Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

18526/2007

Τύπος: Έγγραφα

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΘΕΜΑ: Ψηφοφορία για την ανάδειξη Προέδρου, Αντιπροέδρου και μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής των Συνδέσμων ΟΤΑ, κατά τα προβλεπόμενα στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 246 του νέου Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

2/3849/0022/2008

Καθορισμός ορίων υπερωριακής απασχόλησης υπαλλήλων ΟΤΑ, που τηρούν πρακτικά των συνεδριάσεων του Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου ή Συμβουλίου Δημοτικού Διαμερίσματος ή Τοπικού Συμβουλίου καθώς και των Διοικητικών Συμβουλίων των Νομικών Προσώπων, των συνδέσμων και ιδρυμάτων των ΟΤΑ.


ΥΠΕΣ/11543/2013

Αριθμός Εγκυκλίου:3 ΘΕΜΑ: Ανάδειξη προμηθευτών – χορηγητών προμηθειών των Δήμων, των Ιδρυμάτων και όλων των νομικών τους προσώπων, των Περιφερειών, των Ιδρυμάτων και των νομικών τους προσώπων, καθώς και των συνδέσμων ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού.(Βλέπε το αριθμ.30106/2013 έγγραφο του ΥΠΕΣ)

ΣΤΕ ΕΑ 409/2013

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με τα δεδομένα αυτά, δεν απεκλείετο μεν στην παρεμβαίνουσα Ένωση «…» να «δανεισθεί» εμπειρία από την ανωτέρω «… SA», την οποία (εμπειρία) η εταιρεία αυτή δεν διαθέτει αλλά την «δανείζεται» από τρίτο οικονομικό φορέα (ήτοι, τις εταιρείες «…SA»). Ώφειλε, όμως, η παρεμβαίνουσα, επί ποινή αποκλεισμού, προς απόδειξη της ελάχιστης απαιτούμενης εμπειρίας του άρθρου 13.8 (εμπειρία σε λειτουργία και συντήρηση Μονάδας Επεξεργασίας Αποβλήτων δυναμικότητας τουλάχιστον 60.000 τόνων συμμείκτων αστικών στερεών αποβλήτων κατ’ έτος) να προσκομίσει τα προβλεπόμενα από τις παραγράφους 15.1.2.1 και 15.1.5 δικαιολογητικά όχι μόνον για την εταιρεία «… SA», αλλά και για τις εταιρείες «… SA» και «…, SA», οι οποίες είχαν δηλώσει ότι θα διέθεταν στην εταιρεία αυτή τη δηλωθείσα από την παρεμβαίνουσα Ένωση απαιτούμενη, κατά τους όρους της Προκηρύξεως, εμπειρία. Συνεπώς, η περί του αντιθέτου κρίση της Εκτελεστικής Επιτροπής του καθ’ ου Ε.Δ.Σ.Ν.Α. δεν πιθανολογείται ως νόμιμη, ο δε ανωτέρω ισχυρισμός της κρινομένης αιτήσεως πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός (ΕΑ 284/2013), παρέλκει δε, κατόπιν τούτου, ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλομένων κατά της αυτής παρεμβαινούσης αιτιάσεων (ΕΑ 374/2013).


