Δ.ΕΦ.ΑΘ/2706/2020
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Παροχή υπηρεσιών φύλαξης.... Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη του ότι: 1) η άρνηση θεώρησης του σχετικώς εκδοθέντος χρηματικού εντάλματος πληρωμής από το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν συνιστά νόμιμο λόγο μη εξόφλησης της ένδικης οφειλής, αφού, σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά στην τρίτη και τέταρτη σκέψη της παρούσας, ο εν λόγω προληπτικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν υποκαθιστά τον προκείμενο δικαστικό έλεγχο, 2) ο εναγόμενος Οργανισμός δεν προβάλλει ένσταση ακυρότητας της επίμαχης σύμβασης παρά μόνο παράβαση των συγκεκριμένων συμβατικών όρων, χωρίς όμως να προβάλλει ότι επηρεάστηκε εξαιτίας αυτών και η καταλληλότητα των παρασχεθεισών υπηρεσιών φύλαξης, για τις παραβάσεις δε αυτές δεν προβλέπεται η μη εξόφληση της αναδόχου παρά μόνο η καταγγελία της σύμβασης και η κήρυξη αυτής ως έκπτωτης καθώς και η επιβολή των προβλεπομένων εκ των διατάξεων του άρθρου 203 ν.4412/2016 κυρώσεων, κατά το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης και όχι μετά την υλοποίηση της και την παραλαβή ήδη των σχετικών υπηρεσιών, γεγονός άλλωστε που δεν έλαβε χώρα εν προκειμένω, και 3) ότι ο εναγόμενος Οργανισμός ουδέποτε αμφισβήτησε την οικονομική προσφορά της ενάγουσας, σε προγενέστερο της υπογραφής της ένδικης σύμβασης στάδιο όπως δικαιούτο, ούτε άλλωστε κάλεσε την ενάγουσα, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 88 του ν. 4412/2016, για την παροχή διευκρινήσεων ως προς το ύψος αυτής και τα δηλωθέντα περί χαμηλού κόστους ακόμη και κατά το χρονικό διάστημα που επακολούθησε της απόρριψης θεώρησης του σχετικού εντάλματος από το Ε.Σ έως τη λήξη του συμβατικού χρόνου αποδεχόμενος τη νομιμότητα αυτής στο σύνολό της και 4) ότι η ενάγουσα εκτέλεσε έστω και κατά παράβαση, όπως προεκτέθηκε, των συμβατικών της υποχρεώσεων, καθόλη τη διάρκεια της ένδικης σύμβασης τις παρασχεθείσες υπηρεσίες φύλαξης, τις οποίες και παρέλαβε ο εναγόμενος Οργανισμός, κρίνει ότι, μη νομίμως αυτός (εναγόμενος) και κατά παράβαση των σχετικών συμβατικών υποχρεώσεών του αρνείται να καταβάλει στην ενάγουσα την αξία των εν λόγω υπηρεσιών, συνολικού ποσού 122.254,56 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου φ.π.α, το ύψος εξάλλου των οποίων δεν αμφισβητείται ειδικώς, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αγωγή. Το ποσό δε αυτό πρέπει να αναγνωριστεί ότι οφείλει να το καταβάλλει ο εναγόμενος Οργανισμός νομιμοτόκως, ανεξαρτήτως της υπαιτιότητας ή μη αυτού, με τους νόμιμους τόκους υπερημερίας, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου Ζ΄ του ν.4152/2013 (φεκ Α 107), που ισχύουν εν προκειμένω, λόγω του χρόνου κατάρτισης της σύμβασης, ήτοι διατάξεις με τις οποίες ρυθμίζεται το ζήτημα της έντοκης καταβολής στις περιπτώσεις καθυστερήσεων πληρωμών στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και ν.π.δ.δ, όπως εν προκειμένω, δεδομένου ότι η ανωτέρω σύμβαση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων, χωρίς να απαιτείται ρητή σχετική πρόβλεψη στη σύμβαση αυτή, στην οποία, εξάλλου (όπως και στα σχετικά με την κατάρτιση αυτής έγγραφα που προσκομίστηκαν), δεν έχουν περιληφθεί συναφείς με το ζήτημα αυτό όροι ούτε, άλλωστε, ο εναγόμενος Οργανισμός επικαλείται την ύπαρξη τέτοιων όρων (ΣτΕ 3446/2013, 5112/2012, A.Π. 766/2014 κ.ά.). Όμως, το αίτημα έναρξης της τοκογονίας σε προγενέστερο της άσκησης της ένδικης αγωγής χρόνο και κατά τα ειδικότερα, οριζόμενα στην 1η σκέψη της παρούσας, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο. Και τούτο διότι, από την προαναφερόμενη σύμβαση μεταξύ της ενάγουσας και του ως άνω ν.π.δ.δ δεν προκύπτει ότι συμφωνήθηκε συγκεκριμένη ημερομηνία πληρωμής της αμοιβής της ώστε να οφείλεται τόκος υπερημερίας από την ημερομηνία που ακολουθεί αυτή (ημερομηνία πληρωμής) παρά μόνο η πληρωμή με την έκδοση χρηματικού εντάλματος, μετά την ποιοτική παραλαβή της υπηρεσίας τμηματικά ανά μήνα, βάσει νομίμων δικαιολογητικών, ήτοι στοιχεία που δεν προκύπτουν εν προκειμένω ώστε να χωρήσει η έντοκη καταβολή της αμοιβής της από την πάροδο 30 ημερών από την 5η ημέρα που ακολουθεί το μήνα της έκδοσης του σχετικού τιμολογίου, όπως αβασίμως προβάλλεται με την ένδικη αγωγή .
