×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Δ.ΕΦΑΘ/3048/2020

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 456/1984, 797/1971, 2882/2001

Αστική ευθύνη δημοσίου - απαλλοτριώσεις...Επειδή, τέλος, προκειμένου περί του διαφυγόντος κέρδους, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην δεύτερη σκέψη της παρούσας απόφασης και περαιτέρω, ότι η εκκαλούσα – εφεσίβλητη εταιρία, σε κάθε περίπτωση, δεν προσκόμισε πρωτοδίκως κανένα αποδεικτικό στοιχείο (π.χ. έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδος ή άλλης Τράπεζας) για το ύψος των επιτοκίων καταθέσεων ταμιευτηρίου στις εμπορικές τράπεζες, κατά το διάστημα από τον Ιανουάριο του έτους 2008, που όπως προέβαλε με την αγωγή θα κατέθετε σε Τράπεζα το σύνολο της αποζημίωσης που θα εισέπραττε, με επιτόκιο 6% ετησίως, εάν δεν είχε μεσολαβήσει η παρανομία των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου, έως τον Ιανουάριο του έτους 2013, ούτε εξέθεσε στην αγωγή αλλά ούτε και απέδειξε τις ειδικές περιστάσεις ή τα πραγματικά περιστατικά που συνέτρεχαν και καθιστούσαν πιθανή, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, την πραγματοποίηση του εν λόγω κέρδους, παραθέτοντας λογιστικά στοιχεία σχετικά με την πορεία των εργασιών της επιχείρησής της, κατά την παραπάνω χρονική περίοδο, από τα οποία να προκύπτουν θετικά ή αρνητικά (κέρδη ή ζημιές) αποτελέσματα των εν λόγω χρήσεων που να δικαιολογούν ή να αποκλείουν τη δυνατότητα αυτής να αποταμιεύσει ή όχι το ένδικο ποσό της απαλλοτρίωσης σε Τράπεζα, ενώ, εξάλλου, δεν προέβαλε ότι είχε τυχόν κατατεθειμένα σε τράπεζα και άλλα χρηματικά ποσά, κρίνει, ανεξαρτήτως άλλου, ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν πιθανολογείται η ύπαρξη διαφυγόντος κέρδους, όπως ορθά κρίθηκε και με την εκκαλούμενη απόφαση και απορριπτομένου ως αβασίμου του αντίθετου λόγου έφεσης της εκκαλούσας – εφεσίβλητης. Επειδή, κατ΄ ακολουθίαν, από τις συνεκδικαζόμενες εφέσεις εκείνη του εκκαλούντος - εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου πρέπει να απορριφθεί ενώ αυτή της εκκαλούσας – εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να αναγνωριστεί η υποχρέωση  του εφεσίβλητου - εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στην παραπάνω εταιρία το συνολικό ποσό των 99.794,55 ευρώ, νομιμότοκα με επιτόκιο 6%, από 23.11.2012 έως την εξόφληση. Περαιτέρω, από το παράβολο που καταβλήθηκε ποσό 100,00 ευρώ πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα – εφεσίβλητη εταιρία (Κ.Δ.Δ. άρθρο 277 παρ. 9), ενώ κατ΄ εκτίμηση των περιστάσεων το εκκαλούν – εφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο πρέπει να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης – εκκαλούσας (Κ.Δ.Δ. άρθρο 275 παρ. 1).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕφΑθ/4066/2022

Αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτή υπέστη εξαιτίας του τραυματισμού της, που έλαβε χώρα στις 16.10.2007, κατά τη διάρκεια της εργασίας της στο εκκαλούν Νοσοκομείο.(....)Επειδή, και ο λόγος αυτός της έφεσης περί συντρέχοντος πταίσματος της εφεσίβλητης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι η καλή λειτουργία και συντήρηση του ανωτέρω μηχανήματος (πρέσας σιδερώματος) αποτελεί υποχρέωση του εκκαλούντος Νοσοκομείου, ... συνεπώς, το Νοσοκομείο γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την κατάσταση λειτουργίας του μηχανήματος, πράγμα το οποίο όμως δεν αποδείχθηκε προσηκόντως, κατά τα προεκτεθέντα στην ένατη σκέψη της παρούσας.Επειδή, ενόψει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι το ένδικο ατύχημα -που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της εργασίας της εφεσίβλητης εργαζόμενης- οφείλεται αποκλειστικά στην πλημμελή συντήρηση και κακή λειτουργία της ένδικου μηχανήματος, για την οποία ευθύνεται το Νοσοκομείο, τα όργανα του οποίου δεν μερίμνησαν, ως είχαν νόμιμη (και συμβατική) υποχρέωση, και δεν έλαβαν τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της ασφάλειας και της υγείας της. Συνεπώς, στοιχειοθετείται αδικοπρακτική ευθύνη του Νοσοκομείου(...)Απορρίπτει την έφεση.


ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/3/2020

Περικοπές σε αποδοχές...Όμως σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, όσον αφορά την από 18-12-2017 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) αγωγή, η αμοιβή του εκκαλούντος με την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου και του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της εφεσίβλητης, υπάγονταν στις διατάξεις των νόμων 3833/2010 και 4024/2011 δεδομένου ότι η παραχώρηση της εφεσίβλητης στο ... επήλθε μετά την εφαρμογή των παραπάνω νόμων όταν δηλαδή η αμοιβή του εκκαλούντα είχε ήδη μειωθεί και συνεπώς οι αξιώσεις του για την αμοιβή του σύμφωνα με τους όρους της αρχικής σύμβασης είναι μη νόμιμες . Περαιτέρω όσον αφορά την από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγή της εκκαλούσας, είναι απορριπτέα ω μη νόμιμη καθόσον, κατά τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της αγωγής, ο εφεσίβλητος ακολούθησε τη νόμιμη διαδικασία ώστε να λαμβάνει την μειωμένη αμοιβή του από την εκκαλούσα από την 1-1-2013, πλην όμως ο τελικός υπολογισμός της δεν πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο αλλά από τα αρμόδια όργανα της εκκαλούσας. Τέλος όσον αφορά την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …/2015) αγωγή από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, τις με αριθμούς …/2016 και …/2016 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου ……, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει της από 18-11-2009 σύμβασης που συνήφθει μεταξύ των διαδίκων ο εκκαλών προσλήφθηκε από την εφεσίβλητη για να παρέχει την εργασία του ως διευθύνων σύμβουλος και με όρο της παραπάνω σύμβασης συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση καταγγελίας της (της σύμβασης) η εφεσίβλητη θα του κατέβαλε ως αποζημίωση το ποσό που θα αντιστοιχούσε στην αμοιβή δύο μηνών για κάθε έτος εργασίας του λαμβάνοντας ως βάσει τις αποδοχές του κατά τον χρόνο της καταγγελίας. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι η παραπάνω σύμβαση καταγγέλθηκε στις 22-6-2015 και η πραγματικά οφειλόμενη αμοιβή του όπως θα διαμορφώνονταν μετά την 1-1-2013 ανέρχονταν στο ποσό των 2.375 ευρώ. Συνεπώς το συνολικό ποσό που έπρεπε να λάβει ως αποζημίωση κατά τον ανωτέρω χρόνο (22-6-2015) ανέρχονταν σε 30.479,13 ευρώ. Από τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε υπαιτιότητα του εκκαλούντος στην καταγγελία της παραπάνω σύμβασης όπως επίσης δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε προσβολή της προσωπικότητάς του κατά τον χρόνο της καταγγελίας ώστε ο τελευταίος να δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη. Ενόψει των παραπάνω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια απορρίπτοντας ως μη νόμιμες τις από 28-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) και από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγές και κάνοντας εν μέρει δεκτή ως κατ΄ουσίαν βάσιμη την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …./2015) αγωγή δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση  των  αποδείξεων και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τις εφέσεις είναι απορριπτέα ως κατ΄ουσίαν αβάσιμα. Συνεπώς πρέπει να απορριφθούν οι κρινόμενες εφέσεις ως κατ΄ουσιαν αβάσιμες και να συμψηφισθούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρα 179, 183 ΚΠολΔ).