ΕλΣυνΚλ.Τμ.7/110/2017

Προμήθεια μετασχηματιστή: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στη σκέψη 2, διαπιστώνονται τα ακόλουθα: Κατ’ εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό, το Δ.Σ. της .... ενέκρινε την απευθείας ανάθεση «λόγω κατεπείγοντος και σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του ν. 2539/1997». Και τούτο, διότι η τελευταία αυτή διάταξη δεν ισχύει πλέον. Ειδικότερα, η διάταξη αυτή, η οποία όριζε ότι «η σύναψη συμβάσεως για την απευθείας ανάθεση … προμήθειας από το δήμαρχο ή πρόεδρο κοινότητας και λοιπούς φορείς της παραγράφου 1 του άρθρου 266 του π.δ/τος 410/1995, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 267 του π.δ/τος 410/1995, επιτρέπεται μόνο για έκτακτες και επείγουσες περιπτώσεις ειδικά αιτιολογημένες», προσέθεσε στις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του προμνησθέντος άρθρου 267 του πρώην Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα   (π.δ. 410/1995, Α΄ 231) περί της απευθείας ανάθεσης προμήθειας, χωρίς προηγούμενη απόφαση του συλλογικού οργάνου διοίκησης, από τον Δήμαρχο   ή τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου των λοιπών, πλην δήμων και κοινοτήτων, φορέων της παραγράφου 1 του άρθρου 266 (δηλαδή των συνδέσμων δήμων, των ν.π.δ.δ. αυτών και των ιδρυμάτων τους). Το τελευταίο δε αυτό άρθρο όριζε ότι για όλους τους ανωτέρω φορείς εφαρμόζεται ο Ε.Κ.Π.Ο.Τ.Α., πλην των χρηματικών ορίων που ήδη ορίζονταν στο προαναφερόμενο άρθρο 267 παράγραφος 1, και τις έκτακτες και επείγουσες περιπτώσεις, ειδικώς αιτιολογημένες. (...)Ωστόσο, η κρινόμενη προμήθεια, για την οποία αβασίμως ο Επίτροπος προβάλλει εφαρμογή της διάταξης του Ενιαίου Προγράμματος Προμηθειών ετών 2014 και 2015 περί απαγόρευσης προμήθειας μεταχειρισμένων ειδών, διότι αυτή εξαιρείται λόγω ποσού από την ένταξή της σε αυτό (βλ. σκέψη 2. Γ.), είναι μη νόμιμη, δεδομένου ότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ότι  η αγορά ενός μεταχειρισμένου μετασχηματιστή, ο οποίος έχει ένα χρόνο εγγύηση εφόσον τηρηθούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, είναι οικονομικότερη και αποδοτικότερη έναντι της αγοράς ενός νέου μετασχηματιστή κατόπιν διενέργειας πρόχειρου διαγωνισμού.(...)Κατ’ ακολουθίαν όλων όσων προαναφέρθηκαν, η εντελλόμενη δαπάνη, κατά παραδοχή του δεύτερου λόγου διαφωνίας του Επιτρόπου, δεν είναι νόμιμη και το 16Α, οικονομικού έτους 2017, χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/143/2023