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕφΑθ/1235/2025
Με την κρινόμενη αγωγή, η ενάγουσα εταιρεία, επικαλούμενη τη ... διοικητική σύμβαση με αντικείμενο την παροχή της υπηρεσίας συμβούλου για την αναδιοργάνωση των δομών και την εκπόνηση σχεδίου στελέχωσης του εναγόμενου Δήμου, με απευθείας ανάθεση, ζητά παραδεκτώς να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του τελευταίου να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 14.880,00 ευρώ, ως συμβατικό τίμημα, λόγω μη καταβολής της συμφωνηθείσας αμοιβής, παρά την εκπλήρωση εκ μέρους της των συμβατικών της υποχρεώσεων, κατόπιν παράδοση και παραλαβής των συμφωνηθεισών υπηρεσιών, άλλως, κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. ΑΚ), νομιμοτόκως, από την επόμενη ημέρα μετά την πάροδο τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής των υπηρεσιών που έλαβε χώρα στις 30-11-2018, άλλως από την επίδοση της αγωγής της στον εναγόμενο Δήμο και μέχρι την πλήρη εξόφληση του ως άνω ποσού.(...)Περαιτέρω, ενόψει του ότι όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, για την παραλαβή των συμφωνηθεισών υπηρεσιών που αποτέλεσαν αντικείμενο της προεκτεθείσας σύμβασης, συντάχθηκε το από 30.11.2018 πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής της αρμόδιας προς τούτο Επιτροπής Παραλαβής του εναγόμενου Δήμου, που εγκρίθηκε με τη με αριθ. …/…2018 απόφαση της ... Συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου του εναγομένου Δήμου, από τα οποία προκύπτει η οριστική παραλαβή των εν λόγω παρασχεθεισών από την ενάγουσα εταιρεία υπηρεσιών που είχαν εκτελεστεί προσηκόντως σύμφωνα με τους συμβατικούς όρους έναντι του ποσού ύψους 14.880,00 ευρώ, βάσει και του εκδοθέντος από την ίδια τιμολογίου παροχής υπηρεσιών, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ενάγουσα εταιρεία έχει εκπληρώσει προσηκόντως τις συμβατικές της υποχρεώσεις έναντι του εναγόμενου Δήμου και, επομένως, ο τελευταίος, λαμβανομένου υπόψη ότι το προσκομισθέν από την ενάγουσα εταιρεία τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών δεν έχει εισέτι εξοφληθεί, οφείλει να της καταβάλει το συνολικό ποσό ύψους 14.880,00 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., νομιμοτόκως, με το προβλεπόμενο στην υποπαρ. Ζ.5. της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 επιτόκιο, υπολογιζόμενο από την τριακοστή πρώτη (31η) ημέρα από την ημερομηνία παράδοσης και παραλαβής των ως άνω υπηρεσιών, που έλαβε χώρα στις 30-11-2018, δηλαδή από την 31η-12-2018 έως την πλήρη εξόφληση, κατ΄ αποδοχή ως βάσιμης της κρινόμενης αγωγής της ενάγουσας εταιρείας, όσα δε περί του αντιθέτου προβάλλει ο εναγόμενος Δήμος απορρίπτονται ως αβάσιμα. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δέχεται την αγωγή.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/68/2019
Εκτέλεση έργου:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι εν λόγω συμβάσεις εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του ν.4412/2016 κατά τα προβλεπόμενα στην περ. ζ΄ του άρθρου 10 του ν.4412/2016. Και τούτο διότι, από τα προπαρατεθέντα άρθρα των ανωτέρω συμβάσεων που συνήφθησαν μεταξύ των φερόμενων ως δικαιούχων και του ... προκύπτει ότι οι τελευταίοι ασκούσαν τα καθήκοντά τους υπό τις οδηγίες και εντολές του Συντονιστή του έργου, ο οποίος είχε την εξουσία να θέτει τις γενικές και ειδικές παραμέτρους για την ποιοτική και ποσοτική εκτέλεση του έργου αυτού, ενώ παράλληλα υπόκεινταν στον έλεγχο και την εποπτεία αυτού σχετικώς με την προσήκουσα και εμπρόθεσμη εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους. Επιπλέον, η πιστοποίηση της ορθής εκπλήρωσης των συμβατικών τους υποχρεώσεων εξαρτιόταν από την αιτιολογημένη θετική εισήγηση του Συντονιστή του έργου, η οποία αποτελούσε προϋπόθεση για την καταβολή της αμοιβής τους, ενώ η έγκριση των οργάνων του Ταμείου ήταν