ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ/487/2025
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Η απόφαση αφορά αγωγή πρώην υγειονομικού υπαλλήλου του ΕΟΠΥΥ, η οποία ζητούσε την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών βάσει των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Η ενάγουσα, ευρισκόμενη σε άδεια άνευ αποδοχών, έλαβε και αργότερα επέστρεψε στον ΕΟΠΥΥ συνολικό ποσό 29.309,80 ευρώ ως αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές. Η ενάγουσα υποστήριξε ότι μέρος αυτού του ποσού, συγκεκριμένα 3.346,11 ευρώ, είχε καταβληθεί χωρίς να οφείλεται. Το Δικαστήριο, αφού εξέτασε τη δικογραφία και τους υπολογισμούς, έκρινε ότι ο ΕΟΠΥΥ είχε νόμιμη απαίτηση μόνο για 27.965,52 ευρώ. Αποφασίστηκε εν μέρει η αποδοχή της αγωγής και η υποχρέωση του ΕΟΠΥΥ να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 1.344,28 ευρώ, νομιμοτόκως από 19.11.2018, απαλλάσσοντας παράλληλα τον Οργανισμό από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.5/3829/2013
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) είχε καταλογισθεί με το ποσό των 4.257,45 ευρώ, το οποίο φερόταν ότι είχε εισπράξει αχρεωστήτως ως αναδρομικές αποδοχές ενέργειας για το χρονικό διάστημα από 29.6.1999 έως 7.7.2000. Περαιτέρω, με την παραδεκτώς σωρευόμενη στο δικόγραφο της έφεσης αγωγή, η εκκαλούσα-ενάγουσα ζητεί, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να επιστρέψει σε αυτή, νομιμοτόκως, το ποσό των 4.257,45 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό του ως άνω καταλογισμού που φέρεται ότι κατέβαλε χωρίς νόμιμη αιτία.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή καταλογιστική πράξη που προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, αλλά απάντηση της δημοσιολογιστικής Διοίκησης επί αίτησης θεραπείας της εκκαλούσας-ενάγουσας, η οποία, μάλιστα, στερείται εκτελεστότητας, αφού δεν εκδόθηκε κατόπιν νέας έρευνας του πραγματικού της υπόθεσης. Εξάλλου, η Διοίκηση, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε υποχρέωση, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εκκαλούσα-ενάγουσα, να επανεξετάσει την υπόθεση και να ανακαλέσει την προαναφερόμενη καταλογιστική απόφαση, λόγω της έκδοσης της προαναφερόμενης 1985/2006 απόφασης του Τμήματος τούτου που αφορά ομοίου περιεχομένου ατομική διοικητική (καταλογιστική) πράξη. Τούτο δε, καθόσον, ενόψει του ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία έχει εφαρμογή εφόσον ο νόμος δεν ορίζει το αντίθετο, η Διοίκηση δεν έχει, κατ’ αρχήν, υποχρέωση να ανακαλεί τις παράνομες πράξεις της, για τις οποίες έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής τους ή έχουν προσβληθεί ανεπιτυχώς, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί, κατ’ εξαίρεση, η υποχρέωση αυτή, θα έπρεπε η τελευταία αυτή πράξη να έχει ακυρωθεί για το λόγο ότι στηρίχθηκε σε διάταξη αντίθετη προς υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνα δικαίου ή σε κανονιστική διοικητική πράξη χωρίς νόμιμο εξουσιοδοτικό έρεισμα, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση. Κατά συνέπεια, η ένδικη έφεση, αφού στρέφεται κατά πράξης που δεν προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.(...)Πλην όμως, μεταξύ των στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης δεν περιλαμβάνονται τα ακόλουθα: α) η ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών σχετικά με την αποκατάσταση της εκκαλούσας-ενάγουσας στην υπηρεσία, β) οι διοικητικές πράξεις, με τις οποίες, σε συμμόρφωση προς την εν λόγω δικαστική απόφαση, η ανωτέρω αποκαταστάθηκε στην υπηρεσία τόσο βαθμολογικά, όσο και μισθολογικά και γ) τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι η εκκαλούσα-ενάγουσα επέστρεψε στην Υπηρεσία της τις καταλογισθείσες εις βάρος της, ως αχρεωστήτως ληφθείσες, αποδοχές. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την έφεση. Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 6 Ιουνίου 2007 αγωγής της … του …. Διατάσσει τη συμπλήρωση των αποδείξεων κατά τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της απόφασης.