Συμφωνίας - πλαίσιο Παροχής υπηρεσιών επισκευής οχημάτων:επιδιώκεται η ανάκληση της 595/2022 Πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(.....)Με τα δεδομένα αυτά το Δικαστήριο κρίνει ότι ο προσφεύγων Δήμος δεν αποδεικνύει τον βασικό του ισχυρισμό ότι το αντικείμενο της συμφωνίας - πλαίσιο είχε αναλωθεί ή ότι πρόκειται άμεσα να αναλωθεί, ώστε έτσι να δικαιολογείται η τροποποίηση της συμφωνίας – πλαίσιο, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 132 παρ. 1 περ. γ΄ του ν. 4412/2016. Ειδικότερα, κατά τον χρόνο υποβολής (27.6.2022) του αιτήματος της αρμόδιας υπηρεσίας του (Διεύθυνση Μηχανολογικού) για την τροποποίηση της συμφωνίας – πλαίσιο με επέκταση του οικονομικού της αντικειμένου κατά το ήμισυ, δεν είχε καν εκκινήσει η εκτέλεση της υπογραφείσας στις 21.12.2021 ως άνω συμφωνίας, δεδομένου ότι η 1η εκτελεστική αυτής σύμβαση συνήφθη μόλις στις 14.7.2022. Περαιτέρω, κατά τον χρόνο λήψης (17.10.2022) της 1551/2022 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του προσφεύγοντος περί τροποποίησης της συμφωνίας - πλαίσιο, είχε μεν εγκριθεί η σύναψη της 2ης εκτελεστικής αυτής σύμβασης (στην ίδια 41η συνεδρίαση του οργάνου αυτού) με την 1546/2022 όμοια, πλην όμως δεν προκύπτει από τον φάκελο της υπόθεσης ότι, παρά την κατά τα ανωτέρω έγκριση της σύναψής της, έχει πράγματι υπογραφεί η 2η εκτελεστική σύμβαση από τα συμβαλλόμενα μέρη, με συνέπεια το εγκεκριμένο οικονομικό της αντικείμενο να μην μπορεί να θεωρηθεί ως αναλωθέν και να συναθροιστεί με το ήδη αναλωθέν όμοιο της 1ης εκτελεστικής  σύμβασης και να μειωθεί αντίστοιχα το συνολικά συμφωνηθέν τίμημα της συμφωνίας - πλαίσιο. Επομένως, δεν αποδεικνύεται από τον προσφεύγοντα η εξάντληση του ανταλλάγματος της συμφωνίας – πλαίσιο κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης περί τροποποίησης, κατά τον οποίον μόνο το ποσό των 159.842,16 ευρώ (πλέον ΦΠΑ) της 1ης εκτελεστικής σύμβασης, ήτοι το ένα τρίτο περίπου της συμφωνηθείσας αξίας της συμφωνίας – πλαίσιο, είχε αποδεδειγμένα αναλωθεί. Τούτο μάλιστα ενώ η (ενδεικτική) πρόβλεψη της συμφωνίας – πλαίσιο για το ποσοστό ανάλωσης της συμβατικής αξίας ανερχόταν σε 15% και 30% για τα δύο πρώτα έτη ισχύος της (2021 και 2022), αντίστοιχα. Πολλώ μάλλον, δεν μπορεί να γίνει δεκτό και να δικαιολογήσει την επέκταση του οικονομικού αντικειμένου της συμφωνίας – πλαίσιο η επικαλούμενη 3η εκτελεστική σύμβαση, η οποία πρόκειται να περιλάβει βλάβες των οχημάτων που έπονται της 2ης εκτελεστικής σύμβασης, κοστολογημένες σε ποσό 184.091,39 ευρώ, καθόσον από τον φάκελο της υπόθεσης δεν προκύπτει ότι έχουν εντός του έτους 2023 εκκινήσει οι διοικητικές διαδικασίες για τη σύναψή της (απόφαση Οικονομικής Επιτροπής για την αποστολή πρόσκλησης σε ηλεκτρονική διαδικασία σύναψης) και, συνεπώς, η επίκλησή της δεν δύναται να στηρίξει τους ισχυρισμούς του εκκαλούντος περί εκτεταμένης ανάλωσης, άλλως επικείμενης εξάντλησης, του οικονομικού αντικειμένου της συμφωνίας – πλαίσιο. Ανεξαρτήτως των ανωτέρω, ο προσφεύγων Δήμος προσκομίζει στοιχεία για να αποδείξει ότι το προς εκτέλεση υπόλοιπο του συμφωνηθέντος τιμήματος  που θα έχει απομείνει, μετά από τον συνυπολογισμό του ποσού της συναφθησόμενης 3ης εκτελεστικής σύμβασης, ανέρχεται σε μόλις 16.909,78 ευρώ (βλ. τον αναλυτικό ανά ομάδα πίνακα στη σελ. 8 της προσφυγής που βασίζεται σε όμοιο πίνακα στο 363063/27.12.2022 έγγραφο της Διεύθυνσης Μηχανολογικού του Δήμου), ποσό που εντούτοις δεν συμπίπτει με τον προσκομιζόμενο, άνευ τίτλου και υπογραφής πίνακα στον οποίο αναφέρεται ότι το συνολικό προς ανάλωση ποσό, μετά την εκτέλεση και των τριών εκτελεστικών συμβάσεων, θα ανέλθει σε 50.785,97 ευρώ. Συνακόλουθα, ακόμα και εάν γινόταν δεκτό ότι τα ποσά των δύο (2ης και 3ης) εκτελεστικών συμβάσεων πρέπει να συνυπολογιστούν για τον καθορισμό του ποσού της συμφωνίας – πλαίσιο που έχει αναλωθεί, εντούτοις τα στοιχεία που προσκομίζονται παρίστανται αντιφατικά και ως εκ τούτου δεν δύναται να συναχθεί ασφαλές συμπέρασμα ως προς το ακριβές αναλωθέν συμβατικό τίμημα. Εξάλλου, δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο στον φάκελο σχετικά με την επικαλούμενη έναρξη των διαδικασιών για τη σύνταξη μελέτης από την αρμόδια υπηρεσία ενόψει διενέργειας νέου διαγωνισμού, άρα αναποδείκτως επικαλείται ο προσφεύγων ότι έχει ήδη εκκινήσει νέα διαδικασία για την ανάθεση των επίμαχων προμηθειών και υπηρεσιών. Ως εκ τούτων και βάσει όσων έγιναν δεκτά στη σκέψη 5.γ δεν είναι νόμιμη η σύναψη τροποποιητικής σύμβασης της από 21.12.2021 συμφωνίας – πλαίσιο δεδομένου ότι το αποδεδειγμένα αναλωθέν ποσό για τις επίμαχες έξι ομάδες ειδών και υπηρεσιών (με την πρώτη εκτελεστική σύμβαση αναλώθηκε ποσό για τις 1η, 2η και 7η από τις εν λόγω ομάδες, ύψους 157.543,09 ευρώ), συναθροιζόμενο με το οικονομικό αντικείμενο της σκοπούμενης τροποποιητικής σύμβασης (242.943,00 ευρώ), όχι μόνο δεν υπερβαίνει αλλά υπολείπεται του συμφωνηθέντος τιμήματος της ήδη εκτελούμενης συμφωνίας – πλαίσιο, κατά το μέρος που αυτή αφορά στις εν λόγω ομάδες (485.886,00 ευρώ).Δεν ανακαλεί την 595/2022 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΕΣ/Τ7/171/2009

Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις προεκτεθείσες διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Ο αναπτυξιακός σκοπός της σύναψης των ανωτέρω συμβάσεων προκύπτει τόσο από τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του ν. 1416/1984, με τις διατάξεις του άρθρου 11 του οποίου προβλέφθηκε το πρώτον ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, στην οποία έκθεση αναφέρεται (σελίδα 4) ότι με τις συμβάσεις αυτές «εξασφαλίζεται η κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων, η οικονομική αποκέντρωση καθώς και η αξιοποίηση των τοπικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής, όπου θα συγκεντρώνεται η αναπτυξιακή προσπάθεια» καθώς και από τα πρακτικά της ΝΣΤ συνεδρίασης της Βουλής της 9 Ιανουαρίου 1984, κατά την οποία συζητήθηκε το οικείο σχέδιο νόμου, στα οποία αναφέρεται (σελίδα 2807), ότι στόχος του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων είναι η ανάπτυξη μιας περιοχής. Αλλά και με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 2738/1999, με τις οποίες είχε αντικατασταθεί το άρθρο 35 του προϊσχύσαντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, στο οποίο είχαν κωδικοποιηθεί οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1416/1984 (το άρθρο 35 επαναλαμβάνεται στο άρθρο 225 του ισχύοντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα με τροποποιήσεις μόνο αναφορικά με τα πρόσωπα που δύνανται να συνάψουν ή να συμμετέχουν σε προγραμματική σύμβαση, τη δυνατότητα ανάθεσης σε τρίτο της διαχείρισης, εκμετάλλευσης και συντήρησης των έργων της προγραμματικής σύμβασης καθώς και την περίπτωση που τα προβλεπόμενα στην προγραμματική σύμβαση έργα είναι πολιτιστικού χαρακτήρα), γινόταν υπενθύμιση του αναπτυξιακού χαρακτήρα του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων, εφόσον στην εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού αναφερόταν ότι η εφαρμογή των συμβάσεων αυτών στο δημόσιο τομέα «συνέβαλε στην εκτέλεση πλείστων έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που δεν θα μπορούσαν να προωθηθούν χωρίς την εφαρμογή του θεσμού αυτού». Συνεπώς, τόσο τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο σύναψης μιας προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ΄ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (πρβλ. Πρακτικά 14ης Συν /9.5.2006 και Πράξη 304/2006 VII Τμ. Ελ.Συν.) και να μη μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο εκτός της σύναψης της οικείας προγραμματικής σύμβασης (πρβλ. Πράξη 205/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.). Για το λόγο αυτό, δεν επιτρέπεται να εμπίπτουν οι ως άνω υπηρεσίες στα συνήθη καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπηρεσιών του συμβαλλόμενου Δήμου, όπως αυτά περιγράφονται στο νόμο και στις οικείες οργανικές διατάξεις, καθόσον η εκτέλεση τέτοιων υπηρεσιών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης θα προκαλούσε αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της υπηρεσίας και θα ήταν δυνατόν, επίσης, να οδηγήσει σε χρηματοδότηση κοινωφελούς δημοτικής επιχείρησης κατά παράβαση του άρθρου 259 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (πρβλ. Πράξη 137/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.), ενώ επιτρέπεται, στο πλαίσιο εκτέλεσης μιας τέτοιας σύμβασης, με αντικείμενο σύμφωνο με το νόμο, δηλαδή αναπτυξιακού χαρακτήρα, να απασχολείται προσωπικό ενός από τους συμμετέχοντες φορείς σε άλλο φορέα καθώς και η παραχώρηση της χρήσης ακινήτων, εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και μέσων, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για την εξυπηρέτηση των σκοπών της σύμβασης (πρβλ. Πράξεις 304/2006, πρβλ. 171/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.).