ΔΕφΑθ/533/2022

ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΕΟΦ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ-ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΕΟΦ:..η εκκαλούσα ζητά την εξαφάνιση της 11024/2019 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα 22ο), με την οποία απορρίφθηκε η από 3.11.2017 αγωγή της κατά του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) και του Ελληνικού Δημοσίου. Με την αγωγή αυτή, η εκκαλούσα, μόνιμη υπάλληλος του Ε.Ο.Φ., ζήτησε να υποχρεωθούν τα εφεσίβλητα να της καταβάλουν νομιμοτόκως, το ποσό των 6.000 ευρώ και περαιτέρω, να αναγνωριστεί η εις ολόκληρον υποχρέωση αυτών να της καταβάλουν νομιμοτόκως, το ποσό των 30.588,17 ευρώ (συνολικά 36.588,17 ευρώ), ως αποζημίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 106 και 105 του Εισ.Ν.ΑΚ.(....)Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έχουν προαναφερθεί, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται ευθύνη των εφεσιβλήτων Ε.Ο.Φ. και Ελληνικού Δημοσίου, κατά τα άρθρα 106 και 105 του ΕισΝΑΚ, προς αποζημίωση της εκκαλούσας, δεδομένου ότι δεν συντρέχει η προβαλλόμενη από αυτήν παρανομία, της αντίθεσης δηλαδή της επίμαχης διάταξης του άρθρου 30 παρ. 1 του ν. 4024/2011 σε υπερκείμενους κανόνες δικαίου ή στο Σύνταγμα. Συνεπώς, ορθά απορρίφθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση η αγωγή της ως προς την κύρια βάση της. Ενόψει δε του ότι τα εφεσίβλητα κατά τα παραπάνω, δεν κατέστησαν πλουσιότερα σε βάρος της εκκαλούσας χωρίς νόμιμη αιτία, ορθά απορρίφθηκε και η επικουρική βάση της αγωγής της περί επιδίκασης των αιτούμενων ποσών με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, απορριπτομένου ως αβασίμου του αντίθετου λόγου έφεσης.Απορρίπτει την έφεση.


ΑΡ.Π./1/2024

ΑΠΑΛΛΟΤΡΩΣΕΙΣ.(..)Έννοια της πλήρους αποζημίωσης της ατομικής ιδιοκτησίας του άρθρου 17 παρ. 2 Συντάγματος Στη περίπτωση  αυτή, κατά το άρθρο 25 του ν. 2882/2001, που θεσπίσθηκε κατ'  επιταγή του άρθρου 17 παρ. 5 το Συντάγματος, ο έχων εμπράγματο δικαίωμα επί του απαλλοτριωθέντος ακινήτου  δικαιούται να αξιώσει την αποζημίωση για την απωλεσθείσα  πρόσοδο του ακινήτου αυτού, από τη, μετά τη συντέλεση της  απαλλοτρίωσης, κατάληψη του μέχρι την είσπραξη της προκατατεθείσας αποζημίωσης , εφόσον η καθυστέρηση της  είσπραξης δεν οφείλεται σε λόγους που αφορούν το ίδιο ή σε  υπαιτιότητα τρίτου. Το, από το εν λόγω άρθρο 25 του ν.  2882/2001, προβλεπόμενο δικαίωμα αξίωσης της απώλειας  προσόδου για τα χρονικό διάστημα από τη, μετά τη συντέλεση  της απαλλοτρίωσης, κατάληψη του ακινήτου, έως την είσπραξη  της αποζημίωσης, συνιστά ειδική περίπτωση πρόβλεψης  δικαιώματος αυτοτελούς αξίωσης διαφυγόντος κέρδους, που  έχει ως αιτιολογική βάση την, παρά τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης κα την κατάληψη του απαλλοτριωθέντος  ακινήτου, μη είσπραξη της αποζημίωσης, για λόγου που δεν  οφείλονται στον ιδιοκτήτη και ουδόλως αποκλείεται από τη  ρύθμιση του άρθρου αυτού, η προαναφερόμενη αξίωση του  ιδιοκτήτη του απαλλοτριωθέντος ακινήτου για επιδίκαση  διαφυγόντων κερδών από την εκμετάλλευση των επικειμένων εντός του απαλλοτριουμένου ακινήτου και του, μετά την  απαλλοτρίωση, εναπομένοντος τμήματος αυτού, που έχει ως  αιτιολογική βάση τη, συνεπεία της απαλλοτρίωσης, απώλειά  τους. Δηλαδή, με την ως άνω διάταξη του άρθρου 25 του ν.  2882/2001 ο νομοθέτης αποβλέπει στη ρύθμιση της  προεκτεθείσας περίπτωσης απώλειας προσόδου και όχι στον αποκλεισμό κάθε άλλου δικαιώματος αναζήτησης διαφυγόντος  κέρδους, που είναι συνέπεια της απαλλοτρίωσης. 