αναγκαία, τόσο για την πραγματοποίηση των εκτός έδρας μετακινήσεών τους, όσο και για την καταβολή των σχετικών δαπανών. Εξάλλου, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι οι επίμαχες συμβάσεις ήταν συμβάσεις παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών και όχι εξαρτημένης εργασίας. Ειδικότερα, ουδόλως αναφέρεται σε αυτές ότι οι φερόμενοι ως δικαιούχοι μπορούσαν να προσέρχονται στον χώρο εργασίας τους και να αναχωρούν από αυτόν στον κατά την κρίση τους αναγκαίο χρόνο για τη διεκπεραίωση των ανατεθέντων καθηκόντων τους, ούτε επίσης προκύπτει ότι αυτοί, κατά τη διάρκεια της επίμαχης σύμβασης, εργάζονταν ως ελεύθεροι επαγγελματίες, παρέχοντας υπηρεσίες και σε άλλους εργοδότες. Επιπλέον, δεν προκύπτει ότι είχαν τη δυνατότητα να επιλέγουν οι ίδιοι τους βασικούς όρους της απασχόλησής τους, χωρίς να ελέγχονται από τον εργοδότη τους ως προς τον τόπο, τον τρόπο και ακόμη και εν μέρει το χρόνο παροχής των υπηρεσιών τους. Αντιθέτως, από το γεγονός ότι υπήρχε καθοδήγηση, έλεγχος και εποπτεία του Ταμείου στους φερόμενους ως δικαιούχους μέσω ιεραρχικά ανωτέρων οργάνων του (Συντονιστή του Έργου), καθώς επίσης και από τη φύση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί, τα οποία προϋποθέτουν πλήρη απασχόληση, προκύπτει ότι τα μέρη με τις συναφθείσες συμβάσεις απέβλεψαν στην αποκλειστική και συνεχή απασχόληση των φερόμενων ως δικαιούχων, υπό την καθοδήγηση και την εποπτεία του Συντονιστή του Έργου. (..)Τούτων δοθέντων και μη προβαλλόμενης άλλης πλημμέλειας από την Επίτροπο, οι εντελλόμενες δαπάνες είναι νόμιμες και τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα θα μπορούσαν να θεωρηθούν εάν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος τις πιστώσεις του οποίου βαρύνουν.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/43/2019
Παροχή υπηρεσιών οικονομικής – διοικητικής διαχειρίσεως:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την Επίτροπο με τον προμνησθέντα λόγο διαφωνίας, οι επίμαχες συμβάσεις συνιστούν συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας και όχι συμβάσεις παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή συμβάσεις έργου. Ειδικότερα, όσον αφορά τη σύμβαση του …, από τα προπαρατεθέντα άρθρα της συμβάσεως που συνήφθη μεταξύ αυτού και του Πράσινου Ταμείου συνάγεται ότι αυτός, ενεργώντας ως Οικονομικός Διαχειριστής και μέλος της ομάδας του έργου που είχε αναλάβει το Ταμείο ως Συνδικαιούχος του Προγράμματος LIFE RE-WEEE, ασκούσε τα καθήκοντά του υπό τις οδηγίες και εντολές του Συντονιστή του έργου, ο οποίος είχε την εξουσία να θέτει τις γενικές και ειδικές παραμέτρους για την ποιοτική και ποσοτική εκτέλεση του έργου αυτού, ενώ παράλληλα υπέκειτο στον έλεγχο και την εποπτεία αυτού σχετικώς με την προσήκουσα και εμπρόθεσμη εκπλήρωση των υποχρεώσεών του. Εξάλλου, από κανένα στοιχείο δεν μπορεί να συναχθεί ότι η επίμαχη σύμβαση ήταν σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών και όχι εξαρτημένης εργασίας. Ειδικότερα, δεν αναφέρεται σε αυτήν ότι ο φερόμενος ως δικαιούχος μπορούσε να προσέρχεται στον χώρο εργασίας του και να αναχωρεί από αυτόν στον κατά την κρίση του αναγκαίο χρόνο για τη διεκπεραίωση των ανατεθέντων καθηκόντων του, ούτε επίσης προκύπτει ότι αυτός, κατά τη διάρκεια της επίμαχης συμβάσεως, μπορούσε να εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας, παρέχοντας υπηρεσίες και σε άλλους εργοδότες. Επιπλέον, δεν προκύπτει ότι είχε τη δυνατότητα να επιλέγει ο ίδιος τους βασικούς όρους της απασχολήσεώς του, χωρίς να ελέγχεται από τον εργοδότη του ως προς τον τόπο, τον τρόπο και ακόμη και εν μέρει τον χρόνο παροχής των υπηρεσιών του. Αντιθέτως, από το γεγονός ότι υπήρχε καθοδήγηση, έλεγχος και εποπτεία του Ταμείου στον φερόμενο ως δικαιούχο, μέσω ιεραρχικά ανωτέρων οργάνων του (Συντονιστή του Έργου), καθώς επίσης και από τη φύση