ΕΣ/ΤΜ.5/3828/2013
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ (...) καταλογισθεί με το ποσό των 4.071,77 ευρώ, το οποίο φερόταν ότι είχε εισπράξει αχρεωστήτως ως αναδρομικές αποδοχές ενέργειας για το χρονικό διάστημα από 29.6.1999 έως 7.7.2000. Περαιτέρω, με την παραδεκτώς σωρευόμενη στο δικόγραφο της έφεσης αγωγή, η εκκαλούσα-ενάγουσα ζητεί, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να επιστρέψει σε αυτή, νομιμοτόκως, το ποσό των 4.071,77 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό του ως άνω καταλογισμού που φέρεται ότι κατέβαλε χωρίς νόμιμη αιτία.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή καταλογιστική πράξη που προσβάλλεται παραδεκτώς με έφεση, αλλά απάντηση της δημοσιολογιστικής Διοίκησης επί αίτησης θεραπείας της εκκαλούσας-ενάγουσας, η οποία, μάλιστα, στερείται εκτελεστότητας, αφού δεν εκδόθηκε κατόπιν νέας έρευνας του πραγματικού της υπόθεσης. Εξάλλου, η Διοίκηση, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε υποχρέωση, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εκκαλούσα-ενάγουσα, να επανεξετάσει την υπόθεση και να ανακαλέσει την προαναφερόμενη καταλογιστική απόφαση, λόγω της έκδοσης της προαναφερόμενης 1985/2006 απόφασης του Τμήματος τούτου που αφορά ομοίου περιεχομένου ατομική διοικητική (καταλογιστική) πράξη. Τούτο δε, καθόσον, ενόψει του ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία έχει εφαρμογή εφόσον ο νόμος δεν ορίζει το αντίθετο, η Διοίκηση δεν έχει, κατ’ αρχήν, υποχρέωση να ανακαλεί τις παράνομες πράξεις της, για τις οποίες έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής τους ή έχουν προσβληθεί ανεπιτυχώς, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί, κατ’ εξαίρεση, η υποχρέωση αυτή, θα έπρεπε η τελευταία αυτή πράξη να έχει ακυρωθεί για το λόγο ότι στηρίχθηκε σε διάταξη αντίθετη προς υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνα δικαίου ή σε κανονιστική διοικητική πράξη χωρίς νόμιμο εξουσιοδοτικό έρεισμα, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση.(...) Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο, για την ασφαλή διάγνωση της υπόθεσης, να αναβάλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της υπό κρίση αγωγής, προκειμένου να προσκομισθούν, με επιμέλεια μεν της Διεύθυνσης Οικονομικών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας: 1) η ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών σχετικά με την αποκατάσταση της εκκαλούσας-ενάγουσας στην υπηρεσία, 2) η διοικητική πράξη, με την οποία αποκαταστάθηκε η ανωτέρω στην υπηρεσία και 3) η διοικητική πράξη, με την οποία της χορηγήθηκαν αναδρομικά οι αποδοχές που καταλογίσθηκαν εις βάρος της, με επιμέλεια δε της εκκαλούσας-ενάγουσας, τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι αυτή επέστρεψε τις εν λόγω αποδοχές στην Υπηρεσία της. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την έφεση. Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 6 Ιουνίου 2007 αγωγής της … του …. Διατάσσει τη συμπλήρωση των αποδείξεων κατά τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της απόφασης.