ΝΣΚ/87/2023

Ερωτάται ποιές είναι οι εφαρμοστέες διατάξεις (του προϊσχύοντος ή του ισχύοντος-τροποποιημένου) καταστατικού του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Υπαλλήλων Φαρμακευτικών Εργασιών (ΤΕΑΥΦΕ), αναφορικά α) με τη σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.), καθώς και β) της Ελεγκτικής Επιτροπής του ΤΕΑΥΦΕ, δεδομένου ότι η κατά εξάμηνο παραταθείσα θητεία του απερχόμενου Δ.Σ. λήγει στις 07.07.2023, μη δυνάμενη να παραταθεί έτι περαιτέρω κατ’ εφαρμογή της διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 12 του καταστατικού του Ταμείου.(...)Α) Όσον αφορά στη σύνθεση και στη συγκρότηση του Δ.Σ. του ΤΕAΥΦΕ, εφαρμοστέες είναι οι διατάξεις του καταστατικού του [Φ.51020/5352/121/13 (Β’ 412/22.02.2013) απόφαση του (τότε) Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας], όπως αυτές ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους στις 23.05.2023 με το ισχύον καταστατικό [Φ.51020/51088/23 (Β’ 3449/23.05.2023) απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων]. Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων αυτών (άρθρο 13 του καταστατικού και άρθρο 1 σημείο 1.1.γ.γ. του Κεφαλαίου Δ΄ του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του ΤΕAΥΦΕ, η συγκρότηση του Δ.Σ. αυτού ολοκληρώθηκε αφενός με το πέρας των αρχαιρεσιών στις 05.05.2023 και την ανακοίνωση στις 16.05.2023 της ανάδειξης των αιρετών μελών του (πέντε τακτικών και ισάριθμων αναπληρωματικών) και αφετέρου με τον ορισμό των υπολοίπων τεσσάρων μελών του Δ.Σ. όπως αυτά προτάθηκαν (υποδείχτηκαν) από τις οικείες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Ο απερχόμενος Πρόεδρος του Δ.Σ. του ΤΕΑΥΦΕ οφείλει να συγκαλέσει εγγράφως σε πρώτη συνεδρίαση το συγκροτηθέν, κατά τα άνω, νέο Δ.Σ. (με την προβλεπόμενη -στις αρχικές και πριν την τροποποίησή τους στις 23.05.2023- διατάξεις του καταστατικού του Ταμείου, σύνθεσή του), προκειμένου το εν λόγω Δ.Σ. να εκλέξει με μυστική ψηφοφορία και απλή πλειοψηφία του συνόλου των μελών του τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο αυτού, κατά τα διαλαμβανόμενα στη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του προϊσχύοντος καταστατικού του Ταμείου. Στην περίπτωση αυτή είναι εφαρμοστέα και η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του καταστατικού αυτού, σύμφωνα με την οποία στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα (εννοείται από την συγκρότησή του ως συλλογικού οργάνου με την εκλογή των αιρετών μελών και την υπόδειξη των λοιπών μελών του Δ.Σ.), μέχρι τη συ¬γκρότηση του νέου Δ.Σ. του Ταμείου σε σώμα με την εκλογή του Προέδρου και Αντιπροέδρου του και την παράδοση σε αυτό της διοίκησης και της διαχείρισης, παρατείνεται αυτοδίκαια η θητεία του απερχόμενου Δ.Σ. όχι πάντως για περισσότερο από δέκα (10) ημέρες. Έτσι, η θητεία του απερχόμενου Δ.Σ. θα λήξει πλέον, αντί για τις 07.07.2023, δέκα ημέρες αργότερα, στις 17.07.2023 (ομόφωνα). Β) Όσον αφορά στην Ελεγκτική Επιτροπή, εφαρμοστέες, ως προς την συγκρότησή της, είναι οι διατάξεις του άρθρου 19 του προϊσχύοντος καταστατικού του ΤΕΥΑΦΕ (δεδομένου ότι οι ρυθμίσεις του ισχύοντος καταστατικού δεν έχουν αναδρομική ισχύ), καθώς και του άρθρου 1 σημεία 1.1.γ.α και 1.1.ε. του Κεφαλαίου Δ΄ του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του ΤΕAΥΦΕ. Συνεπώς και σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, η συγκρότηση του οργάνου αυτού πρέπει να θεωρηθεί ότι ολοκληρώθηκε με το πέρας ως άνω αρχαιρεσιών στις 05.05.2023 και την ανακοίνωση στις 16.05.2023 της ανάδειξης των δύο αιρετών μελών (και του ενός αναπληρωματικού μέλους) και αφετέρου με τον ορισμό του ενός μέλους (και του αναπληρωματικού του) από την οικεία εργοδοτική οργάνωση (ομόφωνα).