και την πολλαπλότητα των καθηκόντων που του είχαν ανατεθεί, όπως αυτά εκτίθενται αναλυτικώς ανωτέρω (σκ. IV.B), τα οποία προϋποθέτουν πλήρη απασχόληση και συνεχή παρουσία στον τόπο εργασίας του, προκύπτει ότι τα μέρη με τη συναφθείσα σύμβαση απέβλεψαν στην αποκλειστική και συνεχή απασχόληση του φερόμενου ως δικαιούχου, υπό την καθοδήγηση και την εποπτεία του Συντονιστή του Έργου. Εξάλλου, σύμφωνα τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω (σκέψη II.B), ουδεμία επιρροή ασκεί ο τρόπος πληρωμής του φερόμενου ως δικαιούχου, ότι δηλαδή δεν πληρωνόταν με μηνιαίο μισθό, ούτε η μη ασφάλισή της στο ΙΚΑ και η παράλειψη χορήγησης σ’ αυτήν βεβαιώσεων μισθωτών υπηρεσιών, καθόσον τα ανωτέρω δεν αποτελούν αποφασιστικά κριτήρια χαρακτηρισμού της απασχολήσεώς του ως συμβάσεως παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών. Κατόπιν τούτων, η σχέση που συνέδεε τον φερόμενο ως δικαιούχο με το Ταμείο ήταν αυτή της συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας και όχι της συμβάσεως παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών. Τα ανωτέρω, δε, ισχύουν και όσον αφορά την σύμβαση της …, καθώς, οι προδιαληφθέντες όροι της συμβάσεως που συνήφθη μεταξύ αυτής και του Ταμείου είναι ταυτόσημοι με αυτούς που περιλαμβάνονται στην σύμβαση του ... Επιπροσθέτως, ανεξαρτήτως του ότι η σύμβαση της φερόμενης ως δικαιούχου φέρει τον τίτλο «Σύμβαση ανάθεσης έργου», δοθέντος ότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην σκέψη II.B., ο χαρακτηρισμός αυτός δεν είναι δεσμευτικός για το Κλιμάκιο, το Κλιμάκιο επισημαίνει ότι η σύμβαση αυτή δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της συμβάσεως έργου. Τούτο δε, διότι από τους προπαρατεθέντες όρους της εν λόγω συμβάσεως προκύπτει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη απέβλεψαν στην εργασία της φερόμενης ως δικαιούχου και όχι στην επίτευξη ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος και επιπλέον διότι στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει το στοιχείο της εξαρτήσεως από το Ταμείο, χωρίς να καταλείπεται στην φερόμενη ως δικαιούχο ελευθερία επιλογής ως προς τον τρόπο και το χρόνο εκπληρώσεως των συμβατικών της υποχρεώσεων. Κατόπιν των ανωτέρω και δοθέντος ότι οι συναφθείσες μεταξύ των φερομένων ως δικαιούχων και του .. Ταμείου συμβάσεις συνιστούν συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, με δυνατότητα ανανεώσεως αυτών (όπως οι εν λόγω συμβάσεις όριζαν κατά τον χρόνο συνάψεώς τους και πριν την τροποποίησή τους τον Οκτώβριο του 2018), βασίμως προβάλλεται από την Επίτροπο ότι πριν από τη σύναψή τους έπρεπε να έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις που προβλέπονται στις προμνησθείσες διατάξεις των άρθρων 21 του ν. 2190/1994, 1 παρ. 9 του ν. 4038/2012 και 4 παρ. 2 της ΠΥΣ 33/2006 (βλ. σκ. ΙΙΙ.A, B, Γ), ήτοι κοινοποίηση των ανακοινώσεων για πρόσληψη στο Α.Σ.Ε.Π. για έγκριση, ανάρτηση αυτών και δημοσίευση περιλήψεώς τους στον τύπο, αποστολή των πινάκων κατατάξεως στο Α.Σ.Ε.Π. για τη διενέργεια ελέγχου νομιμότητας και την παροχή δυνατότητας υποβολής ενστάσεων ενώπιον του Α.Σ.Ε.Π. από τους υποψηφίους, δημοσίευση των πράξεων προσλήψεων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δοθέντος ότι κατά τη σύναψή τους προβλεπόταν η δυνατότητα ανανεώσεως αυτών και ενημέρωση της Επιτροπής του άρθρου 2 παρ. 1 της ΠΥΣ και της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Επομένως, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από το .. Ταμείο είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Τέλος, αβασίμως το Ταμείο επικαλείται τη διάταξη του άρθρου 30 του ν.4314/2014, η οποία φορά συμβάσεις μισθώσεως έργου σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, καθώς, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, εν προκειμένω δεν πρόκειται για συμβάσεις έργου.
ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ/487/2025
Η απόφαση αφορά αγωγή πρώην υγειονομικού υπαλλήλου του ΕΟΠΥΥ, η οποία ζητούσε την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών βάσει των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Η ενάγουσα, ευρισκόμενη σε άδεια άνευ αποδοχών, έλαβε και αργότερα επέστρεψε στον ΕΟΠΥΥ συνολικό ποσό 29.309,80 ευρώ ως αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές. Η ενάγουσα υποστήριξε ότι μέρος αυτού του ποσού, συγκεκριμένα 3.346,11 ευρώ, είχε καταβληθεί χωρίς να οφείλεται. Το Δικαστήριο, αφού εξέτασε τη δικογραφία και τους υπολογισμούς, έκρινε ότι ο ΕΟΠΥΥ είχε νόμιμη απαίτηση μόνο για 27.965,52 ευρώ. Αποφασίστηκε εν μέρει η αποδοχή της αγωγής και η υποχρέωση του ΕΟΠΥΥ να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 1.344,28 ευρώ, νομιμοτόκως από 19.11.2018, απαλλάσσοντας παράλληλα τον Οργανισμό από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας.
ΕΣ/ΤΜ.6/1084/2020
ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΥ ΚΤΙΡΙΩΝ...Κατόπιν των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα παρατίθενται στη σκέψη υπό στοιχείο ΙΙ, το Τμήμα, λαμβάνοντας υπόψη αφενός μεν το ύψος της προσφερθείσας από την εταιρεία «...» τιμής (1.130.790,72 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., για 2 έτη), όπως αποτυπώνεται στην από 19.11.2019 οικονομική της προσφορά και αιτιολογείται - με αναφορά στις «εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες» που διαθέτει η εταιρεία αυτή - στο από 19.11.2019 έγγραφό της (υπό τον τίτλο «ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΑ ΑΝΑΛΥΣΗΣ»), σε σχέση με την προϋπολογισθείσα αξία της εν λόγω σύμβασης (1.150.000,00 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., για 2 έτη), αφετέρου δε ότι το ύψος του διοικητικού κόστους παροχής των υπηρεσιών, του κόστους αναλωσίμων και του εργολαβικού κέρδους δεν προσδιορίζεται με συγκεκριμένα ποσοστά στο νόμο, ούτε περιλαμβάνεται στα στοιχεία που υποχρεωτικά - επί ποινή αποκλεισμού - αναγράφονται στην προσφορά (βλ. άρθρο 68 παρ. 1 α΄ έως στ΄ του ν. 3863/2010, Α΄ 115, βλ. και Ε.Σ. VI Τμ. 6175, 7785/2015), κρίνει ότι δεν τεκμηριώνεται εν προκειμένω η κρίση ότι η οικονομική προσφορά της αναδόχου εταιρείας «περιλαμβάνει ασυνήθιστα χαμηλές τιμές». Εξάλλου, το αιτούν, κρίνοντας σιωπηρά ότι η επίμαχη από 19.11.2019 οικονομική προσφορά, η οποία συνοδεύεται από το από 19.11.2019 έγγραφο αιτιολόγησής της, δεν παρίσταται ασυνήθιστα χαμηλή και ότι, συνακόλουθα, δεν συνέτρεχε ανάγκη πρόσκλησης της παρεμβαίνουσας ήδη εταιρείας προς αιτιολόγηση της προσφοράς της, δεν υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής του ευχέρειας και, επομένως, δεν στοιχειοθετείται εν προκειμένω παραβίαση των οριζόμενων στο άρθρο 88 του ν. 4412/2016 (βλ. και Ε.Σ. VI Τμ. 1345/2018, 1325/2019), όπως βάσιμα προβάλλεται με την ένδικη αίτηση και την ασκηθείσα υπέρ αυτής παρέμβαση.(...)Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω και εφόσον δεν διαπιστώθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη άλλος διακωλυτικός της υπογραφής της ελεγχόμενης σύμβασης λόγος, το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει η υπό κρίση αίτηση και η ασκηθείσα υπέρ αυτής παρέμβαση της εταιρείας με την επωνυμία «...» να γίνουν δεκτές και να ανακληθεί η 7/2020 Πράξη του Αναπληρωτή Επιτρόπου της Υπηρεσίας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Περιφερειακή Ενότητα ..., καθώς και ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης με αντικείμενο «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΥ ΚΤΙΡΙΩΝ του Γ.Ν. ...».