ΔΕφΑθ/1235/2025
Με την κρινόμενη αγωγή, η ενάγουσα εταιρεία, επικαλούμενη τη ... διοικητική σύμβαση με αντικείμενο την παροχή της υπηρεσίας συμβούλου για την αναδιοργάνωση των δομών και την εκπόνηση σχεδίου στελέχωσης του εναγόμενου Δήμου, με απευθείας ανάθεση, ζητά παραδεκτώς να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του τελευταίου να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 14.880,00 ευρώ, ως συμβατικό τίμημα, λόγω μη καταβολής της συμφωνηθείσας αμοιβής, παρά την εκπλήρωση εκ μέρους της των συμβατικών της υποχρεώσεων, κατόπιν παράδοση και παραλαβής των συμφωνηθεισών υπηρεσιών, άλλως, κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. ΑΚ), νομιμοτόκως, από την επόμενη ημέρα μετά την πάροδο τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής των υπηρεσιών που έλαβε χώρα στις 30-11-2018, άλλως από την επίδοση της αγωγής της στον εναγόμενο Δήμο και μέχρι την πλήρη εξόφληση του ως άνω ποσού.(...)Περαιτέρω, ενόψει του ότι όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, για την παραλαβή των συμφωνηθεισών υπηρεσιών που αποτέλεσαν αντικείμενο της προεκτεθείσας σύμβασης, συντάχθηκε το από 30.11.2018 πρωτόκολλο οριστικής παραλαβής της αρμόδιας προς τούτο Επιτροπής Παραλαβής του εναγόμενου Δήμου, που εγκρίθηκε με τη με αριθ. …/…2018 απόφαση της ... Συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου του εναγομένου Δήμου, από τα οποία προκύπτει η οριστική παραλαβή των εν λόγω παρασχεθεισών από την ενάγουσα εταιρεία υπηρεσιών που είχαν εκτελεστεί προσηκόντως σύμφωνα με τους συμβατικούς όρους έναντι του ποσού ύψους 14.880,00 ευρώ, βάσει και του εκδοθέντος από την ίδια τιμολογίου παροχής υπηρεσιών, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ενάγουσα εταιρεία έχει εκπληρώσει προσηκόντως τις συμβατικές της υποχρεώσεις έναντι του εναγόμενου Δήμου και, επομένως, ο τελευταίος, λαμβανομένου υπόψη ότι το προσκομισθέν από την ενάγουσα εταιρεία τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών δεν έχει εισέτι εξοφληθεί, οφείλει να της καταβάλει το συνολικό ποσό ύψους 14.880,00 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., νομιμοτόκως, με το προβλεπόμενο στην υποπαρ. Ζ.5. της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 επιτόκιο, υπολογιζόμενο από την τριακοστή πρώτη (31η) ημέρα από την ημερομηνία παράδοσης και παραλαβής των ως άνω υπηρεσιών, που έλαβε χώρα στις 30-11-2018, δηλαδή από την 31η-12-2018 έως την πλήρη εξόφληση, κατ΄ αποδοχή ως βάσιμης της κρινόμενης αγωγής της ενάγουσας εταιρείας, όσα δε περί του αντιθέτου προβάλλει ο εναγόμενος Δήμος απορρίπτονται ως αβάσιμα. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δέχεται την αγωγή.
ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ/590/2025
Η απόφαση 0590/2025 του Δευτέρου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορά την κατάργηση δίκης που ξεκίνησε με αγωγή της ενάγουσας κατά του Ελληνικού Δημοσίου και του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών “Κοργιαλένειο - Μπενάκειο” Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Κατά τη δημόσια συνεδρίαση της 8ης Απριλίου 2025, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας δήλωσε προφορικά την παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής, έχοντας ρητή και ειδική πληρεξουσιότητα από την ενάγουσα. Η αγωγή ζητούσε την καταβολή 50.000,00 ευρώ, το οποίο καταλογίστηκε σε βάρος της, καθώς και 25.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη. Βάσει των διατάξεων του ν. 4700/2020 περί παραίτησης από ένδικο βοήθημα, το Δικαστήριο κήρυξε τη δίκη καταργημένη και απάλλαξε την ενάγουσα από τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων.