Μον.Εφ.Αθ/118/2022

Ασφάλιση Τεχνικών Έργων:(....)Επομένως, δεν αποδείχθηκε εν προκειμένω ότι δηλώθηκε κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης η αξία των πραγμάτων που ασφαλίστηκαν, ώστε να μπορεί να εφαρμοστεί στην προκειμένη περίπτωση η προβλεπόμενη από την διάταξη του άρθρου 17 παρ. 3 του Ν. 2496/1997 δυνατότητα του ασφαλιστή απαλλαγής του από το υπερβάλλον, σε περίπτωση που η αξία των πραγμάτων που δηλώθηκε κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης υπερβαίνει την τρέχουσα ή, αν δεν υπάρχει, τη συνηθισμένη αξία αυτών κατά το χρόνο επέλευσης του κινδύνου (υπερασφάλιση) ή να μπορεί να προσβληθεί η επίμαχη ασφαλιστική σύμβαση ως άκυρη αν η κατά τα ανωτέρω υπερασφάλιση οφείλεται σε δόλο του λήπτη της ασφάλισης, του ασφαλισμένου ή του δικαιούχου του ασφαλίσματος. Ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος ο ανωτέρω ισχυρισμός της εφεσίβλητης - εναγομένης εταιρείας περί ακυρότητας της ασφαλιστικής σύμβασης, στην οποία στηρίζει η ενάγουσα - εκκαλούσα ασφαλιστική εταιρεία την απαίτηση της εναντίον της, λόγω δόλιας υπερασφάλισης, με σκοπό την κερδοσκοπία. I) Επί της υπό στοιχείο Α΄ ΕΦΕΣΗΣ (με ημερομηνία 19.6.2020 και με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. .../.../....2020 ενώπιον της Γραμματείας του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. .../.../....2020 ενώπιον της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου - αριθ. πινακίου ...):ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την υπό στοιχείο I με ημερομηνία .... έφεση, η οποία έχει κατατεθεί με γενικό αριθμό κατάθεσης .... και με ειδικό αριθμό κατάθεσης .....τη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε, αυθημερόν, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με γενικό αριθμό κατάθεσης .... και με ειδικό αριθμό κατάθεσης .... της εκκαλούσας – ενάγουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ... Α.Ε.Γ.Α.», κατά της υπ’ αριθμ. 7354/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τακτική Διαδικασία). ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την ως άνω υπ’ αριθμ. 7354/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τακτική Διαδικασία) επί της από 1.6.2011 αγωγής, με Γ.Α.Κ. .../....2011 και Α.Κ.Δ. .../....2011. ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση. ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ ουσίαν την από 1.6.2011 αγωγή, με Γ.Α.Κ. .../....2011 και Α.Κ.Δ. .../....2011. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 1.6.2011 αγωγή, με Γ.Α.Κ. .../....2011 και Α.Κ.Δ. .../....2011. ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ... ... ΕΤΑΙΡΕΙΑ» να καταβάλει στην ενάγουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ... Α.Ε.Γ.Α.» το ποσό των τριάντα πέντε χιλιάδων ενενήντα έξι ευρώ και τριάντα επτά λεπτών (35.096,37€), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στην εκκαλούσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ... Α.Ε.Γ.Α.» του κατατεθέντος από αυτήν παράβολου εφέσεως, βάσει του υπ’ αριθμ. ..... ηλεκτρονικού παράβολου, συνολικού ποσού εκατό (100 €) ευρώ. ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εφεσίβλητη - εναγομένη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ... ... ΕΤΑΙΡΕΙΑ» στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας - ενάγουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ... Α.Ε.Γ.Α.» και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων επτακοσίων πενήντα πέντε (...55) ευρώ.

