οι σχετικές δαπάνες δεν προβλέπονται στον προϋπολογισμό του έργου. Περαιτέρω το αχρεώστητο της καταβολής στο ήδη αναιρεσείον του συνολικού ποσού των 8.800.000 ευρώ για απολογιστική εκτέλεση εργασιών για αρχαιολογικές έρευνες, δεν επηρεάζεται, όπως ορθά έκρινε το δικάσαν Τμήμα, εκ του ότι στην απόφαση της Ε.Ε. με αριθμό Ε(2003) 3628/6-10-2003, περί επιβεβαίωσης της κοινοτικής συμμετοχής στη δαπάνη του επίμαχου έργου, αναγραφόταν, μεταξύ των επιλέξιμων δαπανών, ποσό 12.408.780 ευρώ για αρχαιολογικές έρευνες, αφού, μη περιλαμβανόμενες οι εργασίες αυτές μεταξύ εκείνων για τις οποίες μπορούσε να συνταχθεί ΑΠΕ, δεν διενεργήθηκαν σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία (πρβλ. Αποφ.2001/2008 Ολομ.Ελ.Συνεδρίου).


ΣΤΕ/532/2008

Νομιμότητα διοικητικής πράξης:..Υπό τα δεδομένα αυτά, το υποβληθέν αίτημα τοποθέτησης σε άλλη ειδικότητα ήταν εν πάση περιπτώσει νόμω αβάσιμο και νομίμως απερρίφθη, κατά δέσμια αρμοδιότητα, από τη Διοίκηση, οι δε περί του αντιθέτου λόγοι είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Κατόπιν αυτών, αλυσιτελώς προβάλλει ο αιτών ότι μη νομίμως ελήφθη υπόψη γνωμοδότηση της μη προβλεπόμενης από το νόμο «Επιτροπής σχετικά με τοποθετήσεις Ιατρών για ειδίκευση ως υπεράριθμων για λόγους υγείας» και ότι μη νομίμως η Επιτροπή και ο Υφυπουργός απέστησαν χωρίς ειδική αιτιολογία από την αντίθετη γνωμάτευση της Υγειονομικής Επιτροπής του Υπαλληλικού Κώδικα. Τούτο δε ανεξαρτήτως του ότι: α) κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις, οι Υγειονομικές Επιτροπές είναι αρμόδιες μόνον για να διαπιστώσουν την ύπαρξη των λόγων υγείας και όχι για να κρίνουν εάν οι λόγοι αυτοί εμποδίζουν τον ενδιαφερόμενο να συνεχίσει την ειδίκευσή του και β) δεν κωλυόταν το αποφασίζον όργανο να λάβει υπόψη τη γνώμη της - οικειοθελώς συσταθείσης - Επιτροπής σχετικά με τοποθετήσεις Ιατρών για ειδίκευση ως υπεράριθμων για λόγους υγείας, στην οποία μετείχαν άλλωστε καθηγητές της Ιατρικής σε διάφορα Α.Ε.Ι. της χώρας και Διευθυντές Νοσοκομείων.