Μον.Εφ.Αθ/387/2022
Σύμβαση Παροχής Υπηρεσιών:Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα, ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι κατά το χρονικό διάστημα από 15/03/16 έως 08/02/19 συνδεόταν με το εναγόμενο Ν.Π.Ι.Δ. με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, να υποχρεωθεί αυτό να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 22.328,05 € για δεδουλευμένες αποδοχές που αναλύονται σε επιδόματα εορτών Πάσχα, Χριστουγέννων, αδείας και ασφαλιστικές εισφορές των ετών 2016-2019, νομιμοτόκως από τότε που κάθε αξίωσή της κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή(....)Στην προκειμένη περίπτωση, το εναγόμενο εκκαλούν, με τις νομίμως και εμπροθέσμων κατατεθείσες προτάσεις του επικαλείται την εκούσια συμμόρφωση προς το διατακτικό της εκκαλουμένης, κατά την διάταξή της με την οποία κηρύχτηκε προσωρινός εκτελεστή, ως προς το ποσό των 10.000,00 € και ζητεί την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, και ειδικότερα να υποχρεωθεί η ενάγουσα να του αποδώσει το ανωτέρω ποσό, νομιμοτόκως από την έκδοση της παρούσας. Η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή και νόμιμη, στηριζόμενη στις προαναφερόμενες στη μείζονα σκέψη διατάξεις. Αποδεικνύεται δε ότι είναι και ουσία βάσιμη, αφού το εναγόμενο εκκαλούν κατέβαλε συμμορφούμενο εκουσίως στη διάταξη της κηρυχθείσης προσωρινά εκτελεστής διατάξεως της εκκαλουμένης, στην ενάγουσα εφεσίβλητη το ποσό των 10.000.00 € δυνάμει του αποδεικτικού συναλλαγής ύψους 10.000.00 € της .... Τράπεζας με όνομα αρχείου ... .FT1, αλλά και εκ του από 20/10/2020 επικαλούμενου και προσκομιζόμενου σχετικού ιδιωτικού συμφωνητικού. Δέχεται τυπικώς και ουσία την έφεση. Εξαφανίζει την εκκαλουμένη, υπ’ αριθ. 1472/30-09-20 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Κρατεί την υπόθεση. Δικάζει επί της από 19/04/19 και με αριθ. κατ. ..../..../22-04-19 αγωγής. Απορρίπτει αυτήν. Δέχεται την αίτηση του εκκαλούντος εναγομένου περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση. Υποχρεώνει την εφεσίβλητη ενάγουσα να καταβάλει στο εκκαλούν εναγόμενο το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10000,00 € ), νομιμοτόκως από την επίδοση της παρούσας αποφάσεως σε αυτήν μέχρι πλήρους εξοφλήσεως.
ΕΣ/ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ/797/2024
Με την υπό κρίση αγωγή, η οποία παραπέμφθηκε προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου με την 13761/2022 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα 25ο), το αίτημα της οποίας μετατράπηκε από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό κατά τη συζήτηση της παρούσας στο ακροατήριο, δήλωση που περιλήφθηκε και στο επί της αγωγής από 10.4.2024 υπόμνημα (βλ. άρθρο 136 παρ.2 του ν. 4700/2020), η ενάγουσα, πρώην υπάλληλος του εναγόμενου Δήμου, με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου, ζητάει να αναγνωριστεί η υποχρέωση του τελευταίου να της καταβάλει το ποσό των 55.903,56 ευρώ (αντί του ορθού 55.912,56), που αντιστοιχεί, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, κατά το ποσό των 52.182,92 ευρώ, στις αποδοχές ενεργού υπηρεσίας της, συμπεριλαμβανομένου του οικείου φόρου μισθωτών υπηρεσιών, οι οποίες, μετά την αναδρομική ανάκληση του διορισμού της ως παράνομου, καταλογίστηκαν σε βάρος της με την 1/20.1.2017 πράξη της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στον Δήμο Αθηναίων, και κατά το ποσό των 3.729,64 ευρώ, ως προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής της ως άνω οφειλής. Η ενάγουσα ζητάει να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος Δήμος Αθηναίων υποχρεούται να της καταβάλει το ως άνω ποσό, νομιμοτόκως από τον χρόνο επιστροφής του, άλλως από την επίδοση της παρούσας αγωγής, ως αποζημίωση είτε κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα και 914 του Αστικού Κώδικα, είτε κατ’ εφαρμογή των αρχών της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας, άλλως, κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού του άρθρου 904 επ. του Α.Κ.