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/370/2020

Ανάδειξη  αναδόχου για παροχή υπηρεσιών ασφάλειας...Στην παράγραφο 5 του άρθρου 95 ν. 4412/2016 (Τρόπος σύνταξης και υποβολής οικονομικών προσφορών), που εφαρμόζεται αναλόγως στην παρούσα διαδικασία δυνάμει του άρθρου 315 του εν λόγω νόμου, ορίζεται ότι: «Στις διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης προμηθειών και παροχής γενικών υπηρεσιών, ισχύουν επιπλέον τα ακόλουθα: α) η τιμή του προς προμήθεια υλικού ή της παρεχόμενης υπηρεσίας δίνεται ανά μονάδα, όπως καθορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης. Στην τιμή περιλαμβάνονται οι υπέρ τρίτων κρατήσεις, ως και κάθε άλλη επιβάρυνση, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, μη συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α., για παράδοση του υλικού ή της παρεχόμενης υπηρεσίας στον τόπο και με τον τρόπο που προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης (…)». Περαιτέρω, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 64 παρ. 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.4172/2013, Α΄ 167), όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της παρ. αυτής από το άρθρο πρώτο (παρ. Δ, υποπαρ.1, περ. 16) του ν. 4254/2014 (Α΄ 85), «Οι φορείς γενικής κυβέρνησης εκτός από τις κεφαλαιουχικές εταιρείες κατά την προμήθεια κάθε είδους αγαθών ή υπηρεσιών από φυσικά ή νομικά πρόσωπα υποχρεούνται, κατά την καταβολή ή την έκδοση της σχετικής εντολής πληρωμής της αξίας αυτών, να παρακρατούν φόρο εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται στο καθαρό ποσό της αξίας των αγαθών ή υπηρεσιών με συντελεστή ως ακολούθως: αα) (…) ββ) (…) γγ) ποσοστό 8% για την παροχή υπηρεσιών (…)». Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι οι φορείς γενικής κυβέρνησης που αποτελούν κεφαλαιουχικές εταιρείες, όπως στην προκειμένη περίπτωση η ..., δεν υποχρεούνται, κατά τη λήψη υπηρεσιών από τρίτο, να προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος 8% (βλ. ΔΕφΑθ 80/2020), η οποία συνιστά «κάθε άλλη επιβάρυνση» στην οικονομική προσφορά των οικονομικών φορέων σε δημόσιους διαγωνισμούς (Ελ.Συν. VI Tμ. 1084/2020). Συνεπώς, όπου στην παρούσα διακήρυξη (βλ. όρους 2.4.4. και 5.1. «Τρόπος Πληρωμής» της διακήρυξης) αναφέρεται ότι με κάθε πληρωμή θα γίνεται η προβλεπόμενη από την κείμενη νομοθεσία παρακράτηση φόρου εισοδήματος, η αναφορά αυτή πρέπει να θεωρηθεί ότι δεν αφορά στην ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία, αφού δεν προβλέπεται σχετική υποχρέωση της ... από την κείμενη φορολογική νομοθεσία. Επομένως, αν και με διάφορη αιτιολογία, ωστόσο, ορθώς εκ του αποτελέσματος ο αναθέτων φορέας δέχτηκε, με το 4919/26.3.2020 έγγραφο διευκρινήσεών του, ότι είναι παραδεκτές στην ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία οι οικονομικές προσφορές στις οποίες δεν συνυπολογίζεται η ως άνω παρακράτηση φόρου εισοδήματος (όπως εν προκειμένω η οικονομική προσφορά της αναδόχου εταιρείας).Στο υποβληθέν σχέδιο σύμβασης, και συγκεκριμένα στον όρο 8, δεν έχουν συμπληρωθεί τα προβλεπόμενα στις περιπτ. α΄ έως ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010 στοιχεία (ο αριθμός των εργαζομένων που θα απασχοληθούν στο έργο, οι ημέρες και ώρες εργασίας τους, η συλλογική σύμβαση εργασίας στην οποία υπάγονται, το ύψος των πάσης φύσεως νομίμων αποδοχών τους και το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών), που περιλαμβάνονται στην οικονομική προσφορά της αναδόχου εταιρείας...Κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος για έλεγχο σχεδίου σύμβασης μεταξύ της «...» (...) και της εταιρείας «..» με αντικείμενο τη «Λήψη υπηρεσιών ασφάλειας/φύλαξης λιμενικών εγκαταστάσεων αρμοδιότητας ..., στο πλαίσιο  εφαρμογής του κώδικα ISPS».ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.6/2643/2020


ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/3034/2011

Ανάδειξη συνεργείου παροχής υπηρεσιών καθαριότητας:..ζητείται η αναθεώρηση της 2242/2011 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με αυτά τα δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα μείζονος – επταμελούς σύνθεσης άγεται στην κρίση ότι η ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία πάσχει κατά τις διαπιστωθείσες με την προσβαλλόμενη απόφαση νομικές πλημμέλειες. Οι προβαλλόμενοι δια της αναθεωρητικής αίτησης λόγοι, με τους οποίους υποστηρίζεται ότι η δημοσίευση της προκαταρκτικής προκήρυξης πληρούσε τους όρους δημοσιότητας που τίθενται από το π.δ. 60/2007, καθώς σε αυτήν παρατέθηκαν στοιχεία του διαγωνισμού, όπως ο φορέας και ο τόπος διεξαγωγής του, οπότε οι ενδιαφερόμενοι απέκτησαν πρόσβαση και είχαν τη δυνατότητα να ενημερωθούν περαιτέρω, ενώ δεν προκλήθηκε νόθευση του ελεύθερου και υγιούς ανταγωνισμού, ούτε παραβιάστηκε η αρχή της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζόμενων, αποβαίνει απορριπτέος ως αβάσιμος. Τούτο διότι σκοπός των ανωτέρω κανόνων δημοσιότητας είναι η ανάπτυξη πραγματικού και υγιούς ανταγωνισμού σε κοινοτικό επίπεδο με την όσο το δυνατόν ευρύτερη γνωστοποίηση του διαγωνισμού ο οποίος επιτυγχάνεται, εφόσον οι τυχόν ενδιαφερόμενοι από άλλα κράτη μέλη είναι σε θέση να υποβάλλουν τις προσφορές τους υπό συνθήκες παρεμφερείς προς αυτές των ημεδαπών προσφερόντων, πράγμα που προϋποθέτει έγκαιρη ενημέρωσή τους ως προς τα κύρια σημεία μιας προκήρυξης. Περαιτέρω, στην προκαταρκτική προκήρυξη του ελεγχόμενου διαγωνισμού δεν είχαν περιληφθεί ουσιώδεις πληροφορίες, όπως ο χρόνος διεξαγωγής του διαγωνισμού ή ο χρόνος έναρξης παροχής των υπηρεσιών (έστω κατά προσέγγιση). Επίσης, το Τμήμα κρίνει ότι ναι μεν η ερμηνεία όρων της διακήρυξης από την αναθέτουσα αρχή δεν αποτελεί άνευ ετέρου τροποποίησή της, στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση, η ερμηνεία του άρθρου 12 που υιοθετήθηκε από την αναθέτουσα αρχή, συνιστούσε ουσιώδη τροποποίησή του και, ως τέτοια, έπρεπε να περιληφθεί τις αναγκαίες διατυπώσεις δημοσιότητας. Υπέρ της εκδοχής αυτής συνηγορεί και το γεγονός ότι θεωρήθηκε σκόπιμο η σχετική απόφαση να διαβιβαστεί από την αναθέτουσα αρχή σε όλες τις εταιρείες που είχαν ήδη λάβει γνώση της διακήρυξης. Τέλος και ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι η μη υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης θα έχει ως αποτέλεσμα την εκ νέου προκήρυξη και διεξαγωγή του διαγωνισμού, γεγονός που παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, ενόψει των δυσμενών συνεπειών τόσο για την αναθέτουσα αρχή όσο και για την μειοδότρια εταιρεία «.....», τυγχάνει ωσαύτως απορριπτέος ως αβάσιμος δοθέντος ότι, ενόψει τόσο της κοινοτικής προέλευσης των διατάξεων αυτών, όσο και κυρίως, του σκοπού που εξυπηρετούν, οι εντοπισθείσες πλημμέλειες δεν μπορούν να θεωρηθούν επουσιώδεις, με αποτέλεσμα να μην καταλείπεται δυνατότητα διαφορετικής κρίσης σχετικά με τη νομιμότητα της όλης διαδικασίας. Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο ισχυρισμός της αναθέτουσας αρχής ότι τα αρμόδια όργανά της, συγγνωστώς υπέλαβαν ότι η σύναψη της κρινόμενης συμβάσεως είναι νόμιμη. Τούτο δε, διότι, ανεξαρτήτως του παραδεκτού ή μη της προβολής της συγγνωστής πλάνης ως λόγου αναθεωρήσεως, πλάνη και δη συγγνωστή δεν χωρεί εν προκειμένω, ενόψει της σαφήνειας των σχετικών διατάξεων του π.δ. 60/2007, με το οποίο ενσωματώθηκαν στην εσωτερική έννομη τάξη ρυθμίσεις του κοινοτικού δικαίου.Απορρίπτει την αίτηση αναθεώρησης 