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/133/2019
Δημιουργία πολιτιστικού κέντρου...Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο διαπιστώνει ότι ο προβλεπόμενος στο άρθρο 3.0.5. όρος του υποβληθέντος προς έλεγχο τροποποιημένου σχεδίου σύμβασης, σύμφωνα με τον οποίο ο Οφειλέτης υποχρεούται κατά τις ημερομηνίες καταβολής των συμβατικών τόκων να καταβάλει στη δανείστρια Τράπεζα, και ποσό ίσο προς τις καταβλητέες, για τη χρονική περίοδο, στην οποία αφορά ο τόκος, εισφορές του ν. 128/1975, δεν είναι νόμιμος, καθόσον αντίκειται στη γενική απαγόρευση που καθιερώνει το άρθρο 177 παρ. 1 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων περί μη επιβάρυνσης των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού με τέλη και δικαιώματα υπέρ τρίτων κατά τη σύναψη δανειακών συμβάσεων, σύμφωνα με όσα ήδη εκτέθηκαν στην προηγούμενη νομική σκέψη.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος (τροποποιημένου) σχεδίου σύμβασης μεταξύ του Δήμου .... και της Τράπεζας ...... για τη χρηματοδότηση της αγοράς ακινήτου, ως μοναδικού κατάλληλου για τη δημιουργία Πολιτιστικού Κέντρου, Πολυχώρου, Βιβλιοθήκης και συναφών χρήσεων του Δήμου, αντίγραφο του οποίου (σχεδίου) τηρείται σε ηλεκτρονική μορφή στη Γραμματεία του παρόντος Κλιμακίου.
ΕφΑθ. 644/2017
Παροχή εξαρτημένης εργασίας..:Με βάση τις ανωτέρω συμβάσεις η ενάγουσα, καθ όλο το χρονικό διάστημα από 1.10.2005 έως 30.9.2010, εργαζόταν στο Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης του εναγόμενου με την ιδιότητα του ειδικού εφαρμογών πληροφορικής, απασχολούμενη συγκεκριμένα με τον σχεδιασμό και την συντήρηση ιστοσελίδων για το πρόγραμμα διδασκαλίας εξ αποστάσεως. .. Η ενάγουσα, δηλαδή, έθετε την εργασία της στη διάθεση του εναγόμενου και δεν είχε αναλάβει την επίτευξη οποιουδήποτε συγκεκριμένου αποτελέσματος. Εξάλλου, το εναγόμενο κατέβαλλε την αμοιβή της ενάγουσας κάθε μήνα, και συγκεκριμένα κατέβαλλε σ αυτή το ποσό που προέκυπτε από το μερισμό της συνολικής αμοιβής με τον αριθμό των μηνών της κάθε σύμβασης, ενώ της κατέβαλλε επίσης επιδόματα εορτών και αδείας και της χορηγούσε έγγραφες βεβαιώσεις των μηνιαίων αποδοχών της ήταν δε ασφαλισμένη στο Ι.Κ.Α., με εργοδότη της το εναγόμενο. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η ενάγουσα παρείχε στο εναγόμενο εξαρτημένη εργασία καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες αυτού, οι δε πιο πάνω καταρτισθείσες μεταξύ των διαδίκων συμβάσεις έργου ήταν ψευδεπίγραφες και προσχηματικές. ..η ενάγουσα συνδεόταν με το εναγόμενο, κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα της εργασίας της σ αυτό, με απλή σχέση εργασίας, την οποία το εναγόμενο είχε δικαίωμα να καταγγείλει οποτεδήποτε, όχι όμως πριν περάσει έτος από τον τοκετό της εργαζόμενης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα στις 19.6.2010 απέκτησε τέκνο, γεγονός το οποίο γνώριζε το εναγόμενο, καθόσον είχε χορηγήσει σ αυτή τη σχετική άδεια και επομένως δεν είχε δικαίωμα να καταγγείλει την εργασιακή σχέση της ενάγουσας πριν την συμπλήρωση έτους από τον τοκετό, ήτοι πριν από την 19.6.2011. .. Κατ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως κατ ουσίαν αβάσιμη η αγωγή ως προς την ανωτέρω πρώτη επικουρική της βάση και να γίνει εν μέρει δεκτή ως προς την δεύτερη επικουρική αυτής βάση και να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 5.838,08 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που το κάθε επί μέρους ποσό έπρεπε να καταβληθεί, ήτοι από το τέλος εκάστου μηνός που αυτό αφορά.