Μ.ΕΦ.ΠΕΙΡΑΙΑ/237/2024
ΕΚΧΩΡΗΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ-ΤΟΚΟΣ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ-ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΣ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ. Με βάση τα ανωτέρω η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή κατά την κύρια βάση της όσον αφορά την έγκυρη σύμβαση για την οποία εκδόθηκε το υπ’ αριθμόν …../11-3-2008 τιμολόγιο πώλησης και να αναγνωρισθεί ότι το εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 2.072,78 ευρώ, νομιμοτόκως σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003 ενόψει του ότι έγκυρη αυτή σύμβαση πώλησης καταρτίσθηκε υπό την ισχύ του π.δ. 166/2003, μετά την πάροδο 60 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής των πωληθέντων σ` αυτό από την ίδια υλικών, δηλαδή σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρ. 4 του π.δ/τος 166/2003 και με επιτόκιο το προβλεπόμενο στο άρθρο αυτό επιτόκιο (ΑΠ 766/2014 ΝΟΜΟΣ), σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην μείζονα σκέψη. Περαιτέρω, δεδομένης της ακυρότητας των λοιπών ως άνω επίδικων συμβάσεων πώλησης, πρέπει η αγωγή να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν κατά την επικουρική βάση του αδικαιολογήτου πλουτισμού και να αναγνωρισθεί ότι το εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικο ποσό των 20.337,76 ευρώ, νομιμοτόκως (6%) ετησίως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής (αρθρο 7 παρ. 2 του ν.δ. 496/1974) και μέχρις εξοφλήσεως, εφόσον αποδείχθηκε ότι το εναγόμενο πλούτισε αδικαιολόγητα κατά το συνολικό ποσό των πιο πάνω ανεξόφλητων τιμολογίων, δηλαδή κατά το ποσό των 20.337,76 ευρώ, χωρίς νόμιμη αιτία διατήρησης του πλουτισμού αυτού, σε βάρος της περιουσίας της ενάγουσας ως εκδοχέα της απαίτησης εξ αυτών, καθόσον, μολονότι κατά τα άνω παρέλαβε ανεπιφύλακτα τα παραδοθέντα προϊόντα αξίας 20.337,76 ευρώ από την εκχωρήτρια εταιρεία (……………..), δυνάμει άκυρων συμβάσεων πώλησης , αρνείται να εξοφλήσει την αξία τους που συμπίπτει με το αντίστοιχο συνολικό τίμημα, εξοικονομώντας τη δαπάνη στην οποία θα προέβαινε προκειμένου να τα αποκτήσει, αν αγόραζε τα ίδια εμπορεύματα από άλλο προμηθευτή δυνάμει έγκυρων συμβάσεων πώλησης και οφείλει να αποδώσει τον πιο πάνω πλουτισμό.
ΕφΑθ. 644/2017
Παροχή εξαρτημένης εργασίας..:Με βάση τις ανωτέρω συμβάσεις η ενάγουσα, καθ όλο το χρονικό διάστημα από 1.10.2005 έως 30.9.2010, εργαζόταν στο Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης του εναγόμενου με την ιδιότητα του ειδικού εφαρμογών πληροφορικής, απασχολούμενη συγκεκριμένα με τον σχεδιασμό και την συντήρηση ιστοσελίδων για το πρόγραμμα διδασκαλίας εξ αποστάσεως. .. Η ενάγουσα, δηλαδή, έθετε την εργασία της στη διάθεση του εναγόμενου και δεν είχε αναλάβει την επίτευξη οποιουδήποτε συγκεκριμένου αποτελέσματος. Εξάλλου, το εναγόμενο κατέβαλλε την αμοιβή της ενάγουσας κάθε μήνα, και συγκεκριμένα κατέβαλλε σ αυτή το ποσό που προέκυπτε από το μερισμό της συνολικής αμοιβής με τον αριθμό των μηνών της κάθε σύμβασης, ενώ της κατέβαλλε επίσης επιδόματα εορτών και αδείας και της χορηγούσε έγγραφες βεβαιώσεις των μηνιαίων αποδοχών της ήταν δε ασφαλισμένη στο Ι.Κ.Α., με εργοδότη της το εναγόμενο. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η ενάγουσα παρείχε στο εναγόμενο εξαρτημένη εργασία καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες αυτού, οι δε πιο πάνω καταρτισθείσες μεταξύ των διαδίκων συμβάσεις έργου ήταν ψευδεπίγραφες και προσχηματικές. ..