II) Επί της υπό στοιχείο Β’ ΕΦΕΣΗΣ (με ημερομηνία 13.9.2021 και με Γ.Α.Κ./Ε,Α.Κ..../.../....2021 ενώπιον της Γραμματείας του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. .../.../14,9.2021 ενώπιον της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου - αριθ. πινακίου 40): ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπό στοιχεία II με ημερομηνία 13.9.2021 έφεση, η οποία έχει κατατεθεί με γενικό αριθμό κατάθεσης .../....2021 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης .../....2021 στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε, αυθημερόν, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με γενικό αριθμό κατάθεσης .../....2021 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης .../....2021. ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από την εκκαλούσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ... ... ΕΤΑΙΡΕΙΑ» υπ’ αριθμ. .... ηλεκτρονικού παράβολου, συνολικού ποσού εκατό (100 €) ευρώ. ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΟΣ ... ... ΕΤΑΙΡΕΙΑ» στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «... .... ΕΤΑΙΡΙΑ» για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.


ΝΣΚ/246/2000

Σεισμόπληκτοι. Προϋποθέσεις καταβολής στεγαστικής συνδρομής σε ιδιοκτήτες ακινήτων που πλήγηκαν από το σεισμό που συνέβη σε περιοχές του Ν.Αττικής, στις 7-9-99.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Οι ιδιοκτήτες κτιρίων τα οποία κατέρρευσαν ή κρίθηκαν κατεδαφιστέα ως επικινδύνως ετοιμόρροπα, λόγω ζημιών, από το σεισμό που έπληξε στις 7-9-99, περιοχές του Ν.Αττικής, που είχαν κατασκευασθεί με δάνειο, το οποίο τους είχε χορηγηθεί από Τράπεζα και για την εξασφάλισή του, το είχαν ασφαλίσει για ζημιές που ήθελαν προκληθεί από σεισμό, η δε ασφαλιστική εταιρία κατέβαλλε το συμφωνηθέν ασφάλισμα στη δανείστρια Τράπεζα, χωρίς όμως να καλύψει ολόκληρο το ποσό του δανείου, υποχρεούνται στην καταβολή του μη καλυφθέντος ποσού στην Τράπεζα και δικαιούνται στεγαστικής συνδρομής, μόνο στην περίπτωση που το καταβληθέν ασφάλισμα, ήταν μικρότερο από το προκύπτον, κατ εφαρμογή της υπ αριθμ. Οικ/5140/Τ.Π.32/15-10-99 κοινής αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και των Υφυπουργών Οικονομικών και ΠΕΧΩΔΕ και το ύψος του ανέρχεται στη διαφορά, μεταξύ του καταβληθέντος ασφαλίσματος και αυτού της προβλεπόμενης στεγαστικής συνδρομής.