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/368/2022
ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:Πέραν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο επισημαίνει προκαταρκτικώς ότι, εφόσον ο Δήμος επιδιώκει τη σύναψη δανειακής σύμβασης για τον συγκεκριμένο σκοπό της απόκτησης ακινήτου, απαραίτητη προϋπόθεση για την υπογραφή της οικείας σύμβασης δανείου -και την ένεκα αυτής επιβάρυνση του Δήμου με πληρωμή τοκοχρεωλυτικών δόσεων και παροχή εμπράγματων και λοιπών εγγυήσεων- είναι να έχει διαπιστωθεί προηγουμένως ότι υφίσταται η νομική δυνατότητα απόκτησης του ακινήτου. Εν προκειμένω, με τη λήψη του ελεγχόμενου δανείου επιδιώκεται η χρηματοδότηση της αγοράς ενός ακινήτου, οι όροι δε της δανειακής σύμβασης (ποσό δανείου, τοκοχρεωλυτικές δόσεις, εξασφαλίσεις και έξοδα) έχουν καταρτισθεί με γνώμονα αυτόν τον σκοπό. Ωστόσο, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι δεν έχει διαπιστωθεί η νομική δυνατότητα απόκτησης του επίμαχου ακινήτου δεδομένου ότι δεν προκύπτει αν έχει διενεργηθεί έλεγχος τίτλων αυτού.Κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της δανειακής σύμβασης μεταξύ του ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «… Aνώνυμη Eταιρεία», ποσού 1.700.000,00 ευρώ.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.6/2028/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ (ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά). ζητείται η ανάκληση της 23/2017 πράξης της Επιτρόπου στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Δήμο ….., με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή της σύμβασης μεταξύ του Δήμου …… και του ……….., για την εκτέλεση του έργου «Συντήρηση ασφαλτοταπήτων δημοτικών οδών έτους 2016» (..) Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι στα συμβατικά τεύχη κάθε δημοσίου έργου πρέπει να περιγράφεται με ακρίβεια και σαφήνεια το αντικείμενό του, προκειμένου αφενός να καθίσταται δυνατός ο ακριβής προσδιορισμός του προϋπολογιζόμενου κόστους αυτού, αφετέρου να διασφαλίζεται τόσο η διαφάνεια στην ανάθεση κατασκευής όσο και η νόμιμη διάθεση του δημοσίου χρήματος. Έχει εντούτοις κριθεί ότι ειδικώς στη δημοπράτηση έργου που περιλαμβάνει επεμβάσεις – συντηρήσεις στο οδικό δίκτυο, δεν είναι αναγκαίος ο προσδιορισμός επακριβώς των συγκεκριμένων σημείων του οδοστρώματος στα οποία θα πραγματοποιηθούν αυτές, καθόσον τούτο δύναται να αξιολογηθεί και να υποδειχθεί από την αναθέτουσα αρχή κατά το χρόνο της επέμβασης (επιλογή συγκεκριμένων στοχευμένων σημείων, ανάλογα με την ύπαρξη προβλημάτων, την τυχόν προτεραιότητα που επιβάλλεται να δοθεί έναντι άλλων, τη σημασία αυτών για την εξυπηρέτηση των τοπικών ή ευρύτερων αναγκών της αναθέτουσας αρχής κλπ) (βλ. ad hoc Ε.Σ. Τμ. VI 244/2014 και Ε΄ Κλ. 427/2012, 52, 359/2014, 269, 409/2015, 393/2016, πρβλ. Ε.Σ. Τμ. VI 285/2012, 6064/2015).(...) Με την προσβαλλόμενη πράξη κρίθηκε, κατ’ εκτίμηση των λόγων της, ότι η προσφορά της εργοληπτικής επιχείρησης που αναδείχθηκε μειοδότρια, ανερχόμενη σε ποσοστό έκπτωσης 74,15 % επί των τιμών του προϋπολογισμού υπήρξε, κατά κοινή εμπειρία, ασυνήθιστα χαμηλή, κατά τούτο δε, η αναθέτουσα αρχή που έκρινε παραδεκτή την προσφορά της χωρίς να ζητήσει διευκρινίσεις για το προτεινόμενο κόστος, υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας. Επισημαίνεται ωστόσο ότι, παρά το γεγονός ότι η προσφερόμενη έκπτωση εμφανίζεται πράγματι εξαιρετικά υψηλή, εντούτοις, στο μέτρο που δεν έχει οριστεί συγκεκριμένο όριο (κατώφλι) από το νομοθέτη για το χαρακτηρισμό μιας προσφοράς ως υπερβολικά χαμηλής, ο προσδιορισμός