×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣτΕ/769/2011

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008
Κατά συνέπειαν, εν όψει των προεκτεθέντων, τα ανωτέρω από 1.6.1992 και 25.6.1992 έγγραφα, τα οποία επικαλείται η αναιρεσείουσα εταιρεία, πληρούν τις προϋποθέσεις χαρακτηρισμού τους ως «οχλήσεως», κατά την έννοια του άρθρου 7 παρ. 2 του ν. 1418/1984, από την επίδοση της οποίας στον κύριο του έργου θεμελιώνεται δικαίωμα αποζημιώσεως μόνον για την θετική ζημία, η οποία προκαλείται μετά από αυτήν (την επίδοση), λόγω υπερημερίας του κυρίου του έργου περί την εκπλήρωση των συμβατικών ή νομίμων υποχρεώσεών του (βλ. ΣτΕ 1009/2009). Επομένως, τα ως άνω έγγραφα ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, άρα μη νομίμως δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν και δεν εξετιμήθησαν από το δικάσαν Εφετείο, η απόφαση του οποίου παρίσταται, κατά τούτο, πλημμελώς ητιολογημένη, κατ’ αποδοχήν ως βασίμου του σχετικού μόνου λόγου αναιρέσεως (πρβλ. ΣτΕ 1375/2007).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣτΕ/3474/2006

Υποχρέωση του αναδόχου για τακτοποίηση των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών «..ο ανάδοχος του έργου δικαιούται τόκων υπερημερίας μόνον εάν ο κύριος του έργου καθυστερήση, άνευ υπαιτιότητος του αναδόχου, να ενεργήση την πληρωμήν επί τη βάσει πιστοποιήσεως υποβληθείσης προς έγκρισιν, θεωρείται δε ότι συντρέχει καθυστέρησις διενεργείας πληρωμών, με συνέπειαν την οφειλήν τόκων υπερημείας, μόνον εάν παρέλθει δίμηνον από της υποβολής της πιστοποιήσεως προς έγκρισιν (ΣΕ 136/2004, 461/2004, 1009/2005 κ.ά.) ……….. δεν υφίσταται υπαιτιότης του κυρίου του έργου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως η νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου εκ της μη πληρωμής υποβληθέντος λογαριασμού, όταν ο λογαριασμός ούτος δεν συνοδεύεται υπό βεβαιώσεως περί καταβολής των υπό του αναδόχου οφειλομένων ασφαλιστικών εισφορών (πρβλ. ΣΕ 9079/1999) και, κατά συνέπειαν, δεν γεννάται υποχρέωσις αυτού προς καταβολήν τόκων υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών καθ` όλον το χρονικόν διάστημα κατά το οποίον διαρκεί η παράλειψις του αναδόχου να υποβάλη την κατά τα ανωτέρω απόδειξιν περί καταβολής των υπέρ του Ι.Κ.Α. ασφαλιστικών εισφορών»).


ΝΣΚ/63/2016

Αν επηρεάζεται ή όχι ο τρόπος υπολογισμού του ενιαίου ειδικού προστίμου που επιβάλλεται κατ' άρθρα 18 και 22 του ν. 4178/2013, από την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων του έτους 2016 με την ΠΟΛ.1009/18.1.2016(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Οι τιμές ζώνης που λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 18 και 22 του ν. 4178/2013 είναι εκείνες που ίσχυαν στις 28.7.2011 και, συνεπώς, ο τρόπος υπολογισμού του ενιαίου ειδικού προστίμου δεν επηρεάζεται από το διατακτικό της υπ' αριθμ.4446/2015 αποφάσεως του ΣτΕ, ούτε από τις νέες τιμές ζώνης που καθορίστηκαν με την υπ' αριθμ. ΠΟΛ 1009/18.1.2016 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών (ομοφ.).