η ενάγουσα συνδεόταν με το εναγόμενο, κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα της εργασίας της σ αυτό, με απλή σχέση εργασίας, την οποία το εναγόμενο είχε δικαίωμα να καταγγείλει οποτεδήποτε, όχι όμως πριν περάσει έτος από τον τοκετό της εργαζόμενης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα στις 19.6.2010 απέκτησε τέκνο, γεγονός το οποίο γνώριζε το εναγόμενο, καθόσον είχε χορηγήσει σ αυτή τη σχετική άδεια και επομένως δεν είχε δικαίωμα να καταγγείλει την εργασιακή σχέση της ενάγουσας πριν την συμπλήρωση έτους από τον τοκετό, ήτοι πριν από την 19.6.2011. .. Κατ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως κατ ουσίαν αβάσιμη η αγωγή ως προς την ανωτέρω πρώτη επικουρική της βάση και να γίνει εν μέρει δεκτή ως προς την δεύτερη επικουρική αυτής βάση και να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 5.838,08 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που το κάθε επί μέρους ποσό έπρεπε να καταβληθεί, ήτοι από το τέλος εκάστου μηνός που αυτό αφορά.
ΕΣ/ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ/492/2025
Η απόφαση του Δευτέρου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορά την έφεση ενός πρώην έμμισθου δικηγόρου του Δήμου Αγίας Βαρβάρας κατά του καταλογισμού ποσού 111.705,53 ευρώ για αχρεωστήτως καταβληθείσες αποδοχές λόγω μη εφαρμογής των μνημονιακών μισθολογικών περικοπών (ν. 4024/2011, 4093/2012, 4354/2015). Το Δικαστήριο δέχτηκε εν μέρει την έφεση, ακυρώνοντας τον καταλογισμό 15.430,40 ευρώ (που αφορούσε έξοδα κίνησης και χρονοεπίδομα) λόγω δεδικασμένου. Επίσης, εφάρμοσε την αρχή της χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας, απαλλάσσοντας πλήρως τον εκκαλούντα για το διάστημα 01.11.2011 έως 16.02.2016 (ποσό 71.012,22 ευρώ) λόγω καλοπιστίας και οικονομικής αδυναμίας. Το εναπομείναν νόμιμο ποσό καταλογισμού μειώθηκε τελικά, βάσει της αρχής της αναλογικότητας, από 25.262,91 ευρώ σε 4.000,00 ευρώ.
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/78/2019
Δεδουλευμένες αποδοχές σε σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου...Επομένως, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα κατά το οποίο η ενάγουσα απασχολήθηκε στον εναγόμενο Δήμο οφείλεται σε αυτήν, για τις ως άνω αιτίες, το συνολικό ποσό των 3.768,94 ευρώ που πρέπει να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει με το νόμιμο τόκο από την επομένη επίδοσης της αγωγής ως την πλήρη εξόφληση. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που αποφάνθηκε ομοίως και δέχτηκε κατά ένα μέρος την αγωγή της ενάγουσας, υποχρεώνοντας τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το προαναφερόμενο ποσό, νομιμοτόκως από την επομένη επίδοσης της αγωγής, δεν έσφαλε και ορθά εφάρμοσε το νόμο και σωστά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται από τον εναγόμενο-εκκαλούντα, με τον σχετικό πρώτο λόγο της εφέσεώς του πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα.Κατά συνέπεια, καθόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι της έφεσης προς έρευνα, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή σχετικού νόμιμου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176, 183, 189 § 1, 191 § 2 ΚΠολΔ), μειωμένα όμως, κατ` εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 281 παρ. 2 ν. 3463/2006 (βλ.ΑΠ 1679/2011, ΕΑ 5290/2015, ΕφΠειρ 714/2014, δημοσιευμένες στη Νόμος), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.