μιας τέτοιας τιμής (ως ποσοστό επί τοις εκατό) από τον ελεγκτή εμφανίζεται κατά κανόνα αυθαίρετος, δεδομένου ότι η εν λόγω εκτίμηση προϋποθέτει τεχνικές, οικονομικές και νομικές παραδοχές και εκτίμηση πραγματικών στοιχείων, στα οποία ο προσυμβατικός έλεγχος, ως εκ της φύσης του, δεν υπεισέρχεται. Εξάλλου, στην προκειμένη περίπτωση, διαπιστώνεται ότι α) το αντικείμενο της σύμβασης συνίσταται σε συντηρήσεις οδών, όπου, όπως είναι γνωστό από προηγούμενες ελεγκτικές ενέργειες των ελεγκτικών σχηματισμών του Δικαστηρίου, είναι συνήθης η υποβολή προσφορών με υψηλές εκπτώσεις (βλ. Ε.Σ. Κλ. Ε΄257/2011, 136, 269/2015, 250, 324/2016, 189/2017), β) αναπτύχθηκε επαρκής ανταγωνισμός, με τη συμμετοχή στο διαγωνισμό εννέα εργοληπτών, οι οποίοι προσέφεραν ομοίως υψηλά ποσοστά έκπτωσης (62,92% - 74,15%), και γ) δεν υποβλήθηκαν ενστάσεις, ώστε να δημιουργήσουν στην αναθέτουσα αρχή αμφιβολίες ως προς τη φερεγγυότητα της υποβληθείσας οικονομικής προσφοράς (βλ. Ε.Σ. Τμ. VI). Με τα δεδομένα αυτά, ο Δήμος, ο οποίος δεν εκτίμησε την προσφορά της μειοδότριας επιχείρησης ως ασυνήθιστα χαμηλή, δεν υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής του ευχέρειας, όπως βάσιμα υποστηρίζει ο αιτών.(..) Περαιτέρω, στην προσβαλλόμενη πράξη επισημαίνεται, ως πλημμέλεια του σχεδίου σύμβασης και των συμβατικών τευχών, η παράλειψη ειδικότερης αναφοράς στις περιπτώσεις έκπτωσης του αναδόχου. Εντούτοις, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περιπτώσεις έκπτωσης του αναδόχου καθορίζονται αναλυτικά στο ν. 4412/2016, στις διατάξεις του οποίου παραπέμπει ευθέως και σαφώς «για τη δημοπράτηση του έργου, την εκτέλεση της σύμβασης και την κατασκευή του» τόσο η διακήρυξη (άρθρο 7) όσο και το υποβληθέν σχέδιο της σύμβασης, το Τμήμα κρίνει ότι η παράλειψη αυτή δεν είναι ουσιώδης και δεν κωλύει την υπογραφή του σχεδίου σύμβασης.(..) Κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης και η σχετική παρέμβαση, πρέπει να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη πράξη και να κριθεί ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης.
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/78/2019
Δεδουλευμένες αποδοχές σε σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου...Επομένως, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα κατά το οποίο η ενάγουσα απασχολήθηκε στον εναγόμενο Δήμο οφείλεται σε αυτήν, για τις ως άνω αιτίες, το συνολικό ποσό των 3.768,94 ευρώ που πρέπει να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει με το νόμιμο τόκο από την επομένη επίδοσης της αγωγής ως την πλήρη εξόφληση. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που αποφάνθηκε ομοίως και δέχτηκε κατά ένα μέρος την αγωγή της ενάγουσας, υποχρεώνοντας τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το προαναφερόμενο ποσό, νομιμοτόκως από την επομένη επίδοσης της αγωγής, δεν έσφαλε και ορθά εφάρμοσε το νόμο και σωστά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται από τον εναγόμενο-εκκαλούντα, με τον σχετικό πρώτο λόγο της εφέσεώς του πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα.Κατά συνέπεια, καθόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι της έφεσης προς έρευνα, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή σχετικού νόμιμου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176, 183, 189 § 1, 191 § 2 ΚΠολΔ), μειωμένα όμως, κατ` εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 281 παρ. 2 ν. 3463/2006 (βλ.ΑΠ 1679/2011, ΕΑ 5290/2015, ΕφΠειρ 714/2014, δημοσιευμένες στη Νόμος), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.