ΕΣ/ΤΜ.1/3680/2009

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ Με την υπό κρίση έφεση ζητείται η ακύρωση της 8485/ΕΦΑ/2125/18.5.2007 καταλογιστικής πράξης του Γενικού Γραμματέα `Ερευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της εκκαλούσας το ποσό των 1.409.326,05 ευρώ, το οποίο προέρχεται από τη χρηματοδότηση του υποέργου: «ανάπτυξη και λειτουργία θερμοκοιτίδας από την εταιρία ……..», που έχει ενταχθεί στο έργο: «Υποστήριξη επιστημονικών και τεχνολογικών πάρκων και θερμοκοιτίδων επιχειρήσεων – ΕΛΕΥΘΩ », που εντάσσεται στον άξονα προτεραιότητας 4 του Ε.Π. Ανταγωνιστικότητα «τεχνολογική καινοτομία και έρευνα» στο μέτρο 4.2.1. και χρηματοδοτείται κατά 70% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (Ε.Τ.Π.Α.), και κατά 30% από εθνικούς πόρους.(.....)Εξάλλου, το γεγονός ότι το Ελληνικό Δημόσιο επέλεξε την εκκαλούσα ως φορέα εκμετάλλευσης και της ανέθεσε την επιλογή των επιχειρηματιών, στους οποίους αυτή θα παρείχε υπηρεσίες υποστήριξης για την ανάπτυξη τεχνολογικών καινοτομιών, δεν συνεπάγεται, όπως αβασίμως υπολαμβάνει η εκκαλούσα, ότι το Ελληνικό Δημόσιο απεκδύθηκε της αρμοδιότητας να ελέγχει αν η επιλογή αυτή έγινε σύμφωνα με τους οικείους κανόνες. Ούτε το γεγονός ότι στην αίτηση της …….., προκειμένου να ενταχθεί στο πρόγραμμα ΕΛΕΥΘΩ,  γίνεται μνεία των νομικών προσώπων, που έχουν εκδηλώσει πρόθεση για εγκατάσταση έχει ως συνέπεια να καθίστανται οι δαπάνες που αφορούν τα νομικά αυτά πρόσωπα επιλέξιμες, όπως εσφαλμένα υποστηρίζει η εκκαλούσα. Τέλος, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι η Διοίκηση με την επιβολή ενός εξαιρετικά επαχθούς μέτρου σε βάρος της (του επίδικου καταλογισμού), παραβίασε τις αρχές της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης παρίσταται απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον, αφενός μεν ο επίδικος καταλογισμός δεν συναρτάται με αιφνίδια μεταβολή μιας μακροχρόνιας πρακτικής της Διοίκησης ή εν γένει με τη συμπεριφορά της Διοίκησης, αλλά έχει ως  νόμιμη αιτία την παραβίαση εκ μέρους της ίδιας της εκκαλούσας δικών της νόμιμων υποχρεώσεων, αφετέρου δε το καταλογίσαν αρμόδιο όργανο, αφού διαπίστωσε ότι κατά την εκτέλεση του έργου σημειώθηκαν υπερβάσεις αλλά και ενέργειες που συστηματικά ήταν ασύμβατες με το σκοπό της δράσης ΕΛΕΥΘΩ, ανακάλεσε την πιο πάνω απόφαση χρηματοδότησης και στη συνέχεια καταλόγισε εις βάρος της τα ποσά που εισέπραξε αχρεωστήτως. Απορρίπτει την έφεση.


ΔΕφΑθ/1429/2025

Με την εν λόγω αγωγή, οι εκκαλούντες, τέως ιδιοκτήτες ενός ακινήτου επιφάνειας 8.860,00 τ.μ., ευρισκόμενο στην περιοχή του …, το οποίο απαλλοτριώθηκε υπέρ του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), αλλά δεν χρησιμοποιήθηκε εν τέλει για την εκπλήρωση του σκοπού της απαλλοτρίωσης ή άλλου σκοπού δημόσιας ωφέλειας, είχαν ζητήσει να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου να τους καταβάλει: α) το ποσό των 8.312.472,95 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, ως αποζημίωση για την από το έτος 1971 και εντεύθεν στέρηση της κάρπωσης του ακινήτου τους, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2882/2001 Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων, καθώς και των άρθρων 4 και 17 του Συντάγματος και του άρθρου 1 παρ. 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, και, επικουρικώς, το ποσό των 3.594.493,78 ευρώ, ως αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη από 14.8.1994, που εκδηλώθηκε η παράνομη άρνηση της Διοίκησης να ανακαλέσει την απαλλοτρίωση έως και την άσκηση της αγωγής, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, άλλως, το ποσό των 399.104,31 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, β) το ποσό των 18.918,38 ευρώ, άλλως το ποσό των 2.193,24 ευρώ, για κάθε μήνα καθυστέρησης από την άσκηση της αγωγής και μέχρι την επιστροφή του ακινήτου στην κυριότητά τους, νομιμοτόκως από κάθε μήνα καθυστέρησης μέχρι την εξόφληση και γ) το ποσό των 60.000,00 ευρώ, σε κάθε έναν από τους …, … και …, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν από την ως άνω παράνομη συμπεριφορά της Διοίκησης.(...)Εξάλλου, ανεξαρτήτως του αν το προσκομιζόμενο κατά την παρούσα δίκη αποδεικτικό στοιχείο, ήτοι η …/2021 έκθεση εκτίμησης μισθωμάτων, είναι ικανό να αποδείξει τον πραγματικό ισχυρισμό των εκκαλούντων περί της πρόθεσης αξιοποίησης του επίμαχου ακινήτου με τους πιο πάνω περιγραφόμενους τρόπους, τούτο ως μη οψιγενές - καθόσον συντάχθηκε μεν μετά την έκδοση της απόφασης του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αλλά για την εκτίμηση του ύψους των μισθωμάτων που δυνητικά θα εισπράττονταν από την εκμετάλλευση αυτού, το χρονικό διάστημα από 1ο/1971 έως 6ο/2010 - , απαραδέκτως προσκομίζεται, το πρώτον στις 2.4.2021, ήτοι πριν από τη συζήτηση της έφεσης, δοθέντος ότι η μη επίκληση και προσαγωγή του στην πρωτοβάθμια δίκη, ελλείψει ειδικών ισχυρισμών των εκκαλούντων που να δικαιολογούν την παράλειψη αυτή, δεν κρίνεται δικαιολογημένη. Συνεπώς, δεν αποδεικνύεται η ζημία που οι εκκαλούντες ισχυρίζονται ότι υπέστησαν από την παράλειψη ανάκλησης της ένδικης απαλλοτρίωσης το χρονικό διάστημα από 14.8.1994 έως την άσκηση της αγωγής και ως εκ τούτου, το εφεσίβλητο Δημόσιο δεν υποχρεούται να τους καταβάλει τα αιτούμενα ποσά, όπως ορθά κρίθηκε και με την εκκαλούμενη απόφαση. Ορθά, τέλος, κρίθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση το ύψος της ηθικής βλάβης των εκκαλούντων, την οποία υπέστησαν από τον μακροχρόνιο δικαστικό αγώνα άρσης της ένδικης απαλλοτρίωσης η οποία ανήλθε στο εύλογο και προσήκον ποσό των 200,00 ευρώ, όπως ορθά κρίθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού λόγου έφεσης. ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ Απορρίπτει την έφεση.