ΣΤΕ/1792/2007

Αποζημίωση για αποδοχές υπαλλήλου νοσοκομειακού κλάδου:..Ενόψει των ανωτέρω, η αναιρεσίβλητη με αγωγή της ζήτησε να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να της καταβάλει ως αποζημίωση, κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ. 12.433.800 δρχ. ποσό το οποίο αντιστοιχεί στις αποδοχές που στερήθηκε από 1.1.97 έως 28.8.00 πλέον δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδομάτων αδείας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά μερική αποδοχή του αγωγικού αιτήματος, υποχρέωσε το Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη 10.095.560 δρχ. ποσό το οποίο αντιστοιχεί στις αποδοχές του από 15.4.97 έως 28.8.00 χρονικού διαστήματος, δηλαδή από την επομένη της λήξεως, στις 14.4.97 της προθεσμίας υποβολής των δικαιολογητικών, ενόψει της δημοσιεύσεως του διορισμού των υπολοίπων συνυποψηφίων στις 14.3.97 στο υπ’ αριθμ. 15 Φ.Ε.Κ. τ. Πρ. ΑΣΕΠ. Κατά της αποφάσεως αυτής, το αναιρεσείον άσκησε έφεση και προέβαλε μεταξύ άλλων ότι η επιδικασθείσα αποζημίωση, ανεξάρτητα από το χαρακτηρισμό της ως τέτοιας, αποτελεί στην πραγματικότητα εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες που επιδικάσθηκε σε μισθωτό, το οποίο όμως υπόκειται στις νόμιμες κρατήσεις, μεταξύ των οποίων και σε φόρο εισοδήματος, όπως έχει άλλωστε κριθεί και με την 33/99 απόφαση του Α.Ε.Δ., κι ως εκ τούτου, η απόρριψη του πρωτοδίκως προβληθέντος ισχυρισμού του περί υπαγωγής της αποζημιώσεως σε φόρο εισοδήματος και κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη, με την αιτιολογία ότι η ζημία πηγάζει από παράνομη πράξη και όχι από υπαλληλική σχέση είναι μη νόμιμη. Το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο απέρριψε τον λόγο αυτό ως αβάσιμο με την αιτιολογία ότι η αναιρεσίβλητη σε εκτέλεση των προαναφερθεισών αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, διατέθηκε προς διορισμό από τις 16.5.00, κατ’ εφαρμογή της οποίας ανέλαβε υπηρεσία στις 28.8.00, οπότε μέχρι το χρόνο αναλήψεως υπηρεσίας, ελλείψει δημοσιοϋπαλληλικής σχέσεως, δεν είναι δυνατός κατά νόμο ο χαρακτηρισμός της επιδικασθείσης αποζημιώσεως ως «αποδοχές» κι η υπαγωγή της σε φόρο εισοδήματος και λοιπές κρατήσεις, όπως γίνεται δεκτό με την αναφερόμενη απόφαση του Α.Ε.Δ. Η αιτιολογία αυτή του Διοικητικού Εφετείου δεν είναι νόμιμη διότι ανεξαρτήτως του ζητήματος εάν η σχέση της αναιρεσίβλητης με το αναιρεσείον ήταν δημοσιοϋπαλληλική ή όχι, πάντως οι αποδοχές αυτές υπέκειντο στις νόμιμες κρατήσεις ... Επομένως, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση καθίσταται αναιρετέα, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από το αναιρεσείον.


ΑΠ 575/2018

Καταβολή μισθολογικών παρχών με βάση συλλογικές συμβάσεις εργασίας- Αίτηση αναίρεσης:..Στην προκειμένη περίπτωση, με τον δεύτερο και τελευταίο από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης, το αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ. προσάπτει στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια ότι εσφαλμένως και κατά παράβαση του άρθρου 904 του ΑΚ, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε ως νομικά αβάσιμο τον δεύτερο λόγο της έφεσης αυτού, με τον οποίο ισχυρίσθηκε ότι δεν συνέτρεχαν κατά νόμο οι προϋποθέσεις βασιμότητας της αγωγής των εναγόντων και ήδη αναιρεσιβλήτων προς λήψη των αιτουμένων μισθολογικών παροχών από την παρασχεθείσα στο εναγόμενο και ήδη αναιρεσείον εργασία τους, ως προς την επικουρική εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού βάση της αγωγής, καθόσον το εναγόμενο και ήδη αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ δεν θα προέβαινε στην πρόσληψη άλλων μισθωτών με έγκυρες συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας προς κάλυψη των αναγκών του, μετά την αποχώρηση των εναγόντων και ήδη αναιρεσίβλητων, γεγονός που προέκυψε άλλωστε και κατά την αποδεικτική διαδικασία. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, διότι για τη γέννηση των αξιώσεων των αναιρεσιβλήτων προς απόδοση του πλουτισμού του αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. από την παροχή σε αυτό εργασίας στο πλαίσιο λειτουργίας άκυρων συμβάσεων εργασίας, αρκούσε το γεγονός της πραγματικής παροχής των υπηρεσιών των αναιρεσιβλήτων προς το αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ. για όσο χρονικό διάστημα αυτοί πράγματι απασχολήθηκαν σε αυτό και κατά συνέπεια είναι αδιάφορο το εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση το αναιρεσείον από οικονομικούς ή άλλους λόγους δεν προέβη ή δεν θα προέβαινε σε κάθε περίπτωση στην πρόσληψη άλλων μισθωτών με έγκυρες συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας προς κάλυψη των αναγκών του. Μη υπάρχοντος άλλου λόγου, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αίτηση αναίρεσης.