ΝΣΚ/77/2002

Απαλλοτρίωση. Ανάκληση. Συμμόρφωση Διοίκησης.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Μετά την ακύρωση από το ΣτΕ άρνησης της Διοίκησης να προβεί σε πράξη ανάκλησης απαλλοτρίωσης λόγω πλημμελών αιτιολογιών όσον αφορά τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης, η Διοίκηση μπορεί να εμμείνει στην άρνησή της αυτή, αν από έγγραφα που εκ των υστέρων ανεύρε προκύπτουν νόμιμες αιτιολογίες οι οποίες μπορούν να αναπληρώσουν ή συμπληρώσουν τις κριθείσες ως ανεπαρκείς. Τέτοια περίπτωση συντρέχει αν η αρμόδια υπηρεσία βρει μετά την ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ το γραμμάτιο παρακαταθέσεως της αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση, καθώς και τη σχετική με την έκδοση αυτού αλληλογραφία, καθόσον τα έγγραφα αυτά μπορούν μαζί με το αντίστοιχο ΦΕΚ, που είχε κριθεί από το ΣτΕ ως ανεπαρκές αποδεικτικό στοιχείο, να θεμελιώσουν πλήρεις αιτιολογίες περί συντελέσεως της απαλλοτριώσεως. (πλειοψ.)


ΕλΣυν.Ολομ/479/2016

Ευθύνη υπαλλήλων έναντι ΝΠΔΔ:Επειδή, από τις ως άνω παραδοχές του Τμήματος αλλά και από το σύνολο της προσβαλλομένης αποφάσεως, προδήλως προκύπτει ότι το Τμήμα έλαβε υπόψιν και εκτίμησε και τα στο δεύτερο λόγο αναιρέσεως αναφερόμενα έγγραφα,..(..)Συνεπώς, ο προβαλλόμενος με το υπό κρίση δικόγραφο αναιρέσεως λόγος περί παραλείψεως του δικαστηρίου να λάβει υπόψιν επικληθέντα και προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα (έγγραφα) τυγχάνει απορριπτέος, πέραν του ότι τα έγγραφα αυτά, ενόψει των παραδοχών του Τμήματος ότι υπήρχε επαρκής σήμανση και ως εκ τούτου ο ήδη αναιρεσείων όφειλε να συμμορφωθεί προς αυτή μειώνοντας αναλόγως την ταχύτητα του οχήματος, δεν αφορούν σε ουσιώδεις ισχυρισμούς δυνάμενους να ασκήσουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και μη προβαλλομένου άλλου λόγου αναιρέσεως, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί


ΕΣ/Τ6/3/2007

Σύμφωνα με το άρθρο 169 του Κ.Δ.Δ/μίας (ν. 2717/1999, ΦΕΚ 97 Α΄) απαραίτητο στοιχείο για το κύρος ιδιωτικού εγγράφου αποτελεί η υπογραφή του συντάκτη του. Από το σύνολο των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι για το παραδεκτό της οικονομικής προσφοράς εργοληπτικής επιχείρησης απαιτείται να υπογράφονται το τιμολόγιο προσφοράς και ο προϋπολογισμός προσφοράς από τον νόμιμο εκπρόσωπό της και να μονογράφονται από τον ίδιο σε κάθε σελίδα. Κατά συνέπειαν, προσφορά που κατατίθεται σε διαγωνισμό για τη σύναψη σύμβασης έργου, η οποία δεν φέρει την ιδιόχειρη υπογραφή του προσφέροντος, είναι άκυρη και ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Εξάλλου, η έλλειψη της υπογραφής δεν αναπληρώνεται από την απλή αναγραφή του ονοματεπωνύμου του νομίμου εκπροσώπου, όταν από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου προσφοράς, αποδεικνύεται ότι η υπογραφή του νoμίμου εκπροσώπου, όπως αυτός συνηθίζει να τη θέτει στις συναλλαγές, δεν συνίσταται στην απλή αναγραφή του ονοματεπωνύμου του, αλλά έχει διαφορετική μορφή.


ΣΤΕ/384/2020

Δημόσια έργα...:Επειδή, εξ άλλου, προβάλλεται ότι, εφ’ όσον δέχεται η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση ότι οι χορηγηθείσες παρατάσεις με αναθεωρήσεις συμβατικών τιμών αποκλείουν το δικαίωμα αναζητήσεως οιασδήποτε άλλης αποζημιώσεως, πλημμελώς ερμήνευσε και εφήρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 36 παρ. 11 περί οχλήσεως, 48 παρ. 8 περί παρατάσεως και 54 παρ. 15 του ν. 3669/2008 περί αναθεωρήσεως τιμών. Δια την θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου αναιρέσεως η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι κρίση του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου αντίκειται στην υπ’ αρ. 4434/2013 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και την υπ’ αριθμ. 1284/2011 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, δοθέντος ότι το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο δεν διέλαβε κρίση με αυτό το περιεχόμενο.