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/195/2020

Οριοθέτηση-διευθέτηση ρεμάτων...Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες νομικές σκέψεις το Κλιμάκιο κρίνει τα εξής:i. Ο προβλεπόμενος στο άρθρο 19.2 της διακήρυξης όρος περί απόδειξης της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας των υποψηφίων, σύμφωνα με τον οποίο απαιτείται κάθε μέλος υποψήφιας ένωσης εταιρειών, που έχει το μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στην κάθε κατηγορία μελέτης, να διαθέτει εν ισχύ ασφαλιστική κάλυψη έναντι επαγγελματικών κινδύνων με όριο αποζημίωσης ανά απαίτηση μεγαλύτερο των 800.000,00 ευρώ, είναι μη νόμιμος, καθόσον αντίκειται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 19 παρ. 2 του ν. 4412/2016 και περαιτέρω στην αρχή της αναλογικότητας, καθόσον περιορίζει εμμέσως την ισότιμη πρόσβαση των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων στην ελεγχόμενη διαδικασία ανάθεσης. Τούτο δε διότι, με το περιεχόμενο αυτό, ο εν λόγω όρος θέτει ως προϋπόθεση συμμετοχής στο διαγωνισμό την κατοχή από τους υποψηφίους μελετητές ασφαλιστικού συμβολαίου για την κάλυψη επαγγελματικού κινδύνου αξίας περίπου ίσης με τη συνολική προεκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση μελέτης και μάλιστα και για τις πέντε  ειδικότερες κατηγορίες μελετών που περιλαμβάνονται σε αυτήν, των οποίων η προεκτιμώμενη αξία κυμαίνεται από 43.960,46 ευρώ έως 307.777,56 ευρώ. Η απαίτηση ωστόσο αυτή που σκοπεί στην απόδειξη της οικονομικής ευρωστίας των υποψηφίων και επομένως της αξιοπιστίας τους ως προς την επιτυχή εκτέλεση της υπηρεσίας που ενδεχομένως θα τους ανατεθεί, προδήλως αποκλείει -και πάντως δεν ευνοεί- τη συμμετοχή στο διαγωνισμό των μικρομεσαίων μελετητών ή μελετητικών εταιρειών, οι οποίοι μολονότι διαθέτουν την ανάλογη επαγγελματική εμπειρία για την εκπόνηση των χαμηλότερης αξίας μελετών, όπως είναι εν προκειμένω η γεωλογική και η περιβαλλοντική μελέτη που απαιτούν αντίστοιχα την κατοχή χαμηλής τάξεως μελετητικού πτυχίου, δεν δύνανται να κατέλθουν ούτε ως μέλη ενώσεως στον εν λόγω διαγωνισμό, καθόσον καλούνται να ανταποκριθούν σε οικονομικές απαιτήσεις ίσες με το συνολικό προϋπολογισμό του έργου. Ο δε ισχυρισμός της αναθέτουσας αρχής περί στήριξης στην ικανότητα τρίτου για την πλήρωση του εν λόγω κριτηρίου, την οποία επικαλέστηκε στο 3059/24.2.2020 απαντητικό της έγγραφο απευθυνόμενη σε ενδιαφερόμενο μελετητή που έθεσε σχετικό ερώτημα (βλ. το από 19.2.2020 έγγραφο του ..., Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της εταιρείας με την επωνυμία «.....», η οποία δεν συμμετείχε στο διαγωνισμό) τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος. Τούτο διότι ο ενδιαφερόμενος μελετητής (φυσικό ή νομικό πρόσωπο), εφόσον συμπράξει με άλλους μελετητές για την ικανοποίηση των απαιτήσεων της διακήρυξης, αποβάλει στο πλαίσιο του συγκεκριμένου διαγωνισμού την αυτοτέλειά του ως οικονομικός φορέας και πλέον οικονομικός φορέας, στο πρόσωπο του οποίου κρίνεται η πλήρωση των κριτηρίων καταλληλότητας, με την επιφύλαξη των ειδικότερων προβλέψεων του άρθρου 19 του ν. 4412/2016, καθίσταται καταρχήν η ένωση εταιρειών, (βλ. και άρθρο 2 παρ. 1 περίπτ. 11 του ν. 4412/2016 περί του ορισμού της έννοιας του οικονομικού φορέα), η οποία ως αυτοτελής οντότητα -στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαδικασίας - δύναται να επικαλεστεί τις ικανότητες τρίτου, στην περίπτωση που η ίδια δεν πληροί τα κριτήρια καταλληλότητας, συμπεριλαμβανομένων και των κριτηρίων οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας.(...)Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι τα μέλη της αναδόχου ένωσης εταιρειών δεν προσκόμισαν τα προβλεπόμενα από τη διακήρυξη απαραίτητα στοιχεία για την τεκμηρίωση της απαιτούμενης από το άρθρο 19.3.Β της διακήρυξης εμπειρίας τους στην εκπόνηση μελετών αντίστοιχων με αυτών του υπό ανάθεση μελετητικού αντικειμένου και συνεπώς η 80/14.4.2020 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου ...., με την οποία εγκρίθηκε η πληρότητα των δικαιολογητικών κατακύρωσης της προσωρινής αναδόχου παρίσταται κατά τούτο μη νομίμως αιτιολογημένη.Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι συντρέχουν ουσιώδεις πλημμέλειες που κωλύουν την υπογραφή του σχεδίου σύμβασης