ΝΣΚ/263/2006

Επιτρεπτό ή μη χρησιμοποίησης ομολογιακού δανείου εκδιδόμενου σε δημόσια ή μη εγγραφή για τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων του αναπτυξιακού νόμου 3299/2004.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
1) Επιτρέπεται η χρησιμοποίηση ομολογιακού δανείου εκδιδόμενου σε δημόσια ή μη εγγραφή για τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων του Ν. 3299/2004. 2) Η προϋπόθεση έγκρισης του δανείου της περίπτωσης iv της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του Ν. 3299/2004 αναφέρεται στα δάνεια που χορηγούνται από χρηματοδοτούσα τράπεζα ή χρηματοδοτικό οργανισμό. Όμως, επί ομολογιακών δανείων, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής στις ενισχύσεις του νόμου αυτού, απαιτείται: α) Στην περίπτωση ομολογιακού δανείου εκδιδόμενου σε δημόσια εγγραφή, πέραν της χορήγησης άδειας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και την ανάθεση σε ανάδοχο της διάθεσης των ομολογιών στο κοινό να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία εγγραφής των υποψηφίων ομολογιούχων στο πρόγραμμα του δανείου με την, επί αποδείξει, παράδοση του σχετικού δελτίου εγγραφής στην εκδότρια ανώνυμη εταιρία. β) Στην περίπτωση ομολογιακού δανείου εκδιδόμενου με ιδιωτική τοποθέτηση, προηγούμενη έκδοση του ομολογιακού δανείου, ήτοι έκδοση απόφασης του αρμοδίου οργάνου της εκδότριας ανώνυμης εταιρίας για την έκδοση του δανείου και τους όρους αυτού, με τήρηση των τυχόν περαιτέρω απαιτουμένων διατυπώσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις περί ομολογιακών δανείων, και υπογραφή σχετικής σύμβασης μεταξύ εκδότριας εταιρίας και ομολογιούχων δανειστών ή άλλως κατά νόμο αποδοχή της απόφασης αυτής από τους ομολογιούχους δανειστές.