ΣτΕ/3267/2015

Υπερημερία κύρίου του έργου.Ο ανάδοχος υποχρεώνεται να εκτελεί το έργο σύμφωνα με τη σύμβαση και τα λοιπά συμβατικά στοιχεία, χωρίς να δικαιούται ιδιαίτερης αμοιβής ή αποζημίωσης για εργασίες πέραν των συμβατικών, οι οποίες έγιναν χωρίς έγγραφη εντολή της διευθύνουσας υπηρεσίας. Εξάλλου, σε περίπτωση υπερημερίας του κυρίου του έργου, ως προς τις συμβατικές του υποχρεώσεις, γεννάται μόνο δικαίωμα του αναδόχου προς αποζημίωση για τις θετικές ζημίες που προκαλούνται ύστερα από επίδοση σχετικής έγγραφης όχλησης και δεν γεννάται δικαίωμα αυτού να υποκαταστήσει τον κύριο στην εκτέλεση των οφειλομένων από αυτόν ενεργειών, εκτός εάν κάτι τέτοιο προβλέπεται ρητά από τη σύμβαση ή υπάρχει σχετική έγγραφη εντολή της διευθύνουσας υπηρεσίας.


ΕλΣυν/Τμ.6/294/2010

Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι η ύπαρξη στην εγγυητική επιστολή συμμετοχής σφαλμάτων ή ελλείψεων που σχετίζονται με τον υπέρ ου η εγγύηση διαγωνιζόμενο, δεν οδηγούν σε αποκλεισμό του, όταν από τα εν λόγω σφάλματα ή τις ελλείψεις αυτές δεν γεννάται σύγχυση, η μη προσήκουσα δε αναγραφή κάποιου στοιχείου της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής δεν επάγεται ακυρότητα αυτής όταν δεν είναι ουσιώδης, εφόσον δηλαδή από τα υπόλοιπα στοιχεία και γενικά από το περιεχόμενο της επιστολής δεν καταλείπεται αμφιβολία ως προς τη δέσμευση του εγγυητή (ΣτΕ 1072/1993). Ειδικότερα, σε περίπτωση κατά την οποία δεν ελλείπει παντελώς η μνεία ενός από τα απαραίτητα για το κύρος της εγγυητικής επιστολής στοιχεία, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η πλήρης επωνυμία της επιχείρησης υπέρ της οποίας δίδεται η εγγύηση, αλλά το στοιχείο αυτό παρατίθεται κατά τρόπο μερικώς ανακριβή, η πλημμέλεια αυτή δεν καθιστά απαράδεκτη την προσφορά, όταν από τα υπόλοιπα στοιχεία της αναγραφόμενης επωνυμίας της επιχείρησης, σε συνδυασμό και με τα λοιπά μνημονευόμενα στην εγγυητική επιστολή στοιχεία, προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι η εν λόγω εγγυητική επιστολή αφορά πράγματι στην εταιρεία που την κατέθεσε για να συμμετάσχει στο διαγωνισμό (ΣτΕ 2405/2008, ΕΑ ΣτΕ 77/2006).


ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010

Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.


ΝΣΚ/215/2003

Μετάθεση ιατρών ΕΣΥ από άγονες και προβληματικές περιοχές σε αστικά κέντρα σε συμμόρφωση προς αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Μετά την έκδοση αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες, κατ’ αποδοχήν εφέσεων του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, απορρίφθηκαν αιτήσεις ακυρώσεως ιατρών ΕΣΥ, περί μεταθέσεώς τους από Κέντρα Υγείας άγονων και προβληματικών περιοχών σε αστικά κέντρα, η Διοίκηση οφείλει να μεριμνήσει, ούτως ώστε οι ως άνω ιατροί, οι οποίοι, σε συμμόρφωση με τις εξαφανισθείσες από το ΣτΕ αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου, έχουν μετατεθεί σε αστικά κέντρα, να επανέλθουν στις οργανικές τους θέσεις. Στις περιπτώσεις δε, κατά τις οποίες οι θέσεις αυτές έχουν εν τω μεταξύ προκηρυχθεί και καλυφθεί από άλλους ιατρούς, οι τελευταίοι θα πρέπει, για λόγους χρηστής διοικήσεως, να παραμείνουν σε αντίστοιχες προσωποπαγείς θέσεις.