ΕΣ/ΤΜ.1/540/2017

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Εξάλλου, ο συναγόμενος, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου, ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι πλημμελής διότι ο έλεγχος για την υλοποίηση της πράξης διενεργήθηκε και, ακολούθως, η σχετική 375/20.12.2010 έκθεση ελέγχου συντάχθηκε από την εν λόγω ΕΥΔ, δηλαδή από την αναθέτουσα αρχή, υπό την παράλληλη ιδιότητά της ως Διαχειριστικής Αρχής του Ε.Π. «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού», είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο διότι: α) σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά, η ευθύνη, εν προκειμένω, της εκκαλούσας, ως τελικού αποδέκτη της χρηματοδότησης, βασίζεται στο πραγματικό γεγονός της μη ολοκλήρωσης του φυσικού αντικειμένου της πράξης, η δε προσβαλλόμενη καταλογιστική απόφαση για την ανάκτηση της αχρεωστήτως καταβληθείσας χρηματοδότησης εκδόθηκε από την αρμόδια ελεγκτική αρχή κατά δεσμία αρμοδιότητα ως απλή συνέπεια της διαπίστωσης ότι δεν συνέτρεχαν οι όροι καταβολής της χρηματοδότησης, χωρίς να συναρτάται με αξιολογικές κρίσεις και δεν ελέγχεται, ως εκ τούτου, ως προς τις εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσης των οργάνων της, β) με τις διατάξεις του άρθρου 7 (παρ. 1 εδ. β΄) του ν. 2860/2000 ρητώς προβλέπεται ότι στις περιπτώσεις πράξεων τεχνικής βοήθειας η άσκηση των αρμοδιοτήτων της διαχειριστικής αρχής είναι συμβατή με την ιδιότητα τελικού δικαιούχου, η δε εκτέλεσή τους, σύμφωνα με τον Οδηγό Διαδικασιών και Επιλέξιμων Ενεργειών Τεχνικής Βοήθειας Στήριξης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης 2000 – 2006, γίνεται σύμφωνα με το π.δ. 4/2002, ήτοι με ανάθεση σε τρίτο οικονομικό φορέα και γ) με τις διατάξεις της 118267/20000 (ΦΕΚ Β’ 1595) ΚΥΑ, για τη σύσταση και λειτουργία της υπηρεσίας αυτής, όπου προβλέπεται ότι για το Ε.Π. «Απασχόληση και Επαγγελματική Κατάρτιση» της προγραμματικής περιόδου 2000-2006, αρμόδια για την πραγματοποίηση των ελέγχων σε ενταγμένες πράξεις και τη σύνταξη των σχετικών εκθέσεων ελέγχου είναι η Μονάδα Γ Προεγκρίσεων και Επιτόπιων Επαλη­θεύσεων, ενώ αρμόδια για την εκτέλεση των έργων τεχνικής βοήθειας με τελικό δικαιούχο τη διαχειριστική αυτή αρχή, ήτοι και για την ανάθεση των σχετικών συμβάσεων σε τρίτους, είναι η Μονάδα Δ Οργάνωσης – Υποστήριξης, διασφαλίζεται επαρκώς η διάκριση αρμοδιοτήτων στο εσωτερικό της και ο αναγκαίος βαθμός αυτονομίας στην άσκηση των καθηκόντων τους. Ανεξαρτήτως δε των ανωτέρω, ο ισχυρισμός αυτός, όπως προβάλλεται, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος και για τον λόγο ότι με αυτόν, κατ’ ουσίαν, δεν αμφισβητείται η νόμιμη άσκηση της ελεγκτικής αρμοδιότητας της ανωτέρω ΕΥΔ ειδικώς κατά τη διενέργεια του ελέγχου, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης δημοσιονομικής διόρθωσης, αλλά η πάγια και δομική αμεροληψία της εν λόγω υπηρεσίας, εκ του γεγονότος ότι ως διαχειριστική αρχή του οικείου προγράμματος είναι ταυτόχρονα και φορέας εκτέλεσης των ενταγμένων σε αυτό πράξεων τεχνικής βοήθειας.(...)Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα προηγουμένως κρίθηκαν και έγιναν δεκτά, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί, περαιτέρω δε να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος για την έφεση παραβόλου υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 73 παρ.4 του ν. 4129/2013, ΦΕΚ Α 52) και, εκτιμωμένων των περιστάσεων, να απαλλαγεί η εκκαλούσα από τη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 123 π.δ.1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006, ΦΕΚ Α΄ 1354, και 275 παρ. 1 Κ.Δ.Δ.).